Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
1
ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΑΙ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ
Κύηση σε διαβητικές γυναίκες με ΣΔ τύπου 1 ή με ΣΔ τύπου 2 αναφέρεται ως κύηση επί προϋπάρχοντος διαβήτη. Η εμφάνιση ΣΔ σε μη διαβητικές γυναίκες κατά τη διάρκεια της κύησης αναφέρεται ως σακχαρώδης διαβήτης της κύησης.
2
ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΑΙ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ
Ο επιπολασμός του διαβήτη στην εγκυμοσύνη παρουσιάζει αυξητική τάση. Η πλειονότητα των περιπτώσεων αφορούν σε διαβήτη της κύησης (gestational diabetes mellitus), ενώ οι λοιπές περιπτώσεις αφορούν σε προϋπάρχων ΣΔ τύπου 1 και ΣΔ τύπου 2. Η αυξημένη συχνότητα του διαβήτη της κυήσεως και του ΣΔ τύπου 2 παράλληλα με την αύξηση της παχυσαρκίας τόσο στις ΗΠΑ όσο και παγκοσμίως εγείρει ιδιαίτερη ανησυχία. Τόσο ο ΣΔ 1 όσο και ο ΣΔ 2 κατά την εγκυμοσύνη συνδέονται με σημαντικά υψηλότερο μητρικό και εμβρυϊκό κίνδυνο σε σύγκριση με τον ΣΔ της κυήσεως, με παρατηρούμενες διαφορές ανάλογα με τον τύπο του διαβήτη. Γενικά, οι κίνδυνοι από τον μη καλά ελεγχόμενο διαβήτη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης περιλαμβάνουν αυτόματη αποβολή, εμβρυϊκές ανωμαλίες, προεκλαμψία, εμβρυϊκό θάνατο, μακροσωμία, νεογνική υπογλυκαιμία και νεογνική υπερχολερυθριναιμία. Επίσης, ο διαβήτης κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να αυξήσει τον μελλοντικό κίνδυνο παχυσαρκίας και εμφάνισης ΣΔ τύπου 2 στα μεταγενέστερα στάδια ζωής του νεογνού. Ήδη πριν από τη σύλληψη, θα πρέπει να ασκείται συμβουλευτική στις γυναίκες με ΣΔ σχετικά με την σημασία του γλυκαιμικού ελέγχου, ο οποίος θα πρέπει να στοχεύει σε όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς το φυσιολογικό επίπεδα με την όσο το δυνατό μεγαλύτερη ασφάλεια. Ιδανικά ο στόχος θα πρέπει να είναι επίπεδα HbA1c < 6.5% ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος εμφάνισης συγγενών ανωμαλιών (ανεγκεφαλία, μικροκεφαλία, συγγενής καρδιοπάθεια, σύνδρομο ουραίας υποστροφής με αγενεσία του ιερού οστού)
4
ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕΝΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΑΚΧΑΡΟΥ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ
Η εγκυμοσύνη στις γυναίκες με φυσιολογικό μεταβολισμό γλυκόζης χαρακτηρίζεται ) από χαμηλότερα επίπεδα σακχάρου νηστείας συγκριτικά με την κατάσταση μη εγκυμοσύνης, γεγονός που οφείλεται στην μη εξαρτώμενη από την ινσουλίνη πρόσληψη γλυκόζης από το έμβρυο και τον πλακούντα και ) από μεταγευματική υπεργλυκαιμία και δυσανεξία στους υδατάνθρακες ως αποτέλεσμα της διαβητογόνου δράσης των πλακουντιακών ορμονών. Τα πρώτα στάδια της εγκυμοσύνης χαρακτηρίζονται από ευαισθησία στην ινσουλίνη, χαμηλότερα επίπεδα σακχάρου και μικρότερες απαιτήσεις σε ινσουλίνη για τις γυναίκες με ΣΔ τύπου 1. Η κατάσταση αυτή μεταβάλλεται ραγδαία καθώς αυξάνεται εκθετικά η αντίσταση στην ινσουλίνη κατά το 2ο και 3ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης και αρχίζει να σταθεροποιείται προς το τέλος του 3ου τριμήνου. Σε γυναίκες με φυσιολογική λειτουργία του παγκρέατος η παραγωγή ινσουλίνης είναι αρκετή για να ανταποκριθεί στην φυσιολογικά παρατηρούμενη αντίσταση στην ινσουλίνη και να διατηρήσει φυσιολογικά επίπεδα γλυκόζης. Ωστόσο, σε ασθενείς με προϋπάρχοντα ΣΔ ή με ΣΔ της κυήσεως εμφανίζεται υπεργλυκαιμία εφόσον δεν γίνει η κατάλληλη προσαρμογή της αγωγής.
5
ΓΛΥΚΑΙΜΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΤα ΤΗΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ
Σε εγκυμονούσες με διαβήτη της κύησης καθώς και σε εγκυμονούσες με προϋπάρχοντα διαβήτη συνιστάται ο αυτοέλεγχος από την ασθενή των επιπέδων σακχάρου τόσο νηστείας όσο και μεταγευματικά προκειμένου να επιτευχθεί γλυκαιμικός έλεγχος. Μερικές γυναίκες με προϋπάρχοντα διαβήτη που χρησιμοποιούν αντλία ινσουλίνης ή σχήμα basal-bolus ινσουλίνης θα πρέπει να ελέγχουν επίσης τα επίπεδα σακχάρου και προγευματικά. Ο μεταγευματικός έλεγχος του σακχάρου έχει συσχετισθεί με καλύτερο γλυκαιμικό έλεγχο και με χαμηλότερο κίνδυνο προεκλαμψίας. Λόγω αυξημένου ρυθμού ανακύκλωσης των ερυθρών αιμοσφαιρίων, τα επίπεδα της Α1c είναι ελαφρώς χαμηλότερα στη φυσιολογική εγκυμοσύνη σε σύγκριση με την κατάσταση μη εγκυμοσύνης. Ο στόχος της Α1c στην εγκυμοσύνη είναι 6-6.5%. Επίπεδα < 6% θεωρούνται ιδανικά αν κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί χωρίς εμφάνισης σοβαρής υπογλυκαιμίας. Ο στόχος μπορεί να γίνει πιο χαλαρός σε επίπεδα <7% εφόσον κάτι τέτοιο θεωρείται απαραίτητο προκειμένου να αποφευχθούν οι υπογλυκαιμίες. Επειδή οι γλυκαιμικοί στόχοι στην εγκυμοσύνη είναι πιο αυστηροί σε σύγκριση με μη έγκυες γυναίκες, είναι απαραίτητο οι εγκυμονούσες με ΣΔ να τρώνε σταθερές ποσότητες υδατανθράκων ώστε να υπάρχει αντιστοιχία με την δόση της ινσουλίνης και να αποφεύγεται η υπογλυκαιμία ή η υπεργλυκαιμία. Θεωρείται απαραίτητη η παραπομπή της ασθενούς σε διαιτολόγο ώστε να καθοριστεί ένα πλάνο διαιτολογίου, η αναλογία ινσουλίνης προς προσλαμβανόμενους υδατάνθρακες και τα όρια της αύξησης του βάρους.
6
ΚΥΗΣΗ ΕΠΙ ΠΡΟΥΠΑΡΧΟΝΤΟΣ ΣΔ
Σε διαβητικές γυναίκες συνιστάται αποφυγή μη προγραμματισμένης κύησης με τη χρήση καθιερωμένων μεθόδων αντισύλληψης. Κατά τη σύλληψη η HbA1c πρέπει να είναι < 6.5% , διότι έχει δειχθεί ότι έτσι μειώνεται η πιθανότητα συγγενών ανωμαλιών. Για την επίτευξη του στόχου HbA1c < 6.5% , επιδιώκονται τιμές γλυκόζης προγευματικά μεν mg/dl, μεταγευματικά δε mg/dl. Όταν προγραμματιστεί κύηση, πρέπει να διακοπούν όλα τα φάρμακα που συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο πρόκλησης συγγενών ανωμαλιών στο έμβρυο. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίνεται στην αντιϋπερτασική αγωγή. Θα πρέπει να διακόπτονται οι α-ΜΕΑ και οι ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης. Διακόπτονται επίσης οι στατίνες. Συνιστάται η χορήγηση φυλλικού οξέος (τουλάχιστον 400 mg) για την προφύλαξη του εμβρύου από συγγενείς ανωμαλίες του νευρικού σωλήνα. Κατά τη διάρκεια του προγραμματισμού γίνεται βυθοσκόπηση, προσδιορισμός στα ούρα λόγου λευκωματίνης προς κρεατινίνη και μέτρηση TSH.
7
ΚΥΗΣΗ ΕΠΙ ΠΡΟΥΠΑΡΧΟΝΤΟΣ ΣΔ
Η κύηση αντενδείκνυται όταν υπάρχει Ισχαιμική καρδιοπάθεια Σοβαρή χρόνια νεφρική νόσος (GFR <30 ml/min) Μη ρυθμιζόμενη υπέρταση Ενεργός παραγωγική διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια
8
ΓΛΥΚΑΙΜΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΤα ΤΗΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ επι προϋπαρχοντοσ σδ
Επίπεδα σακχάρου νηστείας και προγευματικά mg/dl Μεταγευματικά επίπεδα σακχάρου 1 ώρα μετά το γεύμα mg/dl Μεταγευματικά επίπεδα σακχάρου 2 ώρες μετά το γεύμα mg/dl HbA1c < 6 % (ενδείκνυται να γίνεται η μέτρηση ανά μήνα) Οι τιμές αυτές αντιπροσωπεύουν τον βέλτιστο στόχο ως προς τον έλεγχο του σακχάρου με την προϋπόθεση ότι μπορούν να επιτευχθούν με ασφάλεια. Στην πράξη, η επίτευξη των ως άνω στόχων χωρίς να εμφανιστεί υπογλυκαιμία αποτελεί ιδιαίτερη πρόκληση για τις γυναίκες με ΣΔ τύπου 1, ιδιαίτερα για αυτές με υποτροπιάζοντα επεισόδια υπογλυκαιμίας ή με μειωμένη αντίληψη της επικείμενης υπογλυκαιμίας. Εφόσον οι γυναίκες δεν μπορούν να επιτύχουν τους στόχους αυτούς χωρίς την εμφάνιση υπογλυκαιμίας, συνιστώνται λιγότερο αυστηροί στόχοι. Σκόπιμο είναι η παρακολούθηση να γίνεται σε εξειδικευμένο κέντρο ανά μία έως δύο εβδομάδες.
9
ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΕ ΠΡΟΫΠΑΡΧΟΝΤΑ ΣΔ ΣΤΗΝ ΚΥΗΣΗ
Απαγορεύεται οποιοδήποτε αντιϋπεργλυκαιμικό φάρμακο πλην της ινσουλίνης. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλα τα ανθρώπινου τύπου σκευάσματα ινσουλίνης. Εκ των υπερταχείας δράσης αναλόγων ινσουλίνης, η Lispro και η Aspart αποτελούν ασφαλή και ευέλικτη θεραπευτική επιλογή. Και τα δύο ανάλογα μακράς δράσης Detemir και Glargine μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αν κλινικά κριθεί αναγκαίο Συνήθως για την επίτευξη του στόχου απαιτούνται εντατικοποιημένα σχήματα ινσουλινοθεραπείας: α) Σχήματα πολλαπλών ενέσεων. Για την κάλυψη των βασικών αναγκών απαιτούνται 1-3 ενέσεις ινσουλίνης μέσης δράσης, ανθρώπινου τύπου, για δε την κάλυψη των γευμάτων 3 ενέσεις ινσουλίνης ταχείας δράσης (ανθρώπινου τύπου ή ανάλογα) β) Συνεχής υποδόρια έγχυση ινσουλίνης με χρήση αντλίας. Απαραίτητος είναι ο καθημερινός αυτοέλεγχος της γλυκόζης αίματος. Πρέπει να γίνεται 6-7 φορές ημερησίως (πριν και μετά τα κύρια γεύματα και προ του ύπνου), ενώ μπορεί να χρειαστεί και μια περαιτέρω μέτρηση κατά την νύχτα μεταξύ 2-4 π.μ. για τη διαπίστωση πιθανής υπογλυκαιμίας. Στις έγκυες με ΣΔ τύπου 1 ή τύπου 2 από το τέλος του πρώτου τριμήνου (12η εβδομάδα) μέχρι την 36η-37η εβδομάδα πρέπει να χορηγείται χαμηλή δόση ασπιρίνης ( mg την ημέρα) για την μείωση του κινδύνου προεκλαμψίας
10
ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΤΆ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΤΟΚΕΤΟΥ
Κατά τη διάρκεια του τοκετού στόχος είναι η διατήρηση της γλυκόζης σε επίπεδα mg/dl. Προς τούτο απαιτείται: 1) Συνεχής χορήγηση ενδοφλεβίως διαλύματος γλυκόζης και διαλύματος ινσουλίνης ταχείας δράσης 2) Μέτρηση γλυκόζης αίματος κάθε 1-2 ώρες και αναπροσαρμογή του ρυθμού χορήγησης της ινσουλίνης, βάσει των μετρήσεων γλυκόζης. Αμέσως μετά τον τοκετό, επειδή μειώνονται σημαντικά οι ανάγκες για ινσουλίνη, απαιτείται ετοιμότητα για την ανάλογη αναπροσαρμογή του θεραπευτικού σχήματος. Ο θηλασμός είναι επιθυμητός.
11
ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΥΗΣΕΩΣ
Ο διαβήτης της κύησης ορίζεται ως οποιαδήποτε διαταραχή στα επίπεδα γλυκόζης του αίματος που εμφανίζεται για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Ο διαβήτης της κύησης διαγιγνώσκεται σε περίπου 18% όλων των κυήσεων στις ΗΠΑ. Κατά την εγκυμοσύνη, ο πλακούντας και οι πλακουντιακές ορμόνες δημιουργούν αντίσταση στην ινσουλίνη, η οποία είναι περισσότερο έκδηλη κατά το τελευταίο τρίμηνο. Συνιστάται να γίνεται εκτίμηση του κινδύνου για εμφάνιση διαβήτη κυήσεως ήδη από την πρώτη επίσκεψη της εγκυμονούσας. Οι υψηλού κινδύνου έγκυες θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά από την αρχή. Η παρακολούθηση για τις χαμηλότερου κινδύνου εγκύους μπορεί να αναβληθεί έως την 24η ή 28η εβδομάδα της κυήσεως.
12
ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΥΗΣΕΩΣ
Ως σακχαρώδης διαβήτης της κυήσεως ορίζεται η διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων που διαπιστώνεται για πρώτη φορά στο 2ο ή στο 3ο τρίμηνο της κύησης, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την έναρξη της κύησης δεν διαγιγνώσκεται η ύπαρξη επίσημου προϋπάρχοντα σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (γλυκόζη νηστείας > 126 mg/dl) ή σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1. Η συχνότητα του ΣΔ της κύησης κυμαίνεται περί το 18%.
13
ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΚΥΗΣΕΩΣ
Ο ΣΔ της κύησης συνήθως υποχωρεί μετά τον τοκετό. Υπάρχει 6πλάσιος κίνδυνος εμφάνισης ΣΔ αργότερα στη γυναίκα. Θεραπεία: δίαιτα και, επί αποτυχίας επίτευξης γλυκαιμικού ελέγχου, ινσουλίνη
16
ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΠΟΥ ΣΥΝΔΥΑΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΣΔ ΤΗΣ ΚΥΗΣΗΣ
Μακροσωμία (βάρος κυήματος ή νεογνού μεγαλύτερο από εκείνο που αντιστοιχεί στην ηλικία κύησης) Περιγεννητικοί κίνδυνοι (θάνατος, δυστοκία των ώμων, κατάγματα, μαιευτικές παραλύσεις κ.α. ) Απώτεροι κίνδυνοι για το παιδί (πιθανόν παχυσαρκία και ΣΔ 2) Προεκλαμψία Ανάγκη καισαρικής τομής Απώτερος κίνδυνος ανάπτυξης ΣΔ για την μητέρα
18
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΔ ΚΥΗΣΗΣ
Παχυσαρκία Ιστορικό ΣΔ κύησης ή παθολογικής ανοχής στη γλυκόζη Προηγούμενη γέννηση παιδιού με μακροσωμία Ηλικία >25 ετών Οικογενειακό ιστορικό ΣΔ Εθνικότητα (αφροαμερικάνικης, ισπανικής καταγωγής) Πολυκυστικές ωοθήκες Ιστορικό καπνίσματος Καθιστική ζωή
20
ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΣΔ ΤΗΣ ΚΥΗΣΕΩΣ
Κατά την αρχική επίσκεψη κάθε εγκύου απαιτείται μέτρηση γλυκόζης νηστείας και HbA1c. Αν διαπιστωθεί επίσημος διαβήτης, δηλαδή γλυκόζη νηστείας > 126 mg/dl, αντιμετώπιση ως επί προϋπάρχοντος ΣΔ. Αν η γλυκόζη είναι ≥ 92 mg/dl, αλλά < 126 mg/dl, γίνεται αντιμετώπιση ως επί ΣΔ κύησης. Αν η γλυκόζη είναι < 92 mg/dl, προγραμματίζεται διενέργεια δοκιμασίας φόρτισης με γλυκόζη μεταξύ 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης σε όλες τις εγκύους.
21
ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΦΟΡΤΙΣΗΣ ΤΗΣ ΓΛΥΚΟΖΗΣ ΣΤΙΣ ΕΓΚΥΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ
Λήψη 75 gr γλυκόζης από του στόματος Μέτρηση γλυκόζης πλάσματος προ, 60 και 120 λεπτά μετά την λήψη της γλυκόζης. Όταν έστω και μία τιμή είναι ίση ή μεγαλύτερη από τα κατωτέρω αναφερόμενα όρια διαγιγνώσκεται σακχαρώδης διαβήτης της κυήσεως. Γλυκόζη νηστείας mg/dl Γλυκόζη στα 60 λεπτά mg/dl Γλυκόζη στα 120 λεπτά mg/dl Η δοκιμασία πρέπει να γίνεται το πρωί, μετά από τουλάχιστον 8ωρη νηστεία. Η εξεταζόμενη πρέπει τουλάχιστον κατά τις 3 προηγούμενες ημέρες να μην υποβάλλεται σε διαιτητικό περιορισμό όσον αφορά στους υδατάνθρακες (λήψη >150 gr/ημέρα) και να μην περιορίζει τη φυσική της δραστηριότητα.
22
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΣΔ ΚΥΗΣΗΣ
ΣΤΟΧΟΙ ΓΛΥΚΑΙΜΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ Επίπεδα σακχάρου νηστείας και προγευματικά mg/dl Μεταγευματικά επίπεδα σακχάρου 1 ώρα μετά το γεύμα mg/dl Μεταγευματικά επίπεδα σακχάρου 2 ώρες μετά το γεύμα mg/dl
23
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΣΔ ΚΥΗΣΗΣ
ΥΓΙΕΙΝΟΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ Σύνθεση διαιτολογίου: υδατάνθρακες 35-45% (αποφυγή ευαπορρόφητων υδατανθράκων), πρωτεϊνες 20-25%, λίπος % της συνολικής θερμιδικής πρόσληψης Κατανομή του διαιτολογίου σε μικρά και συχνά γεύματα προς αποφυγή κέτωσης Σε παχύσαρκες γυναίκες μέτριος περιορισμός θερμίδων (25 Kcal/kg βάρους), αλλά όχι κάτω των 1800 θερμίδων Όπου δεν υπάρχει μαιευτική αντένδειξη, η σωματική άσκηση συμβάλλει στην βελτίωση της γλυκαιμίας.
25
ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΜΕ ΣΔ ΚΥΗΣΗΣ
Η μέτρηση της HbA1c συνιστάται στην αρχική επίσκεψη για τη διαπίστωση προϋπάρχουσας υπεργλυκαιμίας. Συνιστάται η παρακολούθηση της εγκύου ανά 2 εβδομάδες. Η συχνότητα της παρακολούθησης μπορεί να τροποποιείται ανάλογα με τις ανάγκες της ρύθμισης. Συνιστάται αυτοέλεγχος της γλυκόζης που πρέπει να γίνεται 6 φορές ημερησίως (πριν και μία ώρα μετά τα γεύματα) ή 4 φορές (γλυκόζη νηστείας και τρεις μεταγευματικές).
27
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΜΕ ΙΝΣΟΥΛΙΝΗ Η αλλαγή στον τρόπο ζωής είναι μια σημαντική συνιστώσα στην αντιμετώπιση του ΣΔ της κύησης και πολλές φορές επαρκεί για την αντιμετώπιση πολλών γυναικών με ΣΔ κύησης. Φαρμακευτική αγωγή προστίθεται όταν δεν επιτυγχάνονται οι γλυκαιμικοί στόχοι. Όταν δεν επιτυγχάνονται οι γλυκαιμικοί στόχοι ή εμφανίζονται σημεία μακροσωμίας στο υπερηχογράφημα του εμβρύου, τότε στο θεραπευτικό σχήμα προστίθεται και η ινσουλίνη. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν όλα τα ανθρώπινου τύπου σκευάσματα ινσουλίνης. Εκ των υπερταχείας δράσης αναλόγων ινσουλίνης, η Lispro και η Aspart αποτελούν ασφαλή και ευέλικτη θεραπευτική επιλογή. Και τα δύο ανάλογα μακράς δράσης Detemir και Glargine μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αν κλινικά κριθεί αναγκαίο. Δεν υπάρχουν δεδομένα για την προτίμηση συγκεκριμένου σχήματος ινσουλινοθεραπείας, αλλά αυτό καθορίζεται από τα επίπεδα γλυκόζης στον αυτοέλεγχο.
30
ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΣΔ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΚΥΗΣΗ
Η ινσουλίνη είναι η θεραπεία εκλογής για την αντιμετώπιση του ΣΔ της κύησης, καθώς δεν διέρχεται τον πλακούντα σε μετρήσιμα επίπεδα. Σύμφωνα με τις οδηγίες της Αμερικάνικης Διαβητολογικής Εταιρείας, μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν ως θεραπεία δεύτερης γραμμής η μετφορμίνη και η γλιβουρίδη. Και οι δύο διέρχονται τον πλακούντα, με την μετφορμίνη να παρουσιάζει μεγαλύτερο βαθμό διαπερατότητας σε σύγκριση με τη γλιβουρίδη. Όλοι οι από του στόματος αντιδιαβητικοί παράγοντες στερούνται μακροχρόνιων δεδομένων ασφαλείας. Σε μια συστηματική ανασκόπηση του 2015, η γλιβουρίδη συσχετίστηκε με υψηλότερη συχνότητα νεογνικής υπογλυκαιμίας και μακροσωμίας σε σύγκριση με την ινσουλίνη και την μετφορμίνη. Η μετφορμίνη σχετίστηκε με μικρότερο κίνδυνο νεογνικής υπογλυκαιμίας και με μικρότερη αύξηση του βάρους της μητέρας συγκριτικά με την ινσουλίνη. Ωστόσο, η μετφορμίνη μπορεί να αυξήσει ελαφρώς τον κίνδυνο προωρότητας. Η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία συνιστά την ινσουλίνη ως μοναδική φαρμακευτική θεραπεία για τον ΣΔ της κύησης όσο και για τον ΣΔ 1 ή 2 κατά την εγκυμοσύνη.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.