Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
1
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΝΟΣΟΥ ΤΟΥ PARKINSON
2
Τα περισσότερα φάρμακα που επηρεάζουν το κεντρικό νευρικό σύστημα δρουν μεταβάλλοντας κάποιο στάδιο στη διεργασία της νευροδιαβίβασης. Τα φάρμακα που επιδρούν στο ΚΝΣ μπορεί να δρουν προσυναπτικά επηρεάζοντας την παραγωγή, αποθήκευση ή τον τερματισμό της δράσης των νευροδιαβιβαστών. Άλλες ουσίες μπορεί να ενεργοποιούν ή να αποκλείουν τους μετασυναπτικούς υποδοχείς.
3
Η Νευροδιαβίβαση στο ΚΝΣ
Το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ) και το Αυτόνομο Νευρικό Σύστημα (ΑΝΣ) έχουν αρκετές ομοιότητες στις βασικές λειτουργίες των νευρώνων. Και στα δύο συστήματα η αναγνώριση του νευροδιαβιβαστή από τον υποδοχέα της μεμβράνης του μετασυναπτικού νευρώνα πυροδοτεί ενδοκυττάριες μεταβολές. Τα κυκλώματα του ΚΝΣ είναι πολύ πιο πολύπλοκα από αυτά του ΑΝΣ και ο αριθμός των συνάψεων στο ΚΝΣ είναι πολύ μεγαλύτερος. Το ΚΝΣ αντίθετα από το ΑΝΣ περιέχει ισχυρά δίκτυα ανασταλτικών νευρώνων που είναι συνεχώς ενεργά τροποποιώντας τους ρυθμούς της νευρομεταβίβασης.
4
Συναπτικά δυναμικά Στο ΚΝΣ οι υποδοχείς στις περισσότερες συνάψεις είναι συζευγμένοι με διαύλους ιόντων. Η πρόσδεση του νευροδιαβιβαστή στον υποδοχέα της μετασυναπτικής μεμβράνης έχει ως αποτέλεσμα την ταχεία αλλά και προσωρινή διάνοιξη των ιοντικών διαύλων.
5
Οι νευρικές οδοί (προσυναπτικό κύτταρο → νευροδιαβιβαστής → μετασυναπτικό κύτταρο) στο ΚΝΣ διακρίνονται σε: Διεγερτικές οδοί: Ο ερεθισμός των διεγερτικών νευρώνων πυροδοτεί την απελευθέρωση διεγερτικών νευροδιαβιβαστών, όπως ακετυλοχολίνη και γλουταμινικό οξύ, οι οποίοι προσδένονται σε αντίστοιχους υποδοχείς της μετασυναπτικής μεμβράνης. Η πρόσδεσή τους με τον υποδοχέα, προκαλεί μια κίνηση ιόντων που έχει ως αποτέλεσμα την εκπόλωση της μετασυναπτικής μεμβράνης. Η εκπόλωση της κυτταρικής μεμβράνης και η μετάδοση της νευρικής ώσης πυροδοτείται όταν το δυναμικό στην κυτταρική μεμβράνη ξεπερνάει ένα «κατώφλι ή ουδό», σύμφωνα με την αρχή του «όλου ή ουδέν».
6
Ανασταλτικές οδοί: Ο ερεθισμός των ανασταλτικών νευρώνων οδηγεί στην απελευθέρωση ανασταλτικών νευροδιαβιβαστών, όπως γ-αμινοβουτυρικό οξύ και γλυκίνη, οι οποίοι προσδένονται σε αντίστοιχους υποδοχείς στο μετασυναπτικό κύτταρο. Η πρόσδεσή τους με τον υποδοχέα προκαλεί μια κίνηση ιόντων που έχει ως αποτέλεσμα την υπερπόλωση της μετασυναπτικής μεμβράνης.
7
Συνδυασμένα αποτελέσματα διεγερτικών και ανασταλτικών μετασυναπτικών δυναμικών: Αρκετοί διαφορετικοί τύποι νευροδιαβιβαστών μπορεί να δρουν στον ίδιο νευρώνα αλλά ο καθένας προσδένεται στο δικό του ιδιαίτερο υποδοχέα. Το προκαλούμενο αποτέλεσμα προκύπτει από τη συνισταμένη των επιμέρους δράσεων των διαφορετικών νευροδιαβιβαστών στον ιδιαίτερο υποδοχέα τους. Οι νευροδιαβιβαστές δεν είναι κατανεμημένοι ομοιόμορφα στο ΚΝΣ, αλλά εντοπίζονται σε ιδιαίτερες ομάδες νευρώνων των οποίων οι άξονες μπορεί να συνάπτονται με ιδιαίτερες περιοχές του εγκεφάλου.
8
Επισκόπηση της Νόσου του Parkinson
Χαρακτηρίζεται από: (α) ακούσιο τρόμο των άκρων, (β) μυϊκή δυσκαμψία και (γ) βραδυκινησία. Σε πρώιμη φάση, ο ακούσιος τρόμος αποτελεί το συχνότερο σύνδρομο προσβάλλοντας συνήθως πρώτα τα χέρια. Η αιτία της νόσου είναι άγνωστη για τους περισσότερους ασθενείς. Η πάθηση σχετίζεται με μια μείωση της δραστηριότητας των ντοπαμινεργικών ανασταλτικών νευρώνων στην μέλαινα ουσία και στο ραβδωτό σώμα.
9
Μέλαινα Ουσία Είναι τμήμα του εξωπυραμιδικού συστήματος (λειτουργική μάλλον, παρά ανατομική, ενότητα που αποτελείται από πυρήνες και ίνες που εμπλέκονται στις κινητικές δραστηριότητες, όπως τα βασικά γάγγλια). Είναι η αφετηρία των ντοπαμινεργικών νευρώνων που καταλήγουν στο ραβδωτό σώμα.
10
Ραβδωτό Σώμα Συνδέεται με τη μέλαινα ουσία με νευρώνες που απελευθερώνουν τον ανασταλτικό διαβιβαστή GABA στις απολήξεις τους στη μέλαινα ουσία. Με τη σειρά τους τα κύτταρα της μέλαινας ουσίας στέλνουν νευρώνες πίσω στο ραβδωτό σώμα, απελευθερώνοντας τον ανασταλτικό διαβιβαστή ντοπαμίνη στις απολήξεις τους. Στη νόσο του Parkinson η καταστροφή των κυττάρων της μέλαινας ουσίας έχει ως αποτέλεσμα τον εκφυλισμό των νευρώνων που είναι υπεύθυνοι για την απελευθέρωση ντοπαμίνης στο νεοραβδωτό σώμα. Το νεοραβδωτό σώμα είναι επίσης πλούσιο σε διεγερτικούς χολινεργικούς νευρώνες που έχουν αντίθετη δράση με τη ντοπαμίνη.
11
Θεραπευτική Στρατηγική
Πολλά από τα συμπτώματα της νόσου αντικατοπτρίζουν τη διαταραχή της ισορροπίας μεταξύ των διεγερτικών χολινεργικών νευρώνων και ιδιαίτερα του μειωμένου αριθμού των ανασταλτικών ντοπαμινεργικών νευρώνων. Η θεραπεία στοχεύει: στην αποκατάσταση των επιπέδων της ντοπαμίνης στα βασικά γάγγλια, στον ανταγωνισμό της διεγερτικής δράσης των χολινεργικών νευρώνων έτσι ώστε να αποκατασταθεί η σωστή ισορροπία ντοπαμίνης / ακετυλοχολίνης.
12
Δυναμική Ισορροπία ΝΤΟΠΑΜΙΝΗ ΑΚΕΤΥΛΟΧΟΛΙΝΗ
13
Η πορεία της νόσου ποικίλει…
Αναμφισβήτητα η χορήγηση της λεβοντόπα έχει βελτιώσει την ποιότητα ζωής των ατόμων που πάσχουν από τη νόσο. Με έναρξη της θεραπείας κατά την αρχή των συμπτωμάτων, περίπου το ένα τρίτο των πασχόντων εμφανίζει σημαντική βελτίωση, το άλλο ένα τρίτο εμφανίζει μέτριου βαθμού βελτίωση, και το τελευταίο τρίτο δεν παρουσιάζει σημαντικού βαθμού βελτίωση. Όταν δεν παρατηρούνται σημάδια βελτίωσης, η διάγνωση πρέπει να επανεξετάζεται. και η αιτία που προκαλεί τα συμπτώματα του Parkinson πρέπει να εξετασθεί.
14
Φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη νόσο του Parkinson
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται σήμερα προσφέρουν προσωρινή ανακούφιση από τα συμπτώματα της διαταραχής αλλά δεν σταματούν ούτε αντιστρέφουν την πορεία της νευρωνικής εκφύλισης που προκαλείται από τη νόσο.
15
Λεβοντόπα και Καρβιντόπα
Λεβοντόπα και Καρβιντόπα Μειώνουν σημαντικά τη βαρύτητα της νόσου για τα πρώτα λίγα χρόνια θεραπείας. Κατόπιν οι ασθενείς αντιμετωπίζουν μια μείωση της ανταπόκρισης κατά το τρίτο με πέμπτο έτος θεραπείας. H λεβοντόπα απορροφάται γρήγορα από το λεπτό έντερο, όταν είναι κενό από τροφές. Παρουσιάζει ένα μικρό χρόνο ημίσειας ζωής (1-2 ώρες), με αποτέλεσμα να προκαλούνται διακυμάνσεις στη συγκέντρωση της στο πλάσμα. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να εμφανίζονται διακυμάνσεις στη κινητική λειτουργία, φαινόμενο ‘on-off’, προκαλώντας αιφνίδια απώλεια της φυσιολογικής κινητικότητας με τρόμο μυϊκές συσπάσεις και ακινησία. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν παρατηρηθεί κατά τη χορήγηση λεβοντόπας είναι η ανορεξία, η ναυτία, ο έμετος, η ταχυκαρδία και κοιλιακές έκτακτες συστολές και υπόταση.
16
Λεβοντόπα και Καρβιντόπα
Λεβοντόπα και Καρβιντόπα Η αδρενεργική δράση στην ίριδα προκαλεί μυδρίαση και σε ορισμένα άτομα έχουν εντοπιστεί αιματολογικές δυσκρασίες και θετική αντίδραση Coombs. Έχουν παρατηρηθεί οπτικές και ακουστικές ψευδαισθήσεις καθώς και παθολογικές ακούσιες κινήσεις (δυσκινησία), λόγω της υπέρμετρης δραστηριότητας της ντοπαμίνης σε υποδοχείς των βασικών γαγγλίων. Η λεβοντόπα μπορεί ακόμα να προκαλέσει μεταβολές του θυμικού, κατάθλιψη και άγχος. Η ταυτόχρονη χορήγηση λεβοντόπα και αναστολέων μονοαμινοξειδάσης (ΜΑΟ), όπως η φαινελζίνη, μπορεί να οδηγήσει σε υπερτασική κρίση λόγω της αυξημένης παραγωγής κατεχολαμινών.
17
Βρωμοκρυπτίνη: το φάρμακο προκαλεί μικρή απάντηση σε ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στη λεβοντόπα, αλλά χρησιμοποιείται συχνά μαζί με τη λεβοντόπα σε ασθενείς που ανταποκρίνονται στη φαρμακευτική θεραπεία. Μπορεί να προκαλέσει καρδιολογικά προβλήματα ειδικά σε ασθενείς με ιστορικό. Αμανταδίνη: έχει μικρή επίδραση στον τρόμο αλλά είναι περισσότερο αποτελεσματικό από τα αντιχολινεργικά στη δυσκαμψία και βραδυκινησία. Δεπρενύλη: ενισχύει τη δράση της λεβοντόπα όταν τα δύο φάρμακα χορηγούνται μαζί, μειώνοντας σημαντικά την αναγκαία δόση λεβοντόπα. Αντιμουσκαρινικά: παίζουν μόνο βοηθητικό ρόλο στη αντιπαρκινσονική θεραπεία.
18
Η χορήγηση λεβοντόπα αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα αλληλεπίδρασης φαρμάκου με τη διατροφή. Συγκεκριμένα, αμινοξέα που περιέχονται στη τροφή και ειδικά τα ουδέτερα αμινοξέα όπως η ισολευκίνη και λευκίνη ανταγωνίζονται με το φάρμακο, αφενός στο επίπεδο της απορρόφησης από το γαστρεντερικό, αλλά και αφετέρου στη μεταφορά της λεβοντόπα στο ΚΝΣ διαμέσου του αιματοεγκεφαλικού φραγμού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την επιβραδυνόμενη και ελαττωμένη απορρόφηση του φαρμάκου καθώς και διακυμάνσεις στη δράση του φαρμάκου από δόση σε δόση που οδηγούν σε σημαντικές μεταβολές στην κλινική εικόνα του ασθενούς (‘on-off’ φαινόμενο).
19
Η χορήγηση του φαρμάκου πρέπει να γίνεται με κενό στομάχι, συνήθως 45 λεπτά πριν το γεύμα. Επιπλέον, τροφές που έχουν σημαντική περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες πρέπει να κατανέμονται ομοιόμορφα στα γεύματα κατά τη διάρκεια της ημέρας, έτσι ώστε να μην υπάρχει καμιά στιγμή μεγάλη διαφοροποίηση στην ποσότητα των αμινοξέων στο γαστρεντερικό σύστημα, λόγω της διατάραξης της ομαλής απορρόφησης του φαρμάκου. Επιπλέον, η πυριδοξίνη (βιταμίνη Β6) αυξάνει την περιφερική διάσπαση της λεβοντόπα και μειώνει τη δραστικότητα της. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να αποφεύγεται η λήψη συμπληρωμάτων Β6, ή μεγάλων ποσοτήτων τροφίμων που περιέχουν πυριδοξίνη (όπως ήπαρ, σολωμός, μοσχαρίσιο κρέας,μπανάνες, καρύδια, κοτόπουλο).
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.