Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
ΔημοσίευσεTheophilus Petros Τροποποιήθηκε πριν 9 χρόνια
1
Κινολόνες και Αντισηπτικά των Ουροφόρων Οδών
2
Τα φάρμακα αυτά είναι εντελώς συνθετικά.
Η δομή τους σχετίζεται στενά με τη δομή μιας παλιότερης κινολόνης, του ναλιδιξικού οξέος (nalidixic acid). To κύριο μέλος της οικογένειας είναι η σιπροφλοξασίνη (ciprofloxacin) η οποία έχει και την ευρύτερη εφαρμογή στην κλινική πράξη. Στις ΗΠΑ κυκλοφορούν και άλλα αντιβιοτικά της ίδιας ομάδας, που χρησιμοποιούνται κυρίως για τη θεραπεία λοιμώξεων των ουροφόρων οδών.
3
ΦΘΟΡΙΟΚΙΝΟΛΟΝΕΣ Η ταχεία εμφάνιση ανθεκτικών στελεχών περιόρισε τη χρήση του στη θεραπεία λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος. Μηχανισμός δράσης Εισέρχονται στο κύτταρο με παθητική διάχυση, μέσω υδρόφιλων πρωτεϊνικών διαύλων γεμάτων με νερό (πορίνες) που εντοπίζονται στην εξωτερική επιφάνεια της μεμβράνης. Αντιμικροβιακό φάσμα Όλες έχουν βακτηριοκτόνο δράση. Είναι γενικά δραστικές εναντίον gram-αρνητικών μικροοργανισμών. Είναι αποτελεσματικές για τη θεραπεία της βλεννόρροιας, αλλά όχι της σύφιλης. Η δράση τους εναντίον αναερόβιων είναι μικρή.
4
Σιπροφλοξασίνη (Ciprofloxacin): Είναι η πιο ισχυρή φθοριοκινολόνη και έχει αντιμικροβιακό φάσμα παρόμοιο με εκείνο της νορφλοξασίνης. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία λοιμώξεων από ψευδομονάδα σε ασθενείς με κυστική ίνωση. Νορφλοξασίνη (Norfloxacin): Είναι αποτελεσματική για τη θεραπεία επιλεγμένων και μη επιλεγμένων λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος και για τη θεραπεία της προστατίτιδας. Οφλοξασίνη (Ofloxacin): Χρησιμοποιείται κυρίως για τη θεραπεία της προστατίτιδας από Ε. coli, καθώς και για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, με εξαίρεση τη σύφιλη. Λομεφλοξασίνη (Lomefloxacin): Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των λοιμώξεων των ουροφόρων οδών και της βρογχίτιδας από Haemophilus influenzae ή Moxarella catarrhalis. Δεν είναι αποτελεσματική για τη βακτηριαιμία από ψευδομονάδα.
5
Ανθεκτικότητα Στους υπεύθυνους μηχανισμούς για την ανάπτυξη ανθεκτικότητας ανήκουν οι ακόλουθοι: Τροποποίηση στόχου: Οι τροποποιήσεις της βακτηριακής γυράσης του DΝΑ, ιδιαίτερα σε αμινοξέα του Ν-άκρου της υπομονάδας Α, έχουν συσχετιστεί με ελάττωση της συγγένειας για τις φθοριοκινολόνες. Η υπομονάδα Β της γυράσης σπάνια μεταλλάσσεται. Ελαττωμένη συσσώρευση: Υπάρχουν δύο μηχανισμοί που δημιουργούν ελαττωμένη ενδοκυττάρια συσσώρευση του φαρμάκου στο βακτηριακό κύτταρο. Φαρμακοκινητική Απορρόφηση: Η νορφλοξασίνη, όταν χορηγείται από το στόμα απορροφάται σε ποσοστό 35-70%, ενώ οι υπόλοιπες φθοριοκινολόνες σε ποσοστό 70-90%. Κατανομή: Το ποσοστό σύνδεσης με πρωτεΐνες του πλάσματος κυμαίνεται από 1Ο έως 40%. Όλες οι φθοριοκινολόνες κατανέμονται καλά σε όλους τους ιστούς και τα υγρά του σώματος. Μεταβολισμός: Με εξαίρεση την οφλοξασίνη και τη λομεφλοξασίνη, μεταβολίζονται μερικώς σε χημικές ενώσεις με μικρότερη αντιμικροβιακή δραστηριότητα. Αποβολή: Το μητρικό φάρμακο και οι μεταβολίτες του αποβάλλονται στα ούρα, όπου δημιουργούνται υψηλές συγκεντρώσεις
6
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Τοξικές δράσεις, διάρροια, προβλήματα από το ΚΝΣ, νεφροτοξlκότητα, φωτοτοξικότητα. Avτενδείξεις Πρέπει να αποφεύγονται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, σε γυναίκες που θηλάζουν και σε άτομα κάτω των 18 ετών, επειδή έχει παρατηρηθεί διάβρωση του αρθρικού χόνδρου (αρθροπάθεια) σε νεαρά πειραματόζωα. Αλληλεπιδράσεις φαρμάκων Η σιπροφλοξασίνη, η οφλοξασίνη και η ενοξασίνη εμποδίζουν το μεταβολισμό της θεοφυλλίνης (theophyllin) και αυξάνουντα επίπεδά της στον ορό. Μπορεί, επίσης, να αυξήσουν τα επίπεδατης βαρφαρίνης (warfarin), της καφεΐνης (caffeine) και της κυκλοσπορίνης (cyclosporine). Η σιμετιδίνη (cimetidine) εμποδίζει την απέκκριση των φθοριοκινολονών. Έχει αναφερθεί η εμφάνιση ιλίγγων μετά από ταυτόχρονη χορήγηση ενοξασίνης με το αντιφλεγμονώδες φάρμακο φενοπροφένη (fenoprofen).
7
ΚΙΝΟΛΟΝΕΣ Το ναλιδιξικό οξύ είναι μία μη φθοριωμένη κινολόνη, που έχει τον ίδιο μηχανισμό δράσης με τις φθοριοκινολόνες. Είναι αποτελεσματική για τους περισσότερους μικροοργανισμούς που προκαλούν συχνά ουρολοιμώξεις. Η χρησιμότητά του στην κλινική πράξη είναι περιορισμένη, εξαιτίας της ταχείας εμφάνισης ανθεκτικών στελεχών. Το φάρμακο απορροφάται καλά, και σε μεγάλο ποσοστό (>90%) συνδέεται με πρωτεΐνες του πλάσματος, γι' αυτό και τα επίπεδα του ελεύθερου φαρμάκου είναι ανεπαρκή για τη θεραπεία συστηματικών λοιμώξεων. Στις ανεπιθύμητες ενέργειες συμπεριλαμβάνονται ναυτία, έμετοι και κοιλιακά άλγη, φωτοευαισθησία, κνίδωση και πυρετός.
8
ΑΝΤΙΣΗΠΤΙΚΑ ΤΩΝ ΟΥΡΟΦΟΡΩΝ ΟΔΩΝ
Η Escherichia coli είναι το συχνότερο παθογόνο που ευθύνεται για το 80% περίπου των μη επιπλεγμένων λοιμώξεων του ανώτερου και κατώτερου ουροποιητικού. Ο Staphylococcus saprophyticus είναι το δεύτερο σε συχνότητα παθογόνο αίτιο. Άλλα συνήθη παθογόνα είναι η Klebsiella pneumoniae και ο Proteus mirabilis. Μεθεναμίνη Μηχανισμός δράσης: Για να δράσει πρέπει να διασπαστεί σε όξινο ρΗ στα ούρα, παράγοντας έτσι φορμαλδεύδη η οποία είναι τοξική για τα περισσότερα βακτήρια. Αντιμικροβιακό φάσμα: Χρησιμοποιείται κυρίως για χρόνια κατασταλτική θεραπεία. Τα βακτήρια που διασπούν την ουρία και κάνουν τα ούρα αλκαλικά εμφανίζουν συνήθως ανθεκτικότητα στη δράση της. Φαρμακοκινητική: Χορηγείται από το στόμα. Στην ουροδόχο κύστη, εκτός από τη φορμαλδεύδη, παράγεται και ιόν αμμωνίου. Κατανέμεται καλά στα υγρά του σώματος και δεν εμφανίζει συστηματική τοξικότητα. Αποβάλλεται στα ούρα. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Γαστρεντερική δυσφορία, ενώ σε μεγάλες δόσεις αναπτύσσονται πρωτεϊνουρία, αιματουρία και εξανθήματα.
9
Νιτροφουραντοίνη Χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά για τη θεραπεία των ουρολοιμώξεων, λόγω της τοξικότητας και του στενού αντιμικροβιακού της φάσματος. Μηχανισμός δράσης: Τα ευαίσθητα βακτήρια ανάγουν το φάρμακο προς έναν ενεργό παράγοντα που αναστέλλει διάφορα ένζυμα και καταστρέφει το DNA. Η δραστικότητα του φαρμάκου είναι μεγαλύτερη σε όξινα ούρα. Αντιμικροβιακό φάσμα: Είναι χρήσιμο κατά της Escherichia coli, ενώ άλλα gram-αρνητικά βακτήρια των ουροφόρων οδών μπορεί να είναι ανθεκτικά. Ανθεκτικότητα: Η αντοχή είναι ιδιοσυστασιακή. Έχει σχέση με την αδυναμία αναγωγής της νιτροομάδας παρουσία οξυγόνου. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας δεν αναπτύσσεται αντοχή. Φαρμακοκινητική: Το φάρμακο απορροφάται πλήρως όταν χορηγείται από το στόμα. Αποβάλλεται γρήγορα με σπειραματική διήθηση και χρωματίζει τα ούρα καστανά. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Γαστρεντερικές διαταραχές, οξεία πνευμονίτις, νευρολογικές διαταραχές, αιμολυτική αναιμία.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.