Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Αντιμυκητιακά Φάρμακα

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Αντιμυκητιακά Φάρμακα"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Αντιμυκητιακά Φάρμακα

2 Οι λοιμώδεις ασθένειες που προκαλούνται από μύκητες ονομάζονται μυκητιάσεις και συχνά έχουν χρόνιο χαρακτήρα. Πολλές κοινές μυκητιασικές λοιμώξεις είναι επιφανειακές και αφορούν μόνο στο δέρμα, αλλά οι μύκητες μπορούν επίσης να εισχωρήσουν μέσα στο δέρμα και να προκαλέσουν υποδόριες λοιμώξεις. Σε αντίθεση με τα βακτηρίδια, οι μύκητες είναι ευκαρυωτικοί οργανισμοί. Έχουν στερεά κυτταρικά τοιχώματα τα οποία περιέχουν χιτίνη και πολυσακχαρίτες και η κυτταρική τους μεμβράνη αποτελείται από εργοστερόλη. Κατά συνέπεια, οι μυκητιάσεις είναι γενικά ανθεκτικές στα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία των βακτηριδιακών λοιμώξεων. Η συχνότητα των μυκητιάσεων έχει αυξηθεί καθώς ο αριθμός των ανοσοκατεσταλμένων ατόμων (π.χ. καρκινοπαθείς, ασθενείς που έχουν υποστεί μεταμόσχευση), όπως επίσης και εκείνων που έχουν προσβληθεί από AIDS έχει επίσης αυξηθεί.

3 ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΥΠΟΔΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΜΥΚΗΤΙΑΣΕIΣ

4 Αμφοτερικίνη Β (Amphotericin Β)
Είναι ένα πολυενικό μακρολιδικό αντιβιοτικό που υπάρχει στη φύση και παράγεται από τον Streptomyces nodosus. Παρά την ισχυρή τοξικότητά της είναι το φάρμακο εκλογής στη θεραπεία των συστηματικών μυκητιάσεων. Τρόπος δράσης: Διάφορα πολυενικά μόρια συνδέονται με την εργοστερόλη που υπάρχει στην κυτταρική μεμβράνη των ευαίσθητων μυκήτων και σχηματίζουν πόρους ή διαύλους που περιλαμβάνουν, υδρόφοβους δεσμούς μεταξύ λιπόφιλου τμήματος του πολυενικού αντιβιοτικού και στερόλης. Αντιμυκητιακό φάσμα: Είναι είτε μυκητοκτόνο είτε μυκητοστατικό φάρμακο, ανάλογα με το μικροοργανισμό και τη συγκέντρωση του φαρμάκου. Ανθεκτικότητα: Η αντοχή των μυκήτων, μολονότι σπάνια, σχετίζεται με τη μειωμένη περιεκτικότητα της μεμβράνης σε εργοστερόλη.

5 Αμφοτερικίνη Β (Amphotericin Β)
Φαρμακοκινητική: Χορηγείται ενδοφλεβίως. Ορισμένες φορές επιλέγεται η ενδορραχιαία οδός χορήγησης για τη θεραπεία μηνιγγίτιδας που έχει προκληθεί από μύκητες ευαίσθητους στην αμφοτερικίνη Β. Συνδέεται ευρέως με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, κατανέμεται σε όλο το σώμα και δεσμεύεται στους ιστούς. Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με μειωμένη νεφρική ή ηπατική λειτουργία. Έχουν κυκλοφορήσει λιποσωματικά σκευάσματα αμφοτερικίνης Β με καλή θεραπευτική δράση. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Πυρετός και ρίγη, νεφρική βλάβη, υπόταση, αναιμία, νευρολογικές διαταραχές, θρομβοφλεβίτιδα.

6 Φθοριοκυτοσίνη (Flucytosine)
Τρόπος δράσης: Το φάρμακο εισέρχεται στα κύτταρα των μυκήτων μέσω της κυτοσινοειδικής περμεάσης, ενός ενζύμου που δεν ανευρίσκεται στα κύτταρα των θηλαστικών. Avτιμυκητιακό φάσμα: Είναι μυκητοστατικό φάρμακο αποτελεσματικό στη θεραπεία της χρωμοβλαστομυκητίασης και, όταν χορηγείται σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα, στη θεραπεία της καντιντίασης και της κρυπτοκόκκωσης. Ανθεκτικότητα: Κατά τη διάρκεια της θεραπείας μπορεί να αναπτυχθεί αντοχή κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δε χρησιμοποιείται μόνη της σαν αντιμυκητιακό φάρμακο, παρά μόνο για τη θεραπεία της χρωμοβλαστομυκητίασης. Φαρμακοκινητική: Απορροφάται καλά όταν χορηγείται από το στόμα, κατανέμεται σε όλα τα υγρά του σώματος και διεισδύει επαρκώς στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Η αποβολή τόσο του αρχικού φαρμάκου όσο και των μεταβολιτών γίνεται με σπειραματική διήθηση και η δόση θα πρέπει να προσαρμόζεται σε ασθενείς με διαταραγμένη νεφρική λειτουργία. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Αιματολογική τοξικότητα, ηπατική δυσλειτουργία, γαστρεντερικές διαταραχές.

7 Κετοκοναζόλη (Ketoconazole)
Τρόπος δράσης: Αναστείλει την απομεθυλίωση της λανοστερόλης προς εργοστερόλη, την κυριότερη στερόλη των μεμβρανών των μυκήτων. Αντιμυκητιακό φάσμα: Ανάλογα με τη δόση, δρα είτε ως μυκητοστατικό ή ως μυκητοκτόνο φάρμακο. Ανθεκτικότητα: Δεν έχει παρατηρηθεί αντοχή. Φαρμακοκινητική: Χορηγείται μόνο από το στόμα. Διαλύεται στο όξινο γαστρικό περιεχόμενο και απορροφάται μέσω του γαστρικού βλεννογόνου. Η τροφή, τα αντιόξινα, η σιμετιδίνη (cimetidine) και η ριφαμπικίνη (rifampin) μειώνουν την απορρόφηση. Η αποβολή του φαρμάκου γίνεται κυρίως μέσω της χολής. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Γαστρεντερική δυσφορία, ενδοκρινικές διαταραχές, ηπατική δυσλειτουργία.

8 Φθοριοκοναζόλη (Fluconazole)
Τρόπος δράσης: Αναστέλλει τη σύνθεση της εργοστερόλης στη μεμβράνη των μυκήτων με τον ίδιο τρόπο όπως και η κετοκοναζόλη. Ανθεκτικότητα: Αποτυχία στη θεραπεία έχει αναφερθεί σε ορισμένους ασθενείς που έχουν προσβληθεί από τον ιό HIV. Φαρμακοκινητική: Χορηγείται από το στόμα ή ενδοφλεβίως. Η απορρόφησή της είναι άριστη και, σε αντίθεση με την κετοκοναζόλη, δεν εξαρτάται από τη γαστρική οξύτητα. Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες του πλάσματος είναι ελάχιστη. Η σημασία της έγκειται στην ικανότητά της να διεισδύει στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό (φυσιολογικών και φλεγμαινουσών μηνίγγων). Απεκκρίνεται από τους νεφρούς και οι δόσεις πρέπει να μειώνονται σε ασθενείς με μειωμένη νεφρική λειτουργία. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Πρόσφατες έρευνες υποδηλώνουν ότι η φθοριοκοναζόλη είναι δυνητικά τερατογόνο φάρμακο και υποδεικνύουν ότι και άλλες αζόλες μπορεί να έχουν τερατογόνο δράση.

9 Ιτρακοvαζόλη (Itraconazole)
Είναι το σύγχρονο φάρμακο εκλογής για τη θεραπεία της βλαστομυκητίασης. Φαρμακοκινητική: Απορροφάται καλά όταν χορηγείται από το στόμα και το φαγητό αυξάνει τη βιοδιαθεσιμότητά της. Συνδέεται ευρέως με τις πρωτεΐνες του πλάσματος και κατανέμεται ικανοποιητικά στους περισσότερους ιστούς, συμπεριλαμβανομένων των οστών, των πτυέλων και του λιπώδους ιστού. Παρόλα αυτά δεν επιτυγχάνονται θεραπευτικές συγκεντρώσεις στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Μεταβολίζεται ευρέως στο ήπαρ, αλλά δεν αναστέλλει τη σύνθεση των ανδρογόνων. Μικρή ποσότητα από το αρχικό φάρμακο εμφανίζεται στα ούρα κι έτσι, σε περίπτωση νεφρικής ανεπάρκειας, δε χρειάζεται να μειωθούν οι δόσεις. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Ναυτία και εμετό, εξανθήματα, υποκαλιαιμία, υπέρταση, οίδημα και κεφαλαλγία.

10 ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΕΣ ΜΥΚΗΤΙΑΣΕΙΣ

11 Γκριζεοφουλβίνη (Griseofulvin)
Τρόπος δράσης: Εισέρχεται στα ευαίσθητα κύτταρα των μυκήτων με ενεργητική διαδικασία. Συσσωρεύεται στους μολυσμένους, προσφάτως σχηματισθέντες ιστούς που περιέχουν κερατίνη και τους κάνει ακατάλληλους για την ανάπτυξη του μύκητα. Η θεραπεία πρέπει να συνεχίζεται μέχρι να αντικατασταθεί ο μολυσμένος ιστός από φυσιολογικό. Αντιμυκητιακό φάσμα: Είναι κυρίως μυκητοστατικό. Είναι δραστικό μόνο έναντι ορισμένων δερματοφύτων. Ανθεκτικότητα: Η αντοχή οφείλεται στην απουσία του ενεργητικού μηχανισμού πρόσληψης. Φαρμακοκινητική: Εξαιρετικά λεπτά κρυσταλλοειδή παρασκευάσματα απορροφώνται επαρκώς από τη γαστρεντερική οδό. Η απορρόφηση αυξάνεται αν συνδυαστεί με δίαιτα πλούσια σε λιπαρά. Η αποβολή του φαρμάκου γίνεται μέσω των νεφρών, κυρίως με τη μορφή μεταβολιτών. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Η τοξικότητα δεν αποτελεί, γενικά, κλινικό πρόβλημα, μολονότι έχουν αναφερθεί αλλεργικές αντιδράσεις και μικρός αριθμός ανεπιθύμητων ενεργειών (π.χ. κεφαλαλγία, ναυτία).

12 Νυστατίνη (Nystatin) Είναι ένα πολυενικό αντιβιοτικό, του οποίου η δομή, η χημική σύσταση, ο τρόπος δράσης και η αντοχή μοιάζουν με αυτά της αμφοτερικίνης Β. Η χρήση του περιορίζεται στην τοπική θεραπεία των λοιμώξεων από Candida. λόγω της τοξικότητάς του όταν χορηγείται συστηματικά. Η απορρόφησή του από τη γαστρεντερική οδό είναι αμελητέα και δε χορηγείται ποτέ παρεντερικά. Χορηγείται από το στόμα ("μπούκωμα και κατάποση") για τη θεραπεία της στοματικής καντιντίασης. Η αποβολή από τα κόπρανα είναι σχεδόν ποσοτική. Λόγω της ελλιπούς απορρόφησης είναι σπάνιες οι ανεπιθύμητες ενέργειες, αλλά περιστασιακά παρουσιάζονται ναυτία και έμετος.

13 Μικοvαζόλη και άλλα τοπικά φάρμακα
Η μικοvαζόλη, η κλοτριμαζόλη (clotrimazole) και η εκοvαζόλη (econazole) είναι φάρμακα που δρουν τοπικά και μόνο σπάνια χορηγούνται παρεντερικά λόγω της σοβαρής τους τοξικότητας. Ο μηχανισμός δράσης, το αντιμυκητιακό φάσμα, η κατανομή και ο τύπος του μεταβολισμού τους, είναι ίδια με της κετοκοvαζόλης.


Κατέβασμα ppt "Αντιμυκητιακά Φάρμακα"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google