Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
1
ΙΕΡΟ ΤΗΣ ΟΡΘΙΑΣ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ
Ένα από τα σημαντικότερα ιερά της αρχαίας Σπάρτης είναι το ιερό της Ορθίας Αρτέμιδος κτισμένο κοντά στις όχθες του ποταμού Ευρώτα. Όπως είναι γνωστό από τις φιλολογικές πηγές, το ιερό αυτό ήταν το θρησκευτικό κέντρο της σπαρτιατικής αγωγής των νέων ενός ζητήματος εξαιρετικά σημαντικού για τη σπαρτιατική πολιτεία στην οποία η πειθαρχία σε συγκεκριμένους κανόνες ήταν ζήτημα επιβίωσης. Στο ναό λατρευόταν αρχικά η μυκηναϊκή θεότητα Ορθία, όμοια με τη Μυκηναϊκή θεά της γονιμότητας. Η θεά στους ιστορικούς χρόνους ταυτίστηκε με την Άρτεμη. Το ιερό γνώρισε μεγάλη ακμή στα ρωμαϊκά χρόνια γεγονός που φανερώνει και η επέκταση του εκείνη την περίοδο. Η ανασκαφική έρευνα έδειξε ότι η λατρεία στο συγκεκριμένο χώρο ξεκίνησε τουλάχιστον από τον 9ο αι. (αν όχι το 10ο αι. π.Χ. ). Το ιερό θα αποτελούσε αρχικά ένα υπαίθριο τέμενος με βωμό όχι μνημειακό. Ο πρώτος ναός κτίστηκε κατά τον 8ο ή 7ο αι. π.Χ.. Ο πρώτος αυτός ναός καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του 6ου αι. π.Χ. πιθανότατα από πλημμύρα και μόνο μια γωνία του διασώθηκε από τις μετέπειτα μετασκευές του κτηρίου. Στη θέση του κτίστηκε ένας νέος ναός, τα κατάλοιπα του οποίου με νεώτερες επισκευές είναι ορατά μέχρι σήμερα. Από τα πορίσματα της ανασκαφικής έρευνας προκύπτει ότι ο δεύτερος αυτός ναός διατηρήθηκε έως το 2ο αι. π.Χ. , οπότε και επισκευάστηκε όπως και ο βωμός ή αντικαταστάθηκε πάνω στα ίδια θεμέλια. Η μεγάλη όμως επέμβαση στο χώρο πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του 3ου αι. μ .Χ., όταν στα ανατολικά του ναού κτίστηκε ένα αμφιθέατρο και ένας νέος μεγαλύτερος βωμός πιο κοντά στο ναό. Η επέκταση δικαιολογείται από τη φήμη που είχε αποκτήσει το ιερό στα ρωμαϊκά χρόνια, όταν τελούνταν σε αυτό προς τιμήν της θεάς το αγώνισμα της διαμαστίγωσης. Η τελετή συμβάδιζε με τις προτιμήσεις της εποχής για αιματηρά θεάματα και το πλήθος συνέρεε για να την παρακολουθήσει.
3
ΘΩΛΩΤΟΣ ΤΑΦΟΣ ΒΑΦΕΙΟΥ Ο τάφος ήταν συλημένος αλλά περιείχε ένα στενόμακρο λάκκο, μέσα στον οποίο βρέθηκαν σπουδαία ταφικά ευρήματα (κτερίσματα): όπλα, σφραγιδόλιθοι, τα δύο περίφημα χρυσά κύπελλα με σκηνές κυνηγιού ταύρου κλπ. Η ταφή αποδόθηκε στο λεγόμενο Πρίγκηπα του Βαφειού, ο οποίος είχε θησαυρίσει αντικείμενα πολυτελείας, εισηγμένα, με ανταλλαγή το περίφημο μάρμαρο της περιοχής.
5
ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ Η πρώτη φάση κατασκευής του θεάτρου χρονολογείται στα ύστερα ελληνιστικά χρόνια και καταλαμβάνει τετραγωνικά μέτρα. Ακόμη και σήμερα, που δεν είναι ανασκαμμένο πλήρως, αποτελεί ένα από τα εντυπωσιακότερα αξιοθέατα του αρχαιολογικού χώρου της Σπάρτης. Το συνολικό πλάτος του θεάτρου είναι 114 μέτρα και πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα της αρχαίας Ελλάδας. Στο χώρο αυτό, εκτιμάται ότι μπορούσαν να χωρέσουν περί τους θεατές. Η σκηνή αρχικά ήταν ξύλινη, κινητή και μεταφερόταν πάνω σε τροχούς. Αργότερα, κατασκευάστηκε μόνιμη σκηνή, η οποία υπέστη μετατροπές και επεκτάσεις κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ. όπως δείχνει ένα ενυπόγραφο επιστύλιο το οποίο φέρει το όνομα του αυτοκράτορα Βεσπασιανού ως δωρητή, αλλά και κατά το 2ο και τον 3ο αιώνα. Τελευταία πληροφορία για επέμβαση στο θέατρο στα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. προέρχεται από επιστύλιο της σκηνής που αναφέρει τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο. Μετά τη δημιουργία της λίθινης σκηνής, στο χώρο της σκηνο-θήκης κατασκευάστηκε ένα Νυμφαίο, μια μακρόστενη δεξαμενή με απολήξεις στις δύο στενές πλευρές. Από τους δύο τοίχους του κοίλου, οι οποίοι είχαν επενδυθεί με λευκό μάρμαρο, ο ανατολικός παρουσίαζε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Σε αυτόν υπήρχαν τα ονόματα των αξιωματούχων της πόλεως σε ετήσια βάση. Αποτελεί, λοιπόν, ο τοίχος αυτός από μόνος του ένα "λίθινο" αρχείο της πόλης της Σπάρτης. Στην ανατολική πάροδο κατασκευάστηκε, σε επαφή με τον τοίχο, κλίμακα, που οδηγούσε στο άνω διάζωμα του θεάτρου. Οι τελευταίες έρευνες της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής στο θέατρο, απέδειξαν ότι στην ανώτερη απόληξη του θεάτρου, πάνω και από το και περιμετρικά σε αυτό, είχε κατασκευαστεί στοά ώστε να καταφεύγουν εκεί οι θεατές σε περίπτωση βροχής. Το θέατρο, μετά τις επιδρομές βαρβαρικών φυλών τον 4ο αιώνα και την περιτείχιση της ακρόπολης, εγκαταλείφθηκε ως χώρος συγκεντρώσεων. Κατά τη Βυζαντινή εποχή, το κοίλον του καταλήφθηκε από σπίτια. Τα σπίτια αυτά αλλά και αφαίρεση λίθων του θεάτρου στα νεώτερα χρόνια για οικοδομικούς σκοπούς, αμβλύνει την εικόνα που σχηματίζει ο επισκέπτης για το μεγαλοπρεπές αυτό θεατρικό οικοδόμημα, το οποίο ο περιηγητής Παυσανίας περιγράφει ως "λίθου λευκού, θέας άξιον".
7
ΛΕΩΝΙΔΑΙΟΝ: Ήταν μεγάλος πολυτελής ξενώνας, που βρισκόταν στη νοτιοδυτική γωνία του ιερού, έξω από τον περίβολο της Άλτεως. Προοριζόταν για τη φιλοξενία των επισήμων, που έρχονταν στην Ολυμπία κατά τη διάρκεια τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων. Κτίσθηκε περίπου το 330 π.Χ. και ανοικοδομήθηκε τουλάχιστον δύο φορές στους ρωμαϊκούς χρόνους. Οφείλει το όνομά του στο δωρητή και αρχιτέκτονά του Λεωνίδη από τη Νάξο, όπως μας πληροφορεί η αναθηματική επιγραφή, που διατηρήθηκε σε τμήματα του επιστυλίου της εξωτερικής ιωνικής στοάς, σε περισσότερες από μία πλευρές του κτηρίου, και αναφέρει ''ΛΕΩΝΙΔΗΣ ΛΕΩΤΟΥ ΝΑΞΙΟΣ ΕΠΟΙΗΣΕ''. Το άγαλμα του Λεωνίδη, που ήταν ο χορηγός του κτιρίου, ήταν στημένο κοντά στη βορειοανατολική γωνία του κτηρίου, εκεί όπου βρέθηκε και το ενεπίγραφο βάθρο του. Ήταν μεγάλο, σχεδόν τετράγωνο κτίσμα, που έχει εξωτερικά στις τέσσερις πλευρές του ιωνική κιονοστοιχία, αποτελούμενη συνολικά από 138 κίονες με ύψος 5,55 μ. Στο κέντρο του βρίσκεται μία αυλή, με περιστύλιο που αποτελείται από 44 δωρικούς κίονες. Ανάμεσα στις δύο κιονοστοιχίες αναπτύσσονται στις τέσσερις πλευρές του κτηρίου τα δωμάτια, που βλέπουν προς την αυλή. Τα πιο ευρύχωρα δωμάτια βρίσκονται στη δυτική πλευρά του, που είχε βάθος 15 μ., ενώ οι υπόλοιπες είχαν βάθος 10 μ. Ανά μία είσοδος υπήρχε στη νότια και βόρεια πλευρά. Επεμβάσεις στο κτήριο έγιναν στα ρωμαϊκά χρόνια, οπότε και διαμορφώθηκε τεχνητή διακοσμητική λίμνη στην κεντρική αυλή. Τότε το κτήριο χρησιμοποιείτο ως κατοικία των Ρωμαίων αξιωματούχων.
9
ΜΥΣΤΡΑΣ Η ίδρυση του Μυστρά συνδέεται με την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας το 1204: η Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατακερματίζεται, η Πελοπόννησος παραχωρείται στη φράγκικη οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων, που ιδρύει το Πριγκηπάτο της Αχαΐας και λίγα χρόνια αργότερα, το 1249, ο φράγκος πρίγκιπας Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος κτίζει το κάστρο του Μυζηθρά στην κορυφή του ομώνυμου λόφου, σε θέση καίρια για τον έλεγχο της κοιλάδας του Ευρώτα. Το κάστρο αυτό θα αποτελέσει τον πυρήνα της μετέπειτα καστροπολιτείας του Μυστρά, μιας από τις σημαντικότερες υστεροβυζαντινές πόλεις. Το 1259, στη μάχη της Πελαγονίας, ο φράγκος πρίγκιπας συλλαμβάνεται αιχμάλωτος από τους Βυζαντινούς. Για την απελευθέρωσή του ο βυζαντινός αυτοκράτορας απαιτεί ως λύτρα την παράδοση των κάστρων της Μονεμβασίας, της Μαΐνης και του Μυζηθρά, τα οποία και παραδίδονται τρία χρόνια αργότερα, το Η ασφάλεια, που παρέχει ο φυσικά οχυρός λόφος του Μυστρά, θα προκαλέσει τη μετακίνηση του πληθυσμού της Λακεδαιμονίας σε αυτόν, γεγονός που θα αποτελέσει την απαρχή της εξέλιξής του στο σημαντικότερο αστικό κέντρο της περιοχής. Το 1289 η ''κεφαλή'', ο επαρχιακός διοικητής των βυζαντινών κτίσεων της Πελοποννήσου, μεταφέρει την έδρα του από τη Μονεμβασία στο Μυστρά, ενώ το 1349 ο Μυστράς γίνεται η πρωτεύουσα του ημιαυτόνομου Δεσποτάτου του Μορέως με πρώτο ''Δεσπότη'' τον Μανουήλ Καντακουζηνό ( ), γιο του αυτοκράτορα Ιωάννη Στ΄. Το 1383 τη δυναστεία των Καντακουζηνών διαδέχεται στο Μυστρά η αυτοκρατορική οικογένεια των Παλαιολόγων με πρώτο εκπρόσωπό της τον Θεόδωρο Α΄ (1380/1-1407). Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους ''Δεσπότες'' του Μυστρά κατέχει ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος ( ), προτελευταίος στη σειρά ''Δεσπότης'', ο οποίος, έχοντας διαδεχθεί στον αυτοκρατορικό θρόνο τον αδελφό του Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο ( ), θα σκοτωθεί στην πολιορκία και άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το Η βυζαντινή φάση στην ιστορία του Μυστρά λήγει το 1460 με την παράδοσή του στους Τούρκους. Από το 1460 έως το 1540 ο Μυστράς, πρωτεύουσα πλέον του οθωμανικού σαντζακίου της Πελοποννήσου, γίνεται ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα παραγωγής και εμπορίας μεταξιού της ανατολικής Μεσογείου. Μικρή διακοπή στη μακραίωνη τουρκική κατάκτηση αποτελεί η περίοδος της Ενετοκρατίας, από το 1687 έως το 1715, ενώ η παρακμή του Μυστρά αρχίζει το 1770 μετά την καταστροφή του από Τουρκαλβανούς στρατιώτες στο πλαίσιο του μεγάλου επαναστατικού κινήματος των Ορλωφικών. Με την ίδρυση της σύγχρονης πόλης της Σπάρτης από το βασιλιά Όθωνα, το 1834, αρχίζει η μετακίνηση των κατοίκων του Μυστρά προς τη νέα πόλη. Οι τελευταίοι κάτοικοί του θα εγκαταλείψουν την καστροπολιτεία το 1953 μετά την απαλλοτρίωση του χώρου από το ελληνικό κράτος. Είχε προηγηθεί, το 1921, η κήρυξη του χώρου με βασιλικό διάταγμα ως προέχον βυζαντινό μνημείο.
11
ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΙΟΣ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ
H Kουμαντάρειος Πινακοθήκη ουσιαστικά λειτουργεί ως Παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης. Το νεοκλασσικό κτίριο στο οποίο στεγάζεται και η συλλογή πινάκων, προέρχονται από δωρεά της οικογένειας Κουμάνταρου, της Ντόλλυς Γουλανδρή και του αδελφού της Γεωργίου Κουμάνταρου, που υλοποίησαν την διάθεση και το όνειρο του πατέρα τους Ιωάννη, νόστος δημιουργικό, για την ιδιαίτερη πατρίδα του.
13
ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΙΑΣ Το Μουσείο της Ελιάς και του Ελληνικού Λαδιού είναι το πρώτο στο είδος του που δημιουργήθηκε στον τόπο μας. Με παράδειγμα άλλα μεσογειακά κράτη, τα οποία έχουν ήδη αναδείξει τη δική τους παραγωγή, το Μουσείο επιδιώκει, μεταξύ άλλων, να προβάλλει τις προσπάθειες που γίνονται στην Ελλάδα για να διασωθεί η παραδοσιακή τεχνολογία και να αναδειχθεί ο διαχρονικός πολιτισμικός ρόλος της ελιάς και του λαδιού. Στον άνω όροφο του Μουσείου παρουσιάζεται η πολύπλευρη σημασία των δυο αγαθών (της ελιάς και του λαδιού) για τον ελλαδικό χώρο, σε πεδία όπως η οικονομία, η διατροφή, η υγιεινή, οι λατρευτικές συνήθειες, τα λαϊκά έθιμα. Στον κάτω όροφο συνεχίζεται η παρουσίαση της εξέλιξης της τεχνολογίας των ελαιοτριβείων στην Ελλάδα από τους Μεταβυζαντινούς χρόνους έως το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Εκτίθενται μηχανισμοί που σώζονται ή/και έχουν αποκατασταθεί, καθώς και μεγάλες κινούμενες μακέτες, που βοηθούν τους επισκέπτες να αντιληφθούν τις παραδοσιακές τεχνικές παραγωγής του λαδιού. Στην υπαίθρια έκθεση γίνεται αναφορά στην ελαιοκαλλιέργεια, ενώ παρουσιάζονται επίσης τρία ελαιοτριβεία, ένα των Προϊστορικών, ένα των Αρχαίων και ένα των Βυζαντινών χρόνων, τα οποία τίθενται σε λειτουργία στο πλαίσιο εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων και προγραμμάτων. Το έργο εντάχθηκε στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Πελοποννήσου και χρηματοδοτήθηκε από το Β΄ και Γ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Το Μουσείο στεγάζεται στο χώρο της παλιάς Ηλεκτρικής Εταιρείας, η χρήση του οποίου παραχωρήθηκε από τον Δήμο Σπαρτιατών.
15
ΣΑΪΝΟΠΟΥΛΕΙΟ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ
Το Σαϊνοπούλειο Αμφιθέατρο βρίσκεται στο 5ο χλμ. της Εθνικής Οδού Σπάρτης-Καλαμάτας εντός του ομώνυμου πάρκου. Κάθε καλοκαίρι λαμβάνει χώρα το "Πολιτιστικό Καλοκαίρι", μια σειρά πολιτιστικού ενδιαφέροντος εκδηλώσεων που περιλαμβάνει θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες και άλλα ανάλογα δρώμενα. Μεταξύ άλλων, έχουν εμφανιστεί σε αυτό ο Νικηφόρος Βρεττάκος, η Άννα Συνοδινού, μεγάλοι θίασοι όπως του Εθνικού Θεάτρου, των ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας και Θεσσαλίας, η Καμεράτα των Φίλων της Μουσικής και ο Μάνος Χατζιδάκις, ο οποίος εξέφρασε τον θαυμασμό του για την φυσική ομορφιά και ακουστική του Αμφιθεάτρου.
17
ΨΗΦΙΔΩΤΑ ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
Το ψηφιδωτό υπήρξε σημαντικό κεφάλαιο της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Χρησιμοποιήθηκε , κυρίως , για τη διακόσμηση των δαπέδων των οικιών , ιδιαιτέρως εκείνων της τραπεζαρίας και του προθαλάμου . Από την Αρχαία Ελλάδα παρέλαβαν την τέχνη του ψηφιδωτού οι Ρωμαίοι και κατόπιν οι Βυζαντινοί ,έφτασε σε μεγάλη ακμή . Η σημερινή Σπάρτη διαθέτει καταπληκτικά αρχαιολογικά ευρήματα ψηφιδωτών τα οποία εξαιτίας της έλλειψης Μουσείου σύγχρονων κι επαρκών προδιαγραφών βρίσκονται «κρυμμένα» από τα μάτια τόσο των Σπαρτιατών όσο και των επισκεπτών και των τουριστών . Πριν μερικά χρόνια , στα 2004,Δημοτική Αρχή της Σπάρτης ανέθεσε στον εικαστικό κ. Καλλίδωρο (…) να φιλοτεχνήσει αντίγραφα δύο γνωστών ψηφιδωτών της αρχαίας Σπάρτης , αυτό της αρπαγής της Ευρώπης και αυτό του Ορφέα που με τη λύρα του εξημερώνει τα θηρία. Δυστυχώς, το ψηφιδωτό της Ευρώπης έχει αρχίσει να χάνει τις ψηφίδες του στο κάτω μέρος όπου και έχει δημιουργηθεί μια τρύπα η οποία συνεχώς μεγαλώνει, ενώ στο επίπεδό του έχουν δημιουργηθεί ανωμαλίες , πράγμα που προοιωνίζεται περαιτέρω μεγάλη και γρήγορη φθορά. Πάνω απ’ όλα , βεβαίως , χρειάζεται ένας κανονισμός λειτουργίας της Πλατείας που πρέπει να αποτρέπει τέτοιου είδους φθορές και καταστροφές, ο οποίος θα εξυπηρετεί ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ τους σκοπούς για τους οποίους οι κοινωνικές ανάγκες δημιούργησαν το θεσμό των πλατειών.
19
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Σπάρτης είναι το πρώτο Ελληνικό Μουσείο που χτίστηκε σε επαρχιακή πόλη ( ) και είναι έργο του αρχιτέκτονα Γ. Κατσαρού. Περιλαμβάνει έξι αίθουσες κι έναν προθάλαμο , όπου εκτίθενται ευρήματα από τα δύο μεγάλα ιερά της Ορθίας Αρτέμιδος (πήλινες αναθηματικές επιγραφές των νικητών των αγώνων προς τιμήν της θεάς) και της Χαλκιοίκου Αθηνάς (χάλκινα αγαλματίδια, αγγεία κλπ) ευρήματα από τις ανασκαφές του Αμυκλαίου, ένα μικρό δείγμα από τα ψηφιδωτά , που έχουν βρεθεί στην πόλη της Σπάρτης και διακοσμούσαν τις βίλλες της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής. Επίσης υπάρχουν δύο αίθουσες με γλυπτά μεταξύ των οποίων και ο σε αποσπασματική μορφή σωζόμενος ανδριάντας πολεμιστή -ο και επονομαζόμενος Λεωνίδας - και μια αίθουσα με ευρήματα από τις προϊστορικές ανασκαφές της Πελλάνας και των Αμυκλών.
21
ΚΑΙΑΔΑΣ Με το όνομα Καιάδας αναφερόταν στην αρχαιότητα μεγάλο βάραθρο κοντά στην αρχαία Σπάρτη παρά το όρος Ταΰγετος. Η θέση του βαράθρου αυτού δεν έχει μέχρι σήμερα γίνει γνωστή. Άλλοι το τοποθετούν κοντά στο Μυστρά, και άλλοι σε ένα από τα φαράγγια του Ταΰγετου στο δρόμο προς την Καλαμάτα, ταυτίζοντας αυτόν με τους «Αποθέτες», όπου εκεί οι αρχαίοι Σπαρτιάτες λέγεται ότι έριχναν τα ανάπηρα ή καχεκτικά βρέφη προκειμένου έτσι να διασφαλίσουν την ευγονική της φυλής τους. Ο Καιάδας από τις ελάχιστες ιστορικές αναφορές προσδιορίζεται ως τόπος όπου ρίπτονταν οι κακούργοι και οι αιχμάλωτοι πολέμου. Στο χωριό Παρόρι υπάρχει πράγματι άνοιγμα ενός σκοτεινού σπηλαίου, πλην όμως ο Παυσανίας, στη περιγραφή του για την απόδραση του Αριστομένη από τον Καιάδα, αναφέρεται σε απότομο και βαθύ φαράγγι, ανάλογο με το «βάραθρο» των Αθηναίων, από το άνοιγμα του οποίου μπορούσε να περάσει μόνο μια αλεπού. Κατά ιστορικές αναφορές στον Καιάδα ρίχτηκαν από τους Σπαρτιάτες ο ήρωας του Β΄ Πελοποννησιακού πολέμου Αριστομένης ο Ανδανιεύς μαζί με 50 αιχμαλώτους Μεσσήνιους. Κατά τη πτώση του όμως εκείνη ο Αριστομένης πρόλαβε να πιαστεί αρχικά από τα φτερά ενός αετού και στη συνέχεια από την ουρά μιας αλεπούς που τον οδήγησε στην έξοδο. Επίσης στον Καιάδα οι Σπαρτιάτες κατακρήμνισαν και το νεκρό σώμα του βασιλιά τους Παυσανία που είχε καταδικαστεί σε θάνατο για προδοσία
23
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΖΕΡΜΠΙΤΣΑΣ Η Μονή είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και επονομάζεται της Ζερμπίτσας. Βρίσκεται πάνω σε ένα από τα ανατολικά προβούνια του Ταϋγετου σε υψόμετρο 700, νότια από το Ξηροκάμπι, την ωραία κωμόπολη. Από τη Σπάρτη φτάνει κανείς στη Μονή με αυτοκίνητο, έπειτα από διαδρομή 20 χιλιομέτρων. Ο επισκέπτης μπορεί να πάρει μια ιδέα για το παρελθόν, τον πλούτο και την πνευματική ακτινοβολία της Μονής αν, μετά το Καθολικό με τις ενδιαφέρουσες αγιογραφίες, επισκεφθεί το μικρό μουσείο της, όπου εκτίθενται θυμιατήρια, χρυσοκέντητες παραστάσεις, άμφια, αληθινά κειμήλια από το 1500 και ύστερα, όπως το Λάβαρο της Μονής και ο Επιτάφιος. Η Μονή από την όλη αρχιτεκτονική διάταξη των κτισμάτων της και φυσικά από τα χαρακτηριστικά του καθολικού ανήκει στο λεγόμενο αγιορείτικο ή αθωνίτικο τύπο με βυζαντινή καταγωγή και χαρακτηριστικά μικρογραφίας πόλης. Το ωραίο Καθολικό της του 1639, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, αγιογραφήθηκε το Ο ναός είναι σταυροειδής και το εσωτερικό του χωρίζεται σε τρία κλίτη από τέσσερις πεσσούς. Η ιδιοτυπία του οφείλεται στις δύο, εκτός από εκείνην του ιερού, ημικυκλικές κόγχες, που ονομάζονται χοροί επειδή εκεί στέκεται ο χορός των ψαλτών και διαθέτει ευρύχωρο νάρθηκα ή λιτή όπως λέγεται. Οι αγιογραφίες της Μονής είναι εξαίσιες και παρατηρώντας τες θα διαπιστώσει κανείς ότι ο αγιογράφος του Καθολικού της Ζερμπίτσας φρόντισε ιεραρχικά να ζωγραφίσει πρώτα την ποδέα με τα γεωμετρικά σχήματα, έπειτα τις μορφές των ολόσωμων αγίων, πιο πάνω τη ζώνη με τα μαρτύριά τους, ψηλότερα τους οίκους του Ακαθίστου Ύμνου και τελευταία τη ζώνη με τα θαύματα του Κυρίου. Φυσικά ο αγιογράφος δεν είναι ένας αλλά περισσότεροι, και απ' ό,τι φαίνεται πρόκειται για μαθητές του Δημητρίου Κακαβά. Μεγάλη ήταν η πνευματική ακτινοβολία της Μονής, από το 1690 και μετά, ειδικότερα στον τομέα της χειρόγραφης παράδοσης, με την παρουσία ενός αξιόλογου βιβλιογράφου από την Αναβρυτή, του ιερομόναχου Γαλακτίωνα, ο οποίος γράφει τον "Κώδικα Νομικής Ύλης" καθώς και σπουδαία ποιήματα. Ο πλάτανος της Μονής, μοναχικός, μεγαλοπρεπής, με το βαρύ καθιστό κορμό του απλώνει τους κυκλώπειους βραχίονές του με την άνεση υπερφυσικού όντος. Σίγουρα πρέπει να έχει την ηλικία του Καθολικού (350 χρόνων) και τον κορμό του αγκαλιάζουν πέντε άνδρες. Η ιστορία της Μονής αρχίζει από παλαιούς χρόνους, κάπου στο 12 αι. Πριν από αυτή την εποχή πρέπει να υπήρχε στο χώρο αυτό κάποιος πρόχειρος ξυλόστεγος, γιατί έχουν βρεθεί λείψανα ειδωλικού ναού. Ανάγλυφα του αρχαίου ιερού βλέπουμε σήμερα εντοιχισμένα στο Καθολικό της Μονής ενώ κάποια άλλα βρίσκονται στο μουσείο της. Εδώ οι λάτρεις του Απόλλωνα και της Αθηνάς είχαν στήσει κάποτε ένα μικρό δωρικό ναό. Η ονομασία Ζερμπίτσα, προτού δοθεί στο μοναστήρι, είχε δοθεί στην περιοχή, ίσως μάλιστα πριν από το 12ο αι. Η παράδοση έχει διαφορετικές εκδοχές για το τοπωνύμιο: άλλοτε το αποδίδει στην εδαφολογική διαμόρφωση και άλλοτε σε ένα φυγάδα, Μεγάλο Διερμηνέα της Πόλης (τον Η. Ζερβό), ο οποίος κατέφυγε στην περιοχή. Η Μονή ακμάζει από το 1639 έως το 1770 και μπαίνει σε κρίσιμη περίοδο κατά τους διωγμούς και τις σφαγές που ακολούθησαν τα Ορλωφικά. Όπως και άλλα μοναστήρια, λεηλατήθηκε από τους Αλβανούς και, αφού διασκορπίστηκαν οι μοναχοί και τα κειμήλιά της, πυρπολήθηκε. Αλλά και όταν αποχώρησαν οι Αλβανοί, προβλήματα συνέχισαν να δημιουργούν και οι Βαρδουνιώτες που κατοικούσαν στην περιοχή. Αργότερα, η Μονή συμμετείχε στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 με τον ηρωικό μοναχό Γαβριήλ Ζερμπιτσιώτη, ο οποίος πήρε το όνομά του από τη Μονή. Μετά την πυρπόληση του μοναστηριού από τους Αιγύπτιους του Ιμπραήμ το 1826, ο ηγούμενος Γρηγόριος και επτά μοναχοί επισκεύασαν μερικούς χώρους και έτσι η Μονή κατάφερε να στεγάσει το περιφερόμενο σχολείο και να περιθάλψει τα ορφανά. Από το 1928 και μετά λειτουργεί ως ίδρυμα περίθαλψης με σημαντική προσφορά, ακόμη και για παιδιά που έρχονται από την Αίγινα. Μετά την Επανάσταση του 1821 συνεχίστηκε χωρίς διακοπή η μοναστική παράδοση. Το 1962 έγινε ηγούμενος της Μονής ο αρχιμανδρίτης Θεόφιλος Σιμόπουλος, που εργάστηκε με ζήλο και συγκέντρωσε όλα τα λείψανα της Μονής, από αρχαία ανάγλυφα έως ιερά άμφια και λειτουργικά σκεύη, και ίδρυσε το μικρό μουσείο της Μονής. Από το 1965 η Μονή ξανάγινε γυναικεία με την οσιολογιωτάτη καθηγουμένη Παρθενία Βασιλάκη. Μια μικρή ομάδα μοναχών καταγίνεται με την αγιογραφία, με αξιόλογα αποτελέσματα. Η κοινοβιακή ζωή ακολουθεί τους αυστηρούς κανόνες της ορθόδοξης παράδοσης του μοναχισμού και το αγιορείτικο τυπικό. Η Μονή εορτάζει στις 23 Σεπτεμβρίου την Απόδοση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, οπότε τελείται λιτάνευση της θαυματουργής εικόνας, η οποία, κατά την παράδοση, είναι του 17ου αιώνα.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.