Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
ΔημοσίευσεΝικόλαος Γερμανός Τροποποιήθηκε πριν 8 χρόνια
1
ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΣΤΕΦΑΝΑ (ΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΓΑΜΟΣ) BODAS DE SANGRE Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
2
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
3
LORCA, FEDERICO GARCÍA, 1898-1936 (ΤΟ ΑΗΔΟΝΙ ΤΗΣ ΑΝΔΑΛΟΥΣΙΑΣ) Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα (Federico García Lorca, 5 Ιουνίου 1898 - 18 Αυγούστου 1936) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Ισπανούς ποιητές και θεατρικούς συγγραφείς, από τους κορυφαίους εκπροσώπους της ισπανικής γενιάς του '27. Πέρα από το λογοτεχνικό του έργο, ασχολήθηκε επίσης με τη ζωγραφική και τη μουσική. Ο Φρεντερίκο Γκαρθία Λόρκα γεννήθηκε στις 5 Ιουνίου του 1898. Ο πατέρας του ήταν πλούσιος κτηματίας και η μητέρα του δασκάλα πιάνου. Από τους πρώτους μήνες της ζωής του υπέστη την ταλαιπωρία σοβαρής ασθένειας, η οποία μάλιστα θα του αφήσει και μια μικρή χωλότητα. Τα παιδικά του χρόνια τα περνάει στον τόπο που γεννήθηκε: στο Φουέντε Βακέρος της Γρανάδας. Ο Λόρκα θα φοιτήσει στη Νομική Σχολη του Πανεπιστημίου της Γρανάδας, όπου θα σπουδάσει Φιλοσοφία και Δίκαιο, την οποία όμως εγκατέλειψε σύντομα, για να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία, τη μουσική και τη ζωγραφική. Το 1919 εγκαθίσταται στη Μαδρίτη. Μένει στη φοιτητική Κατοικία του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, που τότε λειτουργούσε ως ανοιχτό πανεπιστήμιο, πολιτιστικό κέντρο, της ισπανικής πρωτεύουσας και εκεί έχει την ευκαιρία να γνωριστεί με τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, τον Σαλβαδόρ Νταλί, τον ποιητή Ραφαέλ Αλμπέρτι και άλλους. «Δεν μπορείς να με κάνεις να αλλάξω. Γεννήθηκα ποιητής και καλλιτέχνης, όπως άλλοι γεννιούνται χωλοί, ή τυφλοί, ή όμορφοι». Μ’ αυτόν τον δυναμικό και επιθετικό τρόπο απάντησε ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα στον πατέρα, ο οποίος τον καλούσε να τα αφήσει όλα στη Μαδρίτη και να επιστρέψει στο σπίτι του για να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
4
Το 1920 ανεβαίνει στη Μαδρίτη το έργο του "Τα μάγια της πεταλούδας". Την ίδια χρονιά γράφεται στη Φιλοσοφική Σχολή και την επομένη κυκλοφορεί στη Μαδρίτη η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Βιβλίο ποιημάτων». Το 1922, συνεργάστηκε με τον συνθέτη Μανουέλ ντε Φάγια στο Φεστιβάλ Λαϊκής Μουσικής, στη Γρανάδα. Στις παραδόσεις της λαϊκής και τσιγγάνικης μουσικής, πίστευε πως βρίσκει την έμπνευση των ποιητικών του ενορμήσεων. Δημιούργημα του, εκείνη την εποχή, ήταν το Ποίημα Του Κάντε Χόντο, λαϊκό τραγούδι της Ανδαλουσίας, που τραγουδιέται από τσιγγάνους με συνοδεία κιθάρας και λίγο αργότερα, το 1924, ξεκίνησε να γράφει το Ρομανθέρο Χιτάνο, έργο που ολοκλήρωσε τελικά το 1927, σύνθεση 18 ποιημάτων με σταθερή στιχουργική μορφή, έκφραση μιας από τις αρχαιότερες μορφές ισπανικής ποίησης. Την ίδια περίοδο συνέθεσε και την Ωδή Στον Σαλβαντόρ Νταλί ενώ παράλληλα έγραψε το θεατρικό έργο Μαριάνα Πινέδα, που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βαρκελώνη, την ίδια χρονιά, σε σκηνογραφία Νταλί, σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία. Τα έτη 1929-1930, αναζήτησε νέες πηγές έμπνευσης και ταξίδεψε στις ΗΠΑ και στην Κούβα. Οι εμπειρίες του στις Ηνωμένες Πολιτείες αξιοποιήθηκαν στο ποίημα Ένας Ποιητής Στη Νέα Υόρκη. Επέστρεψε στην Μαδρίτη το 1931 και συνέθεσε το Ντιβάνι Της Ταμαρίτ, ενώ παράλληλα δούλεψε και πάνω σε έργα για το κουκλοθέατρο, καθώς ανεβαίνει στο θέατρο Εσπανιόλ το έργο του "Η θαυμαστή μπαλωματού". Εκεί έδειξε ξεκάθαρα πως επέλεγε ως κύρια ενασχόλησή του, τη συγγραφή θεατρικών και τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ολοκλήρωσε τις κορυφαίες του δημιουργίες: Το Σπίτι Της Μπερνάρντα Άλμπα, Ματωμένος Γάμος, Γέρμα,Θρήνος Για Τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, τραγωδίες με θέμα τη κοινωνική καταπίεση κι έκδηλο το ανθρώπινο στοιχείο.
5
Με την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας στην Ισπανία, ιδρύει και διευθύνει τον πανεπιστημιακό θίασο – θεατρική ομάδα La Barroca ("Η Παράγκα"), ο οποίος, με τη βοήθεια του Υπουργείου Παιδείας, περιοδεύει στην ισπανική επαρχία, σε χώρους εργατών κι αγροτικές περιοχές, παρουσιάζοντας έργα του κλασικού ισπανικού θεάτρου. Το 1936 συνέταξε μια διακήρυξη ισπανών συγγραφέων κατά του φασισμού, την οποία και διάβασε στη διάρκεια τιμητικής εκδήλωσης για τον ποιητή Ραφαέλ Αλμπέρτι, που επέστρεψε από τη Μόσχα, και στις 16 Ιουλίου 1936 αναχωρεί για τη Γρανάδα. Εκεί ξεκίνησε να γράφει μια σειρά θεατρικών σκηνών με μορφή επιθεώρησης, ωστόσο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος (ο ισπανικός εμφύλιος, ο οποίος διήρκεσε από τις 17 Ιουλίου 1936 μέχρι την 1 Απριλίου 1939, ήταν ο πόλεμος μεταξύ των Ισπανών Εθνικιστών υπό την καθοδήγηση του επαναστάτη στρατηγού Φρανθίσκο Φράνκο και των Δημοκρατικών κομμουνιστικών και αναρχικών Δυνάμεων που καθοδηγούνταν από τον Πρόεδρο της 2ης Ισπανικής Δημοκρατίας Μανουέλ Αθάνια. Νικήτριες αναδείχθηκαν οι εθνικές δυνάμεις του Φράνκο μετά από φριχτές σφαγές κατά αμάχων και ένοπλων τμημάτων απο την Δημοκρατική κυβέρνηση). Στις 3 Αυγούστου 1936 ο κουνιάδος του Λόρκα, Μοντεσίνος, σοσιαλιστής δήμαρχος της Γρανάδας, συλλαμβάνεται και εκτελείται. Ο Λόρκα καταφεύγει στο σπίτι ενός φίλου του, του ποιητή Λουίς Ροσάλες, του οποίου τα αδέλφια ήταν φαλαγγίτες. Συλλαμβάνεται τη νύχτα 17 προς 18 Αυγούστου και κρατείται στο Κυβερνείο της Γρανάδας. Στις 19 Αυγούστου 1936,τα χαράματα, σε ηλικία 38 ετών, δολοφονήθηκε στο χωριό Βιθνάρ (σε ένα αραβικό υδραγωγείο από τον ενδέκατο αιώνα, την Φουέντε Γκράντε - στα αραβικά Ainadamar / “Η πηγή των δακρύων”) από ένα εκτελεστικό απόσπασμα 12 ατόμων, αποτελούμενο από αστυνομικούς, εθελοντές αλλά και κρατούμενους, τους οποίους υποχρέωσαν να διαπράξουν τη δολοφονία του Λόρκα υπό την απειλή της εκτέλεσης. Οι περισσότεροι δε από αυτούς δεν γνώριζαν καν ποιος είναι αυτός που είχαν διαταχθεί να δολοφονήσουν. Για τη δολοφονία κατηγορήθηκαν ακροδεξιοί πολιτικοί και επιχειρηματικοί κύκλοι, μέλη επιφανών οικογενειών της Γρανάδας. Ο τάφος του δε βρέθηκε ποτέ. «Εγώ ποτέ δεν θα γίνω πολιτικός. Είμαι επαναστάτης, γιατί δεν υπάρχει αληθινός ποιητής που να μην είναι επαναστάτης» Φ. Γκ. Λόρκα
6
Ποίηση Divan del tamarit Ντουέντε Poeta en Nueva York (Ποιητής στη Νέα Υόρκη) Llanto por Ignacio Sánchez Mejías (Μοιρολόι για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας) Sonetos del amor oscuro (Σονέτα του σκοτεινού έρωτα) Romancero gitano (Τσιγγάνικο τραγουδιστάρι) Oda a Salvador Dalí (Ωδή στον Σαλβαντόρ Νταλί) Ποιητικά άπαντα (Τόμοι Α, Β) Άγαλμα προς τιμή του Λόρκα, στην πλατεία Santa Ana της Μαδρίτης
7
Θεατρικά El maleficio de la mariposa (Τα Μάγια της Πεταλούδας) Los títeres de Cachiporra (Οι Φασουλήδες του Κατσιπόρα) Mariana Pineda (Μαριάνα Πινέδα) La zapatera prodigiosa (Η θαυμαστή μπαλωματού) Amor de don Perlimplín con Belisa en su jardín (Ο έρωτας του δον Περλιμπλίν με την Μπελίζα στον κήπο του) Bodas de sangre (Ματωμένος Γάμος) Yerma (Γέρμα) Doña Rosita la soltera (Δόνια Ροζίτα η ανύπαντρη) La casa de Bernarda Alba (Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα)
8
http://www.youtube.com/watch?feature=player_detailpage&v= 6oYQeZXZyIs http://www.youtube.com/watch?feature=player_detailpage&v= 6oYQeZXZyIs http://www.youtube.com/watch?v=OqpkQp95Sic&feature=play er_detailpage http://www.youtube.com/watch?v=OqpkQp95Sic&feature=play er_detailpage http://www.youtube.com/watch?v=pkhb2nWIxGQ&feature=pla yer_detailpage http://www.youtube.com/watch?v=pkhb2nWIxGQ&feature=pla yer_detailpage
9
ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΣΤΕΦΑΝΑ – ΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΓΑΜΟΣ (1933) Bodas de Sangre Bodas de Sangre Ο Λόρκα εμπνεύστηκε το έργο αυτό από ένα άρθρο εφημερίδας που ανέφερε ένα έγκλημα στην ανδαλουσιανή πόλη Níjar. Ο Ματωμένος Γάμος είναι ένα από τα τρία τραγικά θεατρικά έργα της "ισπανικής υπαίθρου" του συγγραφέα. Τα άλλα δυο είναι η "Γέρμα" και "Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα". Και τα τρία έργα υπογραμμίζουν την πειθήνια υποταγή των γυναικών που αποζητούν ελευθερία στην παραδοσιακή κοινωνία της ισπανικής υπαίθρου, η οποία τους αρνείται την κοινωνική ή ερωτική ισότητα. ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ: Η Μάνα, πικραμένη από το θάνατο του συζύγου και του μεγαλύτερου γιου της από το χέρι των Felix, δίνει την ευχή της στο μικρότερο γιο της για να παντρευτεί μια κοπέλα που ζει κοντά στην πόλη και δηλώνει την επιθυμία της να δει εγγόνια. Μια γειτόνισσα συζητάει με τη Μάνα και της αποκαλύπτει πως η Νύφη ήταν παλιά αρραβωνιασμένη με το Λεονάρντο, συγγενή των Felix που σκότωσαν την οικογένειά της. Ο Λεονάρντο είναι τώρα παντρεμένος με την ξαδέρφη της Νύφης και μένει μαζί με τη γυναίκα του και την πεθερά του. Όταν γυρίζει σπίτι από τη δουλειά, τις ακούει να νανουρίζουν το μικρό γιο του. Όταν ένα μικρό κορίτσι καταφτάνει και τους λέει τα νέα για τις προετοιμασίες του γάμου του Γαμπρού με τη Νύφη, ο Λεονάρντο όλο οργή ορμάει έξω από το σπίτι. Η Μάνα επισκέπτεται το σπίτι της Νύφης, όπου συζητά μαζί της και με τον Πατέρα της. Η Υπηρέτρια μένει κάποια στιγμή μόνη με τη Νύφη, την πειράζει για τα δώρα του Γαμπρού, ενώ της αποκαλύπτει ότι ο Λεονάρντο έρχεται τα βράδια κάτω από το παράθυρό της. Εκείνο το βράδυ, τη συναντά και της εκμυστηρεύεται τον πόθο του και το λόγο που δεν την παντρεύτηκε παλιότερα. Η Νύφη επιχειρεί να τον κάνει να σωπάσει, αλλά δεν αρνείται ότι ακόμα έχει αισθήματα γι' αυτόν. Η υπηρέτρια διώχνει το Λεονάρντο, ενώ καταφτάνουν οι καλεσμένοι για το γάμο. Όλοι κατευθύνονται προς την εκκλησία, ενώ η Νύφη ικετεύει το Γαμπρό να την προστατέψει. Μετά το γάμο, όλος ο κόσμος γυρίζει στο σπίτι της Νύφης για το γαμήλιο γλέντι. Εκεί, αναζητούν τη Νύφη και το Λεονάρντο, αλλά ανακαλύπτουν ότι το έσκασαν με το άλογο. Ο Γαμπρός εξοργισμένος βγαίνει να κυνηγήσει και να σκοτώσει το Λεονάρντο, ενώ η Μάνα διατάζει όλους τους καλεσμένους να χωριστούν σε ομάδες και να ψάξουν το ζευγάρι.
10
Στο δάσος, όπου βρίσκονται ο Λεονάρντο και η Νύφη, εμφανίζονται τρεις Ξυλοκόποι που συζητούν τα γεγονότα, λέγοντας ότι το ζευγάρι θα ανακαλυφθεί μόλις βγει το φεγγάρι και φωτίσει το δάσος. Το Φεγγάρι εμφανίζεται σαν χαρακτήρας και σε ένα μονόλογο πενθεί την μοναξιά του και δηλώνει την επιθυμία του να χυθεί αίμα, προκειμένου να τιμωρήσει τους ανθρώπους που το άφησαν έξω από τα σπίτια τους. Ρίχνει το φως του στο δάσος, ενώ συνοδεύεται από μια ζητιάνα, που είναι ο Θάνατος προσωποποιημένος: μαζί συμφωνούν το θάνατο των ζηλιάρηδων ανδρών. Ο Γαμπρός μαζί με μια κοπέλα ψάχνουν στο σκοτεινό δάσος. Τους εμφανίζεται ο Θάνατος, σαν γριά ζητιάνα και τους λέει ότι θα τους οδηγήσει στο Λεονάρντο. Λίγο πιο μακριά, ο Λεονάρντο και η Νύφη αγκαλιάζονται και σκέφτονται το μέλλον τους, ρομαντικοί αλλά με ένα ασίγαστο και σκοτεινό πάθος ο ένας για τον άλλο. Ακούγονται βήματα: πλησιάζει ο Γαμπρός με το Θάνατο, ο Λεονάρντο φεύγει από τη σκηνή και δυο κραυγές ακούγονται μες στο σκοτάδι. Πίσω στην πόλη, οι γυναίκες έχουν μαζευτεί κοντά στην εκκλησία και συζητούν για τα γεγονότα. Ο θάνατος εμφανίζεται σαν ζητιάνα και δηλώνει ότι θάνατος απλώθηκε στο δάσος. Θυμωμένη και πικραμένη η Μάνα βλέπει τη Νύφη να γυρίζει, με το νυφικό της γεμάτο αίματα από τους δυο άνδρες που αλληλοσκοτώθηκαν στο δάσος. Η Μάνα την ανακηρύσσει πόρνη και πάει να τη σκοτώσει, αλλά τελικά απομακρύνεται και προσεύχεται. Η αυλαία πέφτει, όσο η Νύφη και η Μάνα απαγγέλλουν την τραγωδία του Ματωμένου Γάμου.
11
Το θεατρικό αυτό έργο παρουσιάστηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά σε παράσταση το 1948 από το Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν, μετάφραση Νίκου Γκάτσου, σκηνικά του Γιάννη Τσαρούχη και μουσική και τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκη. Τη Νύφη ερμήνευσε η Έλλη Λαμπέτη και το Λεονάρντο ο Βασίλης Διαμαντόπουλος. http://www.youtube.com/watch?feature=player_detailpage&v=6oYQeZXZ yIs http://www.youtube.com/watch?v=sXC8LfnXMTs&feature=player_detailpa ge http://www.youtube.com/watch?feature=player_detailpage&v=rDaU2OvSx GA
12
ΒΑΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ – ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΜΑΤΩΜΕΝΟΥ ΓΑΜΟΥ:
13
ΓΑΜΠΡΟΣ: ΓΑΜΠΡΟΣ: Είναι ένας πλούσιος και ενάρετος νεαρός άντρας. Η μητέρα του τον υπερπροστατεύει, καθώς είναι το μόνο παιδί που της έχει απομείνει (τόσο ο πατέρας όσο και ο αδερφός του έχουν δολοφονηθεί). Ο Γαμπρός αποδέχεται αυτήν τη συμπεριφορά της μητέρας του, καθώς είναι καλοπροαίρετος και σεβαστικός, και στο αρχικό στάδιο του έργου είναι ιδιαίτερα χαρούμενος και ανυπόμονος στην προοπτική του γάμου του με την Νύφη. Είναι ιδιοκτήτης ενός αμπελώνα και πιστεύει οτι μπορεί να εξασφαλίσει μια άνετη ζωή τόσο στη νέα του σύζυγο, όσο και στα πολλά παιδιά που σκοπεύει να κάνει. ΝΥΦΗ: ΝΥΦΗ: είναι μία νεαρή γυναίκα, γεμάτη ομορφιά και ζωντάνια, η οποία αντιμετωπίζει μεγάλα ηθικά διλήμματα και οι πράξεις της διαπνέονται από ενστικτώδη ορμή και αρχέγονα πάθη. Αρχικά ζει μέσα στην απομόνωσή του σπιτιού της μακριά από την υπόλοιπη πόλη και βρίσκει ως διέξοδο μίας σταθερής, ήρεμης και ασφαλούς ζωής το γάμο της με τον Γαμπρό. Παρά τις νεωτεριστικές της απόψεις σχετικά με τη μοίρα των γυναικών την εποχή εκείνη, συμφωνεί σε μια προδιαγεγραμμένη και ήσυχη ζωή. Παρ’ όλα αυτά, το ασίγαστο ερωτικό της πάθος για τον Λεονάρντο, το ελεύθερο και παράτολμο πνεύμα της, η ενστικτώδης ορμή της αγάπης της, την καταδικάζει στο να φύγει μαζί του την ημέρα του γάμου της, καταπατωντας τις ηθικές και κοινωνικές επιταγές της εποχης. οδηγώντας τις εξελίξεις σε τραγικό τέλος και καταδικάζοντας την ίδια σε μια απέραντη και αέναη μοναξιά και θλίψη. ΜΑΝΑ: ΜΑΝΑ: Η ηρωίδα είναι μεγάλη σε ηλικία και αποτελεί μία από τις πιο έντονες και κυρίαρχες μορφές μέσα στο έργο. Της αρέσει να επιδίδεται σε κοινωνικό σχολιασμό με τις άλλες γυναίκες του χωριού και διακηρύσσει τις επιφυλάξεις της για τον επικείμενο γάμο του γιου της. Θεωρεί, ως φορέας της συντηρητικής παράδοσης, ότι οι γυναίκες οφείλουν να «μονάζουν» μακριά από τις υλικές απολαύσεις και τις κοινωνικές επαφές και πιστεύει ότι κυρίαρχος σκοπός τους ειναι η ανατροφή των παιδιών τους και η ευχαρίστηση των συζύγων τους. Απο τότε που πέθαναν τόσο ο άντρας της όσο και ο άλλος της γιος, έχει ιδιαίτερη αδυναμία στον εναπομείναντα γιο, τον υπερπροστατεύει και μερικές φορές καταφεύγει σε υστερικές αντιδράσεις για να τον έχει υπό την επίδρασή της. Απεχθάνεται τα μαχαίρια, καθώς θεωρεί ότι είναι τα όργανα μιαρών δολοφονιών, και συχνά παραπονιέται για αυτά.
14
ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ ΦΕΛΙΞ: ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ ΦΕΛΙΞ: Ο απερίσκεπτος, σκληρός και αρχικά παγερός αυτός ήρωας, με ιδιαίτερη διασπαστικότητα στις πράξεις και αντιδράσεις του, είναι ο βασικός αντίπαλος του Γαμπρού στο έργο. Από τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια ήταν ερωτευμένος με την Νύφη, αλλά διαφαίνεται ότι εκείνη τον είχε απορρίψει και τον είχε ενθαρρύνει να παντρευτεί εν τέλει την ξαδέρφη της σε ένα γάμο χωρίς αγάπη. Άθελά του, ο Λεονάρντο ακολούθησε τη μοίρα του, αλλά είναι πάρα πολύ στενοχωρημένος και παγιδευμένος μέσα σε αυτόν τον «ψεύτικο» και αδιέξοδο γάμο του και ακόμα επιθυμεί, αγαπά και ποθεί την Νύφη. ΠΕΘΕΡΑ ΤΟΥ ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ(και θεία της Νύφης): ΠΕΘΕΡΑ ΤΟΥ ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ(και θεία της Νύφης): η ώριμη αυτή γυναίκα συμφωνεί με τις συντηρητικές απόψεις την Μάνας για τον παραδοσιακό ρόλο της γυναίκας την εποχή εκείνη, αλλά παράλληλα υποστηρίζει πολύ τη γυναίκα του Λεονάρντο και κόρη της και την βοηθάει να μεγαλώσει το παιδί της. ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ: ίσως είναι η πιο ρεαλιστική, ορθολογιστική και προσγειωμένη μορφή του Ματωμένου Γάμου. Με διαίσθηση και διακριτικότητα αντιλαμβάνεται ότι ο άντρας της εχει μία ιδιαίτερη «συμπάθεια» στη ξαδέρφη της. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως μία αφελής γυναίκα με αγνές προθέσεις, καθώς πολλές φορές επαινεί τον χαρακτήρα και τις αρετές της ξαδέρφης της. ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ: ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ: ο ήρωας είναι ιδιαίτερα εργατικός και υπέυθυνος στη δουλειά του, καθώς προσπαθεί και αφοσιώνεται στο να καλλιεργήσει τριφύλλι στο χωράφι του παρ’ όλο που το χώμα δεν κρίνεται κατάλληλο. Κατανοεί ότι η γεωγραφική απομόνωση του χωραφιού και της οικίας του παρεμπόδιζε την Νύφη από το να αποκτήσει μία υγιή κοινωνική ζωή. Επίσης πέφτει θύμα κοινωνικού σχολιασμού απο τους συγχωριανούς του, καθως, παρ’ όλο που η γυναίκα του εχει πεθάνει καιρό τώρα, υπάρχει η υπόνοια ότι ποτέ δεν τον αγάπησε στα χρόνια του γάμου του. ΓΕΙΤΟΝΙΣΣΑ ΓΕΙΤΟΝΙΣΣΑ: η ευγενική γειτόνισσα είναι η καλύτερη φίλη της Μάνας, που πάντα την επισκέπτεται για να σχολιάσει τα γεγονότα και να μάθει τα νέα της μικρής κοινωνίας, και είναι αυτή που προστρέχει, όταν μαθαίνονται τα νέα για τον θάνατο του Γαμπρού. .
15
ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ: ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ: Είναι μία γυναίκα με ευγενική προσωπικότητα, ομιλητική, που μοιράζεται τις πιο προσωπικές στιγμές της Νύφης μαζί της και ακούει με κατανόηση τους ενδοιασμούς, την πίκρα και τις φοβίες της για τον επικείμενο γάμο της. Η ίδια πιστεύει ότι η Νύφη θα είναι τελικά χαρούμενη μόλις ολοκληρωθεί το μυστήριο του γάμου και προσπαθεί να την ενθαρρύνει και να την χαροποιήσει ΞΥΛΟΚΟΠΟΙ: ΞΥΛΟΚΟΠΟΙ: Οι τρεις ξυλοκόποι εμφανιζονται μόνο μία φορά μέσα στο έργο, στο ξεκίνημα της πρώτης σκηνής της τρίτης πράξης και συζητούν, υποθέτουν, δικαιολογούν, σχολιαζουν την δραματική αποχώρηση της Νύφης από την γαμήλια δεξίωσή της και τη φυγή της με τον Λεονάρντο. ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ: ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ: Αφού οι ξυλοκόποι αναφέρουν ότι το φεγγάρι με το φως του θα προδώσει την κρυψώνα των δύο εραστών μέσα στο δάσος, τότε αυτό παίρνει τη μορφή ενός νεαρού ξυλοκόπου. Στο μονόλογο που ακολουθεί το φεγγάρι παρουσιάζεται μοχθηρό και αδυσώπητο, καθως ποθεί και επιθυμεί να χυθεί ίιμα για να ζεσταθούν τα μάγουλά του. ΖΗΤΙΑΝΑ: ΖΗΤΙΑΝΑ: μία φοβιστική και παρανοϊκή μορφή, η οποία πιθανόν αντιπροσωπεύει τον θάνατο και έχει υπερφυσική σημασία. Απευθύνεται κατευθείαν στο φεγγάρι και ελπίζει τόσο ο Γαμπρός όσο και ο Λεονάρντο να πεθάνουν με φρικτό και βίαιο τρόπο. Προβλέπει και προφητεύει πως θα δολοφονήσουν ο ένας τον άλλο, και μεταφέρει τα νέα του θανάτου τους στα κορίτσια της μικρής πόλης την άλλη μέρα.
16
ΒΑΣΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ: Χάσμα γενεών Παρ΄όλο που η βασική αναμέτρηση στο έργο επικεντρώνεται ανάμεσα στο Γαμπρό και τον Λεονάρντο, η διαμάχη ανάμεσα στις διαφορετικές γενιές παίζει σημαντικό και κάπως ύπουλο ρόλο στα τραγικά γεγονότα. Η Νύφη αντιδρά ανοιχτά απέναντι στα παραδοσιακά κοινωνικά ήθη και έθιμα και στους άγραφους νόμους της γενιάς των γονιών της. Οι πράξεις της μπορούν να δικαιολογηθούν ως η αντίδραση της απέναντι στο αίσθημα της παγίδευσης που νιώθει, καθώς ως γυναίκα είχε περιορισμένες επιλογές και ελευθερίες την εποχή εκείνη. Παρ’ όλο που είναι άντρας, και ο Γαμπρός είναι παράλληλα περιορισμένος και ελεγχόμενος, καθώς πρέπει πάντα να εξηγεί και να δικαιολογεί τις αποφάσεις και τις πράξεις του στην μητέρα του, η οποία υπονομεύει τον γάμο του με την Νύφη - πρώην αγάπη του Λεονάρντο Φέλιξ. Παρ’ όλο που προσπαθεί να ενσωματώσει την μητέρα του στη ζωή του, προσκαλώντας την να μείνει μαζί τους μετά το γάμο, αυτή αρνείται, μένοντας προσκολλημένη στο παρελθόν και στο σπίτι της δίπλα στο κοιμητήριο. Ρόλοι των δύο φύλων: Ο Λόρκα στο έργο αυτό παρουσιάζει ποικίλες και αντικρουόμενες απόψεις και θεωρίες για τον καταλληλότερο ρόλο και τη θέση των γυναικών μέσα στην κοινωνία της εποχής. Η Μάνα και η Πεθερά του Λεονάρντο υποστηρίζουν την πιο συντηρητική αντίληψη και το στερεότυπο ότι οι γυναίκες οφείλουν να είναι απομονωμένες μέσα στην κοινωνία, αποκλεισμένες μέσα στα «τείχη» του γάμου τους, για να είναι ασφαλείς και για να περιφρουρούν τις ευαίσθητες ψυχές τους.
17
Η Νύφη, από την άλλη, αισθάνεται περιορισμένη και καταπιεσμένη από την υποχρέωσή της οπωσδήποτε να παντρευτεί και να απομονωθεί από τον κοινωνικό της περίγυρο. Παρ’ όλο που δεν αγαπάει τον μέλλοντα σύζυγό της, κατανοεί ότι αυτός θα είναι ένας καλός σύζυγος, που θα την συντηρεί με αξιοπρέπεια, αλλά από την άλλη δυσανασχετεί με την αναγκαιότητα του να νυμφευθεί πάση θυσία είτε για την εξασφάλιση του πλούτου είτε για την ικανοποίηση του ενστικτώδους πάθους, της αγάπης και του έρωτα μέσα της. Προσπαθεί να βρει μία αρμονική λύση στο αδιέξοδο της ψυχής της, αλλά αυτό αποδεικνύεται μάταιο. Αυτό το βασανιστικό και ανυπόφορο ηθικό της δίλημμα αντικατοπτίζει τις αντικρουόμενες εντάσεις και καταστάσεις, τις οποίες πολλές γυναικες της επαρχίας είχαν να αντιμετωπίσουν την εποχή εκείνη των αρχών του 20ου αιώνα. Φυσική / υλική και συναισθηματική απομόνωση: Οι ήρωες του Ματωμένου Γάμου συχνά συζητούν και σχολιάζουν την απομόνωση του σπιτιού της Νύφης από την υπόλοιπη περιοχή. Με τον ίδιο τρόπο, η Γειτόνισσα αναφέρει ότι η Μάνα βγαίνει από το σπίτι της πολύ σπάνια είτε για να συναντήσει γνωστούς της είτε για να κάνει διαφορα θελήματα. Μπορούμε λοιπόν να διαπιστώσουμε ότι οι γυναικείες μορφές του έργου βιώνουν μία ρεαλιστική απομόνωση, η οποία φυσικά συνδέεται και αντανακλά την συναισθηματική τους αποξένωση και αλλοτρίωση – στην περίπτωση της Μάνας εξαιτίας του θρήνου της για τον δολοφονημένο άντρα της και τον γιό της και στην περίπτωση της Νύφης εξαιτίας της πίεσής της για τον επικείμενο γάμο της.
18
Η έννοια της ευθύνης, της μομφής και της ενοχής: Ο Λεονάρντο και η Μάνα έχουν την τάση να καθηλώνουν την προσοχή τους και να επηρεάζονται στις πράξεις και τα λόγια τους από τις έννοιες της μομφής, της κατηγορίας και της ενοχής. Με αυτόν τον τρόπο αναζητούν και κατηγορούν τους υπαίτιους για τη δυστυχία και την πικρία που βιώνουν στη ζωή τους. Κανένας από τους δύο, όμως, μέσα από τις άμυνες τους, δεν κατευθύνει αυτή του την οργισμένη τάση σε πραγματικούς ενόχους. Η Μάνα πιστεύει ότι για τη δυστυχία του κόσμου πρέπει να κατηγορηθούν τα μαχαίρια, καθώς αυτά είναι που της πήραν μακριά το παιδί της και τον άντρα της. Ο Λεονάρντο από την άλλη μεταθέτει την ευθύνη για την κακοτυχία του γάμου του σε όσους τον περιτριγυρίζουν, μην αναγνωρίζοντας την δική του ευθύνη και υπαιτιότητα. Με τον ίδιο τρόπο και η Νύφη ξεσπά και κατηγορεί την Υπηρέτρια, νιώθοντας αδυναμία και αδιέξοδο για τον επικείμενο γάμο της. Οι χαρακτήρες του έργου, λοιπόν, δεν μπορούν ρεαλιστικά και ειλικρινώς να αναγνωρίσουν τις πραγματικές αιτίες της δυστυχίας τους και για αυτό το λόγο παρουσιάζονται ως άκαμπτες μορφές, που δεν έχουν κατακτήσει την αρετή της συγχώρεσης. Η σχέση ανθρώπου και φύσης: Οι κατασταλτικοί και περιοριστικοί κοινωνικοί κανόνες και άγραφοι νόμοι της μικρής αγροτικής πόλης έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τα ακατέργαστα, φυσικά, παθιασμένα, ελεύθερα, ενστικτώδη, αρχέγονα συναισθήματα, με τα οποία οι ήρωες επιθυμούν να πορεύονται στη ζωή τους. Παρ΄όλα αυτά, αυτή η άγρια και αγέρωχη πλευρά της φύσης δεν διαφέρει και πολύ από την αυστηρότητα, τον συντηρητισμό και την καταπίεση των κοινωνικών κανόνων.
19
Η παρουσία και ο μονόλογος του Φεγγαριού, ως φυσικού συμβόλου, στο δάσος, επιδεικνύει σκληρότητα, τραχύτητα και μοχθηρή κακεντρέχεια απέναντι στους ανθρώπινους χαρακτήρες και συνεισφέρει στο τραγικό τους τέλος. Τα καταπιεστικά έθιμα της μικρής πόλης λειτουργούν ως μηχανισμός άμυνας απέναντι στη χαοτική, ζοφερή και σκληρή μοίρα, με την οποία έρχεται αντιμέτωπος ο άνθρωπος μέσα στην φύση. Η έννοια της απληστίας και της οικονομικής δύναμης: Μέσα στο έργο διαφαίνεται η αναγκαιότητα και η ορθολογιστική άποψη ότι ο γάμος της Νύφης και του Γαμπρού αποτελεί επίσης οικονομική συνένωση και ανταλλαγή. Οι οικογένειες και των δύο έχουν οικονομική άνεση, κάτι που παρακινεί και ενδυναμώνει και την έγκριση των γονέων τους για αυτόν τον γάμο. Παρ΄ όλα αυτά οι συνεχιζόμενες συνομιλίες ανάμεσα στις δύο οικογένειες για την αγοραπωλησία χωραφιών και αγροτεμαχίων καταδεικνύει ένα συγκαλυμμένο ρήγμα στις σχέσεις των δύο οικογενειών. Αν και ο Πατέρας της Νύφης έχει προκόψει αρκετά μέσα από την σκληρή και επώδυνη εργασία του, δεν μπορεί να συναγωνιστεί τα υλικά πλούτη, την επιδειξιομανία και την οικονομική ευρρωστία της οικογένειας του Γαμπρού, κάτι που δείχνει να απασχολεί τη Νύφη και να την εμποδίζει απο το να συνδεθεί με ισχυρούς δεσμούς αγάπης και σεβασμού με τον Γαμπρό. Επίσης, στο έργο, διαφαίνεται και η απόγνωση του Λεονάρντο, που δεν μπόρεσε να έχει τη Νύφη δική του γυναίκα εξαιτίας της ανικανότητάς του να πλουτίσει και να αποκτήσει μια εύρρωστη οικονομική επιφάνεια (στη σκηνή της κουζίνας ο Λόρκα αναφέρεται στις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες στο σπιτικό του Λεονάρντο).
20
Η έννοια της ανταλλαγής των πληροφοριών για την εξέλιξη της ιστορίας: Κατά τη διάρκεια του έργου οι χαρακτήρες – ήρωες τις περισσοτέρες φορές δεν είναι πλήρως ενημερωμένοι για τις νεότερες εξελίξεις των γεγονότων και αυτό δημιουργεί αγωνία, έξαψη και αδημονία τόσο στους ίδιους όσο και στους αναγνώστες. Η τραγωδία που συντελείται στην τελευταία πράξη του έργου θα μπορούσε ίσως να είχε αποφευχθεί αν οι παλαιότερες γενιές, που γνώριζαν τα γεγονότα, ενημέρωναν τόσο τον Γαμπρό όσο και την Γυναίκα του Λεονάρντο για την παλιά και ασίγαστη αγάπη ανάμεσα στον Λεονάρντο και την Νύφη. Επίσης, μέσα σε όλο το έργο, η παρουσίαση και η προώθηση των πληροφοριών γίνεται μέσα από συμβολικές πηγές ενημέρωσης. Για παράγειγμα, τα κορίτσια της μικρής πόλης παρουσιάζουν τις διαφορετικές απόψεις γύρω απο τα δικαιώματα των γυναικών την εποχή εκείνη, ενώ η Ζητιάνα αποτελεί το σύμβολο της είδησης του απόλυτου και αμετάκλητου θανάτου των δύο αντρών.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.