Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η ζωγραφική ανήκει στις καλές τέχνες και είναι η τέχνη της παραγωγής ή αναπαράστασης μίας πραγματικής ή φανταστικής εικόνας, μέσω προσωπικής εργασίας,

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Η ζωγραφική ανήκει στις καλές τέχνες και είναι η τέχνη της παραγωγής ή αναπαράστασης μίας πραγματικής ή φανταστικής εικόνας, μέσω προσωπικής εργασίας,"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Η ζωγραφική ανήκει στις καλές τέχνες και είναι η τέχνη της παραγωγής ή αναπαράστασης μίας πραγματικής ή φανταστικής εικόνας, μέσω προσωπικής εργασίας, με την βοήθεια φυσικών η ηλεκτρονικών μέσων. Για να ζωγραφίσει κάποιος χρησιμοποιεί μέσα δημιουργίας σχημάτων και χρωμάτων, όπως το πινέλο, η γραφίδα, το μολύβι κλπ, πάνω σε υλικά που θέλει να περιέχουν το τελικό αποτέλεσμα, όπως χαρτί, ύφασμα, κλπ για ζωγραφική με φυσικά μέσα ή ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και τα περιφερειακά του (όπως το ποντίκι και η πινακίδα σχεδίασης (drawing pad) για ηλεκτρονική ζωγραφική.

2 ΒΙΝΤΕΟ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ http://www.greektube.org/content/view/76427/2 / http://www.greektube.org/content/view/57281/2 / http://www.greektube.org/content/view/121722/2 / http://www.youtube.com/watch?v=jkikrKLuCD Q

3 Αγάθαρχο ς Απελλής Γόργασο ς Ηρακλείδη ς Μελάνθιο ς Νικοφάνη ς Νικία ς Οινίας Πολύγνωτο ς Παυσίας ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΖΩΓΡΑΦΟΙ

4 Αγάθαρχος Ο Αγάθαρχος ο Σάμιος ήταν περίφημος αρχαίος Έλληνας ζωγράφος από τη Σάμο, που έζησε όμως και σταδιοδρόμησε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια του «Χρυσού Αιώνα» (5ος αιώνας π.Χ.). Ο Αγάθαρχος φιλοτέχνησε τα σκηνικά πολλών τραγωδιών του Αισχύλου. Επίσης, συνέγραψε σχετικό έργο που εξετάζει τα προβλήματα της προοπτικής στη ζωγραφική. Με τον τρόπο αυτό, ο Αγάθαρχος έγινε δάσκαλος των μεγάλων ζωγράφων της αρχαίας Ελλάδας, όπως του Ζεύξη και του Απολλοδώρου. Για τον Αγάθαρχο γράφει με θαυμασμό ο Ρωμαίος Βιτρούβιος τον 1ο αιώνα π.Χ.. Ηρακλείδης Ο Ηρακλείδης αυτός ήταν αρχαίος Έλληνας Μακεδόνας ζωγράφος που έζησε περί τα μέσα του 2ο αιώνα π.Χ. και ο οποίος μετά την ήττα του Βασιλέως των Μακεδόνων, Περσέα, κατέφυγε και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο Πλίνιος αναφέρει γι΄ αυτόν ότι κύριο θέμα των έργων του ήταν θαλασσογραφίες και ιδιαίτερα ότι ζωγράφιζε πλοία. Η πληροφορία όμως αυτή δεν έχει επιβεβαιωθεί από άλλη πηγή.

5 Απελλής O Απελλής υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους της αρχαιότητας που άκμασε κατά την πρώιμη Ελληνιστική περίοδο. Οι αρχαίες πηγές αναφέρουν πως καταγόταν από την Κω[1] ή την Έφεσο[2] ωστόσο θεωρείται πιθανότερο πως γεννήθηκε στην αρχαία ιωνική πόλη της Κολοφώνα[3], βόρεια της Εφέσου. Οι περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του αντλούνται από το 35ο βιβλίο της Φυσικής Ιστορίας (Naturalis Historia) του Πλίνιου του Πρεσβύτερου (23-79 μ.Χ.), σύμφωνα με τον οποίο, ο Απελλής βρέθηκε στην ακμή του κατά την περίοδο της 112ης Ολυμπιάδας (332-329 π.Χ.). Η συνεργασία του με τον Πτολεμαίο Α' της Αιγύπτου υποδηλώνει πως υπήρξε ενεργός τουλάχιστον μέχρι το 305 π.Χ., όταν ο Πτολεμαίος ανακηρύχθηκε βασιλιάς. Έργο Ο Απελλής υπήρξε αρχικά μαθητής του Εφόρου του Εφέσιου και αργότερα του Παμφίλου από τη Σικυώνα, αν και σύμφωνα με τον Πλούταρχο διέθετε ήδη σημαντική φήμη πριν φοιτήσει στη Σικυώνια σχολή[4]. Εκεί ανέλαβε μαζί με το Μελάνθιο μία σημαντική παραγγελία, για τoν τύραννο Αρίστρατο. Εργάστηκε ως ζωγράφος στο περιβάλλον του Φιλίππου Β' και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, φιλοτεχνώντας αρκετές προσωπογραφίες τους. Όπως αναφέρει ο Πλίνιος, ο Μέγας Αλέξανδρος εκτιμούσε ιδιαίτερα τις ικανότητες του, τόσο ώστε να είναι ο μοναδικός ζωγράφος που επιτρεπόταν να φιλοτεχνεί πορτρέτα του. Παρά το γεγονός πως δε διασώζεται κανένα έργο του, αρκετές πληροφορίες για παραγγελίες που ανέλαβε στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του και πίνακες που φιλοτέχνησε, αντλούνται από ιστορικές πηγές.

6 Η Αναδυόμενη Αφροδίτη συγκαταλέγεται στις κορυφαίες δημιουργίες του, για την οποία πιθανώς χρησιμοποίησε ως μοντέλο την παλλακίδα του Μεγάλου Αλεξάνδρου Πανκάσπη (γνωστή και ως Καμπάσπη)[6] ή την ερωμένη του Πραξιτέλη, Φρύνη. Το έργο μεταφέρθηκε στη Ρώμη όπου αφιερώθηκε από τον Οκταβιανό Αύγουστο στο ναό του Ιούλιου Καίσαρα, ωστόσο αργότερα καταστράφηκε, ενώ κατά την περίοδο της αυτοκρατορίας του Νέρωνα ο Δωρόθεος φιλοτέχνησε ένα αντίγραφό του. Ο Απελλής είχε ξεκινήσει να φιλοτεχνεί μία δεύτερη εκδοχή του ίδιου θέματος, ωστόσο έμεινε ημιτελής εξαιτίας του θανάτου του. Φημισμένο έργο του είναι επίσης η Συκοφαντία (ή Διαβολή), για το οποίο αντλούμε πληροφορίες από την πραγματεία τού Λουκιανού Περ ὶ το ῦ μ ὴ ῥᾳ δίως πιστεύειν διαβολ ῆ. Αφορμή για την ολοκλήρωση του αλληγορικού αυτού έργου υπήρξε, κατά τον Λουκιανό, ο φθόνος του Αντίφιλου, ο οποίος διέβαλε τον Απελλή στον Πτολεμαίο Α', διαρέοντας μία συκοφαντία περί συμμετοχής του σε δολοπλοκία με στόχο την ανατροπή του βασιλιά. Η σύνθεση απεικόνιζε τη Συκοφαντία ως μία όμορφη γυναικεία μορφή, κρατώντας μία καιόμενη δάδα στο αριστερό της χέρι και πλησιάζοντας έναν άνδρα με υπερμεγέθη αυτιά, περιτριγυρισμένο από την Άγνοια και την Υπόληψη, με οδηγό έναν άνδρα που συμβόλιζε το Φθόνο. Τη Συκοφαντία πλαισίωναν δύο ακόμα γυναικείες μορφές, η Επιβουλή και η Απάτη, ενώ από πίσω τους ακολουθούσε η δακρυσμένη Μετάνοια που ανέμενε την έλευση της Αλήθειας[9]. H περιγραφή του έργου, όπως δίνεται από τον Λουκιανό, ενέπνευσε τον Σάντρο Μποτιτσέλι για τη δημιουργία του αλληγορικού πίνακα Η Συκοφαντία του Απελλή (1494/95, Ουφίτσι). Στις πιο γνωστές συνθέσεις τού Απελλή περιλαμβάνεται επίσης μία προσωπογραφία του μονόφθαλμου βασιλιά Αντίγονου, την οποία φιλοτέχνησε απεικονίζοντας μόνο τα τρία τέταρτα τού προσώπου του – κατά τον Πλίνιο υπήρξε ο πρώτος που απεικόνισε με τέτοιο τρόπο μία προσωπογραφία – ώστε να μη διακρίνεται η ιδιαιτερότητά του.

7 Σχετικά με τις ικανότητές του στη ζωγραφική, ο Πλίνιος υποστήριξε πως ο Απελλής υπήρξε ανώτερος από τους ζωγράφους που διαδέχτηκε και από εκείνους που υπήρξαν συνεχιστές του. Ανέφερε χαρακτηριστικά πως οι προσωπογραφίες του ήταν τόσο αληθοφανείς, ώστε ένας μετωποσκόπος μπορούσε να προβλέψει την ηλικία του εικονιζόμενου προσώπου, καθώς και να πραγματοποιήσει προβλέψεις για το μέλλον του. Κατά τον Κοϊντιλιανό, ο Απελλής διακρίθηκε στην «ευφυΐα και τη χάρη», ενώ οι περισσότερες ιστορικές πηγές σχολιάζουν την τεχνική του αναφερόμενες στην κομψότητα και στην οικονομία των έργων του, επισημαίνοντας την ικανότητά του να εγκαταλείπει έναν πίνακα την κατάλληλη χρονική στιγμή, χωρίς να υπερβάλει με την προσθήκη περιττών λεπτομερειών. Χρησιμοποιούσε κυρίως τέσσερα χρώματα (μαύρο, λευκό, κίτρινο και κόκκινο) σχεδιάζοντας με απλές γραμμές. Αναφέρεται επίσης ως καινοτόμος στον τομέα της τεχνικής, έχοντας επινοήσει μία ειδική μέθοδο προετοιμασίας του attramentum, όπως αποκαλείται από τον Πλίνιο, από ελεφαντόδοντο. Η χρήση του βοηθούσε στη διατήρηση και προστασία των έργων, ενώ παράλληλα επιδρούσε πιθανώς και στην άμβλυνση των χρωμάτων.

8 Οινίας Ο Οινίας ήταν Έλληνας ζωγράφος της αρχαιότητας. Τον αναφέρει ο Πλίνιος. Από τα έργα του είναι γνωστό μόνο ένα, το συγκενικόν που παριστάνει μια οικογένεια Γόργασος Ο Γόργασος ήταν διάσημος αρχαίος Έλληνας ζωγράφος ο οποίος, μαζί με τον επίσης διάσημο Δαμόφιλο, ανέλαβε να κοσμήσει τον ναό της θεάς Ceres (ταυτιζόμενης με την ελληνική Δήμητρα) στον Αβεντίνο λόφο της Ρώμης, και ο οποίος αντίκρυζε το Μέγα Ιππόδρομο. Η ακριβής χρονολόγηση της εργασίας των Ελλήνων καλλιτεχνών στο ναό δεν είναι δυνατή[1]. Mπορεί να είναι αρκετά μεταγενέστερη της κατασκευής του (496 π.Χ.), αν ο προαναφερθείς Δαμόφιλος ταυτίζεται με τον ομώνυμο Δαμόφιλο από την Ιμέρα της Σικελίας, δάσκαλο του διάσημου γλύπτη Ζεύξι, ο οποίος άκμασε 40 χρόνια αργότερα. Ο Γόργασος υπήρξε ο εισηγητής της ελληνικής τέχνης στην αρχαία Ιταλία στην οποία, μέχρι των χρόνων του, φαίνεται να δέσποζε η ετρουσκική τέχνη, όπως αναφέρει ο Πλίνιος. Η τεχνική του Γόργασου ήταν πλαστική και ξηρογραφία ή ζωγραφική επί πήλινων ανάγλυφων πλακών. Το 31 π.Χ., όταν καταστράφηκε ο ναός από πυρκαγιά, οι πλάκες αυτές του Γόργασου διασώθηκαν και αργότερα, όταν ο ναός ανακαινίσθηκε επί αυτοκράτορα Αυγούστου, επανατοποθετήθηκαν στη θέση που ήταν πρότερα, προστατευόμενες μέσα σε πλαίσια (κορνίζες).

9 Μελάνθιος Στην ελληνική μυθολογία με το όνομα Μελάνθιος (και Μελανθεύς στην ονομαστική και κλητική: Μελανθεύ) είναι γνωστός ένας βοσκός στην Ιθάκη που αναφέρεται στην Οδύσσεια (ρ 212 κ.ε., φ 175 κ.ε., χ 135 κ.ε., 472 κ.ε.) ως γιος του Δολίου και αδελφός της δούλας Μελανθούς. Ο Μελάνθιος πήρε το μέρος των μνηστήρων και κατά τη θανάτωσή τους από τον Οδυσσέα προσπάθησε ανεπιτυχώς να προμηθεύσει τους μνηστήρες με όπλα. Μετά την εξόντωση των μνηστήρων ο Οδυσσέας διέταξε και έκοψαν τη μύτη, τα αυτιά και τα άκρα του Μελανθίου, και έτσι πέθανε. Με το όνομα Μελάνθιος αναφέρεται (στην Ιλιάδα, Ζ 36) και ένας από τους Τρώες που πήραν μέρος στον Τρωικό Πόλεμο, στον οποίο και σκοτώθηκε με λόγχη από τον Ευρύπυλο. Ο αστεροειδής 12973 Μελάνθιος (12973 Melanthios), που ανακαλύφθηκε το 1973 και ανήκει στην Τρωική Ομάδα, πήρε το όνομά του από τα μυθικά αυτά πρόσωπα. Μελάνθιος ονομαζόταν επίσης ένας επιφανής Έλληνας ζωγράφος του 4ου αιώνα π.Χ.. Ανήκε στη σχολή της Σικυώνας, η οποία φημιζόταν για τη ραφινάτη ζωγραφική της. Μελάνθιος είναι και η ονομασία ενός κρατήρα εύρους 245 χιλιομέτρων ο οποίος είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της Τηθύος, δορυφόρου του Κρόνου.

10 Παυσίας Ο Παυσίας, ή κατ΄ άλλους στην ελληνική γραμματεία Πασίας, ήταν αρχαίος Έλληνας ζωγράφος, του 4ου αιώνα π.Χ. από τη Σικυώνα. Ήταν αδελφός του γλύπτη Αιγινήτη. Υπήρξε μαθητής του Πάμφιλου, από τον οποίο έμαθε πιθανότατα την εγκαυστική και του Ηριγόνου όταν τη σχολή της Σικυώνας διεύθυνε ο Νεάλκης. Ο Παυσίας ανήκε στη νεότερη ζωγραφική σχολή της Σικυώνας. Δεν έχει διασωθεί κανένα έργο του. Σύμφωνα με τον Παυσανία, δύο ζωγραφικές παραστάσεις του κοσμούσαν τη Θόλο της Επιδαύρου: μία απεικόνιση του Έρωτα με λύρα, και της Μέθης να πίνει από γυάλινη κούπα στην οποία αντικατοπτρίζεται το πρόσωπό της. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, στη Φυσική Ιστορία, αναφέρεται στις εξαιρετικές δεξιότητες του Παυσία στη χρήση σκοτεινών χρωμάτων και της προοπτικής, ενώ αναφέρει επίσης πως φιλοτέχνησε φατνώματα οροφών και θόλους.

11 Πολύγνωτος Ο Πολύγνωτος ήταν ένας αρχαίος Έλληνας ζωγράφος που έζησε στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ.. Καταγόταν από τη Θάσο και ο πατέρας του ονομαζόταν Αγλαοφών. Ο Πολύγνωτος σταδιοδρόμησε στην Αθήνα, οπότε οι Αθηναίοι τον τίμησαν με την παροχή πολιτικών δικαιωμάτων και έτσι έγινε Αθηναίος πολίτης. Ο Πολύγνωτος ζωγράφισε την εποχή του Κίμωνα ένα έργο με θέμα την άλωση της Τροίας πάνω στους τοίχους της Ποικίλης Στοάς, και ένα άλλο με θέμα τον γάμο των θυγατέρων του Λευκίππου. Ο Πλούταρχος γράφει ότι ιστορικοί και ο ποιητής Μελάνθιος βεβαιώνουν πως ο Πολύγνωτος δεν ζωγράφιζε για τα χρήματα, αλλά εξαιτίας των ευγενών αισθημάτων του προς τους Αθηναίους. Στην αίθουσα των Προπυλαίων της Ακροπόλεως υπήρχαν άλλα έργα του. Τα σημαντικότερα πάντως ήταν οι τοιχογραφίες του στον «Θησαυρό των Κνιδίων» στους Δελφούς. Τα θέματά τους ήταν η επίσκεψη του Οδυσσέα στον Άδη και η άλωση της Τροίας. Ο Παυσανίας διέσωσε μια λεπτομερή και προσεκτική περιγραφή αυτών των τοιχογραφιών, μορφή προς μορφή (X 25-31). Τα θεμέλια του κτίσματος έχουν αποκαλυφθεί από τις γαλλικές ανασκαφές στους Δελφούς. Από αυτά τα στοιχεία κάποιοι αρχαιολόγοι έχουν προσπαθήσει να ξαναφτιάξουν τις ζωγραφιές, εκτός φυσικά από τα χρώματά τους. Οι μορφές τους ήταν κεχωρισμένες και σπανίως επικάλυπταν η μία την άλλη, εκτεινόμενες σε δύο ή τρεις σειρές η μία πάνω από την άλλη. Φαίνεται ότι οι ζωγραφικές απεικονίσεις της εποχής γίνονταν με σχεδόν ακριβώς το ίδιο σχέδιο που είχαν και οι σύγχρονές τους ανάγλυφες αναπαραστάσεις. Ο Πολύγνωτος χρησιμοποιούσε λίγα χρώματα και αυτά απλά. Τεχνικά, η ζωγραφική του ήταν πρωτόγονη. Η υπεροχή του ήταν στην ομορφιά του σχεδιασμού των μορφών του, μία προς μία, και ιδίως στον «ηθικό» και ιδεώδη χαρακτήρα της τέχνης του. Σύγχρονος, και ίσως δάσκαλος, του Φειδία, ο Πολύγνωτος είχε τον ίδιο μεγαλόπρεπο τρόπο. Η απλότητα, το ευγενές συναίσθημα, η εξαιρετική χάρη και γοητεία στην εκτέλεση, χαρακτήριζαν τα έργα του, σε αντίθεση με τα πιο ζωηρά, σύνθετα και τεχνικώς ανώτερα ζωγραφικά έργα της μετέπειτα εποχής.

12 Ευφράνωρ (καλλιτέχνης) Ο Ευφράνορας υπήρξε ονομαστός Έλληνας καλλιτέχνης, από τους κορυφαίους του 4ου αιώνα π.Χ. Διακρίθηκε ως γλύπτης, χαλκουργός και ζωγράφος, ενώ συνέγραψε και βιβλίο περί συμμετρίας, με το οποίο εισήγαγε νέες αναλογίες στα σώματα και τροποποίησε τον «Κανόνα» του Πολυκλείτου. Κατά τον Πλίνιο ο Ευφράνορας καταγόταν από την Ισθμία της Κορίνθου, ενώ ο Πλούταρχος γράφει πως ήταν Αθηναίος. Σε κάθε περίπτωση, εργάσθηκε και διέπρεψε στην Αθήνα, και για τον λόγο αυτό οι Αθηναίοι τον τίμησαν με την παροχή πολιτικών δικαιωμάτων. Ο Ευφράνωρ ήταν μαθητής του ζωγράφου Αριστείδη από τη Θήβα και κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του υπήρξε ο ίδιος δάσκαλος του Χαρμαντίδη, του Αντιδότου και του Λεωνίδα Ανθηδονίου. Ζωγραφικά έργα Από τα ζωγραφικά έργα του Ευφράνορα δεν σώθηκε τίποτα. Ζωγράφισε τη Στοά του Ελευθερίου Διός ή των 12 θεών στον Κεραμεικό με έργα που απεικόνιζαν τη δράση του ιππικού κατά τη Μάχη της Μαντινείας (εκεί απαθανατιζόταν, εκτός από τον Επαμεινώνδα, και ο γιος του Ξενοφώντα, ο Γρύλος), τον Θησέα, την προσωποποίηση της Δημοκρατίας, τους 12 θεούς, κ.ά.. Τον πίνακα του Ευφράνορα «Προσποίητος μανία του Οδυσσέως», που βρισκόταν στην Έφεσο, τον περιγράφει λεπτομερώς ο Λουκιανός. Γλυπτά έργα Από τους ανδριάντες του Ευφράνορα οι γνωστότεροι ήταν: του Πατρώου Απόλλωνα, της Αθηνάς, του Ηφαίστου, της Λητούς με τα παιδιά της, της Κλειδούχου, του Αγαθοδαίμονα, του Πάρι, της Αρετής και της Ελλάδος (δύο κολοσσιαία αγάλματα), του Φιλίππου Β΄ και του Μεγάλου Αλεξάνδρου επάνω σε άρματα, του Διονύσου, μιας προσευχόμενης γυναίκας, και άλλα. Ο Πλίνιος επίσης αναφέρει και πολλά ανάγλυφα επιτύμβια και αναθηματικά έργα του καλλιτέχνη. Κανένα γλυπτό έργο από αυτά που σώζονται σήμερα δεν μπορεί να αποδοθεί με βεβαιότητα στον Ευφράνορα, αλλά σε πολλά σημεία η τέχνη του έμοιαζε με εκείνη του σύγχρονού του Λυσίππου, όπως στη λεπτότητα των μορφών, περισσότερο από ό,τι στην προγενέστερη τέχνη. Προς τιμή του Ευφράνορα φέρει το όνομά του μία πλατιά οδός του Δήμου Αθηναίων, στο Παγκράτι, συνέχεια της οδού Ερατοσθένους.

13 Νικίας Ο Νικίας (4ος αιώνας π.Χ.) ήταν φημισμένος Έλληνας ζωγράφος, γεννημένος στην πόλη των Αθηνών. Ο Πλούταρχος [1] τον αναφέρει ως έναν από τους διασημότερους ζωγράφους στην πόλη του, ενώ ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος [2] τοποθετεί το απόγειο της καριέρας του γύρω στην 112η Ολυμπιάδα (332-329 π.Χ.) Χαρακτηριστικό της τέχνης του ήταν η απόδοση του φωτός και της σκιάς με τέτοιο τρόπο ώστε οι μορφές να φαίνονται ανάγλυφες. Ασχολήθηκε επίσης με τη δημιουργία εικόνων σε επιτύμβια μαρμάρινα μνημεία, ενώ ξεχώρισε για τη δεξιοτεχνία με την οποία χρωμάτιζε μαρμάρινους αδριάντες. Πιστεύεται μάλιστα ότι ο Πραξιτέλης, από όλα τα έργα που φιλοτέχνησε εκτιμούσε περισσότερο εκείνα τα οποία είχε επιμεληθεί κατόπιν ο Νικίας.[3] Ο τελευταίος θεωρείται επίσης ο εφευρέτης μιας μεθόδου εγκαυστικής (γάνωσις) που καθιστούσε τα χρώματα φωτεινότερα και μακροβιότερα. Μια παράδοση θέλει το Νικία να αφιερώνεται τόσο πολύ στην τέχνη του, ώστε να καταφεύγει στους υπηρέτες του για να του θυμίσουν αν έφαγε ή πλύθηκε.

14 Νικοφάνης Ο Νικοφάνης ο Σικυώνιος, ήταν αρχαίος Έλληνας ζωγράφος, τον οποίο ανέφερε ο Πλήνιος ο πρεσβύτερος (15ο βιβλίο: xxxv. 10. s. 36. § 23) ως σύγχρονο του Απελλή και του Ζεύξη. Ήταν μαθητής του Παυσία και ο Πλήνιος αναφέρει ότι το ύφος του ήταν τόσο λεπτό και αρμονικό που λίγοι θα μπορούσαν να συγκριθούν μαζί του, αν και στην δραματική και σοβαρή τέχνη ήταν κατώτερος από τον Ζεύξη και τον Απελλή. Έργα του ο Ασκληπιός με τις κόρες του (Υγεία, Πανάκεια, Ιασώ, Αίγλη) και ο Όκνος, η προσωποποίηση της οκνηρίας και ματαιοπονίας.

15

16 ΒΕΡΓΙΝΑ

17

18

19

20 ΤΕΛΟΣ Τμήμα : Α2΄ ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΕΔΡΑΣ ΚΩΣΤΑΣ ΖΕΚΟΥ ΤΑΣΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΩΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΒΑΤΣΗΣ


Κατέβασμα ppt "Η ζωγραφική ανήκει στις καλές τέχνες και είναι η τέχνη της παραγωγής ή αναπαράστασης μίας πραγματικής ή φανταστικής εικόνας, μέσω προσωπικής εργασίας,"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google