ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΕΙΟ Δ.Ε. «ΑΛΕΞ. ΔΕΛΜΟΥΖΟΣ» ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΚΑΤΣΑΔΟΡΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΜΑΘΗΜΑ: ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ «Το ‘Καστοριανό Καρναβάλι’»
“ΡΑΓΚΟΥΤΣΑΡΙΑ” ΣΤΟ ΡΥΘΜΟ ΤΟΥ ΚΑΣΤΟΡΙΑΝΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ «Βάκοι, Βάκες και μαινάδες και βαένια μυριάδες», ήταν οι αρχικοί στίχοι του τραγουδοποιού της εποχής, οι οποίοι στριφογυρίζουν στο μυαλό κάθε Καστοριανού, καθώς οι μέρες του καρναβαλιού πλησιάζουν και ανοιγοσφαλίζουν καθημερινά με αδημονία τα χρονομπάουλα, με τις παλιοκαιρίτικες καρναβαλικές στολές. Η πόλη έχει μασκαρευτεί για να υποδεχτεί τα “Ραγκουτσάρια” και τα λόγια του τραγουδοποιού ξυπνούν μνήμες παλιές, τόσο παλιές που μας γυρίζουν πολύ πίσω, και συγκεκριμένα στους αρχαίους Ελληνικούς χρόνους, όπου εκεί βρίσκονται οι ρίζες που συνθέτουν το ιδιότυπο και πολύμορφο Καστοριανό καρναβάλι, και το συναντάμε σαν παραμύθι στη διαδρομή της πορείας του, έως τους τελευταίους χρόνους.
Κάποτε λοιπόν... ή καλύτερα, «μία φορά κι έναν καιρό» όπως θα έλεγαν το κλασικό προοίμιο λαϊκών παραμυθιών και οι παππούδες μας σήμερα, ως τα πρώτα μεταπελευθερωτικά χρόνια της Καστοριάς, στις μέρες του καρναβαλιού, συνηθίζονταν η περιφορά του «Βάκου», ως απομεινάρι της Διονυσιακής πομπής. Το ξόανο του θεού Διόνυσου, στολισμένο με άνθη και στεφανωμένο με κλάδους κληματαριάς, τοποθετημένο στο σαμάρι ενός γαϊδουριού, περιφερόταν από σπίτι σε σπίτι από τον τραγουδοποιό συνοδό του, μεταμφιεσμένος κι αυτός σε Βάκχο, τραγουδώντας τους παραπάνω στίχους, όπου μαζί με τα χρηματικά δώρα που του έδινε ο κόσμος, έριχναν κι ένα ποτήρι κρασί στο στόμα του Διόνυσου, το οποίο μαζευόταν σε ένα βαρελάκι στην κοιλιά του ξόανου. Μαζί του, κατά καιρούς, ξεπήδησαν και διάφορες φιγούρες όπως, οι διάβολοι με κέρατα και ουρές, οι τσιαρανιασμένοι (μαυρισμένοι) και οι κουδουνάτοι. Προσωπιδοφόροι καθώς ήταν και τυλιγμένοι με δέρματα ζώων, απεικόνιζαν παραστατικά ως καρναβαλιστές τους σάτυρους και τους Σιληνούς. Με τη συνοδεία ολιγομελών αλλά καλόηχων μουσικών οργάνων όπως, άσκαυλους (γκάιντες), ζουρνάδες και σουραύλια, και με τις δαιμονιώδης κραυγές τους, περιέπαιζαν με τον κόσμο και ζητούσαν χρήματα και δώρα όπως, κρασί, γλυκά, κάστανα, καρύδια κ.ά. Οι φιγούρες αυτές δίνουν στους νεότερους μερικά ακόμη στοιχεία που φανερώνουν την αρχαία προέλευση του καρναβαλιού.
Όλα αυτά γινόταν και συνεχίζονται να γίνονται στις 6 (Θεοφάνεια), 7 (Προδρόμου) και 8 (Πατερίτσα) Ιανουαρίου, χρόνος τέλεσης του Καστοριανού καρναβαλιού, που συμπίπτει χρονικά με τον μήνα «Ποσειδεώνα», που αντιστοιχεί μέσα Δεκεμβρίου-μέσα Ιανουαρίου σήμερα, όπου τελούνταν εκείνη την αποχή τα “κατ’αγρούς Διονύσια”.
Έπειτα, οι νεότεροι άρχισαν να ξεφυλλίζουν λεξικά. Καρναβάλι (το) ουσ. [<γαλλ.Carnaval < ιταλ.Carna-vale < ίσως μσν. λατιν.carmen levare (=εξαφανίζω το κρέας)] οι μεταμφιέσεις και διασκεδάσεις κατά την περίοδο της αποκριάς ׀׀πληθ. καρναβάλια, οι μεταμφιεσμένοι. ΠΗΓΗ: (ΛΕΞΙΚΟ ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ-ΦΥΤΡΑΚΗΣ ΜΕΙΖΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ) Όμως, την ερμηνεία του λήμματος Ραγκουτσάρια (τα) ουσ... δεν τη βρήκαν σε κανένα Ελληνικό λεξικό, γι’αυτό χρειάστηκε να αναζητήσουν τις ρίζες του ονόματος στο μεσαίωνα.
Ντυμένοι με ντόπιο σαγιάκι που έφερε πάνω του χρυσοκέντητο δικέφαλο αετό και με μπαρμπαρούσα στο κεφάλι, γύριζαν στα σπίτια και σύμφωνα με το έθιμο μάζευαν τα δώρα. “Ρόγες” συνηθίζονταν να λένε τα δώρα που δίνονταν στους καρναβαλιστές τις μέρες του καρναβαλιού, λέξη που προέρχεται από το λατινικό “Roges”, συνώνυμο της λέξης “Rogacaria”, δηλαδή εκείνοι που ζητιάνευαν κι έπαιρναν δώρα. “Ραγκουτσάρια” έμειναν γνωστά στην ιστορία του καρναβαλιού στην πόλη, τα οποία γιορτάζονται μέχρι και σήμερα με αυτή την ονομασία.
ι εποχές όμως αλλάζουν και στα τέλη του 19ου αιώνα, κάτι πρωτόγνωρο κάνειΟ την εμφάνισή του στην περιοχή, όπου θα προκαλέσει μία ευχάριστη αναστάτωση. Μία νέα μορφή καρναβαλιού έρχεται από την Ευρώπη, με φανταχτερά υφάσματα και λαμέ φόδρες, η οποία θα εγκατασταθεί στην πόλη και θα επηρεάσει, όπως ήταν αναμενόμενο άλλωστε, το Καστοριανό καρναβάλι. Το νέο καρναβάλι συνοδοιπορεί με ακούσματα σύμφωνα με τη μόδα της εποχής. Έτσι, αναφύεται μία πολυμελής μπάντα, που αποτελείται από πνευστά χάλκινα όργανα όπως, κορνέτα, τρομπέτα, κλαρίνο καθώς και κρουστά όργανα όπως, νταούλι, ταμπουρά και αργανάκι. Οι Καστοριανοί κυριευμένοι από τον Ευρωπαϊκό μοντερνισμό, τα ονόμασαν “βγελιά” (βιολιά) και τους οργανοπαίχτες “βγελιτζήδες”, ή “λαλούμενα” και “λαλητάδες”, ή “τακούμια”, και τα προτιμούν από τις γκάιντες και τις φλογέρες, γιατί κάνουν μεγαλύτερο σαματά. Οι δύο μορφές καρναβαλιού, το μεσαιωνικό και το ευρωπαϊκό, θα συνυπάρξουν αρμονικά μέχρι τις μέρες μας, ενώ το διονυσιακό σιγαλόφωνα θα χαθεί στο χρόνο.
Χθες … Ωστόσο ξημέρωσαν τα Θεοφάνεια και το χαρούμενο αυτό πρωινό, θα βρει τα Καστοριανά καράβια παραταγμένα στη λίμνη και πλήθος κόσμου στη Νότια παραλία (περιοχή Σταυρός), να καρτερούν τη θρησκευτική πομπή από τον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου, για τον καθιερωμένο αγιασμό των υδάτων. Το κρύο είναι αισθητό, άλλωστε είμαστε στην καρδιά του χειμώνα, κι ενώ η τελετή είναι σε εξέλιξη, τα νερά της λίμνης «Ορεστιάδας» αναταράζονται από τους επτά-οκτώ περίπου εύτολμους νεαρούς που βουτάνε κάθε χρόνο, για να πιάσουν το σταυρό. Η ημέρα των Θεοφανείων ήταν πάντα η εισαγωγή του καρναβαλιού. Παλαιότερα, τα χάλκινα (οι μουσικές μπάντες) πρωτοεμφανιζόταν στην περιοχή Σταυρός, όπου χαιρετούσαν μελωδικά την κατάδυση του σταυρού
…. και Σήμερα Τα πράγματα έχουν αλλάξει. Κάποιες ορχήστρες περιφέρονται από τις προηγούμενες μέρες στο τσαρσί (οδός Μητροπόλεως), ενώ άλλες στέκονται σε γνωστά πια σημεία για τους Καστοριανούς, και προσπαθούν να κλείσουν μπουλούκι ή κάποιο κέντρο για να παίξουν. Οργανοπαίχτες και καρναβαλιστές κάθονται παράμερα του δρόμου για το πατροπαράδοτο αλισβερίσι. -Είστε μεγάλο μπουλούκι; ρωτάει ο οργανοπαίχτης. -Καμιά εκατοστή μαέστρο, απαντά ο Καστοριανός. -Ρίχνουν ή... λέει ο μαέστρος εννοώντας το φιλοδώρημα, και πριν κλειστεί η συμφωνία γίνονται και τα σχετικά παζάρια.
Κι ενώ όλοι μασκαρέυονται, τις πρώτες απογευματινές ώρες ακούγεται ένας αδιάκοπος μελωδικός ήχος τρομπέτας από την περιοχή “Απόζαρι”. Το αντιλάλημα αιωρήθηκε προς στιγμή πάνω από τη λίμνη και κατευθύνθηκε στον απέναντι μαχαλά την Καλλιθέα. Το εναρκτήριο σύνθημα δόθηκε και η Καλλιθέα ανταποδίδει το μουσικό άκουσμα προς την ομόνοια. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε κι άλλος ήχος τρομπέτας από το “Ντολτσό”, ακολουθεί κι άλλος από το “Ζωνάρι”, μετά κι άλλος από το “Τσαρδάκι”, με αποτέλεσμα να υπάρξει μία αδιάκοπη πανευδαίμων μελωδία από χάλκινα, απ’όλους τους μαχαλάδες, ξεσηκώνοντας τους πάντες.
Με τους ρυθμούς της «ματσκαντάνας», του «μπερντέ» και του «έντεκα» ξεχύνονται με τα χάλκινα στις ούλτσες (σοκάκια) και μασκαρεμένοι πια κατευθύνονται προς το τσαρσί, όπου εκεί θα γίνει η σύναξη όλων των μπουλουκιών, διότι έτσι απαιτεί το αντέτι. Όλοι χορεύουν και τραγουδούν ασταμάτητα, «κίνησα ν’άρθω ένα βράδυ μ’έπιασε ψιλή βροχή» λέει ο νιος, «ας ερχόσουνα βρε ψεύτη κι ας γινόσουνα παπί» του απαντά η νια. Οι μικροπωλητές βρίσκονται ακροβολισμένοι στο τσρσί και ως σύγχρονοι μάγοι προσμένουν ολημερίς τους επισκέπτες-τουρίστες, να τους μεταμορφώσουν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους σε Πήτερ Πάν, ξωτικά, νεράιδες αλλά και σε τηλεοπτικούς ήρωες όπως, Ζορρό, Μπάτμαν, κι άλλους πολλούς
Καθώς η ώρα περνάει το κέφι ανεβαίνει όλο και πιο πολύ. Μουσική, χορός, τραγούδι, πειράγματα, κομφετί, καραμούζες, όλα αυτά μέσα σε γενικό πανζουρλισμό. Οι στοίχοι του Καστοριανού ποιητή Αθ. Χριστόπουλου γίνονται πράξη, Να μεθύσω, να μεθύσω, να χαρώ, να ευθυμήσω, να χορέψω, να πηδήσω, να φωνάξω, να λαλήσω. ΠΗΓΗ: (ΛΥΡΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΘ.ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ)
το βράδυ… όλο αυτό το τρελό πανηγύρι θα μεταφερθεί στα καφενεία, στα εστιατόρια, στις αίθουσες των ξενοδοχείων και στα μπαρ, μέχρι το ξημέρωμα του Προδρόμου. Λίγες ώρες ανάπαυλα το πρωί κι από νωρίς το μεσημέρι τα μπουλούκια πηγαίνουν τα χάλκινα στους Γιάννηδες. «Σ’αυτό το σπίτι πού’ρθαμε, κέρνα μας κέρνα μας, να φάμε και να πιούμε, άντε να κερνάς να καλοπερνάς», τραγουδούν οι καρναβαλιστές καθώς κοντοστέκονται στο κατώφλι του σπιτιού του εορτάζοντα και τα κεράσματα πηγαινοέρχονται από τους νοικοκυραίους, τσιγαρίδες, λουκάνικα, κρασί, σάλιαροι, ισλί κ.ά. Όσοι δεν πρόλαβαν να μασκαρευτούν λόγω εορταστικών υποχρεώσεων, βάζουν το σακάκι ανάποδα και ακολουθούν τα μπουλούκια που κατευθύνονται με αργού ρυθμούς και πάλι προς το τσαρσί. Καθώς τα μπουλούκια διαβαίνουν χορεύοντας το τσαρσί, στο ανέβασμα για την πλατεία ομονοίας συναντιούνται με άλλα μπουλούκια που κατηφορίζουν για την πλατεία Δαβάκη. Έτσι, προκύπτει το θέμα προσπεράσματος ανάμεσα στα μπουλούκια, που ακολουθούν αντίθετες κατευθύνσεις. Στη συνάντηση αυτή λοιπόν, πρέπει το ένα μπουλούκι να τραβηχτεί στην άκρη για να περάσει το άλλο. Όμως κανένα δεν πηγαίνει στο πλάι, κι έτσι η διαφορά λύνεται μουσικά. Γίνεται ένας άτυπος διαγωνισμός μεταξύ των οργάνων, δηλαδή όποια ορχήστρα καλύψει με τη μουσική της την άλλη, υποχρεώνει την ασθενέστερη να παραμερίσει.
Το μεσημέρι της “Πατερίτσας”, τρίτη μέρα του καρναβαλιού, οι καρναβαλιστές συγκεντρώνονται, έχοντας ακόμη αρκετές δυνάμεις, μπροστά από το Δημοτικό μέγαρο για την παρέλαση του καρναβαλιού. “Το μεγάλο σεργιάνι της Πατερίτσας“ το λέγανε οι παλαιότεροι. “Πατερίτσα” ήταν ένα είδος μαγκούρας ή ατόρνευτου μπαστουνιού και χρησιμοποιούνταν για στήριγμα αλλά κυρίως για μέσο άμυνας, ιδιαίτερα από τα γυναικεία μπουλούκια τις μέρες του καρναβαλιού. Ήταν καθολική η χρήση της “Πατερίτσας”, τόσο ώστε να γίνει το κυρίαρχο στοιχείο της ημέρας και να δώσει το όνομά της στην τελευταία ημέρα του Καστοριανού καρναβαλιού. Το έθιμο αυτό σήμερα δεν υφίσταται και το “μεγάλο σεργιάνι” έχει δώσει τη θέση του στην παρέλαση, η οποία έχει διαγωνιστικό χαρακτήρα. Παλιοί καρναβαλιστές, σχολεία, σύλλογοι, φορείς και κοινότητες μπαίνουν στο χορό της παρέλασης, και διασχίζοντας με τα χάλκινα την οδό Μητροπόλεως, σατιρίζοντας γεγονότα και καταστάσεις, καταλήγουν στην πλατεία “Ντολτσό” για το σχετικό ξεφάντωμα. Η σύναξη όλων των καρναβαλιστών στην πλατεία “Ντολτσό”, την τρίτη μέρα του καρναβαλιού, είναι έθιμο που παραμένει αναλλοίωτο από τον μεσαίωνα μέχρι σήμερα. Κάπου εκεί ανάμεσα στα στενά λιθόστρωτα σοκάκια, θα κλείσει και η τελευταία πράξη του Καστοριανού παραμυθιού.
Την επόμενη μέρα… Το φως της επόμενης χαραυγής (9 Ιανουαρίου), θα βρει τους επισκέπτες-τουρίστες στο δρόμο της επιστροφής και τους Καστοριανούς να διασχίζουν την σιγαλή πλέον οδό Μητροπόλεως, καθώς το ελαφρύ εαράκι φέρνει νοερά στα αυτιά τους των απόηχο των παραδοσιακών μουσικών ακουσμάτων. Λίγα μέτρα πιο κάτω, μια ομάδα παιδιών, με τις τσάντες στον ώμο και τα χέρια βυθισμένα στις τσέπες των μπουφάν και με σκυφτό το κεφάλι, ανηφορίζουν για το σχολείο τους. Τα αποχρωματισμένα πρόσωπά τους χαμογελούν αλαφρά τους διαβάτες. Οι μάσκες έχουν βγει κι έχουν μπει στα χρονομπάουλα, τα οποία έκλεισαν προσθέτοντας καινούργιες αναμνήσεις μέσα. Ο άτονος ήχος από τη σκούπα του οδοκαθαριστή στο απέναντι πεζοδρόμιο, που προσπαθεί να μαζέψει από το δρόμο τα αναρίθμητα κομφετί, φθάνει στα αυτιά τους ως προμήνυμα λέγοντάς τους, «κάθε κατεργάρης στο πάγκο του». Και του χρόνου παιδιά, να είμαστε καλά...
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΩΝ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ 1η ημέρα, 6 Ιανουαρίου, Θεοφάνια. Ο Αϊ-Βασίλης μοιράζει δώρα σε όλα τα παιδιά μετά από τον αγιασμό των υδάτων προσφορά του Δήμου Καστοριάς, της Δημοτικής Πολιτιστικής Επιχείρησης και του συλλόγου «Φίλων Καστοριανού Καρναβαλιού “ΤA ΡΑΓΚΟΥΤΣΑΡΙΑ”». Ξεκινάει από την πλατεία Δαβάκη 11:30π.μ. και στη συνέχεια διασχίζει την οδό Μητροπόλεως, συνοδευμένος από χαρούμενους ρυθμούς παραδοσιακής λαϊκής μπάντας και προσφέρει δώρα και Καστοριανό κρασί σε όσους συναντά. Στη συνέχει και ώρα 14:30 στην πλατεία ομονοίας θα γίνει η έναρξη του καρναβαλιού από τη Δημοτική αρχή μαζί με δημότες και επισκέπτες, και με τη συνοδεία πολλών μουσικών χάλκινων οργάνων το «μπουλούκι» θα κατευθυνθεί από την οδό Μητροπόλεως στο Δημοτικό μέγαρο, όπου εκεί θα προσφερθούν εδέσματα και κρασί. Τα «μπουλούκια» αμέσως μετά, από νωρίς το απόγευμα, ξεχύνονται σ’ όλους τους δρόμους και τα σοκάκια της πόλης, με ζωντανή μουσική από λαϊκές ορχήστρες σε Καστοριανούς παραδοσιακούς ρυθμούς, ποταμούς κρασιού και ξέφρενο αδιάκοπο χορό και περγέλια (αστεϊσμούς). Στην πλατεία Ομονοίας, στην πλατεία Δημαρχείου και στην οδό Μητροπόλεως στο ύψος της οδού Σαχίνη, θα προσφέρεται από τον Δήμο Καστοριάς κρασί για όλα τα μπουλούκια και τους επισκέπτες, το οποίο θα μοιράζουν μέλη του Συλλόγου Φίλων Καστοριανού Καρναβαλιού.
2η Ημέρα, 7 Ιανουαρίου, Αϊ-Γιαννιού. Από το μεσημέρι το σκηνικό της προηγούμενης μέρας επαναλαμβάνεται σε ακόμη πιο έντονο ρυθμό. Όλη η πόλη χορεύει, στους γνωστούς πια ρυθμούς. Επί πλέον σήμερα «μπουλούκια» από μικρούς και μεγάλους επισκέπτονται φιλικά σπίτια που είναι ανοιχτά στις απρόσμενες επισκέψεις των μεταμφιεσμένων, και τηρούν το έθιμο πειράζοντας και τραβολογώντας τους οικοδεσπότες οι οποίοι στο τέλος τους κερνούν και κατά θέλοντας και μη ακολουθούν το μπουλούκι. Στα ίδια σημεία με την προηγούμενη μέρα, θα προσφέρεται και πάλι από τον Δήμο Καστοριάς κρασί για όλα τα «μπουλούκια» και τους χιλιάδες επισκέπτες, με τη βοήθεια του Συλλόγου Φίλων Καστοριανού Καρναβαλιού και των συλλόγων της πόλης. Επίσης με τη βοήθεια των τοπικών και των πολιτιστικών συλλόγων θα ξεκινήσουν «μπουλούκια» από διάφορα σημεία της πόλης. Εκεί στο ξεκίνημα οι άνθρωποι των συλλόγων με την συμπαράσταση του Δήμου θα προσφέρουν κρασί και άλλα παραδοσιακά εδέσματα.
3η Ημέρα, 8 Ιανουαρίου, Πατερίτσα. Η αποκορύφωση των εορταστικών εκδηλώσεων γίνεται την ημέρα αυτή με την μεγάλη παρέλαση στην οδό Μητροπόλεως, ώρα 1:00μ.μ. Η διαδρομή που θα ακολουθήσουν οι παρέες είναι η παραδοσιακή διαδρομή μέσω της οδού Μητροπόλεως η οποία θα καταλήξει στην πλατεία Ντολτσού όπου θα κλείσουν οι εκδηλώσεις με ξεφάντωμα μέχρι τελικής πτώσης.: Ο Δήμος Καστοριάς, και οι Καστοριανοί υπόσχονται σε όλους ένα ξέσπασμα χαράς, κεφιού και γλεντιού, μια μύηση στον Βάκχο και στην άνοιξη που έρχεται.