Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
1
Διπλωματική εργασία Της Κωνσταντινίδου Ευφημίας
Η προσωπικότητα, η Αυτοεκτίμηση, ο Δεσμός προσκόλλησης, το Φύλο, τα χρόνια σχέσης και η Ηλικία ως προβλεπτικοί παράγοντες της απιστίας Διπλωματική εργασία Της Κωνσταντινίδου Ευφημίας
2
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο άνθρωπος από τη στιγμή της γέννησης του δημιουργεί σχέσεις αγάπης, στοργής και τρυφερότητας και εκθέτει τον εαυτό του από τη μια μεριά σε χαρά και συναισθηματική απογείωση και από την άλλη σε πιθαναλογούμενο πόνο και αποχωρισμό. Ο αποχωρισμός είναι σύμφυτος με την ανάπτυξη του ατόμου και την εσωτερική του εξέλιξη.
3
Αποχωρισμός και κατά επέκταση απώλεια βιώνεται σε κάθε αλλαγή της ζωής
Ιδιαίτερης σημασίας όλες οι μεταβάσεις της ζωής που έχουν ψυχολογικό χαρακτήρα και περιεχόμενο, βάζουν κάποιον στη διαδικασία να αναθεωρήσει τις πεποιθήσεις του για τη ζωή , οι δε επιπτώσεις του διαρκούν επί μακρόν και συμβαίνουν τόσο γρήγορα που αυτός που τις βιώνει έχει ελάχιστο χρόνο για να προετοιμαστεί (Parkes,1988)
4
Ως σημαντικές εμπειρίες ζωής νοούνται όλες εκείνες οι αλλαγές της καθημερινής ζωής, που οδηγούν σε ανανοηματοδότηση και αναπροσαρμογή (Holmes & Rahe,1960), όπως η αρρώστια, σωματική και ψυχική, η σχολική αποτυχία, η αναπηρία, η εξάρτηση και το γήρας, το διαζύγιο και το τέλος μιας σχέσης (Teel,1991)
5
Στις σύγχρονες κοινωνίες ένας από τους βασικούς λόγους που μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια ενός ανθρώπου από τη ζωή κάποιου άλλου είναι η απιστία. Οι εκτός της σχέσης πειρασμοί οδηγούν στην απιστία που με την σειρά της αποτελεί την πιο σημαντική απειλή για τη διάλυση της σχέσης, καθώς η αντιμετώπιση της δεν είναι πάντα εύκολη και η συγχώρεση της αποτελεί ένα από τα πιο δύσκολα θέματα σε μια σχέση (Finkel και συν.,2002)
6
Τι είναι η απιστία; Η απιστία μπορεί να είναι είτε συναισθηματική είτε σεξουαλική. Η σεξουαλική απιστία περιλαμβάνει τη σεξουαλική εμπλοκή με έναν άλλον άνθρωπου πλην του/της συντρόφου, ενώ η συναισθηματική απιστία αφορά στη συναισθηματική εμπλοκή με κάποιο τρίτο πρόσωπο (Shackelford & Buss,1997)
7
Στατιστικά στοιχεία Το 24% των ανδρών και το 14% των αντρών είχαν εξωσυζυγική σχέση (Pittman,1989) 50-65% των παντρεμένων ανδρών και το 45-55% των παντρεμένων γυναικών δημιούργησαν πριν την ηλικία των σαράντα εξωσυζυγική σχέση (Scarf,1996. Atwood & Schartz,2002). Σε έρευνα για τη διάρκεια και την ποιότητα των εξωσυζυγικών σχέσεων ο Spring (1999) έδιεξε ότι το 10% διαρκούν περισσότερο από μια μέρα λιγότερο από ένα μήνα , το 50% περισσότερο από ένα μήνα αλλά λιγότερο από ένα χρόνο και το 30% διαρκούν δυο ή και περισσότερα χρόνια
8
Έρευνες 38 και 53 εκατ. ανδρών σε σχέση με την απιστία έδειξαν ότι το 50% και το 70% αντίστοιχα των συμμετεχόντων έχουν απιστήσει ή προτίθενται να το κάνουν (Lawson,1989). Το 85% των γυναικών που διαισθητικά πίστευαν πως οι σύντροφοι τους τις έχουν απατήσει είχαν δίκιο. Το αντίστοιχο ποσοστό για τους άντρες ανέρχεται στο 50% (Lawson,1989).
9
Ακόμα και όταν η απιστία γινόταν αντιληπτή και το ζευγάρι αποφάσιζε να προβεί σε διαζύγιο πολύ σπάνια παντρευότανε τον άνθρωπο με τον οποίο διατηρούσαν εξωσυζυγικό δεσμό. Μόνο το 3% των αντρών συμμετεχόντων πήραν τελικά διαζύγιο και παντρεύτηκαν τις ερωμένες τους (Halper,1989)
10
Betzig (1989) σε έρευνα που πραγματοποίησε ανάμεσα σε 160 κοινωνίες διαπίστωσε πως η απιστία είναι ένας από τους σημαντικότερους λόγους που οδηγούν στη λύση ενός γάμου Τα ποσοστά αυτά κάνουν επιτακτική την ανάγκη να αναζητηθούν οι πιθανές αιτίες που μπορεί να οδηγούν στο φαινόμενο της απιστίας
11
Θεωρία της εξέλιξης και απιστία
Η θεωρία της σεξουαλικής επιλογής ενός συντρόφου όπως αυτή περιγράφεται ιδωμένη μέσα σε ένα εξελικτικό πλαίσιο βρίσκεται στην εξέλιξη της θεωρίας της εξελικτικής επιλογής Ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος σκέφτεται, αισθάνεται και συμπεριφέρεται μπορεί να γίνει πληρέστερα κατανοητός αν αναλογιστεί κανείς ποιες σκέψεις, συναισθήματα και συμπεριφορές οικειοποιούνται οι πρόγονοι προκειμένου να επιβιώσουν και να αναπαραχθούν
12
Όλα τα ζώντα όντα πρέπει να ανταγωνιστούν το ένα το άλλο και σύμφωνα με τη φυσική τάξη των πραγμάτων, οι οργανισμοί που δεν αντέχουν τον ανταγωνισμό αφανίζονται ενώ όσοι επιβιώνουν προσαρμόζονται στις περιβαλλοντικές αλλαγές και τελικά μεταβιβάζουν τα νεοαποκτηθέντα γνωρίσματα και πρότυπα συμπεριφοράς στις επόμενες γενεές (Salkind & Markoulis, 2006)
13
Κατά το Δαρβίνο (1859) η διαδικασία της φυσικής επιλογής μπορεί να λειτουργήσει όταν υπάρχει η ανάγκη της αλλαγής και όταν δεν παρεμποδίζεται ο τυχαίος συνδυασμός των γονιδίων με τρεις βασικές προϋποθέσεις 1. τα χαρακτηριστικά των ατόμων που αποτελούν τον πληθυσμό πρέπει να ποικίλουν 2. η ποικιλία αυτή των χαρακτηριστικών πρέπει να μεταφέρεται κληρονομικά από γενιά σε γενιά 3. τα άτομα που αποτελούν τον πληθυσμό πρέπει να αναπαράγονται με διαφορετικό τρόπο. Με αυτόν τον τρόπο αυξάνονται οι πιθανότητες επιβίωσης ενός οργανισμού
14
Ο Δαρβίνος εκτός από τη μάχη του είδους για επιβίωση θεωρεί εξίσου σημαντική τη μάχη για την ανεύρεση συντρόφου Η διαδικασία της σεξουαλικής επιλογής αφορά στο πως ένα άτομο επιλέγει ένα άλλο πάντα με στόχο την αναπαραγωγή του είδους (Darwin,1871)
15
Η διαδικασία της σεξουαλικής επιλογής εμπεριέχει δυο διαδικασίες
Η διαδικασία της σεξουαλικής επιλογής εμπεριέχει δυο διαδικασίες . Η πρώτη αφορά στον ανταγωνισμό ανάμεσα στα άτομα του ίδιου φύλου, ενώ η δεύτερη αφορά στην επιλογή και προτίμηση του συντρόφου. Η θεωρία της σεξουαλικής επιλογής θεωρεί ότι αυτή πραγματοποιείται με σκοπό την αναπαραγωγή του είδους, ενώ ο Triver (1972) προχωράει τη θεωρία και υποστηρίζει ότι η σεξουαλική επιλογή επηρεάζεται και τελικά καθορίζεται από τη γονική επένδυση κάθε φύλου στους απογόνους «Γονική επένδυση» νοείται η επένδυση ενός γονιού στον απόγονο με τέτοιο τρόπο, ώστε να διασφαλίζεται η επιβίωση και η αναπαραγωγή πολλές φορές με κόστος τη μη επένδυση του γονέα σε άλλο απόγονο
16
Η γονική επένδυση έχει ως αποτέλεσμα να διαφοροποιείται η σεξουαλική επιλογή στα δυο φύλα με τον εξής τρόπο. Το φύλο που θα επενδύσει περισσότερο στον απόγονο χρειάζεται να είναι πιο προσεχτικό και επιλεκτικό και δεύτερον το φύλο που θα επενδύσει λιγότερο στον απόγονο είναι εκείνο που χρειάζεται να ανταγωνιστεί ενεργά και να προσπαθήσει να κατακτήσει το μέλος από το αντίθετο φύλο που είναι το πιο άξιο να επενδύσει σε αυτό (Triver,1972) Η θεωρία του Triver (1972) για τη γονική επένδυση είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη και φαίνεται να έχει ισχύ σε πολλά είδη και κυρίως στα θηλαστικά.
17
Η θεωρία της εξέλιξης υποστηρίζει και η θεωρία του Triver (1972) για τη γονική επένδυση ενισχύει πως οι άντρες είναι πιο άπιστοι από τις γυναίκες Brand και συν. (2007) πιστεύουν ότι οι άντρες και γυναίκες είναι εξίσου άπιστοι, αλλά διαφοροποιούνται οι αντιδράσεις ανάλογα με το φύλο, οπότε οι άντρες αντιδρούν πιο βίαια (Haden & Hajaat,2006), ενώ οι γυναίκες επιλέγουν την απομάκρυνση από τη σχέση (Jankowiak και συν.,2002). Ακόμα οι άντρες είναι πιο ευαίσθητοι στη σεξουαλική απιστία, ενώ οι γυναίκες στη συναισθηματική απιστία (Miller & Manner,2009)
18
Οι Wiederman και Kendall (1999) θέλοντας να μειώσουν την επιρροή του πολιτισμικού παράγοντα εξετάζουν δείγμα από τη Σουηδία και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες αναστατώνονται περισσότερο από τη συναισθηματική απιστία σε σχέση με τους άντρες που τους αναστατώνει η σεξουαλική απιστία Σε αντίθεση οι Green και Sabini (2006) καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες θυμώνουν και κατηγορούν τους συντρόφους τους για τη σεξουαλική απιστία, άλλα τους πληγώνει πολύ περισσότερο η συναισθηματική απιστία
19
Υπόθεση 1 Σύμφωνα λοιπόν με τη θεωρία της εξέλιξης αναμένεται ότι το φύλο επηρεάζει το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία
20
Σχέσεις προσκόλλησης και απιστία
Η ανάγκη να δημιουργήσει κανείς σχέσεις οικειότητας είναι εγγενής και αυτές οι σχέσεις έχουν ευεργετικές επιπτώσεις για τον καθένα. Προκειμένου να γίνει κατανοητό πως εξελίσσεται η δυνατότητα σε ικανότητα χρειάζεται να εξεταστεί ο αρχικός και πρωτογενής δεσμός με τη μητέρα (Alperin,2001). Στο ενδιαφέρον για τη μελέτη των διαπροσωπικών σχέσεων κεντρικό ρόλο παίζει η θεωρία του δεσμού όπως αυτή περιγράφηκε από τον Bowlby ( )
21
Η έρευνα για τους τύπους δεσμού αρχικά επικεντρώθηκε στην επίδραση που έχει η πρωταρχική σχέση γονέα- βρέφους, στις ατομικές διαφορές τύπων δεσμού στην βρεφική και πρώιμη παιδική ηλικία (Ainsworth και συν.,1978) Για να αναπτυχθούν οι απαραίτητες προσκολλήσεις σημαντικός είναι ο πρώτος χρόνος της ζωής του παιδιού
22
Τα βιώματα του παιδιού από το μητρικό θηλασμό είναι η πρώτη εμπειρία κοινωνικής συμμετοχής και η πρώτη εμπειρία από την οποία αντλεί απόλαυση από την κοινωνική επαφή. Είναι η βάση για την κοινωνικότητα του. Η σύνδεση ανάμεσα στη μητέρα και τα ευχάριστα συναισθήματα που η ικανοποίηση της πείνας δημιουργεί κάνουν τη μητέρα ένα πρόσωπο αγαπητό και γίνεται η βάση για τη δημιουργία συναισθηματικού δεσμού με τη μητέρα.
23
το παιδί αρχίζει να ζει ως ανεξάρτητο ον ήδη από τη γέννηση του, αυτό όμως δε σημαίνει ότι είναι και συναισθηματικά ανεξάρτητο από τη μητέρα του, καθώς δεν έχει ακόμα αυτό- συνείδηση. Προκειμένου να την αποκτήσει χρειάζεται το παιδί να προσκολληθεί με τη μητέρα του με βαθείς συναισθηματικούς δεσμούς. Η μητέρα είναι αυτή που θα αποτελέσει το πρόσωπο επαφής του παιδιού με τον γύρω κόσμο και θα γίνει η αρχή προκειμένου να αποκτήσει το παιδί συνείδηση αρχικά του εαυτού του και έπειτα των άλλων.
24
Ο Bowlby( ) ανέπτυξε την πιο ολοκληρωμένη θεωρία για την ανάπτυξη της προσκόλλησης. Θεωρεί πως όπως και τα άλλα είδη έτσι και το ανθρώπινο είναι γενετικά προγραμματισμένο με έναν ιδιαίτερο τύπο βιολογικού και ψυχολογικού εξοπλισμού, που καθιστά το παιδί πιο ευαίσθητο στις διαπροσωπικές αλληλεπιδράσεις.
25
Στην πορεία ανάπτυξης του φαινομένου περιγράφησαν τρία διαφορετικά στάδια επάλληλα μεταξύ τους. Αρχικά στις πρώτες βδομάδες τις ζωής πραγματοποιείται η αδιαφοροποίητη προσκόλληση. Στο επόμενο στάδιο, που είναι αυτό της μονοπροσωπικής προσκόλλησης ( 5ος-7ος μήνας) το παιδί αναπτύσσει έναν τέτοιο δεσμό με τη μητέρα, που το κάνει να την αναζητά κάθε φορά που δεν υπάρχει τοπική εγγύτητα με αυτήν και τότε διακατέχεται από το άγχος του αποχωρισμού. Τέλος, στην πολυπροσωπική προσκόλληση τα περισσότερα βρέφη έχουν αναπτύξει προσκολλήσεις και με άλλα πρόσωπα πλην της μητέρας και έχουν στενή επαφή και αλληλεπίδραση και μαζί τους(8ος- 18ος μήνας) (Herbert,1998).
26
Υπάρχει πληθώρα κατηγοριών των τύπων προσκόλλησης όπως αυτοί προκύπτουν από διάφορα εργαλεία κατηγοριοποίησης, που ανέπτυξαν οι ερευνητές του χώρου. Ένα από τα πιο γνωστά και ευρέως χρησιμοποιούμενα είναι αυτό της Ainsworth και συν. (1978) με τη συνθήκη του ξένου. Οι βασικοί τύποι προσκόλλησης που προέκυψαν αξιολογώντας το κατά πόσο το βρέφος χρησιμοποιεί τη μητέρα ως ασφαλή σταθερά για να εξερευνήσει το χώρο είναι τέσσερις: η ασφαλής προσκόλληση, η αποφευκτική προσκόλληση, η αμφίθυμη προσκόλληση και η αποδιοργανωμένη προσκόλληση.
27
Οι Hazan και Shaver (1987) ήταν οι πρώτοι, που επισήμαναν, ότι οι σχέσεις προσκόλλησης, όπως αρχικά περιγράφησαν από την Ainsworth και συν. (1978), μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο που επιλέγει κανείς το σύντροφο του αλλά και το πώς σχετίζεται με αυτόν. Έπειτα οι Bartholomew και Horowitz (1991) ανέπτυξαν το μοντέλο για τα ενεργά μοντέλα τύπου δεσμού ενηλίκων.
28
Των πρώτων εκείνων ερευνών ακολούθησαν και άλλες έρευνες που ανέδειξαν τη σημαντικότητα των σχέσεων προσκόλλησης στην ποιότητα των ερωτικών και συζυγικών σχέσεων, στα σεξουαλικά κίνητρα αλλά και στον τρόπο που κάποιος μπορεί να αντιμετωπίζει τους χωρισμούς και τις βιωθείσες μέσα στη σχέση απώλειες (Miculincer & Shaver,2007).
29
Αναφορικά με τις βιωθείσες στη σχέση απώλειες, οι Gillath και Shaver (2007) εξέτασαν τι συμβαίνει, όταν άνθρωποι με διαφορετικούς δεσμούς προσκόλλησης αντιμετωπίζουν κοινές, απειλητικές για τη σχέση καταστάσεις. Οι σχέσεις προσκόλλησης φαίνεται να διαφοροποιούν από άτομο σε άτομο τις αντιδράσεις στα συναισθήματα της ζήλειας ( Sharpsteen & Kirkpatrick, 1997).
30
Οι άνθρωποι με ανασφαλή δεσμό προσκόλλησης διατηρούν ταυτόχρονους δεσμούς (Kirkpatrick &Hazan,1994). Σε αντίθεση οι άνθρωποι που έχουν ασφαλείς δεσμούς προσκόλλησης επενδύουν στους συντρόφους τους, δομούν ισχυρούς δεσμούς μαζί τους και δίνουν έμφαση στο να μοιράζονται, στο να αγαπούν και να αγαπιούνται, στο να παρέχουν αλλά και να δέχονται φροντίδα (Meculincer & Shaver,2003).
31
Οι ερωτικοί σύντροφοι είναι ταυτόχρονα και αντικείμενα προσκόλλησης
Οι ερωτικοί σύντροφοι είναι ταυτόχρονα και αντικείμενα προσκόλλησης. Τα συναισθήματα, οι συμπεριφορές και οι σκέψεις που αναπτύσσουν οι άνθρωποι όταν χάνουν το αντικείμενο προσκόλλησης προσομοιάζουν με εκείνα που βιώνουν όταν νιώθουν ότι θα χάσουν τον ερωτικό τους σύντροφο. Αυτά τα συναισθήματα, οι σκέψεις και συμπεριφορές ποικίλουν και εξαρτώνται από τις σχέσεις προσκόλλησης (Sharpsteen & Kirkpatrick, 1997). Υπάρχουν κάποιες μαθημένες συμπεριφορές από τις πρώιμες ακόμα επαφές που κάνει το παιδί με την τροφό του, οι οποίες γενικεύονται και αναπαράγονται στην ενήλικη ζωή και καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο δομούνται οι σχέσεις (Hazan & Zeifman,1994).
32
Υπόθεση Νο2 Αναμένεται λοιπόν πως ο τύπος προσκόλλησης επηρεάζει το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία.
33
Αυτοεκτίμηση και απιστία
Για την υγιή δόμηση ερωτικών διαπροσωπικών σχέσεων κομβικό ρόλο φαίνεται να διαδραματίζει και η έννοια της αυτό-εκτίμησης Αυτό-εκτίμηση νοείται η εικόνα που έχει κανείς για τον εαυτό του και εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο με τον οποίο ο καθένας ορίζει την προσωπική του αξία. Στην επιστημονική κοινότητα αναγνωρίζεται έντονα ότι οι άνθρωποι που δεν μπορούν να αγαπήσουν τον εαυτό τους δεν μπορούν να αγαπήσουν τους άλλους, δεν δύνανται να δομήσουν υγιείς διαπροσωπικές και ερωτικές σχέσεις.
34
Η θεωρία της εξέλιξης ασχολείται με τον τρόπο με τον οποίο οι συζυγικές συγκρούσεις μπορούν να βλάψουν την αυτό-εκτίμηση (Buss,1995.Toody & Cosmides,1992). Ο Shackelford (2001) αναγνωρίζει ότι μια από τις πιο σημαντικές πράξεις που μπορεί να διαπράξει μια γυναίκα και να κοστίσει στην αυτό-εκτίμηση του άνδρα είναι η απιστία.
35
Σχετικές έρευνες ενισχύουν αυτή τη θεωρία καθώς αποδεικνύουν ότι οι άνδρες επενδύουν χρόνο και προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσουν την πίστη των συντρόφων τους (Buss,2000. Shackelford & Buss, Buss & Shackelford,1997). Οι Roberts και Donahue (1994) βρήκαν θετική συσχέτιση ανάμεσα στην αυτό-εκτίμηση και την ικανοποίηση από τις συζυγικές -ερωτικές επαφές. Με αυτή την άποψη συμφωνεί και o Shackelford (2001) που εξετάζει την επίδραση της αυτό-εκτίμησης στην συζυγική αλληλεπίδραση και αναδεικνύει ότι τόσο γυναίκες όσο και άντρες που έχουν υψηλή αυτό-εκτίμηση φαίνονται να είναι ευχαριστημένοι από τις συζυγικές και ερωτικές τους σχέσεις.
36
Η ζήλεια ως συναίσθημα κινητοποιεί το άτομο να ενεργοποιηθεί προκειμένου ο σύντροφος να μην εγκαταλείψει τη σχέση ( Buss,1994). Έρευνες, ωστόσο αναφέρουν ότι σχετίζεται όχι μόνο με την εξασφάλιση της επιβίωσης αλλά και με την αυτό- εκτίμηση του καθενός. Συγκεκριμένα, οι άνθρωποι οι οποίοι έχουν χαμηλή αυτό-εκτίμηση ζηλεύουν περισσότερο (Nadler & Daton,1992). Οι άνθρωποι με χαμηλή αυτό-εκτίμηση νιώθουν πιο ανεπαρκείς ως σύντροφοι (Peretti &Pedouski,1997) και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να νιώθουν πιο εύκολα ότι απειλούνται από έναν ανταγωνιστή είτε αυτός είναι πραγματικός είτε φανταστικός (Dijkstra & Barelds,2008).
37
Οι γυναίκες που ήταν παντρεμένες με άντρες με χαμηλή αυτό-εκτίμηση αναφέρουν περισσότερα παράπονα για τη ζήλεια των αντρών τους, την κτητικότατα τους, την κακοποιητική τους συμπεριφορά, τις σεξουαλικές αναστολές, την κατάχρηση αλκοόλ και την δυσκολία συναισθηματικής έκφρασης (Shackelford,2001). Οι άνθρωποι με υψηλή αυτό-εκτίμηση βιώνουν την αγάπη με μεγαλύτερη ένταση από εκείνους με χαμηλή. Επιπρόσθετα, οι άνθρωποι με υψηλή αυτό-εκτίμηση μαρτυρούν περισσότερα περιστατικά απιστίας σε σχέση με αυτούς με χαμηλή αυτό-εκτίμηση (Dion & Dion Campbell και συν., 2002)
38
Υπόθεση Νο3 Από τα προαναφερθέντα αναμένεται ότι ο βαθμός αυτό-εκτίμησης επηρεάζει το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία
39
Προσωπικότητα και απιστία
Τα τελευταία χρόνια άρχισε να αναγνωρίζεται ότι η αυτό-εκτίμηση παίζει ρόλο στη ζωντάνια, τη μακροβιότητα και την ένταση των σχέσεων, ταυτόχρονα όμως άρχισε να δίνεται έμφαση συνδυαστικά και στην προσωπικότητα του ατόμου. Η προσωπικότητα αντιπροσωπεύει εκείνα τα χαρακτηριστικά του ατόμου που καλύπτουν σταθερά σχήματα συναισθημάτων, σκέψης και συμπεριφοράς. Πρόκειται για έναν ευρύ ορισμό συμπεριφοράς, που επιτρέπει να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον σε πολλές διαφορετικές πλευρές του ατόμου. Παράλληλα, υποδηλώνει ότι εξετάζει σταθερά σχήματα συμπεριφοράς και ιδιότητες του ατόμου όπως οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι εμφανείς μορφές συμπεριφοράς. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο με ποιόν τρόπο αυτές οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι εμφανείς συμπεριφορές συσχετίζονται για να διαμορφώσουν το μοναδικό διακριτό άτομο (Ποταμιανός,1998).
40
Για τη μελέτη της προσωπικότητας οι Costa και McCrae (1985) προτείνουν το μοντέλο των πέντε παραγόντων με τους εξής παράγοντες : εξωστρέφεια, προσήνεια, συνέπεια, νευρωτισμός και δεκτικότητα στην εμπειρία. Υπάρχει ωστόσο και δεύτερη ισχύουσα εκδοχή του μοντέλου που σχετίζεται με τη λεξιλογική υπόθεση και προτείνει την ορμητικότητα, την προσήνεια, τη συνέπεια, τη συναισθηματική σταθερότητα και την κουλτούρα ή διανόηση.
41
Οι Bourdage και συν. (2007) εξετάζουν πως η σεξουαλικότητα σχετίζεται με την προσωπικότητα με το επιστημονικό τους ενδιαφέρον να εστιάζεται στην κοινωνιο-σεξουαλικότητα.Καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι που έχουν έναν αυστηρό κοινωνιο-σεξουαλικό προσανατολισμό επιθυμούν να εμπλέκονται σε σχέση προκειμένου να συνευρεθούν ερωτικά. ότι η εξωστρέφεια σχετίζεται με τη συναισθηματική επένδυση και τη σεξουαλική έλξη. Η ειλικρίνεια- ταπεινότητα σχετίζονται πολύ περισσότερο με την αποκλειστικότητα στις σχέσεις και με τον αυστηρό κοινωνιο-σεξουαλικό προσανατολισμό.
42
Οι Schmitt και Buss (2000) αναφέρουν ότι 3 από τους 5 βασικούς παράγοντες του μοντέλου των πέντε παραγόντων συσχετίζονται με τη σεξουαλικότητα. Η εξωστρέφεια σχετίζεται με εκείνες τις διαστάσεις της σεξουαλικότητας που αφορούν στη σεξουαλική διέγερση και λιγότερο με εκείνες τις διαστάσεις που αφορούν σε συναισθηματική επένδυση. Η προσήνεια αντίθετα σχετίζεται με τη συναισθηματική επένδυση, με την αποκλειστικότητα στις σχέσεις και με τη χαμηλή ερωτοφιλική προδιάθεση. Η αποκλειστικότητα στις σχέσεις και η χαμηλή ερωτοφιλική προδιάθεση σχετίζονται θετικά και με τον παράγοντα της ευσυνειδησίας.
43
Και οι ευτυχισμένοι ή μη γάμοι συσχετίζονται με την προσωπικότητα των συντρόφων (Kelly & Conley,2007). Σχετικά, οι Karney και Bradburry (1995) αναφέρουν ότι η αρνητική συναισθηματικότητα και ο νευρωτισμός σχετίζεται αρνητικά τόσο με τη σταθερότητα στο γάμο όσο και με την ικανοποίηση από αυτόν (Karney & Bradburry,1995).
44
Οι Bogg και Roberts (2004) αναφέρουν ότι οι άνθρωποι με χαμηλή ευσυνειδησία είναι πιο πιθανό να έχουν πολλούς ερωτικούς συντρόφους. Στα ίδια αποτελέσματα καταλήγουν και οι Miller και συν. (2004) αναδεικνύοντας ότι οι άνθρωποι με υψηλή δεκτικότητα στην εμπειρία έχουν περισσότερους ερωτικούς συντρόφους. Ο Eysenck (1971) αναφέρει πως αυξημένους ερωτικούς συντρόφους έχουν οι εξωστρεφείς άνθρωποι. Και ενισχυτικά ως προς αυτό οι Shmitt και συν. (2004) σε μια παγκόσμια έρευνα, όπου συμμετείχαν 53 χώρες, αναγνωρίζουν ότι οι εξωστρεφείς και ανταγωνιστικοί άνθρωποι έτειναν να είναι πιο ασύδοτοι σεξουαλικά. Η εξωστρέφεια και η προσήνεια συνδέονται με τη σεξουαλική ασυδοσία.
45
Ανάμεσα στους πέντε παράγοντες της προσωπικότητας η εξωστρέφεια και η προσήνεια φαίνεται να σχετίζεται με τις ατομικές διαφορές στην αγάπη και κυρίως στη συναισθηματική επένδυση (Schmitt & Buss,2000. Schmitt και συν.,2009) .
46
Υπόθεση Νο 4 Από τα παραπάνω αναμένεται πως η προσωπικότητα θα επηρεάζει το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία ή όχι.
47
Ερευνητικές υποθέσεις
Με εφαλτήριο σκέψης και προβληματισμού τις θεωρίες όπως αυτές περιγράφησαν παραπάνω το ενδιαφέρον στην παρούσα έρευνα εστιάζεται στη διερεύνηση των εξής ερευνητικών υποθέσεων: Οι διαστάσεις της προσωπικότητας (εξωστρέφεια, νευρωτισμός, δεκτικότητα στην εμπειρία, προσήνεια και ευσυνειδησία), το φύλο, η ηλικία, τα χρόνια σχέσης, η αυτό-εκτίμηση και ο δεσμός προσκόλλησης αποτελούν προβλεπτικούς παράγοντες του κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία Το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία θα διαφέρει λόγω του είδους της σχέσης που έχει Οι άντρες διαφέρουν από τις γυναίκες στο βαθμό που είναι επιρρεπείς στην απιστία Το είδος της σχέσης και τα χρόνια της σχέσης θα επηρεάζουν το κατά πόσο κάποιος καθίσταται επιρρεπής στην απιστία
48
Μέθοδος Συμμετέχοντες
Ο πληθυσμός στον οποίο απευθύνεται η έρευνα είναι ενήλικες άνω των 18 άντρες και γυναίκες. Οι συμμετέχοντες/ουσες που πήραν μέρος στην έρευνα είναι από τις περιοχές Κοζάνης, Καστοριάς, Θεσσαλονίκης, Σερρών και Ηρακλείου. Η μέθοδος δειγματοληψίας που ακολουθήθηκε είναι αυτή της συμπτωματικής δειγματοληψίας (Cohen, Manion & Morrison, 2008)
49
Ο τελικός αριθμός των συμμετεχόντων/ουσών ανήλθε στους 150
Ο τελικός αριθμός των συμμετεχόντων/ουσών ανήλθε στους 150. Από αυτούς οι 74 ήταν άντρες (49,3%) και 76 γυναίκες (50,7%). Ο μέσος όρος ηλικίας τους ήταν 32,7 έτη (Τ.Α.=8,09 έτη) και το εύρος των ηλικιών κυμάνθηκε από 18 έως και 60 έτη. Από τους συμμετέχοντες οι 64 (42,7%) απάντησαν ότι δεν έχουν απιστήσει ποτέ ενώ οι 86 (57,3%) ότι έχουν υπάρξει άπιστοι στο/στη σύντροφο τους. Από αυτούς οι 82 (57,3%) έχουν διαπράξει απιστία σε παρελθούσα σχέση και οι 20 (13,3%) στην τωρινή τους σχέση. Τέλος, από τους συμμετέχοντες/ουσες στην παρούσα έρευνα οι 43 (28,7%) είναι ελεύθεροι, οι 52 (34,7%) είναι σε σχέση, οι 3 (2%) συμβιώνουν και οι 52 (34,7%) είναι παντρεμένοι
50
Εργαλεία Το ερωτηματολόγιο της απιστίας (Infidelity Questionnaire- INFQ;Yeniceri & Kokdemir, 2006) Το Τεστ Χαρακτηριστικών της Προσωπικότητας 5 (ΤΕΧΑΠ5; Tsaousis και Kerpelis, 2004) Κλίμακα δεσμού ενηλίκων (Καφέτσιος,2002) Κλίμακα Αυτό-εκτίμησης ( Rosenberg, 1965)
51
Συμπληρωματικά στα προαναφερόμενα και προπεριγραφέντα εργαλεία, χορηγήθηκε ένα ερωτηματολόγιο δημογραφικών στοιχείων, όπου οι συμμετέχοντες στην έρευνα συμπλήρωσαν το φύλο, την ηλικία, την οικογενειακή τους κατάσταση ,καθώς και το πόσος καιρός έχει περάσει από την τελευταία τους σχέση, αν είναι ελεύθεροι την τρέχουσα περίοδο της ζωής τους.
52
Διαδικασία συλλογής δεδομένων
Σε όλους τους συμμετέχοντες δόθηκε ο ορισμός της απιστίας στα πλαίσια της παρούσας έρευνας καθώς και τι νοείται ως επεισόδιο απιστίας. Στη συνέχεια τους ζητήθηκε να απαντήσουν αν έχουν απιστήσει σε τωρινή ή παρελθούσα σχέση τους και αν ναι πόσα επεισόδια απιστίας αναφέρουν. Τα ερωτηματολόγια ήταν ανώνυμα και συνοδευόταν από ένα φάκελο, ώστε μετά τη συμπλήρωση τους να εσωκλειστούν. Τα ερωτηματολόγια χορηγήθηκαν με τη βοήθεια συνεργατών ερευνητών σε ενήλικες άνω των 18 χρόνων που ζουν σε Κοζάνη, Σέρρες, Ηράκλειο, Καστοριά και Θεσσαλονίκη. Η συμπλήρωση των ερωτηματολογίων διήρκησε από 20 έως και 45 λεπτά. τα ερωτηματολόγια συνοδευόταν από ένα έντυπο συγκατάθεσης συμμετοχής στην έρευνα, το οποίο ανάμεσα στα άλλα έδινε πληροφορίες σχετικά με τους σκοπούς της παρούσας έρευνας καθώς και οδηγίες για τη συμπλήρωση αλλά και το χρόνο συμπλήρωσης του ερωτηματολογίου.
53
Αποτελέσματα Έτσι, αναφορικά με τις υποκλίμακες του ερωτηματολογίου της απιστίας, ο δείκτης εσωτερικής συνοχής alpha των έξι υποκλιμάκων κυμάνθηκε από 0,77-0,88, αριθμός που είναι πάνω από το κατώτερο αποδεκτό όριο του 0,70. Η μόνη υποκλίμακα που χρειάζεται να αντιμετωπιστεί με κάποια επιφυλακτικότητα είναι αυτή της «σεξουαλικότητας», καθώς παρουσιάζει χαμηλότερο από τον αναμενόμενο δείκτη εσωτερικής συνοχής (alpha=,54). Σε σχέση με τις υποκλίμακες του ερωτηματολογίου των πέντε παραγόντων της προσωπικότητας, ο δείκτης εσωτερικής συνοχής alpha των επιμέρους παραγόντων κυμάνθηκε από 0,83-0,94, αριθμός που είναι πάνω από το κατώτερο αποδεκτό όριο του 0,70. Το ίδιο συνέβη και με το δείκτη εσωτερικής συνοχής alpha της κλίμακας μέτρησης της αυτοεκτίμησης καθώς παρουσιάζει υψηλότερο από τον αναμενόμενο δείκτη εσωτερικής συνοχής (alpha=0,79). Τέλος, αναφορικά με τις υποκλίμακες του ερωτηματολογίου του ασφαλούς δεσμού προσκόλλησης, ο δείκτης εσωτερικής συνοχής alpha κυμάνθηκε από 0,82-0,88, αριθμός που είναι πάνω από το κατώτερο αποδεκτό όριο του 0,70.
54
Υπόθεση 1η: Οι άντρες διαφέρουν από τις γυναίκες ως προς το βαθμό που είναι επιρρεπείς στην απιστία
Από τη χρήση του κριτηρίου t προκύπτει ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες ως προς την συνολική επίδοση στην απιστία [t(148)= 2,089, p=,038]. Από τη σύγκριση των μέσων όρων των ανδρών και των γυναικών (74,22>68,21) μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι οι άντρες είναι πιο επιρρεπείς στην απιστία σε σχέση με τις γυναίκες. Δίνεται στατιστικά σημαντικό αποτέλεσμα και για την επιμέρους διάσταση της απιστίας την «αποπλάνηση» [t(148)=2,331,p=0,021]. Μάλιστα από τη σύγκριση των μέσων όρων των ανδρών και των γυναικών (12,33> 10,93) μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι οι άντρες είναι πιο επιρρεπείς στην αποπλάνηση σε σχέση με τις γυναίκες.
55
Υπόθεση 2η: Ο ρόλος του φύλου, της ηλικίας, των χρόνων σχέσης και των στοιχείων της προσωπικότητας στην τάση του ατόμου για απιστία Με τη μέθοδο της ανάλυσης πολλαπλής παλινδρόμησης αναφορικά με τη συνολική επίδοση στην τάση για απιστία διαπιστώθηκε ότι το φύλο και οι διαστάσεις της προσωπικότητας «Δεκτικότητα στην εμπειρία» και «Αρνητική Διάσταση/Ειλικρίνεια» ερμηνεύουν το 13%(R2 =0,13) της συνολικής διακύμανσης. Μάλιστα παρατηρώντας κανείς τις τιμές των τυποποιημένων συντελεστών παλινδρόμησης (β) μπορεί να ελέγξει το βαθμό σπουδαιότητας των προβλεπτικών μεταβλητών. Τη μεγαλύτερη επίδραση φαίνεται να έχει η «δεκτικότητα στην εμπειρία» και να ακολουθεί η «αρνητική διάθεση/ειλικρίνεια» και τέλος το φύλο
56
Στη συνέχεια εξετάστηκε και η επίδραση αυτών με τη βηματική μέθοδο (stepwise) και στις επιμέρους διαστάσεις της απιστίας. Αποτελέσματα δόθηκαν για τις πέντε από τις έξι επιμέρους διαστάσεις της απιστίας. Για την διάσταση της «ομαλοποίησης» (normalization) δε δόθηκε κανένα αποτέλεσμα, καθώς καμιά από τις υπό μελέτη μεταβλητές δε συσχετιζόνταν με αυτή την επιμέρους στη διάσταση της απιστίας. Αρχικά εξετάστηκε η διάσταση της «νομιμότητας». Αναφορικά με αυτή τη διάσταση της απιστίας διαπιστώθηκε ότι η διάσταση της προσωπικότητας «Δεκτικότητα στην εμπειρία» ερμηνεύει το 5,1% (R2 =,051) της συνολικής διακύμανσης.
57
Έπειτα, εξετάστηκε η διάσταση της «αποπλάνησης»
Έπειτα, εξετάστηκε η διάσταση της «αποπλάνησης». Σε σχέση με αυτή τη διάσταση της απιστίας διαπιστώθηκε ότι το φύλο ερμηνεύει το 3,5% (R2=,035) της συνολικής διακύμανσης. Ακολούθως, εξετάστηκε η διάσταση «αναζήτηση απόλαυσης». Αναφορικά με αυτή τη διάσταση της απιστίας διαπιστώθηκε ότι οι διαστάσεις της προσωπικότητας «Αρνητική Διάσταση/ Ειλικρίνεια», η «Δεκτικότητα στην Εμπειρία», η «Εσωστρέφεια/ μελαγχολία» και το φύλο ερμηνεύουν το 16,1% (R2= 0,161) της συνολικής διακύμανσης. Εξετάζοντας το βαθμό σπουδαιότητας των προβλεπτικών μεταβλητών. Πιο συγκεκριμένα, τη μεγαλύτερη επίδραση φαίνεται να έχει η «δεκτικότητα στην εμπειρία», να ακολουθεί η «εσωστρέφεια/μελαγχολία» έπειτα το φύλο και τέλος η «αρνητική διάσταση/ειλικρίνεια»
58
Σε σχέση με τη διάσταση «της σεξουαλικότητας» της απιστίας, οι διαστάσεις της προσωπικότητας «Αρνητική Διάσταση/Ειλικρίνεια», «η Δεκτικότητα στην εμπειρία» και το φύλο ερμηνεύουν το 17,5%(R2=0,175) της συνολικής διακύμανσης. Από τη στιγμή που είναι παραπάνω από μια και με βάση τη σπουδαιότητά τους, οι προβλεπτικές μεταβλητές μπορούνε να καταταχθούν από τις τιμές των τυποποιημένων συντελεστών παλινδρόμησης ως εξής: «δεκτικότητα στην εμπειρία», «αρνητική διάθεση/ειλικρίνεια» και φύλο.
59
Σε σχέση με τη διάσταση «των κοινωνικών επιρροών» διαπιστώθηκε ότι η διάσταση της προσωπικότητας «Αρνητική Διάσταση/Ειλικρίνεια» ερμηνεύουν το 2,6% (R2=0,026) της συνολικής διακύμανσης
60
Υπόθεση 3η: Το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία θα διαφέρει λόγω του είδους της σχέσης που διατηρεί. Το αποτέλεσμα είναι στατιστικό σημαντικό για τη μια από τις έξι επιμέρους διαστάσεις της απιστίας, αυτήν της «αποπλάνησης» [F(2)=5,410, p = 0,005] καθώς και για τη συνολική επίδοση στο ερωτηματολόγιο της απιστίας [F(2)=3,317,p=0,039]. Με τις post hoc συγκρίσεις και με τη μέθοδο Scheffe φάνηκε ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά (p<0,05) μεταξύ των παντρεμένων συμμετεχόντων/ουσών και των ελεύθερων. Συγκεκριμένα οι ελεύθεροι φαίνεται να είναι πιο επιρρεπείς από τους παντρεμένους στην αποπλάνηση (13,06>10,65), αλλά και στη συνολική επίδοση στην απιστία (76,18>67,60). Τα αποτελέσματα, ωστόσο, δεν είναι στατιστικά σημαντικό για τις πέντε από τις έξι διαστάσεις της απιστίας οπότε σε αυτές τις περιπτώσεις καταλήγει κανείς ότι το είδος της σχέσης δηλαδή εάν κάποιος είναι ελεύθερος, ή έχει σχέση ή είναι παντρεμένος δεν επηρεάζει το κατά πόσο είναι επιρρεπής στην απιστία.
61
Υπόθεση 4η: Το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία θα διαφέρει λόγω των χρόνων της σχέσης που διατηρεί. Το αποτέλεσμα είναι στατιστικό σημαντικό για τις δυο από τις έξι επιμέρους διαστάσεις της απιστίας, αυτήν της νομιμότητας [F(2)=3,923, p = ,023] καθώς και αυτήν της αποπλάνησης [F(2)=3,621,p=,030]. Με την εφαρμογή των post hoc συγκρίσεων με τη μέθοδο Scheffe φάνηκε ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά (p<0,05) μεταξύ εκείνων που έχουν μεσόχρονη σχέση και εκείνων που διατηρούν μακρόχρονη σχέση με τους πρώτους να είναι πιο επιρρεπείς στην απιστία όσον αφορά στη διάσταση της νομιμότητας. Στατιστικά σημαντική διαφορά (p<0,05) επίσης υπάρχει και ανάμεσα σε εκείνους που έχουν βραχύχρονη σχέση σε σχέση με εκείνους που διατηρούν μακρόχρονη σχέση. Αυτοί που έχουν βραχύχρονη σχέση φαίνεται να είναι πιο επιρρεπείς στην αποπλάνηση από αυτούς που διατηρούν μακρόχρονη σχέση..
62
Υπόθεση 5η: Το είδος της σχέσης (ελεύθερος, σε σχέση, παντρεμένος) και τα χρόνια σχέσης (βραχύχρονη, μεσόχρονη, μακρόχρονη) επηρεάζουν την τάση του ατόμου για απιστία. Από τη μελέτη των αποτελεσμάτων παραγοντικής ανάλυσης διακύμανσης ( FACTORIAL ANOVA), διαπιστώθηκε πως δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική αλληλεπίδραση ανάμεσα στις δύο ανεξάρτητες μεταβλητές που μελετήθηκαν. Φαίνεται λοιπόν πως τα χρόνια σχέσης και το είδος της σχέσης δεν αλληλεπιδρούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να επηρεάζουν το κατά πόσο κάποιος καθίσταται επιρρεπής στην απιστία.
63
Συμπεράσματα Το φύλο, όπως αναδείχθηκε από την παρούσα έρευνα, είναι μια μεταβλητή που επηρεάζει το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας συμφωνούν με εκείνα της έρευνας των Bourdage και συν. (2007) που αναφέρουν ότι η εξωστρέφεια σχετίζεται με εκείνες τις διαστάσεις της σεξουαλικότητας που αφορούν στη σεξουαλική διέγερση και λιγότερο με εκείνες τις διαστάσεις που αφορούν σε συναισθηματική επένδυση.
64
Η παρούσα έρευνα δεν έδειξε κάποια συσχέτιση της απιστίας με την ευσυνειδησία.
Στη συνέχεια, τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας έδειξαν πως η προσήνεια δε σχετίζεται καθόλου με το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία. Όσον αφορά στην αυτό-εκτίμηση, η παρούσα έρευνα έδειξε πως δε σχετίζεται με το κατά πόσο κάποιος είναι επιρρεπής στην απιστία.
65
Η παρούσα έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι δεσμοί προσκόλλησης δεν επηρεάζουν το κατά πόσο κάποιος καθίσταται πιο ευάλωτος στο να απιστήσει ή όχι Τα χρόνια, που κάποιος διατηρεί μια σχέση φαίνεται να παίζουν κάποιον ρόλο, κυρίως για την επιμέρους διάσταση της απιστίας τη «νομιμότητα» και την «αποπλάνηση».
66
Περιορισμοί της έρευνας
Το δείγμα που πάρθηκε έχει προκύψει από συμπτωματική δειγματοληψία. Το συμπτωματικό της δειγματοληψίας θέτει υπό αμφισβήτηση το αν το δείγμα είναι αντιπροσωπευτικό του πληθυσμού. Αυτό με τη σειρά του καθιστά αδύνατη τη γενίκευση των εξαγομένων αποτελεσμάτων στο σύνολο του πληθυσμού. Το μέγεθος του δείγματος στην παρούσα έρευνα θεωρείται μικρό. Κατά συνέπεια το δείγμα αυτής της έρευνας δεν εξασφαλίζει την στατιστική εγκυρότητα.
67
Συμβολή της έρευνας Η αναγνώριση και επισήμανση εκείνων των στοιχείων της προσωπικότητας, που καθιστούν το άτομο επιρρεπές στην απιστία βοηθούν στην πρόληψη και στην αγωγή υγείας για την αποφυγή της πιθανότητας μετάδοσης σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Έπειτα, μπορεί να συνδράμει στη θεραπεία ατόμων με προβλήματα δημιουργίας σχέσεων οικειότητας Τέλος, γνωρίζοντας ποια άτομα ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου, ώστε να απιστήσουν, μπορούν να εμπλουτιστούν και να δουλευτούν πιο αποτελεσματικά τα προγράμματα των συμβούλων γάμου.
68
Προτάσεις για περαιτέρω έρευνα
Μελέτη των υπό εξέταση μεταβλητών σε μεγαλύτερο δείγμα Μελέτη των υπό εξέταση μεταβλητών σε αμιγείς πληθυσμούς
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.