ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΜΠΑΛΛΑΝΤΑΣ Γαλλική μπαλλάντα > βαλλίζω (χορεύω). Ποίημα τραγουδιστικό και χορευτικό. Έχει σταθερή μορφή. Αποτελείται από 4 στροφές: οι 3 έχουν τον ίδιο αριθμό στίχων (8-12), η τέταρτη έχει τον μισό αριθμό στίχων των προηγούμενων στροφών (4-6). Η τελευταία στροφή λέγεται στάλσιμο (envoi). Ο τελευταίος στίχος της κάθε στροφής συχνά επαναλαμβάνεται και ονομάζεται γύρισμα (refrain). Οι ομοιοκαταληξίες πλέκονται με διάφορους τρόπους.
ΠΑΡΑΛΟΓΗ Ένας από τους πιο ενδιαφέροντες άξονες μελέτης στη συγκριτική φιλολογία είναι η προφορικότητα ως έκφραση της γλωσσικής, πολιτιστικής, θρησκευτικής και ιστορικής συνέχειας. Το πέρασμα από την προφορικότητα στη γραφή και η επιβίωση κοινών προφορικών μορφών ποίησης. Ως κοινό θεματικό στοιχείο της βαλκανικής δημοτικής –προφορικής- παράδοσης, αλλά και ως δείκτης της κοινής πολιτισμικής ταυτότητας και κληρονομιάς, μελετούμε το δημοτικό τραγούδι, την παραλογή «του Νεκρού Αδερφού», το οποίο απαντά, σε παραλλαγές, σε όλες τις βαλκανικές χώρες (Άλλο ένα κοινό δημοτικό τραγούδι είναι το άσμα «Του Γιοφυριού της Άρτας»). Αφηγείται με δραματικό τρόπο μιαν ιστορία επικεντρωμένη σε κάποιο σημαντικό επεισόδιο. Η ετυμολογία της λέξης «παραλογή» παραπέμπει στις ποικίλες εκδοχές, παραλλαγές, προσαρμογές, ποικιλίες των δημοτικών ασμάτων. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο όρος «παραλογή» συνδέεται εννοιολογικά με το παράλογο και το υπέρλογο, κάτι που υπερβαίνει το υλικό, το καθημερινό και το συνηθισμένο και μας αποκαλύπτει μιαν άλλη αλήθεια, με την παρέμβαση μιας συμπαντικής δύναμης που μετουσιώνει την πραγματικότητα και θέτει νέους όρους θυσίας, προσφοράς, δικαιοσύνης και αποδοχής. Σύμφωνα με την άποψη του Γάλλου φιλολόγου, ιστορικού και μέλους της Γαλλικής Ακαδημίας Claude Fauriel, τα δημοτικά τραγούδια έλκουν την καταγωγή τους από την αρχαία ελληνική λαϊκή ποίηση. Η καταγωγή τους βρίσκεται στις ρίζες του λαϊκού πολιτισμού, στην αρχαία Ελλάδα και τη μυθική παράδοση. Η συγγένειά τους με παρόμοια αφηγηματικά μοτίβα σε ποιητική ή πεζή μορφή άλλων μεσογειακών και κυρίως βαλκανικών λαών ενισχύει την υπόθεση για την αρχαιότατη προέλευσή τους.
ΠΑΡΑΛΟΓΗ Β Ανάμεσα στις πιο διάσημες παραλογές είναι η αφήγηση «Του Νεκρού αδελφού» και «Το Γιοφύρι της Άρτας», ευρύτατα διαδεδομένες στα Βαλκάνια. Και οι δύο παραλογές είναι κείμενα με τις υψηλότερες αξιώσεις της τέχνης. Η επιστροφή του Νεκρού Αδερφού, από τον Κάτω Κόσμο, για να εκπληρώσει την υπόσχεση που είχε δώσει ζωντανός, να φέρει δηλαδή στη μητέρα του τη μονάκριβη κόρη της, οδηγεί τους ερευνητές στον συσχετισμό του μοτίβου με τον μύθο του Άδωνι, του Ορφέα, του Ηρακλή και του Οδυσσέα. Το μεταφυσικό στοιχείο κυριαρχεί στην αφήγηση. Το θανατικό έχει σκοτώσει τους εννιά γιους της μάνας κι ο Κωνσταντής σηκώνεται από το μνήμα για να φέρει πίσω τη μονάκριβη αδελφή του, παντρεμένη στα ξένα, καβάλα στο άλογο. Τη στιγμή της συνάντησης και του εναγκαλισμού η μάνα και η κόρη πεθαίνουν μαζί. Ο γερμανικός ρομαντισμός και το Sturm und Drag αξιοποίησαν, ως γνωστόν, τα λαϊκά προφορικά κοιτάσματα της βαλκανικής λογοτεχνικής παράδοσης («Το ξωτικό» του Γκαίτε, «Η Λεονώρα» του Μπύργκερ, κ.ο.κ.). Ο Γκαίτε αγάπησε ιδιαίτερα τα σέρβικα δημοτικά τραγούδια. Υπάρχουν ποικίλες ονομασίες για το δημοτικό τραγούδι του «Νεκρού αδερφού»: «Κωνσταντής και Δοκίνα» στην Αλβανία, «Λάζαρ και Πετάνκα» στη Βουλγαρία, «Της Βόικας» στη Ρουμανία, «Η κόρη και τ’αδέλφια της» στη Σερβία- Μαυροβούνιο, «Μια μηλιά εφύτρωσε» στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.
ΠΑΡΑΛΟΓΗ Γ Η δεύτερη κοινή παραλογή «Του Γιοφυριού της Άρτας» αφηγείται την ιστορία ενός γιοφυριού που ολημέρα το κτίζαν άξιοι μάστορες και τη νύχτα γκρεμιζόταν. Ένας κάτοικος του αέρα, ένα πουλί, στέκεται απέναντι από το ποτάμι και τη γη και πληροφορεί τους οικοδόμους πως για να στερεωθεί το γεφύρι πρέπει να αναμειχθεί στο υλικό, να θυσιαστεί, η όμορφη γυναίκα του πρωτομάστορα. Το πουλί συμβολίζει το μήνυμα, η Γυναίκα την αγάπη και τη θυσία, ο άνδρας συγκεντρώνει τους δομικούς λίθους. Οι συμβολισμοί είναι ευδιάκριτοι: το δαχτυλίδι του άνδρα που πέφτει κατά λάθος στα θεμέλια είναι η ρήξη του άρρηκτου κύκλου που συνδέει το ανδρόγυνο, η γέφυρα το πέρασμα για κάθε διαβάτη˙ για να γίνει εφικτή η διάβαση, δηλαδή η επικοινωνία απαιτείται θυσία. Μέσα από τα ενδιαφέροντα μοτίβα του δημοτικού τραγουδιού περνάει κανείς από την προφορικότητα, την προφορική μυθική μήτρα, στον γραπτό λόγο της κάθε χώρας. Claude Fauriel, Chants populaires de la Grèce, ˙Λαϊκοί πολιτισμοί και σύνορα στα Βαλκάνια, επιμέλεια Ευάγγελος Γ. Αυδίκος, εκδ. Πεδίο, 2010.
ΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΜΠΑΛΛΑΝΤΑ Διαφορετική από τη γαλλική μπαλλάντα, που γράφεται με ορισμένη στιχουργική μορφή, είναι η ρομαντική μπαλλάντα, η οποία παίρνει το θέμα και τη μορφή της από τη λαϊκή μπαλλάντα, δηλαδή από το σύντομο διηγηματικό δημοτικό τραγούδι. Αντλεί τα θέματά της από τις λαϊκές δοξασίες και παραδόσεις (Γκαίτε, Σίλλερ, Μπύργκερ, Χάινε, Ούλαντ, Λενάου, κ.ο.κ.), συχνά από εκείνες που περιέχουν το υπερφυσικό στοιχείο, ή από ιστορικά γεγονότα αλλά και από ατομικά περιστατικά.