Το ακατάληπτο και άρρητο του θείου είναι ο λόγος για τον οποίο δεν μπορούμε ν’ αναζητούμε και να περιεργαζόμαστε, όσα δεν αναφέρονται στην Αγία Γραφή. Η γνώση της ύπαρξης του Θεού είναι έμφυτο στοιχείο του ανθρώπου. Η φύση και η λειτουργία της αποδεικνύουν το μεγαλείο της θείας φύσης. Ο θεός αποκαλύφθηκε (φανερώθηκε) στους ανθρώπους με τον Νόμο, τους Προφήτες και τον Χριστό κατά το μέτρο και τη δυνατότητα της γνώσης των ανθρώπων. Σύμφωνα με την πατερική παράδοση ο Θεός αποκαλύπτει στον άνθρωπο αυτά που μπορεί να κατανοήσει και είναι προς το συμφέρον του, ως παροχή αγαθού, ενώ αυτά που δεν μπορούμε να τα κατανοήσουμε, τα απέκρυψε. (Παροιμίες 22,28 – Μη μεταίροντες αιώνια όρια, μηδέ υπερβαίνοντες την θείαν παράδοσιν) Για τον Θεό υπάρχουν τα ρητά και τα άρρητα. Άλλα μπορούν να εκφραστούν με την ομιλία και άλλα μπορούν με τη γνώση (έτερον το γνωστόν και έτερον το ρητόν). Αναγκαζόμαστε επίσης πολλά να τα λέμε χρησιμοποιώντας δικές μας παραστάσεις, για να εκφράσουμε στοιχεία για τον Θεό (ανθρωπομορφισμός).
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ «ΘΕΟΣ» ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ Η Αγία Γραφή Η έμφυτη τάση θρησκευτικότητας Διαχωρισμός κτιστού (δημιουργημένου) όντος (πνευματικού ή υλικού) και ακτίστου Θεού. Τα πνευματικά όντα (άγγελοι, δαίμονες, ψυχές) τρέπονται κατά την προαίρεση στο καλό ή το κακό. Τα υλικά όντα επιπλέον με την γέννηση, την αύξηση, τον θάνατο ή την φθορά. Η φύση (φυσικοί νόμοι, συνύπαρξη αντίθετων στοιχείων, λειτουργία του σύμπαντος) ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ «ΘΕΟΣ» Ο ΩΝ: εκείνος που υπάρχει ΘΕΟΣ: α)από το ρ. θέειν = ο Θεός διατρέχει και συντηρεί τα σύμπαντα β) από το ρ. αίθειν = ο Θεός καίει (την κακία) γ) από το ρ. θεάσθαι = ο Θεός βλέπει τα πάντα Τα πάντα φανερώνουν την ενέργεια και όχι την ουσία του π.χ. το αόρατο, το άναρχο και το αόρατο φανερώνουν τι δεν είναι και όχι τι είναι
Οι σωματικές παραστάσεις στην Αγία Γραφή είναι συμβολικές διατυπώσεις (εικόνες, τύποι, σύμβολα). Χρησιμοποιούνται για να εκφράσουμε και για να κατανοήσουμε υψηλές, θείες και άϋλες ενέργειες. Βλέφαρα και όραση = η εποπτική δύναμη και το αλάθητο της γνώσης, αφού εμείς έτσι αποκτούμε την τελειότερη γνώση. Αυτιά και ακοή = η φιλάνθρωπη στάση του Θεού στις παρακλήσεις του ανθρώπου Το πρόσωπο = η φανέρωση και η παρουσία του Θεού στον κόσμο με έργα Το δεξί χέρι = η βοήθεια του Θεού Η οργή και ο θυμός = η απέχθεια και η αποστροφή προς την κακία Τα πόδια και το βάδισμα = ο ερχομός του Θεού και η προσέγγιση σε όσους τον έχουν ανάγκη ή για άμυνα κατά των εχθρών ή για κάποια άλλη πράξη
ΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ Ο Χριστιανισμός δεν στέκεται σε τεχνικά και μεταμορφωμένα σχήματα. Δεν ενδιαφέρεται για τις λέξεις, αλλά για το πνεύμα. Οι χριστιανοί συγγραφείς επιζητούν να εκφράσουν την ουσία των πραγμάτων με βάση τις αρχές που περιέχονται στην Καινή Διαθήκη, κάτι που μπορούμε να ονομάσουμε θεολογική παρουσίαση. Ο όρος «θεολογία» αν και χρησιμοποιούνταν στους προχριστιανικούς χρόνους, υιοθετήθηκε από τους Χριστιανούς με πολύ δισταγμό. Έλαβε ποικίλες έννοιες και τελικά αποκρυσταλλώθηκε σε δυο απ’ αυτές. Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία του θεωρεί δυο τους τύπους της θεολογίας. Τις παραστάσεις περί Θεού στην ποίηση και φυσικά τις καθαρές παραστάσεις περί Θεού στο εκπαιδευτικό σύστημα της νέας πολιτείας. Οι πρώτοι θεολόγοι ήταν οι ποιητές, οι οποίοι ήταν μυθολόγοι και η θεολογία τους μυθολογία. «Θεολογείον» ονομαζόταν το μηχάνημα, όπου οι τραγικοί ποιητές εμφάνιζαν τον από μηχανής θεό, για να λυτρώσει τον άνθρωπο. Ο Στράβων ονομάζει θεολόγους όσους προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν τους μύθους, άνδρες και γυναίκες. Θεολόγοι ήταν και οι φιλόσοφοι που αναζητούσαν τα αίτια της αρχής του κόσμου.
Οι Στωικοί διακρίνουν τρία είδη θεολογίας: το μυθικόν των ποιητών, το φυσικόν των φιλοσόφων και το πολιτικόν του λαού. Το πρώτο ανήκε στο παρελθόν και τα άλλα δυο σύνθετα στο παρόν με αποκορύφωμα την αποθέση του αυτοκράτορα. Τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, οι Απολογητές ονομάζουν θεολογία την εθνική μυθολογία και καμία φορά τις χριστιανικές αλήθειες. Οι Αλεξανδρινοί συγγραφείς χρησιμοποιούν τον όρο για να κρίνουν αντιθετικά την εθνική προς την χριστιανική θεολογία. Πρώτους θεολόγους θεωρούν τον Μωϋσή, τους Προφήτες και μέρος των Ελλήνων από τον Ορφέα μέχρι τον Ησίοδο. Ο Ευσέβιος Καισαρείας διακρίνει τον προφητικό και αποστολικό λόγο, μιλώντας για παλαιά και νέ; Θεολογία. Στη Δύση η λέξη theologia σήμαινε την μυθολογία και την αποθέωση του αυτοκράτορα. Μόλις τον 9ο αι. χρησιμοποιήθηκε με τη σημερινή σημασία της. Στους Πατέρες της Εκκλησίας έχει τρεις έννοιες: α) την αναγνώριση της θεότητας και την προσπάθεια κατανόησης της, δηλ. η ουσία, οι ενέργειες και γενικά η γνώση περί Θεού β) η Τριαδολογία, δηλ. η ενασχόληση με τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας και η σχέση μεταξύ τους και γ) την μέθοδο προσέγγισης του Θεού.