Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
1
Αντιφλεγμονώδη Φάρμακα
2
Η φλεγμονή είναι μια φυσιολογική προστατευτική απάντηση σε ιστική βλάβη, που προκαλείται από φυσικό τραύμα, βλαπτικές χημικές ουσίες ή μικροβιολογικούς παράγοντες. Η φλεγμονή είναι η προσπάθεια του οργανισμού να αδρανοποιήσει ή να καταστρέψει τους εισβάλλοντες οργανισμούς, να απομακρύνει τους ερεθιστικούς παράγοντες και να θέσει τις βάσεις για την επανόρθωση των ιστών. Η φλεγμονή μερικές φορές πυροδοτείται από έναν αβλαβή παράγοντα, όπως η γύρη, ή από μια αυτοάνοση αντίδραση, όπως στο άσθμα ή στη ρευματοειδή αρθρίτιδα.
3
ΠΡΟΣΤΑΓΛΑΝΔΙΝΕΣ Πολλά από τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) δρουν αναστέλλοντας τη σύνθεση των προσταγλανδινών (ακόρεστα προϊόντα λιπαρών οξέων, που περιλαμβάνουν 20 άτομα άνθρακα και έναν κυκλικό δακτύλιο). Ρόλος των προσταγλανδινών ως τοπικών μεσολαβητών. Ενεργούν στους ιστούς στους οποίους συνθέτονται και μεταβολίζονται ταχύτατα προς αδρανή προϊόντα στη θέση δράσης τους. Σύνθεση προσταγλανδινών Το αραχιδονικό οξύ είναι η κύρια πρόδρομη ουσία των προσταγλανδινών και των συγγενών τους ενώσεων. Υπάρχουν δύο κύριες οδοί για τη σύνθεση των εικοσανοειδών από το αραχιδονικό οξύ, οδός της κυκλοοξυγενάσης και οδός της λιποξυγονάσης. Δράσεις των προσταγλανδινών Πολλές από τις δράσεις τους επιτελούνται μέσω της δέσμευσής τους σε μεμβρανικούς υποδοχείς. Λειτουργίες στον οργανισμό Δρουν ως τοπικά σήματα που επιτελούν τη λεπτή ρύθμιση της απάντησης ενός ειδικού κυτταρικού τύπου. Οι λειτουργίες τους ποικίλλουν πολύ, εξαρτώμενες από τον ιστό. Είναι από τους χημικούς μεσολαβητές που απελευθερώνονται στις αλλεργικές και φλεγμονώδεις διεργασίες.
4
ΜΗ ΣΤΕΡΟΕΙΔΗ ΑΝΤΙΦΛΕΓΜΟΝΩΔΗ ΦΑΡΜΑΚΑ
Είναι ομάδα χημικώς διαφορετικών παραγόντων που διαφέρουν στην αντιπυρετική, αναλγητική και αντιφλεγμονώδη δράση τους. Δρουν κυρίως αναστέλλοντας τα ένζυμα της κυκλοοξυγονάσης αλλά όχι τα ένζυμα της λιποξυγονάσης.
5
Ασπιρίνη και άλλα σαλικυλικά
Μηχανισμός δράσης: Η αντιπυρετική και αντιφλεγμονώδης δράση των σαλικυλικών οφείλεται κυρίως στην αναστολή της σύνθεσης προσταγλανδινών στα θερμορυθμιστικά κέντρα του υποθαλάμου και στις περιφερικές θέσεις στόχους. Επιπλέον, μειώνοντας τη σύνθεση προσταγλανδινών, εμποδίζουν επίσης την ευαισθητοποίηση των υποδοχέων του πόνου τόσο σε μηχανικά όσο και σε χημικά ερεθίσματα. Θεραπευτικές χρήσεις: Aντιπυρετικά και αναλγητικά: Χρησιμοποιούνται ως αντιπυρετικά και αναλγητικά στη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, του ρευματικού πυρετού, της ουρικής αρθρίτιδας. Κοινώς αντιμετωπιζόμενες καταστάσεις που απαιτούν αναλγησία, περιλαμβάνουν κεφαλαλγία, αρθραλγία και μυαλγία. Εξωτερικές εφαρμογές: Το σαλικυλικό οξύ χρησιμοποιείται τοπικά για τη θεραπεία τύλων και επιδερμοφύτων (εξάνθημα που προκαλείται από μύκητες). Το μεθυλοσαλικυλικό (methyl salicylate, "οil of wintergreen") χρησιμοποιείται εξωτερικά ως αντιερεθιστικό του δέρματος σε αλοιφές. Καρδιαγγειακές εφαρμογές: Χρησιμοποιούνται για να αναστείλουν τη συσσώρευση αιμοπεταλίων. Χαμηλές δόσεις ασπιρίνης χρησιμοποιούνται προφυλακτικά, για να μειώσουν την επίπτωση παροδικού ισχαιμικού επεισοδίου και ασταθούς στηθάγχης σε άνδρες, όπως επίσης την επίπτωση της θρόμβωσης της στεφανιαίας αρτηρίας. Καρκίνος του κόλου: Υπάρχει ένδειξη ότι η χρόνια χρήση ασπιρίνης μειώνει την επίπτωση του ορθοπρωκτικού καρκίνου.
6
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Γαστρεντερικό: επιγαστρική δυσφορία, ναυτία και έμετος. Μικροσκοπική αιμορραγία από το γαστρεντερικό απαντάται σχεδόν σε όλους τους ασθενείς που θεραπεύονται με σαλικυλικά. Η ασπιρίνη πρέπει να λαμβάνεται με τροφή και μεγάλες ποσότητες υγρών, για να ελαττώνονται οι γαστρεντερικές ενοχλήσεις. Αίμα: αναστολή της συσσώρευσης των αιμοπεταλίων και την παράταση του χρόνου πήξης. Αναπνοή: Σε τοξικές δόσεις προκαλούν καταστολή του αναπνευστικού και συνδυασμό μη αντισταθμιζόμενης αναπνευστικής και μεταβολική ς οξέωσης. Υπερευαισθησία: Περίπου το 15% των ασθενών που λαμβάνουν ασπιρίνη παρουσιάζουν αντιδράσεις υπερευαισθησίας. Σύνδρομο Reye: Η ασπιρίνη που χορηγείται σε ιογενείς λοιμώξεις έχει συνδεθεί με αυξημένη επίπτωση του συνδρόμου Reye, μιας συχνά θανατηφόρου, κεραυνοβόλου ηπατίτιδας με εγκεφαλικό οίδημα. Αλληλεπιδράσεις φαρμάκων: Η ταυτόχρονη χορήγηση σαλικυλικών με πολλές κατηγορίες φαρμάκων μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες ενέργειες. Τοξικότητα: Η δηλητηρίαση με σαλικυλικά μπορεί να είναι ήπια ή σοβαρή. Η ήπια μορφή καλείται σαλικυλισμός και χαρακτηρίζεται από ναυτία, έμετο, υπεραερισμό, κεφαλαλγία, πνευματική σύγχυση, ζάλη και εμβοές (κουδούνισμα αυτιών). Όταν χορηγούνται μεγάλες δόσεις σαλικυλικών, μπορεί να προκληθεί σοβαρή δηλητηρίαση με σαλικυλικά.
8
Παράγωγα του προπιονικού οξέος
Η ιβουπροφένη ήταν το πρώτο φάρμακο αυτή της κατηγορίας που κυκλοφόρησε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ακολουθήθηκε από τη ναπροξένη, τη φενοπροφένη, την κετοπροφένη, τη φλουρβιπροφένη και την οξαπροζίνη. Διαθέτουν αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντιπυρετική δράση και έχουν κερδίσει ευρεία αποδοχή στη χρόνια θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και της οστεοαρθρίτιδας, γιατί οι γαστρεντερικές δράσεις τους είναι γενικά λιγότερο έντονες από αυτές της ασπιρίνης. Αναστρέψιμοι αναστολείς της κυκλοοξυγονάσης και αναστέλλουν τη σύνθεση των προσταγλανδινών αλλά όχι των λευκοτριενίων. Όλα απορροφώνται καλά μετά τη χορήγηση από το στόμα και συνδέονται σχεδόν πλήρως με την αλβουμίνη του ορού. Μεταβολίζονται στο ήπαρ και εκκρίνονται από τους νεφρούς. Η πιο συχνή ανεπιθύμητη ενέργεια είναι από το γαστρεντερικό και κυμαίνεται από δυσπεψία μέχρι αιμορραγία. Ανεπιθύμητες ενέργειες: αφορούν το ΚΝΣ, κεφαλαλγία, εμβοές και ζάλη.
9
Ινδολοξικά οξέα Ινδομεθακίνη: Είναι πιο ισχυρό από την ασπιρίνη ως αντιφλεγμονώδες αλλά είναι κατώτερο από τα σαλικυλικά σε δόσεις ανεκτές από τους ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα. Η τοξικότητά της περιορίζει τη χρήση της στις καταστάσεις που περιγράφονται παραπάνω. Μπορεί να καθυστερήσει τον τοκετό, καταστέλλοντας τις συσπάσεις της μήτρας. Σουλινδάκη: Ο μεταβολισμός από τα μικροσωμιακά ένζυμα του ήπατος παράγει την ενεργό μορφή (σουλφίδιο) του φαρμάκου, η οποία έχει μακρό χρόνο δράσης. Ετοδολάκη: Αυξάνει τη νεφροτοξικότητα της κυκλοσπορίνης.
10
Παράγωγα οξικάμης Μόνο η πιροξικάμη είναι διαθέσιμη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, της αγκυλοποιητικής σπονδυλίτιδας και της οστεοαρθρίτιδας. Φεναμάτες Το μεφεναμικό οξύ και η μεκλοφεναμάτη δεν υπερέχουν των άλλων ΜΣΑΦ ως αντιφλεγμονώδη φάρμακα. Φαινυλβουταζόνη Ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση, αλλά ασθενή αναλγητική και αντιπυρετική δράση. Χορηγείται κυρίως για τη βραχυχρόνια θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας και στην οξεία ρευματοειδή αρθρίτιδα, όταν τα άλλα ΜΣΑ έχουν αποτύχει.
11
ΜΗ-ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΑΝΑΛΓΗΤΙΚΑ
Έχουν μικρή ή καθόλου αντιφλεγμονώδη δράση. Πλεονεκτούν θεραπευτικώς έναντι των ναρκωτικών αναλγητικών στο ότι δεν προκαλούν φυσική εξάρτηση ή αντοχή.
12
Ακεταμινοφαίνη (Παρακεταμόλη) και Φαινακετίνη
Δρουν αναστέλλοντας τη σύνθεση προσταγλανδινών στο ΚΝΣ. Θεραπευτικές χρήσεις: Είναι κατάλληλο υποκατάστατο για την αναλγητική και αντιπυρετική δράση της ασπιρίνης σε μερικούς ασθενείς με γαστρικά ενοχλήματα και σ' εκείνους για τους οποίους η επιμήκυνση του χρόνου πήξης θα ήταν μειονέκτημα ή όταν δε χρειάζονται την αντιφλεγμονώδη δράση της ασπιρίνης. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Σε φυσιολογικές θεραπευτικές δόσεις στερείται σημαντικών ανεπιθύμητων ενεργειών. Δερματικό εξάνθημα και μικρές αλλεργικές αντιδράσεις συμβαίνουν σπάνια. Μπορεί να υπάρχουν μικρές αλλαγές στον αριθμό των λευκοκυττάρων, αλλά αυτές είναι γενικά παροδικές.
13
ΒΡΑΔΕΩΣ ΔΡΩΝΤΕΣ, ΑΝΤIΦΛΕΓΜΟΝΩΔΕIΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Τα φάρμακα που προκαλούν υποχώρηση της αρθρίτιδας δρουν βραδέως. Χρησιμοποιούνται κυρίως για ρευματικές διαταραχές, ειδικά σε περιπτώσεις που η φλεγμονή δεν ανταποκρίνεται σε αναστολείς της κυκλοοξυγονάσης. Επιβραδύνουν την πορεία της νόσου και μπορούν επίσης να προκαλέσουν υποχώρηση, εμποδίζοντας την περαιτέρω καταστροφή των αρθρώσεων και των προσβαλλόμενων ιστών. Έχουν αργή έναρξη δράσης, μερικές φορές χρειάζονται 3 έως 4 μήνες.
14
Άλατα χρυσού Τα σύμπλοκα χρυσού δεν μπορούν να επιδιορθώσουν την υπάρχουσα καταστροφή αλλά μπορούν να εμποδίσουν την περαιτέρω βλάβη. Είναι τα πιο αποτελεσματικά φάρμακα για τους ταχέως εξελισσόμενους τύπους της νόσου, ειδικά εάν χορηγούνται στα αρχικά της στάδια. Χλωροκίνη και υδροξυχλωροκίνη Επιπλέον της αναστολής της σύνθεσης του νουκλεϊνικού οξέος, πιστεύεται ότι σταθεροποιούν τις μεμβράνες των λυσοσωμάτων και παγιδεύουν τις ελεύθερες ρίζες. D-Πενικιλλαμίνη Επιβραδύνει την πορεία της καταστροφής του οστού και της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Η παρατεταμένη θεραπεία έχει σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες, που κυμαίνονται από δερματολογικά προβλήματα μέχρι νεφρίτιδα και απλαστική αναιμία. Μεθοτρεξάτη Οι δόσεις της μεθοτρεξάτης που απαιτούνται γι' αυτή τη θεραπεία είναι πολύ χαμηλότερες από εκείνες που χρειάζονται για τη χημειοθεραπεία του καρκίνου και δίνονται μία φορά την εβδομάδα επομένως οι ανεπιθύμητες ενέργειες ελαχιστοποιούνται.
15
ΦΑΡΜΑΚΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΣΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΟΥΡΙΚΗΣ ΑΡΘΡIΤΙΔΑΣ
Η ουρική αρθρίτιδα είναι μεταβολική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα. Η υπερουριχαιμία έχει ως αποτέλεσμα την εναπόθεση κρυστάλλων ουρικού νατρίου στους ιστούς, ειδικά των νεφρών και των αρθρώσεων. Η υπερουριχαιμία δεν οδηγεί πάντα σε ουρική αρθρίτιδα, αλλά η υπερουριχαιμία πάντα προηγείται της ουρικής αρθρίτιδας. Στους ανθρώπους, το ουρικό νάτριο είναι το τελικό προϊόν του μεταβολισμού των πουρινών. Αιτία της υπερουριχαιμίας είναι η υπερπαραγωγή ουρικού οξέος, ανάλογα με την ικανότητα του ασθενούς να το απεκκρίνει. Οι περισσότερες θεραπευτικές στρατηγικές περιλαμβάνουν την ελάττωση του επιπέδου του ουρικού οξέος κάτω από το επίπεδο κορεσμού, εμποδίζοντας με αυτό τον τρόπο την εναπόθεση κρυστάλλων ουρικού. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί: (1) επεμβαίνοντας στη σύνθεση του ουρικού οξέος με αλλοπουρινόλη, (2) αυξάνοντας την έκκριση ουρικού οξέος με προβενεσίδη ή σουλφινπυραζόνη, (3) αναστέλλοντας την είσοδο λευκοκυττάρων στην προσβεβλημένη άρθρωση με κολχικίνη ή (4) χορηγώντας ΜΣΑΦ.
16
Θεραπεία οξείας ουρικής αρθρίτιδας
Οι κρίσεις ουρικής αρθρίτιδας μπορούν να προκληθούν από έναν αριθμό καταστάσεων, μεταξύ των οποίων η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλης, δίαιτα πλούσια σε πουρίνες ή νεφρική νόσος. Οι οξείες κρίσεις θεραπεύονται με κολχικίνη για να μειωθεί η μετακίνηση κοκκιοκυττάρων προς την προσβλημένη περιοχή και με ΜΣΑΦ για να μειωθεί ο πόνος και η φλεγμονή. Θεραπεία χρονίας ουρικής αρθρίτιδας Η χρόνια ουρική αρθρίτιδα μπορεί να προκληθεί από (1) γενετική ανωμαλία (αυξημένος ρυθμός σύνθεσης πουρινών), (2) νεφρική ανεπάρκεια, (3) σύνδρομο Lesch-Nyhan ή (4) υπερβολική σύνθεση ουρικού οξέος συνδεόμενη με χημειοθεραπεία για καρκίνο. Οι στρατηγικές θεραπείας περιλαμβάνουν τη χρήση ουρικοζουρικών φαρμάκων τα οποία αυξάνουν την αποβολή του ουρικού οξέος, μειώνοντας έτσι τη συγκέντρωσή του στο πλάσμα, και τη χρήση αλλοπουρινόλης η οποία είναι εκλεκτικός αναστολέας των τελευταίων σταδίων βιοσύνθεσης του ουρικού οξέος.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.