Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

«Οι μέθοδοι πώλησης υπό το φώς του ενωσιακού δικαίου»

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "«Οι μέθοδοι πώλησης υπό το φώς του ενωσιακού δικαίου»"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 «Οι μέθοδοι πώλησης υπό το φώς του ενωσιακού δικαίου»
«Οι μέθοδοι πώλησης υπό το φώς του ενωσιακού δικαίου» Οικονομικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ακαδημαϊκό έτος Οι προπτυχιακές φοιτήτριες: Γεωργακοπούλου Νικολέττα Μουλά Σοφία Πασχαλίδου Μαριάννα Επιβλέπουσες καθηγήτριες: Κουσκουνά Μεταξία Παπαδοπούλου Ρεβέκκα- Εμμανουέλα

2 Περιεχόμενα Ευρωπαϊκή Ένωση και εσωτερική αγορά
Οι ελευθερίες κυκλοφορίες εντός της Ε.Ε. Η ελευθερία κυκλοφορίας των εμπορευμάτων στην Ε.Ε. Η τελωνειακή ένωση (άρθρο 28 ΣΛΕΕ) Οι ποσοτικοί περιορισμοί και τα μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος ως προς τους ποσοτικούς περιορισμούς Υπόθεση Dassonville Οι τεχνικές προδιαγραφές των προϊόντων Υπόθεση Cassis de Dijon Οι μέθοδοι (όροι) πώλησης των προϊόντων Υπόθεση Keck and Mithouard Νομολογιακά παραδείγματα Συμπεράσματα Ανακεφαλαίωση Βιβλιογραφία

3 Οι ελευθερίες κυκλοφορίας εντός της Ε.Ε.
Ελευθερία κυκλοφορίας προσώπων Ελευθερία κυκλοφορίας υπηρεσιών Ελευθερία κυκλοφορίας κεφαλαίων Ελευθερία κυκλοφορίας εμπορευμάτων Οι ελευθερίες αυτές έχουν χαρακτηριστεί ως υποκειμενικά ατομικά δικαιώματα κάθε Ευρωπαίου πολίτη. Αποδέκτες αυτών είναι τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα. Βασική εγγύηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι η απαγόρευση των διακρίσεων με βάση την ιθαγένεια. Δεν μπορούν να περιορίζονται ή να παρεμποδίζονται από κανένα κράτος-μέλος, δήμο ή εμπορικό κρατικό μονοπώλιο.

4 Ευρωπαϊκή Ένωση και εσωτερική αγορά
Πρόκειται για μία οικονομική και πολιτική ένωση 28 διαφορετικών ευρωπαϊκών χωρών με κοινή εξωτερική (σύστημα διακρατικό), τελωνειακή και εμπορική πολιτική (σύστημα υπερεθνικό). Η ύπαρξη μιας ενιαίας εσωτερικής αγοράς στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή μίας «κοινής» αγοράς που εμπεριέχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά της «εγχώριας» αγοράς αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική ενοποίηση της Ευρώπης και εξυπηρετεί το «άνοιγμα» των εθνικών αγορών και την ευόδωση του υγιή ανταγωνισμού. Άρθρο 3 ΣΛΕΕ Τελωνειακή ένωση Εσωτερική αγορά Κοινή εμπορική πολιτική

5 Η ελευθερία κυκλοφορίας των εμπορευμάτων στην Ε.Ε.
Ορισμός εμπορευμάτων [Επιτροπή κατά Ιταλίας 7/68] : προϊόντα, αποτιμητά σε χρήμα, που ως τέτοια μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών. Μέσα υλοποίησης της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ: Οι κανόνες απεμπλοκής απαγορεύουν την επιβολή χρηματικών επιβαρύνσεων και άλλων μέτρων μη χρηματικού χαρακτήρα. Τελωνειακή ένωση [28-33 ΣΛΕΕ] Κατάργηση ποσοτικών περιορισμών και μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος [ ΣΛΕΕ] ΘΕΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ: προσέγγιση εθνικών νομοθεσιών [ ΣΛΕΕ] Συμπληρωματικά: κατάργηση των φορολογικών διακρίσεων [ ΣΛΕΕ] ;

6 Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν εθνικούς κανόνες αναφορικά με το ενωσιακό εμπόριο των προϊόντων τους ελλέιψει ενωσιακής ρύθμισης, οι οποίοι όμως δεν επιτρέπεται να παρεμποδίζουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και να μην τηρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις. Όταν για ένα νομικό ζήτημα παρατηρείται νομικό κενό λόγω έλλειψης ενωσιακής ρύθμισης, τότε προκειμένου αυτό να καλυφθεί θεσπίζονται εθνικοί κανόνες από τα κράτη-μέλη λόγω της συντρέχουσας αρμοδιότητας αυτών και της Ένωσης. Η αναγκαιότητα κάλυψης αυτού του κενού οδηγεί στο άτοπο από την μία πλευρά να πρέπει να ρυθμιστεί το εν λόγω αρρύθμιστο έως τώρα νομικό ζήτημα και από την άλλη μέσω του εθνικού κανόνα να προκύπτει εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων εντός της Ε.Ε. που κατοχυρώνεται θεσμικά. Τα προϊόντα κάθε κράτους-μέλους (ενωσιακά εμπορεύματα) μπορούν να εξάγονται σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. ελεύθερα και χωρίς περιορισμούς, ή διακρίσεις σε αλλοδαπά κι εγχώρια. (1η προϋπόθεση) Περιορισμοί από αυτή τη γενική απαγορευτική αρχή μπορούν να θεσπιστούν μόνο για λόγους γενικού δημόσιου συμφέροντος και όταν επίσης υπάρχουν επιτακτικές ανάγκες που τους καθιστούν αναγκαίους, όπως η δημόσια ασφάλεια, η δημόσια υγεία, η προστασία του περιβάλλοντος και του καταναλωτή, τηρούμενης πάντα της αρχής της αναλογικότητας. (2η προϋπόθεση)

7 Tελωνειακή ένωση (άρθρο 28 ΣΛΕΕ)
Είναι υπεύθυνη για την τήρηση της ισχύουσας κάθε φορά νομοθεσίας και για τον έλεγχο όλων των ευρωπαϊκών εμπορευμάτων που κυκλοφορούν εντός των ευρωπαϊκών συνόρων. Προβλέπεται η αρχή της απαγόρευσης εισαγωγικών και εξαγωγικών δασμών ή φορολογικών επιβαρύνσεων ισοδυνάμου αποτελέσματος μεταξύ των κρατών μελών με εθνικές διατάξεις με στόχο την προαγωγή των εμπορικών συναλλαγών σε όλη την Ένωση χωρίς εμπόδια. (άρθρο 30 ΣΛΕΕ) Η ύπαρξη της τελωνειακής ένωσης επιπλέον στοχεύει στην εξέλιξη του ανταγωνισμού, στις ανάγκες εφοδιασμού της ένωσης σε πρώτες ύλες και στην αποφυγή πιθανών διαταραχών στην οικονομική ζωή της ένωσης. (άρθρο 32 ΣΛΕΕ) Κοινό καθεστώς εισαγωγών και εξαγωγών των ενωσιακών προϊόντων μεταξύ των κρατών-μελών. Κοινό εξωτερικό τελωνειακό δασμολόγιο για τις σχέσεις της με τρίτα κράτη. Δασμός: οποιοσδήποτε φόρος επιβάλλεται στα προϊόντα που περνούν τα εθνικά σύνορα. Διαρρύθμιση των κρατικών εμπορικών μονοπωλίων έτσι ώστε να μην παρεμποδίζεται η εύρυθμη λειτουργία και ανάπτυξη του ενδοκοινοτικού εμπορίου.

8 Οι ποσοτικοί περιορισμοί
Ποσοτικός περιορισμός: (όχι ενωσιακά θεσπισμένος ορισμός) είναι κάθε μέτρο που λαμβάνεται από ένα κράτος μέλος και στοχεύει στον περιορισμό της εισαγωγής και εξαγωγής ενός προϊόντος χρησιμοποιώντας ποσοτικά ή ανάλογα με την αξία του εμπορεύματος κριτήρια. Πρόκειται για εθνικά μέτρα που περιορίζουν την ποσότητα των εισαγωγών – εξαγωγών, όχι ανεβάζοντας τεχνητά το κόστος της εξαγωγής ή της εισαγωγής αλλά θέτοντας άμεσα ή έμμεσα όρια στη φυσική ποσότητα των εισαγόμενων ή εξαγόμενων αγαθών στην ή από την αγορά της χώρας, αλλιώς ποσοστώσεις. Παράδειγμα: Εισαγωγές στην Γαλλία τόνων ανά έτος σε μεταλλεύματα από την Γερμανία.

9 Τα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος ως προς τους ποσοτικούς περιορισμούς
Οι ποσοτικοί περιορισμοί επί των εισαγωγών και των εξαγωγών των προϊόντων σε άλλα κράτη-μέλη, όπως και όλα τα μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος απαγορεύονται ρητά σύμφωνα με τα άρθρα 34 και 35 ΣΛΕΕ. Μέτρο ισοδύναμου αποτελέσματος προς του ποσοτικούς περιορισμούς: ορίζεται νομολογιακά από την υπόθεση Dassonville (1974). Ήδη η οδηγία 70/50 προέβλεπε κατάργηση μέτρων δυσμενούς μεταχείρισης εγχώριων και αλλοδαπών προϊόντων. Παραδείγματα μ.ι.α: διακρίσεις ως προς τις τιμές των προϊόντων, την δυνατότητα διαφήμισης αυτών και ως προς τις αναγκαίες τεχνικές προδιαγραφές που αυτά πρέπει να τηρούν. Εξαιρετική διάταξη αποτελεί το άρθρο 36 ΣΛΕΕ καθώς επιτρέπει τους ποσοτικούς περιορισμούς και τα μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος ως προς αυτούς στα πλαίσια του ενδοκοινοτικού εμπορίου για λόγους γενικότερου δημόσιου συμφέροντος, υπό την προϋπόθεση βέβαια δεν προκαλούνται αυθαίρετες διακρίσεις ή δυσχέρειες στο εμπόριο.

10 Υπόθεση C-8/74 ‘‘Dassonville’’
Ο βελγικός νόμος απαιτούσε το σκωτσέζικο ουίσκι να διαθέτει πιστοποιητικό καταγωγής για να πωληθεί. O Dassonville αγόρασε σκωτσέζικο ουίσκι στη Γαλλία, για να πουλήσει στο Βέλγιο. Κατασκεύασε πιστοποιητικά καταγωγής για να ικανοποιήσει το βελγικό δίκαιο. Η απαίτηση ενός κράτους μέλους για πιστοποιητικό γνησιότητος, το οποίο προμηθεύονται δυσκολότερα οι εισαγωγείς ενός γνησίου προϊόντος, που βρί­ σκεται κανονικά σε ελεύθερη κυκλοφορία σε ένα άλλο κράτος μέλος, παρά εκείνοι που εισάγουν το ίδιο προϊόν απευθείας από τη χώρα καταγωγής, συ­ νιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό που δεν συμβιβάζεται προς τη Συνθήκη.

11 Ορισμός «μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος» από το Δικαστήριο: «Όλοι οι κανόνες εμπορίας που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη και μπορούν να εμποδίσουν, άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το ενδοκοινοτικό εμπόριο θεωρούνται ως μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος με ποσοτικούς περιορισμούς» Δεδομένου ότι θα ήταν δυσκολότερο για έναν πωλητή όπως ο Dassonville να πωλεί το Scotch Whiskey στο Βέλγιο παρά στη Γαλλία, καθώς θα έπρεπε να προσαρμόσει το ουίσκι του με επιπλέον κόστος για να το πωλήσει στο Βέλγιο, ο βελγικός νόμος ισοδυναμεί με ισοδύναμο αποτέλεσμα και πρέπει να απαγορευτεί σύμφωνα με το άρθρο 34 ΣΛΕΕ. Σύμβαση αποκλειστικής αντιπροσωπεύσεως, που καθεαυτή συμβιβάζεται με το άρθρο 105 ΣΛΕΕ, μπορεί να εμπίπτει στην απαγόρευση της διατάξεως αυτής, όταν, από άποψη νομοθετικής αλληλουχίας ή του συνόλου των συμβατικών σχέσεων που ενδιαφέρουν τον ίδιο παραγωγό και λαμβανομένης, υπόψη της συνηθιζομένης στην αγορά συμπεριφοράς των διαφόρων αποκλειστικών αντιπροσώπων του ιδίου προϊόντος έναντι των τρίτων, συνιστά εναρμονισμένη πρακτική που έχει ως σκοπό να προκαλέσει ή να διατηρήσει την απομόνωση των εθνικών αγορών από το ελεύθερο ενδοκοινοτικό εμπόριο.

12 Οι τεχνικές προδιαγραφές των προϊόντων
Ως τεχνικές προδιαγραφές των προϊόντων λογίζονται: Οι διαστάσεις, το βάρος, η σύνθεση, η συσκευασία, η μορφή, η ονομασία, η παρουσίαση, η σήμανση ενός προϊόντος Οι τεχνικές προδιαγραφές των προϊόντων αποτελούν μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος προς τους ποσοτικούς περιορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 34 ΣΛΕΕ και κατ’ αρχήν η θέσπιση και η επίκληση τους απαγορεύεται ρητά.

13 Υπόθεση C-120/78 ‘‘Cassis de Dijon’’
Η διάταξη της γερμανικής νομοθεσίας περί της διάθεσης στο εμπόριο των οινοπνευματωδών ποτών, η οποία καθορίζει ελάχιστο ποσοστό αλκοολικού τίτλου (ελάχιστη περιεκτικότητα σε οινόπνευμα 25%→ το CdD περιείχε 15-20%) πέτυχε ουσιαστικά την απαγόρευση της εισαγωγής οινοπνευματωδών από τη Γαλλία, παρότι εφαρμοζόταν αδιακρίτως στα εθνικά και μη ποτά. Ο καθορισμός ελάχιστης περιεκτικότητας αποτελεί περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και συνεπώς μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικούς περιορισμούς και ως εκ τούτου απαγορεύεται.

14 Αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης
Επομένως, δεν υπάρχει κανένας βάσιμος λόγος ώστε να εμποδίζεται η εισαγωγή των οινοπνευματωδών ποτών, υπό την προϋπόθεση ότι παράγονται νόμιμα και διατίθενται στο εμπόριο σε ένα από τα κράτη μέλη, σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος, χωρίς να μπορεί να αντιταχθεί, κατά της διαθέσεως αυτών των προϊόντων, νόμιμη απαγόρευση διαθέσεως στο εμπόριο ποτών που έχουν αλκοολικό τίτλο κατώτερο από το όριο το οποίο καθορίζεται από την εθνική νομοθεσία. Η επίτευξη της ενοποίησης του εμπορίου ως στόχος της Ε.Ε. εξυπηρετείται από την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης και εμπιστοσύνης μεταξύ των Κρατών- Μελών όταν τα προϊόντα που εισάγονται σε ένα Κράτος- Μέλος έχουν παραχθεί νομίμως σε άλλο κράτος-μέλος. Η αναγνώριση της αρχής αυτής αποτελεί σημαντική νομολογιακή προσφορά της συγκεκριμένης υπόθεσης.

15 Επιτακτικές ανάγκες Τα κράτη μέλη μπορούν να απαγορεύουν την εισαγωγή προϊόντων που παράχθηκαν σε άλλο Κράτος-μέλος μόνο αν με αυτή θίγονται εθνικές τους διατάξεις που αφορούν επιτακτικές ανάγκες της χώρας τους και αυτές δεν προβλέπονται ήδη με κοινοτική ρύθμιση. Το επιχείρημα της Γερμανικής Κυβέρνησης ήταν η προστασία της υγείας και των αθέμιτων πρακτικών ανταγωνισμού. Κρίθηκε ότι δεν επιδιώκεται σκοπός γενικού συμφέροντος ικανός να υπερισχύει των επιταγών περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Επιτακτικές ανάγκες: Τα εμπόδια κατά της κυκλοφορίας εντός της Κοινότητας, τα οποία προκύπτουν από τις διαφορές των εθνικών νομοθεσιών περί της διαθέσεως στο εμπόριο των εν λόγω προϊόντων, πρέπει να γίνουν δεκτά στο μέτρο που αυτές οι διατάξεις μπορεί να γίνει δεκτό ότι είναι απαραίτητες για να ικανοποιηθούν επιτακτικές ανάγκες, ιδίως ως προς την αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, την προστασία της δημοσίας υγείας, την εντιμότητα των εμπορικών συναλλαγών και την προστασία των καταναλωτών.

16 Η διάπλαση της έννοιας των επιτακτικών αναγκών αποτελεί τη δεύτερη σημαντική νομολογιακή συμβολή της υπόθεσης Cassis de Dijon. Οριοθέτηση άρθρου 36 ΣΛΕΕ και επιτακτικών αναγκών: 1. οι εξαιρέσεις του άρθρου 36 αναφέρονται περιοριστικά στο γράμμα της διάταξης, ενώ υπάρχουν και άλλοι λόγοι - χωρίς κλειστό αριθμό-, που αφορούν αδιακρίτως τα ημεδαπά και τα αλλοδαπά προϊόντα, που μπορεί να συνιστούν επιτακτικές ανάγκες. 2. Το άρθρο 36 εφαρμόζεται τόσο σε μέτρα που εισάγουν διακρίσεις έναντι των προϊόντων άλλων κρατών μελών, όσο και σε αδιακρίτως εφαρμοζόμενα μέτρα. Αντίθετα, οι επιτακτικές ανάγκες μπορούν να δικαιολογήσουν μόνο μέτρα που εφαρμόζονται αδιακρίτως σε εθνικά και μη προϊόντα.

17 Οι μέθοδοι (όροι) πώλησης των προϊόντων
Με τις τεχνικές προδιαγραφές δεν πρέπει να συγχέονται οι μέθοδοι (όροι) πώλησης των προϊόντων, καθώς οι κανόνες τους υπόκεινται σε διαφορετικό καθεστώς ρύθμισης. Στην έννοια των όρων πωλήσεως υπάγονται τρεις κατηγορίες ρυθμίσεων: Οι ρυθμίσεις που θέτουν περιορισμούς ως προς το πότε, το που και από ποιους πωλούνται συγκεκριμένα προϊόντα, Οι ρυθμίσεις που θέτουν περιορισμούς στις διαφημίσεις και, Οι ρυθμίσεις που αφορούν τις τιμές. Ως όροι πώλησης των προϊόντων λογίζονται ιδίως: Η απαγόρευση πώλησης επί ζημίας ή με ελάχιστο μόνο περιθώριο κέρδους, Η απαγόρευση διαφήμισης συγκεκριμένων προϊόντων, Η απαγόρευση ασκήσεως εμπορικών δραστηριοτήτων την ημέρα της Κυριακής ως αργίας και, Η απαίτηση άδειας για την εμπορία και διανομή συγκεκριμένων προϊόντων ή την πώλησης τους μόνο από συγκεκριμένα καταστήματα.

18 Οι όροι πώλησης δεν είναι μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος προς τους ποσοτικούς περιορισμούς γεγονός που συνεπάγεται την εκτός του άρθρου 34 ΣΛΕΕ ρύθμισή τους. Επιπλέον, πρέπει να ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις προκειμένου ναι μεν να γίνονται αποδεκτές οι εθνικές ρυθμίσεις που εξαιρούν συγκεκριμένες μορφές πώλησης αλλά δε να μην επηρεάζεται το ενωσιακό εμπόριο. Επομένως, οι ρυθμίσεις αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 34 της ΣΛΕΕ, όταν: αφορούν όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν την δραστηριότητα τους στο εθνικό έδαφος. επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, και νομικώς και πραγματικώς την εμπορία των εγχώριων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως από άλλα κράτη-μέλη. (Υπόθεση Keck and Mithouard) δεν παρεμποδίζουν πλήρως ή σε μεγάλο βαθμό την πρόσβαση των προϊόντων στην ενωσιακή αγορά. [κριτήριο που δεν ακολουθείται πάντα από τη νομολογία] Πρόσφατα συζητήθηκε κιόλας το ενδεχόμενο να επεκταθεί ο όρος και σε όρους χρήσεως προϊόντων, (πέραν του “όροι πωλήσεως”) για τη χρήση συγκεκριμένων προϊόντων όταν προκύπτουν επιτακτικοί λόγοι ανάγκης, το δε δικαστήριο όμως δεν το έκανε δεκτό. (C-110/05 Επιτροπή κατά Ιταλίας)

19 C-267,268/91 ‘‘Keck and Mithouard’’
Πραγματικά περιστατικά: Οι Keck και Μithouard κατηγορήθηκαν ότι τα προϊόντα τους τα μεταπώλησαν σε τιμές πολύ χαμηλότερες από το κόστος και την αξία της πραγματικής τιμής αγοράς τους και ότι συνεπώς παραβίασαν τον εθνικό νόμο της Γαλλίας. Το επιχείρημα τους ήταν ότι αυτή η γενική απαγόρευση που θεσπίζεται με τον γαλλικό νόμο δεν είναι σύμφωνη με το άρθρο 34 ΣΛΕΕ αλλά ούτε και με τις θεμελιώδεις αρχές της ελευθερίας της κυκλοφορίας των προσώπων, των υπηρεσιών, των κεφαλαίων και δη των εμπορευμάτων στα πλαίσια που κατοχυρώνει η ελεύθερη ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Για αυτό το λόγο υπεβλήθηκε προδικαστικό ερώτημα στο δικαστήριό προκειμένου να ερμηνευθούν οι διατάξεις της συνθήκης. Η εθνική αυτή ρύθμιση της Γαλλίας δεν είχε σκοπό να επεκτείνει την εφαρμογή της και στο εμπόριο στα πλαίσια της Ε.Ε., όμως παρόλα αυτά από τη φύση της και μόνο είναι ικανή να περιορίσει τις εισαγωγές προϊόντων άλλων κρατών-μελών σημαντικά ως προς τους όγκους εισαγωγής αυτών και να αφαιρέσει από τα κράτη- μέλη τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη αυτή μέθοδο πώλησης (πώληση επί ζημία).

20 Η εθνική ρύθμιση της Γαλλίας μεταχειρίζεται αδιακρίτως ακόμα και στα πλαίσια του ίδιου του κράτους της, καθώς: α) διακρίνει ανάμεσα στον κατασκευαστή και στους μετέπειτα πωλητές του ίδιου προϊόντος επιτρέποντας στον πρώτο να πωλεί το προϊόν που ο ίδιος κατασκεύασε σε τιμή χαμηλότερη τους κόστους αγοράς τους την ίδια στιγμή που στους δεύτερους το απαγορεύει, β) διακρίνει του επιχειρηματίες στις παραμεθόριες περιοχές τον ανταγωνισμό και το εμπόριο με βάση την ιθαγένεια ή ακόμα και τον τόπο όπου είναι αυτοί οι επιχειρηματίες εγκατεστημένοι. Άρα, η στέρηση της συγκεκριμένης αυτής μεθόδους πώλησης αποτελεί μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικούς περιορισμούς; Διερωτάται αν ο όγκος των πωλήσεων που λόγω των ανωτέρων περιορίζεται σημαντικά αφαιρεί από τους επιχειρηματίες τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν την συγκεκριμένη μέθοδο πώλησης. Πρέπει να αποδοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός ότι η γενική απαγόρευση της μεταπώλησης των εμπορευμάτων σε τιμή χαμηλότερη του κόστους που αποτελεί και το επίδικο ζήτημα της κύριας δίκης είναι άσχετο με τις διατάξεις της συνθήκης περί τις αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας εντός των ορίων της Ε.Ε. Κρίσιμο είναι επίσης να διευκρινιστεί αν η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων συμβιβάζεται με την απαγόρευση της μεταπώλησης των προϊόντων σε τιμή κάτω του κόστους δεδομένου ότι αυτό εξαρτάται ανάλογα με το τι εθνικό καθεστώς ισχύει σε κάθε κράτος μέλος που η κάθε επιχείρηση επιλέγει να προσφέρει τα εμπόρευμα της, γιατί σε άλλη χώρα μπορεί να θεωρείται όρος πώλησης, ενώ σε άλλη ο ίδιος περιορισμός να μην υπάγεται στην έννοια αυτή και κατά συνέπεια να εφαρμόζεται το άρθρο 34 ΣΛΕΕ.

21 Η απάντηση εδώ είναι ότι ακόμα κι αν ορισμένα μόνο κράτη-μέλη απαγορεύουν τη μεταπώληση σε τιμή κάτω του κόστους, διάκριση δεν υπάρχει καθώς η απαραίτητη προϋπόθεση που είναι η μέθοδος πώλησης να εφαρμόζεται σε όλα τα προϊόντα, χωρίς διακρίσεις δηλαδή σε αλλοδαπά και εγχώρια εδώ εφαρμόζεται σε ισχύ. Το δικαστήριο μέσα από την ποινική υπόθεση των Keck and Mithouard αποφάσισε ότι οι εθνικές ρυθμίσεις που αφορούν τις τεχνικές προδιαγραφές των προϊόντων εμπίπτουν κατά κανόνα στο πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης των μέτρων ισοδύναμου προς ποσοτικό περιορισμό αποτελέσματος και συνεπώς απαγορεύεται οποιαδήποτε επίκληση τους ικανή να δημιουργήσει εμπόδια στην ομαλή λειτουργία του εμπορίου στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίθετα, οι εθνικές διατάξεις που αφορούν π.χ. την τιμή, την διαφήμιση, τον τόπο ή το χρόνο πώλησης αποτελούν τις μεθόδους πώλησης των προϊόντων και δεν είναι ικανές να περιορίσουν το ενδοενωσιακό εμπόριο, δεν αποτελούν δηλαδή περιορισμό, όπως τα μέτρα ισοδυνάμου προς του ποσοτικούς περιορισμούς αποτελέσματος και συνεπώς δεν απαγορεύεται η εφαρμογή τους από το άρθρο 34 ΣΛΕΕ. Η υπόθεση Keck and Μithouard ουσιαστικά κατόρθωσε να θέσει όριο στην ευρεία ερμηνεία του τι συγκαταλέγεται στην έννοια των μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος του άρθρου 34 ΣΛΕΕ και να κάνει ξεκάθαρο πως σε αυτή την έννοια υπάγονται μόνο οι τεχνικές προδιαγραφές των προϊόντων και όχι οι μέθοδοι πώλησης αυτών.

22 Αλλαγές που επήλθαν μετά την απόφαση Keck and Mithouard
Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός πως μετά την προαναφερθείσα απόφαση οι περιορισμοί που παρόλο που περιορίζουν το ενωσιακό εμπόριο, εφόσον συνδέονται περισσότερο με την παραγωγή και το μάρκετινγκ των προϊόντων, δεν ανήκουν στην κατηγορία των μεθόδων πώλησης και συνεπώς δεν εμπίπτουν στην ρύθμιση του άρθρου 34 ΣΛΕΕ και ως επακόλουθο απαγορεύεται η επίκληση της εφαρμογής τους. Για να μην εμπίπτουν οι μέθοδοι πώλησης στο άρθρο 34 ΣΛΕΕ θα πρέπει να τηρείται η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που έθεσε η νομολογία της υπόθεσης Keck and Mithouard, τόσο α) ως προς τους επιχειρηματίες ώστε να εφαρμόζονται σε όλους ανεξαιρέτως όσο β) και ως προς όλα αδιακρίτως τα προϊόντα, αλλοδαπά και εγχώρια, γ) να μην παρεμποδίζουν πλήρως ή σε μεγάλο βαθμό την πρόσβαση στην αγορά. Αν δηλαδή ένας περιορισμός είναι μέθοδος πώλησης κι όχι τεχνική προδιαγραφή μπορεί, παρά ταύτα να εμπίπτει στο άρθρο 34 ΣΛΕΕ και να απαγορεύεται επειδή δεν ικανοποιεί τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις που εισήγαγε η υπόθεση Keck and Mithouard χωρίς βέβαια να παύει να χαρακτηρίζεται το εν λόγω εμπόδιο ως μέθοδος πώλησης.

23 Νομολογιακές υποθέσεις:
-ωράρια λειτουργίας πρατηρίων βενζίνης (Tankstation Heukske vof J., B. E. Boermans) -διαφήμιση παραφαρμακευτικών προϊόντων εκτός φαρμακείου (Hunermund) -πώληση καπνού αποκλειστικά από καταστήματα λιανικής με άδεια (Banchero) -άνοιγμα καταστημάτων τις Κυριακές (Semeraro Casa) -πώληση κάτω του κόστους (Keck, ITΜ Belgium SA και Vocarex SA) -διαφήμιση δια του τύπου προϊόντων που απευθύνεται σε παιδιά (De Agostini) -πώληση φαρμάκων δι’αλληλογραφίας -προϊόντα bake-off (AB Βασιλόπουλος- Carrefour) -εμπορία φακών επαφής μέσω διαδικτύου (Ker-Optika) -υποχρέωση λήψης άδειας λιανικής πωλήσεως για την εισαγωγή οινοπνευματωδών ποτών (Visnapuu) -σύστημα πριμοδοτήσεως για την αγορά φαρμάκων από συγκεκριμένο έμπορο (DPV)

24 1. C-401,2/92 - Gerechtshof 's Hertogenbosch -Tankstation 't Heukske και Boermans
Πραγματικά περιστατικά: Ολλανδικός νόμος προβλέπει μέγιστο αριθμό ωρών λειτουργίας και υποχρεωτικές περιόδους απαγορεύσεως της λειτουργίας. Προβλέφθηκε εξαίρεση κατ' εφαρμογή δυνατότητας κανονιστικής απόφασης που προβλέπει ποια σημεία πωλήσεως επιτρέπεται να λειτουργούν εκτός του γενικού ωραρίου της απαγορεύσεως λειτουργίας: μεταξύ αυτών τα πρατήρια βενζίνης που βρίσκονται εκτός κατοικημένων περιοχών κατά μήκος αυτοκινητοδρόμου ή οδού ταχείας κυκλοφορίας, όταν στο κατάστημα αυτό διατίθενται προς πώληση αποκλειστικώς καύσιμα και προϊόντα λιπάνσεως για οχήματα ή σκάφη, προϊόντα για τη χρήση, τον καθαρισμό ή τις άμεσες επισκευές οχημάτων ή σκαφών, καθώς και των εξαρτημάτων τους, είδη ατομικής καθαριότητας, τρόφιμα άμεσης καταναλώσεως, παγωτά, μη οινοπνευματώδη ποτά, καπνός, είδη καπνιστού, καθόσον καταναλώνονται συνήθως κατά τη διαδρομή. Τα πρατήρια αυτά μπορούν να είναι ανοιχτά ημέρα και νύχτα και να διαθέτουν προς πώληση ορισμένα είδη που έχουν σχέση με το ταξίδι, όπως τη βενζίνη και τα είδη καπνιστού. Αντιθέτως, ως προς τα άσχετα με το ταξίδι προϊόντα, εξακολουθεί να ισχύει η γενική ρύθμιση, δηλαδή ότι τα προϊόντα αυτά μπορούν να πωλούνται μόνο στο πλαίσιο των ωρών νόμιμης λειτουργίας, οι οποίες πρέπει να αναγράφονται σε κάθε είσοδο των καταστημάτων για το κοινό. Εκτός των ωρών νόμιμης λειτουργίας, τα προϊόντα που δεν έχουν σχέση με το ταξίδι πρέπει να φυλάσσονται εντός κλειστού ερμαρίου. Αντίστοιχη εξαίρεση για όλα τα άλλα πρατήρια βενζίνης με την επιφύλαξη ότι ο καπνός και τα είδη καπνιστού πωλούνται εντός των πρατηρίων αυτών εκτός των κανονικών ωρών λειτουργίας μόνο μέσω μηχανημάτων αυτόματης διανομής. Οι Heukske και Boermans καταδικάστηκαν επειδή παραβίαζαν κάποιες από τις διατάξεις αυτές.

25 Εξεταζόμενη μέθοδος πώλησης: λειτουργία ωραρίων πρατηρίων βενζίνης μετά τα μεσάνυχτα.
Προδικαστικό ερώτημα: Αντίκεινται στο 34 ΣΛΕΕ διατάξεις κατά τις οποίες επιτρέπεται στους εκμεταλλευομένους, μεταξύ άλλων, πρατήρια βενζίνης, καταστήματα εντός σιδηροδρομικών σταθμών και αεροδρομίων, καταστήματα εντός νοσοκομείων και μουσείων να διαθέτουν προς πώληση και να πωλούν είδη καπνιστού, ποτά, εφημερίδες, κασέτες μουσικής και τρόφιμα, ενώ άλλα, μεταξύ των οποίων ειδικά καταστήματα, έχουν προφανώς περισσότερο περιορισμένη δυνατότητα να παραμένουν ανοικτά; Πληρούνται οι προϋποθέσεις της Keck: ρύθμιση που ισχύει χωρίς διάκριση, δε θίγει περισσότερο τα εισαγόμενα προϊόντα σε σχέση με τα εγχώρια. Κρίση ΔΕΕ: Η εθνική ρύθμιση ισχύει, αδιακρίτως της καταγωγής των σχετικών προϊόντων, για όλους τους οικείους επιχειρηματίες, συνεπώς δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 34 ΣΛΕΕ.

26 2. C-292/92 - Hünermund κατά Landesapothekerkammer Baden-Württemberg
Μέθοδος πώλησης: διαφήμιση εκτός φαρμακείων παραφαρμακευτικών προϊόντων Προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 34 και 36 ΣΛΕΕ, προκειμένου να μπορέσει να εκτιμήσει το συμβιβαστό ενός δεοντολογικού κανόνα προς τις διατάξεις αυτές, ο οποίος θεσπίσθηκε από το Φαρμακευτικό Επιμελητήριο του ομόσπονδου κράτους της Βάδης- Βυρτεμβέργης, και ο οποίος απαγορεύει στους φαρμακοποιούς που ασκούν επάγγελμα εντός του ομόσπονδου αυτού κράτους να διαφημίζουν εκτός φαρμακείου τα παραφαρμακευτικά προϊόντα τα οποία τους επιτρέπεται να πωλούν. Η ρύθμιση αυτή είναι ικανή να περιορίσει τον όγκο των πωλήσεων στη Βάδη-Βυρτεμβέργη καθώς η ρύθμιση αυτή, ήτοι η μη διαφήμιση παραφαρμακευτικών προϊόντων εκτός φαρμακείου είναι μία μέθοδος πώλησης την οποία το ομόσπονδο αυτό κράτος στερείται. Η εφαρμογή της ρύθμισης επεκτάθηκε σε όλα τα προϊόντα ανεξαρτήτως προελεύσεως αυτών και σε όλους τους φαρμακοποιούς που υπάγονται στη δικαιοδοσία του επαγγελματικού επιμελητηρίου. Έτσι,δεν επηρεάζεται η εμπορία των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών κατά τρόπο διαφορετικό απ' ό τι των εγχωρίων προϊόντων. (αρχή της μη διακριτικής μεταχείρισης των προϊόντων) Συνεπώς το δικαστήριο έκρινε ότι τα άρθρα αυτά δεν έχουν εφαρμογή επί δεοντολογικού κανόνα, θεσπισθέντος από το φαρμακευτικό επιμελητήριο κράτους μέλους, ο οποίος απαγορεύει στους φαρμακοποιούς να διαφημίζουν εκτός φαρμακείου τα παραφαρμακευτικά προϊόντα.  

27 3. C-387/93 Ποινική δίκη Giorgio Domingo Banchero
Κατ’ εφαρμογή των κριτηρίων που διατυπώθηκαν στην υπόθεση Keck & Mithouard, το δικαστήριο δέχθηκε ότι η πώληση προϊόντων καπνού από μη αδειούχους διανομής συνιστά ορισμένη μέθοδο πώλησης, η απαγόρευση της οποίας δεν είναι δυνατό να επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά το κοινοτικό εμπόριο με αποτέλεσμα να μην απαγορεύεται αφού δεν πρόκειται για μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος προς τους ποσοτικούς περιορισμούς. Την εκτίμηση αυτή δεν μεταβάλλει το γεγονός ότι η εν λόγω νομοθεσία εφαρμόζεται μόνο σε ορισμένη κατηγορία προϊόντων, τα προϊόντα επεξεργασμένου καπνού, και όχι εν γένει σε όλο το λιανικό εμπόριο, καθώς η δεύτερη προϋπόθεση που επισημαίνει «…να εφαρμόζεται σε όλα τα προϊόντα ανεξαιρέτως…» δεν εννοεί σε όλο το λιανικό εμπόριο αλλά θέλει να καταστήσει σαφές ότι δεν επιτρέπεται να υπάρχει διάκριση των εγχώριων προϊόντων εις βάρος των αλλοδαπών. Κρίθηκε επίσης ότι η χορήγηση αδειών λειτουργίας καπνοπωλείων δεν είναι περιορισμένη σε τέτοιο βαθμό, ώστε να πλήττει τον ικανοποιητικό εφοδιασμό των καταναλωτών σε καπνό, εγχώριο ή εισαγόμενο. Στην συγκεκριμένη υπόθεση λοιπόν έγινε δεκτή ως μέθοδος πώλησης το καθεστώς προηγούμενης χορήγησης άδειας χωρίς σαφώς κατά συνέπεια να εμπίπτει στην εφαρμογή του άρθρου 34 ΣΛΕΕ.

28 4. C-418/93 - Semeraro Casa Uno κ.λπ.
Στα χαρακτηριστικά της ιταλικής αγοράς συγκαταλέγεται μεγάλος αριθμός μικρών επιχειρήσεων για πολύ περιορισμένο αριθμό καταναλωτών και μεγάλα εμπορικά κέντρα περιφερειακά των πόλεων ή έξω από αυτές. Το προδικαστικό ερώτημα που τέθηκε ήταν αν είναι αναγκαίο το άνοιγμα των καταστημάτων και τις Κυριακές, όπου είναι και η μέθοδος πώλησης που κατοχυρώνει η απόφαση αυτή. Ο ήδη περιορισμένος ελεύθερος χρόνος των καταναλωτών κατά τις εργάσιμες ημέρες ως ατομικά κατοχυρωμένο δικαίωμα σε αντιπαραβολή με την μεγάλη αγοραστική ζήτηση στις μικρές επιχειρήσεις στο εσωτερικό των πόλεων προκαλεί ανόμοια επιρροή στις εθνικές αλλά και μη επιχειρήσεις καθώς οι μικρές επιχειρήσεις δεν προμηθεύονται εισαγόμενα αγαθά στον ίδιο βαθμό με τα μεγάλα εμπορικά κέντρα. Πάντως δεν αποδεικνύεται ότι ο σκοπός της εθνικής διάταξης ήταν η ρύθμιση διακρατικών σχέσεων που μπορεί να οδηγήσει σε άνιση μεταχείριση εγχώριων και εισαγόμενων προϊόντων, καθώς εν προκειμένω επηρεάζεται η πρόσβαση στην αγορά ενός προϊόντος γενικά και όχι των εισαγόμενων προϊόντων σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με τα εγχώρια. Τελικά έγινε δεκτό ότι δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 34 ΣΛΕΕ.

29 5. C-63/94 - ITΜ Belgium SA και Vocarex SA
Bέλγικη εταιρεία αγόρασε γεώμηλα (πατάτες) σε σάκους των 25 κιλών αντί 27 βελγικών φράγκων (BFR) έκαστο, τους οποίους μεταπώλησε αντί 29 BFR το καθένα. Την ίδια περίοδο το προϊόν αυτό επωλείτο κατά κανόνα στην τιμή των 89 BFR έκαστο στην αγορά. Η εξεταζόμενη μέθοδος πώλησης είναι η πώληση προϊόντων σε τιμή κάτω του κόστους. Ως πώληση σε τιμή κάτω του κόστους θεωρείται κάθε πώληση έναντι τιμήματος το οποίο δεν είναι τουλάχιστον ίσο προς την τιμή η οποία αναγράφεται στο τιμολόγιο αγοράς του προϊόντος ή προς εκείνη η οποία θα αναγραφόταν σε περίπτωση νέας αγοράς. Προς πώληση σε τιμή κάτω του κόστους εξομοιώνεται κάθε πώληση η οποία, εάν ληφθούν υπόψη οι ανωτέρω τιμές καθώς και τα γενικά έξοδα, παρέχει ένα εξαιρετικά περιορισμένο περιθώριο κέρδους.» Το δικαστήριο έκρινε ότι, καθώς η εθνική ρύθμιση του Βελγίου που απαγόρευε την πώληση κάτω του κόστους εφαρμοζόταν αδιακρίτως σε εγχώρια και αλλοδαπά προϊόντα, δεν αποτελεί μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος κατά την έννοια του άρθρου 34 ΣΛΕΕ.

30 6. C-34/95 - De Agostini Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ελευθερία λήψεως και δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση στο έδαφός τους των τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη αν η αποτελεσματικότητα των διαφόρων τρόπων προωθήσεως είναι πραγματική. Επομένως, η πλήρης απαγόρευση των διαφημίσεων που απευθύνονται σε παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών και της παραπλανητικής διαφημίσεως  δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30 της Συνθήκης  H De Agostini υποστήριξε ότι η τηλεοπτική διαφήμιση ήταν η μόνη μορφή αποτελεσματικής προωθήσεως η οποία της παρείχε τη δυνατότητα να διεισδύσει στη σουηδική αγορά, δοθέντος ότι δεν διέθετε άλλα διαφημιστικά μέσα για να προσεγγίσει τα παιδιά και τους γονείς τους.

31 7.C-322/01 –Deutscher apothekerverband eV
Και σε αυτή την υπόθεση έχουμε εφαρμογή των κριτηρίων της υπόθεσης Keck and Mithouard. Φάρμακα, τα οποία δεν διατίθενται προς πώληση εκτός των φαρμακείων τίθενται σε κυκλοφορία για επαγγελματικούς και εμπορικούς σκοπούς μεταξύ των τελικών καταναλωτών μόνο από τα φαρμακεία κι όχι μέσω της πωλήσεως δι αλληλογραφίας. Γερμανικός νόμος απαγορεύει να διατίθενται δια αλληλογραφίας φάρμακα των οποίων η πώληση επιφυλάσσεται αποκλειστικά υπέρ των φαρμακείων για να πληροφορεί και να συμβουλεύει τον πελάτη, να εξετάζει ενδεχομένως αν η ιατρική συνταγή περιλαμβάνει σφάλματα. Απαγορεύεται η διαφήμιση μέσω της οποίας επιχειρείται η διά ταχυδρομικής παραγγελίας αγορά φαρμάκων τα οποία διατίθενται αποκλειστικά από τα φαρμακεία. Οι γερμανικοί νόμοι ενδέχεται να προσβάλλουν την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Ο περιορισμός αυτός συνιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος περιορίζον την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων υπό την έννοια του άρθρου 34 ΣΛΕΕ. Εθνική απαγόρευση πωλήσεως φαρμάκων δια αλληλογραφίας των οποίων η πώληση επιφυλάσσεται αποκλειστικά υπέρ των φαρμακείων εντός του οικείου κράτους μέλους αποτελεί μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος υπό την έννοια του άρθρου 34 ΣΛΕΕ.

32 8. C–158-159/04 Άλφα-Βήτα ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ και Carrefour Μαρινόπουλος κατά Ελληνικού Δημοσίου
Οι αιτήσεις για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 34 ΣΛΕΕ, ιδίως, όσον αφορά τη συμβατότητα των διατάξεων της ελληνικής νομοθεσίας που διέπουν τη διάθεση στο εμπόριο των προϊόντων αρτοποιίας που παρασκευάζονται σύμφωνα με τη μέθοδο «bake-off» προς την ανωτέρω διάταξη της Συνθήκης ΕΚ. Η μέθοδος συνίσταται στην ταχεία απόψυξη και εν συνεχεία αναθέρμανση ή έψηση, εντός των σημείων πωλήσεως, προϊόντων που είναι πλήρως ή μερικώς προψημένα και κατεψυγμένα. Στην παρούσα απόφαση ο όρος «bake-off» χρησιμοποιείται υπό την έννοια αυτή.   Οι σχετικές αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως υποβλήθηκαν στο πλαίσιο των προσφυγών ακυρώσεως που άσκησαν, αφενός, η Άλφα Βήτα Βασιλόπουλος ΑΕ (πρώην ΤΡΟΦΟ Super-Markets AE) και, αφετέρου, η Carrefour- Μαρινόπουλος ΑΕ κατά των αποφάσεων της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ιωαννίνων (στο εξής: νομαρχιακή αυτοδιοίκηση), με τις οποίες διετάχθη η παύση λειτουργίας των σημείων πωλήσεως των προϊόντων «bake-off» εντός των αντιστοίχων υπεραγορών τους.

33 Το άρθρο 34 ΣΛΕΕ απαγορεύει τους ποσοτικούς περιορισμούς, καθώς και όλα τα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος, επί των εισαγωγών μεταξύ των κρατών μελών. 4 Κατά το άρθρο 36 ΣΛΕΕ, το άρθρο 34 ΣΛΕΕ δεν αποκλείει τις απαγορεύσεις ή τους περιορισμούς εισαγωγών που δικαιολογούν, μεταξύ άλλων, λόγοι προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων και των ζώων, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω απαγορεύσεις ή περιορισμοί δεν συνιστούν ούτε μέσο αυθαίρετων διακρίσεων ούτε συγκεκαλυμμένο περιορισμό στο εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Το ΠΔ του 1934 περί των όρων ιδρύσεως και λειτουργίας εργοστασίων αρτοποιίας και αρτοποιείων εν γένει διέπει τη διαδικασία χορηγήσεως αδείας ιδρύσεως και λειτουργίας αρτοποιείου. Ορίζει ποικίλα τεχνικά ζητήματα καθώς και τα μηχανήματα που θα πρέπει να διαθέτουν.

34 O νόμος 726/1977 τροποποιεί και συμπληρώνει την ισχύουσα περί αρτοποιείων και πρατηρίων άρτου νομοθεσία. Δυνάμει του άρθρου 16, για την ίδρυση και την έναρξη λειτουργίας αρτοποιείου ή πρατηρίου άρτου απαιτείται προηγούμενη άδεια ιδρύσεως που εκδίδεται από τον αρμόδιο νομάρχη. Αποτελεί μέτρο ισοδύναμο με ποσοτικό περιορισμό κατά την έννοια του άρθρου 34 ΣΛΕΕ η προϋπόθεση προηγούμενης αδείας για τη διάθεση των προϊόντων bakeoff; Το άρθρο 34 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία εξαρτά την πώληση προϊόντων «bake-off» από τους ίδιους όρους με τους ισχύοντες για τη μέθοδο πλήρους παρασκευής και διαθέσεως στο εμπόριο του παραδοσιακού άρτου και των παραδοσιακών προϊόντων αρτοποιίας.

35 9. C-108/09 - Ker-Optika bt κατά ÀNTSZ Dél-dunántúli Regionális Intézete
Απαγόρευση εμπορίας φακών επαφής μέσω διαδικτύου από διατάξεις κανονισμού του Υπουργείου Δημόσιας Υγείας, κατά τις οποίες η εμπορία φακών επαφής μπορεί να πραγματοποιείται μόνο σε κατάστημα ειδικευμένο στην πώληση ιατρικών ειδών ή με παράδοση κατ’ οίκον για τελική κατανάλωση-η παράδοση κατ’ οίκον δεν περιλαμβάνει, ούτε κατ’ όνομα ούτε κατ’ αντικείμενο, την εμπορία μέσω Διαδικτύου) Με αυτή την απαγόρευση οι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη επιχειρήσεις στερούνταν ενός ιδιαιτέρως αποτελεσματικού τρόπου εμπορίας των προϊόντων αυτών, με αποτέλεσμα σημαντική δυσχέρανση της πρόσβασής τους στην ουγγρική αγορά. H ρύθμιση δεν θίγει κατά τον ίδιο τρόπο την εμπορία φακών επαφής εκ μέρους ουγγρικών επιχειρήσεων και εκείνη εκ μέρους επιχειρήσεων άλλων κρατών μελών. Συμπέρασμα: η εν λόγω ρύθμιση συνιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό απαγορευόμενο από το άρθρο 34 ΣΛΕΕ, εκτός και αν μπορεί να δικαιολογηθεί για αντικειμενικούς λόγους (36 ΣΛΕΕ-βλ. παρακάτω).

36 Κρίθηκε ότι η απαγόρευση δεν εμπίπτει στο άρθρο 36 ΣΛΕΕ, διότι αν και ο τομέας δημόσιας υγείας κατέχει πρώτη θέση μεταξύ των αγαθών και των συμφερόντων που προστατεύει η Συνθήκη και το μέτρο είναι κατάλληλο η συνδρομή ειδικευμένου οπτικού και οι υπηρεσίες που αυτός παρέχει ενδέχεται να μειώσουν τους κινδύνους που διατρέχουν οι χρήστες φακών επαφής. ο σκοπός μπορεί να υλοποιηθεί μέσω λιγότερο περιοριστικών μέτρων από εκείνα που απορρέουν από την επίμαχη στην κύρια δίκη ρύθμιση. [υποβολή σε περιορισμούς μόνον της πρώτης παραδόσεως φακών, καθώς και στην επιβολή στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς της υποχρεώσεως να θέτουν στη διάθεση του πελάτη ειδικευμένο οπτικό]. → δεν πληρούται το κριτήριο της αναλογικότητας.

37 10. C‑198/14 Valev Visnapuu κατά Kihlakunnansyyttäjä, Suomen valtio – Tullihallitus
Υποχρέωση λήψης άδειας λιανικής πωλήσεως για την εισαγωγή οινοπνευματωδών ποτών: εμποδίζει τους εγκατεστημένους σε άλλα κράτη μέλη επιχειρηματίες να εισάγουν ελεύθερα οινοπνευματώδη ποτά στη Φινλανδία με σκοπό τη λιανική τους πώληση, καθώς δεν επιβάλλεται σε όλους τους ενδιαφερόμενους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους στην ημεδαπή. (Δικαίωμα πώλησης από την κρατική εταιρία χωρίς άδεια λιανικής) Η άδεια λιανικής πωλήσεως χορηγείται μόνο στους εγκατεστημένους στη Φινλανδία παραγωγούς οινοπνευματωδών ποτών, με επακόλουθο τον αποκλεισμό των παραγωγών που είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη. Δεν πληρούται η πρώτη προϋπόθεση που τίθεται με την απόφαση Keck και Mithouard, οπότε παρέλκει η εξέταση της δεύτερης προϋπόθεσης.

38 11. C‑148/15 - Deutsche Parkinson Vereinigung (DeV κατά Zentrale zur Bekämpfung unlauteren Wettbewerbs eV) Η DPV (οργάνωση αυτοβοήθειας, με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών διαβιώσεως των πασχόντων από τη νόσο του Parkinson) σε συνεργασία της με το ολλανδικό φαρμακείο ταχυδρομικών πωλήσεων DocMorris, παρουσίασε στα μέλη της σύστημα πριμοδοτήσεως στο πλαίσιο του οποίου παρέχονται μπόνους στα μέλη της που αγοράζουν από την DocMorris φάρμακα για τη νόσο του Parkinson, τα οποία χορηγούνται μόνο με ιατρική συνταγή και διατίθενται αποκλειστικά στα φαρμακεία. Γερμανική ρύθμιση περί καθορισμού ενιαίας τιμής για την πώληση από τα φαρμακεία φαρμάκων χορηγούμενων μόνο με ιατρική συνταγή, η οποία ισχύει τόσο για τα φαρμακεία που είναι εγκατεστημένα στη Γερμανία όσο και για εκείνα που είναι εγκατεστημένα σε άλλα κράτη μέλη. Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ταχυδρομικές πωλήσεις αποτελούν σημαντικό μέσο πρόσβασης, και ίσως το μοναδικό, των εγκατεστημένων εκτός Γερμανίας επιχειρήσεων, ο καθορισμός ενιαίας τιμής πωλήσεως, κατά τα οριζόμενα στη γερμανική ρύθμιση, πλήττει περισσότερο τα φαρμακεία που είναι εγκατεστημένα σε άλλα κράτη μέλη, σε σχέση με τα εγκατεστημένα στη γερμανική επικράτεια, διότι ενδέχεται να δυσχεράνει περισσότερο την πρόσβαση των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών στην αγορά σε σχέση με τα εγχώρια προϊόντα. Πρόκειται για μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος βάσει 34 ΣΛΕΕ.

39 Συμπεράσματα Η ομοιομορφοποίηση (ομοιογένεια) των κριτηρίων που αφορούν τις εισαγωγές των ενωσιακών εμπορευμάτων και που δύνανται κάθε φορά να θεσπίζονται με εθνικούς κανόνες από τα Κράτη-Μέλη θα μπορούσε να αποτελέσει λύση στο πρόβλημα της αυθαίρετης θέσπισης ρυθμίσεων εις βάρος των μη εγχώριων προϊόντων από το κάθε κράτος-μέλος.

40 Ανακεφαλαίωση 34+35: απαγόρευση ποσοτικών περιορισμών + μ.ι.α. Απόκλιση από 34/35: 36 + επιτακτικές ανάγκες Όριο: αρχή αναλογικότητας + 36 εδ. β’ ΌΜΩΣ: αν πρόκειται για ορισμένη μέθοδο πώλησης, ΔΕΝ εμπίπτει στα άρθρα 34/35 ΣΛΕΕ Βλ. κριτήρια απόφασης Keck Αν η μέθοδος πώλησης επηρεάζει περισσότερο τα εισαγόμενα προϊόντα σε σχέση με τα εγχώρια, ΠΡΟΣΒΑΛΛΕΙ ΤΑ 34/35 ΣΛΕΕ 40

41 Βιβλιογραφία Γ.Ε.-Φ Καλαβρός– Θ. Γεωργόπουλος, Το δίκαιο της ευρωπαϊκής Ένωσης, Νομική Βιβλιοθήκη, 2017, σελ Γ. Καρύδης, Ευρωπαϊκό δίκαιο επιχειρήσεων και ανταγωνισμού, Σάκκουλας Αντ.Ν., 2004, σελ. 19 Λ. Κοτσίρης, Ευρωπαϊκό Εμπορικό Δίκαιο, Σάκκουλας, 2012, σελ Χ. Mαλαματάρης, Νέες αφορμές-παλαιά ερωτήματα: άρθρο 34 ΣΛΕΕ (πρώην 28 ΣΕΚ) και εθνικά μέτρα περί ρύθμισης της χρήσης προϊόντων, Επιθεώρηση Ευρωπ. Δικαίου, 01/2011, σελ Δ. Παπαγιάννης Ευρωπαϊκό Δίκαιο, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2011, σελ Α. Πλιάκος , Το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Νομική Βιβλιοθήκη, 2010, σελ Χ. Ταγαράς, Η κατ’ άρθρο 26.2 ΣΛΕΕ εσωτερική αγορά, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ Β. Χριστιανός, Μ. Κουσκουνά, Ρ.-Ε. Παπαδοπούλου, Μ. Περάκης, Το Δίκαιο της Ευρωπαικής Ένωσης μέσα από τη νομολογία, Σάκκουλας, 2011, σελ N. Foster, EU LAW, Oxford University Press, 2008, σελ Αποφάσεις ΔΕΚ/ΔΕΕ:

42 ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΑΣ


Κατέβασμα ppt "«Οι μέθοδοι πώλησης υπό το φώς του ενωσιακού δικαίου»"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google