Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
ΔημοσίευσεΠέρσις Γούσιος Τροποποιήθηκε πριν 8 χρόνια
1
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΚΑΙΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗ Ι Μ. Δ. Χρυσομάλλης Αναπληρωτής Καθηγητής
2
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ (ά. 267 ΣΛΕΕ) Σε όλες τις έννομες τάξεις υπάρχει η ανάγκη ενότητας της νομολογίας, που εγγυάται την ομοιόμορφη εφαρμογή του δικαίου. Η ενότητα αυτή διασφαλίζεται με την ύπαρξη ανωτάτων (ιεραρχικά) δικαστηρίων. Η ανάγκη αυτή είναι εντονότερη στην έννομη τάξη της Ένωσης, στο βαθμό που η διασφάλιση της εφαρμογής των ενωσιακών κανόνων δικαίου στις έννομες τάξεις των Κ-μ ανατίθεται στα εθνικά δικαστήρια, ενώ το ΔΕΕ «εξασφαλίζει την τήρηση του δικαίου κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή των Συνθηκών» (ά. 19 ΣΕΕ). Αυτόματα, τίθεται ζήτημα σχέσεων μεταξύ των δύο δικαιοδοτικών συστημάτων (εθνικών – ενωσιακού). Οι πατέρες των συνθηκών αντί να επιλέξουν την εγκαθίδρυση σχέσης ιεραρχίας, στο πλαίσιο της οποίας όλες οι αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων που αφορούν το δίκαιο της Ένωσης θα προσβάλλονται σε τελευταίο βαθμό στο ΔΕΕ, επέλεξαν να οικοδομήσουν σχέση συνεργασίας των εθνικών δικαστηρίων με το ΔΕΕ. Η σχέση αυτή βασίζεται στη διαδικασία της Προδικαστικής Παραπομπής του ά. 267 ΣΛΕΕ.
3
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ η διαδικασία Η προδικαστική διαδικασία σύμφωνα με το ά. 267 ΣΛΕΕ λειτουργεί ως εξής: Αν ενώπιον δικαστηρίου Κ-μ κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών του αρμοδιοτήτων ανακύψει ζήτημα ερμηνείας ή κύρους του ενωσιακού δικαίου, Τότε αυτό άλλοτε δύναται και άλλοτε υποχρεούται να υποβάλλει σχετικά (προδικαστικά) ερωτήματα στο ΔΕΕ, Προς τούτο αναστέλλει την εκδίκαση της υπόθεσης, που έχει αχθεί ενώπιον του, Οι διάδικοι στην κύρια δίκη, τα θεσμικά όργανα και τα Κ-μ συμμετέχουν στη διαδικασία ενώπιον του ΔΕΕ καταθέτοντας γραπτές παρατηρήσεις, Κατόπιν το εθνικό δικαστήριο, με βάση τις απαντήσεις που θα λάβει από το ΔΕΕ στα τεθέντα προδικαστικά ερωτήματα, επιλύει την διαφορά.
4
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ αντικείμενο – το προδικαστικό ερώτημα Σύμφωνα με το ά. 267 ΣΛΕΕ το ΔΕΕ με προδικαστικές αποφάσεις αποφαίνεται: Επί της ερμηνείας των Συνθηκών, Επί της ερμηνείας και του κύρους των πράξεων των οργάνων και των οργανισμών της Ένωσης. Συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι αντικείμενο της προδικαστικής παραπομπής είναι η ερμηνεία και το κύρος των κανόνων του ενωσιακού δικαίου. Προσοχή!!! Αντικείμενο της προδικαστικής παραπομπής δεν είναι η ερμηνεία ή το κύρος των εθνικών κανόνων, πολύ δε περισσότερο η επίλυση της διαφοράς. Αυτά παραμένουν πάντα στην αρμοδιότητα των εθνικών δικαστηρίων. Ατελώς διατυπωμένα ερωτήματα, που παραβιάζουν την παραπάνω κατανομή είτε αναδιατυπώνονται από το ΔΕΕ επί το ορθό είτε κινδυνεύουν να χαρακτηρισθούν απαράδεκτα.
5
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ αρμοδιότητα Η Συνθήκη καθιερώνει την αποκλειστική αρμοδιότητα υποβολής στο ΔΕΕ προδικαστικών ερωτημάτων στα Δικαστήρια των Κρατών-μελών, ανεξάρτητα από τη δικαιοδοσία τους (πολιτικά, διοικητικά, ποινικά κα). Έτσι, Οι διάδικοι σε μια δίκη δεν μπορούν να υποβάλλουν προδικαστικά ερωτήματα. Αντίθετα, μπορούν να προκαλούν την αμφιβολία στον εθνικό δικαστή, να ζητούν την υποβολή προδικαστικών ερωτημάτων και να συμβάλλουν ενδεχομένως στη διαμόρφωσή τους. Η προδικαστική παραπομπή συνιστά πάντα μορφή διαλόγου μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του ΔΕΕ. Άλλα εθνικά όργανα, που δεν χαρακτηρίζονται δικαστήρια, όπως επαγγελματικές ενώσεις, η υπηρεσία δημοσιονομικού έλεγχου (επίτροπος ΕλΣ), ανεξάρτητες αρχές (πχ ΕΣΡ) κα. Η έννοια του «Δικαστηρίου Κράτους-μέλους», στο βαθμό που προβλέπεται από τη Συνθήκη αποτελεί έννοια του ενωσιακού δικαίου και ερμηνεύεται αυθεντικά από το ΔΕΕ, το οποίο όμως βασίζεται στις κοινές νομικές παραδόσεις των Κ-μ.
6
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ αρμοδιότητα Κατά τη σταθερή νομολογία του Δικαστηρίου (βλ. 61/65 Vaassen Göbbels, 102/81 Nordsee) τα στοιχεία που συγκροτούν την ενωσιακή έννοια του «Δικαστηρίου Κράτους-μέλους» είναι: Η ίδρυση με νόμο, Η μονιμότητά του, Ο δεσμευτικός (υποχρεωτικός) χαρακτήρας της δικαιοδοσίας του, Ο κατ’ αντιμωλία χαρακτήρας της διαδικασίας ενώπιον του, Η εφαρμογή κανόνων δικαίου, Η ανεξαρτησία του. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, τα διαιτητικά όργανα, που συγκροτούνται κατόπιν συμφωνίας των μερών μιας σύμβασης, δεν αποτελούν δικαστήριο Κ-μ, ακόμη και αν αυτό αναγνωρίζεται από το εθνικό δίκαιο.
7
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ευχέρεια – υποχρέωση Η Συνθήκη διακρίνει τα δικαστήρια των Κ-μ στο πλαίσιο της διαδικασίας της προδικαστικής παραπομπής σε Δικαστήρια ευχέρειας: είναι αυτά των οποίων οι αποφάσεις επιδέχονται ένδικά μέσα. Δικαστήρια υποχρέωσης: είναι τα δικαστήρια των οποίων οι αποφάσεις δεν επιδέχονται ένδικα μέσα. Προσοχή!!! Πολλές φορές τα εθνικά δικαστήρια διακρίνονται σε ανώτατα, που υποχρεούνται να παραπέμψουν (ΑΠ, ΣτΕ, ΕλΣ), στο βαθμό που κατά κανόνα οι αποφάσεις τους δεν επιδέχονται ένδικα μέσα και σε κατώτερα που δύνανται. Ωστόσο, αυτό, αν και συμβαίνει τις περισσότερες φορές, δεν είναι σωστό αφού δεν αποκλείεται ένα κατώτερο δικαστήριο να δικάζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό (πχ μικροδιαφορές), οπότε να γίνεται δικαστήριο ευχέρειας.
8
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ευχέρεια – υποχρέωση Ωστόσο, η νομολογία του ΔΕΕ διαπλάθοντας τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης δέχτηκε ότι ένα δικαστήριο ευχέρειας μπορεί να μετατρέπεται σε δικαστήριο υποχρέωσης και ένα δικαστήριο υποχρέωσης σε δικαστήριο ευχέρειας κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Έτσι, Δικαστήριο Κ-μ του οποίου οι αποφάσεις επιδέχονται ενδίκων μέσων (ευχέρεια) υποχρεούται να παραπέμψει προδικαστικό ερώτημα κύρους στο ΔΕΕ, όταν πρόκειται να κηρύξει παράνομο και ανεφάρμοστο μια ενωσιακή πράξη. Τέτοια εξουσία οι Συνθήκες απονέμουν μόνο στο ΔΕΕ (314/85 Foto-Frost).Αντίθετα, το ίδιο δικαστήριο μπορεί να κρίνει τον ενωσιακό κανόνα νόμιμο χωρίς να παραπέμψει προδικαστικά ερωτήματα.
9
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ υποχρέωση και acte clair Επί σειρά ετών ανώτατα εθνικά δικαστήρια αντιδρώντας στη υποχρέωση προδικαστικής παραπομπής και στον αυτοματισμό του ά. 267 ΣΛΕΕ κατέφευγαν στη «πρακτική της acte clair (σαφούς πράξεως)», σύμφωνα με την οποία η ερμηνεία του ενωσιακού κανόνα παρουσιάζεται σαφής και προφανής, και αρνούνταν να παραπέμψουν προδικαστικά ερωτήματα στο ΔΕΕ. Το ζήτημα αντιμετωπίσθηκε από το ΔΕΕ στην υπόθεση 283/81 CILFIT. Το ΔΕΕ προηγουμένως αναγνώριζε ότι τα δικαστήρια υποχρέωσης αποδεσμεύονταν από αυτή, όταν: Δικάζουν στο πλαίσιο διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων (προσωρινή προστασία). Το ζήτημα είναι «κατ’ ουσία ταυτόσημο» με ζήτημα που έχει ήδη αντιμετωπισθεί από τη νομολογία του ΔΕΕ.
10
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ υποχρέωση και acte clair Το Δικαστήριο τελικά στην υπόθεση CILFIT δέχθηκε την «λελογισμένη εφαρμογή» της acte clair και την αποδέσμευση των ανωτάτων εθνικών δικαστηρίων από την υποχρέωση προδικαστικής παραπομπής, όταν: το ανακύψαν ζήτημα δεν είναι ουσιώδες, η ορθή εφαρμογή τού κοινοτικού δικαίου παρίσταται τόσο προφανής, ώστε να μην αφήνει περιθώριο για καμία εύλογη αμφιβολία. Ωστόσο το Δικαστήριο τόνισε «η συνδρομή μιας τέτοιας περιπτώσεως πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τού κοινοτικού δικαίου, τις ιδιάζουσες δυσκολίες πού παρουσιάζει η ερμηνεία του και τον κίνδυνο διαστάσεως στη νομολογία εντός τής Κοινότητος». Εξάλλου, στην υπόθεση στην υπόθεση C-224/01 Köbler το ΔΕΕ δέχτηκε ότι τα Κ- μ ευθύνονται σε αποκατάσταση της ζημίας που προκαλείται στους ιδιώτες από αντίθετες με το ενωσιακό Δίκαιο δικαστικές αποφάσεις των ανωτάτων εθνικών δικαστηρίων, ειδικά στην περίπτωση που αυτά οδηγήθηκαν στην αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο απόφαση χωρίς να παραπέμψουν ή αγνοώντας τη νομολογία του ΔΕΕ.
11
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ προϋποθέσεις Οι προϋποθέσεις της προδικαστικής παραπομπής είναι: Εκκρεμής δίκη ενώπιον ενός δικαστηρίου Κράτους-μέλους, Διευκρινιστέο ζήτημα ενωσιακού δικαίου (ερμηνεία, κύρους), Η διευκρίνιση του ζητήματος θα πρέπει να είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς, που καλείται να επιλύσει το εθνικό δικαστήριο. Η συνδρομή των παραπάνω υποχρεώσεων κρίνεται πρωτίστως από τον εθνικό δικαστή «εν τούτοις το Δικαστήριο έχει επίσης εν ανάγκη, την υποχρέωση να ερευνήσει, τις συνθήκες υπό τις οποίες απηυθύνθη προς αυτό ο εθνικός δικαστής, εν όψει τής ερεύνης τής δικής του αρμοδιότητος» (244/80 Foglia II).
12
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ η θέση της στο σύστημα έννομης προστασίας Η διαδικασία της προδικαστικής παραπομπής, πέραν της διασφάλισης της ενότητας της νομολογίας και κατ’ επέκταση της ομοιόμορφης εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου, αποτελεί ένα βασικό δομικό στοιχείο στο πλαίσιο της αρχιτεκτονικής του ενωσιακού δικαστικού συστήματος προς την κατεύθυνση της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας. Έτσι, η προδικαστική παραπομπή αντιμετωπίζεται από το ΔΕΕ ως «πανάκεια» και σε κάθε περίπτωση ως «παρακαμπτήριος δρόμος» μέσω της οποίας οι ιδιώτες (μη προνομιούχοι προσφεύγοντες) μπορούν να υπερβούν τους σοβαρούς περιορισμούς στην άσκηση προσφυγής ακυρώσεως κατά κανονιστικών πράξεων. Συγκεκριμένα ο ιδιώτης, που αδυνατεί να ασκήσει προσφυγή ακυρώσεως κατά γενικής πράξεως της Ένωσης, προσβάλλει τα εθνικά μέτρα εφαρμογής ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και προκαλεί ερώτημα κύρους, το οποίο το ΔΕΕ εξετάζει χωρίς να περιορίζεται από τους όρους του παραδεκτού. Η παραπομπή πάντως κρίνεται απαράδεκτη αν ο ιδιώτης μπορούσε να ασκήσει προσφυγή ακυρώσεως (ατομική πράξη) και δεν την άσκησε εντός της προθεσμίας.
13
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ η προδικαστική απόφαση - αποτελέσματα Απόφαση επί ερμηνείας: Απευθύνεται και δεσμεύει το δικαστή, που υπέβαλλε το σχετικό ερώτημα, όπως επίσης και τα ανώτερα δικαστήρια που θα επιληφθούν της υποθέσεως σε άλλο βαθμό. Η δέσμευση αυτή δεν εμποδίζει τον δικαστή να αποτανθεί στο ΔΕΕ για δεύτερη φορά αν αντιμετωπίζει δυσκολίες στην κατανόηση και την εφαρμογή της απόφασης του ΔΕΕ. Υπό κανονικές συνθήκες δεν νοείται τυπική ή δικονομική δέσμευση άλλων δικαστηρίων (δεδικασμένο). Ωστόσο αποτελεί ένα ισχυρό νομολογιακό προηγούμενο, αφού το ΔΕΕ δέχεται ότι αν ένα δικαστήριο προτίθεται να παρεκκλίνει από τη δοθείσα ερμηνεία, οφείλει να παραπέμψει εκ νέου ερωτήματα.
14
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ η προδικαστική απόφαση - αποτελέσματα Απόφαση επί κύρους: αν το ΔΕΕ κρίνει την πράξη νόμιμη, η απόφαση του δεσμεύει το σύνολο των εθνικών δικαστηρίων. Νέα αμφισβήτηση του κύρους μπορεί να εγερθεί βασισμένη όμως σε άλλο λόγο. Αν το ΔΕΕ κρίνει την πράξη παράνομη τα αποτελέσματα της αποφάσεως εκτείνονται erga omnes, αφού Ο δικαστής, που επέβαλλε το ερώτημα, είναι υποχρεωμένος να μην εφαρμόσει την κηρυχθείσα παράνομη ενωσιακή πράξη, Το όργανο ή τα όργανα που θέσπισαν την πράξη να την ανακαλέσουν και να την αντικαταστήσουν με μια άλλη νόμιμη κατά το ά. 266 ΣΛΕΕ, Το σύνολο των εθνικών δικαστηρίων θα πρέπει να την θεωρεί παράνομη.
15
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ αποτελέσματα - περιορισμός Οι αποφάσεις του ΔΕΕ επί προδικαστικών ερωτημάτων αναπτύσσουν κατά κανόνα αναδρομικά αποτελέσματα, υπό την έννοια ότι τόσο η ερμηνεία ενός κανόνα όσο και η κρίση για τη νομιμότητα της επίμαχης πράξης καταλαμβάνουν όλο το χρόνο ισχύος και εφαρμογής της. Ωστόσο το ΔΕΕ, με αναλογική εφαρμογή του ά. 264 ΣΛΕΕ, μπορεί κατ’ εξαίρεση να περιορίσει τα αποτελέσματα της απόφασής του στο χρόνο για λόγους προστασίας των αρχών της ασφάλειας του δίκαιου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.
16
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
17
1. Ποιο είναι το αντικείμενο του προδικαστικού ερωτήματος; 2. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις της προδικαστικής παραπομπής; 3. Σε ποια περίπτωση ένα εθνικό δικαστήριο ευχέρειας μετατρέπεται σε δικαστήριο υποχρέωσης στο πλαίσιο της προδικαστικής παραπομπής; 4. Τι γνωρίζεται για την “πρακτική της acte clair” και πως αυτή αντιμετωπίσθηκε από το ΔΕΕ; 5. Προδικαστική παραπομπή και αποτελεσματική δικαστική προστασία των ιδιωτών.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.