Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

«Ασφάλεια των τροφίμων Ζωικής προελεύσεως»

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "«Ασφάλεια των τροφίμων Ζωικής προελεύσεως»"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 «Ασφάλεια των τροφίμων Ζωικής προελεύσεως»
Επιμελητήριο Καβάλας Εκθεσιακό Κέντρο Καβάλας Απόστολος Μαρδύρης Μάρτιος 2010 Παρουσίαση: «Ασφάλεια των τροφίμων Ζωικής προελεύσεως» του Δ/ντου Κτηνιατρικής Καβάλας ΣΤΑΜΑΤΗ ΚΟΥΤΛΑ

2 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 178/2002 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 28ης Ιανουαρίου 2002 για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας νια τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής νια την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων. ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ.

3 Ορισμός των «τροφίμων»
Άρθρο 2 Ορισμός των «τροφίμων» Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «τρόφιμα» (ή «είδη διατροφής») νοούνται ουσίες ή προϊόντα, είτε αυτά έχουν υποστεί πλήρη ή μερική επεξεργασία είτε όχι, τα οποία προορίζονται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναμένεται ευλόγως ότι θα χρησιμεύσουν για τον σκοπό αυτόν. Στα «τρόφιμα» περιλαμβάνονται ποτά, τσίχλες και οποιαδήποτε ουσία, περιλαμβανομένου του νερού, η οποία ενσωματώνεται σκόπιμα στα τρόφιμα στη διάρκεια της παραγωγής, της παρασκευής ή της επεξεργασίας τους. Επίσης περιλαμβάνεται το νερό μετά το σημείο συμμόρφωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 της οδηγίας 98/83/ΕΚ και με την επιφύλαξη των απαιτήσεων των οδηγιών 80/778/ΕΟΚ και 98/83/ΕΚ. Στα «τρόφιμα» δεν περιλαμβάνονται τα ακόλουθα: α) ζωοτροφές, β) ζώντα ζώα, εκτός εάν παρασκευάζονται για διάθεση στην αγορά για ανθρώπινη κατανάλωση, γ) φυτά πριν από τη συγκομιδή, δ) φαρμακευτικά προϊόντα κατά την έννοια των οδηγιών 65/65/ ΕΟΚ (ΕΕ 22 της , σ. 369 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 93/39/ΕΟΚ (ΕΕ ί 214 της , σ. 22).) και 92/73/ΕΟΚ (ΕΕ ί 297 της , σ. 8.) του Συμβουλίου, ε) καλλυντικά κατά την έννοια της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ ί 262 της , σ οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/41/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ ί 145 της , σ. 25).), στ) καπνός και προϊόντα καπνού κατά την έννοια της οδηγίας 89/622/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ ί 359 της , σ. 1 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/41/ΕΟΚ (ΕΕ ί 158 της , σ. 30).), ζ) ναρκωτικές ή ψυχοτρόποι ουσίες κατά την έννοια της ενιαίας σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά του 1961, και της  σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τις ψυχοτρόπους ουσίες του 1971, η) τα κατάλοιπα και οι μολυσματικές προσμείξεις.

4 Εισαγωγή τροφίμων και ζωοτροφών στην Κοινότητα
Άρθρο 6 Ανάλυση του κινδύνου 1.Προκειμένου να επιτευχθεί ο γενικός στόχος για υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και της ζωής του ανθρώπου, η νομοθεσία για τα τρόφιμα θα βασιστεί στην ανάλυση του κινδύνου, εκτός όταν αυτό δεν είναι κατάλληλο για τις συνθήκες ή τη φύση του μέτρου. Άρθρο 7 Αρχή της προφύλαξης 1. Στις ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες, ύστερα από αξιολόγηση των διαθέσιμων πληροφοριών, εντοπίζεται πιθανότητα βλαβερών επιπτώσεων στην υγεία αλλά εξακολουθεί να υπάρχει επιστημονική αβεβαιότητα, μπορούν να ληφθούν τα προσωρινά μέτρα διαχείρισης του κινδύνου που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση του υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας που έχει επιλεγεί στην Κοινότητα, μέχρι να υπάρξουν περαιτέρω επιστημονικές πληροφορίες για μια πιο εμπεριστατωμένη αξιολόγηση του κινδύνου. Άρθρο 11 Εισαγωγή τροφίμων και ζωοτροφών στην Κοινότητα Τα τρόφιμα και οι ζωοτροφές που εισάγονται στην Κοινότητα με σκοπό τη διάθεση τους στην αγορά εντός της Κοινότητας, συμμορφώνονται με τις σχετικές απαιτήσεις της νομοθεσίας για τα τρόφιμα ή με όρους που η Κοινότητα αναγνωρίζει ως τουλάχιστον ισοδύναμους ή, όταν υπάρχει συγκεκριμένη συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας και της χώρας εξαγωγής, με τις απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στην εν λόγω συμφωνία.

5 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΠΑ ΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ .
ΤΜΗΜΑ 4 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΠΑ ΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ . Άρθρο 14 Απαιτήσεις της ασφάλειας των τροφίμων 1 .Τρόφιμα τα οποία είναι μη ασφαλή δεν διατίθενται στην αγορά. 2. Τα τρόφιμα θεωρούνται ως μη ασφαλή όταν εκτιμάται ότι είναι: α) επιβλαβή για την υγεία, β) ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση. 3. Προκειμένου να καθοριστεί εάν ένα τρόφιμο είναι μη ασφαλές, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα εξής: α) οι κανονικές συνθήκες χρήσης του τροφίμου από τους καταναλωτές σε όλα τα στάδια της παραγωγής, μεταποίησης και διανομής του και β) οι πληροφορίες που παρέχονται στον καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που παρέχονται στην ετικέτα, άλλες πληροφορίες που γενικά είναι διαθέσιμες στον καταναλωτή σχετικά με την αποφυγή συγκεκριμένων αρνητικών συνεπειών γ την υγεία από συγκεκριμένο τρόφιμο ή κατηγορία τροφίμων. 4. Προκειμένου να καθοριστεί εάν ένα τρόφιμο είναι επιβλαβές για την υγεία, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα εξής: α) όχι μόνον οι πιθανές άμεσες ή/και βραχυπρόθεσμες ή/και μακροπρόθεσμες συνέπειες του τροφίμου αυτού στην υγεία του ατόμου που το καταναλώνει, αλλά επίσης στις επερχόμενες γενεές, β) οι πιθανές σωρευτικές τοξικές συνέπειες, γ) οι ιδιαίτερες ευαισθησίες όσον αφορά την υγεία συγκεκριμένης κατηγορίας καταναλωτών, όταν το τρόφιμο προορίζεται για τη εν λόγω κατηγορία καταναλωτών. 5. Κατά τον προσδιορισμό του κατά πόσο ένα τρόφιμο είναι ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση, δίδεται προσοχή στο κατά τόσο το εν λόγω τρόφιμο δεν μπορεί να γίνει δεκτό για ανθρώπινη κατανάλωση σύμφωνα με τη χρήση για την οποία προορίζεται, Λόγω μόλυνσης προερχόμενης είτε από ξένες ουσίες είτε από άλλο παράγοντα, ή λόγω σήψης, αλλοίωσης ή αποσύνθεσης. 6.Όταν ένα τρόφιμο που είναι μη ασφαλές αποτελεί μέρος στοίβας, παρτίδας ή αποστελλόμενου φορτίου τροφίμων της ίδιας κατηγορίας ή περιγραφής, θεωρείται ότι όλα τα τρόφιμα στην εν λόγω στοίβα, παρτίδα ή στο φορτίο είναι επίσης μη ασφαλή, εκτός εάν ύστερα από λεπτομερή αξιολόγηση δεν βρεθούν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι και το υπόλοιπο της στοίβας, της παρτίδας ή του φορτίου είναι μη ασφαλές. 7.Τα τρόφιμα που συμμορφώνονται προς ειδικές κοινοτικές διατάξεις που διέπουν την ασφάλεια των τροφίμων θεωρούνται ασφαλή όσον αφορά τις πτυχές που καλύπτονται από τις ειδικές κοινοτικές διατάξεις. 8. Η συμμόρφωση ενός τροφίμου προς συγκεκριμένες διατάξεις που ισχύουν γι' αυτό, δεν εμποδίζει τη λήψη κατάλληλων μέτρων από την πλευρά των αρμόδιων αρχών προκειμένου να επιβάλουν περιορισμούς στη διάθεση του στην αγορά ή να απαιτήσουν την απόσυρση του από την αγορά όταν συντρέχουν λόγοι υποψίας ότι, παρά τη συμμόρφωση του, το τρόφιμο είναι μη ασφαλές. 9. Ελλείψει ειδικών κοινοτικών μέτρων, ένα τρόφιμο θεωρείται ασφαλές όταν συμμορφώνεται με τις ειδικές διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου διατίθεται, διατάξεις οι οποίες συντάσσονται και εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της συνθήκης, ιδίως δε των άρθρων 28 και 30.

6 Άρθρο 18 Ανιχνευσιμότητα Η ανιχνευσιμότητα των τροφίμων, των ζωοτροφών, των ζώων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων και οποιασδήποτε άλλης ουσίας που προορίζεται για ενσωμάτωση σε ένα τρόφιμο ή σε μια ζωοτροφή ή αναμένεται ότι θα ενσωματωθεί σ αυτά, διασφαλίζεται σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής. Οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων τροφίμων και ζωοτροφών είναι σε θέση να αναγνωρίζουν κάθε πρόσωπο από το οποίο έχουν προμηθευτεί ένα τρόφιμο, μια ζωοτροφή, ένα ζώο που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφίμων ή οποιαδήποτε άλλη ουσία που προορίζεται για ενσωμάτωση σε ένα τρόφιμο ή σε μια ζωοτροφή ή αναμένεται ότι θα ενσωματωθεί σε αυτά. Για το σκοπό αυτό οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων εγκαθιδρύουν συστήματα και διαδικασίες που καθιστούν τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες στις αρμόδιες αρχές, εάν αυτές το ζητήσουν. Οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων τροφίμων και ζωοτροφών καθιερώνουν συστήματα και διαδικασίες για την αναγνώριση των άλλων επιχειρήσεων στις οποίες προμηθεύουν τα προϊόντα τους. Αυτές οι πληροφορίες είναι διαθέσιμες στις αρμόδιες αρχές, εάν αυτές το ζητήσουν. Τα τρόφιμα ή οι ζωοτροφές που διατίθενται ή ενδέχεται να διατεθούν στην αγορά της Κοινότητας πρέπει να φέρουν κατάλληλη επισήμανση ή σήμα αναγνώρισης ώστε να διευκολύνεται η ανιχνευσιμότητα τους, μέσω κατάλληλων εγγράφων ή πληροφοριών, σύμφωνα με τις σχετικές απαιτήσεις των ειδικότερων διατάξεων. Οι διατάξεις για την εφαρμογή των απαιτήσεων του παρόντος άρθρου όσον αφορά συγκεκριμένους τομείς είναι δυνατό να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2.

7 Ευθύνη για τα τρόφιμα: υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων
Άρθρο 19 Ευθύνη για τα τρόφιμα: υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων 1. Εάν ένας υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων κρίνει ή έχει λόγους να πιστεύει ότι ένα τρόφιμο που έχει εισαγάγει, παραγάγει, μεταποιήσει, παρασκευάσει ή διανείμει, δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις για την ασφάλεια των τροφίμων, ξεκινά αμέσως διαδικασίες για την απόσυρση του εν λόγω τροφίμου από την αγορά εφόσον το τρόφιμο απομακρύνθηκε από τον άμεσο έλεγχο αυτού του αρχικού υπευθύνου επιχείρησης τροφίμων και ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές. Όταν το προϊόν ενδέχεται να έχει φθάσει στους καταναλωτές, ο υπεύθυνος ενημερώνει τους καταναλωτές με αποτελεσματικότητα και ακρίβεια για τους λόγους της απόσυρσης του και, εάν αυτό είναι αναγκαίο, ανακαλεί από τους καταναλωτές προϊόντα που τους έχει ήδη προμηθεύσει, όταν τα υπόλοιπα μέτρα δεν επαρκούν για την επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας. 2.0 υπεύθυνος μιας επιχείρησης τροφίμων, ο οποίος έχει την ευθύνη για δραστηριότητες λιανικού εμπορίου ή διανομής, με τις οποίες δεν επηρεάζεται η συσκευασία, η επισήμανση, η ασφάλεια ή η ακεραιότητα των τροφίμων, ξεκινά, εντός των ορίων των δραστηριοτήτων του, διαδικασίες για την απόσυρση από την αγορά προϊόντων που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της ασφάλειας των τροφίμων και προσπαθεί να συμβάλει στην ασφάλεια των τροφίμων μεταδίδοντας τις σχετικές πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την ανίχνευση ενός τροφίμου και συνεργαζόμενος με τους παραγωγούς, μεταποιητές, παρασκευαστές ή/και τις αρμόδιες αρχές όσον αφορά τα μέτρα που αυτοί λαμβάνουν. 3.0 υπεύθυνος μιας επιχείρησης τροφίμων ενημερώνει αμέσως τις αρμόδιες αρχές εάν κρίνει ή έχει λόγους να πιστεύει ότι ένα τρόφιμο το οποίο διέθεσε στην αγορά ενδέχεται να είναι επιβλαβές για την υγεία του ανθρώπου. Ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές για τα μέτρα που λαμβάνει προκειμένου να αποτρέψει τους κινδύνους για τον τελικό καταναλωτή, και δεν εμποδίζει ούτε αποθαρρύνει οποιοδήποτε πρόσωπο να συνεργαστεί σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και τη νομική πρακτική με τις αρμόδιες αρχές, όταν τούτο μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αποφυγή, τη μείωση ή την εξάλειψη κινδύνου προερχόμενου από τρόφιμο. 4. Οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων τροφίμων συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται για την αποφυγή ή τη μείωση των κινδύνων που προκαλεί ένα τρόφιμο, το οποίο αυτοί προμηθεύουν ή έχουν προμηθεύσει.

8 Σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης
Άρθρο 50 Σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης 1 Με τον παρόντα κανονισμό συστήνεται ως δίκτυο, σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για την κοινοποίηση άμεσων ή έμμεσων κινδύνων για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων που προέρχονται από τρόφιμα ή ζωοτροφές. Σε αυτό συμμετέχουν τα κράτη μέλη, η Επιτροπή και η Αρχή. Τα κράτη μέλη, η Επιτροπή και η Αρχή ορίζουν από ένα σημείο επαφής, το οποίο αποτελεί μέλος του δικτύου. Η Επιτροπή είναι αρμόδια για τη διαχείριση του δικτύου. 2.Όταν ένα μέλος του δικτύου διαθέτει οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με την ύπαρξη σοβαρού άμεσου ή έμμεσου κινδύνου για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων, που προέρχεται από τρόφιμα ή ζωοτροφές, κοινοποιεί αμέσως την πληροφορία αυτή στην Επιτροπή, μέσω του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης. Η Επιτροπή διαβιβάζει αμέσως την εν λόγω πληροφορία στα μέλη του δικτύου. Η Αρχή μπορεί να συμπληρώσει την κοινοποίηση με κάθε επιστημονική ή τεχνική πληροφορία που διευκολύνει την ανάληψη ταχείας και κατάλληλης δράσης για τη διαχείριση του κινδύνου από τα κράτη μέλη. 3. Με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών ρυθμίσεων, τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή, μέσω του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης: α) κάθε μέτρο που θεσπίζουν, το οποίο αποσκοπεί στον περιορισμό διάθεσης στην αγορά ή στην επιβολή απόσυρσης από την αγορά ή στην ανάκληση του τροφίμου ή της ζωοτροφής προκειμένου να προστατευθεί η υγεία των ανθρώπων και των ζώων, και απαιτεί ταχεία δράση· β) κάθε σύσταση ή συμφωνία με επιχειρήσεις που, σε εθελοντική ή υποχρεωτική βάση, αποσκοπεί στην πρόληψη, τον περιορισμό ή την επιβολή συγκεκριμένων όρων για τη διάθεση στην αγορά ή την ενδεχόμενη χρήση τροφίμου ή ζωοτροφής, λόγω σοβαρού κινδύνου για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων που απαιτεί ταχεία δράση- γ) κάθε απόρριψη, συνδεόμενη με άμεσο ή έμμεσο κίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων, παρτίδας, εμπορευματοκιβωτίου ή φορτίου τροφίμων ή ζωοτροφών από αρμόδια υπηρεσία συνοριακού σταθμού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κοινοποίηση συνοδεύεται από λεπτομερή αιτιολόγηση της δράσης που ανέλαβαν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποία εκδόθηκε η κοινοποίηση. Ακολουθείται, σε εύθετο χρόνο, από συμπληρωματικές πληροφορίες, ιδιαίτερα όταν τα μέτρα στα οποία βασίζεται η κοινοποίηση έχουν τροποποιηθεί ή ανακληθεί. Η Επιτροπή διαβιβάζει αμέσως στα μέλη του δικτύου την κοινοποίηση και τις συμπληρωματικές πληροφορίες που λαμβάνει βάσει του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου. Όταν παρτίδα, εμπορευματοκιβώτιο ή φορτίο απορρίπτεται από αρμόδια υπηρεσία συνοριακού σταθμού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή αποστέλλει αμέσως κοινοποίηση σε όλους τους συνοριακούς σταθμούς εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και στην τρίτη χώρα προέλευσης.

9 30.4.2004 Ι ΕL Ι Επίσημη Εφημερίδα τις Ευρωπαϊκής Ένωσης 1139/55
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) Αριθ. 853/2004 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 29ης Απριλίου 2004 για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 152, παράγραφος 4, σημείο β), την πρόταση της Επιτροπής1 , τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής2 , αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης3, 1.ΕΕ0 365Ε, σ.58. 2.ΕΕΟ 155, ,σ.39. 3.Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Μαΐου 2002 (ΕΕ Ο 180 Ε, , σ. 288), κοινή θέση του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 (ΕΕ € 48 Ε, , σ. 23), θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2004.

10 ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Ι
Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ειδικούς κανόνες για τους υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίμων όσον αφορά την υγιεινή των τροφίμων ζωικής προέλευσης. Οι κανόνες αυτοί συμπληρώνουν τους κανόνες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ 852/ Εφαρμόζονται στα μη μεταποιημένα και στα μεταποιημένα προϊόντα ζωικής προέλευσης. Εκτός εάν προβλέπεται ρητώς το αντίθετο, ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στα τρόφιμα που περιέχουν τόσο προϊόντα φυτικής προέλευσης όσο και μεταποιημένα προϊόντα ζωικής προέλευσης. Εντούτοις, τα μεταποιημένα προϊόντα ζωικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται για την προετοιμασία των τροφίμων αυτών πρέπει να λαμβάνονται και να υφίστανται μεταχείριση σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται: (α) στην πρωτογενή παραγωγή τροφίμων για ιδιωτική οικιακή χρήση, (β) στην οικιακή παρασκευή, τον χειρισμό ή την αποθήκευση τροφίμων για ιδιωτική οικιακή κατανάλωση, *Η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων θα θέσει τον αριθμό του κανονισμού για την υγιεινή των τροφίμων.

11 Ι. ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΝΩΠΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ
Ι ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΝΩΠΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ 1» Το νωπό γάλα πρέπει να προέρχεται από ζώα: (α) Τα οποία δεν παρουσιάζουν συμπτώματα λοιμωδών νόσων, οι οποίες είναι δυνατό να μεταδοθούν μέσω του γάλακτος στον άνθρωπο, (β) τα οποία βρίσκονται σε καλή γενική κατάσταση υγείας και δεν παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα νόσου το οποίο μπορεί να προκαλέσει μόλυνση του γάλακτος και ιδίως δεν πάσχουν από μόλυνση της ουρογεννητικής οδού με απέκκριμα, από εντερίτιδα με εμπύρετη διάρροια ή από εμφανή φλεγμονή του μαστού, (γ) τα οποία δεν παρουσιάζουν πληγές του μαστού που είναι δυνατό να αλλοιώσουν το γάλα, και (δ) στα οποία δεν έχουν χορηγηθεί μη επιτρεπόμενες ουσίες ή προϊόντα και δεν έχουν υποβληθεί σε παράνομη αγωγή κατά την έννοια της οδηγίας 96/23/ΕΚ., και (ε) για τα οποία σε περίπτωση που τους έχουν χορηγηθεί επιτρεπόμενες ουσίες ή προϊόντα, έχουν τηρηθεί οι οριζόμενες προθεσμίες αναμονής γι' αυτές τις ουσίες ή προϊόντα.

12 2. (α) Ιδιαιτέρως, όσον αφορά τη βρουκέλλωση, το νωπό γάλα πρέπει να προέρχεται από:
(i) αγελάδες ή βουβαλοειδή που ανήκουν σε αγέλη η οποία, κατά την έννοια της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ1 , είναι απαλλαγμένη ή επίσημα απαλλαγμένη από βρουκέλλωση, (ii) αιγοπρόβατα που ανήκουν σε εκμετάλλευση επίσημα απαλλαγμένη ή απαλλαγμένη από βρουκέλλωση, κατά την έννοια της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ2 , ή (iii) θηλυκά ζώα άλλων ειδών που ανήκουν, όσον αφορά τα είδη που είναι ευπαθή στη βρουκέλλωση, σε αγέλες που ελέγχονται τακτικά για τη νόσο αυτή βάσει σχεδίου ελέγχου που έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή. (β) Όσον αφορά τη φυματίωση, το νωπό γάλα πρέπει να προέρχεται από: (i) αγελάδες ή βουβαλοειδή που ανήκουν σε αγέλη η οποία, κατά την έννοια της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ, είναι επίσημα απαλλαγμένη από φυματίωση, ή (ii) θηλυκά ζώα άλλων ειδών τα οποία ανήκουν, όσον αφορά τα είδη που είναι ευπαθή στη φυματίωση, σε αγέλες που ελέγχονται τακτικά για τη νόσο αυτή βάσει σχεδίου ελέγχου που έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή. Οδηγία 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών (ΕΕ 121, , σ. 1977). Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία από την Πράξη Προσχώρησης 2003. Οδηγία 91/68/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 1991, σχετικά με το καθεστώς υγειονομικού ελέγχου που διέπει το ενδοκοινοτικό εμπόριο αιγοπροβάτων (ΕΕ Ε 46, , σ. 19). Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) 806/2003 (ΈΕΕ 122, , σ. 1).

13 (γ) Εάν συνυπάρχουν αίγες και αγελάδες, οι αίγες πρέπει να επιθεωρούνται και να υποβάλλονται σε δοκιμασίες για την ανίχνευση φυματίωσης. 3. Ωστόσο, το νωπό γάλα από ζώα που δεν πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 μπορεί να χρησιμοποιείται με την άδεια της αρμόδιας αρχής: (α) στην περίπτωση αγελάδων ή βουβαλοειδών που δεν παρουσιάζουν θετική αντίδραση στις δοκιμασίες για την ανίχνευση φυματίωσης ή βρουκέλλωσης ούτε οποιοδήποτε σύμπτωμα των νόσων αυτών, αφού υποστεί θερμική επεξεργασία κατά τρόπο που να παρουσιάζει αρνητική αντίδραση στη δοκιμασία φωσφατάσης· (β) στην περίπτωση αιγοπροβάτων που δεν παρουσιάζουν θετική αντίδραση στις δοκιμασίες για την ανίχνευση βρουκέλλωσης, ή που έχουν εμβολιαστεί κατά της βρουκέλλωσης στο πλαίσιο εγκεκριμένου προγράμματος εξάλειψης, και τα οποία δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα αυτής της νόσου, είτε: (i) για την παρασκευή τυριού με περίοδο ωρίμανσης τουλάχιστον δύο μηνών, ή (ii) αφού υποστεί θερμική επεξεργασία, κατά τρόπο ώστε να παρουσιάζει αρνητική αντίδραση στη δοκιμασία φωσφατάσης, και (γ) στην περίπτωση θηλυκών ζώων άλλων ειδών τα οποία δεν παρουσιάζουν θετική αντίδραση στις δοκιμασίες για την ανίχνευση φυματίωσης ή βρουκέλλωσης ούτε οποιοδήποτε σύμπτωμα αυτών των νόσων αλλά ανήκουν σε αγέλη στην οποία έχουν ανιχνευθεί κρούσματα βρουκέλλωσης ή φυματίωσης με τη διενέργεια των ελέγχων που αναφέρονται στο σημείο 2, στοιχείο (α), υπό (iii) ή 2, στοιχείο (β), υπό (ii), εφόσον υποστεί επεξεργασία ώστε να είναι απόλυτα ασφαλές.

14 4. Το νωπό γάλα που προέρχεται από οιοδήποτε ζώο το οποίο δεν πληροί τις απαιτήσεις των σημείων 1 έως 3 - ιδίως από οιοδήποτε ζώο το οποίο παρουσιάζει θετική αντίδραση στις προληπτικές δοκιμασίες για τη φυματίωση ή τη βρουκέλλωση, όπως ορίζονται στην οδηγία 64/432/ΕΟΚ και την οδηγία 91/68/ΕΟΚ - δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση. 5. Η απομόνωση ζώων τα οποία είναι μολυσμένα, ή για τα οποία υπάρχει υπόνοια ότι είναι μολυσμένα, από κάποια από τις νόσους που αναφέρονται στα σημεία 1 ή 2, πρέπει να είναι αποτελεσματική, προκειμένου να αποτρέπεται οποιαδήποτε δυσμενής επίπτωση στο γάλα των άλλων ζώων. II .ΥΓΙΕΙΝΗ ΣΤΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΙΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Α. Απαιτήσεις όσον αφορά τους χώρους και τον εξοπλισμό : 1. Ο εξοπλισμός άμελξης και οι χώροι όπου πραγματοποιούνται η αποθήκευση, ο χειρισμός ή η ψύξη του γάλακτος πρέπει να βρίσκονται σε τέτοιο σημείο και να είναι κατασκευασμένοι με τέτοιο τρόπο ώστε να περιορίζεται ο κίνδυνος μόλυνσης του γάλακτος. 2. Οι χώροι αποθήκευσης του γάλακτος πρέπει να προστατεύονται από τα επιβλαβή ζώα, να διαχωρίζονται κατάλληλα από τους χώρους όπου στεγάζονται τα ζώα και, οσάκις απαιτείται, για να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις που ορίζονται στο Μέρος Β, να διαθέτουν κατάλληλο ψυκτικό εξοπλισμό. 3. Οι επιφάνειες του εξοπλισμού που προορίζονται να έλθουν σε επαφή με το γάλα (εργαλεία, δοχεία, βυτία κλπ. για την άμελξη, τη συλλογή ή τη μεταφορά του γάλακτος) πρέπει να καθαρίζονται και, εφόσον απαιτείται, να απολυμαίνονται εύκολα και να διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Προς τούτο, απαιτείται η χρήση λείων, μη τοξικών υλικών που πλένονται.

15 4. Μετά τη χρήση, οι επιφάνειες αυτές πρέπει να καθαρίζονται και, ενδεχομένως, να απολυμαίνονται. Μετά από κάθε διαδρομή, ή μετά από κάθε σειρά διαδρομών εάν το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της εκφόρτωσης και της επόμενης φόρτωσης είναι πολύ μικρό, αλλά οπωσδήποτε τουλάχιστον μία φορά την ημέρα τα δοχεία και τα βυτία που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά νωπού γάλακτος πρέπει να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται καταλλήλως πριν επαναχρησιμοποιηθούν. Β Υγιεινή κατά την άμελξη, τη συλλογή και τη μεταφορά Η άμελξη πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες της υγιεινής και ιδίως να εξασφαλίζεται: (α) ότι, πριν αρχίσει η άμελξη, οι θηλές, οι μαστοί και τα γειτονικά μέρη του σώματος του ζώου είναι καθαρά, (β) ότι το γάλα κάθε ζώου ελέγχεται για την ανίχνευση οργανοληπτικών ή φυσικοχημικών ανωμαλιών από τον αρμέγοντα ή με μέθοδο που παράγει τα ίδια αποτελέσματα, και ότι το γάλα, το οποίο παρουσιάζει τέτοιες ανωμαλίες, δεν χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση, (γ) ότι το γάλα ζώων που εμφανίζουν κλινικά συμπτώματα ασθένειας των μαστών δεν χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση παρά μόνον κατόπιν κτηνιατρικής εντολής, (δ) ότι εντοπίζονται τα ζώα τα οποία υποβάλλονται σε φαρμακευτική αγωγή ενδέχεται να μεταφέρει στο γάλα υπολείμματα, και ότι το γάλα που λαμβάνεται από τα ζώα αυτά πριν από τη λήξη της οριζόμενης προθεσμίας αναμονής δεν χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση, και (ε) ότι διαλύματα ή ψεκάσματα θηλών χρησιμοποιούνται μόνον εάν έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή και εφόσον η χρήση τους δεν προκαλεί μη αποδεκτά επίπεδα υπολειμμάτων στο γάλα.

16 2. Αμέσως μετά την άμελξη, το γάλα πρέπει να διατηρείται σε καθαρό χώρο, διαρρυθμισμένο και εξοπλισμένο έτσι, ώστε να αποφεύγεται η μόλυνση του. Πρέπει να ψύχεται αμέσως σε θερμοκρασία 8°β το ανώτατο σε περίπτωση καθημερινής συλλογής, ή 6°0 το ανώτατο εάν η συλλογή δεν γίνεται καθημερινά. 3. Κατά τη μεταφορά, πρέπει να διατηρείται η ψυκτική αλυσίδα και, κατά την άφιξη στην εγκατάσταση προορισμού, η θερμοκρασία του γάλακτος δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 10°0. 4. Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων δεν χρειάζεται να τηρούν τις απαιτήσεις θερμοκρασίας που αναφέρονται στα σημεία 2 και 3, εφόσον το γάλα πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στο Τμήμα ΙΙΙ και εφόσον: (α) το γάλα υποβάλλεται σε επεξεργασία εντός 2 ωρών από την άμελξη, ή (β) απαιτείται υψηλότερη θερμοκρασία για τεχνολογικούς λόγους που αφορούν τη βιομηχανική παραγωγή ορισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων, και η αρμόδια αρχή το επιτρέπει. Γ. Υγιεινή του προσωπικού 1. Τα άτομα που ασχολούνται με την άμελξη ή/και τον χειρισμό νωπού γάλακτος πρέπει να φορούν καθαρά και κατάλληλα ρούχα. 2. Τα άτομα που ασχολούνται με την άμελξη πρέπει να διατηρούν ένα κατάλληλο επίπεδο ατομικής υγιεινής. Κοντά στο χώρο άμελξης, πρέπει να υπάρχουν κατάλληλες εγκαταστάσεις, ώστε τα άτομα που πραγματοποιούν την άμελξη και τον χειρισμό του νωπού γάλακτος να μπορούν να πλένουν τα χέρια τους και τους βραχίονες τους.

17 ΙΙΙ. ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΝΩΠΟ ΓΑΛΑ
Τα ακόλουθα κριτήρια για το νωπό γάλα εφαρμόζονται εν αναμονή του καθορισμού προδιαγραφών στο πλαίσιο ειδικότερης νομοθεσίας σχετικά με την ποιότητα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων. Πρέπει να εξετάζεται αντιπροσωπευτικός αριθμός δειγμάτων νωπού γάλακτος που λαμβάνονται με τυχαία δειγματοληψία από γάλα το οποίο συλλέγεται από εγκαταστάσεις γαλακτοπαραγωγής, προκειμένου να ελέγχεται η τήρηση των σημείων 3 και 4. Οι έλεγχοι μπορούν να γίνονται από ή για λογαριασμό: (α) του υπευθύνου της επιχείρησης τροφίμων, η οποία παράγει το γάλα, (β) του υπευθύνου της επιχείρησης τροφίμων, η οποία συλλέγει ή μεταποιεί το γάλα, (γ) μιας ομάδας υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων, ή (δ) στο πλαίσιο εθνικού ή περιφερειακού προγράμματος ελέγχου.

18 30.4.2004 ΕΕ Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ε 165/ 31
ΕΕ Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ε 165/ 31 1 (Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) ΑΡΙΘ. 882/2004 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 29ης Απριλίον 2004 για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 37, 95 και 152, παράγραφος 4, στοιχείο β). την πρόταση της Επιτροπής, τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής1, τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών2, Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης3, 1.ΕΕ Ο 234, ,σ.25. 2.ΕΕ Ο 23, ,σ. 14. 3.Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαρτίου 2004 (δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 2004.

19 Διαδικασίες ελέγχου και επαλήθευσης
Οι πληροφορίες που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο περιλαμβάνουν συγκεκριμένα: - τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των τυχόν ανακρίσεων ή εκκρεμών δικαστικών διαδικασιών, - τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, - τα έγγραφα που καλύπτονται από εξαίρεση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής1, - τις πληροφορίες που προστατεύονται από εθνική και κοινοτική νομοθεσία σχετικά ιδίως με το επαγγελματικό απόρρητο, τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των διαβουλεύσεων, τις διεθνείς σχέσεις και την εθνική άμυνα. Άρθρο 8 Διαδικασίες ελέγχου και επαλήθευσης 1. Οι αρμόδιες αρχές διενεργούν επισήμους ελέγχους σύμφωνα με τεκμηριωμένες διαδικασίες. Οι διαδικασίες αυτές περιλαμβάνουν πληροφορίες και οδηγίες για το προσωπικό που διεξάγει τους επισήμους ελέγχους, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των τομέων που αναφέρονται στο Παράρτημα II, Κεφάλαιο II. 2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι διαθέτουν νομικές διαδικασίες που επιτρέπουν στο προσωπικό των αρμόδιων αρχών να έχει πρόσβαση στα κτίρια και την τεκμηρίωση των υπεύθυνων επιχειρήσεων ζωοτροφών και τροφίμων, ώστε να είναι σε θέση να εκπληρώνει τα καθήκοντα του δεόντως. 1 . ΕΕ Ε 145, , σ. 43.

20 3. Οι αρμόδιες αρχές θεσπίζουν διαδικασίες προκειμένου:
(α) για να επαληθεύουν την αποτελεσματικότητα των επισήμου ελέγχων που διεξάγουν, και (β) για να διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα όταν απαιτείται και ότι οι τεκμηριωμένες διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ενημερώνονται δεόντως. 4. Η Επιτροπή μπορεί να καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές για τους επισήμους ελέγχους με τη διαδικασία του άρθρου 62, παράγραφος 2. Οι κατευθυντήριες γραμμές μπορούν, ειδικότερα, να περιλαμβάνουν συστάσεις για τους επισήμους ελέγχους σχετικά με: (α) την εφαρμογή των αρχών HACCP (β) τα συστήματα διαχείρισης που χρησιμοποιούν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων ζωοτροφών ή τροφίμων για να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της νομοθεσίας περί ζωοτροφών ή τροφίμων, (γ) τη μικροβιολογική, φυσική και χημική ασφάλεια των ζωοτροφών και των τροφίμων

21 Δραστηριότητες, μέθοδοι και τεχνικές ελέγχου
Αρθρο 9 Εκθέσεις Η αρμόδια αρχή συντάσσει εκθέσεις για τους επισήμους ελέγχους που έχει πραγματοποιήσει. 2. Οι εκθέσεις αυτές περιλαμβάνουν περιγραφή του σκοπού των επισήμων ελέγχων, των μεθόδων ελέγχου που εφαρμόστηκαν, τα αποτελέσματα των επισήμων ελέγχων και, ανάλογα με την περίπτωση, τα μέτρα που πρέπει να λάβει ο υπεύθυνος της επιχείρησης. 3. Η αρμόδια αρχή παρέχει αντίγραφο της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στον ενδιαφερόμενο υπεύθυνο επιχείρησης τουλάχιστον σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Άρθρο 10 Δραστηριότητες, μέθοδοι και τεχνικές ελέγχου 1. Οι εργασίες που σχετίζονται με τους επισήμους ελέγχους διεξάγονται, κατά κανόνα, με τη χρήση κατάλληλων μεθόδων και τεχνικών ελέγχου, όπως η παρακολούθηση, η επιτήρηση, η εξακρίβωση, η εξέταση, η επιθεώρηση, η δειγματοληψία και η ανάλυση. 2.Οι επίσημοι έλεγχοι ζωοτροφών και τροφίμων περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις ακόλουθες δραστηριότητες: (α) εξέταση των τυχόν συστημάτων ελέγχου που εφαρμόζουν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων ζωοτροφών και τροφίμων, καθώς και των αποτελεσμάτων που έχουν επιτευχθεί

22 (β) επιθεώρηση: (i) των εγκαταστάσεων των πρωτογενών παραγωγών, των επιχειρήσεων ζωοτροφών και τροφίμων, συμπεριλαμβανομένου του περιβάλλοντος χώρου τους, των κτιρίων, των γραφείων, του εξοπλισμού, των εγκαταστάσεων και των μηχανημάτων, των μεταφορών και των ζωοτροφών και τροφίμων, (ii) των πρώτων υλών, των συστατικών, των τεχνολογικών βοηθητικών ουσιών και άλλων προϊόντων που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή και την παραγωγή ζωοτροφών και τροφίμων, (iii) των ημικατεργασμένων προϊόντων, (iν) των υλικών και των αντικειμένων που προορίζονται να έλθουν σε επαφή με τα τρόφιμα, (ν) των προϊόντων και των διαδικασιών καθαρισμού και συντήρησης, και των φυτοφαρμάκων, (νi) της επισήμανσης, της παρουσίασης και της διαφήμισης, (γ) ελέγχους για τις συνθήκες υγιεινής στις επιχειρήσεις ζωοτροφών και τροφίμων, (δ) αξιολόγηση των διαδικασιών σχετικά με τις ορθές παρασκευαστικές πρακτικές (ΟΠΠ), τις ορθές πρακτικές υγιεινής (ΟΠΥ), τις ορθές πρακτικές εκτροφής και το σύστημα ΗΑCCP, λαμβάνοντας υπόψη τη χρήση των εγχειριδίων που καταρτίζονται σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

23 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ. Αρ
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Αρ. Φύλλου Αυγούστου 2006 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ Αριθμ Αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα εφαρμογής των Κα­νονισμών (ΕΚ) υπ' αριθμ. 178/2002, 852/2004, 853/2004, 854/2004 και 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβου­λίου και του Συμβουλίου και εναρμόνιση της Οδη­γίας 2004/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Άρθρο 4 Αδειες λειτουργίας 1. Όλες οι επιχειρήσεις τροφίμων πριν τη διαδικασία της καταχώρισης ή έγκρισης που προβλέπονται στο άρθρο 5 της παρούσας απόφασης υποχρεούνται να εξασφαλίζουν την απαραίτητη άδεια λειτουργίας. 2. Η λειτουργία των επιχειρήσεων της παραγράφου 1 χωρίς σχετική άδεια, συνεπάγεται ποινικές και διοικητικές κυρώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 2741/99, μεταξύ των οποίων και τη σφράγιση της επιχείρησης. 3. Η αδειοδότηση των επιχειρήσεων που ανήκουν στο πεδίο εφαρμογής του Καν. (ΕΚ) υπ' αριθμ. 852/2004 και αφορά τις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου, παροχής υπηρεσιών, παρασκευαστών που πωλούν λιανικώς, απο­θηκών και αγορών χονδρικής πώλησης, γίνεται από τους Δήμους, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2307/1995 και του π.δ. 410/1995 μετά από εισήγηση των Διευθύνσεων Υγείας και Υγιεινής των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων. Κατά την αδειοδότηση λαμβάνονται υπόψη οι απαι­τήσεις του ως άνω Καν. (ΕΚ) υπ' αριθμ. 852/2004, της παρούσας απόφασης και τις διατάξεις της ΑΙβ/8577/1983 που δεν έρχονται σε αντίθεση με τον ως άνω Κανονισμό, έως ότου εκδοθεί σχετική νομοθετική ρύθμιση γενικών και ειδικών υγειονομικών απαιτήσεων. 4.Η αδειοδότηση των επιχειρήσεων που ανήκουν στο πεδίο εφαρμογής του Καν. (ΕΚ) υπ' αριθμ. 852/2004, 853/2004, 854/2004 και αναφέρονται στο Παράρτημα III, γίνεται από τις Διευθύνσεις Κτηνιατρικής των Νομαρ­χιακών Αυτοδιοικήσεων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ίδιο παράρτημα. 5. Για την αδειοδότηση επιχειρήσεων παραγωγής που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Καν. (ΕΚ) υπ' αριθμ. 852/2004 (βιομηχανίες, εργαστήρια τροφίμων), που γί­νεται από τις Διευθύνσεις Ανάπτυξης των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, σύμφωνα με το ν. 3325/2005 , η βεβαίωση καταλληλότητας χορηγείται: α)Για εγκαταστάσεις μεταποίησης φυτικών προϊόντων, από τις Διευθύνσεις Αγροτικής Ανάπτυξης, β) Για εγκαταστάσεις παραγωγής αλκοολούχων ποτών, από τις Διευθύνσεις Εμπορίου και τις Χημικές Υπη­ρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους. 6. Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου δεν απαλλάσσουν τις επιχειρήσεις τροφίμων από την υποχρέωση έκδοσης άλλου είδους αδειών που απορρέουν από την ισχύουσά νομοθεσία,

24 Καταχώριση και έγκριση εγκαταστάσεων Αναστολή / Ανάκληση έγκρισης
Άρθρο 5 Καταχώριση και έγκριση εγκαταστάσεων Αναστολή / Ανάκληση έγκρισης Εθνικός κατάλογος εγκαταστάσεων 1. Όλες οι επιχειρήσεις τροφίμων έχουν την υποχρέω­ση καταχώρησης ή έγκρισης των εγκαταστάσεων τους, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Κανονισμού (ΕΚ) υπ' αριθμ. 852/2004. 2. Η υποχρέωση καταχώρησης αφορά όλες τις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων τροφίμων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) υπ' αριθμ. 852/2004, εξαιρουμένων των εγκαταστάσεων της πα­ραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. 3.Η υποχρέωση έγκρισης αφορά τις επιχειρήσεις τροφίμων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) υπ' αριθμ. 853/2004 και σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω Κανονισμού. Για την εφαρμογή της παρούσας λαμβάνεται υπόψη η παράγραφος 2, του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) υπ' αριθμ. 853/2004 που ρητά προβλέπει ότι ο Κανονισμός αυτός δεν εφαρμόζεται στα τρόφιμα που περιέχουν τόσο προϊόντα φυτικής προέλευσης όσο και μεταποιημένα προϊόντα ζωικής προέλευσης. 4. Από την υποχρέωση έγκρισης της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου εξαιρούνται οι εγκαταστάσεις στις οποίες πραγματοποιείται μόνο: πρωτογενής παραγωγή, μεταφορά, αποθήκευση προϊόντων για τα οποία δεν απαιτούνται συνθήκες ελεγχόμενης θερμοκρασίας ή εργασίες λιανικού εμπορίου άλλες από εκείνες που προβλέπονται από το άρθρο 1, παράγραφος 5, εδάφιο Β') του Κανονισμού 853/2004. 5. Για κάθε εγκατάσταση για την οποία υφίσταται υποχρέωση καταχώρησης, πρέπει να υποβληθεί, στην αρμόδια αρχή περιφερειακού ή νομαρχιακού επιπέδου του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2006, αίτηση καταχώρησης με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο έντυπο καταχώρησης του Παραρτήματος Ι. 6. Οι αρχές της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου οφείλουν να τροφοδοτούν σε ηλεκτρονική μορφή το Κεντρικό Σύστημα των Κεντρικών Αρμοδίων Αρχών του άρθρου 2 της παρούσας απόφασης με τα στοιχεία των εγκαταστάσεων που έχουν υποβάλλει αίτηση καταχώρησης. 7. Μετά την έκδοση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης, η αρμόδια Διεύθυνση Κτηνιατρικής της ΝΑ προωθεί την άδεια λειτουργίας, η οποία συνοδεύεται με αίτηση για έγκριση ή για έγκριση υπό όρους της εγκατά­στασης (Παράρτημα II) στις Κεντρικές Αρμόδιες Αρχές του άρθρου 2 της παρούσας απόφασης. Οι Κεντρικές Αρμόδιες Αρχές σε χρόνο που δεν υπερβαίνει τις τριάντα ημερολογιακές ημέρες από την κοινοποίηση της άδειας λειτουργίας και της αίτησης της εγκατάστασης, φροντίζει όπως διενεργηθεί επιθεώρηση με σκοπό την έγκριση ή την έγκριση υπό όρους ή την απόρριψη της έγκρισης της εγκατάστασης από τις Κεντρικές Αρμόδιες Αρχές του άρθρου 2 ή τις Περιφερειακές Αρχές του άρθρου 3 της παρούσας. 8. Για την έγκριση της εγκατάστασης κατά την προη­γούμενη παράγραφο πραγματοποιείται επιθεώρηση από κλιμάκιο επιθεωρητών, που συγκροτείται από επιθεω­ρητές της Περιφερειακής Αρμόδιας Αρχής του άρθρου 3 ή των Κεντρικών Αρμοδίων Αρχών του άρθρου 2 της παρούσας. Το κλιμάκιο των επιθεωρητών ορίζεται με Απόφαση του Γενικού Διευθυντού της Κεντρικής Αρμόδιας Αρχής ή του Προϊσταμένου της Αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης.

25 9. Το Κλιμάκιο της προηγουμένης παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου διενεργεί επιθεώρηση στην εγκατάσταση και συντάσσει έκθεση σχετικά με τη συμμόρφωση ή όχι με την ισχύουσα Κοινοτική Νομοθεσία και εισήγηση για την έγκριση, για την έγκριση υπό όρους ή την απόρριψη της έγκρισης, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΚ) υπ' αριθμ. 854/2004. Η απόφαση λαμβάνεται με πλειοψηφία των μελών. Η εισήγηση αυτή είναι απαραίτητη για τις Κεντρικές Αρμόδιες Αρχές του άρθρου 2 της παρούσας, για την έκδοση έγκρισης ή την έγκριση υπό όρους ή την απόρριψη της έγκρισης. 10. Η έγκριση ή η έγκριση υπό όρους ή η απόρριψη της έγκρισης σύμφωνα με το Παράρτημα V γνωστοποιείται στην επιχείρηση τροφίμων με αποδεικτικό παραλαβής με ευθύνη των Κεντρικών Αρμοδίων Αρχών του άρθρου 2 της παρούσας. 11. Η έγκριση της προηγουμένης παραγράφου συνοδεύεται και από την χορήγηση του σήματος αναγνώρισης ή καταλληλότητας της εγκατάστασης. Ο τύπος του εντύπου χορήγησης του σήματος αναγνώρισης παρατίθεται στο Παράρτημα III. 12. Η εγκατάσταση επιχείρησης τροφίμων που δεν έχει έγκριση ή έγκριση υπό όρους και το σήμα αναγνώρισης ή το σήμα καταλληλότητας, δεν δύναται να λειτουργεί. 13. Η αναστολή ή η ανάκληση της έγκρισης εγκα­τάστασης και της δραστηριότητας αυτής γίνεται με Απόφαση της Κεντρικής Αρμόδιας Αρχής μετά από εισήγηση της Περιφερειακής Διεύθυνσης του Ε.Φ.Ε.Τ. του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης, εφόσον συντρέχουν οι λόγοι μη συμμόρφωσης προς τους Κανονισμούς (ΕΚ) υπ' αριθμ. 852/2004 και 853/2004. Η παραπάνω εισήγηση βασίζεται στα ευρήματα επιθεώρησης/εξέτασης, η οποία επισυνάπτεται στην εισήγηση. 14. Η αρμόδια περιφερειακή ή νομαρχιακή αρχή του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης οφείλει να λαμβάνει υπόψη τη μορφή της μη συμμόρφωσης και το ιστορικό της επιχείρησης τροφίμων σε σχέση με την τήρηση των υποχρεώσεων προς συμμόρφωση, σύμφωνα με το άρθρο 9 του Κανονισμού (ΕΚ) υπ' αριθμ. 854/2004 και το στοιχείο ε) της παραγράφου 2 του άρθρου 31 του Κανονισμού (ΕΚ) υπ' αριθμ. 882/2004. 15. Η παραπάνω εισήγηση για αναστολή ή ανάκληση της έγκρισης κοινοποιείται άμεσα και χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στην Κεντρική Αρμόδια Αρχή, η οποία προχωρά στην έκδοση απόφασης αναστολής ή ανά­κλησης της έγκρισης και την αφαίρεση του σήματος αναγνώρισης ή του σήματος καταλληλότητας

26 Άρθρο 21 Κυρώσεις 1. Όσοι παραβαίνουν τις διατάξεις των Κανονισμών που αναφέρονται στο άρθρο 1 της παρούσας απόφασης, τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, καθώς και τις διατάξεις Κανονισμών ή αποφάσεων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν θέματα ασφάλειας των τροφίμων και την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, υπόκεινται στις κυρώσεις, ποινικές και διοικητικές, που προβλέπονται στο άρθρο 5 του ν. 2741/1999, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. 2. Επιβάλλονται, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 2741/1999, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 11 του ν /2006, πέραν της δίωξης κατά την παρ. 1, χρηματικά πρόστιμα σύμφωνα με την υπ' αριθμ /2006 Κοινή υπουργική απόφαση όπως κάθε φορά ισχύει στις επιχειρήσεις που παράγουν, επεξεργάζονται, παρασκευάζουν, μεταποιούν, συσκευάζουν, αποθηκεύουν, συντηρούν, διαθέτουν, διακινούν, επισημαίνουν ή διαφημίζουν τρόφιμα που προορίζονται για κατανάλωση, κατά παράβαση των προδιαγραφών, των προτύπων και των κανόνων της εκάστοτε ισχύουσας κείμενης γενικής και ειδικής νομοθεσίας ή των πράξεων που εκδίδονται κατ" εξουσιοδότηση νόμου, παράγουν, διαθέτουν ή χρησιμοποιούν υλικά και αντικείμενα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα και δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας. 3. Για το ύψος του χρηματικού προστίμου της παρ. 2 του παρόντος άρθρου της παρούσας απόφασης λαμβά­νεται υπόψη το είδος και το μέγεθος της επιχείρησης, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες τελέσθηκε ή εξακολουθεί να τελείται η παράβαση, ο όγκος των διατιθέμενων στην αγορά τροφίμων, οι ιδιαιτερότητες των ευρημάτων και οι επιπτώσεις αυτών στην δημόσια υγεία, τα συστήματα αυτοελέγχων, οι τυχόν διορθωτικές ενέργειες και η έγκαιρη ενημέρωση των αρμοδίων αρχών από την επιχείρηση και η τυχόν υποτροπή της. 4. Σε κάθε περίπτωση, οι αρμόδιες αρχές των άρθρων 2 και 3 της παρούσας απόφασης δια των εξουσιοδοτημένων τους οργάνων, διατηρούν το δικαίωμα να διαμορφώνουν το ύψος των προστίμων, στο θεσμοθετημένο πλαίσιο επιβολής και είσπραξης των προστίμων, εξετάζοντας το ιστορικό συμμόρφωσης της επιχείρησης, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τελέστηκε ή εξακολουθεί να τελείται η παράβαση και ιδιαίτερα σε περιπτώσεις ύπαρξης δόλου ή περιπτώσεις παρεμπόδισης του επισήμου ελέγχου από την πλευρά της επιχείρησης τροφίμων. 5. Ειδικότερα οι παραβάσεις κατηγοριοποιούνται ως εξής: Α') Σε περίπτωση που κατά τον επίσημο έλεγχο των αναφερομένων στην παράγραφο 2 του παρό­ντος άρθρου διαπιστώνονται ευρήματα τα οποία δεν επηρεάζουν άμεσα την ασφάλεια των παραγομένων προϊόντων και αυτά υποδηλώνουν μικρές αποκλίσεις από τις προδιαγραφές της ισχύουσας νομοθεσίας, την ελλιπή τεκμηρίωση διαδικασιών σχετικά με τις ορθές παρασκευαστικές πρακτικές (ΟΠΠ), τις ορθές πρακτικές υγιεινής (ΟΠΥ) και το σύστημα ΗΑCCΡ, τη μη τήρηση των όρων αδειοδότησης, την ελλιπή τεκμηρίωση της εκπαίδευσης του προσωπικού της επιχείρησης και την ανεπαρκή εφαρμογή συστημάτων ιχνηλασιμότητας, για κάθε περίπτωση επιβάλλεται χρηματικό πρόστιμο από χίλια πεντακόσια (1.500,00) έως δέκα χιλιάδες (10.000,00) ευρώ, εφόσον τα ευρήματα διαπιστωθούν σε επανέλεγχο. Β') Σε περίπτωση που κατά τον επίσημο έλεγχο των αναφερομένων στην παράγραφο 2 του παρόντος άρ­θρου επιχειρήσεων διαπιστώνονται παραβάσεις της κείμενης εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας οι οποίες απαιτούν άμεση συμμόρφωση προκειμένου να εξασφα­λιστεί η δημόσια υγεία και η ασφάλεια των παραγομένων προϊόντων, όπως η μη τήρηση των απαιτήσεων του άρθρου 19 του Κανονισμού 178/2002 σε ότι αφορά την ευθύνη των επιχειρήσεων τροφίμων (μη ασφαλή τρόφιμα, υποχρέωση ανάκλησης, ενημέρωση της κεντρικής αρμόδιας αρχής), η έλλειψη άδειας λειτουργίας, οι σοβαρές αποκλίσεις των όρων αδειοδότησης, η μη εφαρμογή συστημάτων αυτοελέγχου, η ανεπαρκής εφαρμογή συστημάτων αυτοελέγχου, η έλλειψη βιβλιαρίων υγείας σε προσωπικό της επιχείρησης, το ανεπαρκές επίπεδο υγιεινής προσωπικού ή χώρων.

27 ΦΕΚ1187 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) 16053
ΦΕΚ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI Ρύθμιση ζητημάτων που αφορούν την διαδικασία κατάσχεσης-δέσμευσης - απόσυρσης/ ανάκλησης τροφίμων ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΟΡΙΣΜΟΙ Χαρακτηρισμός των τροφίμων βάσει των αποτελεσμάτων του επισήμου ελέγχου Για τις ανάγκες του επισήμου ελέγχου: 1. Ως ασφαλή τρόφιμα, νοούνται τα τρόφιμα τα οποία διατηρούν τους ειδικούς για έκαστο είδος οργανοληπτικούς χαρακτήρες (οσμή, σύσταση, γεύση, χρώμα), δεν παρουσιάζουν μεταβολές οφειλόμενες σε αλλοιώσεις, αποσύνθεση, βιολογική μόλυνση, χημική ή φυσική ρύπανση και πληρούν όλους τους υγειονομικούς όρους της Κοινοτικής και Εθνικής νομοθεσίας. Για τον χαρακτηρισμό των τροφίμων λαμβάνονται υπόψη οι κανονικές για κάθε προϊόν συνθήκες χρήσης του τροφίμου και οι πληροφορίες που είναι διαθέσιμες κάθε φορά στον καταναλωτή. 2. Ως μη ασφαλή τρόφιμα, τα τρόφιμα που δεν πληρούν τους υγειονομικούς όρους που επιβάλλει η Κοινοτική και Εθνική νομοθεσία. Διακρίνονται σε α) ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση και β) επιβλαβή για την υγεία. α. Ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση. Στην κατηγορία αυτή μπορούν να καταταγούν τρόφιμα που: 1. παρουσιάζουν μη κανονικούς οργανοληπτικούς χαρακτήρες (οσμή, γεύση, χρώμα, σύσταση), ανεξάρτητα από τις επιπτώσεις στην υγεία του καταναλωτή. 2. έχουν ξένες προσμίξεις που δεν έχουν σχέση με την φυσική κατάσταση ή τον τρόπο παρασκευής τους. 3. έχουν υπέρβαση του χρόνου διατηρησιμότητας. 4. έχουν παραχθεί ή αποθηκευθεί ή διατίθενται από μη νομίμως λειτουργούσες επιχειρήσεις και για τα οποία υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ακαταλληλότητας. 5. υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις χρησιμοποίησης μη ασφαλών πρώτων υλών ή πλημμελούς επεξεργασίας. 6. έχουν παρασκευαστεί ή συντηρηθεί ή συσκευαστεί ή διατηρηθεί κάτω από συνθήκες που δεν πληρούν τις ειδικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. 7.Έ χουν παραχθεί χωρίς εγκριτική απόφαση του ΑΧΣ ή άλλου αρμόδιου οργάνου, όταν αυτή επιβάλλεται. 8. κατά τις ιστολογικές εξετάσεις διαπιστώνεται η παρουσία απαγορευμένων ιστών σε αυτά. 9. στερούνται υγειονομικών επισημάνσεων, σήμανση καταλληλότητας ή κατάλληλο αναγνωριστικό σήμα, όπως προβλέπονται από ειδικές διατάξεις.  10. δεν συνοδεύονται από υγειονομικά πιστοποιητικά καταλληλότητας, όταν αυτό επιβάλλεται. 11. Έχουν υποστεί απόψυξη και επανακατάψυξη.

28 β. Επιβλαβή για την υγεία. Στην κατηγορία αυτή μπορούν να καταταγούν:
1. τρόφιμα με εκτεταμένη αλλοίωση ή αποσύνθεση που δύναται να έχουν άμεσες ή έμμεσες βλαπτικές συνέπειες στην υγεία του καταναλωτή, όταν λαμβάνονται άπαξ ή κατ' επανάληψη. 2. τρόφιμα που περιέχουν παθογόνους μικροοργανισμούς ή τοξίνες αυτών ή μορφές παρασίτων ή ιούς, με υπέρβαση των νομοθετημένων ορίων - κριτηρίων - διατάξεων, που μπορούν να προκαλέσουν βλάβη στην υγεία του ανθρώπου. 3. τρόφιμα που περιέχουν χημικές τοξικές ουσίες είτε φυσικά απαντώμενες είτε ως πρόσθετες χημικές ενώσεις είτε προκύπτουσες από τις μεθόδους επεξεργασίας σε συγκέντρωση που υπερβαίνει αποδεκτά νομοθετημένα όρια ή που η παρουσία τους δε δικαιολογείται καν από την νομοθεσία. 4. τρόφιμα που παρουσιάζουν επίπεδα καταλοίπων αντιβιοτικών, φυτοφαρμάκων, βαρέων μετάλλων κ.λπ., καθώς και καταλοίπων με ορμονική, θυρεοστατική, αναβολική δράση, που υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια ή υπάρχει παρουσία παρόμοιων ουσιών που είναι απαγορευμένες. 5. ύπαρξη ξένων σωμάτων σε τρόφιμα με άμεσες επιπτώσεις στην υγεία του καταναλωτή. 6. τρόφιμα που έχουν επιμολυνθεί με νεκρά ή ζωντανά έντομα αρθρόποδα ή απεκκρίματα αυτών 7 τρόφιμα που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία με ιοντίζουσες ή υπεριώδεις ακτινοβολίες και δεν προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία για αυτά. 3. Κανονικά τρόφιμα, τα τρόφιμα τα οποία πληρούν τους όρους της Εθνικής και Κοινοτικής νομοθεσίας.

29 4. Μη κανονικά τρόφιμα, τα ασφαλή τρόφιμα τα οποία δεν πληρούν τις απαιτήσεις των διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας ως προς τις σταθερές ποιότητας και ως προς την επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση. Με τον όρο σταθερές ποιότητας νοούνται τα συστατικά και τα αναλυτικά στοιχεία ενός τροφίμου όπως αυτά καθορίζονται στα πρότυπα του Κ.Τ.Π. ή στις εγκριτικές αποφάσεις του Α.Χ.Σ ή άλλου αρμοδίου οργάνου. Στην κατηγορία αυτή μπορούν να καταταγούν όσα τρόφιμα: α) έχουν διαφημιστεί ή επισημανθεί ή παρουσιασθεί κατά τρόπον που αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 10 & 11 του Κ.Τ.Π. ή σε ειδικότερες διατάξεις της Κοινοτικής και Εθνικής νομοθεσίας, β) είναι νοθευμένα (τρόφιμα στα οποία έχουν προστεθεί ύλες ενδεχομένως ευτελέστερης αξίας για λόγους κερδοσκοπίας ή παραπλάνησης του καταναλωτή) γ) δεν πληρούν τις απαιτήσεις της ισχύουσας νομοθεσίας ως προς τις σταθερές ποιότητας. 5. Καταγγελία καταναλωτή για τρόφιμα: ατομική ή δια πληρεξουσίου δήλωση η οποία υποστηρίζεται από εύλογα αποδεικτικά στοιχεία ότι πωλητής ή προμηθευτής διέπραξε ή ενδέχεται να διαπράξει παράβαση της νομοθεσίας που αφορά την προστασία της υγείας, των κανόνων για την σύνθεση και την ποιότητα, την επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση. Οποιαδήποτε άλλη δήλωση θα θεωρείται παράπονο, θα αξιολογείται και θα λαμβάνετε υπόψη κατά τον σχεδιασμό των τακτικών και εκτάκτων ελέγχων (άρθρο 3 του Κανονισμού 2006/2004/ΕΚ). Σε κάθε λήψη ή προσκόμιση στην υπηρεσία δείγματος για εργαστηριακή ανάλυση στα πλαίσια καταγγελίας θα πρέπει να εξασφαλίζεται η νομική και αναλυτική εγκυρότητα του.

30 ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΜΗ ΑΣΦΑΛΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ – ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΜΗ ΑΣΦΑΛΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ – ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ 1.Απαγορεύεται η παρασκευή, μεταποίηση, διανομή, μεταφορά, έκθεση προς πώληση και κατοχή μη ασφαλών τροφίμων. 2.Τρόφιμα, κρινόμενα κατά τους ελέγχους ως μη ασφαλή κατάσχονται κατόπιν αιτιολογημένης έκθεσης των επιθεωρητών (υπόδειγμα Α) η οποία επιδίδεται στον υπεύθυνο της επιχείρησης ή εκπρόσωπο του ή τον υπεύθυνο φύλαξης των προϊόντων. 3.Οι ιδιοκτήτες των κατασχεθέντων τροφίμων δύναται να υποβάλλουν εγγράφως ένσταση επανεξετάσεως. Η ένσταση υποβάλλεται, στην υπηρεσία στην οποία ανήκουν οι ελεγκτές που διενήργησαν την κατάσχεση, από τον υπεύθυνο της επιχείρησης ή νόμιμο εκπρόσωπο του εντός 24 ωρών από την παράδοση της έκθεσης κατάσχεσης. Εφόσον δεν υποβληθεί ένσταση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, η έκθεση των ελεγκτών θεωρείται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. Εφόσον ο ιδιοκτήτης δεν επιθυμεί την επανεξέταση των κατασχεθέντων τροφίμων υπογράφει στην έκθεση κατασχέσεως ότι παραιτείται του δικαιώματος αυτού. 4. Με απόφαση του, ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο ανήκουν οι ελεγκτές προβαίνει εντός δύο εργασίμων ημερών από την υποβολή της εντάσεως, στη συγκρότηση τριμελούς επιτροπής αποτελούμενης από: α) έναν από τους ελεγκτές που διενήργησαν την κατάσχεση και β) δύο ελεγκτές της αρμόδιας υπηρεσίας. 5. Η τριμελής επιτροπή συνέρχεται εντός δύο εργασίμων ημερών, και αφού εξετάσει λεπτομερώς τα κατασχεθέντα τρόφιμα και λάβει υπόψη την έκθεση κατάσχεσης καθώς και κάθε στοιχείο που θα προκύψει κατά την εξέταση, αποφαίνεται για την τύχη αυτών συντάσσοντας προς τούτο πρακτικό - έκθεση επανεξέτασης. Η απόφαση της επιτροπής λαμβάνεται κατά πλειοψηφία και πρέπει να τεκμηριώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της Κοινοτικής και Εθνικής νομοθεσίας. Η επιτροπή επιδίδει αμέσως αντίγραφο στον υπεύθυνο της επιχείρησης ή εκπρόσωπο του και υποβάλλει επίσης αντίγραφο στην υπηρεσία της, καθώς και στην προϊστάμενη αυτής αρχή.

31 6. Ο υπεύθυνος της επιχείρησης ή νόμιμος εκπρόσωπος του έχει το δικαίωμα, εφόσον δεν εμπίπτει στις ειδικές διατάξεις της παραγράφου 10 του παρόντος, να ασκήσει ένσταση για δεύτερη επανεξέταση εντός δύο εργασίμων ημερών από την επίδοση του πρακτικού - έκθεσης επανεξέτασης. Η ένσταση υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή στην οποία ανήκει το τμήμα που συγκρότησε την τριμελή επιτροπή. Εφόσον ο υπεύθυνος της επιχείρησης δεν ασκήσει ένσταση εντός της ορισθείσης προθεσμίας, η απόφαση της τριμελούς επιτροπής καθίσταται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή. 7. Με απόφαση του ο προϊστάμενος της διεύθυνσης προβαίνει, εντός δύο εργασίμων ημερών από την υποβολή της ένστασης, στην συγκρότηση πενταμελούς επιτροπής αποτελούμενης από: α) έναν από τους ελεγκτές που διενήργησαν την κατάσχεση, β) τρεις άλλους ελεγκτές της υπηρεσίας, αποκλειομένων όμως αυτών που συμμετείχαν στην τριμελή επιτροπή της προηγούμενης παρ. 5 και γ) έναν ειδικό, κατά περίπτωση, επιστήμονα που υποδεικνύεται από τον ενιστάμενο. 8. Η πενταμελής επιτροπή συνέρχεται εντός τριών εργασίμων ημερών και αφού εξετάσει λεπτομερώς τα κατασχεθέντα τρόφιμα με τη χρησιμοποίηση κάθε ενδεδειγμένου μέσου και λάβει υπόψη την έκθεση της τριμελούς επιτροπής, αποφαίνεται για την τύχη των τροφίμων, συντάσσοντας σχετική έκθεση. Η απόφαση της πενταμελούς επιτροπής λαμβάνεται κατά πλειοψηφία. Η πενταμελής επιτροπή υποβάλλει αντίγραφο στην υπηρεσία που την συγκρότησε, καθώς και στον υπεύθυνο της επιχείρησης ή εκπρόσωπο του. Η απόφαση της πενταμελούς επιτροπής είναι οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή.

32 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
1. Απαγορεύεται η παρασκευή, διανομή, μεταφορά και έκθεση προς πώληση μη κανονικών τροφίμων. 2. Δεσμεύονται, κατόπιν αιτιολογημένης έκθεσης δέσμευσης (υπόδειγμα β): α) σε όλα τα στάδια εμπορίας, τρόφιμα που είναι νοθευμένα. Η αποδέσμευση θα γίνεται κατόπιν έγγραφης αίτησης προς τη δεσμεύουσα αρχή, η οποία και θα ορίζει τους όρους διάθεσης τους και θα συντάσσει προς τούτο πρακτικό αποδέσμευσης (υπόδειγμα γ), β) στο στάδιο διάθεσης στον τελικό καταναλωτή τρόφιμα που έχουν παραπλανητικές ενδείξεις ή είναι προσυσκευασμένα και δεν φέρουν ενδείξεις στην Ελληνική γλώσσα. Η αποδέσμευση θα γίνεται κατόπιν έγγραφης αίτησης, και εντός τριμήνου, προς τη δεσμεύουσα αρχή εφόσον η επισήμανση ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της νομοθεσίας συντασσομένου προς τούτο πρακτικό αποδέσμευσης (υπόδειγμα γ) γ) σε κάθε στάδιο εμπορίας στην περίπτωση μη συμμόρφωσης σε έγγραφες και αιτιολογημένες αποφάσεις της αρμόδιας αρχής. 3.Ειδικά, σε τρόφιμα στα οποία έχει προστεθεί πρόσθετη ύλη ή ουσία που δεν προβλέπεται ή το ποσοστό της προσθήκης πρόσθετης ύλης ή ουσίας υπερβαίνει τα όρια που καθορίζονται στις διατάξεις του Κώδικα Τροφίμων & Ποτών, δεσμεύονται σε όλα τα στάδια εμπορίας. Για τις περιπτώσεις αυτές, κατά προτεραιότητα, αποφαίνεται το Ανώτατο Χημικό Συμβούλιο ή άλλο αρμόδιο όργανο σχετικά με τις επιπτώσεις του τροφίμου στη Δημόσια Υγεία. Αν χαρακτηριστούν τα τρόφιμα ως μη ασφαλή κατάσχονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο Κεφάλαιο Β. 4. Σε περίπτωση που υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις για την ακαταλληλότητα τροφίμων από βιολογικούς, ή φυσικούς ή χημικούς κινδύνους και για τα οποία δεν είναι δυνατή η οριστική αξιολόγηση του κινδύνου ή η έκταση της βλάβης που μπορεί να επιφέρει η ενδεχόμενη κατανάλωση τους στην Δημόσια Υγεία χωρίς τη διενέργεια εργαστηριακών αναλύσεων, τα τρόφιμα δεσμεύονται. Οι ελεγκτές προβαίνουν υποχρεωτικά σε δειγματοληψία για τη διεξαγωγή των αναγκαίων, κατά περίπτωση, εργαστηριακών ελέγχων. Η τύχη των τροφίμων αυτών θα κριθεί από το αποτέλεσμα των εργαστηριακών ελέγχων. 5. Τρόφιμα για τα οποία υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις, μη ασφάλειας, σε περίπτωση σήματος του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα (σύστημα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα τρόφιμα – RASFF –Rapid Alert System fir foodstuffs) κατάσχονται. Η τύχη τους κρίνεται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο. 6.Ο υπεύθυνος της επιχείρησης που εκθέτει τρόφιμα μη κανονικά υποχρεούται στην απομάκρυνση αυτών από τον χώρο έκθεσης τους προς πώληση στον τελικό καταναλωτή μέχρι συμμόρφωσης των τροφίμων προς τα προβλεπόμενα της νομοθεσίας, καθώς και στη γραπτή ενημέρωση του παρασκευαστή και κοινοποίηση προς τη δεσμεύουσα αρχή. Επίσης, ο υπεύθυνος της επιχείρησης ο οποίος έχει διαθέσει μη κανονικά τρόφιμα σε άλλες επιχειρήσεις, υποχρεούται να ενημερώσει αυτές για την απομάκρυνση αυτών των τροφίμων από τη διακίνηση μέχρι τη συμμόρφωση αυτών των επιχειρήσεων προς τις απαιτήσεις της νομοθεσίας. 7. Τα τρόφιμα της παραγράφου 2 του παρόντος κεφαλαίου δύναται να δοθούν στην κατανάλωση αμέσως μετά την αποκατάσταση και τήρηση των προβλεπομένων από την ισχύουσα νομοθεσία προϋποθέσεων. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της προθεσμίας που ορίζεται από την παράγραφο 2(β), ανάλογα με τη φύση και την προβλεπόμενη χρήση τους, τα τρόφιμα χαρακτηρίζονται ως μη ασφαλή και κατάσχονται.

33 ΑΝΑΚΛΗΣΗ/ ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΜΗ ΑΣΦΑΛΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΑΝΑΚΛΗΣΗ/ ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΜΗ ΑΣΦΑΛΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Αποσύρσεις με ευθύνη των υπευθύνων των επιχειρήσεων τροφίμων 1. Ο ιδιοκτήτης ή ο νόμιμος εκπρόσωπος της επιχείρησης τροφίμων υποχρεούται άμεσα σε απόσυρση ή ανάκληση σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κανονισμού 178/2002/ΕΚ τροφίμων που έχει εισαγάγει, παραγάγει, μεταποιήσει, παρασκευάσει, ή διανείμει σε περίπτωση που αυτά δεν πληρούν τις απαιτήσεις για την ασφάλεια των τροφίμων και εφόσον τα τρόφιμα απομακρύνθηκαν από τον άμεσο έλεγχο του. Παράλληλα κοινοποιεί την απόφαση απόσυρσης στην αρμόδια αρχή, γνωστοποιώντας το είδος, την ποσότητα, τα στοιχεία συσκευασίας και επισήμανσης των τροφίμων αυτών, και την παρτίδα, όπως και τα λεπτομερή στοιχεία των επιχειρήσεων στις οποίες διατέθηκαν τα εν λόγω τρόφιμα. Η αρμόδια αρχή διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίζει για το εύρος των διαδικασιών απόσυρσης, ακόμα και στις περιπτώσεις τροφίμων που παραμένουν υπό τον άμεσο έλεγχο της επιχείρησης, εφόσον κριθεί αυτό αναγκαίο, καθώς και για κάθε περαιτέρω ενέργεια. Τα παραπάνω αποσυρόμενα τρόφιμα μεταφέρονται σε ανεξάρτητο από τα ασφαλή τρόφιμα χώρο, στον οποίο τοποθετείται πινακίδα με την ένδειξη "μη ασφαλή τρόφιμα". Ο υπεύθυνος των τροφίμων αυτών υποχρεούται να διατηρεί έγγραφα αρχεία καταχώρησης των στοιχείων της απόσυρσης. 2.Στην περίπτωση τροφίμων που έχουν ήδη διατεθεί στους τελικούς καταναλωτές, και συντρέχουν οι συνθήκες της προηγούμενης παραγράφου, ο υπεύθυνος της επιχείρησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, υποχρεούται να ενημερώνει τους καταναλωτές για τους λόγους της απόσυρσης και, όταν κριθεί απαραίτητο για την προστασία της δημόσιας υγείας, να προβαίνει στην ανάκληση των προϊόντων από τους καταναλωτές που τα έχουν προμηθευτεί. 3.Όταν ένας υπεύθυνος επιχείρησης αποσύρει πρώτες ύλες ή ένα συστατικό που βρίσκεται υπό τον άμεσο έλεγχο του υποχρεούται να ενημερώσει τον προμηθευτή του σχετικά με τη μη συμμόρφωση. Ο τελευταίος, όταν συλλέγει πληροφορίες και διαπιστώνει ότι ένα τρόφιμο που δεν βρίσκεται υπό τον άμεσο έλεγχο του, δεν πληροί τις απαιτήσεις ασφάλειας εφαρμόζει τις υποχρεώσεις της παραγράφου 1. Η ίδια υποχρέωση προκύπτει για τους προμηθευτές ή τους παρασκευαστές ή τους εισαγωγείς και στην περίπτωση τροφίμων που αποσύρονται από τους διανομείς. 4.Επιχειρήσεις τροφίμων, που κρίνουν ή έχουν λόγους να πιστεύουν ότι τρόφιμα που έχουν διατεθεί στην αγορά είναι επιβλαβή για την υγεία, ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες αρχές και εξηγούν λεπτομερώς τα μέτρα που έλαβαν για την αποτροπή του κινδύνου. Οι ενέργειες αυτές αφορούν και τις περιπτώσεις τροφίμων που έχουν ήδη παραχθεί από τους υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίμων ή έχουν εισαχθεί και φυλάσσονται, με σκοπό την πώληση ή τη δωρεάν προσφορά. Σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί, ότι τα εν λόγω τρόφιμα είναι επιβλαβή για την υγεία εφαρμόζονται οι υποχρεώσεις της παραγράφου 1. 5.Για την εφαρμογή των παραπάνω παραγράφων οι αρμόδιες αρχές προωθούν τη συνεργασία μεταξύ των σταδίων της τροφικής αλυσίδας.

34

35 Συσκευασία των Τροφίμων
Άρθρον 9 Συσκευασία των Τροφίμων 1. Η συσκευασία, κατά τας εν γένει διακινήσεως των τροφίμων προς διάθεσίν των εις την κατανάλωσιν ή προς εναποθήκευσιν, δέον να παρέχει άπασας τας εγγυήσεις προστασίας αυτών από πάσης επιβλαβούς εξωτερικής ή εσωτερικής επι­δράσεως. 2.Η συσκευασία, παντός τροφίμου, φερομένου εις την κατανάλωσιν, δέον να επιτελήται κατά τρόπον διασφαλίζοντα το αμετάβλητον της συστάσεως αυτού εκ της επιδράσεως του περιβάλλοντος, την γνησιότητα του προϊόντος ως και το αμετάβλητον των επί τούτου επιγραφών. Συσκευασίαι μη παρέχουσαιτην κατά τα ως άνω διασφάλισιν θεωρούνται, παρά ταύτα, κλειστοί και απαραβίαστοι την δε ευθύνην επί μη κανονικότητος δειγμάτων ληφθέντων εκ τούτων φέρει ακεραίαν ο συσκευάσας το είδος. 3.Η συσκευασία των τροφίμων δέον να επιτελήται δια μέσων αμέμπτου καθαριότητος, κατασκευασμένων αποκλειστικώς και μόνον εκ των προς τούτο επιτρεπο­μένων υλών, συμφώνως προς τα εν Κεφαλαίω 11 του Παρόντος Κωδικός ρητώς διαλαμβανόμενα. 4.Η σύστασις των μέσων συσκευασίας των τροφίμων δέον να είναι τοιαύτης φύσεως ώστε: α) Τα τρόφιμα να μη προσβάλλονται υπό το μέσου συσκευασίας ουδέ τούτο να προσβάλλεται, καθ’ οιονδήποτε τρόπον υπό των εμπεριεχομένων τροφίμων. β) Το μέσον συσκευασίας να μην επιφέρη αλλοιώσεις εις την οσμήν, την γεύσιν ή την εμφάνισιν των εμπεριεχομένων τροφίμων, ουδέ να μεταφέρη εις ταύτα ουσίας επιβλαβείς δια την υγείαντου καταναλωτικού κοινού.

36 Απαγορεύεται, ως αποσκοπούσα εις την παραπλάνησιν του καταναλωτικού κοι­νού και διώκεται ως τοιαύτη, η καθ' οιονδήποτε τρόπον δήλωσις ή διαφήμισις τροφί­μου τινός, δι' ης αμέσως ή εμμέσως υπονοείται ότι το εν λόγω τρόφιμον έχει ιδιότητας μη πραγματικώς ενυπαρχούσας εις τούτο κατά την χρησιμοποίησίν του ή ότι τούτο εί­ναι κατάλληλον προς πρόληψιν ή θεραπείαντων αλκοολισμού, τριχοπτώσεως, σκωληκοειδίτιδας, αρτηριοσκληρώσεως, κυστεοπαθείας, καρκίνου, σπασμών, καταπτώσεως, διαβήτου, ασθενείας του προστάτου, ανωμαλιών της εμμιήνου ροής, δυσεντερίας, επιληψίας, γαγγραίνης, γλαυκώματος, αρθρίτιδος, καρδιοπάθειας, κήλης, υπερτάσε­ως, υποτάσεως, γρίππης, νευροπάθειας, λευχαιμίας, ηπατοπάθειας, ναυτίας και λοι­πών διαταραχών της εγκυμοσύνης, παχυσαρκίας, πλευρίτιδος, πνευμονίας, πολιομυελίτιδος, ρευματικού πυρετού, ρευματοειδούς αρθρίτιδος, ψωριάσεως, σηψαιμίας, σεξουαλικής ανικανότητος, τετάνου, ασθενείας του θυρεοειδούς, φυματιώσεως, οι­δημάτων και όγκων, έλκους του πεπτικού συστήματος, εν γένει, κολίτιδος και αφροδι­σίων νοσημάτων ως και συναφών ασθενειών ή διαταραχών. Απαγορεύεται, ως αποσκοπούσα εις την παραπλάνησιν του καταναλωτικού κοινού και διώκεται ως τοιαύτη, η καθ' οιονδήποτε τρόπον, δήλωσις ή διαφήμισις τροφίμου τινός, δι' ης αμέσως ή εμμέσως υπονοείται ότι, το υπό τινός, συγκεκριμμένως, παρασκευαστού προσφερόμενον εις την κατανάλωσιν τρόφιμον είναι ιδιατέρως πλούσιον (ή κατά περίπτωσιν πτωχόν) ως προς εν ή πλείονα εκ των θρεπτικών βασικών συστατικών αυτού ή περιέχει ταύτα εις μεγαλύτερος, ή, κατά περίπτωσιν, μικροτέρας της συνήθους αναλογίας, έστω και αν τούτο είναι αληθές, εφ' όσον τα εν λόγω συστατικά περιέχονται εις ποσοστόν ευρισκόμενον εντός των υπό του πα­ρόντος Κωδικός καθοριζομένων ορίων, δια το αντίστοιχον είδος τροφίμου. Ως τοιαύτη παραπλανητική δήλωσις θεωρείται και οιαδήποτε επί της συσκευα­σίας αναγραφή της εις τι συστατικόν περιεκτικότητος τροφίμου τινός, εις σημείον εμφανές και απομεμακρυσμένον του σημείου, ένθα παρέχεται η σύνθεσις του τροφίμου.

37 Άρθρο 11 Επισήμανση, παρουσίαση τροφίμων (Αντικαταστάθηκε το άρθρο 11 με την αποφ. ΑΧΣ 2206/85, ΦΕΚ 49/ τ.Β. σε εναρμόνιση προς την Οδηγία 79/112 ΕΟΚ, ως εξής:) 1. (Το εδάφιο α αντικαταστάθηκε με την αποφ. ΑΧΣ 804/90, ΦΕΚ 104/91 τ.Β. σε εναρμόνιση προς την Οδηγία 89/395 ΕΟΚ, ως εξής:) α) Το άρθρο αυτό αφορά στην επισήμανση, παρουσίαση και διαφήμιση των τροφίμων που προορίζονται να διατεθούν ως έχουν στον τελικό καταναλωτή. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται επίσης και στα τρόφιμα που προορίζονται να παραδοθούν σε εστιατόρια, νοσοκομεία κυλικεία και άλλες παρόμοιες μονάδες ομαδι­κής εστίασης που θα καλούνται στο εξής «μονάδες ομαδικής εστίασης». β) Κατά την έννοια του άρθρου αυτού νοούνται ως: i) Επισήμανση; Οι ενδείξεις, τα εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα, οι εικόνες ή τα σύμβολα που αναφέρονται σ' ένα τρόφιμο και εμφανίζονται πάνω σε κάθε συσκευασία, έγγραφο, πινακίδα, ετικέτα, δακτύλιο ή περιλαίμιο που συνοδεύουν το τρόφιμο αυτό. (Το υπεδάφιο Π τροποποιήθηκε με την αποφ. ΑΧΣ 804/90, ΦΕΚ 104/91 σε εναρμόνιση προς την Οδηγία 89/395 ΕΟΚ, ως εξής:) ii) Προσυσκευασμένο τρόφιμο: η μονάδα πώλησης που προορίζεται να παρουσιαστεί, όπως έχει στον τελικό καταναλωτή και στις μονάδες ομαδικής εστίασης και που αποτελείται από ένα τρόφιμο και τη συσκευασία, στην οποία έχει συσκευασθεί πριν από την προσφορά του προς πώληση, εφόσον η συσκευασία αυτή το καλύπτει ολικά ή μερικά, αλλά πάντα κατά τρόπο ώστε το περιεχόμενο να μη μπορεί να τρο­ποποιηθεί χωρίς να υποστεί και η συσκευασία άνοιγμα ή μεταβολή. 2. α) Η επισήμανση και ο τρόπος που γίνεται αυτή δεν πρέπει: i) Να είναι τέτοιας φύσης που να οδηγούν σε πλάνη τον καταναλωτή, ιδιαίτερα: - Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά του τροφίμου και ιδίως τη φύση, την ταυτό­τητα, τις ιδιότητες, τη σύνθεση, την ποσότητα, τη διατηρησιμότητα, τον τόπο παραγωγής ή προέλευσης, τον τρόπο παρασκευής ή λήψης. - Να αποδίδουν στο τρόφιμο δράση ή ιδιότητες που δεν έχει. - Να παρουσιάζουν ότι ένα τρόφιμο έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενώ αυτά τα ίδια χαρακτηριστικά έχουν όλα τα παρόμοια τρόφιμα. (Το υπεδάφιο ii αντικαταστάθηκε με την αποφ. ΑΧΣ 804/90, ΦΕΚ 104/91 τ.Β. σε εναρμόνιση προς την Οδηγία 89/395 ΕΟΚ, ως εξής:) ii) Να αποδίδουν στο τρόφιμο ιδιότητες πρόληψης, αγωγής ή θεραπείας ασθενειών ή να τις υπονοούν, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που εφαρμόζονται για τα φυσικά μεταλλικά νερά και τα τρόφιμα που προορίζονται για ειδική διατροφή.

38 Είδος: ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ Αριθμός: 79 Έτος: 2007
ΦΕΚ: Α Τέθηκε σε ισχύ: Η μ. Υπογραφή ς: Αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα εφαρμογής τ(ον Κανονισμών (ΕΚ.) υπ Ζ αριθμ. Ι 78/2002, 852/2004, 853/2004, 854/2004 και 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους κανόνες υγιείας για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα αυτά που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και τους κανόνες υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων και εναρμόνιση της κτηνιατρικής νομοθεσίας προς την υπ΄ αριθμ. 2004/41/ΕΚ Οδηγία του Ευρωπαϊκού Τίτλος: Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

39 Τίτλος Αρθρου: Κυρώσεις
Αρθρο: 29 Ημ/νία: Τίτλος Αρθρου: Κυρώσεις Κείμενο Αρθρου 1. Στις επιχειρήσεις τροφίμων και στους υπευθύνους αυτών, επιβάλλονται οι διοικητικές και ποινικές κυρώσεις του άρθρου 23 του ν. 248/1914 (Α' 110) όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 13 παράγραφος 2 του ν. 2538/1997 (Α' 242), συμπληρώθηκε με το άρθρο 15 του ν /1999 (Α' 154) και ισχύει, για ης παραβάσεις των Κανονισμών του άρθρου 1 του παρόντος. 2.Στις επιχειρήσεις τροφίμων επιβάλλονται., οι διοικητικές κυρώσεις για τις λοιπές παραβάσεις των Κανονισμών του άρθρου 1 του παρόντος ως ακολούθως: 2.1. Σε περίπτωση άρνησης ή παρακώλυσης διενέργειας επισήμου ελέγχου από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων κατ’ εξακολούθηση επιβάλλεται αναστολή ή ανάκληση της έγκρισης της εγκατάστασης της επιχείρησης τροφίμων. 2.2 Σε περίπτωση που κατά τον επίσημο έλεγχο και τον πρόσθετο έλεγχο, διαπιστωθούν ευρήματα όπως: α. μη συμμόρφωση προς τα γνωστοποιηθέντα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα β. ελλιπής τεκμηρίωση διαδικασιών σχετικά με τα συστήματα ΗΑ(ΧΡ. Ορθής" Πρακτικής Υγιεινής (ΟΠΥ) και Ορθής Παρασκευαστικής Πρακτικής (ΟΠΠ) .γ. ανεπαρκής εφαρμογή συστήματος αχιχνευσιμότητας επιβάλλεται, για κάθε περίπτωση, χρηματικό πρόστιμο χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ) έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ. 2.3.Σε περίπτωση που κατά τον επίσημο έλεγχο, διαπιστωθούν ευρήματα όπως: α) μη τήρηση των όρων έγκρισης εγκατάστασης β. διάθεση στην αγορά, μη ασφαλών τροφίμων ζωικής προέλευσης. γ. παραβάσεις σχετικά με το άρθρο 5 του Καν (ΕΚ) 853/2004 δ. μη εφαρμογή συστήματος ΗΑCC Ρ ε. μη εφαρμογή συστήματος ανιχνευσιμότητας ζ. μη τήρηση των απαιτήσεων του άρθρου 19 του. Καν (ΕΚ) 178/2002 επιβάλλεται για κάθε περίπτωση, χρηματικό πρόστιμο από δέκα χιλιάδες (10.000) εύρο:» έως διακόσιες χιλιάδες ( ) ευρώ. 2.4 Σε περίπτωση που κατά τον επίσημο έλεγχο διαπιστωθούν ευρήματα όπως α. Έλλειψη έγκρισης εγκατάστασης β. Παραγωγή και διάθεση τροφίμου ζωικής προέλευσης, τα οποία ενέχουν σοβαρούς κινδύνους για την Δημόσια Υγεία και οδηγούν στην ανάγκη λήψης άμεσων- μέτρων από τις Αρμόδιες Κτηνιατρικές αρχές. γ. Περιπτώσεις υποτροπών παραβάσεων της παραγράφου 2.2. του παρόντος άρθρου. Επιβάλλεται, για κάθε περίπτωση, χρηματικό πρόστιμο διακοσίων χιλιάδων ( ) ευρώ έως ενός εκατομμυρίου ( ) ευρώ. 3.Οι διοικητικές κυρώσεις της παραγράφου 2.2. και 2.3. του παρόντος άρθρου, επιβάλλονται στην επιχείρηση τροφίμων από το όργανο και τις διαδικασίες, που προβλέπει το άρθρο 23 Α διοικητικές κυρώσεις παράγραφοι 8. 9 και 10 του άρθρου 23 του ν. 248/14 (Α' 110) άπους το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 13 παράγραφος 2 του ν. 2538/1997 (Α' 242).

40 4. Οι διοικητικές κυρώσεις της παραγράφου 2. 4
4. Οι διοικητικές κυρώσεις της παραγράφου 2.4. του παρόντος άρθρου επιβάλλονται με απόφαση της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής, μετά από εισήγηση της Κτηνιατρικής Αρχής των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων. η οποία την βεβαιώνει. Η απόφαση επιβολής της Διοικητικής κύρωσης κοινοποιείται από την Κ.Α. των Ν. Α. στην επιχείρηση τροφίμων με αποδεικτικό παραλαβής. 4.1Η επιχείρηση τροφίμων στην οποία επιβάλλεται η διοικητική κύρωση δύναται να υποβάλλει ένσταση σε σχέση με το ύψος του χρηματικού προστίμου που της έχει επιβληθεί εντός δύο (2) ημερών στο Γενικό Γραμματέα του ΥΠΑΑΤ η οποία κατατίθεται στη Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής. 4.2Ο Γενικός Γραμματέας του ΥΠΑΑΤ αποφαίνεται οριστικά σχετικά με την ένσταση της επιχείρησης τροφίμων. 5.Τα πρόστιμα της παραγράφου 2.4 του παρόντος άρθρου αποτελούν έσοδα του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας. Κτηνοτροφίας και Δασών και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα περί εισπράξεων δημοσίων εσόδων (ΚΕΔΕ). 6. Η διάταξη του άρθρου 23 παρ. 5 του ν. 248/1914 εφαρμόζεται αναλόγως και στις παραβάσεις που διαπιστώνονται κατά τις επιθεωρήσεις που διενεργούν στη Χώρα οι κοινοτικοί εμπειρογνώμονες για την εφαρμογή των κοινοτικών διατάξεων. 7. Ως υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων, κατ΄ άρθρο 3 παρ. 3 του Καν. (ΕΚ) αριθμ. 178/20Θ2. είναι τα φυσικά πρόσωπα στις ατομικές επιχειρήσεις, οι ομόρρυθμοι εταίροι στις προσωπικές εταιρείες, οι διαχειριστές στις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και στους συνεταιρισμούς και οι διευθύνοντες σύμβουλοι στις ανώνυμες εταιρείες και γενικά τα πρόσωπα που ασκούν τη διοίκηση στην ανώνυμη εταιρεία.


Κατέβασμα ppt "«Ασφάλεια των τροφίμων Ζωικής προελεύσεως»"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google