Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 1. ΑΝΑΠΗΡΙΑ Το Βρετανικό Συμβούλιο Αναπήρων (British Council of Disabled People) ορίζει την αναπηρία και τη βλάβη ως.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 1. ΑΝΑΠΗΡΙΑ Το Βρετανικό Συμβούλιο Αναπήρων (British Council of Disabled People) ορίζει την αναπηρία και τη βλάβη ως."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 1

2 ΑΝΑΠΗΡΙΑ Το Βρετανικό Συμβούλιο Αναπήρων (British Council of Disabled People) ορίζει την αναπηρία και τη βλάβη ως εξής: Αναπηρία είναι το μειονέκτημα ή ο περιορισμός της δραστηριότητας που προκαλείται από μια κοινωνία, η οποία λαμβάνει ελάχιστα ή καθόλου υπόψη της τα άτομα που έχουν βλάβες και έτσι τα αποκλείει από τις κυρίαρχες δραστηριότητες. Για το λόγο αυτό η «αναπηρία», όπως ο ρατσισμός ή ο σεξισμός, αποτελεί διάκριση και κοινωνική καταπίεση. 2

3 ΑΝΑΠΗΡΙΑ Βλάβη είναι ένα χαρακτηριστικό, γνώρισμα ή ιδιότητα ενός ατόμου που είναι μακροχρόνιο, μπορεί να είναι ή όχι αποτέλεσμα ασθένειας ή τραυματισμού, και μπορεί: 1.Να επηρεάζει την εμφάνιση του ατόμου με τρόπο που δεν είναι αποδεκτός από την κοινωνία, και/ή 2.Να επηρεάζει τη λειτουργικότητα του νου ή του σώματος αυτού του ατόμου, είτε εξαιτίας είτε ανεξαρτήτως της κοινωνίας, και/ή 3.Να προκαλεί πόνο, κούραση, να επηρεάζει την επικοινωνία και/ή να μειώνει τη συνείδηση Τα ανάπηρα άτομα είναι εκείνα τα άτομα με βλάβες που η κοινωνία καθιστά ανάπηρα. 3

4 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Ο όρος «ανάπηρα άτομα» χρησιμοποιείται προκριμένου να ενισχύσει μια βασική ιδέα: ότι τα άτομα είναι ανάπηρα λόγω της αντίδρασης της κοινωνίας απέναντι στη βλάβη. Η Degener (1995) επισημαίνει: Η αντίληψη της αναπηρίας ως κατάστασης παρόμοιας με την ασθένεια και αποκλειστικά ως λειτουργικού περιορισμού σημαίνει ότι η αναπηρία θεωρείται ατομικό παρά κοινωνικό πρόβλημα και ότι οι λύσεις αναζητούνται στην ατομική μέσω της θεραπείας και της τεχνικής ή προσωπικής υποστήριξης. Κατ΄αυτό το τρόπο, ούτε η κοινωνία ούτε το περιβάλλον χρειάζεται να αλλάξουν. Η επίγνωση ότι οι ατομικές ικανότητες και τα προβλήματα των αναπήρων ατόμων εξαρτώνται κατά πολύ από εμπόδια σε σχέση με τις στάσεις, την αρχιτεκτονική και τις δομές του περιβάλλοντος, και από τη προθυμία της κοινωνίας να συμπεριλάβει ή να αποκλείσει τις ανάγκες των ανάπηρων ατόμων από κάθε διαδικασία σχεδιασμού, ήταν ο κρίσιμος παράγοντας που μετέτρεψε το κίνημα για την αναπηρία σε κίνημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα. 4

5 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Η Hendrics (1995) ισχυρίζεται ότι: Η «αναπηρία» και η «ικανότητα», όπως και η «διαφορά και η ομοιότητα», είναι συσχετιζόμενες μεταξύ τους έννοιες. Με άλλα λόγια, το ποιον αποκαλούμε «διαφορετικό» (ή «μη φυσιολογικό») εξαρτάται από ποιον αποκαλούμε «φυσιολογικό» (ή «όμοιο»). Αυτές οι έννοιες αποτελούν κοινωνικές κατασκευές και δεν είναι ουδέτεροι όροι. 5

6 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Η Morris (1991) υποστηρίζει ότι: Ο μη ανάπηρος κόσμος υποθέτει πως επιθυμούμε να είμαστε φυσιολογικοί ή να μας συμπεριφέρονται σαν να είμαστε. Από αυτό προκύπτει η άποψη ότι είναι προδευτικό και απελευθερωτικό να αγνοούν τις διαφορές μας επειδή αυτές οι διαφορές έχουν τόσο αρνητικές σημασίες για τα ανάπηρα άτομα. Όμως είμαστε διαφορετικοί. 6

7 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Τα ανάπηρα άτομα και οι οργανώσεις τους έχουν ασχοληθεί με την ανάπτυξη ενός κοινωνικού μοντέλου της αναπηρίας, ενός μοντέλου στο οποίο η αναπηρία γίνεται αντιληπτή ως ένα σημαντικό μέσο κοινωνικής διαφοροποίησης στο πλαίσιο της κοινωνίας, που αφορά ποικίλους βαθμούς διάκρισης, αποκλεισμού και στιγματισμού. Η διάκριση, ο αποκλεισμός και ο στιγματισμός αφορούν την αντιμετώπιση των αναπήρων ως όντων υποδεέστερων του ανθρώπου και ως αντικειμένων φιλανθρωπίας τον αποκλεισμό από το εργατικό δυναμικό και τη ζωή στο όριο της φτώχειας ή κάτω από αυτό, την αδυναμία απόλαυσης των δικαιωμάτων του πολίτη που συνεπάγεται έλλειψη πραγματικής συμμετοχής στις κοινωνικές συναντήσεις και αποφάσεις για θέματα που επηρεάζουν τη ζωή τους. 7

8 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Αυτές οι διακρίσεις εγκαθιδρύονται, νομιμοποιούνται και διατηρούνται στο πλαίσιο της καθημερινής αλληλεπίδρασης και της πράξης της καθημερινής ζωής, εμπλέκοντας, όπως τονίζεται με τόση έμφαση, την απροθυμία πολλών μη ανάπηρων ατόμων να επιλέξουν ένα ανάπηρο άτομο ως φίλο ή για στενότερες κοινωνικές σχέσεις. Ο τρόπος με τον οποίο ορίζουμε την «αναπηρία» έχει εξαιρετική σημασία, επειδή επηρεάζει τόσο τις προσδοκίες όσο κα ιτους τρόπους με τους οποίους αλληλεπιδρούμε με τα ανάπηρα άτομα. Από ιστορική σκοπιά, τα ανάπηρα άτομα έχουν βιώσει ένα εύρος αντιδράσεων τόσο σε επίπεδο επίσημων όσο και σε επίπεδο κοινών λόγων, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται ο φόβος, η εχθρότητα, ο οίκτος, η υπερπροστασία και το πατρονάρισμα. 8

9 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Η συνειδητοποίηση της κεντρικής θέσης που κατέχουν τα θεσμικά, ιδεολογικά, δομικά και υλικά εμπόδια που προκαλούν την αναπηρία στη κοινωνία είναι θεμελιώδης για μια κοινωνική θεωρία της αναπηρίας. Αυτή η προσέγγιση προσπαθεί να δώσει έμφαση σε εκείνα τα εμπόδια που προκαλούν την αναπηρία στη κοινωνία και τα οποία αποκλείουν και διακρίνουν τα ανάπηρα παιδιά και ενηλίκους. Είναι ένα μη προσαρμοστικό, μη φιλικό και εχθρικό σύνολο υλικών συνθηκών και κοινωνικών σχέσεων που συμβάλλουν σωρευτικά στη περιθωριοποίηση, την αποδυνάμωση και τον αποκλεισμό των αναπήρων ατόμων. Σε αυτό πρέπει να εστιαστεί η κριτική ανάλυση και εκεί πρέπει να γίνουν αλλαγές. 9

10 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Oliver (1990) ισχυρίζεται ότι: Όλα τα ανάπηρα άτομα βιώνουν την αναπηρία ως κοινωνικό περιορισμό, είτε αυτοί οι περιορισμοί προκύπτουν εξαιτίας της διαμόρφωσης μη προσβάσιμων πλαισίων, της αμφισβήτησης της νοημοσύνης κα ιτης κοινωνικής επάρκειας, της αδυναμίας του γενικού πληθυσμού να χρησιμοποιήσει τη νοηματική γλώσσα, της έλλειψης αναγνωστικού υλικού στη Braille, είτε προκαλούνται εξαιτίας των εχθρικών στάσεων του κοινού απέναντι στα άτομα με μη εμφανείς αναπηρίες. 10

11 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Το επίπεδο της εκτίμησης και της κοινωνικής υπόστασης των ανάπηρων ατόμων απορρέει από τη θέση τους ως προς τις ευρύτερες κοινωνικές συνθήκες και σχέσεις μιας δεδομένης κοινωνίας. Η οπτική αυτή αμφισβητεί τόσο τις επαγγελματικές αντιλήψεις όσο και τις αντιλήψεις του κοινού για την αναπηρία. Αφορά κάτι περισσότερο από αλλαγές σε θέματα πρόσβασης και πόρων. Αφορά τον αγώνα για τα δικαιώματα, τη συμμετοχή στα κοινά και τη νομοθεσία ενάντια στη διάκριση (Equality Studies Center, 1994). 11

12 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Οι απόπειρες εντοπισμού, αμφισβήτησης και απομάκρυνσης των διακρίσεων που οδηγούν στην αναπηρία συνιστούν μέρος ενός ευρύτερου αγώνα για την εξάλειψη όλων των μορφών καταπίεσης. Μια από τις αναδυόμενες ανησυχίες σε σχέση με τα ανάπηρα άτομα αφορά την εκπροσώπηση και την έκφραση των απόψεών τους. Το ενδιαφέρον για την οπτική των αναπήρων κινητοποιείται από τη συνειδητοποίηση ότι τόσο ως άτομα όσο και ως ομάδες έχουν αποκλειστεί από τη διαδικασία της λήψης αποφάσεων για ένα εύρος θεμάτων που επηρεάζουν τη ζωή τους. 12

13 ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Ένα σημαντικό εμπόδιο που οδηγεί στην αναπηρία είναι ο ρόλος των φιλανθρωπικών οργανώσεων και της συνεισφοράς τους στην ανάπτυξη των αποδυναμωτικών στερεοτύπων για τα ανάπηρα άτομα. Τέτοιες οργανώσεις, ισχυριζόμενες ότι εργάζονται για λογαριασμό των ανάπηρων ατόμων, έχουν δεχθεί ορισμένες από τις πιο σκληρές κριτικές των ανάπηρων αναλυτών και των οργανώσεων αναπήρων. Ιστορικά, αυτά τα φιλανθρωπικά σωματεία έχουν ενθαρρύνει τη διάδοση μιας αντίληψης της βλάβης που είναι καταπιεστική και που παρουσιάζει το ανάπηρο άτομο ως αξιοθρήνητο, παθητικό και υπερβολικά εξαρτημένο (Reiser & Mason, 1990). 13

14 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ Η κοινωνική δικαιοσύνη, όπως περιγράφουν με σαφήνεια οι Troyna και Vincent (1995), είναι συγχρόνως μια επίμαχη και γεμάτη αξίες έννοια. Έχει μια γοητευτική ιδιότητα που διευκολύνει τη χρήση της για την υποστήριξη διαφορετικών ιδεολογικών θέσεων. Επιπλέον, χρησιμοποείται συχνά ως όρος συνώνυμος των «ίσως ευκαιριών» κα ιτης «ισονομίας». 14

15 ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Με τη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και την αύξηση της έμφασης στον ανταγωνισμό και την επιλογή, αυτά τα σχολεία άρχισαν να έχουν μια πιο δυσοίωνη λειτουργία, εκείνη της διευκόλυνσης της ομαλής λειτουργίας της γενικής εκπαίδευσης. Με άλλα λόγια, οι δύσκολοι, εναντιωματικοί, ανεπιθύμητοι μαθητές διαχωρίζονται. Με την εισροή πολιτικών που καθοδηγούνται από την ελεύθερη αγορά, βάσει των οποίων αρχίζει να καθιερώνεται μια ιεραρχία των σχολείων και η εικόνα ασκεί ολοένα και μεγαλύτερη επιρροή στις αποφάσεις εισαγωγής των μαθητών σε ένα συγκεκριμένο σχολείο, θα γίνουν απαραίτητοι περισσότεροι αποκλεισμοί και ειδική πρόνοια (Whitty, 1997). 15

16 ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Με βάση αυτή την οπτική, η ειδική αγωγή συνεπάγεται ένα λόγο και μια πρακτική αποκλεισμού. Είναι κοινωνικά περιοριστική. Εντός του ευρύτερου χώρου των θεμοθετημένων πλαισίων, των κοινωνικών συνθηκών και των σχέσεων, η ειδική αγωγή θεωρείται ένα σημαντικό μέσο κοινωνικού ελέγχου. Το Βρετανικό Συμβούλιο Αναπήρων αντιτίθεται στην ύπαρξη των ειδικών σχολείων. Ολοένα και περισσότερα ανάπηρα άτομα αναλογίζονται τις εμπειρίες τους ως μαθητών σε τέτοια σχολεία και συνηγορούν υπέρ του κλεισίματος τέτοιων ιδρυμάτων προς όφελος μιας ενταξιακής προσέγγισης στην εκπαίδευση. 16

17 ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Οι κριτικές που ασκούν στην ειδική αγωγή συνοψίζονται στα παρακάτω: -Ο διαχωρισμός τείνει να ενθαρρύνει τις αρνητικές ετικέτες, την καχυποψία, τα στερεότυπα και την αμοιβαία σχέση φόβου και άγνοιας (Barnes, 1991). -Τα ειδικά σχολεία αποτελούν μέρος των εμποδίων που προκαλούν την αναπηρία στη κοινωνία και για το λόγο αυτό πρέπει να απομακρυνθούν. Είναι θέμα ανθρώπινων δικαιωμάτων (Oliver, 1995). -Οι μαθητές σε αυτά τα σχολεία λαμβάνουν μια κατώτερη εκπαίδευση σε σχέση με τους μη ανάπηρους συνομηλίκους τους και η ρητορεία της «φροντίδας» και της «υποστήριξης» συχνά επισκιάζει αυτό το γεγονός (Yates, 1994). 17

18 ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Ένας από τους στόχους της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι η διαμόρφωση μιας χειραφετητικής σημασίας της διαφοράς, η οποία αμφισβητεί ορισμούς που απομονώνουν και περιθωριοποιούν, και τους αντικαθιστά με ορισμούς που γεννούν αλληλεγγύη, αξιοπρέπεια και ένταξη. Η Morris (1992) αναφέρει ότι: τα ανάπηρα άτομα έχουν ένα όνειρο, μια ελπίδα για μια μελλοντική κοινωνία η οποία τιμά τη διαφορά, μια κοινωνία που δεν αντιδρά στις σωματικές, αισθητηριακές ή νοητικές βλάβες ή στο συναισθηματικό πόνο με φόβο και προκατάληψη. Θέλουμε μια κοινωνία η οποία αναγνωρίζει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε και συγχρόνως μας εκτιμά γι αυτό που είμαστε. 18

19 ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Για τα ανάπηρα άτομα το ζήτημα της κοινωνικής διακιοσύνης είναι θεμελιώδες και αποτελεί συστατικό της κινητήριας δύναμης του αγώνα για μια ενταξιακή κοινωνία. Για τα ανάπηρα άτομα η επίλυση του ζητήματος της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας απαιτεί κάτι παραπάνω από το να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο ή να έχουν ίσες ευκαιρίες προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση. Δεν σημαίνει να τους παρέχονται διάφορες μορφές κοινωνικών αγαθών επειδή αξίζουν υποστήριξη, αλλά επειδή έχουν το δικαίωμα να είναι πολίτες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Rioux (1994) ισχυρίζεται ότι χρειαζόμαστε ένα μοντέλο ισότητας το οποίο να βασίζεται στην ευημερία, ανεξάρτητα από κοινωνικές και οικονομικές συνεισφορές, και το οποίο μπορεί να λαμβάνει υπόψη του τη διαφορά στη πρόοδο της ευημερίας. 19

20 ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Η «ένταξη» και τα «ανθρώπινα δικαιώματα» είναι συναφείς, γεωγραφικά, πολιτισμικά και χρονικά καθορισμένες έννοιες και δεν αντιπροσωπεύουν παγκόσμιες κοινές αξίες. Είναι επομένως σημαντικό να αποσαφηνίσουμε τους τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιούμε την ορολογία και να δεχθούμε ότι η ενταξιακή εκπαίδευση επιδέχεται ποικίλες ερμηνείες ανάλογα με το πλαίσιο, τα άτομα ή το φορέα που χρησιμοποιεί τον όρο και το σκοπό χρήσης του. Ο όρος «ενταξιακή εκπαίδευση» αντανακλά την αρχή ότι η ένταξη αφορά τους πάντες – όλους τους μαθητές και όλα τα μέλη του σχολείου, του πανεπιστημίου και της ευρύτερης κοινότητας. Πρόκειται κατά βάση για ζητήματα ανθρώπινων δικαιωμάτων, ισότητας, κοινωνικής δικαιοσύνης και αγώνα για μια κοινωνία που δεν κάνει διακρίσεις. Αυτές οι αρχές βρίσκονται στη καρδιά της ενταξιακής πολιτικής και πράξης (Armstrong & Barton, 2007). 20

21 ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Η ένταξη χαρακτηρίζεται από τη πίστη στο δικαίωμα όλων για ισότιμη αναγνώριση, σεβασμό και αντιμετώπιση, ανεξαρτήτως διαφορών. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα ειδικά ενδιαφέροντα, μαθησιακά στυλ, γνώσεις και πολιτισμικές και γλωσσικές κληρονομιές δεν πρέπει να αναγνωρίζονται. Αντίθετα, η ένταξη αναγνωρίζει και είναι δεκτική στη διαφορετικότητα και στο δικαίωμα να «είναι κανείς ο εαυτός του» σε μια ανοιχτή και δημοκρατική κοινότητα. Αυτή η ερμηνεία της ενταξιακής εκπαίδευσης υποδηλώνει το δικαίωμα όλων να είναι ισότιμα μέλη των σχολικών και πανεπιστημιακών κοινοτήτων της γειτονιάς τους. 21

22 ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Αυτό διαφέρει πολύ από την έννοια της «ενσωμάτωσης», που εστιάζεται στο ζήτημα του πως ένα μεμονωμένο παιδί ή μια ομάδα παιδιών μπορούν να «ταιριάξουν» σε ένα σχολείο ή μια τάξη, αντί να επικεντρώνεται στην ανάγκη για θεμελιώδη μετασχηματισμό της κοινωνικής, πολιτισμικής και παιδαγωγικής ζωής του σχολείου και του αναλυτικού προγράμματος, καθώς και στη φυσική του οργάνωση. Στο Ηνωμένο Βασίλειο ο όρος «ενσωμάτωση» αναφέρεται παραδοσιακά σε μια έννοια και σε πρακτικές για μαθητές που θεωρείται ότι έχουν «ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες». 22

23 ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Η βασική διαφορά μεταξύ των δυο εννοιών είναι ότι η ενσωμάτωση εστιάζεται στα προσλαμβανόμενα ελλείμματα του παιδιού που θεωρείται ότι δημιουργούν εμπόδια στη συμμετοχή, και κατ’ επέκταση απορρέει από την οπτική του «ιατρικού μοντέλου», ενώ η ένταξη βασίζεται στο κοινωνικό μοντέλο και τοποθετεί τα εμπόδια της συμμετοχής στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο και στην ευρύτερη κοινωνία. Η ενταξιακή εκπαίδευση βασίζεται σε μια κοινωνική οπτική και σε μια οπτική των ανθρώπινων δικαιωμάτων που αγκαλιάζει όλα τα παιδιά και όλες τις κοινότητες. Δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο είδος ενταξιακής για τα παιδιά με αναπηρίες και κάποιο άλλο είδος ενταξιακής εκπαίδευσης για τα παιδιά με αναπηρίες και κάποιο άλλο είδος ενταξιακής εκπαίδευσης για το υπόλοιπο σχολικό πληθυσμό. 23

24 ΧΤΙΖΟΝΤΑΣ ΕΜΠΟΔΙΑ Τι μετατρέπει την «ικανότητα» σε «αναπηρία» και ποιοι είναι εκείνοι που έχουν την εξουσία να αποδίδουν στους άλλους την ετικέτα του ανάπηρου. Οι μαθητές γίνονται μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες κυρίως επειδή η διδασκαλία και η οργάνωση του σχολείου ταιριάζουν περισσότερο στους μη ανάπηρους μαθητές. Από τη στιγμή που τους αποδίδουμε την ετικέτα των μαθησιακών δυσκολιών, οι μαθητές αυτοί θα αποτελέσουν αντικείμενο ειδικής αντιμετώπισης ή εκπαίδευσης. 24

25 ΧΤΙΖΟΝΤΑΣ ΕΜΠΟΔΙΑ Η Sleeterk (1987) τονίζει ότι: Όταν δεχόμαστε τις συνηθισμένες κατηγοριοποιήσεις των παιδιών, αποδεχόμαστε επίσης σιωπηρά μια ιδεολογία σχετικά με τους σκοπούς του σχολείου, με το πως πρέπει να είναι η κοινωνία και το πως πρέπει να είναι οι «φυσιολογικοί» άνθρωποι. Πέρα από το ότι δεν είναι αντικειμενική, η ιδεολογία αυτή βασίζεται σε αξίες και υποθέσεις που δεν μπορούν να αποδειχθούν και εξυπηρετεί κάποιους ανθρώπους καλύτερα από όλους. Έτσι, η ειδική αγωγή, παρά τις καλές προθέσεις της παραδοσιακής ρητορείας, κινδυνεύει να συντηρήσει τις ιδεολογικές σχολικές πρακτικές του χθες. 25

26 ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ Η αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου για την ειδική αγωγή και εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, στο άρθρο 1, αναφέρει ότι «ο βασικός σκοπός της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης είναι η διασφάλιση ίσων ευκαιριών για πλήρη συμμετοχή, ανεξάρτητη διαβίωση και οικονομική αυτάρκεια και ανεξαρτησία των ατόμων αυτών». Με το άρθρο 2 συμπεριλαμβάνεται στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση και η μη τυπική και Δια Βίου Εκπαίδευση με στόχο τη κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων με αναπηρία (Σχέδιο Νόμου, 10/07/2014). Με το νόμο 4115/13 συντελούνται αλλαγές στην ειδική αγωγή. Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 39 προβλέπει ότι η Ειδική Διαγνωστική Επιτροπή Αξιολόγησης (Ε.Δ.Ε.Α.) αντικαθίσταται από την Επιτροπή Διαγνωστικής Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Υποστήριξης (Ε.Δ.Ε.Α.Υ.). 26

27 ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ Η Ε.Δ.Ε.Α.Υ. έχει τις εξής αρμοδιότητες: 1.Διενεργεί διαγνωστική εκπαιδευτική αξιολόγηση των εμποδίων εκπαίδευσης και των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών. 2.Διαμορφώνει πρόγραμμα διαφοροποιημένης διδασκαλίας για μαθητές με διαπιστωμένη δυσκολία μάθησης ή και συμπεριφοράς σε συνεργασία με τον εκπαιδευτικό της τάξης στην οποία φοιτά ο μαθητής. 3.Πραγματοποιεί συνεργατική διεπιστημονική αντιμετώπιση των δυσκολιών του μαθητή. 4.Διαμορφώνει προγράμματα προσχολικής πρώιμης παρέμβασης σε συνεργασία με παιδιατρικές υπηρεσίες και οργανώνει επιμορφωτικά προγράμματα για γονείς με παιδιά ηλικίας έως έξι (6) ετών σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες του οικείου Δήμου. 27

28 ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ 5.Παρακολουθεί την εφαρμογή του εξατομικευμένου προγράμματος εκπαίδευσης (Ε.Π.Ε.) για μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες του σχολείου της και του προγράμματος υποστήριξης της οικογένειάς τους και για μαθητές με κατ’ οίκον διδασκαλία. 6.Συντονίζει και παρακολουθεί τις δράσεις κοινωνικής στήριξης του μαθητή και της οικογένειάς του και συνεργάζεται με τις κοινωνικές Υπηρεσίες του Δήμου και άλλους αρμόδιους Φορείς. 7.Υποστηρίζει τις σχολικές μονάδες κατά τη μετεγγραφή των μαθητών, τους τελειόφοιτους με αναπηρία, καθώς και τους απόφοιτους με αναπηρία. 8.Παραπέμπει μαθητές που χρειάζονται γνωμάτευση από το Κ.Ε.Δ.Δ.Υ. 28

29 Σ. Δ. Ε. Υ. (ΣΧΟΛΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ Κάθε Σ.Δ.Ε.Υ. έχει σκοπό: 1.Τη προώθηση της συνεργασίας, το συντονισμό του έργου των σχολικών μονάδων και την ενδυνάμωσή τους στην ανταπόκριση στις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών τους. 2.Στην ένταξη και συμπερίληψη των μαθητών με αναπηρία στο σχολείο των συνομηλίκων τους. 3.Στην υποστήριξη των Τμημάτων Ένταξης (Τ.Ε.), της παράλληλης στήριξης – συνεκπαίδευσης και των μαθητών τους οποίους εφαρμόζεται κατ’ οίκον διαδασκαλία. 29

30 ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ Σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας, «Σήμερα η Ειδική Αγωγή διεθνώς δεν ορίζεται πλέον ως ένα διαφοροποιημένο σχολείο και συνεπώς διαφοροποιημένο πρόγραμμα σπουδών, αλλά σαν επιπρόσθετες ειδικές υπηρεσίες, τόσο παιδαγωγικές, όσο και σχολικές ψυχολογικές υπηρεσίες υποστήριξης του κοινού συμβατικού σχολείου για συμπερίληψη όλων των μαθητών και υπηρεσίες αντιμετώπισης των εμποδίων εκπαίδευσης και υποστήριξης των μαθητών αυτών αλλά και των οικογενειών τους. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα οι μαθητές στο σύνολό τους να επωφελούνται από τις αναγκαίες υποστηρικτικές υπηρεσίες, αλλά και τις γνώσεις του επιστημονικού επαγγελματικού δυναμικού των στελεχών της ειδικής αγωγής». Όλη η διαδικασία εντοπισμού και αξιολόγησης των αναγκών γίνεται βασικά εκτός του κοινού σχολείου και εστιάζεται στη κατηγοριοποίηση των μαθητών με βάση τη πάθηση και όχι την υποστήριξη. 30

31 ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ Σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας, «Σήμερα η Ειδική Αγωγή διεθνώς δεν ορίζεται πλέον ως ένα διαφοροποιημένο σχολείο και συνεπώς διαφοροποιημένο πρόγραμμα σπουδών, αλλά σαν επιπρόσθετες ειδικές υπηρεσίες, τόσο παιδαγωγικές, όσο και σχολικές ψυχολογικές υπηρεσίες υποστήριξης του κοινού συμβατικού σχολείου για συμπερίληψη όλων των μαθητών και υπηρεσίες αντιμετώπισης των εμποδίων εκπαίδευσης και υποστήριξης των μαθητών αυτών αλλά και των οικογενειών τους. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα οι μαθητές στο σύνολό τους να επωφελούνται από τις αναγκαίες υποστηρικτικές υπηρεσίες, αλλά και τις γνώσεις του επιστημονικού επαγγελματικού δυναμικού των στελεχών της ειδικής αγωγής». Όλη η διαδικασία εντοπισμού και αξιολόγησης των αναγκών γίνεται βασικά εκτός του κοινού σχολείου και εστιάζεται στη κατηγοριοποίηση των μαθητών με βάση τη πάθηση και όχι την υποστήριξη. 31

32 ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ 32


Κατέβασμα ppt "ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 1. ΑΝΑΠΗΡΙΑ Το Βρετανικό Συμβούλιο Αναπήρων (British Council of Disabled People) ορίζει την αναπηρία και τη βλάβη ως."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google