Ελληνικά είδη Q u e r c u s
Quercus Quercus Quercus sessiliflora ή Q. petraea: Δρύς η απόδισκος ή Δρύς πετραία Quercus dalechampii Ten: Δρύς Δαλεχαμπίου Quercus pedunculata Enrh ή Q. robur: Δρύς η ποδισκοφόρος Quercus pedunculiflora: Δρύς η χνοώδης ποδισκοφόρος Quercus pubescens Niploi: Δρύς χνοώδης, μεράδι Quercus conferta (Q. frainetto Ten): Δρύς ή πλατύφυλλος ή πυκνανθής Quercus aegilops ή Q. macrolepis kotschx: Δρύς ή εγιλόη ή Βαλανιδιά ή μακρολέπια Quercus cerris L.: Δρύς ή ευθύφλοιος Quercus macedonica (Q. trojana): Δρύς ή Μακεδονική Quercus euboica Pap. : Δρύς ή Ευβοϊκή Quercus infectoria Oliv. : Δρύς ή Βαφική Quercus ilex (q. smilax L) : Αριά Quercus coccifera L. : Πρίνος-Πουρνάρι
ΦΥΛΛΟΒΟΛΕΣ ΔΡΥΣ 1.Quercus sessiliflora ή Q. petraea: Δρύς η απόδισκος ή Δρύς πετραία 2.Quercus dalechampii Ten: Δρύς Δαλεχαμπίου 3.Quercus pedunculata Enrh ή Q. robur: Δρύς η ποδισκοφόρος 4.Quercus pedunculiflora: Δρύς η χνοώδης ποδισκοφόρος 5.Quercus pubescens Niploi: Δρύς χνοώδης, μεράδι 6.Quercus conferta (Q. frainetto Ten): Δρύς ή πλατύφυλλος ή πυκνανθής 7.Quercus cerris L.: Δρύς ή ευθύφλοιος
ΗΜΙΦΥΛΛΟΒΟΛΕΣ ΔΡΥΣ Quercus aegilops ή Q. macrolepis kotschx: Δρύς ή εγιλόη ή Βαλανιδιά ή μακρολέπιαQuercus aegilops ή Q. macrolepis kotschx: Δρύς ή εγιλόη ή Βαλανιδιά ή μακρολέπια Quercus macedonica (Q. trojana): Δρύς ή ΜακεδονικήQuercus macedonica (Q. trojana): Δρύς ή Μακεδονική Quercus euboica Pap. : Δρύς ή ΕυβοϊκήQuercus euboica Pap. : Δρύς ή Ευβοϊκή Quercus infectoria Oliv. : Δρύς ή ΒαφικήQuercus infectoria Oliv. : Δρύς ή Βαφική
ΑΕΙΘΑΛΕΙΣ ΔΡΥΣ Quercus ilex (q. smilax L) : Αριά Quercus coccifera L. : Πρίνος-Πουρνάρι
ΔΡΥΣ ΜΕ ΦΥΛΛΑ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ ΩΟΕΙΔΗ Quercus sessiliflora or Q. petraea Q. dalechabii Q. pedunculata Q. pubescens Q. pedunculiflora Q. conferta
Quercus petraea (Q. sessiliflora) απόδισκος δρυς
Q. sessiliflora: απόδισκος δρυς Φύλλα: Αντίστροφα ωοειδή με μεγαλύτερο πλάτος προς τη μέση ή την κορυφή. Λοβοί και κόλποι αποστρογγυλωμένοι. Τα πλάγια νεύρα καταλήγουν συνήθως σε λοβούς. Μίσχος μακρύς 1,5-2,5 εκ. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, χωρίς ποδίσκο. Βιολογ. Απαιτήσεις: Ημιφιλόφωτο, απαιτεί γόνιμα χαλαρά και βαθιά εδάφη ανεξάρτητα από τη χημική σύστασή τους. Γεωγ. Εξάπλωση: Σε όλη την Ελλάδα στην ψυχρότερη περιοχή της ζώνης των φυλλοβόλων πλατυφύλλων Δένδρο (ύψος 20-40μ. και διάμ. 1-2μ.) με κόμη πλατιά, πλούσια, με ριζικό σύστημα πασσαλώδες και ισχυρές πλάγιες.
Είναι μεγάλο δένδρο (ύψος 20-40μ. και διάμ. 1-2μ.) με κόμη πλατιά, πλούσια, με ριζικό σύστημα πασσαλώδες και ισχυρές πλάγιες. Ζει πάνω από 700 χρόνια, έχει μεγάλη πρεμνοβλαστική ικανότητα και απαιτεί γόνιμα χαλαρά και βαθιά εδάφη ανεξάρτητα από τη χημική σύστασή τους. Ημισκιόφυτο είδος, υποφέρει από όψιμους παγετούς, κυρίως στη νεαρή ηλικία και τη συναντάμε στη ψυχρότερη περιοχή της ζώνης των φυλλοβόλων πλατυφύλλων, από τη Β. Πελοπόννησο και βορειότερα. Τα φύλλα είναι κατ' εναλλαγή, αντίστροφα ωοειδή ή ελλειψοειδή, έμμισχα (1,5- 2,5εκ.) με βάση σφηνοειδή κυκλική και κορυφή πλατιά αποστρογγυλεμμένη ή ελαφρά οξεία, με λοβούς και κόλπους αποστρογγυλομένους, με τα πλευρικά νεύρα να καταλήγουν συνήθως στους λοβούς. Τα άνθη είναι μονογενή. Τα αρσενικά κατά κρεμάμενους πρασινωπούς ίουλους, και τα θηλυκά μεμονωμένα, ή ανά 2-3 κατά απόδισκα ή ποδισκοφόρα κεφάλαια. Ο καρπός της, είναι μονόσπερμο απόδισκο στρογγυλόμορφο κυπελλοφόρο κάρυο με κύπελλο, που φέρει λεπτότοιχα μικρά λογχοειδή ή οξυκόρυφα λέπια. Ωριμάζει και πέφτει τον πρώτο Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο. Quercus petraea
Quercus sessiliflora ή Q. petrace: Δρύς η απόδισκος ή Δρύς πετραία
Quercus sessiliflora ή Q. petraea: Δρύς η απόδισκος ή Δρύς πετραία
Quercus dalechampii Ten: Δρύς Δαλεχαμπίου Είδος που μοιάζει με την απόδισκο δρυ με τη διαφορά ότι τα φύλλα έχουν παρυφές βαθιά ως πτεροσχιδώς λοβωτές, με λοβούς οξείς ωοειδείς ως επιμήκως λογχοειδείς. Η κάτω επιφάνεια των φύλλων έχει δέσμες μικρών τριχών και στα νεύρα μεταξοειδείς τρίχες. Κύπελλο απόδισκο ή με μικρό τριχωτό ποδίσκο. Απαντάται στην Ήπειρο, Μακεδονία, Θεσσαλία, Θράκη και αλλού, ως μικρότερο δένδρο.
Quercus dalechampii Ten: Δρύς Δαλεχαμπίου Quercus dalechampii Ten: Δρύς Δαλεχαμπίου
Quercus pedunculata Enrh ή Q. robur: Δρύς η ποδισκοφόρος Φύλλα: Αντίστροφα ωοειδή με μεγαλύτερο πλάτος προς την κορυφή. Παρυφές βαθειά λοβωτές. Τα πλάγια νεύρα καταλήγουν σε λοβούς και κόλπους. Λοβοί και κόλποι οξείς. Μίσχος μικρός έως 1εκ. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, με μακρύ ποδίσκο. Λέπια κυπέλλου σαν κεραμίδια. Βιολογ. Απαιτήσεις: Φιλόφωτο, απαιτεί γόνιμα χαλαρά και βαθιά εδάφη.
Q. robur L. ssp. pedunculiflora ( Δρυς η «ποδισκοφόρος») Φυλλοβόλο δένδρο με ύψος μέχρι 25 m Με πλατιά κορυφή Απαιτεί βαθιά, γόνιμα εδάφη. Φωτόφιλο Ευαίσθητο στους όψιμους παγετούς. Φύλλα απλά κατ’ εναλλαγή, συνήθως συγκεντρωμένα στις κορυφές των βλαστών Λοβωτά, καρδιοειδή βάση και με 4 – 6 ζεύγη αμβλικόρυφων λοβών. Η επάνω επιφάνεια σκουροπράσινη, συνήθως γυμνή Η κάτω επιφάνεια με πυκνές αστερόμορφες τρίχες, σπανίως γυμνή. Τα αρσενικά άνθη σε πρασινωπούς, κρεμάμενους ιούλους, στη βάση των ετήσιων βλαστών Τα θηλυκά άνθη ανά 1 – 5, σε κοινό, μακρύ ποδίσκο Άνθηση Απρίλιο – Μάιο. Καρπός μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο κυλινδρόμορφο Το σπέρμα προεξέχει κατά 2/3 από το κύπελλο Ποδίσκος 2 – 6 cm, κάπως λεπτός. Κύπελλο με διάμετρο 1,5 – 2 cm, γκριζοκάστανο Τα βράκτια ωοειδή, πιεσμένα, γκριζοκάστανα, πληματώδη Ωρίμανση των καρπών γίνεται τον Σεπτέμβρη, οι οποίοι αμέσως μετά πέφτουν, μονοετής
Quercus pedunculata Enrh ή Q. robur: Δρύς η ποδισκοφόρος
Quercus pedunculata Enrh ή Q. robur: Δρύς η ποδισκοφόρος Quercus pedunculata Enrh ή Q. robur: Δρύς η ποδισκοφόρος
Quercus pedunculiflora: Δρύς η χνοώδης ποδισκοφόρος Quercus pedunculiflora: Δρύς η χνοώδης ποδισκοφόρος
Quercus pubescens N. Δρύς χνοώδης, μεράδι Φύλλα: Αντίστροφα ωοειδή με παρυφές λοβωτές. Κόλποι διαφορετικού βάθους και μορφής (πολυφυλλία). Το φύλλωμα φαίνεται κατσαρωμένο. Κάτω επιφάνεια φύλλου με πυκνό χνουδωτό τρίχωμα. Μίσχος μικρός έως 1εκ.χνουδωτός. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, χωρίς ποδίσκο. Κύπελλο με λέπια χνουδωτά. Βιολογ. Απαιτήσεις: Θερμόβιο και το πλέον φιλόφωτο.
Quercus pubescens
Είναι μικρό συνήθως δένδρο (ύψος 10-20μ.), με κορμό και κόμη όμοια με την απόδισκο και ξηρόφλοιο που σχίζεται σε ορθογώνια τμήματα, κυρίως στο κάτω μέρος του κορμού. Είναι θερμοβιότερο και περισσότερο φιλόφωτο από την απόδισκο και ποδισκοφόρο, με λιγότερες απαιτήσεις σε γόνιμα και βαθιά εδάφη και εξαπλώνεται σε όλη την Ελλάδα στη ζώνη των αειφύλλων πλατυφύλλων, αλλά και στη θερμότερη περιοχή της ζώνης των αειφύλλων πλατυφύλλων, αμιγής ή σε μικτές συστάδες με τη πλατύφυλλη δρυ, φράξο, σορβιά, γαύρο κλπ. Η χνοώδης δρύς είναι γνωστή και ως μεράδι, γιατί ο καρπός της είναι > και τρώγεται ευχάριστα απο τα ζώα. Τα φύλλα της είναι κατ' εναλλαγή, αντίστροφα ωοειδή, έχουν βάση ποικιλόμορφη, κορυφή αποστρογγυλεμένη, παρυφές λοβωτές με λοβούς και κόλπους ποικιλόμορφους (κατσαρά). Ο μίσχος (μικρός 1 εκατ.) και η κάτω επιφάνεια των φύλλων έχει πολύ πυκνό χνούδι Τα νεαρά φύλλα έχουν χνούδι και στις δύο επιφάνειες. Τα άνθη είναι περίπου όμοια με την απόδισκο, ενώ ο καρπός φέρει κύπελλο απόδισκο, που καλύπτει κατά το 1/3 έως 1/2 το σπέρμα και καλύπτεται από ποικιλόμορφα χνουδωτά λέπια.
Quercus pubescens (Δρυς η χνοώδης) Φυλλοβόλο μικρό δένδρο με ύψος μέχρι 10 m Με στρογγυλεμένη κορυφή Είδος με λίγες απαιτήσεις Θερμόβιο και αρκετά φωτόφιλο. Φύλλα απλά κατ’ εναλλαγή Λοβωτά, ποικιλόμορφα, γενικά επιμήκως αντωοειδή, με ασύμμετρα σχεδόν καρδιοειδή ή στρογγυλεμένη βάση Με 3 – 6, ακανόνιστα οξείς λοβούς και λίγο πολύ περιελιγμένες παρυφές Τα αρσενικά άνθη σε πρασινωπούς, κρεμάμενους ιούλους Τα θηλυκά άνθη ανά 1 – 4, σε απόδισκα ή βραχυπόδισκα, σταχτόμορφα κεφάλια Η άνθηση γίνεται τον Μάιο. Καρπός μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο Ωοειδές, οξυκόρυφο Το σπέρμα προεξέχει κατά τα 2/3 από το κύπελλο Κύπελλο αβαθές. Με διάμετρο μέχρι 1,5 cm, ημισφαιρικό Βράκτια πιεσμένα, λογχοειδή, χνουδωτά, καστανόγκριζα Η ωρίμανση των καρπών γίνεται τον Σεπτέμβριο – Οκτώβριο, οι οποίοι αμέσως μετά πέφτουν. Η επάνω επιφάνεια βαθυπράσινη, με αρκετές διάσπαρτες, μικρές, αστεροειδείς τρίχες ή γυμνή Η κάτω επιφάνεια σταχτοπράσινη, με πυκνό, λεπτό, αστερόμορφο πίλημα
Quercus conferta (Q. frainetto Ten): Δρύς ή πλατύφυλλος ή πυκνανθής Φύλλα: Μεγάλα, αντίστροφα ωοειδή με παρυφές λοβωτές και βάση ωτοειδή. Κόλποι που τις περισσότερες φορές φθάνουν ως το κεντρικό νεύρο. Κάτω επιφάνεια φύλλου τριχωτή. Μίσχος μικρός έως 1εκ. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, χωρίς ποδίσκο. Κύπελλο με λέπια χνουδωτά. Βιολογ. Απαιτήσεις: Ημισκιόφυτο είδος, πιο υγρόβιο και ψυχρόβιο από τη χνοώδη δρύ, όχι όμως και από την απόδισκο.
Quercus pubescens Niploi: Δρύς χνοώδης, μεράδι Quercus pubescens Niploi: Δρύς χνοώδης, μεράδι
Quercus conferta (Q. fraineto) Είναι δένδρο συνήθως μέτριο σε ύψος (20-25μ.) με διάμετρο που ξεπερνά το 1μ., κόμη πυκνή ωοειδή μέχρι στρογγυλή, ξηρόφλοιο σχισμένο, με μικρά στρογγυλά λέπια από το δέκατο χρόνο. Είναι είδος ημισκιόφυτο, υγροβιότερο και ψυχροβιότερο της Q. pubescens, βραδυαυξές σε μικρή ηλικία με έντονη πρεμνοβλαστικότητα. Απαιτεί συνήθως βαθιά νωπά και γόνιμα εδάφη. Εξαπλωμένη σε όλη τη χώρα σε υψόμετρο ( μ.) ακόμη και σε μικτές συστάδες μαύρης πεύκης και ελάτης. Τα φύλλα είναι αντίστροφα ωοειδή, βραχύμισχα, μεγάλα (10-18 εκατοστά) με στενή ωοειδή βάση, λοβωτές παρυφές, λοβούς αποστρογγυλωμένους και κόλπους μικρούς ή μεγάλους, που μπορεί να φθάνουν μέχρι το μεσαίο νεύρο και φαίνονται παράλληλοι μεταξύ τους. Τα θηλυκά άνθη είναι πολλά μαζί σε κοντό και πλατύ ποδίσκο και ωοθήκη με στύλο σχισμένο σε 3-4 γλωσσοειδή στίγματα. Ο καρπός είναι μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, με απόδισκο ημικυκλικό και με λογχοειδή τριχωτά λέπια κύπελλο, που καλύπτει κατά το 1/3 και περισσότερο το σπέρμα.
Quercus conferta (Q. frainetto Ten): Δρύς ή πλατύφυλλος ή πυκνανθής Quercus conferta (Q. frainetto Ten): Δρύς ή πλατύφυλλος ή πυκνανθής
Quercus conferta (Q. frainetto Ten): Δρύς ή πλατύφυλλος ή πυκνανθής
ΔΡΥΣ ΜΕ ΦΥΛΛΑ ΩΟΕΙΔΗ ΩΣ ΕΠΙΜΗΚΩΣ ΩΟΕΙΔΗ Quercus cerris Q. macedonica Q. aegilops
Quercus cerris Δρύς ή ευθύφλοιος
Quercus cerris L.: Δρύς ή ευθύφλοιος Quercus cerris L.: Δρύς ή ευθύφλοιος
Quercus cerris L.: Δρύς ή ευθύφλοιος
Quercus cerris Δένδρο με πλατιά κωνική κόμη, σταχτόμορφο ξηρόφλοιο με βαθιές κόκκινες κατακόρυφες και οριζόντιες σχισμές και φύλλα κατ' εναλλαγή, δερματώδη, βραχύμισχα, στενά, επιμήκως ωοειδή, οξυκόρυφα, με βάση καρδιοειδή, παρυφές πτερωτά λοβωτές ή λοβωτά οδοντωτές Οι λοβοί είναι λειόχειλοι ή με 1-4 ακιδόμορφα δόντια. Χαρακτηριστικά είναι τα στενόμακρα χνουδωτά παράφυλλα στη βάση των φύλλων και γύρω από τους οφθαλμούς. Είναι βραχύβιο φιλόφωτο ψυχρόβιο και απαιτητικό είδος, που εξαπλώνεται στη ζώνη των φυλλοβόλων πλατυφύλλων σε αμιγείς ή μικτές συστάδες με πλατύφυλλα (κυρίως οξυά) ελάτη, μαύρη και δασική πεύκη,σχεδόν σε όλη τη χώρα. Μόνοικο είδος με άνθη μονογενή, αρσενικά κατά κρεμάμενους ίουλους και θηλυκά μεμονωμένα ή ανά 2-3 σε κοντό και παχύ ποδίσκο. Ο καρπός μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο με βραχυπόδισκο συνήθως κύπελλο και με πιληματώδη σουβλοειδή λέπια.
Quercus cerris Φύλλα: Επιμήκως ωοειδή με παρυφές πτερωτά λοβωτές. Λοβοί λειόχειλοι, ή με 1-4 δόντια, και στην κορυφή με μικρή ακίδα 1 χιλ. Μίσχος μικρός. Παράφυλλα ταινιοειδή με πίλημα και παραμένουν ακόμη και μετά την πτώση των φύλλων. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο. Το κύπελλο περιβάλλει τη βάλανο ως τη μέση. Λέπια χαρακτηριστικά γραμμοειδή, γυρτά προς τα πίσω. Ωρίμανση το 2 ο χρόνο. Βιολογ. Απαιτήσεις: Φιλόφωτο είδος, και ψυχρόβιο.
Quercus macedonica Φύλλα: Ωοειδή ως επιμήκως ωοειδή με παρυφές κολπωτά οδοντωτές. Μίσχος μικρός. Παράφυλλα γραμμοειδή που παραμένουν για λίγο. Πτώση φύλλων λίγο πριν να βγούν τα νέα.ακόμη και μετά την πτώση των φύλλων. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, (σαν κοντόχοντρο βαλανίδι), με κοντό ποδίσκο και ελαφρά τριχωτός. Λέπια πιεσμένα πάνω στο κύπελλο και τα ανώτερα, γυρτά προς τα πίσω. Ωρίμανση το 2 ο χρόνο. Βιολογ. Απαιτήσεις: Ξηροθερμόβιο είδος, αναπτύσσεται και σε ασβεστολιθικά εδάφη.
Quercus macedonica (Δρυς η « μακεδονική » ) Φυλλοβόλο ή ημιαειθαλές δένδρο με ύψος μέχρι 18 m Κόμη πλατιά κωνική Αναπτύσσεται σε ασβεστολιθικά, ξηρά, άγονα εδάφη Ολιγαρκές, ξηροθερμόβιο, αρκετά σκιανθεκτικό Φύλλα απλά κατ’ εναλλαγή Δερματώδη, επιμήκως ωοειδή, οξυκόρυφα, με στρογγυλεμένη ή σχεδόν καρδιοειδή βάση, αδρά πριονωτά Η επάνω επιφάνεια βαθυπράσινη, γυαλιστερή, γυμνή ή αραιά τριχωτή Η κάτω επιφάνεια ανοιχτοπράσινη, πιο πυκνά τριχωτή Τα αρσενικά άνθη σε κρεμάμενους ιούλους, στη βάση των ετήσιων βλαστών Τα θηλυκά άνθη ανά 1 – 3, σε πολύ βραχύ, ελαφρώς τριχωτό ποδίσκο. Ο καρπός του είναι μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, ωοειδές Το σπέρμα καλύπτεται κατά τα 3/4 από το κύπελλο, με κορυφή ελαφρώς βυθισμένη Κύπελλο σχεδόν ημισφαιρικό, σε πολύ βραχύ, παχύ, τριχωτό ποδίσκο Τα βράκτια ποικιλόμορφα, τα κατώτερα ωοειδή, πιεσμένα, τα μεσαία λογχοειδή, επιμήκη, αγκιστροειδή, κυρτά προς τα πίσω, τα ανώτερα λογχοειδή, αποκλίνοντα ή κυρτά. Ωρίμανση καρπών, οι οποίοι αμέσως μετά πέφτουν, διετής (Οκτώβριος -Νοέμβριος).
Quercus macedonica (Q. trojana): Δρύς ή Μακεδονική Quercus macedonica (Q. trojana): Δρύς ή Μακεδονική
Quercus macedonica (Q. trojana): Δρύς ή Μακεδονική
Quercus aegilops Q. macrolepis
Φύλλα: Ωοειδή ως επιμήκως ωοειδή δερματώδη, οξυκόρυφα. Βάση καρδιοειδής ή κολοβή. Παρυφές κολπωτά οδοντωτές με δόντια που καταλήγουν σε ακίδα. Κάτω επιφάνεια με σταχτόλευκο πίλημα. Μίσχος 1,5- 3 εκ. Πτώση φύλλων λίγο πριν να βγούν τα νέα, ή και αργότερα. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, σε ημισφαιρικό κύπελλο πλάτους 3,5 εκ. Λέπια κυπέλλου μεγάλα, γλωσσόμορφα, στραμένα προς τα πάνω ή κυρτά προς τα πίσω. Ωρίμανση το 2 ο χρόνο. Βιολογ. Απαιτήσεις: Φωτόφιλο, ξηροθερμόβιο είδος, και λιτοδίαιτο.
Eίναι δένδρο με κόμη περίπου ημικυκλική, χονδρά κλαδιά, ξηρόφλοιο βαθύ καστανό και βαθιά σχισμένο, φύλλα δερματώδη μικρόμισχα, ωοειδή μέχρι επιμήκως ωοειδή, με βάση αποστρογγυλεμένη και παρυφές κολπωτά οδοντωτές. Τα δόντια καταλήγουν σε ακίδα και τα νεαρά φύλλα φέρουν πυκνό πίλημα και στις δύο πλευρές από τις οποίες η πάνω αργότερα μενει γυμνή. Η βαλανιδιά είναι θερμοξηρόβιο και φωτόφιλο είδος, αναπτυσσόμενο σε μέτρια ή αβαθή εδάφη ή θερμές ηλιαζόμενες θέσεις στη ζώνη των αειφύλλων πλατυφύλλων και τη θερμότερη περιοχή της ζώνης των φυλλοβόλων πλατυφύλλων σχεδόν σε όλη την Ελλάδα. Ο καρπός είναι πλατύς με κύπελλο μεγάλο απόδισκο ή σχεδόν απόδισκο, που καλύπτει περίπου μέχρι το μέσο το σπέρμα και φέρει λέπια μεγάλα γλωσσοειδή, που μπορεί να στρέφονται προς τα πάνω (Q aegilops var. typica) η προς τα πίσω, (Q. aegilops var. macrolepis). Quercus macrolepis
Quercus macrolepis (Δρυς η μακρολέπιος) Φυλλοβόλο ή ημιαειθαλές δένδρο με ύψος (10-15) m Κόμη πλατιά Ολιγαρκές, θερμοξηρόβιο, φωτόφιλο. Φύλλα απλά κατ’ εναλλαγή, σε όλο το βλαστό Δερματώδη, ποικιλόμορφα, συνήθως ωοειδή, μερικές φορές επιμήκη, με καρδιοειδή ή στρογγυλεμένη βάση, με 5–8 σχεδόν τριγωνικούς, ακιδόληκτους λοβούς Η επάνω επιφάνεια θαμπά πράσινη στην αρχή, με μικρές αστεροειδείς τρίχες, αργότερα γυμνή Η κάτω επιφάνεια γκριζοπράσινη, με πυκνές, αστεροειδείς τρίχες Τα αρσενικά άνθη σε κρεμάμενους, μασχαλιαίους ιούλους Τα θηλυκά άνθη ανά 1 – 3, σε σχεδόν απόδισκα, σταχυόμορφα κεφάλια. Άνθηση Απρίλιο – Μάιο Ο καρπός μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο με κοίλη ή αμβλεία κορυφή Το σπέρμα προεξέχει κατά το 1/2 από το κύπελλο Κύπελλο με διάμετρο 2 – 4 cm, ημισφαιρικό, πυκνά χνουδωτό, χωρίς ή σχεδόν χωρίς ποδίσκο Τα βράκτια γραμμοειδώς επιμήκη, πιεσμένα, αποκλίνοντα ή κυρτά προς τα πίσω, κάπως ξυλώδη, τα ανώτερα συχνά επιμηκύνονται, με ποικίλη διάταξη Ωρίμανση καρπών διετής (Αύγουστος – Σεπτέμβριος).
ΔΡΥΣ ΜΕ ΦΥΛΛΑ ΛΟΓΧΟΕΙΔΗ ΩΣ ΩΟΕΙΔΩΣ ΛΟΓΧΟΕΙΔΗ Quercus ilex Q. euboica Q. infectoria
Quercus ilex Φύλλα: Ωοειδή ως λογχοειδή, μήκους 3-8 εκ. και πλάτους 2-3 εκ. Παρυφές λειόχειλες, κυματοειδείς ή οδοντωτές. Κάτω επιφάνεια με πίλημα. Μίσχος 1 εκ. Φύλλα πρεμνοβλαστημάτων ωοειδή, βραχύμισχα, οδοντωτά ή αγκαθωτά. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, σε μικρό ή μακρύ πιληματώδη ποδίσκο. Το κύπελλο σκεπάζεται από τριχωτά πιεσμένα λέπια. Βιολογ. Απαιτήσεις: θερμόφιλο και ημισκιόφυτο.
Είναι αειθαλές μικρό συνήθως δένδρο (5-20μ.), πλατιά κόμη, ξηρόφλοιο σταχτοκαστανό σχισμένο κατακόρυφα και οριζόντια, με μικρούς χνουδωτούς οφθαλμούς. Είναι είδος της διάπλασης των αειφύλλων πλατυφύλλων συναντώμενο σε όλη την χώρα. Θερμόβιο, ημισκιόφυτο, που προτιμά γόνιμα, νωπά, χαλαρά και υγρά εδάφη αλλά αντέχει και στα ξηρά, λιγότερο όμως από το πουρνάρι. 'Εχει πολύ μεγάλη πρεμνοβλαστικότητα και ζει περισσότερο από 1000 χρόνια. 'Εχει φύλλα κατ' εναλλαγή, ωοειδή μέχρι λογχοειδή, μικρόμισχα, οξυκόρυφα με βάση αποστρογγυλωμένη ή περίπου σφηνοειδή, παρυφές λειόχειλες κυμματοειδείς ή οδοντωτές, πάνω επιφάνεια γυμνή πράσινη και η κάτω με γριζωπό μέχρι κοκκινόγριζο πίλημα. Τα φύλλα των παραβλαστημάτων είναι ποικιλόμορφα, συνήθως μεγάλα, αγκαθωτά, βραχύμισχα και με γυμνές επιφάνειες. Είναι βραδυαυξές είδος με ξύλο σκληρό βαρύ δυσκατέργαστο, χρησιμοποιούμενο για καυσόξυλα και κάρβουνα πολύς καλής ποιότητας. Ο καρπός πιληματώδες ποδισκοφόρο, με τριχωτά πιεσμένα λέπια κύπελλο, που καλύπτει το σπέρμα μέχρι τη μέση. Quercus ilex
3μ. Quercus ilex (q. smilax L) : Αριά
Q. euboica Φύλλα: Λογχοειδή, ως ωοειδώς λογχοειδή. Παρυφές οδοντωτές, ή κυματοειδείς. Κάτω επιφάνεια με τρίχωμα σε δέσμες. Μίσχος 0,5 εκ. Ημιφυλλοβόλο είδος. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, από 1-6 μαζί, σε κοινό ποδίσκο. Κορυφή βαλανιδιού κολοβή ή βυθισμέμη με μεταξοειδές τρίχωμα, γύρω από την αγκαθωτή κορυφή. Ωρίμανση τον 2 ο χρόνο Βιολογ. Απαιτήσεις: θερμόβιο και φιλόφωτο είδος της Β. Εύβοιας.
Quercus euboica (Δρυς η ευβοϊκή) Ημιαειθαλής, πολύκλαδος θάμνος με ύψος μέχρι 3m Κόμη πλατιά σφαιρική Είναι ολιγαρκές, θερμόβιο, φωτόφιλο και πιθανώς ασβεστόφοβο είδος Είναι ενδημικό της ΒΑ Εύβοιας Φύλλα απλά κατ’ εναλλαγή Λογχοειδή μέχρι ωοειδώς λογχοειδή, αμβλυκόρυφα με στρογγυλεμένη βάση, με οδοντωτές παρυφές Η επάνω επιφάνεια βαθυπράσινη, γυαλιστερή, γυμνή Η κάτω επιφάνεια αργυρόλευκη, πυκνά τριχωτή. Τα αρσενικά άνθη σε κρεμάμενους ιούλους, στη βάση των ετήσιων βλαστών Τα θηλυκά άνθη ανά 1 έως 3, σε βραχύ ελαφρώς τριχωτό ποδίσκο. Άνθιση των Απρίλιο Καρπός μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο Πλατιά ωοειδές, με επίπεδη ή βυθισμένη, ακιδόληκτη, με μεταξοειδές τρίχωμα στην κορυφή. Τα βράκτια σταχτόλευκα, τριχωτά, τα κατώτερα πιεσμένα, τα υπόλοιπα ελαφρώς αποκλίνοντα και τα ανώτερα κυρτά προς τα έξω. Η ωρίμανση των καρπών είναι διετής
Quercus euboica Pap. : Δρύς ή Ευβοϊκή
Quercus infectoria
Φύλλα: ωοειδή, ως επιμήκη λογχοειδή. Παρυφές οδοντωτές. Κάτω επιφάνεια με τρίχωμα σε δέσμες. Μίσχος 0,5 – 1,5 εκ. Ημιφυλλοβόλο είδος. Στην κάτω επιφάνεια του φύλλου δημιουργούνται από το έντομο Cynips tinctoria, ζωοκικίδια που χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική, βυρσοδεψία και βαφική. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, με βαλανίδι επίμηκες ωοειδές και λέπια πιεσμένα στο κύπελλο. Βιολογ. Απαιτήσεις: Μικρός θάμνος ως 3μ. θερμόβιο και φιλόφωτο είδος της Ν.Α Θράκης και των νησιών του Αιγαίου.
Quercus infectoria (Δρυς η βαφική) Ημιαειθαλές, μικρό δένδρο m ή συνήθως θάμνος. Φύλλα απλά κατ’ εναλλαγή, δερματώδη, με μεγάλη ποικιλία στο μέγεθος Πλατιά αντωοειδή, με στρογγυλεμένη βάση και παρυφές κυρίως αδρά οδοντωτές ή πριονωτές Η επάνω επιφάνεια γυαλιστερή, πράσινη, μερικές φορές τριχωτή, τελικά συνήθως γυμνή Η κάτω επιφάνεια γαλανοπράσινη, με αστερόμορφες δενδροειδείς τρίχες Τα αρσενικά άνθη σε κίτρινες, κρεμάμενες ταξιανθίες Τα θηλυκά άνθη μεμονωμένα, απόδισκα ή ανά 2 σε ποδίσκο Άνθηση Απρίλιο – Μάιο Καρπός μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο επιμήκως ωοειδές Το σπέρμα προεξέχει κατά τα 2/3 από το κύπελλο Κύπελλο με διάμετρο 1 – 1,8 cm, ημισφαιρικό. Βράκτια ισχυρώς πιεσμένα, με γκρίζο χνούδι. Η ωρίμανση των καρπών γίνεται Αύγουστο με Σεπτέμβριο
Quercus infectoria Oliv. : Δρύς ή Βαφική
3λ. Quercus infectoria Oliv. : Δρύς ή Βαφική
ΔΡΥΣ ΜΕ ΦΥΛΛΑ ΩΟΕΙΔΗ Quercus coccifera
Quercus coccifera
Το πουρνάρι είναι αείφυλλος θάμνος ή δένδρο (10-20μ) με κόμη στρογγυλή, ξηρόφλοιο σταχτοκαστανό, ριζικό σύστημα πασσαλώδες ισχυρό και έντονη παραβλαστικότητα. Είναι θερμόβιο, φιλόφωτο και λιτοδίαιτο είδος, που μπορεί να αναπτυχθεί ακόμη και σε αποβραχωμένες ασβεστολιθικές εκτάσεις. Στη χώρα μας το συναντάμε σε όλες τις περιοχές στη φυτοδιάπλαση των αειφύλλων πλατυφύλλων και στη θερμότερη περιοχή των φυλλοβόλων πλατυφύλλων. 'Οταν βόσκεται, παραμένει θάμνος, ενώ σε αντίθετη περίπτωση και σε καλά εδάφη γίνεται πλατύκομο επιβλητικό δένδρο. Βραδυαυξές είδος με ξύλο όμοιο με του φιλικιού. 'Εχει φύλλα μικρόμισχα κατ' εναλλαγή, μικρά, δερματώδη σκληρά συνήθως ωοειδή, μέχρι στενά ωοειδή, με αποστρογγυλωμένη βάση, κορυφή αγκαθωτή και παρυφές κυμματοειδείς, αγκαθωτά οδοντωτές ή λειόχειλες. Τα φύλλα των παραβλαστημάτων είναι συνήθως πιο μεγάλα με ποικιλόμορφες παρυφές. Ο καρπός ωριμάζει το δεύτερο χρόνο, έχει κύπελλο απόδισκο ημικυκλικό με όρθια λέπια, που καλύπτει το σπέρμα μέχρι τη μέση και έχει σπέρματα οξυκόρυφα, επιμήκη ή πλατιά,κυλινδρικά, που καταλήγουν σε ακίδα. 'Ενα άλλο είδος δρυός όμοιο με το πουρνάρι που το συναντάμε σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες (Πορτογαλία, Ισπανία, Γαλλία) αλλά και στην Τυνησία, Μαρόκο και Αλγέρι καλλιεργείται για τον φλοιό του και είναι η Φελλοδρύς - Quercus Suber L. Quercus coccifera
Quercus coccifera L. : Πρίνος-Πουρνάρι Quercus coccifera L. : Πρίνος-Πουρνάρι
Quercus coccifera Φύλλα: ωοειδή δερματώδη και παρυφές κυματοειδείς αγκαθωτές. Μίσχος 0,5 εκ. Αειθαλλές είδος. Καρπός: μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, χωρίς ποδίσκο και λέπια σκληρά αγκαθωτά ανασηκωμένα όρθια ή γυρτά προς τα πίσω. Βιολογ. Απαιτήσεις: Μικρός θάμνος ή δένδρο, θερμόβιο, λιτοδίαιτο και φιλόφωτο είδος της ζώνης αειφύλλων πλατυφύλλων.