ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ 1
ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ : Ευρυδίκη Τάκου Μενέλαος Σαμωνάκης Δέσποινα Παπουτσάκη Άννα Τζέκα ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ : ΜΑΡΙΟΝ ΠΟΛΙΤΗ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΚΑΣΤΕΛΛΙΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ
3 Το όργανο λαούτο είναι έγχορδο που συναντάται στην κρητική παραδοσιακή μουσική Συνοδεύει διάφορα όργανα, όπως: βιολί, λύρα, μαντολίνο. Συγγενεύει με το ούτι αλλά το λαούτο έχει μεγαλύτερο μπράτσο. Το λαούτο αποτελεί σύνθεση στοιχείων από την αρχαιοελληνική πανδούρα. Το λαούτο είναι υποτιμημένο όργανο συγκεκριμένα σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας.
Σε πολλές αρχαίες και σύγχρονες κοινωνίες απαντώνται όργανα που μοιάζουν με το λαούτο. Το λαούτο της αναγέννησης έλκει την καταγωγή του από την Μέση Ανατολή και συγκεκριμένα από ένα αραβικό όργανο με το όνομα al ud (το ud, το ξύλο). Το μπροστινό μέρος του λαούτου και συγκεκριμένα το αναγεννησιακού ήταν επίπεδο και η πλάτη του ήταν κατασκευασμένη από λωρίδες ξύλου. Στο πάνω μέρος του ηχείου είναι κολλημένο το μπράτσο. Η χορδές περνάνε από το καβαλάρη και είναι στερεωμένες στο κάτω μέρος. 4
Οι σωστές διαστάσεις του λαούτου είναι οι εξής : Μήκος σκάφης 48cm, του χεριού 34,5cm, και του καράβολου (της κεφαλής όπου είναι προσαρμοσμένα τα κλειδιά) 16-17cm, το όλον 98,5cm, πλάτος του καπακιού 34,5cm, του μανικιού στο πάνω μέρος 4,5cm και στο κάτω βάθος της σκάφης 16cm. Το καπάκι γίνεται από ξύλο λευκό, συνήθως έλατο. Η πένα ή αλλιώς το πλήκτρο του λαούτου γίνεται από φτερό αρπακτικού πουλιού συνήθως γύπα, αετού ή γερακιού. 5
Η Ασκομαντούρα είναι ένας τύπος γκάιντα και παίζεται ως ένα παραδοσιακό όργανο για το νησί της Κρήτης και είναι παρόμοιο με την τσαμπούνα. Άλλες ονομασίες της ασκομαντούρας είναι ασκοτσάμπουνο, τσαμπούνα και γκάιντα. Η ασκομαντούρα αποτελείται από έναν δερμάτινο ασκό στον οποίο είναι προσαρμοσμένος ένας ή περισσότεροι αυλοί με διαφορετικό μήκος και σχήμα. Ο μουσικός φυσάει στον ασκό από το επιστόμιο του κυριότερου αυλού που έχει 7 έως 8 μικρές τρύπες και με τα δάχτυλά του παίζει τη μελωδία. Οι άλλοι αυλοί χρησιμεύουν για να κρατάει το ίσο ενός ορισμένου τόνου. 6
Η σκάφη Η σκάφη είναι από κάποιο χοντρό, πολύ βαρύ ξύλο, φτιαγμένο με λιτότητα, χωρίς ίχνος στολιδιού. Οι Κρητικοί είναι από τους λίγους που συνηθίζουν να φτιάχνουν περίτεχνες και όμορφες διακοσμήσεις στις τσαμπούνες τους -τους ευνοεί άλλωστε και η ξύλινη σκάφη χωρίς κέρατο-, αλλά βέβαια αυτό δε συμβαίνει συχνά. Η σκάφη είναι αρκετά μεγάλη. Τα χείλη της καμπάνας είναι πολύ χοντρά, καθώς έχουν και πολύ κερί το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί για να γεμίσει τα κενά. Το κερί αυτό είναι η μόνη κολλητική ουσία που χρησιμοποιούν οι τσαμπουνιέρηδες στις κατασκευές τους. Γεμίζει όλα τα κενά ανάμεσα στο ξύλο της σκάφης και τα καλάμια των αυλών, τα οποία κενά εδώ είναι μπόλικα. Ο σκοπός του κεριού είναι και να κλείσει τις διαρροές του αέρα και να κολλήσει τα διάφορα μέρη μεταξύ τους. 7
Η κρητική λύρα είναι τρίχορδο όργανο που μοιάζει πάρα πολύ με τη Βυζαντινή λύρα η οποία αποτελεί το πρόγονο πολλών Ευρωπαϊκών τοξωτών εγχόρδων. Η αντίστοιχη τη Κρητικής λύρας στο Βυζάντιο ήταν το ρεμπάμπ. Στην Ευρώπη διαδόθηκε η Βυζαντινή λύρα αυτήν την εξέλιξη: χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ιταλία αποτελεί τη lira da bruccio που ήταν τοξωτό έγχορδο του 15ου αιώνα. Στην Κρήτη η κρητική λύρα χρησιμοποιείται ευρέως και σε μερικά νησιά στα Δωδεκάνησα και σε περιοχές της βόρειας Ελλάδας, καθώς επίσης στο Αιγαίο. 8
1. Το λυράκι είναι σχεδόν ίδιο με την βυζαντινή λύρα και είναι ένα μικρό μοντέλο λύρας και χρησιμοποιείτε στους κρητικούς χορούς αποκλειστικά με συνοδεία. 2. Η βροντόλυρας είναι ιδανική για μουσική υπόκρουση γιατί βγάζει πολύ ισχυρό ήχο. 3. Η κοινή λύρα, δημοφιλής στο νησί σήμερα Προέκυψε από συνδυασμό του βιολιού με το λυρακι. Η βιολόλυρα δημιουργήθηκε το 1920, στην προσπάθεια των ντόπιων κατασκευαστών οργάνων που προσδίδουν τον ήχο και τις τεχνικές δυνατότητες του βιολιού στο παλαιό Βυζαντινό λυράκι. 9
Η κρητική λύρα είναι χορδόφωνο μουσικό όργανο με δοξάρι και έχει τις ρίζες της στην Ανατολή. Στην Kρήτη υπήρχαν δύο τύποι λύρας. Tο αποκαλούμενο σήμερα λυράκι, που έδινε οξύ και διαπεραστικό ήχο και η βροντόλυρα ή χοντρόλυρα. Κατασκευάζεται από μονοκόμματο ξύλο κάποιας ηλικίας (τουλάχιστον 10 ετών) και συνήθως χρησιμοποιείται ασφένταμος, καρυδιά, μουρνιά, κ.α. 10
Το Μαντολίνο είναι ένα έγχορδο μουσικό όργανο. Κατασκευάστηκε λίγο πριν το τέλος του 17ου αιώνα. Είναι παρόμοιο ενός οργάνου, της Μαντόλα ή Μαντόρα που χρονολογείται από τον μεσαίωνα μιας και το όνομά του βεβαιώνεται με μαρτυρίες από το 1210.έγχορδο μουσικό όργανο1210 Στην βόρεια Ιταλία τον 17ο αιώνα ξεκίνησε να φτιάχνεται μια μικρότερη Μαντόλα με λιγότερες χορδές. Το νέο αυτό όργανο ονομαζόταν «μαντολίνο» που στην πραγματικότητα σημαίνει «μικρή μαντόλα». 11
Αρχικά το μαντολίνο κατασκευαζόταν με εντέρινες χορδές. Με την πάροδο του χρόνου, χρησιμοποιήθηκαν ζεύγη συρμάτινων χορδών οι οποίες και κουρδίζονται με μεταλλικά κλειδιά. Οι μαντολινάτες αποτελούνται από μαντολίνα, μαντόλες κιθάρες και έχουν επιδείξει μελωδίες απαράμιλλης ακουστικής. 12