Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Διονύσιος Σολωμός Ο Κρητικός. ΤΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ 1.Η κύρια αφήγηση (χρόνος του ναυαγίου: η καταιγίδα, η πάλη των δύο ναυαγών, το γαλήνεμα.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Διονύσιος Σολωμός Ο Κρητικός. ΤΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ 1.Η κύρια αφήγηση (χρόνος του ναυαγίου: η καταιγίδα, η πάλη των δύο ναυαγών, το γαλήνεμα."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Διονύσιος Σολωμός Ο Κρητικός

2 ΤΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ 1.Η κύρια αφήγηση (χρόνος του ναυαγίου: η καταιγίδα, η πάλη των δύο ναυαγών, το γαλήνεμα της φύσης, η ανάδυση της φεγγαροντυμένης, ο ανεκλάλητος ήχος, η έξοδος των ναυαγών στη στεριά, ο θάνατος της αγαπημένης): απ. 1, στ. 1-6, απ. 3, στ. 1-11, απ. 4, στ. 1-12, 18-28, 37-38, 1-6, 1-11,1-121-6, 1-11,1-12 απ. 5, στ. 1-4, 10-12, 15-16, 21-58. 1-4, 2.Αναδρομές στο παρελθόν (βρεφική ηλικία, εφηβεία, οι αγώνες στην Κρήτη, ο αφανισμός της οικογένειας, η φυγή από την πατρίδα): απ. 2, στ. 1-3, απ. 4, στ. 13-17, 29-36, απ. 5, στ. 16-20, 36-42. 1-313-17 29-3616-2036-421-313-17 29-3616-2036-42 3.Πρόδρομες αφηγήσεις (το παρόν του αφηγητή ως πρόσφυγα, μετά το ναυάγιο και το θάνατο της αγαπημένης): απ. 2, στ. 4, απ. 5, στ. 5-9, 13-14. 45-9, 13-1445-9, 13-14 4.Πρόδρομη αφήγηση για την έσχατη κρίση (απώτατο μέλλον, Δευτέρα Παρουσία): απ. 2, στ. 5-18). 5-18

3 Α. Το ποίημα 1 [18] Έκοίταα, κι ήτανε μακριά ακόμη τ’ ακρογιάλι· «Αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!» Τρία αστροπελέκια επέσανε, ένα ξοπισω στ’ άλλο, Πολύ κοντά στην κορασιά με βρόντημα μεγάλο· Τα πέλαγα στην αστραπή κι ο ουρανός αντήχαν, Οι ακρογιαλιές και τα βουνά μ’ όσες φωνές κι αν είχαν.

4 2 [19] Πιστέψετε π’ ό,τι θα πω είν’ ακριβή αλήθεια, Μα τές πολλές λαβωματιές πού μόφαγαν τα στήθια, Μα τους συντρόφους πόπεσαν στην Κρήτη πολεμώντας, Μα την ψυχή πού μ' έκαψε τον κόσμο απαρατώντας. (Λάλησε, Σάλπιγγα! κι' εγώ το σάβανο τινάζω, Και σχίζω δρόμο και τς αχνούς αναστημένους κράζω: «Μην είδετε την ομορφιά που την Κοιλάδα αγιάζει; Πέστε, να ιδήτε το καλό εσείς κι ο,τι σας μοιάζει. Καπνός δε μένει από τη γή' νιος ουρανός εγίνη' Σαν πρώτα εγώ την αγαπώ και θα κριθώ μ’ αυτήνη. —Ψηλά την είδαμε πρωί· της τρέμαν τα λουλούδια Στη θύρα της Παράδεισος που εβγήκε με τραγούδια Έψαλλε την Ανάσταση χαροποιά η φωνή της, Κι έδειχνεν ανυπομονιά για να ‘μπει στο κορμί της· Ο Ουρανός ολόκληρος αγρίκαε σαστισμένος, Το κάψιμο αργοπορούνε ο κόσμος ο αναμμένος" Και τώρα ομπρός την είδαμε· ογλήγορα σαλεύει· Όμως κοιτάζει εδώ κι εκεί και κάποιονε γυρεύει»).

5

6

7

8 3. [20] Ακόμη εβάστουνε η βροντή......... Κι η θάλασσα, πού σκίρτησε σαν το χοχλό που βράζει, Ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα, Σαν περιβόλι ευώδησε κι εδέχτηκε όλα τ’ αστρα· Κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση Κάθε ομορφιά να στολιστή και το θυμό ν’ αφήση. Δεν ειν’ πνοή στον ουρανό, στη θάλασσα, φυσώντας Ούτε όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας, Όμως κοντά στην κορασιά, πού μ’ έσφιξε κι εχάρη, Εσειότουν τ’ ολοστρόγγυλο και λαγαρό φεγγάρι· Και ξετυλίξει ογλήγορα κάτι που εκείθε βγαίνει, Κι ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μία φεγγαροντυμένη. Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της, Στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της.

9 4. [21] Εκοίταξε τ’ αστέρια, κι εκείνα αναγάλλιασαν, Και την αχτινοβόλησαν και δεν την εσκεπάσαν· Κι από το πέλαο, που πατεί χωρίς να το σουφρώνει, Κυπαρισσένιο ανάερα τ’ ανάστημα σηκώνει, Κι ανεί τς αγκάλες μ’ έρωτα και με ταπεινοσύνη, Κι έδειξε πάσαν ομορφιά και πάσαν καλοσύνη. Τότε από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει, Κι η χτίσις έγινε ναός που ολούθε λαμπυρίζει. Τέλος σ’ εμέ που βρίσκομουν ομπρός της μες στα ρείθρα, Καταπώς στέκει στο Βοριά η πετροκαλαμήθρα, Όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της κλίνει· Την κοίταζα ο βαριόμοιρος, μ’ έκοίταζε κι εκείνη.

10 Έλεγα πως την είχα ιδεί πολύν καιρόν οπίσω, Καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο, Κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου, Καν τ’ όνειρο, όταν μ’ έθρεφε το γάλα της μητρός μου· Ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκιά κι αστοχισμένη, Που ομπρός μου τώρα μ’ όλη της τη δύναμη προβαίνει· Σαν το νερό που το θωρεί το μάτι ν’ αναβρύζη Ξάφνου οχ τα βάθη του βουνού, κι ο ήλιος το στολίζει. Βρύση έγινε το μάτι μου κι ομπρός του δεν εθώρα, Κι έχασα αυτό το θεϊκό πρόσωπο για πολλή ώρα, Γιατί άκουγα τα μάτια της μέσα στα σωθικά μου, Που ετρέμαν και δε μ’ άφηναν να βγάλω τη μιλιά μου· Όμως αυτοί είναι θεοί, και κατοικούν απ’ όπου Βλέπουνε μες στην άβυσσο και στην καρδιά τ’ ανθρώπου, Κι ένιωθα πως μου διάβαζε καλύτερα το νου μου Πάρεξ αν ήθελε της πω με θλίψη του χειλιού μου:

11 «Κοίτα με μες στα σωθικά, που φύτρωσαν οι πόνοι …………………. Όμως εξεχειλίσανε τα βάθη της καρδιάς μου· Τ’ αδέλφια μου τα δυνατά οι Τούρκοι μού τ’ αδράξαν, Την αδελφή μου ατίμησαν κι αμέσως την έσφαξαν, Τον γέροντα τον κύρη μου εκάψανε το βράδυ, Και την αυγή μου ρίξανε τη μάνα στο πηγάδι. Στην Κρήτη............ Μακριά ‘πο κειθ’ εγιόμισα τες φούχτες μου και εβγήκα. Βόηθα, Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο να ‘χω· Σε γκρεμό κρέμουμαι βαθύ, κι αυτό βαστώ μονάχο».

12 5. [22] Εχαμογέλασε γλυκά στον πόνο της ψυχής μου, Κι εδάκρυσαν τα μάτια της, κι έμοιαζαν της καλής μου. Εχάθη, αλιά μου! αλλ’ άκουσα του δακρύου της ραντίδα Στο χέρι, πού ‘χα σηκωτό μόλις εγώ την είδα. — Εγώ από κείνη τη στιγμή δεν έχω πλια το χέρι, Π’ αγνάντευεν Αγαρηνό κι εγύρευε μαχαίρι· Χαρά δεν του ‘ναι ο πόλεμος· τ’ απλώνω του διαβάτη Ψωμοζητώντας, κι έρχεται με δακρυσμένο μάτι· Κι όταν χορτάτα δυστυχιά τα μάτια μου ζαλεύουν Αργά, κι ονείρατα σκληρά την ξαναζωντανεύουν, Και μέσα στ’ άγριο πέλαγο τ' αστροπελέκι σκάει, Κι η θάλασσα να καταπιή την κόρη αναζητάει, Ξυπνώ φρενίτης, κάθομαι, κι ο νους μου κινδυνεύει, Και βάνω την παλάμη μου, κι αμέσως γαληνεύει. -

13 Τα κύματα έσχιζα μ’ αυτό, τ’ άγρια και μυρωδάτα, Με δύναμη πού δεν είχα μήτε στα πρώτα νιάτα, Μήτε όταν εκροτούσαμε, πετώντας τα θηκάρια, Μάχη στενή με τους πολλούς ολίγα παλληκάρια, Μήτε όταν τον μπομπο - Ίσούφ και τς άλλους δύο βαρούσα. Σύρριζα στη Λαβύρινθο π’ αλαίμαργα πατούσα. Στο πλέξιμο το δυνατό ο χτύπος της καρδιάς μου (Κι αυτό μου τ’ αυξαιν’) έκρουζε στην πλεύρα της κυράς μου. ………….. Αλλά το πλέξιμ’ άργουνε και μου τ’ αποκοιμούσε Ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε. Δεν είναι κορασιάς φωνή στα δάση που φουντώνουν, Και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα νερά θολώνουν, Και τον κρυφό της έρωτα της φύσης τραγουδάει, Του δέντρου και του λουλουδιού πού ανοίγει και λυγάει·

14 Δεν είν’ αηδόνι κρητικό, που παίρνει τη λαλιά του Σε ψηλούς βράχους κι άγριους όπ’ έχει τη φωλιά του, Κι αντιβουίζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα Η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα, Ώστε που πρόβαλε η αυγή και έλιωσαν τ’ αστέρια, Κι ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια Δεν είν’ φιαμπόλι το γλυκό, οπού τ’ αγρίκαα μόνος Στον Ψηλορείτη όπου συχνά μ’ ετράβουνεν ο πόνος Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει Και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι· Κι ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθερίας ελπίδα Κι' έφώναζα: «ώ θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα!» Κι άπλωνα κλαίοντας κατ’ αυτή τα χέρια με καμάρι· Καλή ‘ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι. Λαλούμενο, πουλί, φωνή, δεν είναι να ταιριάζει, Ίσως δε σώζεται στη γη ήχος που να του μοιάζει Δεν είναι λόγια· ήχος λεπτός......

15 Δεν ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος κοντά του. Αν είν’ δεν ήξερα κοντά, αν έρχονται από πέρα· Σαν του Μαϊού τες ευωδιές γιόμιζαν τον αέρα, Γλυκύτατοι, ανεκδιήγητοι...... Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος. Μ’ άδραχνεν όλη την ψυχή, και να ‘μπει δεν ημπόρει Ο ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά, κι η κόρη Με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω Τη σάρκα μου να χωρισθώ για να τον ακλουθήσω. Έπαψε τέλος, κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου· Που εστέναξε κι εγιόμισεν ευθύς οχ την καλή μου· Και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη, Την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη.

16 Β. Ερμηνευτικοί άξονες 1.Το θέμα του ποιήματος Οι αγώνες των Κρητικών για την ελευθερία τους (1823-1824) και το κατοπινό δράμα των προσφύγων (ιστορικός χρόνος του ποιήματος). Πρόσφυγας είναι και ο επινοημένος ναυαγός. Ένας Κρητικός που έρχεται από την Κρήτη ύστερα από τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν εκεί, για να διατηρήσει την ελευθερία του έστω και ως πρόσφυγας, και που αγωνίζεται να σώσει την αγαπημένη του μέσα στη θαλασσοταραχή.

17 2. Ο τίτλος του ποιήματος δεν υπάρχει στο χειρόγραφο, αλλά τον έδωσε ο πρώτος εκδότης του σολωμικού έργου, ο Πολυλάς, ενώ οι πέντε ενότητες του ποιήματος είναι αριθμημένες από τον ποιητή με τους αριθμούς 18-22. Στο σχολικό βιβλίο αυτή η αρίθμηση δίνεται μέσα σε αγκύλες, ενώ προηγείται η αρίθμηση από το 1 ως το 5 κατά την εισήγηση Αλεξίου. Εκτός από τους 134 στίχους που απαρτίζουν το ποίημα, ο εκδότης παραθέτει στο τέλος και ένα πλήθος από παραλλαγές στίχων.

18 3. Το είδος του ποιήματος Δραματικός μονόλογος: Πρόκειται για πρωτοπρόσωπη αφήγηση δραματοποιημένη, όπου ο ήρωας πορεύεται αγνοώντας τη δραματική απόληξη (που είναι ο θάνατος της κόρης). Δραματικός μονόλογος: Πρόκειται για πρωτοπρόσωπη αφήγηση δραματοποιημένη, όπου ο ήρωας πορεύεται αγνοώντας τη δραματική απόληξη (που είναι ο θάνατος της κόρης). Αφηγηματικό ποίημα: Ο ήρωας στον «Κρητικό» δε μονολογεί απλώς αλλά αναπολεί και αφηγείται τη δραματική του περιπέτεια και όπως την αναπολεί «φιλοσοφεί». Αφηγηματικό ποίημα: Ο ήρωας στον «Κρητικό» δε μονολογεί απλώς αλλά αναπολεί και αφηγείται τη δραματική του περιπέτεια και όπως την αναπολεί «φιλοσοφεί». Λυρικό ποίημα: Λυρικό ποίημα: ο ποιητής μέσω του αφηγητή εξωτερικεύει τον εσωτερικό του κόσμο (τις σκέψεις, τις απόψεις, τα συναισθήματά του κ.α.), με τη χρήση μάλιστα πλούσιων και εντυπωσιακών εκφραστικών μέσων (εικόνων, σχημάτων λόγου, κ.α.), μεταρσιώνοντας συχνά τον αναγνώστη σε σφαίρες ιδεαλιστικές.

19 Έργο αποσπασματικό ή ολοκληρωμένο; Πολυλάς: θεωρεί ότι δεν είναι ολοκληρωμένο αλλά αποσπασματικό, αφού η αρίθμηση αρχίζει από το 18 (και όχι από το 1). Λίνος Πολίτης: θεωρεί ότι το ποίημα είναι ολοκληρωμένο γιατί … «Η λυρική του ουσία ολοκληρώνεται και δεν έχει την εντύπωση ότι λείπει τίποτα». Επιπλέον, θεωρεί τον αριθμό 18 απλώς μια ένδειξη, μια δήλωση πως από αυτή την ενότητα θα πρόσθετε άλλες, όπου θα διηγούνταν όλες τις περιπέτειες του ήρωα έως το κεντρικό επεισόδιο του ναυαγίου, κάτι που όμως δεν έγινε ποτέ. Δ. Ν. Μαρωνίτης: Συμφωνεί με τον Λ. Πολίτη. Π. Μάκριτζ: θεωρεί ότι ο αριθμός [18.] που ο Σολωμός είχε βάλει στην κορυφή του ποιήματος αναφέρεται σε δεκαεπτά μέρη άλλων ποιημάτων (π.χ., «Η φαρμακωμένη στον Άδη) που μαζί με τον «Κρητικό» επρόκειτο να αποτελέσουν ένα φιλόδοξο συνθετικό ποίημα, κάτι όμως που δεν έγινε ποτέ.

20 Τα χρονικά επίπεδα Ο χρόνος του ναυαγίου Η προϊστορία του ήρωα στην Κρήτη (αναδρομικές αφηγήσεις) Η ζωή του Κρητικού μετά το ναυάγιο και το θάνατο της αγαπημένης του (προδρομές). Ο οραματισμός της έσχατης κρίσης (χρόνος άχρονος και χώρος εξαγιασμένος, Μαρωνίτης). Η αφήγηση αρχίζει in media res, δηλαδή όχι από την αρχή της ιστορίας αλλά από ένα κατοπινό σημείο –από τα «μισά» της (η αρχή βρίσκεται στους αγώνες του αφηγητή με τους Τούρκους, όπως φαίνεται από τις αναδρομές που γίνονται στο ποίημα).

21 Τα πρόσωπα του ποιήματος είναι ο αφηγητής-Κρητικός, η αγαπημένη του Κρητικού, η οποία έχει περιορισμένη δράση αλλά κεντρική θέση στα εξιστορούμενα γεγονότα, η Φεγγαροντυμένη, συμβολικό αλλά καθοριστικό για την εξέλιξη της δράσης πρόσωπο, οι Τούρκοι και τα μέλη της οικογένειας του αφηγητή, που αναφέρονται στην αφήγηση, χωρίς να συμμετέχουν άμεσα στην εξέλιξη του ποιητικού μύθου.

22 Η γλώσσα και το ύφος Ο λόγος του Κρητικού θυμίζει Παλαιά Διαθήκη, Όμηρο, δημοτικό τραγούδι και Ερωτόκριτο. Ο στίχος είναι κυρίως δεκαπεντασύλλαβος και η ομοιοκαταληξία ζευγαρωτή. Όπως σε όλα τα έργα του, ο Σολωμός αναδεικνύει και στον Κρητικό την εκφραστική και ποιητική δύναμη της δημοτικής γλώσσας, που τη βλέπει ως όργανο πνευματικής απελευθέρωσης και ως αξία ισοδύναμη με τις αξίες της ελευθερίας και της πατρίδας. Ο εκφραστικός πλούτος του ποιήματος, το έντονο λυρικό στοιχείο, η αποθέωση της φύσης και του έρωτα, ο υποκειμενισμός και ο ιδανισμός υποδηλώνουν τις επιδράσεις που δέχτηκε ο Σολωμός από το Ρομαντισμό.

23 Τα κυρίαρχα μοτίβα Θεματικά μοτίβα: έρωτας, θάνατος, φύση, πίστη, αγωνιστικότητα, ελευθερία, πατρίδα, κ.ά. Δομικά μοτίβα: ιδιαίτερα η φεγγαροντυμένη, ο μαγευτικός ήχος, η Έσχατη Κρίση, το μοτίβο των τριών κ.ά.

24 Ο «Κρητικός» και η Επτανησιακή σχολή: Ο «Κρητικός» και η Επτανησιακή σχολή: Ο Κρητικός είναι αντιπροσωπευτικό ποίημα της Επτανησιακής Σχολής με δεδομένο ότι τα κύρια θέματα αυτής της σχολής, η θρησκεία, η φύση, η εξιδανικευμένη μορφή της γυναίκας και η πατρίδα, αποτελούν κεντρικούς άξονες της ποιητικής του αφήγησης. Ο «Κρητικός» και το Δημοτικό τραγούδι: Η επιλογή του μέτρου (ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος), η σύνθεση στοιχείων ανά τρία (το μοτίβο των τριών), η ομοιότητα του κάτω κόσμου με αυτόν των ζωντανών, η συνομιλία με τους ζωντανούς στο 2 ο απόσπασμα, το αδιανόητο καθ΄υπερβολή του στ. 7 του αποσπάσματος 4 (σελ. 21 του βιβλίου) δείχνουν την επίδραση του ποιητή από το δημοτικό τραγούδι. Σημαντικός επίσης είναι ο διακειμενικός πλούτος του ποιήματος (Αγία Γραφή, Όμηρος, Κρητική Λογοτεχνία, ποίηση του Δάντη και του Πετράρχη, Αγγλική και Γερμανική προρομαντική και ρομαντική ποίηση κτλ.).

25 Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΥ-ΦΥΣΗΣ ΣΤΟΝ ΚΡΗΤΙΚΟ Στον Κρητικό φύση και ήρωας είναι σε μια δυναμική αντιπαράθεση. Η φύση πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια δύναμη αντινομική, που αφενός μεταμορφώνεται σε μαγική και αφετέρου παρασύρει κι έτσι μηδενίζει και ακυρώνει, ως αποτέλεσμα, την προσήλωση του ήρωα στο χρέος (του έρωτά του). Οι δυνάμεις που ενεργούν στη φύση είναι δύο ειδών: 1) Στοιχεία αρνητικά: η άλογη βία μέσα στη φύση (η θάλασσα, η τρικυμία). 2) Στοιχεία θετικά: η ίδια η φύση ως αρχέτυπο του κάλλους και του αγαθού. Ανάμεσα στα δύο σαφώς σημαντικότερο είναι το δεύτερο. Η τρικυμία και το ναυάγιο αποτελούν μονάχα το αφηγηματικό πλαίσιο του έργου. Το κέντρο κατέχει η επικοινωνία του ήρωα με τη φύση: εμφάνιση Φεγγαροντυμένης, «γλυκύτατος ήχος». Ο γλυκύτατος ήχος ακολουθεί τη θεία εμφάνιση και συνοψίζει σ΄ ένα σύμβολο «μουσικό» τον παναρμόνιο ρυθμό της φύσης. Η Φεγγαροντυμένη μας τον έδωσε σ΄ ένα σύμβολο πλαστικό και μυστηριακό συγχρόνως. Πλαστικό (Φεγγαροντυμένη) και μουσικό σύμβολο (ήχος) αντιπροσωπεύουν δύο διαδοχικές συγκρούσεις. Η επικοινωνία του ήρωα με αυτά ορθώνει εμπόδια στη βούλησή του (θέλει να σώσει την κορασιά) και τελικά τη ματαιώνει. Από την άλλη πλευρά, ο χαρακτήρας του μεταμορφώνεται και φτάνει σε μια σχέση ενότητας με τον κόσμο (απ. 5 [22], στ. 7) αποβάλλοντας σταδιακά το ανταγωνιστικό του πνεύμα. Έτσι, η φύση ασκεί μια διπλή επίδραση, θετική και αρνητική, και δίνει στο μύθο τραγική διάσταση. Βέβαια, στα αρνητικά στοιχεία πρέπει να συμπεριληφθεί και η άλογη βία (η αγριεμένη θάλασσα, η τρικυμία). Έτσι, η φύση ασκεί μια διπλή επίδραση, θετική και αρνητική, και δίνει στο μύθο τραγική διάσταση. Βέβαια, στα αρνητικά στοιχεία πρέπει να συμπεριληφθεί και η άλογη βία (η αγριεμένη θάλασσα, η τρικυμία).

26 Το μοτίβο της δοκιμασίας (Κρητικός, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Πορφύρας): Στα ποιήματα αυτά της ώριμης περιόδου του Σολωμού κυριαρχεί το μοτίβο της δοκιμασίας. Στον Κρητικό, οι δοκιμασίες αρχίζουν με τους αγώνες του στην Κρήτη (ηρωική δοκιμασία), συνεχίζονται με την τρικυμία, κορυφώνονται με το όραμα της φεγγαροντυμένης και τον «ήχο» για να καταλήξουν στο χαμό της κόρης. Η κλιμάκωση όμως των δοκιμασιών συμπορεύεται με τη σταδιακή ηθική ολοκλήρωση του ήρωα. Το γεγονός αυτό εκφράζεται αρνητικά («χαρά δεν τούναι ο πόλεμος») και θετικά («τ’ απλώνω του διαβάτη», απ. 5 [22], στ. 7)

27 Για τη Φεγγαροντυμένη… Παρά τις επιδράσεις που δέχθηκε ο Σολωμός από τον ευρωπαϊκό ρομαντισμό, που θεωρεί ότι η Ιδέα ενυπάρχει στη Φύση και, ακόμη περισσότερο, Θεός και Φύση ταυτίζονται, και τον ιταλικό κλασικισμό με τις εικόνες νυμφών και άλλων φυσικών δαιμόνων μέσα στη φύση, σε θάλασσα, λίμνη, ποτάμι ή πηγή (συχνά κάτω από το φώς του φεγγαριού), η Φεγγαροντυμένη παραμένει καθαρά σολωμική σύλληψη και συμπυκνώνει τη μοναδικά σολωμική διαλεκτική σύνθεση του ελληνικού αισθητικού ανθρωπισμού, που συλλαμβάνει τη φύση ως χώρο του κάλλους και της αρμονίας, με τη χριστιανική αντίληψη της ζωής που αντιμετωπίζει το κάλλος ως ηθικό μέγεθος (Ερ. Καψωμένος). Στη μορφή της φεγγαροντυμένης ενσαρκώνονται οι πλατωνικές ιδέες της ομορφιάς, της καλοσύνης και της δικαιοσύνης, μαζί με την αρμονία. Η φεγγαροντυμένη είναι η εξιδανικευμένη ομορφιά της ζωής με όλες τις χαρές της, αλλά και η ομορφιά της φύσης (φιλοσοφική ερμηνεία). Είναι ίσως η παρουσία της θεϊκής πρόνοιας που θα μπορούσε να εκπροσωπεί ακόμα και την Παρθένο ή και γενικότερα τη θρησκεία.

28 Σύμφωνα με την ψυχαναλυτική ερμηνεία, πίσω από τη φεγγαροντυμένη κρύβεται «μια αρχετυπική γυναικεία μορφή (ένα anima κατά τον Jung), που διαμορφώθηκε στη διάρκεια των αιώνων, ή είναι μια προβολή αλλά και ένα ζητούμενο αξιών που υπάρχει στην αντρική ψυχή ως μια αρχέγονη μορφή ενός συλλογικού ασυνείδητου». Η μορφή αυτή θα μπορούσε να είναι παράλληλα μια μητέρα, μια αγαπημένη αρραβωνιαστικιά, μια Αφροδίτη και μια Παναγιά. Σύμφωνα με την εθνοκεντρική θεωρία, η φεγγαροντυμένη δεν είναι η αρραβωνιαστικιά του Κρητικού. Με τη συνάντηση των δυο τους στους ουρανούς, μεταμορφώνεται ποιητικά σε Ελλάδα-Ελευθερία. Γίνεται μια μορφή που θυμίζει το θεϊκό πρόσωπο που στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» με μια διπλή υπόσταση, θεϊκή κι ανθρώπινη μαζί, ξαγρυπνά αόρατη δίπλα στους πολεμιστές, ξέρει όσα τους ταλανίζουν και, ακλόνητη, τους εμψυχώνει.

29 Για τον ήχο… Ο ήχος αυτός «συνοψίζει σ’ ένα σύμβολο ‘μουσικό’ τον παναρμόνιο ρυθμό της φύσης, που η παρουσία της Φεγγαροντυμένης μας τον έδωσε σ’ ένα σύμβολο πλαστικό και μυστηριακό συγχρόνως» (Ε. Γ. Καψωμένος).Ο ήχος αυτός «συνοψίζει σ’ ένα σύμβολο ‘μουσικό’ τον παναρμόνιο ρυθμό της φύσης, που η παρουσία της Φεγγαροντυμένης μας τον έδωσε σ’ ένα σύμβολο πλαστικό και μυστηριακό συγχρόνως» (Ε. Γ. Καψωμένος). Πρόκειται για έναν «αγγελικό ψαλμό, που συνοδεύει την ψυχή της [κόρης] στα ουράνια και το ακούει ο Κρητικός καταγοητευμένος» (Βασ. Δεδόυσης).Πρόκειται για έναν «αγγελικό ψαλμό, που συνοδεύει την ψυχή της [κόρης] στα ουράνια και το ακούει ο Κρητικός καταγοητευμένος» (Βασ. Δεδόυσης). «Ο γλυκός ήχος, που ακούγεται σα να βγαίνει απ’ όλη τη γήινη και την ουράνια φύση, είναι σα μια μουσική φωνή του Σύμπαντος, σαν η μυστική αρμονία που αναδίνεται από την ανταπόκριση των στοιχείων του Παντός. Αυτή η χωρίς όρια αρμονία, που συνέχει τους κόσμους, δεν μπορεί παρά να είναι η Αγάπη, η Ουράνια Αγάπη, της οποίας το μυστικό τραγούδι μόνο ο ποιητής μπορεί ν’ ακούσει. Αυτή μας φέρνει μήνυμα από το Υπερπέραν» (Π. Σπανδωνίδης).«Ο γλυκός ήχος, που ακούγεται σα να βγαίνει απ’ όλη τη γήινη και την ουράνια φύση, είναι σα μια μουσική φωνή του Σύμπαντος, σαν η μυστική αρμονία που αναδίνεται από την ανταπόκριση των στοιχείων του Παντός. Αυτή η χωρίς όρια αρμονία, που συνέχει τους κόσμους, δεν μπορεί παρά να είναι η Αγάπη, η Ουράνια Αγάπη, της οποίας το μυστικό τραγούδι μόνο ο ποιητής μπορεί ν’ ακούσει. Αυτή μας φέρνει μήνυμα από το Υπερπέραν» (Π. Σπανδωνίδης). «Οι θείοι αυτοί ήχοι δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ενίσχυση που [η Φεγγαροντυμένη] του ‘δωσε [του Κρητικού], για να συνεχίσει τη ζωή του […] (Φ. Μιχαλόπουλος).«Οι θείοι αυτοί ήχοι δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ενίσχυση που [η Φεγγαροντυμένη] του ‘δωσε [του Κρητικού], για να συνεχίσει τη ζωή του […] (Φ. Μιχαλόπουλος). «Είναι η φωνή της καταματωμένης πατρίδος του» η οποία «Τον έχει συγκλονίσει τόσο βαθιά, που ποθεί να ξαναγυρίσει σ’ αυτή κι ας είναι ρημαγμένη» (Γ. Ν. Παπανικοάου).«Είναι η φωνή της καταματωμένης πατρίδος του» η οποία «Τον έχει συγκλονίσει τόσο βαθιά, που ποθεί να ξαναγυρίσει σ’ αυτή κι ας είναι ρημαγμένη» (Γ. Ν. Παπανικοάου).

30 Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος Έρωτας και Χάρος στον στίχο αυτό εξισώνονται για να φανεί ότι η ομορφιά του ήχου ξεπερνάει αυτά τα δύο. Αρχικά είχε γίνει προσπάθεια από το Σολωμό να συγκριθεί ο ήχος με τη γλύκα που μεθά το νου όπως ο παράδεισος (Θέμα του Αδάμ), ώστε να καταδείξει το πνευματικό εύρος του θέματός του «ο Έρωτας θεοποιημένος» (η αιώνια αγάπη) σε συνάρτηση με τον άξονα του χρόνου. Επίσης, η εικόνα των Πρωτόπλαστων στον Παράδεισο λειτουργεί ποιητικά σε συσχετισμό με την αντιστροφή της εικόνας στο τέλος του ποιήματος: η παραδείσια μαγεία διαλύεται και ο Κρητικός ανακτά τις φυσικές του αισθήσεις για να αποθέσει στο ακρογιάλι νεκρό «το άλλο μισό του». Μετακινώντας όμως το θέμα του Αδάμ ο Σολωμός στη συνέχεια, χρησιμοποίησε τον παραλληλισμό του ήχου με τον Έρωτα και το Θάνατο.

31 Ουσιαστικά έρωτας και θάνατος είναι δύο ομοειδείς εκδηλώσεις του ίδιου καταλυτικού ενστίκτου που ερεθίζει στην ψυχή του Κρητικού ο «γλυκύτατος ήχος»: κατάργηση ατομικότητας (έρωτας) και ενστίκτου αυτοσυντήρησης και επιβολής (θάνατος). Χάρη στη συνεργασία αυτών των δύο (έρωτα και θανάτου), που κατέληξε στον θάνατο της αγαπημένης του, μπόρεσε αυτός να υπερβεί το Χρόνο (την άλλη δύναμη που διαφεντεύει τη ζωή στη γη). Παρά τη βαθιά πληγή που του άνοιξε ο θάνατος του κοριτσιού, μπορεί τώρα να προσμένει με χαρά μια αιώνια ευδαίμονα ύπαρξη στον Παράδεισο με την αγαπημένη του. Έτσι, συνδυασμένο με το «Θέμα του Αδάμ» το έργο καλύπτει όλο το μήκος του χρόνου: από τη Γένεση (δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου) ως τη Δευτέρα Παρουσία (έσχατη κρίση).

32 Ερμηνείες Πολλές ερμηνείες έχουν δοθεί στο ποίημα: πολλοί μελετητές το βλέπουν ως μια αλληγορική παρουσίαση των αγώνων των Κρητικών για ελευθερία αλλά και της Δοκιμασίας του ανθρώπου γενικότερα, ως την αλληγορική υπέρβαση του αισθητού, την τραγική σύγκρουση φύσης και ζωής, την αρμονική συνύπαρξη του Έρωτα και του Θανάτου, την ηθική δύναμη που παραλύει από τις αντίμαχες δυνάμεις της Φύσης κ.ά.


Κατέβασμα ppt "Διονύσιος Σολωμός Ο Κρητικός. ΤΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ 1.Η κύρια αφήγηση (χρόνος του ναυαγίου: η καταιγίδα, η πάλη των δύο ναυαγών, το γαλήνεμα."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google