Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Δρ. Σίσκος Ευάγγελος, Τακτικός Καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Δρ. Σίσκος Ευάγγελος, Τακτικός Καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Δρ. Σίσκος Ευάγγελος, Τακτικός Καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων
ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΜΠΣ –ΜΒΑ ΜΑΘΗΜΑ: Διεθνή Οικονομικά 4η Διάλεξη «Το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα» «3.2. Συναλλαγματική Ισοτιμία» Δρ. Σίσκος Ευάγγελος, Τακτικός Καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων

2 Συναλλαγματική Ισοτιμία (ΣΙ)
Η συναλλαγματική ισοτιμία (ΣΙ) είναι ένας ποιοτικός μηχανισμός και έχει σημαντική επίδραση σε πολλές μακροοικονομικές διαδικασίες. Η δυναμική της ΣΙ, ο βαθμός και η συχνότητα της διακύμανσης της είναι ένας από τους πιο σημαντικούς δείκτες οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας σε μία χώρα. Από την συναλλαγματική ισοτιμία εξαρτάται η ανταγωνιστικότητα των εγχώριων αγαθών και υπηρεσιών στην παγκόσμια αγορά ο όγκος των εξαγωγών και εισαγωγών η κατάσταση του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών VP & Network Head OPCS Η συναλλαγματική ισοτιμία επηρεάζει το μέγεθος και την κατεύθυνση των διεθνών ροών κεφαλαίου.

3 Είδη υπολογισμού Συναλλαγματικής Ισοτιμίας
Νομισματική Διαμόρφωση Συναλλαγματικής τιμής (currency quotation) – ο καθορισμός των συναλλαγματικών ισοτιμιών με βάση των επιλεχθέντων μηχανισμών της αγοράς. Υπάρχουν τρεις κύριες μέθοδοι διαμόρφωσης τιμών: η άμεση, έμμεση (αντίστροφο) και την σταυρωτή διαμόρφωση. Άμεση διαμόρφωση της συναλλαγματικής τιμής- η αναλογία της τιμής του εθνικού νομίσματος μέσω καθορισμένου αριθμού μονάδων ξένου νομίσματος. Για παράδειγμα, η βρετανική στερλίνα έναντι του δολαρίου ΗΠΑ μέσω άμεσης διαμόρφωσης, τον Απρίλιο του 2009 ήταν 1 ₤ = 1,439. $

4 Είδη υπολογισμού Συναλλαγματικής Ισοτιμίας
Έμμεση διαμόρφωση της συναλλαγματικής τιμής - η αναλογία της τιμής του ξένου νομίσματος μέσω καθορισμένου αριθμού μονάδων του εθνικού νομίσματος. Για παράδειγμα, η βρετανική στερλίνα έναντι του δολαρίου έμμεση (αντίστροφη) διαμόρφωση τον Απρίλιο του 2009 ήταν $ 1US = ₤ 0,69. Σταυρωτή διαμόρφωση της συναλλαγματικής τιμής – η αναλογία ισοτιμίας δύο νομισμάτων μεταξύ τους μέσω της ισοτιμίας κάθε ενός από αυτά σε σχέση με ένα τρίτο νόμισμα, συνήθως με το αμερικανικό δολάριο -USD. Για παράδειγμα, αν κατά το χρόνο της συναλλαγής, τον Απρίλιο του 2009 μεταξύ των κατοίκων της Ρωσίας και της Ουκρανίας, η άμεση διαμόρφωση του αμερικανικού δολαρίου σε ρωσικά ρούβλια ήταν 1US $ = 34RUR και σε Γρίβνα Ουκρανίας 1US $ = 7,7 UAH, τότε η σταυρωτή ισοτιμία του ρουβλιού ως προς το Γρίβνα μέσω του δολαρίου ήταν 1RUR = (7,7 / 34) = 0,226 UAH.

5 Είδη υπολογισμού Συναλλαγματικής Ισοτιμίας Ονομαστική και Πραγματική ΣΙ
Στις τρέχουσες συναλλαγές και υπολογισμούς χρησιμοποιείται η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία, η αξία τόσο των εθνικών όσο και ξένων νομισμάτων, καθώς και οποιοδήποτε άλλου αγαθού, εξαρτάται από τις μεταβολές του γενικού επιπέδου των τιμών σε κάθε μια από αυτές τις χώρες. Όμως για την αξιολόγηση των τάσεων της ισοτιμίας σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα χρησιμοποιείται η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία, λαμβάνοντας υπόψη τα επίπεδα πληθωρισμού και στις δύο χώρες. Θεωρείται ότι το επίπεδο του πληθωρισμού αντανακλά καλύτερα ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή - ΔΤΚ (consumer price index -CPI ), αλλά πολύ συχνά η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία υπολογίζεται ασφαλώς βάσει του αποπληθωριστή του ΑΕΠ (implicit GDP deflator ).

6 Είδη υπολογισμού Συναλλαγματικής Ισοτιμίας Ονομαστική ΣΙ
Η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία (nominal exchange rate ) - η τιμή του εθνικού νομίσματος, που εκφράζεται σε μονάδες του ξένου νομίσματος     En = Cf / Cd, (1) όπου En - η ονομαστική συναλλαγματική Cf - ξένο νόμισμα         Cd - εθνικό νόμισμα.

7 Είδη υπολογισμού Συναλλαγματικής Ισοτιμίας Πραγματική ΣΙ
Η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία (real exchange rate ) - η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία (ο αριθμός του εγχώριου νομίσματος ανά μονάδα των ξένου), υπολογίζεται βάσει των μεταβολών των τιμών τόσο στη χώρα όσο και σε εκείνη τη χώρα, στο νόμισμα της οποίας συσχετίζεται το εθνικό νόμισμα Er = En χ (Pf / Pd), (2) όπου Er - πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία,       En    - ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία        Pf - δείκτης τιμών της ξένης χώρας,         Pd - δείκτη τιμών της χώρας.   

8 Είδη υπολογισμού Συναλλαγματικής Ισοτιμίας Πραγματική ΣΙ
Άλλες προσεγγίσεις για τον ορισμό της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας. Μπορεί να οριστεί ως ο λόγος των τιμών των εμπορεύσιμων (tradables), που είναι κατάλληλα για τη διεθνή ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών στο Pt ως προς τις τιμές των μη εμπορεύσιμων (nontradables) Pn αγαθών και υπηρεσιών           Er = En ∙ (Pt / Pn) (3) Η μείωση της Er αντικατοπτρίζει την αύξηση των εσωτερικών δαπανών για την παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών και κατά συνέπεια, την πραγματική ανατίμηση τους. Μερικές φορές, η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία ορίζεται ως ο λόγος του κόστους της εργασίας ανά μονάδα παραγωγής στο εξωτερικό W * (σε ξένο νόμισμα) προς το κόστος της εργασίας εσωτερικά της χώρας W (σε εθνικό νόμισμα).                            Er = En ∙ (W*/ W) (4) Όσο υψηλότερη είναι η Er, τόσο φθηνότερη είναι η παραγωγή των αγαθών εντός της χώρας και η αύξηση της ανταγωνιστικότητας.

9 Ονομαστική και πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία
Ονομαστική και πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία Η ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία Η δυναμική των συναλλαγματικών ισοτιμιών μίας χώρας έναντι των νομισμάτων των εμπορικών εταίρων της μπορεί να είναι διαφορετική. Για παράδειγμα, η ονομαστική ισοτιμία του δολαρίου για 12 μήνες (από τον Απρίλιο του 2007 έως τον Μάιο του 2008) έναντι του ευρώ είχε μειωθεί κατά 14% - από 1US $ = 0,733 € σε 1US $ = 0,628 €. Ως προς το ρωσικό ρούβλι, μειώθηκε κατά 9 % - από 1US $ = 25,8 RUR σε 1US $ = 23,5 RUR, έναντι του Γρίβνα Ουκρανίας ήταν σταθερό περίπου 1US $ = 5,05 UAH κλπ. Ως εκ τούτου, για την αξιολόγηση αυτής της δυναμικής υπολογίζεται η πραγματική και ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία.

10 Ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία
Ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία Η ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία (nominal effective exchange rate ) - ο δείκτης συναλλαγματικής ισοτιμίας, ο οποίος υπολογίζεται ως ο λόγος μεταξύ του εθνικού νομίσματος και των νομισμάτων άλλων χωρών, σταθμισμένη ανάλογα με το ειδικό βάρος των χωρών αυτών στις συναλλαγματικές πράξεις αυτής της χώρας. Ο δείκτης υπολογίζεται από τον τύπο: Een = Σi ∙ (P En x Wi), (5) όπου E en – ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία, Σi – σύνολο των δεικτών για τις i χώρες, i – Χώρα - εμπορικός εταίρος, P En = E1 / E δείκτης ονομαστικής συναλλαγματικής ισοτιμίας τρέχοντος έτους (E1) σε σύγκριση με το έτος βάσης (E0) κάθε i χώρας - εμπορικού εταίρου, Wi = ( Xi + IMi )/(Xtotal + IMtotal ) – το μερίδιο του κάθε i χώρας (Xi + IMi ) στο όγκο εμπορίου (εξαγωγές + εισαγωγές) της δεδομένης χώρας με εκείνες τις χώρες οι οποίες είναι οι κύριοι εμπορικοί εταίροι.

11 Πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία
Πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία Πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία (real effective exchange rate ) - ο δείκτης ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας, υπολογίζεται με την διόρθωση για τις μεταβολές στις τιμές ή άλλους δείκτες του κόστους παραγωγής. Ο δείκτης αυτός δείχνει τη δυναμική της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας της δεδομένης χώρας ως προς τα νομίσματα των χωρών - βασικοί εμπορικοί εταίροι και υπολογίζεται από τον τύπο: E er = Σi ∙ (P Er x Wi), (6) όπου E er – πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία, Σi – σύνολο των δεικτών για τις i χώρες, i – Χώρα -εμπορικός εταίρος, P Er = Er/ E0 – δείκτης πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας τρέχοντος έτους (Er) σε σύγκριση με το έτος βάσης (E0) κάθε i χώρας - εμπορικού εταίρου, Wi = ( Xi + IMi )/(Xtotal + IMtotal ) – το μερίδιο του κάθε i χώρας (Xi + IMi ) στο όγκο εμπορίου (εξαγωγές + εισαγωγές) της δεδομένης χώρας με εκείνες τις χώρες οι οποίες είναι οι κύριοι εμπορικοί εταίροι.

12 Η πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία
Η πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία είναι ένας από τους σημαντικότερους δείκτες ανταγωνιστικότητας της χώρας στην παγκόσμια αγορά. Εάν η πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία αυξηθεί τότε η ανταγωνιστική θέση της χώρας έχει επιδεινωθεί: για τους ξένους αγοραστές οι εξαγωγές γίνονται πιο ακριβές και το μέγεθος τους μειώνεται, αντίθετα, οι εισαγωγές φθηναίνουν για τους ημεδαπούς αγοραστές και το μέγεθος τους αυξάνεται.

13 E en =0,983=0,700x0,048+ 1,007x0,100……. Eer < 1 τότε αύξηση του $
Υπολογισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών του αμερικανικού δολαρίου (USD) με τους βασικούς εμπορικούς εταίρους E en =0,983=0,700x0,048+ 1,007x0,100……. Eer < 1 τότε αύξηση του $ E er =1,012= 0,849x0,048+0,883x0,100+1,034x0,043… E er > 1 τότε μείωση του $

14 Τύποι των συναλλαγματικών ισοτιμιών και ο βαθμός ευελιξίας
Τύποι των συναλλαγματικών ισοτιμιών και ο βαθμός ευελιξίας Σύμφωνα με την κατάταξη του ΔΝΤ τα νομίσματα του κόσμου, ανάλογα με το βαθμό ελευθερίας αλλαγής της ισοτιμίας τους χωρίζονται τα νομίσματα : -με σταθερή ισοτιμία, -με περιορισμένη ευελιξία και -κυμαινόμενη ισοτιμία. Υπάρχει επίσης και συνδυασμός των σταθερών και κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών.

15 Η σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία
Η σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία (fixed exchange rate) – είναι επίσημα η καθιέρωση συσχετισμού μεταξύ των εθνικών νομισμάτων, επιτρέποντας μια προσωρινή απόκλιση από αυτή σε ποσοστό ± 2,25%. Η πιο διαδεδομένοι τρόποι σταθερού νομίσματος είναι: Η σταθερή ισοτιμία προς ένα νόμισμα (single currency peg). Για παράδειγμα, η σύνδεση των νομισμάτων της Αργεντινή και Βενεζουέλας στο δολάριο ΗΠΑ. Η σταθερή ισοτιμία ως προς καλάθι νομισμάτων ή λογιστικό νόμισμα (currency composite peg) – Πχ. νομίσματα Λιβύης, Μιανμάρ και Σεϋχελλών ως το SDR. Νομισματική Σύνδεση (currency board) με ένα ξένο νόμισμα βασικού εμπορικού εταίρου μία χώρας, όπου πλήρως εξασφαλίζεται από συναλλαγματικά διαθέσιμα (αποθεματικά) του ξένου νομίσματος. Πχ. Το νόμισμα της Σιγκαπούρης συνδέεται με το δολάριο. Ορισμένες μικρές χώρες δεν έχουν τα δικά τους νομίσματα και ως νόμιμο χρήμα χρησιμοποιούν ξένο νόμισμα: Πχ. η Ανδόρα και Σαν Μαρίνο το Ευρώ, το Κιριμπάτι το αυστραλιανό δολάριο, τα Νησιά Μάρσαλ – το δολάριο ΗΠΑ, κλπ.

16 Ταξινόμηση των χωρών σε σχέση με το βαθμό ευελιξίας της συναλλαγματικής ισοτιμίας

17 Περιορισμένα ευέλικτη συναλλαγματική ισοτιμία
Περιορισμένα ευέλικτη συναλλαγματική ισοτιμία Περιορισμένα ευέλικτη συναλλαγματική ισοτιμία (limited flexibile exchange rate ) - επίσημα η ισοτιμία μεταξύ των εθνικών νομισμάτων, επιτρέποντας μικρές διακυμάνσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας, σύμφωνα με εγκεκριμένους κανόνες. Υπάρχουν δύο βασικοί τρόποι για την καθιέρωση τέτοιων ισοτιμιών: • Η περιορισμένα ευέλικτη ισοτιμία ως προς ένα νόμισμα (limited flexible vis-à-vis single currency) - η διατήρηση των νομισματικών διακυμάνσεων, εντός ορισμένων ορίων (± 7,25%) σε ένα και μόνο ένα ξένο νόμισμα. Για παράδειγμα, τα νομίσματα Μπαχρέιν, Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και της Σαουδικής Αραβίας και υποστηρίζουν έτσι την διακύμανση του νομίσματος τους έναντι του δολαρίου ΗΠΑ. • Η περιορισμένα ευέλικτη ισοτιμία στο πλαίσιο κοινής ρύθμισης (limited flexible within cooperative arrangements) – ενιαία διακύμανση των εθνικών νομισμάτων στα όρια του ± 2,25% (αργότερα ± 15%) από την κεντρική ισοτιμία διακανονισμού. Έτσι, κατά τη δεκαετία του στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος θεσπίστηκαν ισοτιμίες των εθνικών νομισμάτων σε δέκα χώρες της ΕΕ πριν από την εισαγωγή του ευρώ. (ΜΣΙ 2)

18 Η κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία
Η κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία (flexibile/floating exchange rate ) – η ισοτιμία, η οποία αλλάζει ελεύθερα υπό την επίδραση της προσφοράς και της ζήτησης, την οποία το κράτος μπορεί να επηρεάσει μέσω των συναλλαγματικών παρεμβάσεων. Μηχανισμοί διαμόρφωσης των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών, χωρίζονται σε: • καθαρή διακύμανση (clean floating ) – η διαμόρφωση της ισοτιμίας χωρίς την παρέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας στην συναλλαγματική αγορά. • «μη καθαρή διακύμανση» (“dirty floating”) - η διαμόρφωση της ισοτιμίας με την ενεργό παρέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας στην συναλλαγματική αγορά.

19 Η κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία
Η κυμαινόμενη ισοτιμία μπορεί να μεταβληθεί σε οποιαδήποτε όρια. Υπάρχουν οι ακόλουθες παραλλαγές : • Προσαρμοσμένη (ρυθμιζόμενη) κυμαινόμενη ισοτιμία (adjusted exchange rate) – η ισοτιμία η οποία αυτόματα αλλάζει, ανάλογα με τις αλλαγές στον πληθωρισμό και άλλους οικονομικούς δείκτες μίας χώρας αλλά και στη χώρα - βασικό εμπορικό εταίρο της. • Ελεγχόμενα κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία (managed floating exchange rate)– η ισοτιμία, η οποία διευθυντικά καθορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα σε σχέση με την κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών, τα διεθνή διαθέσιμα και τις αλλαγές στην παράλληλη αγορά συναλλάγματος. • Ανεξάρτητα κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία (independently floating exchange rate) – η ισοτιμία που υπολογίζεται με βάση της προσφοράς και της ζήτησης στην αγορά συναλλάγματος, χωρίς την παρέμβαση της νομισματικής αρχής του κράτους στην διαδικασία αυτή, με εξαίρεση τις παρεμβάσεις στην αγορά συναλλάγματος για την εξομάλυνση πολύ ισχυρών διακυμάνσεων του νομίσματος.

20 Ο βέλτιστος νομισματικός χώρος
(optimum currency area ) – η διατήρηση της σταθερής συναλλαγματικής ισοτιμίας μεταξύ καθορισμένης ομάδας χωρών και κυμαινόμενη με τις τρίτες χώρες. Ο Καναδός οικονομολόγος, νομπελίστας Ρόμπερτ Μαντέλ [R. Mundell, 1963, 1993] ανέπτυξε τη θεωρία της βέλτιστης νομισματικής ζώνης, η οποία έγινε η βάση της ρύθμισης της συναλλαγματικής πολιτικής της ΕΕ και της μετάβασης στο ευρώ.

21 Ο βέλτιστος νομισματικός χώρος
Υβριδικό σύστημα διακύμανσης: η κυβέρνηση καθορίζει τα όρια περιορισμού διακύμανσης και συνδυάζει τα στοιχεία των σταθερών και κυμαινόμενων ισοτιμιών, ως εξής με: διολισθαίνουσα ισοτιμία, διευθύνουσα κυμαινόμενη ισοτιμία ή σε νομισματικό διάδρομο, Τα περιθώρια διακυμάνσεων (target zones ) – οι βέλτιστες για την οικονομία μίας χώρας παράμετροι της συναλλαγματικής ισοτιμίας, στις οποίες πρέπει να επιδιώκεται η ισοτιμία σε κάθε δεδομένο στάδιο. Νομισματικός δίαυλος (exchange rate band) – καθορισμένα όρια διακύμανσης του νομίσματος, τα οποία το κράτος οφείλει να τηρεί. διολισθαίνουσα ισοτιμία (crawling reg)- o μηχανισμός καθορισμού συναλλαγματικής ισοτιμίας, που προβλέπει την δυνατότητα περιορισμένης διακύμανσης, σχετικά με την προσωρινή κεντρική νομισματική ισοτιμία (parity), η οποία αλλάζει τακτικά σε συγκεκριμένο μέγεθος. διευθύνουσα κυμαινόμενη ισοτιμία (managed floating) - πολιτική διευθύνουσας συναλλαγματικής ισοτιμίας μέσω νομισματικών παρεμβάσεων της κυβέρνησης, προβλεπόμενης αγοράς και πώλησης ξένου συνάλλαγμας.

22 Θεωρίες συναλλαγματικής ισοτιμίας
Προς το παρόν δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί μια ενοποιημένη θεωρία που να περιγράφει τις νομοτέλειες μεταβολής των συναλλαγματικών ισοτιμιών, υπό την επίδραση του συνόλου των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικούς και ψυχολογικών παραγόντων. Για την πρόβλεψη των κατευθύνσεων και του εύρους των πιθανών διακυμάνσεων των συναλλαγματικών ισοτιμιών οι νομισματικές αρχές και οι οργανισμοί εξωτερικής οικονομικής δραστηριότητας, χρησιμοποιούν μια σειρά από αλληλο-συμπληρώμενες θεωρίες, η κάθε μία έχει προφανή πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Οι πλέον διαδεδομένες θεωρίες είναι: η γενική ισορροπία, η ισοτιμία αγοραστικής δύναμης (ΙΑΔ), των επιτοκίων και η θεωρία χρήματος, με βάση των οποίων έχει αναπτυχθεί η γενική θεωρία των συναλλαγματικών ισοτιμιών.

23 Θεωρίες συναλλαγματικής ισοτιμίας Ερμηνεία αλλαγής της Συναλλαγματικής ισοτιμίας

24 Εξάρτηση των τιμών από τις αλλαγές της Συναλλαγματικής ισοτιμίας

25 Η ισόρροπη συναλλαγματική ισοτιμία
Η θεωρία της γενικής ισορροπίας (ή θεωρία της μακροοικονομικής ισορροπίας) Εάν η ισορροπία του ισοζυγίου πληρωμών εξασφαλίζεται ως αποτέλεσμα των θεμελιωδών οικονομικών νομοτελειών και όχι από τα βραχυπρόθεσμα μέτρα κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής, η ισόρροπη συναλλαγματική ισοτιμία είναι η τομή των καμπύλων ζήτησης και προσφορά του ξένου νομίσματος. Η ισόρροπη συναλλαγματική ισοτιμία (equilibrium exchange rate) - είναι η συναλλαγματική ισοτιμία που διασφαλίζει την επίτευξη ισορροπίας στο ισοζύγιο πληρωμών σε συνθήκες έλλειψης των περιορισμών στο διεθνές εμπόριο, ειδικών κινήτρων για την εισροή ή την εκροή κεφαλαίων και υπερβολικής ανεργίας.

26 Μακροοικονομική ισορροπία ως βάση της Συναλλαγματικής ισοτιμίας (διάγραμμα 4. 1)
Εσωτερικό ισοζύγιο (internal balance, IB) - το επίπεδο παραγωγής στο εσωτερικό της χώρας, που εξασφαλίζει πλήρης απασχόληση και σταθερά χαμηλό πληθωρισμό. • Εξωτερικό ισοζύγιο (external balance, EB) - καθαρή εισροή κεφαλαίων, εξασφαλίζοντας ισορροπία των εθνικών αποταμιεύσεων και επενδύσεων μεσοπρόθεσμα. ΙΙ Er Πληθωρισμός, Θετικό ισοζύγιο Ι Ισόρροπη πραγματική Συναλλαγματική Ισοτιμία A ΙΙΙ Ανεργία, Θετικό ισοζύγιο Eq Πληθωρισμός, έλλειμμα ΙV IB Ανεργία, έλλειμμα Εσωτερική πραγματική ζήτηση, Dd

27 Μακροοικονομική ισορροπία ως βάση της Συναλλαγματικής ισοτιμίας
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Τα τμήματα Ι - ΙV σε σχέση με το σημείο της γενικής ισορροπίας αντιπροσωπεύουν τέσσερις τύπους ανισορροπίας, όπου μπορεί να βρεθεί η οικονομία και να επηρεάσει την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία. Τμήμα Ι - θετικό ισοζύγιο στο πλαίσιο της υπερπαραγωγής, ανεπαρκής εγχώρια ζήτηση και ανεργία δείχνουν την υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας και υπερβολικά περιοριστική δημοσιονομική πολιτική της χώρας. Τμήμα ΙΙ - θετικό ισοζύγιο στο πλαίσιο υποπαραγωγής, υπερβολική εγχώρια ζήτηση και πληθωρισμό, δείχνει την υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας και υπερβολικής επεκτατικής δημοσιονομικής ή νομισματικής πολιτικής. Τμήμα ΙΙΙ - έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στο πλαίσιο υποπαραγωγής, υπερβολική εγχώρια ζήτηση και πληθωρισμό, δείχνουν την υπερτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας και περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής. Τμήμα IV - έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στο πλαίσιο υπερπαραγωγής, η έλλειψη εγχώριας ζήτησης και ανεργία δείχνουν υπερτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας κατά την υπερβολική αύξηση των δημοσίων δαπανών και της προσφοράς χρήματος.

28 Καθορισμός της ισόρροπης ισοτιμίας - μια προσέγγιση του ισοζυγίου πληρωμών
Ξεχωριστό παράδειγμα της θεωρίας γενικής ισορροπίας, είναι η προσέγγιση του ισοζυγίου πληρωμών (balance of payments approach ) ως απλοποιημένο μοντέλο για τον καθορισμό της ισόρροπης ισοτιμίας. Όπου η συναλλαγματική ισοτιμία ορίζεται από την ζήτηση και προσφορά του νομίσματος. Στο μοντέλο αυτό, η συνολική ζήτηση για το νόμισμα και η συνολική προσφορά είναι χωρισμένη σε δύο μέρη, σύμφωνα με το πρότυπο της σύνθεσης των λογαριασμών του ισοζυγίου πληρωμών: ροές κεφαλαίων που συνδέονται με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (το εξωτερικό εμπόριο, κλπ.), καθώς και οι ροές κεφαλαίων που συνδέονται με το ισοζύγιο των κινήσεων κεφαλαίων σε καθαρή μορφή (άμεσων επενδύσεων και επενδύσεων χαρτοφυλακίου, δάνεια, κ.λπ.). Σε αντίθεση, με τις εξαγωγικές και εισαγωγικές συναλλαγές με αγαθά και υπηρεσίες, ο ακριβής υπολογισμός της ροής κεφαλαίων, κυρίως των κερδοσκοπικών, είναι σχεδόν αδύνατο, το οποίο περιορίζει σημαντικά την αξιοπιστία των προβλέψεων των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Η προσέγγιση για τον καθορισμό της συναλλαγματικής ισοτιμίας όσον αφορά το ισοζύγιο πληρωμών εφαρμόζεται μόνο σε μακροπρόθεσμη πρόβλεψη. Κατά γενικό κανόνα, η συναλλαγματική ισοτιμία των χωρών με χρόνιο έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών θα πρέπει να μειώνεται, καθώς οι χώρες έχουν συνεχώς πλεόνασμα – να αυξάνεται.

29 Η θεωρία της Ισοδυναμία Αγοραστικής Δύναμης του Νομίσματος (ΙΑΔ ,PPP)
Λαμβάνοντας την υπόθεση ότι σε συνθήκες ανταγωνισμού η συναλλαγματική ισοτιμία έχει άμεση σχέση με τα επίπεδα των εγχώριων τιμών, ο σουηδός οικονομολόγος Γ. Κάσσελ (G.Cassel) το 1918 δημιούργησε της βάσεις της θεωρίας που εξηγήσει τις αλλαγές της συναλλαγματικής ισοτιμίας με τη βοήθεια της ισοδυναμίας αγοραστικής δύναμης (ΙΑΔ). Η θεωρία αυτή έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του νέου διεθνούς νομισματικού συστήματος μετά την κατάργηση του κανόνα του χρυσού, αναπτύχθηκε περαιτέρω και σήμερα, μαζί με άλλες θεωρίες χρησιμοποιείται για την πρόβλεψη των συναλλαγματικών ισοτιμιών μακροπρόθεσμα. ● Ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης, ΙΑΔ (purchasing power parity, PPP) - είναι η ισότητα της αγοραστικής ικανότητας διαφορετικών νομισμάτων σε αμετάβλητο επίπεδο τιμών σε κάθε μία από τις χώρες.

30 Ισοδυναμία Αγοραστικής Δύναμης παράδειγμα
Ισοδυναμία Αγοραστικής Δύναμης παράδειγμα Η αρχή της ισοδύναμης αγοραστικής δύναμης, υποδηλώνει ότι η συναλλαγματική ισοτιμία ενός νομίσματος, θα πρέπει να προσαρμόζεται έτσι ώστε ένας καταναλωτής με την ίδια ποσότητα νομίσματος, να αγοράζει το ίδιο καλάθι προϊόντων στην οποιαδήποτε χώρα. Για παράδειγμα, ένας Έλληνας θα πρέπει με μία δεδομένη ποσότητα Ευρώ εκφρασμένη σε δολάρια, να αγοράζει την ίδια ποσότητα προϊόντων, την οποία ομοίως μπορεί να αγοράσει ένας Αμερικανός, με την αντίστοιχη ποσότητα δολαρίων εκφρασμένη σε ευρώ στην Ελλάδα. Η ΙΑΔ είναι απλώς μια συνθήκη, δεν είναι αυτή κάθε αυτήν μια πλήρης θεωρία προσδιορισμού του επιπέδου τιμών ή της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Σε πρώτη προσέγγιση το ΙΑΔ μας δείχνει ότι εάν οι μέσες τιμές σε ρούβλια στην Ρωσία είναι 44 φορές μεγαλύτερες από στην ΕΕ, τότε η συναλλαγματική ισοτιμία (ΣΙ) του Ρουβλιού έναντι του ενός 1 ευρώ θα πρέπει να είναι 44 ρούβλια / ευρώ (τιμές Απριλίου 2009).

31 Ισοδυναμία Αγοραστικής Δύναμης παράδειγμα
Ισοδυναμία Αγοραστικής Δύναμης παράδειγμα Η διαπίστωση αυτή βασίζεται στην υπόθεση ότι σε συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού (πλήρης απώλεια μεταφορικών δαπανών και διακρατικών εμπορικών εμποδίων) το ίδιο εμπόρευμα θα πωλείται για την μία και ίδια τιμή στις αγορές διαφορετικών χωρών. Εάν το εμπόρευμα στην ΕΕ κοστίζει ένα 1 ευρώ τότε βάσει της ισοτιμίας 44 ρούβλια / ευρώ θα πρέπει να κοστίζει στην Ρωσία 44 ρούβλια. Εάν η ισοτιμία της ρουβλιού για ορισμένους λόγους πέφτει μέχρι τα 88 ρούβλια/ευρώ τότε το εμπόρευμα θα πρέπει να κοστίζει στην Ρωσία 88 ρούβλια. Εάν αυτό συνεχίζει να κοστίζει 44 ρούβλια τότε είναι συμφέρουσα η τιμή να αγοραστεί στην Ρωσία για 44 ρούβλια και να πουληθεί στην ΕΕ βάσει της σχέσης 88 : 44 =2 ευρώ, όπου θα λάβουμε 100% κέρδος για κάθε μονάδα εμπορεύματος. Ως αποτέλεσμα του εμπορικού αρμπιτράζ η άνοδος της ζήτησης για φθηνό εμπόρευμα θα ανεβάσει την τιμή του στην Ρωσία και η αύξηση της προσφοράς θα μειώσει την τιμή του στην ΕΕ και έτσι θα επιφέρει την άνοδο της ΣΙ του ρουβλιού μέχρι το προηγούμενο επίπεδο.

32 ΙΑΔ Νόμος της μίας τιμής (law of one price)
1. Ο Νόμος της μίας τιμής- σε συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού ένα και το ίδιο εμπόρευμα σε διαφορετικές χώρες έχει την ίδια τιμή, εάν αυτή εκφράζεται σε ένα και το αυτό νόμισμα. Εάν Pd - η τιμή του προϊόντος εσωτερικά μίας χώρας Pf - η τιμή του προϊόντος στο εξωτερικό Ed/f - Συναλλαγματική ισοτιμία τότε ο νόμος της μίας τιμής δίνεται από τον τύπο: P id = E d/f x P if  (7) Ed/f = P id / P if (8)

33 ΙΑΔ Θεωρία Απόλυτης ΙΑΔ (absolute PPP theory)
Θεωρία Απόλυτης ΙΑΔ: είναι η ανταλλακτική αξία μεταξύ των νομισμάτων δύο χωρών ισούται με τον συσχετισμό των επιπέδων τιμών σ’ αυτές τις χώρες. Εάν Pd - το επίπεδο των εσωτερικών τιμών Pf - το επίπεδο των εξωτερικών τιμών E d/f - Συναλλαγματική ισοτιμία τότε η ΣΙ βάσει της θεωρίας της απόλυτης ΙΑΔ δίνεται από τον τύπο: E d/f = Pd / Pf (9) Η συναλλαγματική ισοτιμία βάσει της ΙΑΔ είναι η ισοτιμία η οποία εξισώνει την τιμή του καλαθιού ομοειδών προϊόντα σε δύο χώρες. Η συναλλαγματική ισοτιμία με βάση την ΙΑΔ (PPP exchange rate ) – η ισοτιμία που ισοδυναμεί τις τιμές του «καλαθιού» ομοειδών προϊόντων σε δύο χώρες.

34 Η σχετική ΙΑΔ Η σχετική ΙΑΔ (relative PPP theory) : είναι η αλλαγή της συναλλαγματικής ισοτιμίας μεταξύ δύο νομισμάτων δύο χωρών αναλογικά της σχετικής αλλαγής του επιπέδου τιμών σε αυτές τις χώρες. Εάν P0 d επίπεδο εσωτερικών τιμών στο έτος βάσης P 0 f επίπεδο εξωτερικών τιμών στο έτος βάσης Ε 0 d/f Συναλλαγματική ισοτιμία στο έτος βάσης P 1 d επίπεδο εσωτερικών τιμών στο τρέχον έτος P 1 f επίπεδο εξωτερικών τιμών στο τρέχον έτος E 1 d/f Συναλλαγματική ισοτιμία στο τρέχον έτος Τότε η συναλλαγματική ισοτιμία βάσει της σχετικής ΙΑΔ δίνεται από τον τύπο: E 1 d/f = Ε 0 d/f x P 1d/ P0 d P 1 f / P 0f (10)

35 Παράδειγμα Άσκηση : Η ΣΙ του μεξικανικού πέσο ως προς το δολ.ΗΠΑ το 1970 ήταν 10 πέσο για 1 δολάριο. Ο δείκτης των τιμών το 1986 στις ΗΠΑ ήταν 282 και στο Μεξικό 9138 (1970 =100%). Ποια είναι η ΣΙ του πέσο ως προς το Δολάριο το 1986 υπολογισμένο με την ΙΑΔ. Λύση. Η συναλλαγματική ισοτιμία του πέσο με το δολάριο σύμφωνα με τη θεωρία της σχετικής ΙΑΔ καθορίζονται από τον τύπο:              E1d/f = Ε0d/f x P1d/ P0d P 1 f / P0f όπου E1d/f - το πέσο κατά το τρέχον έτος 1986. E0 d / f - το πέσο κατά το έτος βάσης P1d - ο δείκτης τιμών στο Μεξικό το τρέχον έτος. P0d - ο δείκτης τιμών στο Μεξικό κατά το έτος βάσης. P1f - ο δείκτης τιμών στις Ηνωμένες Πολιτείες το τρέχον έτος P0f - ο δείκτης τιμών στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά το έτος βάσης. Λύνοντας ως προς τον παραπάνω τύπο θα έχουμε          E1d / f = 10 ∙ (9138 / 100) / (282 / 100) = 324,04 πέσος/ δολάριο.

36 Ισόρροπη ΣΙ βάσει της σχετικής ΙΑΔ
Ισόρροπη ΣΙ βάσει της σχετικής ΙΑΔ Για την ισόρροπη ισοτιμία του έτους βάσης προτείνεται η λήψη εκείνης της χρονικής περιόδου, όταν η ισοτιμία είναι σταθερή ή πολύ κοντά στις διολισθαίνουσες μέσες τιμές. Για να συγκριθούν τα επίπεδα των τιμών, χρησιμοποιείται συνήθως ο δείκτης των τιμών καταναλωτή, ο αποπληθωριστής του ΑΕγχΠ (ΑΕΠ) ή ο δείκτης τιμών χονδρικής (wholesale price index, WPI). Στην πραγματικότητα στις προβλέψεις για τις συναλλαγματικές ισοτιμίες χρησιμοποιείται η θεωρία της σχετικής ΙΑΔ, όπου σημαίνει την παρεκβολή από την τρέχουσα ισοτιμία για την μελλοντική περίοδο με βάση τον δείκτη του πληθωρισμού και στις δύο χώρες. Εναλλακτικός τρόπος ορισμού της ισόρροπης ΣΙ βάσει της θεωρίας της σχετικής ΙΑΔ είναι η ακόλουθη: Πd-Πf = E(t+1)- Et Et (11) όπου η αριστερή πλευρά είναι η διαφορά στους ρυθμούς πληθωρισμού εσωτερικά μίας χώρας (Πd) και στο εξωτερικό (Πf) και η δεξιά πλευρά είναι η αλλαγή της τιμής του εθνικού νομίσματος.

37 Οι θεωρίες ΣΙ βάσει της ΙΑΔ

38 Η σχετική ΙΑΔ Ο υπολογισμός της ΙΑΔ του εθνικού ΑΕγχΠ διαιρείται με στοιχεία της τελικής κατανάλωσης σε πολλές δεκάδες ομάδες αγαθών και υπηρεσιών. Για την συγκρισιμότητα των στοιχείων στις διάφορες χώρες, κάθε προϊόν (υπηρεσία) πρέπει να συμμορφώνονται με ένα συγκεκριμένο πρότυπο. Οι υπολογισμοί της ΙΑΔ διεξάγονται από τον ΟΟΣΑ και από τις περιφερειακές οικονομικές επιτροπές του ΟΗΕ, βάσει 2500 καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών, 34 ειδών δημοσίων υπηρεσιών (διοίκηση, παιδεία, υγεία, κ.λπ.), 190 επενδυτικών προϊόντων και 20 κατασκευαστικών δράσεων.

39 Η θεωρία της σχετικής ΙΑΔ
   Η θεωρία της σχετικής ΙΑΔ είναι ένα εργαλείο για την πρόβλεψη και την εκτίμηση της ισοτιμίας, στις ακόλουθες περιπτώσεις: • σε μακροπρόθεσμη πρόβλεψη, με βάση την μακρά σειρά των στατιστικών για την ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία και οι εκτιμήσεις για την ΙΑΔ, επιτρέποντας την πολυετή συσχέτιση μεταξύ ισοτιμίας και ΙΑΔ. • στον προσδιορισμό της πραγματικής διεθνούς αξίας των εθνικών αγαθών και υπηρεσιών. • για πρόβλεψη σε υπερ-πληθωριστικές συνθήκες, που βασίζεται κυρίως σε νομισματικούς παράγοντες - στην απότομη αύξηση της προσφοράς χρήματος στην κυκλοφορία (τριψήφια μεγέθη πληθωρισμού το 1980 στο Ισραήλ, το Μεξικό και αρκετές άλλες χώρες, τρι – πέντε ψήφια επίπεδα πληθωρισμού στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στη Ρωσία και την Ουκρανία, κ.λπ.).

40 Υπερτιμημένο και υποτιμημένο νόμισμα και ΙΑΔ
Υπερτιμημένο και υποτιμημένο νόμισμα και ΙΑΔ Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ισοτιμίες βάσει της θεωρίας της σχετικής ΙΑΔ, αποκλίνουν από τις τρέχουσες τιμές ισοτιμίας. Αυτό σημαίνει ότι το νόμισμα είναι «υπερτιμημένο» ή «υποτιμημένο». Υπερτιμημένο και υποτιμημένο νόμισμα (overvalued/ undervalued currency) -είναι το νόμισμα, η πραγματική ισοτιμία του οποίου αυξάνεται ταχύτερα / ή βραδύτερα από την ισοτιμία που υπολογίζεται βάσει της ισοδυναμίας αγοραστικής δύναμης. Εάν η ισοτιμία του εθνικού νομίσματος μειώνεται βραδύτερα από ότι πρέπει βάσει του συσχετισμού των ρυθμών πληθωρισμού αυτό θεωρείται ότι το εθνικό νόμισμα είναι υπερτιμημένο ή ανάλογα το ξένο νόμισμα είναι υποτιμημένο. Η υπερτίμηση του εθνικού νομίσματος σε σχέση με την ΙΑΔ συνήθως εξετάζετε ως παράγοντας που μπορεί να βλάψει τις εξαγωγές και να επιφέρει άνοδο του ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών.

41 Υπερτιμημένο και υποτιμημένο νόμισμα
Υπερτιμημένο και υποτιμημένο νόμισμα . Χρησιμοποιώντας τον δείκτη Big Mac σε αξία νομισμάτων July 24th, 2008 Big Mac prices, με σημερινές ισοτιμίες

42 Η θεωρία των επιτοκίων (ή theory of assets approach )
Η θεωρία των επιτοκίων βασίζεται στην προσέγγιση από πλευράς των στοιχείων του ενεργητικού, λαμβάνοντας υπόψη δύο συνιστώσες διακρατικών χρηματικών ροών - μια σχετικά μικρή συνιστώσα του όγκου των μόνιμων ροών (continuing-flows component), το οποία καταγράφονται στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών του ΙΠ και τα πολύ μεγάλα στοιχεία στην δομή των στοιχείων ενεργητικού /μετοχικών κεφαλαίων (stock adjustment component ). ● Η προσέγγιση ως προς τα στοιχεία του ενεργητικού (assets approach ) - η συναλλαγματική ισοτιμία καθορίζεται από τη σχέση απόδοσης των επενδυμένων χρημάτων σε διάφορα ενεργητικά (περιουσιακά στοιχεία), τα οποία αποδίδουν κέρδη, από την εγχώρια αγορά όσο και από το εξωτερικό.

43 Ο Κανόνας των ξένων επενδύσεων (foreign investment rule )
Ο επενδυτής μπορεί να επενδύσει τα χρήματα του ώστε να του αποφέρουν κέρδος σε χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού, στην χώρα του σε εθνικό νόμισμα ή στο εξωτερικό σε ξένο νόμισμα. Κατά την επιλογή ο επενδυτής πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τους κανόνες των ξένων επενδύσεων, που εστιάζονται σε τρεις βασικούς οικονομικούς δείκτες: το επιτόκιο στην χώρα του, το επιτόκιο στο εξωτερικό και στην δυναμική των συναλλαγματικών ισοτιμιών. ● Κανονισμός των ξένων επενδύσεων (foreign investment rule ) – Τα έσοδα από τις ξένες επενδύσεις σε εγχώριο νόμισμα ισούνται με το άθροισμα /ή διαφορά των επιτοκίων στο εξωτερικό και το ποσοστό μείωσης / αύξησης του εθνικού νομίσματος. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα t +1 διαμόρφωσης του επιτοκίου και της προθεσμιακής (forward) ισοτιμίας, τα αναμενόμενα έσοδα (expected investment revenues ) μ από τις επενδύσεις σε ξένα αξιόγραφα καθορίζονται από τον τύπο: μ = rf + (E t +1 - Et) / Et, (12) όπου rf - επιτόκια στο εξωτερικό (foreign interest rate )        E t +1 – η ισοτιμία του εθνικού νομίσματος ισοτιμία το χρονικό διάστημα t+1 στο μέλλον  (forward rate). Et - η συναλλαγματική ισοτιμία του εθνικού νομίσματος στο χρονικό διάστημα t.

44 Ο Κανόνας των ξένων επενδύσεων (foreign investment rule )
Υπολογίζοντας τα αναμενόμενα έσοδα από την προβλεπόμενη επένδυση στο εξωτερικό με την διαφορά των επιτοκίων του εσωτερικού rd από το εξωτερικό (domestic interest rate ), έχουμε:                       μ = rd - rf - (E t +1 - Et) / Et, (13) Αν η διαφορά είναι θετική, οι επενδύσεις στο εσωτερικό της χώρας είναι πιο συμφέρουσα από το εξωτερικό, αν η διαφορά είναι αρνητική, τότε οι επενδύσεις στο εξωτερικό, αποφέρουν περισσότερα έσοδα. Η Συναλλαγματική αγορά των δύο χωρών είναι σε ισορροπία όταν υπάρχει ισοδυναμία των επιτοκίων (μ = 0). επομένως:             rd - rf = (E t +1 - Et) / Et, (14) Η ακάλυπτη ισοτιμία επιτοκίου προκύπτει όταν η διαφορά του επιτοκίου για συγκρίσιμα περιουσιακά στοιχεία σε μεταβαλλόμενες συναλλαγματικές ισοτιμίες είναι τελικά ίση με 0. Η ακάλυπτη ισοτιμία επιτοκίου υπονοεί τη σύλληψη της «απουσίας της κερδοσκοπίας». Έτσι, υπό την ελεύθερη διεθνή κυκλοφορία κεφαλαίων η ζήτηση για ξένα και εγχώρια περιουσιακά στοιχεία καθορίζεται αποκλειστικά από το επίπεδο των εσόδων που εισπράττονται από αυτές - το επιτόκιο, το οποίο προσαρμόστηκε στο επίπεδο της συναλλαγματικής ισοτιμίας, που προβλέπεται κατά το χρόνο λήξης συμφωνίας των καταθέσεων.

45 Ο Κανόνας των ξένων επενδύσεων (foreign investment rule )
Από την εξίσωση (13) συνεπάγεται ότι η συναλλαγματική ισοτιμία για καθορισμένο χρονικό διάστημα στο μέλλον, με βάση την αναλογία των επιτοκίων καταθέσεων, για την ίδια περίοδο, έχει ως εξής:   E t +1 = Et ∙ (rd - rf + 1), (15) Ο Αμερικανός οικονομολόγος J. Fisher (Ι. Fisher) έδειξε ότι το προβλεπόμενο επίπεδο πληθωρισμού οδηγεί σε αναλογική αύξηση των επιτοκίων, και αντίστροφα (αποτέλεσμα Fisher).   ● Τα αποτελέσματα του Fisher (the Fisher effect ) - οι μακροπρόθεσμες μεταβολές της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι ίσες με τη διαφορά των επιτοκίων μεταξύ των δύο χωρών και η διαφορά στο προβλεπόμενο ποσοστό πληθωρισμού. Συνδυάζοντας του όρους που περιγράφονται στις εξισώσεις (11) και (14), θα λάβουμε την αναλυτική έκφραση του αποτελέσματος του Fisher:                       rd - rf = πd - πf = (E t +1 - Et) / Et, (16)

46 Η θεωρία Χρήματος της συναλλαγματικής ισοτιμίας
Η προσφορά χρήματος στην θεωρία της διεθνούς οικονομικής είναι κατανοητή ως ο δείκτης Μ2, αρχικά εμφανίζεται ως αποτέλεσμα δημιουργίας αποθεματικών χρημάτων από την ΚΤ με την ακόλουθη διεύρυνση τους μέσω της λειτουργίας του πολλαπλασιαστή χρήματος. Πολλαπλασιαστής χρήματος (money multiplier, m) : είναι ο συντελεστής αύξησης της προσφοράς χρήματος μέσω της πολυάριθμης χρήσης από τις εμπορικές τράπεζες των ίδιων και αυτών χρημάτων. Η νομισματική βάση M0 του παθητικού της ΚΤ είναι το άθροισμα των μετρητών (Currency) εκτός των τραπεζών και των αποθεματικών (Reserves) των εμπορικών τραπεζών-ΕΤ (Μο =Currency + Reserves) . Από την πλευρά των παθητικού της ΚΤ και ενοποιημένου ισολογισμού των ΕΤ το Μ1 ορίζεται από το άθροισμα των μετρητών και καταθέσεων (M1=Currency + Deposits). Σε σχέση μ’ αυτό ο πολλαπλασιαστής (m) καθορίζεται από τον τύπο : m = Μ1 = Currency + Deposits Μο Currency + Reserves                                                        (17)   Αναγράφοντας ρ = (Currency/Deposits ) και τ = (Reserves/Deposits ), θα λάβουμε:                                                    m = (ρ + 1) / (ρ + τ) (18)

47 Θεωρία Χρήματος της συναλλαγματικής ισοτιμίας
Θεωρία Χρήματος της συναλλαγματικής ισοτιμίας Σύμφωνα με την κλασική θεωρία της ποσοτικής θεωρίας του χρήματος Μ, δηλαδή ο ονομαστικό όγκος της προσφοράς χρήματος που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση της οικονομίας μίας χώρας, καθορίζεται από την εξίσωση: M = K x Px Y (19) όπου K - o παράγοντας συμπεριφοράς, P - το επίπεδο τιμών στη χώρα,         Y - η πραγματική παραγωγή της χώρας (ΑΕΠ). Οι μεταβολές των ονομαστικών συναλλαγματικών ισοτιμιών En, οι οποίες μακροπρόθεσμα αντισταθμίζουν τις μεταβολές των τιμών σε μία χώρα P, καθορίζεται από τον τύπο:   En = (Mf/ M) x (Yf /Y) x (Kf /K) (20) όπου Mf, Yf, και Kf -είναι αντίστοιχα, η προσφορά χρήματος, η πραγματική παραγωγή και ο δείκτης συμπεριφοράς σε μια ξένη χώρα, ως προς το νόμισμα της οποίας συσχετίζεται το εθνικό νόμισμα. Η δυναμική των δεικτών συμπεριφοράς εξαρτάται από το επίπεδο των επιτοκίων και του αναμενόμενου πληθωρισμού στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, καθώς και η δυναμική του εμπορικού ισοζυγίου και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της χώρας. Με σταθερές τις Κ και Κf η εξίσωση (19) μπορεί να εκφραστεί μέσω της αύξησης των τιμών M, P και Y για την υπό εξέταση περίοδο με τον τύπο:      ΔM / M = ΔP / P + ΔY / Y (21)

48 Παράδειγμα Άσκηση: Ας υποθέσουμε ότι η Πολωνία θέλει να σταθεροποιήσει τον συσχετισμό Ζλότ/δολάριο, όταν οι τιμές σε δολάρια ετησίως αυξάνονται κατά 2%. α) Μέχρι ποιο επίπεδο πρέπει να μειωθεί ο εσωτερικός πληθωρισμός στην Πολωνία, εάν ο συσχετισμός της ποσοτικής θεωρίας του χρήματος εκπληρώνεται με σταθερό το Κ και η οικονομική ανάπτυξη στην Πολωνία ανέρχεται σε 4% ετησίως. β) Ποιοι πρέπει να είναι οι ρυθμοί αύξησης της προσφοράς χρήματος. Λύση. α) Για τη διασφάλιση της σταθερότητας της συμπεριφοράς K, ετησίως οι ρυθμοί αύξησης του εγχώριου πληθωρισμού στην Πολωνία θα πρέπει να μειωθούν στο επίπεδο του πληθωρισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες, δηλαδή στο 2%. β) Με 2% ρυθμό πληθωρισμού και οικονομική ανάπτυξη της τάξης του 4% το ποσοστό αύξησης της προσφοράς χρήματος στην Πολωνία πρέπει να ΔM / M = ΔP / P + ΔY / Y = = 6%.

49 Η θεωρία χρήματος της συναλλαγματικής ισοτιμίας (ΣΙ)
Η θεωρία χρήματος βασίζεται στην θεωρία της ΙΑΔ σε μακροπρόθεσμη βάση και περιορίζεται στη μελέτη καθαρά των νομισματικών παραγόντων διαμόρφωσης της ΣΙ. Θεωρείται ότι η προσφορά χρήματος Ms πλήρως ελεγχόμενη από τις αρχές και εξαρτάται εξολοκλήρου από το επίπεδο της ζήτησης Md σε αυτά, το οποίο επιτρέπει να ρυθμιστούν οι παράμετροι της ισορροπίας στην αγορά χρήματος και κατά συνέπεια, το επίπεδο της ΣΙ. Οι Αμερικανοί οικονομολόγοι W. Baumol και J. Tobin έχουν δείξει ότι η ζήτηση χρήματος εξαρτάται από το επιτόκιο r, το πραγματικό εισόδημα Υ, τις τιμές P, το κόστος των συναλλαγών b για την εξυπηρέτηση των τραπεζικών καταθέσεων και πρότειναν τον ακόλουθο τύπο για τον καθορισμό της ονομαστικής M και πραγματικής Md ζήτησης χρημάτων:     M = P √ (2bY / r) (22)   M d / P = 0,5 √ (2bY / r). (23) Από τον τύπο (23) συμπεραίνουμε ότι η πραγματική ζήτηση χρήματος είναι άμεση συνάρτηση του εισοδηματικού επιπέδου, αντίστροφη συνάρτηση του επιπέδου των επιτοκίων. Σε συνθήκες ισορροπίας της εγχώριας αγοράς χρήματος η πραγματική ζήτηση χρημάτων είναι ίση με την πραγματική προσφορά. Με αυτό το επίπεδο τιμών στη χώρα Pd και στο εξωτερικό Pf ορίζεται το ύψος της προσφοράς χρήματος και Msd και Μsf και εξαρτάται από το επιτόκιο r και το επίπεδο του εισοδήματος Υ αντίστοιχα, σε καθένα από αυτά:    Pd = Ms d / f (rd, Yd) και Pf = Ms f/ f (Rf, Yf). (24)

50 Η θεωρία χρήματος της συναλλαγματικής ισοτιμίας
Διαιρώντας το επιπέδο των τιμών στο εσωτερικό της χώρας με το επίπεδο τιμών στο εξωτερικό, σύμφωνα με τη θεωρία της απόλυτης ΙΑΔ (τύπος 9) και τοποθετώντας στην θέση των τιμών της εξίσωσης (24), θα έχουμε τον τύπο για τον καθορισμό της συναλλαγματικής ισοτιμίας:                               E d / f = Pd / Pf = (Ms d / Ms f) x [f (rf, Yf) / f (rd, Yd)] (25) Όπως προκύπτει από τη θεωρία των επιτοκίων, η συναλλαγματική ισοτιμία καθορίζεται από την αναλογία απόδοσης των στοιχείων του ενεργητικού και των εσόδων και στις δύο χώρες. Ως εκ τούτου, η σχέση μεταξύ της πραγματικής ζήτησης χρήματος σε μια ξένη χώρα και η πραγματική ζήτηση για χρήματα σε αυτή τη χώρα μπορεί να θεωρηθεί ως ένα είδος νέας συνάρτησης του λ από την διαφορά των επιτοκίων και τον συσχετισμό των εισοδημάτων:                                   [f (rf, Yf) / f (rd, Yd)] = λ [rd - rf, Yf / Yd] (26) Με υπολογισμό του αποτελέσματος του Fisher είναι η βασική συνάρτηση της θεωρίας του χρήματος για τον καθορισμό της συναλλαγματικής ισοτιμίας μπορεί να γραφτεί ως εξής:                          E d / f = (Ms d / Msf) x λ [πd - πf, Yf / Yd] (27) H εξίσωση (27) δείχνει ότι χωρίς την αλλαγή των άλλων παραμέτρων: • Η αύξηση της προσφοράς χρήματος σε μια χώρα ή η μείωση της προσφοράς χρήματος σε μια ξένη χώρα οδηγεί σε υποτίμηση του νομίσματος / αύξηση της ΣΙ του ξένου νομίσματος. • Η αύξηση των πληθωριστικών προσδοκιών στη χώρα οδηγεί σε υποτίμηση του εθνικού νομίσματος μακροπρόθεσμα. • Η αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων στη χώρα οδηγεί σε αύξηση της ΣΙ του εθνικού νομίσματος.

51 Γενική θεωρία της συναλλαγματικής ισοτιμίας
Οι Αμερικανοί οικονομολόγοι P. Krugman και M. Obsterfeld, δεδομένου ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η θεωρία της ΙΑΔ δεν τηρείται στην πράξη, πρότειναν μια νέα προσέγγιση για τον καθορισμό των συναλλαγματικών ισοτιμιών, λαμβάνοντας υπόψη στον τύπο (2) στο γενικό επίπεδο των τιμών στο εξωτερικό Pf και στην δεδομένη χώρα Pd, και τους δείκτες των τιμών μόνο για εκείνα τα εμπορεύματα, που επιθυμούν να αποκτήσουν οι κάτοικοι προξενεί ζήτηση χρήματος - για παράδειγμα, η αξία των επιλεχθέντων αγαθών, τα οποία συνήθως αγοράζει μια μέση οικογένεια στη χώρα αυτή όσο και στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της μίας εβδομάδας. Ωστόσο, σε αντίθεση με τη θεωρία της ΙΑΔ, λόγω των διαφορών στις χώρες ως προς τις προτιμήσεις των αγοραστών η σύνθεση του "καλαθιού" και το ποσοστό των παρόμοιων προϊόντων τους θα είναι διαφορετικό [Krugman P., Obsterfeld M., 1992]. (Ας σημειωθεί ότι το 2009, Ρ. Krugman κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ στα οικονομικά). Μετά τη μετατροπή της βασικής εξίσωσης της θεωρίας χρήματος (τύπος 27) με την έκφραση της ονομαστικής συναλλαγματικής ισοτιμίας μέσω της πραγματικής, με υπολογισμό τις μεταβολές στο ποσοστό του πληθωρισμού «π» κατά το χρονικό διάστημα από t έως (t +1) ο τύπος για τη γενική θεωρία της συναλλαγματικής ισοτιμίας παίρνει την ακόλουθη μορφή:   En = Er x (Msd / Msf) x λ [ΔE r + (πt+1d– πt+1 f), Yf/ Yd], (28) όπου ΔEr = (Εr t+1 – Ε r t) / Ε r t = (En t+ 1 – En t) / Ent - ( πt+1 d– πt+1 f) Είναι η αναμενόμενη αλλαγή στην πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία.

52 Γενική θεωρία της συναλλαγματικής ισοτιμίας
Ο τύπος (28) περιγράφει τους κύριους παράγοντες που επηρεάζουν τις μεταβολές της συναλλαγματικής ισοτιμίας: • Η σχετική αύξηση της εθνικής προσφοράς χρήματος, σε σύγκριση με την προσφορά χρήματος σε μια ξένη χώρα οδηγεί σε μια αναλογική υποτίμηση του νομίσματος. • Η σχετική αύξηση του προβλεπόμενου πληθωρισμού στην χώρα σε σύγκριση με την αλλοδαπή χώρα έχει ως αποτέλεσμα την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. • Η αύξηση των πραγματικών εσόδων εσωτερικά στη χώρα, με αμετάβλητες τις άλλες παραμέτρους οδηγεί σε αύξηση της πραγματικής και της ονομαστικής συναλλαγματικής ισοτιμίας.

53 Γενική θεωρία της συναλλαγματικής ισοτιμίας
 • Οι μεταβολές στον όγκο της πραγματικής παραγωγής επισύρουν ανάμεικτα αποτελέσματα σχετικά με την ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία, αφού επιφέρουν αντίθετο αποτέλεσμα σχετικά με την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία και την πραγματική ζήτηση χρήματος. Η σχετική αύξηση της συνολικής ζήτησης στο εσωτερικό της χώρας, σε σύγκριση με τη ζήτηση στην ξένη χώρα οδηγεί στη μακροπρόθεσμη αύξηση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας. Η σχετική αύξηση της συνολικής προσφοράς στην εγχώρια αγορά, σε σύγκριση με την προσφορά σε μια ξένη χώρα οδηγεί στη μείωση μακροπρόθεσμα της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας.   Ωστόσο, η πρακτική εφαρμογή της γενικής θεωρίας για τον προσδιορισμό της ακριβής σημασίας της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι εξαιρετικά δύσκολη, δεδομένου ότι οι επιπτώσεις εξέλιξης της συνολικής ζήτησης και της προσφοράς σε αυτή τη χώρα και το εξωτερικό σχετικά με τη συναλλαγματική ισοτιμία είναι πολύ διαφορετικές και δεν μπορεί να απεικονιστούν με αλγεβρικό τύπο.

54 Παράδειγμα Προϋπόθεση: 1) Υπολογίζουμε, όπως σε σταθερό επίπεδο των εγχώριων τιμών P και στις συνεχείς μεταβολές των συναλλαγών b αλλάζει η πραγματική ζήτηση χρήματος, αν το εισόδημα Y θα αυξηθεί κατά 20% και το επιτόκιο r - 10%. 2) Υπολογίστε την ελαστικότητα της ζήτησης βάσει εισοδήματος και επιτοκίων.  Λύση 1) Έχοντας ως σταθερές τα μεγέθη Ρ και b στον τύπο Baumol-Tobin Md / P = 0,5 √ (2bY /r) ανά μονάδα (1) και τον υπολογισμό των σχετικών αξιών του Y = ( ) / 100 = 1,2 και r = ( ) / 100 = 1,1, η πραγματική ζήτηση χρήματος θα αυξηθεί στο √ (1,2 / 1,1) = 1,045 φορές, ή ΔMd = (1, ) ∙ 100 = 4,5 %. 2). Με την αύξηση του εισοδήματος ΔY = 20%, και σταθερά τα άλλα μεγέθη η ζήτηση χρήματος βάσει εισοδήματος θα αυξηθεί σε √ (1,2 / 1) = 1,095 ώρες ή ΔMd = (1, ) ∙ 100 = 9,5%. Η ελαστικότητα της ζήτησης χρήματος βάσει εισοδήματος θα είναι ЄY = ΔMd / ΔY = 9,5 / 20 = 0,475. Με αύξηση του επιτοκίου σε Δr = 10% και σταθερά τα άλλα μεγέθη η ζήτηση χρήματος βάσει επιτοκίου θα αλλάξει σε √ (1 / 1, 1)= 0,953 φορές, δηλαδή μειώθηκε κατά το ποσό των ΔMd= (0, ) x 100% = - 4,7%. Η ελαστικότητα της ζήτησης χρήματος βάσει επιτοκίου θα είναι Єr = ΔMd/ Δr = - 4,7 / 10 = - 0,47.

55 Βιβλιογραφία Mundell R.A. Capital Mobility and Stabilisation Policy under Fixed and Flexible Exchange Rates //Canadian Journal of Economic and Political Science, № 29, – Р Mundell R.A. EMU and the International Monetary System: a Transatlantic Perspective //Oesterreichiche National Bank Working Paper (Austria). –1993, July, № 13. – Р.1-41. Kyrief A. International Economics. Inter. Relations, Μ.1997 Miklasevskagia N.A, Cholopof A.V. International Economics. Pupl.Ntelo Service. M.1998. Krugman P., Obsterfeld M. International Economic. – N.Y., – P Siskos E. Currency Rate Effect on Foreign Trade in Post-Socialist Countries of the Black Sea Organization for Economic Cooperation. – Journal of European Economy, Vol.1 (№2), September – P Siskos E. Global Strategies of European Integration. Ed. Aston Ternopil. pp 384


Κατέβασμα ppt "Δρ. Σίσκος Ευάγγελος, Τακτικός Καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google