Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
ΔημοσίευσεΈλλη Κεδίκογλου Τροποποιήθηκε πριν 8 χρόνια
1
1 ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΙΑΤΡΙΚΗ ΒΙΤΑΜΙΝΗ Β3, ΝΙΑΣΙΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ 7η
2
2 Νιασίνη Είναι μια υδροδιαλυτή βιταμίνη, γνωστή ως νικοτινικό οξύ ή βιταμίνη Β3. Το νικοτιναμίδιο είναι παράγωγο της νιασίνης και χρησιμοποιείται για να σχηματισθεί το συνένζυμα νικοτιναμιδο-αδενινο δινουκλεοτίδιο (NAD) και φωσφορικό νικοτιναμιδο- αδενινο δινουκλεοτίδιο (NADP). Κανένα από αυτά δεν σχετίζεται με τη νικοτίνη του καπνού, αν και τα ονόματά είναι παρόμοια (1).
3
3
4
4
5
5 Νικοτίνη
6
6 Λειτουργία, αντιδράσεις οξειδοαναγωγής Οι ζώντες οργανισμοί αντλούν το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειάς τους από αντιδράσεις οξείδωσης- αναγωγής, διαδικασίες που περιλαμβάνουν μεταφορά ηλεκτρονίων. Ως και 200 ένζυμα απαιτούν τα συνένζυμα NAD και NADP, κυρίως για να αποδεχθούν ή να δωρίσουν ηλεκτρόνια για αντιδράσεις οξειδοαναγωγής. Το NAD λειτουργεί πιο συχνά στις αντιδράσεις καταβολισμού των υδατανθράκων, λιπών, πρωτεϊνών και αλκοόλ. Το NADP σε βιοσυνθέσεις (αναβολικές αντιδράσεις), όπως στη σύνθεση λιπαρών οξέων και χοληστερόλης (1, 2).
7
7
8
8
9
9 Μη-αναγωγικές αντιδράσεις Το NAD, είναι υπόστρωμα για δύο κατηγορίες ενζύμων (μονο-ADP-ριβοσυλ-τρανσφεράση και πολυμεράση της πολυ-ADP-ριβόζης) που χωρίζουν τα νιασίνη από το NAD και μεταφέρουν ADP-ριβόζη σε πρωτεΐνες. Οι μονο-ADP-ριβοσυλ-τρανσφεράσες ανακαλύφθηκαν αρχικά σε βακτήρια, όπου βρέθηκαν να παράγουν τις τοξίνες χολέρας και διφθερίτιδας. Τα ένζυμα και τα προϊόντα τους, οι ADP-ριβοσυλι- ωμένες πρωτεΐνες, έχουν βρεθεί στα κύτταρα των θηλαστικών και επηρεάζουν G-πρωτεΐνες (3), οι οποίες δεσμεύουν GTP και ενεργούν ως διαμεσο- λαβητές σε κυτταρικά σηματοδοτικά μονοπάτια.
10
10 Μη-αναγωγικές αντιδράσεις Οι πολυ-ADP-ριβόζη πολυμεράσες (PARPs) καταλύουν τη μεταφορά πολλών μονάδων ADP- ριβόζης, από το NAD σε πρωτεΐνες. Λειτουργούν στην επιδιόρθωση DNA, στην απάντηση σε στρες, στην κυτταρική σηματοδότηση, τη μεταγραφή, τη ρύθμιση της απόπτωσης, τη διαμόρφωση χρωματίνης, τη διαφοροποίηση των κυττάρων (2, 4). Μια τρίτη κατηγορία ενζύμων (ADP-ριβοσυλ- κυκλάσες) καταλύει το σχηματισμό κυκλικής ADP- ριβόζη, που λειτουργεί μέσα στα κύτταρα για να προκαλέσει την απελευθέρωση ιόντων Ca από τους τόπους αποθήκευσης (π.χ. ενδοπλασματικό δίκτυο) παίζοντας ρόλο στην κυτταρική σηματοδότηση (1).
11
11 Συντομογραφίες: AMP, μονοφωσφορική αδενοσίνη. ADP, διφωσφορική αδενοσίνη. ΑΤΡ, τριφωσφορική αδενοσίνη. PARP, Πολυ-ADP-ριβόζη πολυμεράσες. PPi, πυροφωσφορικό. PRPP, φωσφοριβοσύλ- πυροφωσφορικό.
12
12 (AR = ADP-ribose, G6PDH = glucose-6-phosphate dehydrogenase, 6GPDH = 6-glyconate phosphate dehydrogenase). Ying W. (2008) NAD+/NADH and NADP+/NADPH in cellular functions and cell death: regulation and biological consequences. Antioxidants & Redox Signaling. 10(2), 179-206.
13
13 Πελλάγρα Είναι η σοβαρής ανεπάρκειας νιασίνης. Οι πρώτες καταγραφές σχετίζονται με την ευρεία καλλιέργεια του καλαμποκιού στην Ευρώπη το 1700 (1). Εμφανιζόταν στις φτωχότερες κοινωνικές τάξεις. Ήταν επίσης κοινή στις νότιες ΗΠΑ το 1900 (5). Το καλαμπόκι περιέχει σημαντικές ποσότητες νιασίνης, αλλά σε δεσμευμένη μορφή που δεν είναι θρεπτικά διαθέσιμη. Η παραδοσιακή προετοιμασία των tortillas καλαμποκιού στο Μεξικό περιλαμβάνει διαβροχή με ασβέστη (οξείδιο του ασβεστίου). Η θέρμανση του καλαμποκιού σε αλκαλικό διάλυμα απελευθερώνει τη δεσμευμένων νιασίνη, αυξάνοντας τη βιοδιαθεσιμότητά της (6).
14
14 Πελλάγρα Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα αφορούν το δέρμα, το πεπτικό και το νευρικό σύστημα (2). Τα συμπτώματα είναι δερματίτιδα, διάρροια, άνοια και θάνατος. Στο δέρμα, εμφανίζεται ένα παχύ, φολιδωτό, σκούρο εξάνθημα, συμμετρικά σε περιοχές εκτεθειμένες στο ηλιακό φως. Η λέξη «πελλάγρα» προέρχεται από την ιταλική φράση για τα αδρά ή ακατέργαστα δέρματα. Στο πεπτικό σύστημα εμφανίζεται έντονα κόκκινη γλώσσα, έμετος και διάρροια. Νευρολογικά, εμφανίζεται απάθεια, κόπωση, κατάθλιψη, αποπροσανατολισμός, απώλεια μνήμης. Εάν δεν αντιμετωπιστεί, οδηγεί στο θάνατο (3).
15
15 Πελλάγρα
16
16 Πελλάγρα
17
17 Πελλάγρα
18
18
19
19
20
20 Διατροφή, τρυπτοφάνη και νιασίνη Εκτός της διαιτητικής νιασίνης, NAD μπορεί επίσης να συντίθεται στο ήπαρ από το αμινοξύ, τρυπτοφάνη Η σύνθεση της νιασίνης από την τρυπτοφάνη εξαρτάται από ένζυμα που απαιτούν βιταμίνη Β6 και ριβοφλαβίνη. Κατά μέσο όρο, 1 mg νιασίνης μπορούν να συντεθεί από την πρόσληψη 60 mg της τρυπτοφάνης. Έτσι, 60 mg τρυπτοφάνης θεωρούνται ισοδύναμα 1 mg νιασίνης (ΝΕ). Μελέτες στις ΗΠΑ στα 1900, έδειξαν ότι η διατροφή ατόμων που υπέφεραν από πελλάγρα περιείχε αρκετά ΝΕ (3), άρα μερικώς αμφισβητείται η άποψη ότι 60 mg διατροφικής τρυπτοφάνης είναι ισοδύναμα με 1 mg νιασίνη (3, 7).
21
21
22
22 Η τύχη της νιασίνης στο σώμα
23
23 Αίτια της ανεπάρκειας νιασίνης Ανεπαρκής διαιτητική πρόσληψη νιασίνης και/ή τρυπτοφάνης. Άλλες ελλείψεις θρεπτικών συστατικών, μπορεί επίσης να συμβάλουν. Ασθενείς με νόσο του Hartnup, μια κληρονομική διαταραχή που οδηγεί σε κακή απορρόφηση τρυπτοφάνης, αναπτύσσουν πελλάγρα (2). Στο «καρκινοειδές σύνδρομο», μια κατάσταση αυξημένης έκκριση σεροτονίνης και άλλων κατεχολαμινών από όγκους, μπορεί επίσης να εμφανισθεί πελλάγρα λόγω αυξημένης χρήσης της διατροφικής τρυπτοφάνης για σύνθεση σεροτονίνης και όχι νιασίνης. Παρατεταμένη θεραπεία με το αντιφυματικό φάρμακο ισονιαζίδη, έχει οδηγήσει σε ανεπάρκεια της νιασίνης (8).
24
24
25
25
26
26 Συνιστώμενη Ημερήσια Πρόσληψη (ΣΗΠ) για Νιασίνη Τα RDA αναθεωρήθηκαν το 1998, με βάση την πρόληψη της ανεπάρκειας. Η Πελλάγρα μπορεί να προληφθεί από περίπου 11 mg ΝΕ / ημέρα, αλλά 12 mg έως 16 mg / ημέρα έχουν βρεθεί να εξομαλύνουν την απέκκριση μεταβολιτών της νιασίνης (προϊόντα διάσπασης) σε υγιείς νεαρούς ενήλικες (8). Ωστόσο, ορισμένοι ερευνητές θεωρούν ότι τα κυτταρικά περιεχόμενα NAD και NADP μπορεί να είναι πιο σχετικοί δείκτες της κατάστασης νιασίνης (7, 9, 10).
27
27
28
28 Καρκίνος Μελέτες σε κύτταρα (in vitro) δείχνουν ότι το NAD καταναλώνεται στη σύνθεση πολυμερών της ADP- ριβόζη, τα οποία παίζουν ρόλο στην επιδιόρθωση του DNA, ενώ η κυκλική ADP-ριβόζη μπορεί να διαμεσολαβήσει σε κυτταρικά σηματοδοτικά μονοπάτια (11). Επιπλέον, η έλλειψη NAD μειώνει τα επίπεδα της πρωτεΐνης p53 που είναι καταστολέας όγκων (10). Το NAD και η πρόσληψη νιασίνης/τρυπτοφάνη που είναι αναγκαία για την προστασία του DNA δεν έχει καθοριστεί. Η ανεπάρκεια νιασίνης βρέθηκε να μειώνει τα επίπεδα NAD και πολυ-ADP-ριβόζης στο μυελό των οστών και να αυξάνει τον κίνδυνο λευχαιμίας που προκαλείται από χημικά (12).
29
29 Καρκίνος Τα συμπληρώματα νιασίνης μειώνουν τον κίνδυνο της υπεριώδους ακτινοβολίας για καρκίνους του δέρματος σε ποντίκια (13). Μια μελέτη σε δύο υγιή άτομα οδήγησε σε ανύψωση των επιπέδων NAD στα λεμφοκύτταρα του αίματος με 100 mg / ημέρα νικοτινικού οξέος για οκτώ εβδομάδες. Σε σύγκριση με μη-συμπληρωμένα, τα άτομα αυτά είχαν μείωση ρηγμάτων της έλικας του DNA σε λεμφοκύτταρα που εκτίθεντο σε ελεύθερες ρίζες (in vitro) (14). Πιο πρόσφατα, συμπληρώματα μέχρι 100 mg / ημέρα σε 21 υγιείς καπνιστές δεν παρείχαν κανένα αποδεικτικό στοιχείο μείωσης σε γενετικές βλάβες στα λεμφοκύτταρα του αίματος σε σύγκριση με εικονικό φάρμακο (15).
30
30 Καρκίνος Πρόσφατα, μια μεγάλη μελέτη ασθενών-μαρτύρων βρήκε ότι η αυξημένη κατανάλωση νιασίνη, μαζί με αντιοξειδωτικές θρεπτικές ουσίες, σχετίζεται με μειωμένη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του στόματος, του φάρυγγα και του οισοφάγου στη Βόρεια Ιταλία και την Ελβετία (17, 18). Μια αύξηση στην πρόσληψη νιασίνης κατά 6,2 mg/ημέρα σχετίσθηκε με μείωση περίπου 40% των περιπτώσεων καρκίνου του στόματος και του φάρυγγα, ενώ αύξηση κατά 5,2 mg, συνδέθηκε με μια παρόμοια μείωση στις περιπτώσεις καρκίνου του οισοφάγου (16, 17, 18).
31
31 Αντιμετώπιση της εμφάνισης ΣΔ-1 Το νικοτιναμίδιο προστατεύει τα β-κύτταρα από τοξικά χημικά, φλεγμονώδη λευκά αιμοσφαίρια, και ελεύθερες ρίζες οξυγόνου. Φαρμακολογικές δόσεις νικοτιναμιδίου (μέχρι 3 γραμμάρια / ημέρα) χρησιμοποιούνται για την προστασία των β- κυττάρων σε ασθενείς λίγο μετά την έναρξη IDDM. Μια ανάλυση δέκα δοκιμών (πέντε ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο) έδωσε αποδεικτικά στοιχεία για βελτιωμένη λειτουργία των β-κυττάρων μετά από ένα χρόνο θεραπείας, αν και δεν υπήρχε κλινική βελτίωση του ελέγχου της γλυκαιμίας (19, 20, 21).
32
32 Υψηλή χοληστερόλη και καρδιαγγειακά Φαρμακολογικές δόσεις νικοτινικού οξέος, αλλά όχι νικοτιναμίδης, μειώνουν τη χοληστερόλη του ορού (22) και δίδονται μαζί με άλλα υπολιπιδαιμικά φάρμακα. Μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο, μελέτη, εξέτασε την επίδραση της θεραπείας με νικοτινικό οξύ μόνο (τρία γραμμάρια / ημέρα). Το «Coronary Drug Project» παρακολούθησε πάνω από 8.000 άνδρες με προηγούμενο έμφραγμα μυοκαρδίου για έξι χρόνια (23). Όσοι πήραν νικοτινικό οξύ εμφάνισαν 10% μείωση ολικής χοληστερόλης αίματος, 26% μείωση τριγλυκεριδίων, 27% μείωση μη θανατηφόρων εμφραγμάτων, καθώς και μείωση κατά 26% στα αγγειακά και ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια.
33
33 Υψηλή χοληστερόλη και καρδιαγγειακά Τέσσερις στις πέντε μείζονες μελέτες έκβασης καρδιαγγειακών βρήκαν ότι το νικοτινικό οξύ σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες είχε στατιστικά σημαντικό όφελος σε άνδρες και γυναίκες. Η θεραπεία με νικοτινικό οξύ αυξάνει σημαντικά τα επίπεδα HDL-χοληστερόλης, μειώνει στον ορό τις συγκεντρώσεις Lp(a) (λιποπρωτεΐνη-α) και συντελεί να μεταβάλλονται τα μικρά, πυκνά LDL σωματίδια σε μεγάλα, ογκώδη σωματίδια LDL. Όλες αυτές τις αλλαγές στο προφίλ των λιπιδίων στο αίμα θεωρούνται καρδιοπροστατευτική (24).
34
34 Επίδραση της νιασίνης στην αύξηση της HDL Birjmohun, RS, Hutten, BA, Kastelein, JJ, Stroes, ES. Efficacy and safety of high-density lipoprotein cholesterol-increasing compounds: a meta- analysis of randomized controlled trials. J Am Coll Cardiol 2005;45:185.
35
35 Επίδραση άλλων φαρμάκων στην αύξηση της HDL Birjmohun, RS, Hutten, BA, Kastelein, JJ, Stroes, ES. Efficacy and safety of high- density lipoprotein cholesterol-increasing compounds: a meta-analysis of randomized controlled trials. J Am Coll Cardiol 2005;45:185.
36
36 Υψηλή χοληστερόλη και καρδιαγγειακά Λόγω των δυσμενών παρενέργειες που σχετίζονται με υψηλές δόσεις νικοτινικού οξέος, έχει πιο πρόσφατα χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλα υπολιπιδαιμικά φάρμακα σε χαμηλότερες δόσεις (22). Μια μελέτη διαπίστωσε ότι ο συνδυασμός του νικοτινικού οξέος (2 έως 3 γραμμάρια / ημέρα) με τη σιμβαστατίνη, είχε ως αποτέλεσμα μεγαλύτερα οφέλη από το εικονικό φάρμακο σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο και χαμηλά επίπεδα HDL (25). Ωστόσο, ένας συνδυασμός με αντιοξειδωτικά (βιταμίνη Ε, βιταμίνη C, σελήνιο και β-καροτένιο) φάνηκε να αμβλύνει τις ευεργετικές επιδράσεις της νιασίνης συν σιμβαστατίνη (26).
37
37 Υψηλή χοληστερόλη και καρδιαγγειακά Τα αποτελέσματα της νιασίνης είναι δοσο- εξαρτώμενα (27). Μια ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη σε 39 ασθενείς που λάμβαναν στατίνες (κεριβαστατίνη, ατορβαστατίνη, ή σιμβαστατίνη), διαπίστωσε ότι μια πολύ μικρή δόση νιασίνης, 100 mg ημερησίως, αύξησε την HDL κατά 2,1 mg/dL, ενώ ο συνδυασμός δεν είχε καμία επίδραση στην LDL, την ολική χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια (28). Οι δόσεις υπερβαίνουν το 1 γρ./ημέρα συνήθως, για θεραπεία υπερλιπιδαιμίας. Μερικές αναφορές έχουν προκαλέσει ανησυχίες ότι η ταυτόχρονη χρήση της νιασίνης με στατίνες μπορεί να οδηγήσει σε μυοπάθεια (25, 29).
38
38 Νιασίνη και τριγλυκερίδια
39
39
40
40 Νιασίνη και τριγλυκερίδια Όσον αφορά τα τριγλυκερίδια ιδιαίτερα αποτελεσματικά ως προς την αντιμετώπιση τους είναι τα ω-3 λιπαρά οξέα, σε μορφή κάψουλας, που τα μειώνουν έως και κατά 30% στη δόση των 4γρ. την ημέρα. Στη δόση του 1γρ ημερησίως έχουν έντονα προστατευτική δράση ως προς τη θνησιμότητα των ασθενών τόσο με στεφανιαία νόσο, όσο και με καρδιακή ανεπάρκεια. Η νιασίνη συνδυάζεται με αυτή τη θεραπεία, λόγω της ικανότητάς της να μιμείται τη δράση της ινσουλίνης στην έκκριση της VLDL.
41
41 Νιασίνη και AIDS Θεωρείται ότι ο HIV αυξάνει τον κίνδυνο της ανεπάρκειας νιασίνης (30). Σε μία μικρή, μη ελεγχόμενη μελέτη, η θεραπεία σε τέσσερα οροθετικά άτομα με 1.000 έως 1.500 mg νικοτιναμιδίου / ημέρα για δύο μήνες είχε ως αποτέλεσμα 40% αύξηση των επιπέδων τρυπτοφάνης στο πλάσμα (31). Μια μελέτη παρατήρησης σε 281 HIV-θετικά άτομα διαπίστωσε ότι τα υψηλότερα επίπεδα πρόσληψης νιασίνης συσχετίστηκαν με μειωμένο ρυθμό εξέλιξης σε AIDS και βελτιωμένη επιβίωση (32).
42
42 Πηγές νιασίνης στα τρόφιμα Καλές πηγές νιασίνης είναι η μαγιά, το κρέας, τα πουλερικά, τα κόκκινα ψάρια (π.χ. τόνος, σολομός), τα δημητριακά (ειδικά τα εμπλουτισμένα), τα όσπρια, και οι σπόροι. Το γάλα, τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά, ο καφές, το τσάι, παρέχουν επίσης κάποια νιασίνη (3). Στα φυτά, ιδιαίτερα στους ώριμους σπόρους δημητριακών όπως το καλαμπόκι και το σιτάρι, η νιασίνη μπορεί να βρεθεί ως γλυκοζίτης σακχάρου και μειώνεται σημαντικά η βιοδιαθεσιμότητά της (6).
43
43
44
44
45
45 Title: Addition of nutrients: the importance to public health Author: Maeve C. Brady, (Food and Drink Federation, London, UK) Citation: Maeve C. Brady, (1996) "Addition of nutrients: the importance to public health", British Food Journal, Vol. 98, Issue: 9, pp. 3 - 11
46
46 Συμπληρώματα νιασίνης Είναι διαθέσιμα ως νικοτιναμίδιο ή νικοτινικό οξύ. Το νικοτιναμίδιο είναι η μορφή που συνήθως χρησιμοποιείται σε συμπληρώματα διατροφής και σε εμπλουτισμό των τροφίμων. Το νικοτινικό οξύ είναι διαθέσιμο κυρίως με ιατρική συνταγή ως παράγοντας μείωσης της χοληστερόλης (33). Το νικοτινικό οξύ είναι διαθέσιμο σε μορφές «άμεσης αποδέσμευσης» (κρυσταλλική), ή "βραδείας αποδέσμευσης" ή "επιβραδυνόμενης αποδέσμευσης" (34, 35). Λόγω παρενεργειών, συνιστάται ιατρική παρακολούθηση κατά τη χρήση του νικοτινικού οξέος.
47
47 Τοξικότητα νιασίνης Η νιασίνη από τα τρόφιμα δεν είναι γνωστό να προκαλεί δυσμενείς επιπτώσεις. Αν και μια μελέτη διαπίστωσε αρνητικές επιπτώσεις μετά την κατανάλωση δημητριακών με 60 φορές το κανονικό ποσό περιεκτικότητας νιασίνης, οι περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν αναφερθεί με φαρμακολογικά σκευάσματα νιασίνης (8).
48
48 Τοξικότητα νικοτινικού οξέος Οι συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες του νικοτινικού οξέος περιλαμβάνουν ερυθρότητα, φαγούρα, και γαστρεντερικές διαταραχές όπως ναυτία και έμετο. Ηπατο-τοξικότητα, με αυξημένα ηπατικά ένζυμα και ίκτερο, έχει παρατηρηθεί σε προσλήψεις τόσο χαμηλές όσο 750 mg/ημέρα για λιγότερο από τρεις μήνες (34, 35).
49
49 Τοξικότητα νικοτινικού οξέος Η ηπατίτιδα έχει παρατηρηθεί με ελεγχόμενης αποδέσμευσης νικοτινικό οξύ σε δόσεις μόλις 500 mg/ημέρα για δύο μήνες, αν και έχουν σχεδόν όλες οι αναφορές σοβαρής ηπατίτιδας έχουν συσχετιστεί με δόσεις από 3 έως 9 γραμμάρια που χρησιμοποιείται για θεραπεία υψηλής χοληστερόλης για μήνες ή χρόνια (8). Το άμεσης αποδέσμευσης (κρυσταλλικό) νικοτινικό οξύ φαίνεται να είναι λιγότερο τοξικό (33).
50
50 Τοξικότητα νικοτινικού οξέος Εξανθήματα του δέρματος, ξηροδερμία, επεισόδια υπότασης και κεφαλαλγία έχουν επίσης αναφερθεί. Αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα, με αποτέλεσμα κατά καιρούς επιθέσεις ουρικής αρθρίτιδας σε ευπαθή άτομα, έχουν παρατηρηθεί με υψηλή δόση νικοτινικού οξέος (34). Το νικοτινικό οξύ σε δόσεις 1,5 - 5 γραμμάρια / ημέρα είχε ως αποτέλεσμα κατά μερικές αναφορές, θολή όραση και άλλα προβλήματα στα μάτια.
51
51 Τοξικότητα νικοτινικού οξέος Τα άτομα με φυσιολογική λειτουργία του ήπατος ή με ιστορικό ηπατικής νόσου, διαβήτη, ενεργό πεπτικό έλκος, ουρική αρθρίτιδα, καρδιακές αρρυθμίες, φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, ημικρανίες, και οι αλκοολικοί μπορεί να είναι πιο ευαίσθητα στις αρνητικές συνέπειες της υπερβολικής πρόσληψη νικοτινικού οξέος από το γενικό πληθυσμό (8).
52
52 Τοξικότητα νικοτιναμιδίου Το νικοτιναμίδιο είναι γενικά καλύτερα ανεκτό από το νικοτινικό οξύ και δεν προκαλεί έξαψη. Ωστόσο, ναυτία, έμετος, και τα σημάδια της τοξικότητας του ήπατος (αυξημένα ηπατικά ένζυμα, ίκτερος) έχουν παρατηρηθεί σε δόσεις 3 γραμμάρια/ημέρα (33). Το νικοτιναμίδιο έχει οδηγήσει σε μείωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη με δόσεις 2 γραμμαρίων/ημέρα σε ενήλικες με αυξημένο κίνδυνο για ινσουλινοεξαρτώμενο σακχαρώδη διαβήτη (20).
53
53 Το ανώτερο ανεκτό επίπεδο πρόσληψης (UL) Εξάψεις του δέρματος κυρίως στο πρόσωπο, τα χέρια, και το στήθος είναι μια συχνή ανεπιθύμητη ενέργεια του νικοτινικού οξέος και μπορεί να εμφανιστεί αρχικά σε δόσεις τόσο χαμηλές όσο 30 mg/ημέρα. Αν και έξαψη από νικοτιναμίδιο είναι σπάνια, το αποδεκτό ανώτερο όριο πρόσληψης (UL) για τη νιασίνη (νικοτινικό οξύ και νικοτιναμίδιο) είναι 35 mg/ημέρα. Το UL ισχύει για το γενικό πληθυσμό και δεν προορίζεται να εφαρμοστεί σε άτομα που είναι υπό θεραπεία κάτω από ιατρική παρακολούθηση(8).
54
54
55
55 Αλληλεπιδράσεις με φάρμακα Η συγχορήγηση του νικοτινικού οξέος με λοβαστατίνη (ένα άλλο φάρμακο μείωσης της χοληστερόλης), ενδέχεται να οδηγήσει σε ραβδομυόλυση (33). Η ραβδομυόλυση είναι μια σχετικά σπάνια πάθηση στην οποία τα κύτταρα των μυών διαλύονται, απελευθερώνοντας τα ένζυμα των μυών και τους ηλεκτρολύτες στο αίμα, με αποτέλεσμα κίνδυνο νεφρικής ανεπάρκειας (33). Ακόμα, μερικοί επιστήμονες έχουν αμφισβητήσει το όφελος της ταυτόχρονης χορήγησης συμπληρωμάτων αντιοξειδωτικών σε ασθενείς που λαμβάνουν παράγοντες μείωσης των λιπιδίων (36).
56
56 Ραβδομυόλυση
57
57 Αλληλεπιδράσεις με φάρμακα Η σουλφινπυραζόνη είναι ένα φάρμακο για τη θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας που προωθεί την απέκκριση ουρικού οξέος από το αίμα στα ούρα. Το νικοτινικό οξύ μπορεί να εμποδίσει αυτή την «ουρικοζουρία» (33). Η μακροχρόνια χορήγηση του παράγοντα χημειοθεραπείας του καρκίνου, 5-φθοριοουρακίλης (5-FU), έχει αναφερθεί ότι προκαλεί συμπτώματα πελλάγρας και έτσι μπορεί να απαιτηθεί συμπλήρωμα. Ομοίως, κατά τη διάρκεια μακροχρόνιας θεραπείας της φυματίωσης με ισονιαζίδη (37). Τα οιστρογόνα και από του στόματος αντισυλληπτικά που περιέχουν οιστρογόνα, αυξάνουν την αποτελεσματικότητα της σύνθεσης νιασίνη από την τρυπτοφάνη, με αποτέλεσμα μειωμένη διαιτητική απαίτηση (2).
58
58 Συστάσεις Η Συνιστώμενη Ημερήσια Δόση (16 mg ΝΕ / ημέρα για τους άνδρες και 14 mg ΝΕ / ημέρα για τις γυναίκες) εύκολα προσλαμβάνεται με ποικίλη διατροφή. Διατροφικές έρευνες δείχνουν ότι 15% έως 25% των ηλικιωμένων ενηλίκων δεν καταναλώνουν αρκετά νιασίνης στη διατροφή τους για την κάλυψη των RDA και ότι η διαιτητική πρόσληψη της νιασίνης μειώνεται μεταξύ των ηλικιών 60 και 90 ετών. Έτσι, είναι ενδεδειγμένο για τους ηλικιωμένους ενήλικες να συμπληρώνουν τη διατροφή τους με ένα πολυβιταμινούχο / πολυμεταλλικό συμπλήρωμα, το οποίο θα παρέχει κατά κανόνα, τουλάχιστον 20 mg νιασίνης καθημερινά.
59
59 Βιβλιογραφία νιασίνης 1. Brody T. Nutritional Biochemistry. 2nd ed. San Diego: Academic Press; 1999. 2. Cervantes-Laurean D, McElvaney NG, Moss J. Niacin. In: Shils M, Olson JA, Shike M, Ross AC, eds. Modern Nutrition in Health and Disease. 9th ed. Baltimore: Williams & Wilkins; 1999:401-411. 3. Jacob R, Swenseid M. Niacin. In: Ziegler EE, Filer LJ, eds. Present Knowledge in Nutrition. 7th ed. Washington D.C: ILSI Press; 1996:185-190. 4. Jacobson MK, Jacobson EL. Discovering new ADP-ribose polymer cycles: protecting the genome and more. Trends Biochem Sci. 1999;24(11):415-417. 5. Park YK, Sempos CT, Barton CN, Vanderveen JE, Yetley EA. Effectiveness of food fortification in the United States: the case of pellagra. Am J Public Health. 2000;90(5):727-738. 6. Gregory JF, 3rd. Nutritional Properties and significance of vitamin glycosides. Annu Rev Nutr. 1998;18:277-296. 7. Fu CS, Swendseid ME, Jacob RA, McKee RW. Biochemical markers for assessment of niacin status in young men: levels of erythrocyte niacin coenzymes and plasma tryptophan. J Nutr. 1989;119(12):1949-1955. 8. Food and Nutrition Board, Institute of Medicine. Niacin. Dietary Reference Intakes: Thiamin, Riboflavin, Niacin, Vitamin B6, Vitamin B12, Pantothenic Acid, Biotin, and Choline. Washington, D.C.: National Academy Press; 1998:123- 149. 9. Jacobson EL, Jacobson MK. Tissue NAD as a biochemical measure of niacin status in humans. Methods Enzymol. 1997;280:221-230. 10. Jacobson EL, Shieh WM, Huang AC. Mapping the role of NAD metabolism in prevention and treatment of carcinogenesis. Mol Cell Biochem. 1999;193(1-2):69-74. 11. Hageman GJ, Stierum RH. Niacin, poly(ADP-ribose) polymerase-1 and genomic stability. Mutat Res. 2001;475(1- 2):45-56. 12. Boyonoski AC, Spronck JC, Gallacher LM, et al. Niacin deficiency decreases bone marrow poly(ADP-ribose) and the latency of ethylnitrosourea-induced carcinogenesis in rats. J Nutr. 2002;132(1):108-114. 13. Gensler HL, Williams T, Huang AC, Jacobson EL. Oral niacin prevents photocarcinogenesis and photoimmunosuppression in mice. Nutr Cancer. 1999;34(1):36-41. 14. Weitberg AB. Effect of nicotinic acid supplementation in vivo on oxygen radical-induced genetic damage in human lymphocytes. Mutat Res. 1989;216(4):197-201. 15. Hageman GJ, Stierum RH, van Herwijnen MH, van der Veer MS, Kleinjans JC. Nicotinic acid supplementation: effects on niacin status, cytogenetic damage, and poly(ADP-ribosylation) in lymphocytes of smokers. Nutr Cancer. 1998;32(2):113-120.
60
60 Βιβλιογραφία νιασίνης 16. Jacobson EL. Niacin deficiency and cancer in women. J Am Coll Nutr. 1993;12(4):412-416. 17. Negri E, Franceschi S, Bosetti C, et al. Selected micronutrients and oral and pharyngeal cancer. Int J Cancer. 2000; 86(1):122- 127. 18. Franceschi S, Bidoli E, Negri E, et al. Role of macronutrients, vitamins and minerals in the aetiology of squamous-cell carcinoma of the oesophagus. Int J Cancer. 2000;86(5):626-631. 19. Lampeter EF, Klinghammer A, Scherbaum WA, et al. The Deutsche Nicotinamide Intervention Study: an attempt to prevent type 1 diabetes. DENIS Group. Diabetes. 1998;47(6):980-984. 20. Greenbaum CJ, Kahn SE, Palmer JP. Nicotinamide's effects on glucose metabolism in subjects at risk for IDDM. Diabetes. 1996;45(11):1631-1634. 21. Schatz DA, Bingley PJ. Update on major trials for the prevention of type 1 diabetes mellitus: the American Diabetes Prevention Trial (DPT-1) and the European Nicotinamide Diabetes Intervention Trial (ENDIT). J Pediatr Endocrinol Metab. 2001;14 Suppl 1:619- 622 22. Knopp RH. Drug treatment of lipid disorders. N Engl J Med. 1999;341(7):498-511. 23. Canner PL, Berge KG, Wenger NK, et al. Fifteen year mortality in Coronary Drug Project patients: long-term benefit with niacin. J Am Coll Cardiol. 1986;8(6):1245-1255. 24. Guyton JR, Capuzzi DM. Treatment of hyperlipidemia with combined niacin-statin regimens. Am J Cardiol. 1998;82(12A):82U- 84U; discussion 85-86U. 25. Brown BG, Zhao XQ, Chait A, et al. Simvastatin and niacin, antioxidant vitamins, or the combination for the prevention of coronary disease. N Engl J Med. 2001;345(22):1583-1592. 26. Cheung MC, Zhao XQ, Chait A, Albers JJ, Brown BG. Antioxidant supplements block the response of HDL to simvastatin-niacin therapy in patients with coronary artery disease and low HDL. Arterioscler Thromb Vasc Biol. 2001;21(8):1320-1326. 27. McKenney J. New perspectives on the use of niacin in the treatment of lipid disorders. Arch Intern Med. 2004;164(7):697-705. 28. Wink J, Giacoppe G, King J. Effect of very-low-dose niacin on high-density lipoprotein in patients undergoing long-term statin therapy. Am Heart J. 2002;143(3):514-518. 29. Kashyap ML, McGovern ME, Berra K, et al. Long-term safety and efficacy of a once-daily niacin/lovastatin formulation for patients with dyslipidemia. Am J Cardiol. 2002;89(6):672-678. 30. Brown RR, Ozaki Y, Datta SP, Borden EC, Sondel PM, Malone DG. Implications of interferon-induced tryptophan catabolism in cancer, auto-immune diseases and AIDS. Adv Exp Med Biol. 1991;294:425-435. 31. Murray MF, Langan M, MacGregor RR. Increased plasma tryptophan in HIV-infected patients treated with pharmacologic doses of nicotinamide. Nutrition. 2001;17(7-8):654-656. 32. Tang AM, Graham NM, Saah AJ. Effects of micronutrient intake on survival in human immunodeficiency virus type 1 infection. Am J Epidemiol. 1996;143(12):1244-1256. 33. Hendler SS, Rorvik DR, eds. PDR for Nutritional Supplements. Montvale: Medical Economics Company, Inc; 2001 34. Vitamins. Drug Facts and Comparisons. St. Louis: Facts and Comparisons; 2000:6-33. 35. Knopp RH. Evaluating niacin in its various forms. Am J Cardiol. 2000;86(12A):51L-56L. 36. Brown BG, Cheung MC, Lee AC, Zhao XQ, Chait A. Antioxidant vitamins and lipid therapy: end of a long romance? Arterioscler Thromb Vasc Biol. 2002;22(10):1535-1546. 37. Flodin N. Pharmacology of micronutrients. New York: Alan R. Liss, Inc.; 1988.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.