Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

ΠΡΟΣΩΠΑ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΣΤΗ ΡΩΜΗ

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "ΠΡΟΣΩΠΑ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΣΤΗ ΡΩΜΗ"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 ΠΡΟΣΩΠΑ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΣΤΗ ΡΩΜΗ
Αθηνά Δημοπούλου, Νομική Σχολή Αθηνών

2 Προσωπική κατάσταση Γάιος (νομομαθής), Εισηγήσεις:
3μερής διάκριση δικαίου Δίκαιο Προσώπων Δίκαιο Πραγμάτων Δίκαιο των Αγωγών

3 Διακρίσεις των προσώπων
Ελεύθερους και δούλους. Ρωμαίους πολίτες και μη. Πλήρη πολιτικά δικαιώματα και ικανότητα δικαίου: έχουν μόνον οι άρρενες, εκ γενετής Ρωμαίοι πολίτες. Οι γυναίκες έχουν μεν την ιδιότητα του πολίτη, με περιορισμένα όμως δικαιώματα, χωρίς δυνατότητα συμμετοχής στην πολιτική ζωή. Συμμετέχουν, πάντως, στην οικονομική ζωή, μπορούν ναδιαθέτουν περιουσία και έχουν ικανότητα προς δικαιοπραξία.

4 Νομικά πρόσωπα; Το Ρωμαϊκό Δίκαιο δεν διαμόρφωσε την έννοια του νομικού προσώπου Αν και αναγνωρίζει την ύπαρξη ενώσεων προσώπων, όπως τα σωματεία ή την ίδια τη Ρωμαϊκή Πολιτεία (populus romanus) Αντιμετωπίζονται ως νομικά πρόσωπα, χωρίς να περιγράφονται με τον όρο αυτό.

5 Δούλοι Η διάκριση μεταξύ ελευθέρων και δούλων αποτελεί εγγενές στοιχείο κάθε αρχαίας κοινωνίας. Οι δούλοι δεν θεωρούνται στη Ρώμη υποκείμενα δικαίου. Ο servus (δούλος) είναι αρχικά αυτός που, αφού αιχμαλωτίστηκε σε εχθροπραξίες, διατηρήθηκε στη ζωή (servatus) αντί να θανατωθεί. Η περιαγωγή σε δουλεία, που μπορεί να γίνει με την αιχμαλωσία, συνεπάγεται έναν «πολιτικό θάνατο» του προσώπου και λήξη της ικανότητας δικαίου.

6 Πώς γίνεται κάποιος δούλος;
Πώς γίνεται κάποιος δούλος; Τα τέκνα των δούλων θεωρούνται δούλοι εκ γενετής, με το status του προσώπου να καθορίζεται κατά κανόνα από αυτό της μητέρας του. Οι Ρωμαίοι πολίτες που αιχμαλωτίζονται σε εχθροπραξίες = δούλοι (αν όμως επιστρέψουν από την αιχμαλωσία, ανακτούν τα περιουσιακά και προσωπικά δικαιώματα που είχαν πριν αιχμαλωτιστούν). σε συνέχεια αιχμαλωσίας από πειρατές (η πειρατεία αποτελούσε μάστιγα της αρχαιότητας), καταδίκης για σοβαρά εγκλήματα, ο φυγόστρατος, όποιος δεν μετείχε στην απογραφή του πληθυσμού από τους τιμητές. Η περιαγωγή σε δουλεία για χρέη απαγορεύτηκε νομοθετικά κατ’ επανάληψη, κάτι που καθιστά εμφανές ότι το φαινόμενο παρατηρούνταν στην πράξη, παρά τις νομοθετικές απαγορεύσεις.

7 Βάση της αρχαίας οικονομίας
Είναι πολυάριθμοι στη Ρώμη από την εποχή της επέκτασης της Αυτοκρατορίας. Οι συνθήκες διαβίωσής τους ποικίλλουν ανάλογα με την περίοδο, το είδος της εργασίας τους, τη μόρφωσή τους και το χαρακτήρα του κυρίου τους. Πάμπολλοι, θεωρούμενοι ανθρώπινες μηχανές, εργάζονται καταναγκαστικά σε μεγάλες ιδιοκτησίες που δημιουργούνται στην ιταλική χερσόνησο, τα latifundia, ζώντας υπό άθλιες συνθήκες. Άλλοι αποτελούν πρόσωπα της εμπιστοσύνης των κυρίων τους, ζουν εντός του οίκου τους και θάπτονται ενίοτε μετά θάνατον στον ίδιο οικογενειακό τάφο με αυτούς. Οι εύποροι Ρωμαίοι εμπιστεύονται σε μορφωμένους δούλους τη διαχείριση της περιουσίας τους & ως παιδαγωγούς ή γιατρούς. Νόμοι απαγορεύουν την κακομεταχείριση, τον βασανισμό, τη θανάτωση ή την εγκατάλειψη του ασθενούς ή ηλικιωμένου δούλου από τον κύριό του. Οι δούλοι του αυτοκρατορικού οίκου (servi caesaris), συχνά ελληνικής καταγωγής, καταλαμβάνουν σημαντικές θέσεις στη δημόσια διοίκηση και ενίοτε αποκτούν σημαντική ισχύ.

8 Οι δούλοι μετέχουν στην οικονομική ζωή συναλλασσόμενοι στο όνομα του κυρίου τους.
Αν διαπράξουν κάποια ζημία, ευθύνεται ο κύριός τους, μπορεί όμως να απαλλαγεί από την υποχρέωση αποζημίωσης, παραχωρώντας τον δούλο στον ζημιωθέντα. Οι δούλοι μπορούν να διαχειρίζονται ατομικά κάποια περιουσιακά στοιχεία (το λεγόμενο peculium), τα οποία ανήκουν τυπικά μεν στον κύριο αλλά ο δούλος μπορεί να τα χρησιμοποιεί ελεύθερα, ακόμα και για την απελευθέρωσή του.

9 Απελεύθεροι Οι απελεύθεροι αποτελούν τέως δούλους που έχουν ανακτήσει την ελευθερία τους μέσω ειδικής δικαιοπραξίας του κυρίου (manumissio) ή με τη διαθήκη του. Ο απελεύθερος στη Ρώμη αποκτούσε την περιζήτητη ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη, με περιορισμένα όμως πολιτικά και προσωπικά δικαιώματα. Νομοθετικοί περιορισμοί απαγόρευαν το γάμο απελεύθερων με μέλη της τάξης των Συγκλητικών. Ο απελεύθερος συνδέεται με σχέση πατρωνίας με τον τέως κύριο (patronus), θεωρούμενος προστατευόμενός του . Η σχέση αυτή διέπεται από συγκεκριμένες νομικές υποχρεώσεις: ο απελεύθερος οφείλει σεβασμό και υπακοή στον πάτρωνά του είναι υποχρεωμένος να του παρέχει διά βίου ορισμένες υπηρεσίες. Η συχνότητα των απελευθερώσεων δούλων στο τέλος της Respublica ήταν τέτοια, που τέθηκαν νομοθετικοί περιορισμοί στον αριθμό δούλων που μπορούσε ένας κύριος να απελευθερώσει. Παρ’ όλα αυτά, υπολογίζεται ότι άνω του 80% του πληθυσμού της Ρώμης αποτελείτο από απελεύθερους ή απογόνους απελευθέρων.

10 Ρωμαίοι πολίτες Σύμφωνα με την αρχή της προσωπικότητας του δικαίου, κάθε πολίτης στην αρχαιότητα ακολουθούσε το δίκαιο της πολιτείας του. Η κατοχή της ιδιότητας του Ρωμαίου πολίτη συνεπαγόταν την υπαγωγή ενός προσώπου στο Ρωμαϊκό Δίκαιο και, βέβαια, σε όλα τα δικαιώματα που εξασφάλιζε η ρωμαϊκή πολιτεία. Οι Ρωμαίοι διακρίνονται από τους ξένους, που ονομάζονται peregrini. Ειδικός πραίτορας, ο praetor peregrinus, είναι αρμόδιος για τις διαφορές μεταξύ Ρωμαίων και ξένων.

11 IUS GENTIUM Όταν οι Ρωμαίοι συναλλάσσονται με ξένους ή οι ξένοι συναλλάσσονται μεταξύ τους, οι σχέσεις αυτές διέπονται από το ius gentium, το δίκαιο των εθνών. Το δίκαιο αυτό αναπτύσσεται μέσω της προοδευτικής επαφής των Ρωμαίων με ξένους λαούς, της αλληλεπίδρασης με τα τοπικά δίκαια μέσω των εμπορικών συναλλαγών και της δυνατότητας του paetor peregrinus να αναγνωρίζει δικαιοπραξίες μεταξύ Ρωμαίων και ξένων, που δεν είναι δικαιοπραξίες του ius civile. Το ius gentium κάλυπτε ιδίως το δίκαιο των συναλλαγών, με έμφαση στην έννοια της καλής πίστης και βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στις καθιερωμένες εμπορικές και ναυτικές πρακτικές των ελληνικών πόλεων. Εφαρμοζόταν σε κάθε ελεύθερο άνθρωπο, ανεξαρτήτως ιθαγένειας.

12 Κτήση της ιδιότητας του πολίτη
Η κτήση της ιδιότητας του Ρωμαίου πολίτη γίνεται κατ’ αρχήν με γέννηση από νόμιμο γάμο μεταξύ Ρωμαίων πολιτών. Οι πολίτες απογράφονται στη Ρώμη ενώπιον των τιμητών κάθε πέντε έτη, δηλώνοντας όλα τα πρόσωπα που τελούν υπό την εξουσία τους και την περιουσία τους, σύμφωνα με την οποία κατατάσσονται σε κοινωνική τάξη (ordo), μεταξύ των: συγκλητικών, ιππέων ή πληβείων. Παράλειψη κάποιου να απογραφεί μπορούσε να συνεπάγεται την περιαγωγή του σε δουλεία. Επί Ηγεμονίας η απόδειξη της ιδιότητας του πολίτη, που έχει μεγάλη σημασία, προκύπτει από τα αρχεία της δήλωσης της γέννησης από έναν από τους γονείς σε δημόσια αρχή.

13 Κτήση ιδιότητας πολίτη
Την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη μπορούσε να αποκτήσει ένας ξένος μετά από απονομή της ρωμαϊκής πολιτείας. Η απονομή ρωμαϊκής πολιτείας σε ξένους γίνεται αρχικά με φειδώ. Αποτελεί εργαλείο ενσωμάτωσης και αφομοίωσης είτε κοινοτήτων είτε ατόμων, που προσέφεραν υπηρεσίες στη Ρώμη, τα οποία είναι συνήθως μέλη των τοπικών ελίτ. Οι νέοι πολίτες παίρνουν το όνομα του Ρωμαίου, που τους χορηγεί την ιθαγένεια. Τη ρωμαϊκή πολιτεία αποκτούν επίσης όσοι δούλοι απελευθερώνονται από Ρωμαίους και οι αποστρατευόμενοι (veterani) που υπηρετούν στα βοηθητικά σώματα του ρωμαϊκού στρατού, μετά το πέρας της εικοσαετούς υπηρεσίας τους (honesta missio), οπότε τους απονέμεται σχετικό τιμητικό δίπλωμα.

14 Tria nomina & toga Ο Ρωμαίος πολίτης φέρει πάντα τρία ονόματα (tria nomina): όνομα, όνομα γένους και επώνυμο (π.χ. Gaius Julius Caesar). Οι γυναίκες έχουν δύο ονόματα: του γένους τους (π.χ. Claudia), στο οποίο προσθέτουν αυτό του συζύγου τους.

15 Διακριτικά γνωρίσματα Ρωμαίου πολίτη
Ο εκ γενετής ελεύθερος, έχει δικαίωμα να φορά χρυσό δακτυλίδι Από το ένδυμά του, την τόγα

16 Civis Romanus sum Την εποχή της παντοδυναμίας της Ρώμης, η ρωμαϊκή ιθαγένεια είναι περιζήτητη, καθώς παρέχει σειρά από δικαιώματα και προνόμια. Η σημασία της ιδιότητας του Ρωμαίου πολίτη συνοψίζεται στη φράση: «civis Romanus sum». Η φράση αυτή αποτελεί επίκληση των ατομικών δικαιωμάτων του Ρωμαίου πολίτη.

17

18 Δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη
Η ελευθερία (libertas), η υπαγωγή στο ius civile (ρωμαϊκό δίκαιο, βλ. 5.1) και η δυνατότητα πρόσβασης στη δικαιοδοσία των ρωμαϊκών δικαστηρίων, η απαγόρευση βασανιστηρίων: την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη, π.χ. θα επικαλεστεί ο Απόστολος Παύλος, όταν θα συλληφθεί από τις ρωμαϊκές αρχές, για να τύχει της αντίστοιχης μεταχείρισης, αφού απαγορεύεται αυστηρά ο βασανισμός, η μαστίγωση και η θανάτωση Ρωμαίου χωρίς δίκη από δικαστήριο της Ρώμης, το δικαίωμα προσφυγής στην προστασία των δημάρχων (ius auxilii, βλ ) σε περίπτωση αυθαιρεσίας κρατικού λειτουργού, το δικαίωμα προσφυγής στην κρίση λαϊκού δικαστηρίου (ius provocationis) σε συνέχεια εσφαλμένης απόφασης επιβολής θανατικής ποινής από άρχοντα, το δικαίωμα του εκλέγειν (ius suffragium) και εκλέγεσθαι (ius honorum) στα διάφορα αξιώματα της Ρώμης (με ορισμένες διακρίσεις μεταξύ πατρικίων και πληβείων), το δικαίωμα επιγαμίας (ius conubii), δηλαδή σύστασης νόμιμου γάμου με Ρωμαία, από τον οποίο θα γεννιόντουσαν νόμιμοι κληρονόμοι και τέλος το δικαίωμα συμμετοχής στην οικονομική ζωή και σύναψης συμβάσεων κατά το Ρωμαϊκό Δίκαιο (ius commercii).

19 Υποχρεώσεις Ρωμαίου πολίτη
Υπακοή στους νόμους και στους άρχοντες της Ρώμης, υποχρέωση απογραφής (census) κάθε Ρωμαίου και της περιουσίας του ανά πενταετία από τους τιμη τές, από την οποία καθορίζεται η κοινωνική τάξη και το δικαίωμα ψήφου, υποχρέωση στρατιωτικής θητείας (ius militiae), που συνεπάγεται αντίστοιχο δικαίωμα μισθού και μεριδίου στα πολεμικά λάφυρα διάφορες οικονομικές υποχρεώσεις: εισφορά για τις ανάγκες του στρατού, φόρος κληρονομίας, ανάληψη δημόσιων εξόδων για τους εύπορους πολίτες κατά τους ύστερους χρόνους.

20 Πατρίκιοι Οι Ρωμαίοι πολίτες διακρίνονται, ανάλογα με την καταγωγή τους, σε πατρικίους και πληβείους. Σύμφωνα με τον ιστορικό Τίτο Λίβιο, ο μυθικός ιδρυτής της Ρώμης, ο Ρωμύλος, όρισε τα πρώτα 100 μέλη της Συγκλήτου, τους οποίους ονόμασε patres (πατέρες του έθνους), απόγονοι των οποίων ήταν οι πατρίκιοι. Οι πατρίκιοι από τελούσαν την παλαιά αριστοκρατία της Ρώμης και απολάμβαναν ορισμένα προνόμια, μεταξύ των οποίων ήταν το προνόμιο να εκλέγονται σε όλα τα αξιώματα, με την εξαίρεση αυτού των δημάρχων (tribuni plebis), η εκλογή στο οποίο αποτελούσε προνόμιο των πληβείων.

21 Πληβείοι Οι λοιποί πολίτες ονομάζονταν πληβείοι (plebs, λέξη που συνδέεται με την ελληνική πλῆθος), Η διάκριση δεν σήμαινε απαραιτήτως, ότι ήταν οικονομικά ασθενείς, καθώς από τον 4ο π.Χ. αιώνα, μεταξύ των πληβείων συγκαταλέγονται ορισμένες από τις ισχυρότερες και πλουσιότερες οικογένειες της Ρώμης. Ο όρος plebs πάντως κατέληξε να διακρίνει το πλήθος των μη προνομιούχων πολιτών. Συνάρτηση της ιδιότητας του πολίτη ήταν και το δικαίωμα συμμετοχής στις λαϊκές συνελεύσεις. Στις απαρχές της Ρώμης, οι πληβείοι μέσω κοινωνικών και πολιτικών αγώνων διεκδίκησαν ισότητα πολιτικών δικαιωμάτων από τους πατρικίους, επιτυγχάνοντας τη σταδιακή εξίσωση και δυνατότητα εκλογής στα ανώτατα αξιώματα. Το αξίωμα των δημάρχων ήταν προσβάσιμο μόνον σε πληβείους.

22 Οι κάτοικοι της Αυτοκρατορίας
Πολίτες των πόλεων που είχαν υποταχθεί στους Ρωμαίους, οι οποίοι υπόκεινται σε φορολόγηση, Πολίτες των ελευθέρων (κατ’ όνομα μόνον) πόλεων, που είχαν συνάψει συνθήκη συμμαχίας με τη Ρώμη και είχαν ενταχθεί ομαλά στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι τελευταίοι διατηρούν μία επίφαση ανεξαρτησίας και το δικαίωμα εφαρμογής του δικού τους δικαίου. Το 212 μ.Χ., ο αυτοκράτορας Καρακάλλας εκδίδει ήδικτο, την περίφημη Constitutio Antoniniana, με την οποία απονέμει την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, πλην ορισμένων εξαιρέσεων. Μία από τις νομικές συνέπειες της απόφασης αυτής ήταν η εφαρμογή του Ρωμαϊκού Δικαίου σε όλους τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, κάτι που οδήγησε προοδευτικά στη παραγκώνιση των τοπικών δικαίων.

23 Δικαιοπρακτική ικανότητα
Το Ρωμαϊκό Δίκαιο δεν αναγνωρίζει σε όλους τους ανθρώπους ικανότητα δικαίου, τη δυνατότητα, δηλαδή, να είναι κανείς υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων (π.χ. οι δούλοι δεν διαθέτουν ικανότητα δικαίου). Δικαιοπρακτική ικανότητα, δηλαδή ικανότητα να συνάπτουν δεσμευτικές συμβάσεις, έχουν κατ’ αρχάς οι ενήλικες άρρενες Ρωμαίοι πολίτες. Ενήλικες θεωρούνταν οι άρρενες από την ηλικία των 14 ετών, οπότε φορούσαν την ανδρική τόγα (toga virilis) και οι θήλεις από την ηλικία των 12 ετών. Οι ανήλικοι αυτεξούσιοι μπορούσαν να συνάψουν δικαιοπραξίες, από τις οποίες αποκόμιζαν μόνον οφέλη· αν όμως αναλάμβαναν υποχρεώσεις, η συναλλαγή έπρεπε να εγκριθεί από τον επίτροπό τους. Οι υπεξούσιοι και οι δούλοι μπορούσαν να συνάπτουν δικαιοπραξίες στο όνομα του κυρίου τους. Οι γυναίκες είχαν περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα. Οι παράφρονες θεωρούνταν ανίκανοι προς δικαιοπραξία και αδικοπραξία.

24 Μείωση της προσωπικότητας
Η προσωπική κατάσταση (status) κάθε ατόμου προσδιοριζόταν από τρία στοιχεία: την ελευθερία (status libertatis), την ιθαγένεια (status civitatis) και την οικογενειακή κατάσταση (status familiae). Ο Ρωμαίος πολίτης κατείχε και τα τρία στοιχεία: ελευθερία (libertas), ιθαγένεια (civitas) και οικογένεια (familia). Αλλαγές σε κάποιο από τα στοιχεία αυτά συνεπάγονταν μείωση της προσωπικότητας ()

25 capitis deminutio 1. Η υποδούλωση, που συνεπαγόταν απώλεια και των τριών στοιχείων αυτών, αποτελούσε την capitis deminutio maxima. Θεωρούνταν ως ένα είδος «αστικού θανάτου» του προσώπου, αφού σήμαινε την απώλεια των πάσης φύσεως δικαιωμάτων του. 2. Η απώλεια της ρωμαϊκής πολιτείας αποτελούσε την capitis deminutio media, η οποία μπορούσε να επιβληθεί ως ποινική κύρωση για σοβαρά αδικήματα. 3. Η αλλαγή της οικογενειακής κατάστασης, μέσω της υιοθεσίας, χειραφεσίας, σύναψης αυστηρού γάμου (cum manu), ονομαζόταν capitis deminutio minima, λόγω της μεταβολής των οικογενειακών δεσμών και περιουσιακών δικαιωμάτων που επέφερε για το πρόσωπο κάποιου. Θεωρούνταν μία μορφή μείωσης της προσωπικότητας, αν και δεν σήμαινε πραγματική επιδείνωση της προσωπικής κατάστασης του ατόμου.

26 Η ρωμαϊκή οικογένεια Ομάδα προσώπων που συνδέονται από δεσμούς συγγένειας, νομικούς και οικονομικούς. Ρωμαϊκή ιδιαιτερότητα : η απόλυτη εξουσία του πατριάρχη της οικογένειας, δηλαδή του γηραιότερου εν ζωή πατέρα, που ονομάζεται paterfamilias, επί των λοιπών συγγενών του, που ονομάζονται υπεξούσιοι. Όσο ζει ο αρχαιότερος άνδρας της οικογένειας, οι γιοι και εγγονοί του, ακόμα κι αν είναι ενήλικοι ή και με δικές τους οικογένειες, υπάγονται στην εξουσία του paterfamilias (patria potestas) Αυτός είναι το μόνο πρόσωπο με πλήρη πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα (sui iuris). Η σύζυγος υπάγεται στην εξουσία του συζύγου της, εφόσον έχει συνάψει αυστηρό γάμο (cum manu), άλλως παραμένει υπεξούσια του πατέρα της. Δεν διέφερε πολύ από εξουσία κυρίου επί των δούλων, με τη διαφορά ότι στο πεδίο του δημόσιου δικαίου, οι υπεξούσιοι Ρωμαίοι πολίτες είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα, το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, και μπορούσαν να ασκήσουν οιοδήποτε δημόσιο αξίωμα.

27 Patria potestas Η εξουσία του πατέρα (patria potestas) παρείχε ευρύτατα δικαιώματα επί των κατιόντων: δικαίωμα έκθεσης τυχόν ανεπιθύμητων νεογέννητων, δικαίωμα ζωής και θανάτου επί των τέκνων του. Το ακραίο δικαίωμα αυτό, που σπάνια έχει καταγραφεί η άσκησή του στις ρωμαϊκές πηγές, στην πράξη περιοριζόταν τόσο από την άτυπη λειτουργία του οικογενειακού συμβουλίου στις ρωμαϊκές οικογένειας, το οποίο ο paterfamilias συμβουλευόταν για κάθε σοβαρή υπόθεση, όσο και από τον έλεγχο των ηθών που ασκούσαν οι τιμητές, καταδικάζοντας ακραίες ή ανήθικες συμπεριφορές.

28 Υιοθεσία Η σχέση της patria potestas μπορούσε να δημιουργηθεί είτε με τη γέννηση σε νόμιμο γάμο, είτε με υιοθεσία. Μέσω της υιοθεσίας κάποιος μπορούσε να αποκτήσει διάδοχο, συνεχιστή του ονόματος και του οίκου του και νόμιμο κληρονόμο. Δύο μορφές υιοθεσίας προβλέπονταν: Αν ο υιοθετούμενος ήταν υπεξούσιος, όντας υπό την patria potestas κάποιου άλλου, η υιοθεσία ονομαζόταν adoptio, αν ήταν αυτεξούσιος, οπότε ονομαζόταν adrogatio (εισποίηση). Αμφότερες απαιτούσαν πανηγυρικές δικαιοπραξίες και δημοσιότητα. Η υιοθεσία ήταν συνηθέστατο φαινόμενο στις ρωμαϊκές οικογένειες, ιδίως μεταξύ των αριστοκρατών, όχι μόνον για τη συνέχιση του οίκου και του ονόματός τους ή για να αποκτήσουν κληρονόμο, αν δεν είχαν φυσικούς γιούς, αλλά και για πολιτικούς λόγους. Ο Ιούλιος Καίσαρας, που είχε μόνον μία κόρη, υιοθέτησε με τη διαθήκη του τον ανιψιό του Οκταβιανό, τον μετέπειτα πρώτο ηγεμόνα Αύγουστο.

29 ΓΑΜΟΣ (iustae nuptiae)
Η σύναψη νόμιμου γάμου (iustae nuptiae) κατά τους κανόνες του ius civile αποτελούσε προϋπόθεση για την απόκτηση γνήσιων τέκνων, που θα είχαν κληρονομικά δικαιώματα επί της πατρικής εξουσίας. Ο όρος matrimonium συνοψίζει τον σκοπό του γάμου, που είναι να καταστήσει τη σύζυγο μητέρα (mater), δημιουργώντας από τη συνένωση δύο πολιτών, νέους πολίτες. Για να συναφθεί νόμιμος γάμος, έπρεπε οι δύο σύζυγοι να είναι Ρωμαίοι πολίτες ή ο ένας peregrinus (ξένος), με δικαίωμα όμως επιγαμίας (conubium). ο γάμος για τους Ρωμαίους ήταν κυρίως κοινωνική υπόθεση. .

30 Νόμιμες προϋποθέσεις Γάμου:
Ηλικία (12 ετών για τα κορίτσια και 14 ετών για τα αγόρια, αν και συνήθως ο γάμος τελούνταν αργότερα, στην ύστερη εφηβεία για τα κορίτσια και μετά τα 25 έτη για τα αγόρια), Η συναίνεση του paterfamilias. Το κύριο συστατικό στοιχείο του γάμου αποτελούσε η γαμική διάθεση (affectio maritalis), δηλαδή η επιθυμία του άνδρα και της γυναίκας να ζουν ως νόμιμοι σύζυγοι, συγκατοικώντας υπό την ίδια στέγη, σε μία μόνιμη και διαρκή σχέση που θα επέφερε τις νομικές και κοινωνικές συνέπειες του γάμου. Ούτε οι τελετές, που συνόδευαν τη σύναψη του γάμου, ούτε άλλο επίσημο στοιχείο υποκαθιστούσαν τη γαμική διάθεση ως βασικό συστατικό στοιχείο του ρωμαϊκού γάμου. Ήταν σύνηθες, ιδίως μεταξύ των ανώτερων τάξεων, οι γάμοι των τέκνων να κανονίζονται από τους πατεράδες, με κοινωνικά ή οικονομικά κριτήρια, όχι σπάνια και με σκοπό τη σύναψη πολιτικών συμμαχιών

31 ΜΝΗΣΤΕΙΑ Πριν από τον γάμο μπορούσε να είχε προηγηθεί η σύναψη μνηστείας Συνίστατο σε δικαιοπραξία (με την μορφή της sponsio) υπόσχεσης σύναψης γάμου που αντάλλασσαν ο πατέρας της νύφης και ο μελλόνυμφος ή ο πατέρας του, αν ήταν υπεξούσιος. Ο γαμπρός προσέφερε στη μελλόνυμφη σιδερένιο δακτυλίδι. Σε περίπτωση αθέτησης της υπόσχεσης γάμου, αρχικά μπορούσε να ασκηθεί σχετική αγωγή. Αργότερα όμως, η μνηστεία αποτελούσε απλή κοινωνική δέσμευση.

32 Αυστηρός-χαλαρός γάμος
ΑΥΣΤΗΡΟΣ ΓΑΜΟΣ: Στις πρώιμες περιόδους, η σύζυγος περιερχόταν υπό την εξουσία του συζύγου, συνάπτοντας αυστηρό γάμο (cum manu, κυριολεκτικά: υπό την χείρα-manus του συζύγου της), φεύγοντας από την εξουσία του πατέρα της και λαμβάνοντας θέση υπεξούσιας του συζύγου της. ΧΑΛΑΡΟΣ ΓΑΜΟΣ: Από τον 1ο π.Χ. αιώνα, όμως, είχε επικρατήσει στα κοινωνικά ήθη της Ρώμης η χαλαρότερη μορφή γάμου, που δεν παρείχε στο σύζυγο εξουσία επί της συζύγου ή περιουσιακά δικαιώματα επί της περιουσίας της.

33 Γαμήλια τελετή: αποδεικτική, όχι συστατική του γάμου
Γαμήλια τελετή: αποδεικτική, όχι συστατική του γάμου Η τελετή του γάμου, που πραγματοποιούνταν σε ημερομηνία που επιλεγόταν ως ευοίωνη κατά τις θρησκευτικές αντιλήψεις, περιείχε στοιχεία θρησκευτικά και κοινωνικά, όπως θυσίες και δεήσεις στους θεούς, ανταλλαγή δώρων, την πανηγυρική μετάβαση της νύφης από την πατρική οικία σε αυτή του συζύγου και τελετουργικά λόγια («όπου εγώ θα είμαι ο Γάιος, εσύ θα είσαι η Γαΐα μου»). Τα στοιχεία αυτά περιέβαλλαν με συμβολισμούς και δημοσιότητα την επιθυμία των συζύγων για έγγαμη συμβίωση, χωρίς όμως να αποτελούν συστατικό τύποτου γάμου.

34 Η νομοθεσία του Αυγούστου για τον γάμο
Ο Αύγουστος, σε μια προσπάθεια τόνωσης των γεννήσεων και εξυγίανσης των πατροπαράδοτων ρωμαϊκών ηθών (mores maiorum), μετά από τη γενικότερη χαλάρωση που έφερε η εισροή μεγάλου πλούτου στη Ρώμη σε συνέχεια των κατακτήσεων, θέσπισε σειρά νόμων (Leges Juliae) που ρύθμισαν τις οικογενειακές σχέσεις. Ο γάμος κατέστη κατ’ ουσία υποχρεωτικός για όλους τους Ρωμαίους πολίτες, για τους άνδρες μεταξύ των 25 και 59 ετών και για τις γυναίκες μεταξύ των 20 και 49 ετών. Η σύναψη νέου γάμου κατέστη επίσης υποχρεωτική σε περίπτωση διαζυγίου ή χηρείας. Ειδικώς για τις χήρες, η υποχρέωση σύναψης νέου γάμου ίσχυε μετά την πάροδο του λεγόμενου πένθιμου ενιαυτού, μίας περιόδου δέκα μηνών από τον θάνατο του συζύγου τους, κατά την οποία έπρεπε μία χήρα να παραμείνει άγαμη σε ένδειξη τιμής προς το πρόσωπό του, αλλά και για να μην υφίσταται θέμα συγχύσεως κληρονόμων σε περίπτωση εγκυμοσύνης της. Τέθηκαν, επίσης, περιορισμοί στα κληρονομικά δικαιώματα των αγάμων και τους επιβλήθηκε βαρύτερη φορολογία.

35 Η Μοιχεία Επί Αυγούστου, οι σεξουαλικές σχέσεις με άγαμη παρθένο και η μοιχεία με έγγαμη γυναίκα κατέστησαν ποινικό αδίκημα που μπορούσε να καταγγείλει, εκτός από τον πατέρα και το σύζυγο, κάθε πολίτης. Οι μοιχοί καταδικάζονται σε εξορία σε διαφορετικά νησιά, και μέρος της περιουσίας τους κατάσχεται. Ο πατέρας μπορούσε να σκοτώσει τους μοιχούς ατιμωρητί, ο σύζυγος τον μοιχό υπό προϋποθέσεις, αν και παρόμοιοι φόνοι σπάνια καταγράφονται στις πηγές. Ο σύζυγος έπρεπε όμως να χωρίσει απαραιτήτως τη μοιχευόμενη σύζυγό του, η οποία απαγορευόταν να ξαναπαντρευτεί. Θέτοντας το παράδειγμα, ο Αύγουστος θα εφαρμόσει το νόμο του, εξορίζοντας τόσο την κόρη του Ιουλία, που διεξάγει ακόλαστο βίο, σε ερημικό νησί, όσο και την εγγονή του, Ιουλία τη νεότερη.

36 Λύση του γάμου Ο γάμος λυνόταν ακουσίως με τον θάνατο οιουδήποτε εκ των συζύγων. Μεταξύ ζώντων, όταν η γαμική διάθεση εξέλιπε στο πρόσωπο οιουδήποτε από τους συζύγους, ο γάμος λυνόταν ελεύθερα, Αρχικά η διάλυση του γάμου για επιπόλαιο λόγο προσέκρουε στην κοινωνική αποδοκιμασία και τον έλεγχο των ηθών που ασκούσαν οι τιμητές. Το διαζύγιο (divortium) στον χαλαρό γάμο, δεν απαιτούσε κάποια τυπική πράξη και η λύση του γάμου εκδηλώνονταν απλώς με τη διάρρηξη της έγγαμης συμβίωσης, που μπορούσε να γίνει κοινή συναινέσει ή μονομερώς (repudium). Όπως ο γάμος καταρτιζόταν με τη συναίνεση των συζύγων και μόνον, έτσι λυνόταν αυτομάτως, όταν η συναίνεση αυτή εξέλιπε κατά τρόπο μόνιμο, είτε στο πρόσωπο και των δύο συζύγων είτε του ενός. Ήταν συνηθισμένο, όμως, η απόφαση λύσεως του γάμου να λαμβάνεται μετά από σύγκλιση του οικογενειακού συμβουλίου.

37 Eπιμέλεια τέκνων – διαδοχικοί γάμοι
Ανασταλτικό παράγοντα για τα διαζύγια αποτελούσε η υποχρέωση του συζύγου να επιστρέψει την προίκα στη σύζυγο και το δικαίωμα του συζύγου να παρακρατήσει ένα μέρος της προίκας για κάθε τέκνο. Σε περίπτωση διαζυγίου, τα παιδιά παρέμεναν πάντα υπό την εξουσία και στο σπίτι του πατέρα τους. Λόγω της συχνότητας των διαζυγίων και της υψηλής θνησιμότητας, η σύναψη διαδοχικών γάμων ήταν συνήθης (δεν υπήρχε αριθμητικός περιορισμός), με τους περισσότερους Ρωμαίους να έχουν παντρευτεί δύο φορές κατά τη διάρκεια της ζωής τους, όπως συνηθισμένη ήταν και η απόκτηση παιδιών από περισσότερους γάμους.

38 Παλλακεία Αν ο άνδρας δεν επιθυμούσε να αναγνωρίσει τη σύντροφό του ως νόμιμη σύζυγο ή υφίστατο νομικό κώλυμα σύναψης γάμου (όπως στην περίπτωση των λεγεωνάριων κατά τη διάρκεια της θητείας τους), η σχέση, ακόμα και αν ήταν μόνιμη, αποκαλούνταν παλλακεία. Τα παιδιά, που γεννιόντουσαν από αυτήν, δεν θεωρούνταν γνήσια τέκνα και είχαν περιορισμένα κληρονομικά δικαιώματα. Για τον λόγο αυτό, ενίοτε, μετά από έναν πρώτο γάμο, οι άνδρες, αν είχαν ήδη αποκτήσει παιδιά, επέλεγαν να συνάψουν σχέση παλλακείας ώστε να μην περιοριστούν τα κληρονομικά δικαιώματα των παιδιών από τον πρώτο τους γάμο, από παιδιά που θα αποκτούσαν τυχόν στη συνέχεια. Η σχέση παλλακείας, αν και δεν θεωρούνταν κοινωνικά ισότιμη με το γάμο, δεν θεωρούνταν όμως και υποτιμητική για την παλλακίδα και συχνά αναφέρεται σε επιτύμβια μνημεία γυναικών. Κανονικά, δεν επιτρεπόταν η ταυτόχρονη διατήρηση νόμιμης συζύγου και παλλακίδας, αν και στην πράξη αυτό συνέβαινε.

39 Προίκα Η προίκα (dos) συνίστατο σε περιουσιακά στοιχεία που έφερνε η σύζυγος στον γάμο, προκειμένου να συμβάλλει στα βάρη του. Η προίκα μεταβιβαζόταν κατά κυριότητα στον σύζυγο, είτε από τον πατέρα, είτε από την ίδια τη σύζυγο, κατά τη σύναψη του γάμου, με διάφορους τύπους δικαιοπραξιών. Μπορούσε να περιλαμβάνει ακίνητα, δούλους, χρήματα, κινητά και κοσμήματα. Αρχικά, όταν τα διαζύγια ήταν σπάνια, η προίκα αποτελούσε τη συνεισφορά της οικογένειας της συζύγου στα οικονομικά βάρη του νέου σπιτιού. Αργότερα, όταν τα διαζύγια πολλαπλασιάστηκαν, λειτουργούσε και ως οικονομική εξασφάλιση της συζύγου σε περίπτωση λύσης του γάμου. Δεν ήταν νομικά υποχρεωτική αλλά επιβεβλημένη από τα κοινωνικά ήθη. Μεταξύ μελών των ανώτερων τάξεων θεωρούνταν στοιχείο κοινωνικής αίγλης και μέσο διατήρησης του status των συζύγων, κατά τη συνένωση δύο οικογενειών δια του γάμου των παιδιών τους.

40 Επιστροφή της προίκας Η τύχη της προίκας μετά τη λύση του γάμου ήταν συνάρτηση του τρόπου σύστασής της: ήταν σημαντικό να ρυθμίζεται η επιστροφή της, τόσο λόγω της οικονομικής αξίας της για την οικογένεια της γυναίκας όσο και επειδή αύξανε τις πιθανότητές της να ξαναπαντρευτεί. Σε περίπτωση λύσης του γάμου, η σύζυγος μπορούσε να διεκδικήσει με αγωγή την επιστροφή της προίκας από τον σύζυγο, ο οποίος είχε με τη σειρά του δικαίωμα να παρακρατήσει ορισμένα ποσοστά της αξίας της για συγκεκριμένους λόγους, ιδίως αν η λύση του γάμου οφειλόταν σε παράπτωμα της συζύγου. Είχαν επίσης τεθεί περιορισμοί στο δικαίωμα διάθεσης περιουσιακών στοιχείων της προίκας από τον σύζυγο, διαρκούντος του γάμου, ιδίως των ακινήτων της προίκας. Η διάθεση αυτών δεν μπορούσε να γίνει χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της συζύγου.

41 Περιουσιακές σχέσεις συζύγων
Στον χαλαρό γάμο, πέρα από την προίκα, ο σύζυγος δεν αποκτούσε δικαιώματα στη λοιπή περιουσία της συζύγου του. Αμφότεροι διατηρούσαν την περιουσιακή αυτοτέλειά τους, δηλαδή ο καθένας χωριστά την περιουσία, που είχε προ του γάμου και όποια τυχόν αποκτούσε μετά. Αντιθέτως, στον αυστηρό γάμο (cum manu) ό,τι περιουσία αποκτούσε η σύζυγος περιερχόταν στο σύζυγό της, καθώς υπείχε θέση υπεξουσίας του (από περιουσιακής πλευράς, αντίστοιχη με αυτή της κόρης).

42 Νόμος απαγόρευε στη Ρώμη τις χρηματικές δωρεές μεταξύ συζύγων, προκειμένου οι σχέσεις στοργής να μην αποτελούν αφορμή οικονομικής εκμετάλλευσης Αλλά και για λόγους διασφάλισης της περιουσίας των γυναικών, τις οποίες δικαιούνταν να κληρονομήσουν πρωτίστως οι εξ αίματος άρρενες συγγενείς τους. Συγκλητικό δόγμα απαγόρευσε, επίσης, στις γυναίκες να εγγυώνται δάνεια των συζύγων τους, προκειμένου να προστατευθούν από τυχόν αλόγιστες δραστηριότητες αυτών. Επί Δεσποτείας εμφανίζεται ο θεσμός της προγαμιαίας δωρεάς του άνδρα προς τη γυναίκα (donatio propter nuptias) επί σκοπώ γάμου, που επί Ιουστινιανού πρέπει να είναι ισόποση σε αξία με την προίκα, προς αμοιβαία εξασφάλιση των συζύγων.

43 Επιτροπεία ανήβων Τα ορφανά ανήλικα παιδιά τελούσαν υπό επιτροπεία του πλησιέστερου άρρενα συγγενή από την πατρική πλευρά (tutela legitima). Ο επίτροπος (tutor) είχε ως κύριο καθήκον τη φροντίδα του προσώπου τους και τη διασφάλιση της περιουσίας τους. Ο επίτροπος μπορούσε να οριστεί με τη διαθήκη του πατέρα (tutela testamentaria) ή να οριστεί με απόφαση αξιωματούχου. Γυναίκα, ούτε καν η ίδια η μητέρα, δεν μπορούσε να αναλάβει τον ρόλο αυτό. Χωρίς τη συναίνεση του επιτρόπου, ο ανήλικος δεν μπορούσε να συνάψει δικαιοπραξίες επαχθείς για την περιουσία του. Η νόμιμη επιτροπεία διαρκούσε μέχρι την ηλικία των 14 ετών για τα αγόρια και των 12 ετών για τα κορίτσια, από την οποία και μετά, έχοντας τη δυνατότητα πλέον να παντρευτούν και να κάνουν δικά τους παιδιά, μπορούσαν τύποις να αναλάβουν και τη διαχείριση της περιουσίας τους. Καθώς, όμως, λόγω της απειρίας των εφήβων, καραδοκούσαν κίνδυνοι για την περιουσία τους, ήδη τον 2ο π.Χ. αιώνα θεσπίσθηκαν με νόμο κυρώσεις κατά όσων εκμεταλλεύονταν την απειρία των νέων κάτω των 25 ετών. Χάρη στην παρέμβαση των πραιτόρων, θεσπίστηκαν ένδικα μέσα για την προστασία των νέων από επιβλαβείς για την περιουσία τους συναλλαγές.

44 Επιτροπεία γυναικών Οι γυναίκες, ακόμα και όταν ήταν ενήλικες, αν ήταν ανύπαντρες ή ορφανές από πατέρα, τελούσαν υπό την μόνιμη επιτροπεία του πλησιέστερου άρρενα συγγενή τους. Ο επίτροπος έπρεπε να παρίσταται και εγκρίνει κάθε δικαιοπραξία τους, ονομαζόμενος, ιδίως στις ελληνόφωνες περιοχές της Αυτοκρατορίας, ως ο κύριός τους. Ως δικαιολογητικός λόγος αυτής της οιονεί μόνιμης ανηλικότητας των γυναικών, ορισμένοιΡωμαίοι νομικοί αναφέρουν το «ασθενές» του γυναικείου φύλου (infirmitas sexus), ο νομομαθής Γάιος κατακρίνει τη δικαιολογία αυτή. Ο Αύγουστος, στο πλαίσιο της αναμόρφωσης του οικογενειακού δικαίου με στόχο την ενίσχυση των γεννήσεων, χορήγησε στις πολύτεκνες, μητέρες τουλάχιστον τριών τέκνων, το προνόμιο της χειραφεσίας από την επιτροπεία των ανδρών συγγενών και της ελεύθερης διαχείρισης της περιουσίας τους. Το προνόμιο αυτό επικαλούνται με υπερηφάνεια γυναίκες όλων των κοινωνικών τάξεων σε επιγραφές και παπύρους.

45 Κληρονομικό δίκαιο Οι διατάξεις του κληρονομικού δικαίου απασχόλησαν έντονα τους Ρωμαίους νομικούς, καθώς η κληρονομική διαδοχή αποτελούσε βασικό τρόπο μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων αλλά και χρεών. Το ένα τέταρτο περίπου των διατάξεων του Πανδέκτη του Ιουστινιανού, είναι αφιερωμένο σε ζητήματα κληρονομικού δικαίου. Η περιουσία κάποιου μπορούσε να κληρονομηθεί είτε εκ διαθήκης είτε εξ αδιαθέτου, όταν ο κληρονομούμενος είχε αποβιώσει χωρίς να αφήσει διαθήκη ή αν αυτή ήταν άκυρη. Βασικός σκοπός της διαθήκης ήταν ο ορισμός κληρονόμου (heres), ο οποίος θα υπεισέρχονταν στη θέση του κληρονομούμενου από νομική άποψη (καθολική κληρονομική διαδοχή), συνεχίζοντας επίσης τα θρησκευτικά καθήκοντα της οικογένειας (sacra), εκτελώντας τις επιθυμίες που είχε διατυπώσει ο νεκρός, φροντίζοντας τον τάφο του, πληρώνοντας τα χρέη του και ενεργώντας ως ο γενικός κληρονόμος του.

46 Ιδίως οι εύποροι Ρωμαίοι συνήθιζαν να συντάσσουν διαθήκες, καθώς η ρύθμιση της τύχης της οικογενειακής περιουσίας μετά θάνατον θεωρούνταν μέρος των υποχρεώσεων του επιμελούς paterfamilias. Οι αριστοκράτες συνήθιζαν, επίσης, να αφήνουν με τις διαθήκες τους, χρηματικά ποσά σε φίλους, σε ένδειξη τιμής ή ευγνωμοσύνης για υπηρεσίες, που τους είχαν παράσχει εν ζωή, ή σε πρόσωπα με επιρροή, όπως πολιτικούς ή στρατηγούς (π.χ. ο Αύγουστος έγινε αποδέκτης μεγάλου αριθμού κληροδοσιών), καλλιεργώντας έτσι και μετά θάνατον τις διασυνδέσεις της οικογένειας. Η διαθήκη αποτελούσε, επιπροσθέτως, μέσο για την άσκηση κριτικής σε οικείους και μη, για τον έλεγχο μελών της οικογένειας μέσω της αποκλήρωσης και για την περιγραφή των επιτευγμάτων του αποθανόντος (όπως η σωζόμενη σε επιγραφή μακροσκελής διαθήκη του Αυγούστου).

47 Τι περιλαμβάνει η διαθήκη
Η διαθήκη έπρεπε απαραιτήτως να περιλαμβάνει τον ορισμό κληρονόμου. Μπορούσε να περιλαμβάνει και άλλες διατάξεις τελευταίας βούλησης, όπως το να ορίζει κάποια υποχρέωση στον κληρονόμο να δώσει κάποια παροχή σε τρίτο (κληροδότημα ή καταπίστευμα), το να προβλέπει τον ορισμό επιτρόπου για τα ανήλικα τέκνα, την απελευθέρωση δούλων, κ.ά. Λεπτομερείς κανόνες όριζαν τα πρόσωπα που δικαιούνταν να συντάξουν διαθήκη, τον τύπο των διαθηκών, τον τρόπο σύνταξης, τις προϋποθέσεις κύρους και απόδειξης της γνησιότητάς τους (με μάρτυρες που παρίσταντο κατά τη σύνταξή τους και έθεταν τις σφραγίδες τους στο έγγραφο) και τη διαδικασία ανοίγματος της διαθήκης, η οποία ενδιέφερε και το κράτος, που εισέπραττε φόρο επί της κληρονομίας. Τόσο το ζήτημα του κύρους των διαθηκών (οι πλαστογραφίες ήταν συχνό φαινόμενο) όσο και το ζήτημα της ερμηνείας της αληθινής βούλησης του διαθέτη και οι διεκδικήσεις ή αμφισβητήσεις του κληρονομικού δικαιώματος μεταξύ των κληρονόμων, αποτελούσαν συνηθέστατη αφορμή για δικαστικές διενέξεις.

48 Hereditas Η κληρονομική διαδοχή κατά το Ρωμαϊκό Δίκαιο (ius civile) ονομάζεται hereditas. Bασίζεται στη διάκριση των μορφών συγγένειας σε adgnatio και cognatio. Η adgnatio ήταν η εξ αρρενογονίας συγγένεια, δηλαδή το σύνολο των συγγενών μέσω της ανδρικής γραμμής της οικογένειας. Π.χ. ένας άνδρας συνδέεται με adgnatio με την αδελφή του, όχι όμως με τα παιδιά της (τα ανίψια του), που υπάγονται στην potestas του πατέρα τους. (Το παλαιότερο σύστημα επωνύμων του σύγχρονου ελληνικού δικαίου, όταν τα παιδιά έπαιρναν υποχρεωτικά το επώνυμο του πατέρα τους, επιτρέπει να αντιληφθούμε κατ’ αναλογία το σύστημα της adgnatio, στην οποία θαανήκαν όλοι οι συγγενείς μίας οικογένειας με το ίδιο επώνυμο). Η cognatio, από την άλλη, υποδηλώνει την εξ αίματος συγγένεια, είτε με τη μορφή της adgnatio είτε όχι.

49 Εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή
Στην εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή, οι κληρονόμοι καλούνται στην κληρονομία κατά σειρά τάξεων που ορίζονται από τον νόμο, κάθε μία εκ των οποίων αποκλείει την επόμενη. Πρώτα καλούνται τα πρόσωπα, που τελούσαν υπό την εξουσία του κληρονομουμένου (οι λεγόμενοι sui, στους οποίους περιλαμβάνεται και η σύζυγος, μόνον αν είχε τελέσει αυστηρό γάμο, οπότε είχε υπαχθεί στην εξουσία του συζύγου της). Αν αυτά δεν υπάρχουν, η κληρονομία περνά στους πλησιέστερους συγγενείς με δεσμούς adgnatio. Αν δεν υπάρχουν ούτε τα πρόσωπα αυτά, στους αρχαϊκούς χρόνους η κληρονομία περνά στο γένος (gens) του αποβιώσαντος, ενώ αργότερα θεωρείται αδέσποτη.

50 Bonorum possessio Το αυστηρό κληρονομικό σύστημα του ius civile απέκλειε τα πρόσωπα με συγγενικό δεσμό cognatio, όπως και τέκνα, που είχαν χειραφετηθεί και δεν υπάγονταν πλέον στην πατρική εξουσία, από το δικαίωμα κληρονομίας. Χάρη στις παρεμβάσεις των πραιτόρων, κατέστη δυνατό τα πρόσωπα αυτά (αν δεν υπήρχαν κληρονόμοι adgnati), δηλαδή οι πλησιέστεροι λοιποί συγγενείς και ο επιζών σύζυγος, ύστερα από αίτησή τους, να λάβουν στην νομή τους την κληρονομία (bonorum possessio). Με τον τρόπο αυτό, «διορθώνοντας» την αυστηρότητα του ius civile, οι πραίτορες επέτρεψαν σε πρόσωπα της οικογένειας να καταστούν πραγματικοί κληρονόμοι, δημιουργώντας ένα παράλληλο σύστημα κληρονομικής διαδοχής σε τάξεις. Οι πραίτορες παρείχαν επίσης, με ένδικο βοήθημα, προστασία σε πρόσωπα που είχαν αδίκως αποκλεισθεί από τη διαθήκη του κληρονομουμένου.

51 Οι κληρονόμοι Ο κληρονόμος (heres) θεωρείται καθολικός διάδοχος του κληρονομούμενου, υπεισέρχεται δηλαδή σε όλα τα δικαιώματα αλλά και τις υποχρεώσεις του, κληρονομώντας και τα τυχόν χρέη της περιουσίας του. Οι κληρονόμοι διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες: 1. Sui heredes (νόμιμοι αναγκαίοι κληρονόμοι): τα υπεξούσια μέλη της οικογένειας του paterfamilias, που με τον θάνατό του γίνονται αυτεξούσια. Αυτοί κληρονομούν αυτομάτως κατά τον θάνατο του κληρονομούμενου, ακόμα και εάν δεν το επιθυμούν. Ο κληρονομούμενος πρέπει υποχρεωτικά να τους αναφέρει όλους ονομαστικά στη διαθήκη του, έχει όμως το ελεύθερο να ορίσει άλλους ως κληρονόμους, φθάνει να τους αποκληρώσει ρητά και ονομαστικά. Αν ο διαθέτης απλώς και μόνον παρέλειπε να αναφέρει κάποιον από τους sui στη διαθήκη του, αυτή κηρυσσόταν άκυρη.

52 Η νόμιμη μοίρα Με νόμο (Lex Falcidia) ορίστηκε ότι το ¼ της περιουσίας του κληρονομουμένου έπρεπε να δεσμευθεί υπέρ των αναγκαίων κληρονόμων (sui). Με τον θεσμό της νόμιμης μοίρας αναγνωρίζεται στους στενότερους συγγενείς (αρχικά τους κατιόντες και ανιόντες του διαθέτη, αργότερα και τους ομοπάτριους αδελφούς) δικαίωμα σε ελάχιστο ποσοστό της κληρονομίας του αποβιώσαντος. Από τους πραίτορες χορηγήθηκε προοδευτικά η δυνατότητα στα πρόσωπα της κατηγορίας αυτής να αποποιηθούν την κληρονομία, αν αυτή συνίστατο κυρίως σε χρέη.

53 2. Extranei heredes (εξωτικοί κληρονόμοι): άτομα εκτός της οικογένειας, που μπορούσαν να ορισθούν κληρονόμοι με διαθήκη ή να κληρονομήσουν κατά τους κανόνες της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής. Δεν κληρονομούν αυτομάτως αλλά πρέπει να εκδηλώσουν τη σχετική πρόθεση αποδοχής της κληρονομίας. 3. Necessarii heredes (αναγκαίοι κληρονόμοι): Σε περίπτωση που ο διαθέτης βαρύνονταν κυρίως με χρέη (damnosa hereditas), μπορούσε να απελευθερώσει με τη διαθήκη του έναν δούλο και να τον καταστήσεικληρονόμο του, ο οποίος κληρονομούσε αναγκαστικά τα χρέη, φέροντας το σχετικό κοινωνικό στίγμα, αν και δεν ευθυνόταν προσωπικά για την αποπληρωμή τους πέραν του ενεργητικού της κληρονομίας.

54 Δίκαιο των πραγμάτων Στην τριμερή διάκριση του δικαίου, κατά το Γάιο, το ένα μέρος είναι αφιερωμένο στο δίκαιο των πραγμάτων(res). Μεταξύ των πραγμάτων νοούνται τόσο όσα αποτελούνται από ύλη, κινητά και ακίνητα, όσο και τα άυλα αγαθά, εφόσον έχουν οικονομική αξία, όπως είναι οι απαιτήσεις. Το Ρωμαϊκό Δίκαιο των πραγμάτων περιλαμβάνει στοιχεία εμπράγματου δικαίου, ενοχικού και κληρονομικού, αφορά δηλαδή τις πάσης φύσεως σχέσεις των ανθρώπων με τα πράγματα.

55 Αρχαϊκή τυπικότητα Το αρχαϊκό Ρωμαϊκό Δίκαιο των συμβάσεων διακρίνεται από τυπικότητα. Ορισμένες δικαιοπραξίες, ιδίως για τη μεταβίβαση της κυριότητας, προκειμένου να παραγάγουν δεσμευτικά αποτελέσματα, απαιτούν την τήρηση τύπου, που συνίσταται στην εκφώνηση ορισμένων δημόσιων πανηγυρικών λόγων ή την τέλεση πράξεων ενώπιον μαρτύρων. Η τυπικότητα αυτή καθιστούσε σαφή και αδιαμφισβήτητη τη δήλωση βούλησης των μερώνκαι πανηγυρική τη δέσμευσή τους.

56 Τρόποι μεταβίβασης κυριότητας
Αρχικά, η μεταβίβαση κυριότητας μπορούσε να γίνει με την mancipatio, που αποτελούσε μία εικονική πώληση. Γινόταν παρουσία μαρτύρων και ενός άνδρα που κρατούσε ζυγό, τον οποίο ο αγοραστής ακουμπούσε με ένα κομμάτι χαλκού (σύμβολο τιμήματος προ-χρηματικής οικονομίας), εκφωνώντας ορισμένα λόγια. Το ίδιο τελετουργικό μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για άλλες δικαιοπραξίες πανηγυρικού χαρακτήρα, όπως η χειραφεσία ή η σύνταξη διαθήκης. Ένας άλλος τρόπος μεταβίβασης της κυριότητας ήταν η in iure cessio. Αποτελούσε μία εικονική δίκη, στην οποία ο αποκτών εμφανιζόταν ενώπιον του πραίτορα σαν να διεκδικούσε το πράγμα. Ο μεταβιβάζων συμφωνούσε ή δεν εναντιωνόταν στο αίτημά του και το πράγμα επιδικαζόταν στον αποκτώντα. Μόνο με τους δύο ως άνω τρόπους μπορούσαν αρχικά να μεταβιβασθούν μία κατηγορία πραγμάτων που ονομάζονταν res mancipi (περιλάμβανε κυρίως τα ακίνητα επί ιταλικού εδάφους, τους δούλους, τα υποζύγια, με άλλα λόγια, τα σημαντικότερα περιουσιακά στοιχεία σε μία αγροτική κοινωνία).

57 Traditio (παράδοση) Ο αυστηρός τύπος, όσο η οικονομική ζωή εξελισσόταν και γινόταν πιο περίπλοκη, ήταν συχνά δύσκολο να τηρηθεί. Προοδευτικά, το δίκαιο των συμβάσεων προσαρμόστηκε στις ανάγκες των συναλλαγών, δημιουργώντας συμβατικές δεσμεύσεις με μόνη τη συναίνεση των μερών. Ο απλούστερος τρόπος που επικράτησε εντέλει στις συναλλαγές ήταν η απλή παράδοση (traditio) του πράγματος μεταξύ δύο προσώπων, δηλαδή μία φυσική πράξη μεταβίβασης του πράγματος από τον ένα στον άλλο, που υποκρύπτει όμως μία νόμιμη αιτία (iusta causa), δηλαδή την ειδικότερη συμφωνία που αποτελεί τον λόγο της μεταβίβασης, όπως π.χ. μία συμφωνία πώλησης.

58 Συμβάσεις Οι Ρωμαίοι νομικοί δεν διαμόρφωσαν μία αφηρημένη έννοια «σύμβασης», αλλά επιμέρους είδη συμβάσεων (όπως η πώληση, η μίσθωση, το δάνειο, η παρακαταθήκη, κ.ά.), καθώς και «ευέλικτες» κατηγορίες συμβάσεων, στις οποίες μπορούσε να υπαχθεί ένας ανεξάντλητος αριθμός συναλλαγών. Εξαιρετικά σημαντική συνεισφορά των Ρωμαίων νομικών στο δίκαιο των συμβάσεων αποτέλεσε η ανάπτυξη της έννοιας της καλής πίστης (bona fides) ως θεμέλιου των συναλλαγών. Η καλή πίστη –ας μην λησμονούμε ότι οι Ρωμαίοι λάτρευαν και ως θεά την πίστη (Fides)–, γινόταν αντιληπτή ως η υποχρέωση να τηρεί κανείς το λόγο του, χωρίς να προσπαθεί να ξεγελάσει τον αντισυμβαλλόμενο. Η λήψη υπόψη της καλής πίστης υιοθετήθηκε από τους πραίτορες κατά τη σύνταξη της formula, της έγγραφης οδηγίας προς το δικαστή. Ο πραίτορας μπορούσε να περιλάβει στη formula την εντολή προς το δικαστή να λάβει υπόψη του, κατά την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, και την ύπαρξη ή μη καλής πίστης (bona fides) των μερών κατά τη συναλλαγή

59 Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε μία κατηγορία συμβάσεων, όπως η αγοραπωλησία, η μίσθωση, η εταιρεία και η εντολή –από τις σημαντικότερες της οικονομικής ζωής–, που μπορούσαν να συναφθούν απλώς και μόνο με τη συναίνεση των μερών, ανεξαρτήτως της τήρησης κάποιου τύπου. Από τους Ρωμαίους νομικούς διαμορφώθηκε, επίσης, ως στοιχείο του δικαίου των συναλλαγών η αντίθετη έννοια, αυτή του δόλου (dolus) ή κακής πίστης, καθώς και αυτή της culpa (αμέλειας). Οι Ρωμαίοι δημιούργησαν, τέλος, την έννοια της diligentia (επιμέλειας), που πρέπει να επιδεικνύει κάποιος στις συναλλαγές, θέτοντας ως μέτρο επιμελούς συμπεριφοράς αυτή του συνετού οικογενειάρχη (bonus paterfamilias).


Κατέβασμα ppt "ΠΡΟΣΩΠΑ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΣΤΗ ΡΩΜΗ"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google