Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Καρδιαγγειακές Παθήσεις (ΚΑΠ)

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Καρδιαγγειακές Παθήσεις (ΚΑΠ)"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Καρδιαγγειακές Παθήσεις (ΚΑΠ)

2 Μία από τις κυριότερες αιτίες θανάτου. Υπεύθυνες για τον 1 σε κάθε 2
Μία από τις κυριότερες αιτίες θανάτου. Υπεύθυνες για τον 1 σε κάθε 2.5 θανάτους. Μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις κυρίως τύπους: τις στεφανιαίες νόσους, τις διαταραχές των καρδιακών βαλβίδων και την καρδιομυοπάθεια. Στους άνδρες εμφανίζονται 4 φορές περισσότερες καρδιαγγειακές νόσοι σε σύγκριση με τις γυναίκες στις ηλικίες κάτω των 65 ετών και 40 φορές περισσότερες στις ηλικίες κάτω των 45 ετών (Bellg, 2004). Γενικά, η εμφάνιση τέτοιων νόσων στις γυναίκες καθυστερεί σχεδόν κατά 10 χρόνια σε σύγκριση με τους άνδρες, ενώ η εμφάνιση οξέων προβλημάτων (π.χ., έμφραγμα) ή αιφνίδιων θανάτων σχεδόν κατά 20 χρόνια (ΑΗΑ, 2001). Οι γυναίκες όμως είναι πιθανότερο να πεθάνουν στην περίπτωση που εκδηλώσουν μια σχετική νόσο.

3 Πραγματική απεικόνιση καρδιάς από αξονική τομογραφία

4

5

6

7 Στηθάγχη (angina pectoris)
Οι ασθενείς με στεφανιαία νόσο εμφανίζουν μια σειρά σοβαρών προβλημάτων: Στηθάγχη (angina pectoris) Οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου (καρδιακή προσβολή) Κολπικές ή κοιλιακές αρρυθμίες (κοιλιακή μαρμαρυγή) Η αντιμετώπιση των καρδιαγγειακών νόσων περιλαμβάνει: φαρμακευτική αγωγή συστάσεις για αλλαγές στον τρόπο ζωής και τις συμπεριφορές που σχετίζονται με την υγεία επέμβαση ή εγχείρηση: αγγειοπλαστική ( ‘μπαλονάκι’) επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης των στεφανιαίων αρτηριών (‘bypass’). τοποθέτηση βηματοδότη ή απινιδωτή.

8

9

10 Συνέπειες: Οι ασθενείς βιώνουν μεγάλες ποσότητες άγχους που πολλά άτομα το διαχειρίζονται με χρήση στρατηγικών αποφυγής Συνήθως μετά την 3η ή 4η ημέρα το άγχος υποχωρεί. Σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, οι περισσότεροι ασθενείς εξακολουθούν να βιώνουν υψηλότερα από το κανονικό επίπεδα άγχους και κατάθλιψης κατά τις πρώτες εβδομάδες ή μήνες μετά την εκδήλωση του προβλήματος, αλλά τα επίπεδα αυτά τείνουν να μειώνονται μέσα στο επόμενο έτος. Τις μεγαλύτερες δυσκολίες αντιμετώπισης της κατάστασης εμφανίζουν όσοι είχαν έντονο στρες ή σημαντικά προσωπικά, κοινωνικά και άλλα προβλήματα πριν το επεισόδιο.

11 Απαιτήσεις για μεγάλες αλλαγές:
Στον τρόπο ζωής (κάπνισμα, άσκηση, διατροφή) Αντιμετώπιση ‘παράπλευρων’ προβλημάτων: παχυσαρκία, διαβήτης, υπέρταση. Στην επαγγελματική σταδιοδρομία Στις σχέσεις με τους άλλους και την οικογένεια Στρες Συχνές ιατρικές εξετάσεις και έλεγχοι. Φόβος για μέλλον.

12 Η ψυχολογική αξιολόγηση του ασθενούς είναι χρήσιμη γιατί, πέραν των άλλων, μπορεί να προσφέρει σε όλη την ιατρική ομάδα νέες και πιθανώς άγνωστες πληροφορίες για θέματα, όπως οικογενειακά προβλήματα, θέματα κατανόησης και τήρησης των ιατρικών οδηγιών, ζητήματα ψυχικής υγείας, εμπόδια και προβλήματα της ζωής του ασθενούς, συναισθήματα κλπ. Οι πληροφορίες θα πρέπει όμως να παρουσιάζονται από τον ψυχολόγο κατά τρόπο κατανοητό σε άτομα που δεν είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένα με την ψυχολογική ορολογία, όπως συνήθως συμβαίνει με το λοιπό προσωπικό υγείας.

13 Στην αξιολόγηση μπορούν να χρησιμοποιηθούν ερωτηματολόγια και τεστ για την αξιολόγηση των συμπτωμάτων, του στρες, της κοινωνικής υποστήριξης κλπ. Κύρια θέση κατέχει η συνέντευξη.

14 Στη συνέντευξη περιλαμβάνονται:
η αντίδραση του ασθενούς και ο βαθμός προσαρμογής του στην ασθένεια και τη θεραπεία, οι αντιλήψεις και οι πεποιθήσεις του ασθενούς για την ασθένεια, τη θεραπεία, το μέλλον, τον εαυτό και τους άλλους, θέματα συμπεριφορών υγείας, κατανόησης και τήρησης των ιατρικών οδηγιών, κίνητρα για αλλαγή, δεξιότητες και διαθέσιμα για την αντιμετώπιση των δύσκολων καταστάσεων, συμπτώματα ψυχοπαθολογίας, χρήση ουσιών και, επίπεδο νοητικής και γνωστικής λειτουργίας

15 Ο Bellg (2004) αναφέρει τρεις κύριους τρόπους με τους οποίους οι ψυχολογικές παρεμβάσεις μπορούν να επηρεάσουν την πορεία μιας καρδιαγγειακής νόσου: α) διευκολύνοντας τις αλλαγές στις συμπεριφορές υγείας και την τήρηση των ιατρικών οδηγιών, β) βοηθώντας τους ασθενείς να αντιμετωπίσουν ζητήματα που σχετίζονται με την ασθένεια ή με προβλήματα ψυχοπαθολογίας και, γ) ασκώντας επίδραση στους ψυχολογικούς και βιολογικούς παράγοντες που επηρεάζουν την έναρξη και την πορεία της ασθένειας.

16 Οι παρεμβάσεις περιλαμβάνουν συνήθως:
ενημέρωση, εκπαίδευση στις στρατηγικές διαχείρισης του στρες, τεχνικές χαλάρωσης, επίλυση προβλήματος, εκπαίδευση στη διεκδικητικότητα, τροποποίηση των συμπεριφορών υγείας και γνωστικές – συμπεριφοριστικές τεχνικές.

17 Καλαντζή-Αζίζι (1985): Ομαδική παρέμβαση ατόμων με στόχο τον αυτοέλεγχο των ασθενών. Σειρά συζητήσεων – εκπαιδεύσεων των ασθενών γύρω από θέματα που αφορούσαν την κατάσταση της υγείας τους, τη σημασία της κοινωνικής υποστήριξης και του αυτοελέγχου. Οι συζητήσεις – μαθήματα γινόταν μέσα στην κλινική, λίγο πριν την έξοδο από το νοσοκομείο και μετά την έξοδο. Έμφαση δινόταν στις σκέψεις και τα συναισθήματα των ασθενών, ενώ αναλυόταν ζητήματα γύρω από τη ‘ζωή μαζί με το έμφραγμα’ (π.χ., ποιότητα ζωής, φυσική και ψυχική αντοχή, σεξουαλική ζωή, σχέσεις με τους άλλους και την οικογένεια). Τέλος, οι ασθενείς εκπαιδευόταν σε θέματα μείωσης της διέγερσης και διαχείρισης του στρες.

18 Ornish, Brown, Scherwitz et al. (1990):
Περιελάμβανε τόσο ψυχοκοινωνικούς όσο και συμπεριφορικούς παράγοντες επικινδυνότητας ως στόχο της παρέμβασης. Το πρόγραμμα ήταν ομαδικό. Περιελάμβανε τη διατροφή με χαμηλά λιπαρά, την τήρηση των ιατρικών οδηγιών, μέτρια αεροβική άσκηση, τη διαχείριση του στρες και την υποστήριξη από την ομάδα. Επίσης, περιελάμβανε ζητήματα κοινωνικής απομόνωσης, βελτίωσης των δεξιοτήτων επικοινωνίας, την αναγνώριση και έκφραση συναισθημάτων.

19 Απαραίτητη η παρέμβαση στις συννοσηρές ψυχικές δυσκολίες (στο 20-40% των περιπτώσεων).
Άγχος και φόβος. Πολλοί ασθενείς ευαισθητοποιούνται σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αναπτύσσουν αγχώδεις αντιδράσεις σε κάθε πόνο ακόμα και μικρό (Beunderman & Duyvis, 1990). Κατάθλιψη. Επίσης, οι εγχειρήσεις ‘ανοικτής καρδιάς’ ή η εμφύτευση απινιδωτών μπορούν να σηματοδοτήσουν αλλαγές στην ποιότητα ζωής, τη διάθεση και τη γνωστική λειτουργία (Allan & Scheidt, 1996).

20 Πολλά αγχώδη συμπτώματα (π. χ
Πολλά αγχώδη συμπτώματα (π.χ., κόπωση, ταχυκαρδία, αίσθηση ασφυξίας) ομοιάζουν με συμπτώματα καρδιαγγειακών νοσημάτων και, κατά συνέπεια, μπορεί να προκαλέσουν σύγχυση, φόβο και περαιτέρω έξαρση των συμπτωμάτων. Όσοι πάσχουν από καρδιαγγειακές παθήσεις αντιμετωπίζουν, εξάλλου, αυξημένο κίνδυνο για εκδήλωση διαταραχών πανικού, καθώς, σύμφωνα με τον Shehan (1982), αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα σε ποσοστό 10-14%, σε σύγκριση με το 2-5% του γενικού πληθυσμού. Οι ασθενείς θα πρέπει να μάθουν να διακρίνουν και να διαχωρίζουν τα αγχώδη συμπτώματα και, ταυτόχρονα, να μην αγνοούν ή παραγνωρίζουν πιθανά απειλητικά σημεία που πιθανώς απαιτούν ιατρική φροντίδα.

21 Οι Gatchel και Oordt (2003) προτείνουν η αξιολόγηση για προβλήματα ψυχικής υγείας να καταστεί μια ρουτίνα για κάθε ασθενή με καρδιακό νόσημα, ώστε εν συνεχεία να παρέχεται η κατάλληλη ψυχολογική βοήθεια μέσω ατομικών ή ομαδικών παρεμβάσεων. Οι ασθενείς με σοβαρότερα προβλήματα ψυχικής υγείας (π.χ., αυτοκαταστροφικές τάσεις, ψύχωση) θα πρέπει να παραπέμπονται για μια πιο συστηματική ψυχολογική παρέμβαση. Ο Searight (1999) θεωρεί ότι, εφόσον τα συμπτώματα εμφράγματος μοιάζουν σημαντικά με εκείνα μιας κρίσης πανικού, οι ασθενείς θα πρέπει τυπικά να αντιμετωπίζονται ως να είχαν το πρώτο. Η διάγνωση για το δεύτερο θα πρέπει να ακολουθεί (ίσως και διά του αποκλεισμού).

22 Συστηματική ψυχολογική παρέμβαση κατά την παραμονή στη μονάδα εντατικής θεραπείας δεν ενδείκνυται.
Ίσως μόνο μια «άτυπη» συζήτηση, σύντομη & επαναλαμβανόμενη. Η άτυπη συζήτηση μπορεί να έχει τέσσερις στόχους: α) να βοηθήσει τον ασθενή να εκφράσει τα συναισθήματα και τους φόβους του, ώστε να μειωθεί η έντασή τους αλλά και να δοθεί η ευκαιρία στον ψυχολόγο να ελέγξει μαζί με τον ασθενή την αλήθεια των φόβων του στη βάση της πραγματικότητας, β) να ενισχύσει την αυτοπεποίθηση του ασθενή, εξομαλύνοντας το συναίσθημα, ενισχύοντας την αισιοδοξία του και ενθαρρύνοντάς τον, γ) να ελέγξει ο ψυχολόγος την ύπαρξη παθολογικών συμπτωμάτων και, δ) να χρησιμεύσει αυτή η πρώτη επαφή ως πρόδρομος μιας συστηματικότερης παρέμβασης που θα λάβει χώρα αργότερα, καθώς και να θεμελιώσει μια σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης.

23 Συνέντευξη Παρώθησης (Motivational Interview) των Miller και Rollnick
Ειδικός τρόπος προσφοράς βοήθειας στο άτομο προκειμένου να αναγνωρίσει και να ενεργήσει σχετικά με τα τρέχοντα ή τα πιθανά προβλήματα. Το μοντέλο έχει γνωσιακή – συμπεριφοριστική κατεύθυνση και βασίζεται στην υπόθεση ότι η παρώθηση είναι μια συμπεριφορά, παρά ένα χαρακτηριστικό της προσωπικότητας. Συνίσταται σε δύο εξίσου σημαντικές φάσεις. Η πρώτη αφορά στη δόμηση της θεραπευτικής σχέσης και της αμοιβαίας μεταξύ ειδικού και ασθενούς δέσμευσης. Η δεύτερη αφορά την επίτευξη της αλλαγής μέσω της ανάλυσης των κινήτρων, της λήψης αποφάσεων και της διευκόλυνσης της αλλαγής. Είναι μια διαδικασία που βασίζεται στην ισότιμη συνεργασία και συνεισφορά και των δύο μερών.

24 Ενδεικτικές παρωθητικές ερωτήσεις:
«από ό,τι έχουμε συζητήσει μέχρι στιγμής, τι πιστεύετε ότι συμβάλλει περισσότερο στην κατάσταση της υγείας σας;» «από όσα έχουμε πει, σκέφτομαι εάν η διατροφή επιβαρύνει την κατάσταση. Ίσως να έχεις σκεφτεί για την πιθανή επίδρασή της» «υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι το κάπνισμα συμβάλλει σημαντικά στην εκδήλωση και την επιδείνωση καρδιολογικών προβλημάτων. Έχετε ποτέ σκεφτεί ή προσπαθήσει να το ‘κόψετε’;» «πώς μπορώ να κάνω κάτι για να σας βοηθήσω να επιτύχετε το στόχο σας;» κλπ.

25 Η συνέντευξη παρώθησης δομείται γύρω από πέντε αρχές (Miller & Rollnick, 2002):
Έκφραση ενσυναίσθησης. Σύμφωνα με την πρώτη αρχή της συνέντευξης παρώθησης (α) η αποδοχή και η κατανόηση διευκολύνει την αλλαγή, (β) η προσεκτική ακρόαση παίζει κύριο ρόλο και (γ) η έκφραση αμφιθυμικών συναισθημάτων θεωρείται φυσιολογική. Η αρχή αυτή αξιοποιεί τις βασικές αρχές του μοντέλου του Rogers. Ανάπτυξη αντιφάσεων, η οποία φωτίζει την αντίθεση μεταξύ παρούσας και επιθυμητής κατάστασης και περιλαμβάνει συζήτηση των συνεπειών μιας συμπεριφοράς και αναγνώριση της βαρύτητάς τους, συζήτηση ανάμεσα στις πιθανές διαφορές μεταξύ της τρέχουσας συμπεριφοράς και των επιθυμητών στόχων, καθοδήγηση του πελάτη προς την αλλαγή κατά τρόπο ήρεμο και κάνοντας χρήση της λογικής.

26 Αποφυγή των διαφωνιών. Οι διαφωνίες θεωρούνται μη-παραγωγικές, καθώς η ‘ετικετο-ποίηση’ και η κριτική (π.χ., ερωτήσεις του είδους ‘γιατί;’) προκαλούν αμυντική στάση. Η ανάπτυξη αντίστασης θεωρείται ένδειξη για την ανάγκη αλλαγής της στρατηγικής που χρησιμοποιεί ο ειδικός. Συνεργασία. Οι νέες αντιλήψεις είναι καλοδεχούμενες αλλά δεν επιβάλλονται από τον ειδικό. Η συνεργασία αποτελεί τον παράγοντα – κλειδί και οι λύσεις προκύπτουν μετά από συζήτηση και αμοιβαία συμφωνία. Ο ίδιος ο πελάτης αποτελεί μια πολύτιμη πηγή για την επίτευξη λύσης. Ενίσχυση των προσδοκιών αυτοαποτελεσματικότητας (ο ασθενής μπορεί να επιτύχει την αλλαγή). Σύμφωνα με την τελευταία αυτή αρχή: α) η ελπίδα αποτελεί ένα σημαντικό κίνητρο, β) ο ασθενής είναι υπεύθυνος για τις επιλογές και για την εφαρμογή τους, γ) υπάρχει πάντα μια ελπίδα για επιτυχία μέσα στο εύρος των εναλλακτικών λύσεων, δ) σημαντική είναι η γνώση ότι ορισμένες συμπεριφορές οδηγούν στα επιθυμητά αποτελέσματα και, ε) οι μικρές έστω επιτυχίες ενισχύουν την αίσθηση επάρκειας του ατόμου.


Κατέβασμα ppt "Καρδιαγγειακές Παθήσεις (ΚΑΠ)"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google