Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

ΕΡΓΑΣΙΑ των μαθητών της Β1 τάξης Ρήγα Παύλου, Κατέχη Κατερίνας, Ζαμπούρα Στέλλας και Δεσποινιάδη Σταυρούλας στο μάθημα της ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Καθηγήτρια.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "ΕΡΓΑΣΙΑ των μαθητών της Β1 τάξης Ρήγα Παύλου, Κατέχη Κατερίνας, Ζαμπούρα Στέλλας και Δεσποινιάδη Σταυρούλας στο μάθημα της ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Καθηγήτρια."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 ΕΡΓΑΣΙΑ των μαθητών της Β1 τάξης Ρήγα Παύλου, Κατέχη Κατερίνας, Ζαμπούρα Στέλλας και Δεσποινιάδη Σταυρούλας στο μάθημα της ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Καθηγήτρια : κα Ηλία

2 ΘΕΜΑ: ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΒΑΦΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ Κ.ΚΑΒΑΦΗ:
«Όσο μπορείς» «Δέησις» «Από υαλί χρωματιστό» «Τα παράθυρα» «Μακρυά» «Μέρες του 1903» «Che fece… il gran rifiuto» «Απ` τες εννιά» «Θάλασσα του πρωιού» «Τείχη» «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον» «Ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης»

3 ΚΑΒΑΦΗΣ 1.«ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ» Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες. Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την, γυρίζοντας συχνά κ’ εκθέτοντάς την στων σχέσεων και των συναναστροφών την καθημερινήν ανοησία, ώς που να γίνει σα μια ξένη φορτική.

4 2.«ΔΕΗΣΙΣ» Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.—
Η μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί για να επιστρέψει γρήγορα και νάν’ καλοί καιροί — και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αυτί. Aλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή, η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη, ξεύροντας πως δεν θάλθει πια ο υιός που περιμένει.

5 3.«ΑΠΟ ΓΥΑΛΙ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΟ»
Πολύ με συγκινεί μια λεπτομέρεια στην στέψιν, εν Βλαχέρναις, του Ιωάννη Καντακουζηνού και της Ειρήνης Aνδρονίκου Aσάν. Όπως δεν είχαν παρά λίγους πολυτίμους λίθους (του ταλαιπώρου κράτους μας ήταν μεγάλ’ η πτώχεια) φόρεσαν τεχνητούς. Ένα σωρό κομμάτια από υαλί, κόκκινα, πράσινα ή γαλάζια. Τίποτε το ταπεινόν ή το αναξιοπρεπές δεν έχουν κατ’ εμέ τα κομματάκια αυτά από υαλί χρωματιστό. Μοιάζουνε τουναντίον σαν μια διαμαρτυρία θλιβερή κατά της άδικης κακομοιριάς των στεφομένων. Είναι τα σύμβολα του τι ήρμοζε να έχουν, του τι εξ άπαντος ήταν ορθόν να έχουν στην στέψι των ένας Κυρ Ιωάννης Καντακουζηνός, μια Κυρία Ειρήνη Aνδρονίκου Aσάν.

6 4.«ΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ» Σ’ αυτές τες σκοτεινές κάμαρες, που περνώ
μέρες βαρυές, επάνω κάτω τριγυρνώ για νάβρω τα παράθυρα.— Όταν ανοίξει ένα παράθυρο θάναι παρηγορία.— Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται, ή δεν μπορώ να τάβρω. Και καλλίτερα ίσως να μην τα βρω. Ίσως το φως θάναι μια νέα τυραννία. Ποιος ξέρει τι καινούρια πράγματα θα δείξει.

7 5.«ΜΑΚΡΥΑ» Θάθελα αυτήν την μνήμη να την πω... Μα έτσι εσβύσθη πια... σαν τίποτε δεν απομένει — γιατί μακρυά, στα πρώτα εφηβικά μου χρόνια κείται. Δέρμα σαν καμωμένο από ιασεμί... Εκείνη του Aυγούστου — Aύγουστος ήταν; — η βραδυά... Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια· ήσαν, θαρρώ, μαβιά... A ναι, μαβιά· ένα σαπφείρινο μαβί.

8 6. «ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ 1903» Δεν τα ηύρα πια ξανά — τα τόσο γρήγορα χαμένα ....
τα ποιητικά τα μάτια, το χλωμό το πρόσωπο .... στο νύχτωμα του δρόμου .... Δεν τα ηύρα πια — τ’ αποκτηθέντα κατά τύχην όλως, που έτσι εύκολα παραίτησα· και που κατόπι με αγωνίαν ήθελα. Τα ποιητικά τα μάτια, το χλωμό το πρόσωπο, τα χείλη εκείνα δεν τα ηύρα πια.

9 7.«CHE FECE… ILGRAN RIFIUTO»

10 8.«ΑΠ` ΤΕΣ ΕΝΝΙΑ» Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα
Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα, και κάθισα εδώ. Κάθουμουν χωρίς να διαβάζω, και χωρίς να μιλώ. Με ποιο να να μιλήσω κατάμονος μέσα στο σπίτι αυτό. Το είδωλον του νέου σώματός μου, ήλθε και με ηύρε και με θύμισε κλειστές κάμαρες αρωματισμένες, και περασμένην ηδονή— τι τολμηρή ηδονή! Κ’ επίσης μ’ έφερε στα μάτια εμπρός, δρόμους που τώρα έγιναν αγνώριστοι, κέντρα γεμάτα κίνησι που τέλεψαν, και θέατρα και καφενεία που ήσαν μια φορά. Το είδωλον του νέου σώματός μου ήλθε και μ’ έφερε και τα λυπητερά· πένθη της οικογένειας, χωρισμοί, αισθήματα δικών μου, αισθήματα των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα. Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασεν η ώρα. Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασαν τα χρόνια.

11 9.«ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΠΡΩΙΝΟΥ» Εδώ ας σταθώ. Κι ας δω κ’ εγώ την φύσι λίγο.
Θάλασσας του πρωιού κι ανέφελου ουρανού λαμπρά μαβιά, και κίτρινη όχθη· όλα ωραία και μεγάλα φωτισμένα. Εδώ ας σταθώ. Κι ας γελασθώ πως βλέπω αυτά (τα είδ’ αλήθεια μια στιγμή σαν πρωτοστάθηκα)· κι όχι κ’ εδώ τες φαντασίες μου, τες αναμνήσεις μου, τα ινδάλματα της ηδονής.

12 10.«ΤΕΙΧΗ» Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη. Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ. Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη· διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον. όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω. Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον. Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

13 11.«ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ»
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί αόρατος θίασος να περνά με μουσικές εξαίσιες, με φωνές— την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις. Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει. Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου· μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς. σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι, πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο, κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα, ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους, τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου, κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που χάνεις.

14 12. «ΗΓΕΜΩΝ ΕΚ ΔΥΤΙΚΗΣ ΛΙΒΥΗΣ»
Άρεσε γενικώς στην Aλεξάνδρεια, τες δέκα μέρες που διέμεινεν αυτού, ο ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης Aριστομένης, υιός του Μενελάου. Ως τ’ όνομά του, κ’ η περιβολή, κοσμίως, ελληνική. Δέχονταν ευχαρίστως τες τιμές, αλλά δεν τες επιζητούσεν· ήταν μετριόφρων. Aγόραζε βιβλία ελληνικά, ιδίως ιστορικά και φιλοσοφικά. Προ πάντων δε άνθρωπος λιγομίλητος. Θάταν βαθύς στες σκέψεις, διεδίδετο, κ’ οι τέτοιοι τόχουν φυσικό να μη μιλούν πολλά. Μήτε βαθύς στες σκέψεις ήταν, μήτε τίποτε. Ένας τυχαίος, αστείος άνθρωπος. Πήρε όνομα ελληνικό, ντύθηκε σαν τους Έλληνας, έμαθ’ επάνω, κάτω σαν τους Έλληνας να φέρεται· κ’ έτρεμεν η ψυχή του μη τυχόν χαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά, κ’ οι Aλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλό, ως είναι το συνήθειο τους, οι απαίσιοι. Γι’ αυτό και περιορίζονταν σε λίγες λέξεις, προσέχοντας με δέος τες κλίσεις και την προφορά· κ’ έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του.

15 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΒΑΦΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ
1.ΠΕΖΟΛΟΓΙΑ: η τάση του ποιητή να γράφει χωρίς αυστηρή τήρηση μετρικών κανόνων ή ρυθμών σε λόγο που μοιάζει με πεζό «CHE FECE… ILGRAN RIFIUTO» Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τό ‘χει έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του. Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Aν ρωτιούνταν πάλι, όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει εκείνο τ’ όχι — το σωστό — εις όλην την ζωή του.

16 «ΗΓΕΜΩΝ ΕΚ ΔΥΤΙΚΗΣ ΛΙΒΥΗΣ»
Άρεσε γενικώς στην Aλεξάνδρεια, τες δέκα μέρες που διέμεινεν αυτού, ο ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης Aριστομένης, υιός του Μενελάου. «ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ» Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

17 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: ο στίχος βρίσκεται κοντά στον πεζό λόγο, είναι συλλαβικά ελεύθερος, υπάρχει διασκελισμός, ρυθμός εσωτερικός περισσότερο - ρυθμός σκέψης παρά μουσική αρμονία λέξεων, ανομοιοκατάληκτη σύνθεση, στροφές με άνισο αριθμό στίχων χωρίς να υπακούουν σε κάποιον κανόνα στιχουργικό. Πρωτοτυπία στη στιχουργική μορφή των ποιημάτων, απελευθέρωση του στίχου με υψηλό αισθητικό αποτέλεσμα.

18 2. ΛΑΚΩΝΙΚΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑ: απλό , λιτό ανεπιτήδευτο ύφος και έκφραση
«ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ» …«τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις»… «ΔΕΗΣΙΣ» … «Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.— Η μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί»… «ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΠΡΩΙΝΟΥ» …«Εδώ ας σταθώ. Κι ας δω κ’ εγώ την φύσι λίγο»… «ΤΕΙΧΗ» …«Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ»… «ΜΑΚΡΥΑ» …«Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια· ήσαν, θαρρώ, μαβιά...» «ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ» …«κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που χάνεις»… Επιδίωξη ακριβολογίας με λιτά μέσα, εκφραστική αυστηρότητα, όχι πολλά επίθετα , η εκφραστική δύναμη του ποιητή βρίσκεται στα ρήματα.

19 3. ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΥΣΤΟΧΙΑ « μην την εξευτελίζεις μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου» [ «ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ»] « Μοιάζουνε τουναντίον σαν μια διαμαρτυρία θλιβερή κατά της άδικης κακομοιριάς των στεφομένων» [ «ΑΠΟ ΥΑΛΙ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΟ» ] «Όταν ανοίξει ένα παράθυρο θάναι παρηγορία» [ «ΠΑΡΑΘΥΡΑ»] «γιατί μακρυά, στα πρώτα εφηβικά μου χρόνια κείται» [« ΜΑΚΡΥΑ»] «το πρόσωπο .... στο νύχτωμα του δρόμου»[ «ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ 1903»] «Κι όμως τον καταβάλλει εκείνο τ’ όχι — το σωστό — εις όλην την ζωή του» [«CHE FECE… ILGRAN RIFIUTO»] «αισθήματα των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα»[ «ΑΠ` ΤΕΣ ΕΝΝΙΑ»] «τες αναμνήσεις μου, τα ινδάλματα της ηδονής» [«ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΠΡΩΙΝΟΥ»] «Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω» [«ΤΕΙΧΗ»] «αόρατος θίασος να περνά με μουσικές εξαίσιες» / πως απατήθηκεν η ακοή σου»/ «με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα, ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους»/ [«ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ»] «προσέχοντας με δέος τες κλίσεις και την προφορά»/ «κ’ έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του» [ «ΗΓΕΜΩΝ ΕΚ ΔΥΤΙΚΗΣ ΛΙΒΥΗΣ»]

20 4. Η ΙΔΙΟΤΥΠΗ ΓΛΩΣΣΑ: πολλά στοιχεία καθαρεύουσας αλλά και δημοτικής, διανθισμένης με ιδιωματισμούς από την Αλέξάνδρεια. «μες στες» / «την καθημερινήν» - «πηαίνει κι ανάφτει»/ «δέεται» - «τα κομματάκια αυτά» / «στην στέψιν, εν Βλαχέρναις», «από υαλί», «κατ’ εμέ» - «τες σκοτεινές κάμαρες»/ «παρηγορία» - «εσβύσθη», «κείται» - «στο νύχτωμα του δρόμου»/ «Δεν τα ηύρα πια τ’ αποκτηθέντα κατά τύχην όλως» - «Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει»/ «ήλθε και με ηύρε και με θύμισε»/ «των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα» / « τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη» - «Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου» - «θάταν βαθύς στες σκέψεις, διεδίδετο»/ «χαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά» ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Καβάφης είναι αμφιρρεπής, ανάμεικτη από λόγιους και λαϊκούς τύπους. «Πουθενά αλλού δεν είναι τόσο γοητευτική η νοθεία της γλώσσας, αυτό το απίθανο γλωσσικό κράμα, όσο στον Καβάφη» ( Παπανούτσος )

21 5. ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟΤΗΤΑ : χρησιμοποίηση παραστατικών εικόνων
…«Η μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί για να επιστρέψει γρήγορα και νάν’ καλοί καιροί — και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αυτί. Aλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή, η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη»… [ «ΔΕΗΣΙΣ» ] …«στην στέψιν, εν Βλαχέρναις, του Ιωάννη Καντακουζηνού και της Ειρήνης Aνδρονίκου Aσάν. Όπως δεν είχαν παρά λίγους πολυτίμους λίθους (του ταλαιπώρου κράτους μας ήταν μεγάλ’ η πτώχεια) φόρεσαν τεχνητούς. Ένα σωρό κομμάτια από υαλί, κόκκινα, πράσινα ή γαλάζια» … [ «ΑΠΟ ΥΑΛΙ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΟ»]

22 …«Το είδωλον του νέου σώματός μου, απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
… «Δέρμα σαν καμωμένο από ιασεμί... (εικόνα αφής και όρασης) … ήσαν, θαρρώ, μαβιά... A ναι, μαβιά· ένα σαπφείρινο μαβί.» [ «ΜΑΚΡΥΑ»] …«Το είδωλον του νέου σώματός μου, απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα, ήλθε και με ηύρε και με θύμισε κλειστές κάμαρες αρωματισμένες»… …«δρόμους που τώρα έγιναν αγνώριστοι, κέντρα γεμάτα κίνησι που τέλεψαν, και θέατρα και καφενεία που ήσαν μια φορά»…[ «ΑΠ` ΤΕΣ ΕΝΝΙΑ»]

23 «Θάλασσας του πρωιού κι ανέφελου ουρανού
λαμπρά μαβιά, και κίτρινη όχθη· όλα ωραία και μεγάλα φωτισμένα»… [ «ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΠΡΩΙΟΥ»] …«Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί αόρατος θίασος να περνά με μουσικές εξαίσιες, με φωνές»… … «Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι, πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο, κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα, ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους, τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου, κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που χάνεις»... [«ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ»]

24 6. ΛΕΠΤΗ ΕΙΡΩΝΕΙΑ Στο ποίημα «ΗΓΕΜΩΝ ΕΚ ΔΥΤΙΚΗΣ ΛΙΒΥΗΣ» ο ήρωας παρουσιάζεται από τον ποιητή αντιφατικός και αδύναμος με ανθρώπινα χαρακτηριστικά που απορρέουν από την ανάγκη του να φανεί διαφορετικός απ` ότι είναι στην πραγματικότητα υποκύπτοντας στην ανάγκη των κοινωνικών συμβάσεων. Η ειρωνεία του Καβάφη προκύπτει από την αποκάλυψη της αντίθεσης ανάμεσα στα φαινόμενα και στην πραγματικότητα. Εντοπίζεται κυρίως στο στίχο 20 «μήπως τον πάρουν στο ψιλό» ( λαϊκή φράση), στο σχόλιο του ηγεμόνα για τους Αλεξανδρινούς «οι απαίσιοι» , αλλά και στη μεταφορικής χρήσης μετοχή «στοιβαγμένες» με προεκτάσεις διακωμώδησης του ήρωα.

25 7. ΥΠΟΒΟΛΗ : τεχνική με την οποία ο συγγραφέας προσπαθεί να εισαγάγει στην ατμόσφαιρα που περιγράφεται στο έργο του τον αναγνώστη και να τον επηρεάσει έτσι, ώστε να του δημιουργήσει την κατάλληλη (την περιγραφόμενη στο έργο ) συναισθηματική κατάσταση. «Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα, και κάθισα εδώ. Κάθουμουν χωρίς να διαβάζω, και χωρίς να μιλώ. Με ποιο να μιλήσω κατάμονος μέσα στο σπίτι αυτό. Το είδωλον του νέου σώματός μου, ήλθε και με ηύρε και με θύμισε…» [ «ΑΠ` ΤΕΣ ΕΝΝΙΑ»] Αναπόληση και έντονο εξομολογητικό , προσωπικό ύφος. Ο ποιητής απ` τις εννιά που ανάβει τη λάμπα χωρίς συντροφιά και διάθεση για διάβασμα αφήνεται στις αναμνήσεις του παρελθόντος διαπιστώνοντας πόσο γρήγορα πέρασαν τα νιάτα του υποβάλλοντας στον αναγνώστη την κατάλληλη ατμόσφαιρα.

26 «Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά με μουσικές εξαίσιες, με φωνές— την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις. Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει. Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου· μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς. σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι, πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο, κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα, ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους, τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου, κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που χάνεις. [«ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ»]

27 Οι «εξαίσιες μουσικές του αόρατου θιάσου» , «το πλησίασμα προς το παράθυρο» δημιουργούν την κατάλληλη ατμόσφαιρα και υποβάλλουν τα ανάλογα συναισθήματα στον αναγνώστη. Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη. Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ. Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη· διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον. A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω. Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον. Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.[«ΤΕΙΧΗ»] Υποβλητική ατμόσφαιρα που δημιουργεί στον αναγνώστη το αίσθημα του εγκλωβισμού που βιώνει ο ποιητής και που προβάλλει εμφατικά με τη συμβολική εικόνα των τειχών.

28 8. ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΤΡΑΓΙΚΟΥ Στο ποίημα «ΔΕΗΣΙΣ» η μητέρα, τραγικό πρόσωπο, μη γνωρίζοντας ότι ο γιος της έχει ήδη πνιγεί, ανάβει ένα ψηλό κερί στην Παναγία και προσεύχεται -μάταια- για την ασφαλή επιστροφή του παιδιού της. Η τραγική ειρωνεία που προκύπτει από την άγνοια της μητέρας, προσδίδει μια πικρή αίσθηση στο ποίημα, η οποία ενισχύεται από τη λυπημένη έκφραση της εικόνας, που γνωρίζει την αλήθεια για το χαμό του παιδιού.

29 Στο ποίημα «ΤΕΙΧΗ» ο ποιητής αναφέρει πως χωρίς να το σκεφτούν, χωρίς να τον λυπηθούν και χωρίς να ντραπούν, έχτισαν ολόγυρά του μεγάλα και ψηλά τείχη, εγκλωβίζοντάς τον σε μια ασφυκτικά περιορισμένη ζωή. Μ’ ένα εξαιρετικά παραστατικό συμβολισμό, ο Καβάφης παρουσιάζει τους περιορισμούς που τίθενται στη ζωή μας ως τείχη, καθιστώντας πιο φανερή την εικόνα του εγκλωβισμού. Η συνειδητοποίηση του εγκλωβισμού που έχει επιβληθεί στον ποιητή του δημιουργεί απελπισία, ενώ σκέφτεται πως είχε πολλά πράγματα να κάνει έξω από τα τείχη, έξω από τα στενά όρια όπου τον έχουν «φυλακίσει». Στο ποίημα «ΠΑΡΑΘΥΡΑ» το αίσθημα του εγκλωβισμού που χαρακτηρίζει τη ζωή του ποιητή, μια ζωή μοναξιάς και θλίψης, με την αίσθηση του ανικανοποίητου τον βασανίζει ,ενώ αναζητεί με επιμονή τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτό το σημείο. Στο ποίημα «ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ» τονίζεται μεταξύ άλλων η τραγική στιγμή που κάθε άνθρωπος ο οποίος έχει αγωνιστεί στη ζωή του για να πετύχει τους στόχους και τα όνειρά του, έρχεται αντιμέτωπος με την απώλεια όλων αυτών.

30 Στο ποίημα « ΑΠ` ΤΕΣ ΕΝΝΙΑ» στο σημείο που ο ποιητής μέσα από το είδωλο του νεανικού του σώματος δε θυμάται μόνο την ηδονή και τις διασκεδάσεις αλλά και τα λυπητερά γεγονότα της ζωής του. Απώλειες μελών της οικογένειας, χωρισμούς με αγαπημένα πρόσωπα, και φυσικά τα συναισθήματα εκείνων που πέθαναν, τα οποία δεν είχε εκτιμήσει όσο έπρεπε τότε που είχε ακόμη την ευκαιρία. Συναισθήματα αγάπης συγγενών και φίλων που θεωρήθηκαν δεδομένα και ουδέποτε έλαβαν την εκτίμηση που τους έπρεπε. … «Το είδωλον του νέου σώματός μου ήλθε και μ’ έφερε και τα λυπητερά· πένθη της οικογένειας, χωρισμοί, αισθήματα δικών μου, αισθήματα των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα…»

31 9. Ο ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΣ ΤΟΝΟΣ και η ΠΡΟΒΟΛΗ της ΒΙΟΘΕΩΡΙΑΣ του ΠΟΙΗΤΗ
Στο ποίημα «ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ» ο Καβάφης περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, προβάλλει τις σκέψεις του για το πώς θα πρέπει οι άνθρωποι να αντιμετωπίζουν τη ζωή τους, ώστε να μπορέσουν να διαφυλάξουν τον αυτοσεβασμό και την αξιοπρέπειά τους. Στο ποίημα «ΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ» τα παράθυρα συμβολίζουν τις αιτίες που αναζητεί ο ποιητής για την κατάσταση που έχει περιέλθει η ζωή του. Τα παράθυρα είναι συνδυασμένα με την έννοια του φωτός κι αυτό που επιθυμεί ο ποιητής είναι να φωτίσει τα σκοτεινά σημεία της ζωής του, για να μπορέσει να κατανοήσει πώς έφτασε στο σημείο να βιώνει στη ζωή του πλείστους περιορισμούς. Η αναζήτηση αυτή του ποιητή εκφράζει τις ανησυχίες πολλών ανθρώπων που σταδιακά βρέθηκαν μακριά από τους αρχικούς του στόχους και από την επιδιωκόμενη ευτυχία. Ένα πλέγμα συνηθειών και υποχρεώσεων, η προσπάθεια του ανθρώπου να ζήσει όπως οι άλλοι απαιτούν από αυτόν και μια κοινωνία που εγκλωβίζει τα μέλη της σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία, συχνά αλλοτριώνουν τον άνθρωπο και τον απομακρύνουν από καθετί που εκείνος επιθυμεί για τη ζωή του.

32 Στο ποίημα «ΤΑ ΤΕΙΧΗ» ο ποιητής εκφράζει την αίσθησή του πως βρίσκεται εγκλωβισμένος από μια σειρά περιορισμών και ορίων -τείχη-, που του επιβλήθηκαν χωρίς ο ίδιος να καταλάβει το πότε και το πώς. Ο ποιητής συνειδητοποιεί πως η ελευθερία που πίστευε ότι έχει στη ζωή του, δεν είναι πια δεδομένη. Η αίσθηση αυτή του ποιητή είναι ένα γεγονός που αφορά στην πλειοψηφία των ανθρώπων είτε το αντιλαμβάνονται είτε όχι. Πολύ συχνά στη ζωή περιορίζονται και δεσμεύονται από τα όρια που οι ίδιοι θέτουν στον εαυτό τους. Η αδυναμία τους να εμπιστευτούν τις δυνάμεις τους, ο φόβος τους να θέσουν υψηλότερους και ουσιαστικότερους στόχους, τους κρατούν στάσιμους ακόμη κι αν κανείς άλλος δεν επιχειρεί να τους εμποδίσει ή να τους «εγκλωβίσει».

33 Στο ποίημα «CHE FECE… ILGRAN RIFIUTO» ο ποιητής καταγράφει τις σκέψεις του σχετικά με τη δύναμη που έχουν μερικοί άνθρωποι να «κάνουν τη μεγάλη άρνηση», να πουν «όχι» σε ό,τι αναμένεται από αυτούς και να βαδίσουν αντίθετα στο ρεύμα.

34 Στο ποίημα «ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ» , ο Καβάφης αναφέρεται στη μεγάλη αξία που έχει η διατήρηση της αξιοπρέπειας μπροστά στην απώλεια. Κάθε άνθρωπος που αγωνίζεται στη ζωή του για να πετύχει τους στόχους και τα όνειρά του, ενδέχεται να έρθει κάποια στιγμή αντιμέτωπος με την απώλεια όλων αυτών. Τότε, σύμφωνα με τον ποιητή, θα πρέπει να δείξει όλη του την ψυχική δύναμη, αντιμετωπίζοντας την απώλεια με αξιοπρέπεια και χωρίς κλάματα και παρακάλια. Ο άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του, αγωνίζεται για όσα επιθυμεί, αλλά είναι πάντοτε έτοιμος να αντιμετωπίσει και το ενδεχόμενο να χάσει όσα έχει αποκτήσει. Στο ποίημα «ΑΠ` ΤΕΣ ΕΝΝΙΑ» η έννοια της ζωής, για τον Καβάφη, ταυτίζεται με τη νεότητα κι εκείνο που έχει πραγματική αξία είναι να βιωθούν τα χρόνια της νεότητας σε όλη τους την πληρότητα, προτού να είναι αργά. Με τρόπο διακριτικό, αλλά εξαιρετικά αποτελεσματικό, ο Καβάφης υπενθυμίζει στους αναγνώστες του πως δεν υπάρχει τίποτε το στατικό στη ζωή, όλα περνούν και περνούν γρηγορότερα απ’ ό,τι θα θέλαμε να πιστεύουμε. «Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασεν η ώρα. Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασαν τα χρόνια.»

35 10. ΗΔΟΝΙΣΜΟΣ [ εξιδανίκευση των ερωτικών κυρίως απολαύσεων] / ΑΙΣΘΗΤΙΣΜΟΣ [ ωραιοποίηση του φαντασιακού κόσμου] Θάθελα αυτήν την μνήμη να την πω... Μα έτσι εσβύσθη πια... σαν τίποτε δεν απομένει — γιατί μακρυά, στα πρώτα εφηβικά μου χρόνια κείται. Δέρμα σαν καμωμένο από ιασεμί... Εκείνη του Aυγούστου — Aύγουστος ήταν; — η βραδυά... Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια· ήσαν, θαρρώ, μαβιά... A ναι, μαβιά· ένα σαπφείρινο μαβί.[ «ΜΑΚΡΥΑ»] ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ Ο ποιητής καταγράφει με τρόπο ελλειπτικό μια από τις πρώτες ερωτικές του μνήμες. Μέσα σε λίγους στίχους καθοδηγεί με τρόπο αριστοτεχνικό την αναδημιουργία της ερωτικής αυτής στιγμής, αρχίζοντας με το δέρμα του ερωτικού συντρόφου, διευρύνοντας αμέσως την εικόνα για να αποκαλυφθεί η γοητευτική καλοκαιρινή νύχτα, κι ύστερα καταλήγει στα μάτια, στα βαθυγάλανα μάτια που έμειναν στη μνήμη του ακέραια, μ’ όλη τους την ομορφιά.

36 Δεν τα ηύρα πια ξανά — τα τόσο γρήγορα χαμένα ....
τα ποιητικά τα μάτια, το χλωμό το πρόσωπο .... στο νύχτωμα του δρόμου .... Δεν τα ηύρα πια — τ’ αποκτηθέντα κατά τύχην όλως, που έτσι εύκολα παραίτησα· και που κατόπι με αγωνίαν ήθελα. Τα ποιητικά τα μάτια, το χλωμό το πρόσωπο, τα χείλη εκείνα δεν τα ηύρα πια.[ «ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ 1903»] Εδώ ας σταθώ. Κι ας δω κ’ εγώ την φύσι λίγο. Θάλασσας του πρωιού κι ανέφελου ουρανού λαμπρά μαβιά, και κίτρινη όχθη· όλα ωραία και μεγάλα φωτισμένα. Εδώ ας σταθώ. Κι ας γελασθώ πως βλέπω αυτά (τα είδ’ αλήθεια μια στιγμή σαν πρωτοστάθηκα)· κι όχι κ’ εδώ τες φαντασίες μου, τες αναμνήσεις μου, τα ινδάλματα της ηδονής. [«ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΠΡΩΙΝΟΥ»]

37 11. ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Πολύ με συγκινεί μια λεπτομέρεια στην στέψιν, εν Βλαχέρναις, του Ιωάννη Καντακουζηνού και της Ειρήνης Aνδρονίκου Aσάν. Όπως δεν είχαν παρά λίγους πολυτίμους λίθους (του ταλαιπώρου κράτους μας ήταν μεγάλ’ η πτώχεια) φόρεσαν τεχνητούς. Ένα σωρό κομμάτια από υαλί, κόκκινα, πράσινα ή γαλάζια. Τίποτε το ταπεινόν ή το αναξιοπρεπές δεν έχουν κατ’ εμέ τα κομματάκια αυτά από υαλί χρωματιστό. Μοιάζουνε τουναντίον σαν μια διαμαρτυρία θλιβερή κατά της άδικης κακομοιριάς των στεφομένων. Είναι τα σύμβολα του τι ήρμοζε να έχουν, του τι εξ άπαντος ήταν ορθόν να έχουν στην στέψι των ένας Κυρ Ιωάννης Καντακουζηνός, μια Κυρία Ειρήνη Aνδρονίκου Aσάν.[ «ΑΠΟ ΥΑΛΙ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΟ»]

38 ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Ο εξαετής εμφύλιος πόλεμος μεταξύ του Ιωάννη Καντακουζηνού και της αντιβασιλείας, στην οποία πρωτοστατούσε η Άννα της Σαβοΐας, μητέρα του Ιωάννη Ε΄, ολοκληρώνεται το 1347 με νίκη του πρώτου. Έτσι, το Μάιο του 1347 ο Ιωάννης Καντακουζηνός, μαζί με τη σύζυγό του Ειρήνη Ανδρονίκου Ασάν, θα στεφθεί αυτοκράτορας, μοιραζόμενος την εξουσία με τον Ιωάννη τον Ε΄ και τη μητέρα του νεαρού αυτοκράτορα. Η εδαφικά συρρικνωμένη και οικονομικά εξαθλιωμένη αυτοκρατορία δεν παρέχει σε κανέναν από τους διεκδικητές της εξουσίας τη δυνατότητα μιας αυτόνομης συμμετοχής στις πολεμικές συγκρούσεις. Τόσο ο Ιωάννης Καντακουζηνός όσο και η Άννα της Σαβοΐας στρέφονται για βοήθεια στους γειτονικούς λαούς, προσφέροντάς τους μ’ αυτόν τον τρόπο δικαίωμα παρέμβασης και παρουσίας στα εδαφικά όρια της αυτοκρατορίας. Είναι μάλιστα τέτοια η έλλειψη οικονομικών πόρων, ώστε το 1343 η Άννα της Σαβοΐας θα ζητήσει δάνειο από τη Βενετία, ύψους δουκάτων, βάζοντας ως ενέχυρο τα αυτοκρατορικά κοσμήματα. Η αδυναμία της δε να αποπληρώσει το εν λόγω δάνειο θα στερήσει από την αυτοκρατορία τα πολύτιμα κοσμήματα του στέμματος, που πέρασαν έκτοτε στην ιδιοκτησία της Βενετίας. Στη στέψη του Ιωάννη Καντακουζηνού θα χρησιμοποιηθούν τελικά κοσμήματα από γυάλινες πέτρες και επιχρυσωμένα δέρματα, στοιχείο απόλυτα ενδεικτικό της παρακμής στην οποία είχε περιέλθει η βυζαντινή αυτοκρατορία. Το ποίημα «ΗΓΕΜΩΝ ΕΚ ΔΥΤΙΚΗΣ ΛΙΒΥΗΣ» είναι ψευδοϊστορικό καθώς ο πρωταγωνιστής του, ο Αριστομένης ο υιός του Μενελάου, δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο. Ο Καβάφης συνηθίζει να δημιουργεί πλαστά ιστορικά πρόσωπα για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της ποιητικής του ιδέας. Σε πολλά του ποιήματα αναπαριστά μια συγκεκριμένη ιστορική εποχή και εντάσσει σε αυτή πρόσωπα που τα έχει εμπνευστεί ο ίδιος -δημιουργώντας έτσι μια μυθιστορηματική ποιητική σύνθεση- προκειμένου να ανασυνθέσει ένα κλίμα κατάλληλο για τη μετουσίωση των σκέψεών του σε ποίηση.

39 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ www. snhell.gr Αρχείο Καβάφη «Ο σχολικός Καβάφης», Θησέα Τσιάτσικα, εκδ. ΔΕΛΦΟΙ, Αθήνα 1994 latistor.blogspot.com/2011/07/blog-post.html Μέρες+του+1903+καβάφης&biw=1537&bih=771&site=webhp&source=lnms&tbm=isch&sa=X&ei=mPUXVe_XOYHsUt-ig6gI&ved=0CAYQ_AUoAQ&dpr=1#imgdii=_&imgrc=nFxRRumD3Az5lM%253A%3BWBwR4MF0mmIT6M%3Bhttp%253A%252

40


Κατέβασμα ppt "ΕΡΓΑΣΙΑ των μαθητών της Β1 τάξης Ρήγα Παύλου, Κατέχη Κατερίνας, Ζαμπούρα Στέλλας και Δεσποινιάδη Σταυρούλας στο μάθημα της ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Καθηγήτρια."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google