Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Μονομερής δράση δημόσιας διοίκησης (χρονολογία ατομικών διοικητικών πράξεων – Κυβερνητικές πράξεις – επανάληψη) 10.03.2016.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Μονομερής δράση δημόσιας διοίκησης (χρονολογία ατομικών διοικητικών πράξεων – Κυβερνητικές πράξεις – επανάληψη) 10.03.2016."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Μονομερής δράση δημόσιας διοίκησης (χρονολογία ατομικών διοικητικών πράξεων – Κυβερνητικές πράξεις – επανάληψη) 10.03.2016

2 Χρονολογία ατομικών διοικητικών πράξεων Άρθρο 16 ΚΔΔ ΣτΕ 453/2011: «κατ’ εφαρμογήν της αρχής της νομιμότητος της διοικητικής δράσεως, οι διοικητικές πράξεις πρέπει να έχουν βεβαία χρονολογία, διότι από αυτήν κρίνεται το νομικό και πραγματικό καθεστώς που είναι ληπτέο υπόψιν για την έγκυρη έκδοσή τους. Επομένως, η έλλειψη του στοιχείου αυτού επάγεται ακυρότητα της κατ’ αυτόν τον τρόπο ατελώς δηλωθείσης διοικητικής βουλήσεως, προκειμένου δε ειδικότερα περί καταλογιστικών πράξεων, η έλλειψη χρονολογίας καθιστά αυτές νομικώς πλημμελείς (ΣτΕ 2763/2001, 4487/2001, 250/1996, 1262/1991). Η νομική δε αυτή πλημμέλεια, η οποία προκύπτει από την ίδια την πράξη και συνεπάγεται την ολική ακύρωσή της, λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από τα διοικητικά δικαστήρια» (βλ. και ΣτΕ Ολ 4487/2001, 250/1996, 1262/1991, 2514/1986, 2956/1064). ΣτΕ 2282/2014: 6. Επειδή, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, ερμηνευόμενων ενόψει της αρχής της νομιμότητας της διοικητικής δράσης, ναι μεν η διοικητική πράξη, όπως το επίδικο φύλλο ελέγχου, πρέπει να φέρει την ημερομηνία έκδοσής της, διότι με βάση την χρονολογία αυτή κρίνεται το νομικό και πραγματικό καθεστώς που είναι ληπτέο υπόψη για την εγκυρότητά της (πρβλ. ΣτΕ 453/2011, 73/2001, 250/1996), αλλά η έλλειψη του ως άνω στοιχείου, το οποίο είναι ουσιώδες και καταρχήν αναγκαίο για τη νομιμότητα της πράξης (πρβλ. ΣτΕ 453/2011, 73/2001, 250/1996, 1262/1991, 2513/1986, 2956/1964), δεν επάγεται ακυρότητα αυτής σε περίπτωση, κατά την οποία από το όλο περιεχόμενο της πράξης ή/και τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης συνάγεται ότι αυτή εκδόθηκε μεταξύ δύο συγκεκριμένων ημερομηνιών, ο δε καθορισμός της ακριβούς χρονολογίας έκδοσής της δεν ασκεί επιρροή στην ανεύρεση του κρίσιμου για την επίλυση της διαφοράς νομικού και πραγματικού καθεστώτος, το οποίο δεν μεταβλήθηκε ανάμεσα στις δύο αυτές ημερομηνίες (πρβλ. Conseil d’Etat 4.6.1954, Sieur Vingtain, Rec. Lebon 1954, σελ. 342-343). CE: όταν ο διοικούμενος δεν επικαλείται αλλαγή του κανονιστικού πλαισίου που να επηρεάζει το εφαρμοστέο δίκαιο μεταξύ δύο ημερομηνιών, η έλλειψη ημερομηνίας δεν θίγει το κύρος της πράξης

3 Κυβερνητικές πράξεις Άρθρο 45 παρ. 5 ΠΔ 18/1989: «Δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως οι κυβερνητικές πράξεις και διαταγές που ανάγονται στη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας» Βασικά χαρακτηριστικά: – Εκδίδονται βάσει αρμοδιότητας που προβλέπεται στο Σ ή στο νόμο από την εκτελεστική λειτουργία – Ρυθμίζουν θέματα «πολιτικής εξουσίας ή κυβερνητικής λειτουργίας» – Προσδιορίζονται από τη νομολογία ΣτΕ (κατάλογος) – Ο ίδιος ο νομοθέτης δεν μπορεί να χαρακτηρίσει πράξη κυβερνητική (ανίσχυρος χαρακτηρισμός, δεν οδηγεί σε απαράδεκτο άνευ άλλου τινός)

4 Κατάλογος ΣτΕ για κυβερνητικές πράξεις Ρύθμιση διεθνών σχέσεων – Διεθνείς συμβάσεις και πράξεις προς εκτέλεσή τους, όχι όμως πράξεις προς εκτέλεση νόμων κύρωσης – Διπλωματική προστασία ελλήνων στο εξωτερικό – Άδεια Υπουργού Δικαιοσύνης για την εκτέλεση κατά αλλοδαπού δημοσίου και ανάκληση της άδειας αυτής – (προσοχή: δεν είναι κυβερνητικές οι πράξεις απέλασης, έκδοσης κ.λπ. αλλοδαπών) Σχέσεις εκτελεστικής – νομοθετικής λειτουργίας – Σύγκληση Βουλής, αναστολή εργασιών και διάλυση – Διενέργεια εκλογών – Προκήρυξη δημοψηφίσματος – Διάταγμα αποδοχής παραίτησης Υπουργού/ Κυβέρνησης – Εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης – Διάταγμα συγκρότησης της Κυβέρνησης Κήρυξη επιστράτευσης Απονομή χάριτος

5 Δικαστικός έλεγχος Διαφεύγουν του ακυρωτικού ελέγχου, επειδή δεν πρόκειται για διοικητική αρμοδιότητα, αλλά για πολιτικής φύσεως ζητήματα Τυχόν αίτηση ακύρωσης απορρίπτεται ως απαράδεκτη Ευθύνη (ΠτΔ, Υπουργοί) Αστική ευθύνη Δημοσίου για αποζημίωση – ΕφΑθ 2448/1969

6 Παραδείγματα νομολογίας επί κυβερνητικών πράξεων

7 PSI Διεθνείς συμφωνίες και διαβουλεύσεις Ν.4046/2012: έγκριση σχεδίων συμβάσεων χρηματοδοτικής διευκόλυνσης Ν. 4050/2012 : κανόνες τροποποιήσεως τίτλων, εκδόσεως ή εγγυήσεως του Ελληνικού Δημοσίου, με συμφωνία των Ομολογιούχων Π.Υ.Σ. 5/24.2.2012 «Έναρξη διαδικασίας τροποποίησης επιλέξιμων τίτλων και καθορισμός όρων ανταλλαγής τους»

8 ΣτΕ (Ολ) 3007/2014 (PSI) «14. Επειδή, στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4050/2012 αναφέρεται ότι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, με την οποία καθορίζονται οι επιλέξιμοι τίτλοι (εν προκειμένω η Π.Υ.Σ. 5/24.2.2012), είναι κυβερνητική πράξη που ανάγεται στη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας, κατά το άρθρο 45 παρ. 5 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8) και όχι εκτελεστή διοικητική πράξη. Ο χαρακτηρισμός, όμως, ορισμένων διοικητικών πράξεων ως κυβερνητικών, εξαιρουμένων, κατά την ανωτέρω διάταξη, από τον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανήκει αποκλειστικώς στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου τούτου και όχι του νομοθέτη (βλ. ΣτΕ 2438/1996, 1947/1960), εν προκειμένω δε, η ανωτέρω απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου περί καθορισμού των επιλεξίμων τίτλων έχει εκδοθεί, όπως και οι λοιπές προσβαλλόμενες πράξεις της διαδικασίας τροποποιήσεως των τίτλων τούτων, κατ’ εφαρμογήν διατάξεων του ν. 4050/2012, με τις οποίες ρυθμίζεται κυριαρχικώς η τροποποίηση αυτών, ανεξαρτήτως αν η επιχειρούμενη με τον εν λόγω νόμο αναδιάταξη του δημοσίου χρέους με συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα είχε αποτελέσει αντικείμενο διεθνών συμφωνιών και διαβουλεύσεων (πρβλ. ΣτΕ 237/1956, 678/1939, 352/1936). Αβασίμως, επομένως, προβάλλεται από το Δημόσιο ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις, ως πράξεις κυβερνήσεως, απαραδέκτως πλήσσονται με την κρινόμενη αίτηση.»

9 Αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος αλλοδαπού δημοσίου Εκτελεστή δικαστική απόφαση πολιτικού δικαστηρίου για επιδίκαση δικηγορικής αμοιβής κατά αλλοδαπού Δημοσίου Άδεια Υπουργού με τον όρο ότι δεν θα διενεργηθεί αναγκαστική εκτέλεση σε πράγματα (ακίνητα ή κινητά) που εξυπηρετούν την άσκηση κυριαρχικής εξουσίας αυτού [ήτοι του Λιβυκού Δημοσίου] ή εξυπηρετούν μορφωτικούς, πολιτιστικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς Κατάσχεση σε τραπεζικό λογαριασμό του αλλοδαπού δημοσίου Ακύρωση της κατάσχεσης από πολιτικό δικαστήριο λόγω ασυλίας γιατί αποσκοπούσε στην κάλυψη εξόδων της διπλωματικής αποστολής Επιβολή κατάσχεσης σε πλοίο κρατικής εταιρείας / αναστολή της διαδικασίας Αίτημα αλλοδαπού δημοσίου για ανάκληση της άδειας εκτέλεσης με σκοπό τη διασφάλιση ομαλών διεθνών σχέσεων

10 ΣτΕ Δ’ Τμ. 1209/2014 5. Επειδή, κατά τα ήδη κριθέντα με την απόφαση 22/2007 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, η κατά την ενάσκηση της ανατεθειμένης με την προπαρατεθείσα διάταξη του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας στον Υπουργό Δικαιοσύνης (και ήδη Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) αρμοδιότητας εκδιδόμενη πράξη δεν αφορά στην επίλυση διαφοράς ιδιωτικού δικαίου, από την προσβολή δε αυτής προκαλείται, κατ’ αρχήν, διαφορά διοικητικού δικαίου, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του Ελληνικού Δημοσίου. Εξ άλλου, κατά τον σκοπό της θεσπίσεως της ανωτέρω διατάξεως, η επέμβαση του Υπουργού Δικαιοσύνης στην διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως εις βάρος αλλοδαπού δημοσίου, με τη χορήγηση σχετικής αδείας, περιορίζεται αποκλειστικώς και μόνο στην εκ μέρους του στάθμιση της σκοπιμότητας της επισπεύσεως της αναγκαστικής εκτελέσεως από της πλευράς της μη διαταράξεως ή της εξυπηρετήσεως των καλών σχέσεων της Χώρας με την οικεία αλλοδαπή Πολιτεία. Συνεπώς, οι πράξεις, με τις οποίες, κατ’ επίκληση της εν λόγω διατάξεως, ενεργείται, όπως αξιούται από τη διάταξη αυτή, στάθμιση των επιπτώσεων στις διεθνείς σχέσεις της Χώρας από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, ανάγονται στη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας και, ως εκ τούτου, έχουν τον χαρακτήρα κυβερνητικών πράξεων, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 45 παρ. 5 του π.δ/τος 18/1989 (Α` 8), που δεν υπόκεινται στον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας. Τούτο δε διότι με τις πράξεις αυτές δεν ασκούνται διοικητικές αρμοδιότητες, αλλ` αντιμετωπίζονται από τα ανώτατα όργανα του Κράτους πολιτικής φύσεως ζητήματα, αναγόμενα στη διαχείριση των διεθνών σχέσεων της Χώρας. Επομένως, από την φύση τους οι πράξεις αυτές δεν υπάγονται στον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας, διότι άλλως ο έλεγχος αυτός θα υπεισερχόταν ανεπιτρέπτως στο πεδίο αμιγώς πολιτικών εκτιμήσεων, που εκφεύγει από το πεδίο του ασκουμένου από το Συμβούλιο Επικρατείας ελέγχου. Περαιτέρω, ως actus contrarius της χορήγησης αδείας αναγκαστικής εκτέλεσης κατά το άρθρο 923 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, έχει τον χαρακτήρα της κυβερνητικής πράξεως και η υπουργική απόφαση, με την οποία ανακαλείται η ήδη χορηγηθείσα άδεια, κατ’ επανεκτίμηση των επιπτώσεων στις διεθνείς σχέσεις της Χώρας από τη λήψη αναγκαστικών μέτρων εις βάρος αλλοδαπής Πολιτείας, ουδεμία δε επιρροή ασκεί στην φύση της ως άνω υπουργικής αποφάσεως, ως κυβερνητικής πράξεως, η τυχόν σημειωθείσα εν τω μεταξύ - μέχρι την έκδοση της ανακλητικής πράξεως - πρόοδος της διαδικασίας της εκτελέσεως (με την επίδοση επιταγής προς εκτέλεση ή περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης κ.λπ.).

11 Συνέχεια... 6. Επειδή, η κατά τα ανωτέρω μη υπαγωγή των κυβερνητικών πράξεων σε δικαστικό έλεγχο, που αφορά σε ελάχιστες κατηγορίες πράξεων, προσδιοριζόμενες, άλλωστε, εκάστοτε από το ίδιο το δικαστήριο, δεν τελεί υπό την αρνητική προϋπόθεση της ελλείψεως αντανακλαστικών συνεπειών από την εφαρμογή των πράξεων αυτών στην άσκηση ατομικών δικαιωμάτων. Οι πράξεις αυτές μπορούν να έχουν, όπως κάθε πράξη, επίπτωση σε συνταγματικώς προστατευόμενα ατομικά δικαιώματα ή σε πολιτικά δικαιώματα. Η κατά τα ανωτέρω, όμως, μη υπαγωγή τους σε δικαστικό έλεγχο υπαγορεύεται και δικαιολογείται μόνον από την προπεριγραφείσα φύση τους, δεν συναρτάται δε με τις τυχόν επιπτώσεις και συνέπειές τους και δεν συνδέεται με την βαρύτητα καθεμιάς απ’ αυτές. Εξ άλλου, η μη υπαγωγή των πράξεων αυτών σε ευθύ ακυρωτικό έλεγχο ούτε συνεπάγεται την αποδέσμευση του οργάνου που τις εκδίδει από την υποχρέωση τηρήσεως των οικείων συνταγματικών διατάξεων και των δεσμεύσεων που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο, ούτε αποκλείει την ανόρθωση ενδεχομένων δυσμενών επιπτώσεών τους σε ιδιώτες κατά τους τρόπους και τις διαδικασίες που, κατά περίπτωση, προβλέπονται από την έννομη τάξη. Εχει απλώς την έννοια ότι, για τους προεκτεθέντες λόγους, οι πράξεις αυτές δεν υπόκεινται στον συγκεκριμένο έλεγχο.

12 Συνέχεια... Η αδυναμία δε ασκήσεως ακυρωτικού ελέγχου στις ανωτέρω περιπτώσεις δεν προσκρούει στις διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα πλήρους και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, δεδομένου ότι το δικαίωμα αυτό δεν είναι απόλυτο, αλλά υπόκειται σε περιορισμούς, μεταξύ των οποίων και οι εν προκειμένω κρίσιμοι, δηλαδή εκείνοι που δικαιολογούνται από το νόμιμο σκοπό του σεβασμού των κανόνων του διεθνούς δικαίου και της κυριαρχίας του αλλοδαπού κράτους, οι οποίοι αποτελούν το θεμέλιο της ισότητας των Κρατών και, εντεύθεν, της ομαλότητας των διεθνών σχέσεων (ΣτΕ Ολομ. 22/2007). Tο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), μάλιστα, το οποίο επελήφθη της ιδίας υποθέσεως με την υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω 22/2007 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας (απόφαση επί του παραδεκτού - d?cision - της 16.4.2009, Βλαστός κατά Ελλάδας, αριθμός προσφυγής 28803/07), έκρινε (σκέψεις 33 έως 36) ότι δεν υπήρχε λόγος να αποστεί από τα γενόμενα δεκτά με την προηγούμενη απόφασή του επί του παραδεκτού - dcision - της 12.12.2002, Καλογεροπούλου και λοιποί κατά Ελλάδας (αριθμός προσφυγής 59021/00). Είχε δε κριθεί με την τελευταία αυτή απόφαση ότι η άρνηση του Υπουργού Δικαιοσύνης να χορηγήσει άδεια κατάσχεσης ακινήτων αλλοδαπού δημοσίου, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 923 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αποτελεί θεμιτό, κατά το δημόσιο διεθνές δίκαιο, και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας περιορισμό των δικαιωμάτων σε δίκαιη δίκη και προστασίας της περιουσίας που κατοχυρώνονται, αντιστοίχως, από το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης «διά την προάσπισιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών» (ΕΣΔΑ) και το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου αυτής. Σημειωτέον ότι, ενώ η ως άνω απόφαση Βλαστός κατά Ελλάδας αφορούσε την άρνηση χορήγησης αδείας για τη λήψη, σε εκτέλεση δικαστικής αποφάσεως, αναγκαστικών μέτρων εις βάρος περιουσίας αλλοδαπής πολιτείας, μη συνδεομένης, κατά τους ισχυρισμούς του ενδιαφερομένου, με την άσκηση κρατικής κυριαρχίας, για την ικανοποίηση, όπως και εν προκειμένω, απαιτήσεων από την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών (ΕΔΔΑ, Βλαστός, σκέψεις 6 έως 12), η προμνησθείσα απόφαση Καλογεροπούλου και λοιποί κατά Ελλάδας αφορούσε την άρνηση χορήγησης αδείας για την εκτέλεση δικαστικής αποφάσεως, με την οποία είχε γίνει δεκτή εξαίρεση από τον κανόνα της ετεροδικίας στην περίπτωση που αλλοδαπή πολιτεία ενάγεται για αποζημίωση από «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».

13 Πρβλ. ΣτΕ (Ολ) 22/2007 Η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος καθιερώνει την ισότητα ενώπιον των δημοσίων βαρών και, συνεπώς, επιτάσσει την αποκατάσταση της ζημίας, πλέον της συνήθους, που οποιοσδήποτε υφίσταται χάριν του δημοσίου συμφέροντος, όπως αυτό εκάστοτε προσδιορίζεται από τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αιτών είναι δυνατόν να υποστεί ζημία από την άρνηση του Υπουργού Δικαιοσύνης να του χορηγήσει άδεια για την επίσπευση αναγκαστικής εκτελέσεως εις βάρος του Ιρακινού Δημοσίου προς εξασφάλιση απαίτησής του, που έχει διαγνωσθεί δικαστικά με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Η πιο πάνω όμως άρνηση του Υπουργού Δικαιοσύνης σκοπεί στη θεραπεία του δημοσίου συμφέροντος και, συγκεκριμένα, αφορά στις σχέσεις της Χώρας με το Ιράκ. Κατά συνέπεια, η ζημία που προκαλείται σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, δηλαδή στον αιτούντα, από την άρνηση αυτή του Υπουργού Δικαιοσύνης– εφόσον η αποκατάστασή της δεν προβλέπεται από ειδική διάταξη νόμου- δεν πρέπει να επιρριφθεί αποκλειστικά στον αιτούντα, αλλά στο κοινωνικό σύνολο, στην εξυπηρέτηση του οποίου αποβλέπει, κατά τα ανωτέρω, η άρνηση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Οι αιτούντες έχουν άρα το δικαίωμα, κατ’επίκληση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, να ασκήσουν ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου και να ζητήσουν την αποκατάσταση της πιο πάνω ζημίας.

14 Δημοψήφισμα Πρβλ. ά. 44 παρ. 2 Σ: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκηρύσσει με διάταγμα δημοψήφισμα για κρίσιμα εθνικά θέματα, ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών, που λαμβάνεται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου. …» Αίτηση ακύρωσης κατά – του π.δ. 38/28.6.2015 (Α΄ 63) περί Προκήρυξης Δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό θέμα, και, συγκεκριμένα, για να εγκριθεί ή να απορριφθεί το σχέδιο συμφωνίας, το οποίο κατέθεσαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο Eurogroup της 25.06.2015, – της από 26.6.2015 απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου (Α΄ 62) περί υποβολής πρότασης διενέργειας Δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό θέμα κατά το άρθρο 44 παρ. 2 εδ. α΄ του Συντάγματος

15 ΣτΕ (Ολ) 2787/2015, σκ. 7 Επειδή, το προσβαλλόμενο διάταγμα, εκδοθέν βάσει του άρθρου 44 παρ. 2 του Συντάγματος, όπως και η προσβαλλόμενη πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, αφορούν την προκήρυξη δημοψηφίσματος και συνιστούν, ως εκ τούτου, κυβερνητικές πράξεις αναγόμενες στη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας κατά την έννοια του άρθρου 45 παρ. 5 του π.δ. 18/1989. Επομένως, οι πράξεις αυτές δεν υπόκεινται στον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας και, συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχος του κύρους και των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος υπάγεται, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 1 περ. β΄ του Συντάγματος, στην αρμοδιότητα του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου. Συγκλίνουσα γνώμη ότι η αίτηση ακυρώσεως, με την οποία αμφισβητείται το κύρος του προκηρυχθέντος με το προσβαλλόμενο προεδρικό διάταγμα δημοψηφίσματος, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, διότι, κατά το άρθρο 100 παρ. 1 περ. β΄ του Συντάγματος, ο έλεγχος του κύρους (και των αποτελεσμάτων) δημοψηφίσματος που ενεργείται κατά το άρθρο 44 παρ. 2 του Συντάγματος, υπάγεται στην αρμοδιότητα του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου.

16 Ερωτήσεις (Ι) Η Μ στέλνει μια επιστολή στο Ταμείο Ασφάλισης Ιδιωτικών Υπαλλήλων και ζητά πληροφορίες για το αν μπορεί να πάρει σύνταξη. Το Ταμείο απαντά αναφέροντας τις διατάξεις. Η απάντησή αυτή είναι διοικητική πράξη; Το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) αρνείται την καταβολή επιδόματος αναπηρίας στον Α, επειδή τα δικαιολογητικά που προσκόμισε δεν ήταν αυτά που απαιτούνται από τον νόμο. Η άρνηση του ΙΚΑ είναι διοικητική πράξη; Πως κατατάσσεται; Μπορεί στο προηγούμενο παράδειγμα το ΙΚΑ να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της πράξης συνταξιοδότησης που προσκόμισε ο Α, επειδή κατά την άποψή του Ιδρύματος είχε εκδοθεί παρανόμως; Στο ίδιο παράδειγμα, ο Α αμφισβητεί ότι η απάντηση του ΙΚΑ είναι σωστή γιατί πιστεύει ότι βασίζεται σε παράνομη κανονιστική διοικητική πράξη. Μπορεί να επιδιώξει δικαστική προστασία; Ο Δήμος Χ δημοσιεύει διακήρυξη διαγωνισμού για την προμήθεια λογισμικού οργάνωσης των υπηρεσιών του. Τι είναι η διακήρυξη αυτή; Στον προηγούμενο διαγωνισμό η προμήθεια κατακυρώνεται υπέρ της εταιρείας Α, με την οποία ο Δήμος συνομολογεί τη σχετική σύμβαση. Διακρίνεται κάποια διοικητική πράξη και ποια; Πριν την πράξη κατακύρωσης, προηγήθηκε εισήγηση της Επιτροπής Διαγωνισμού που είχε συστήσει ο Οργανισμός. Ο Β μπορεί να προσβάλλει δικαστικά την εισήγηση αυτή επειδή τον απέκλεισαν από τον διαγωνισμό; Ο Α υπέβαλε αίτηση για την χορήγηση απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για μία βιομηχανική μονάδα που θέλει να εγκαταστήσει στον Δήμο Ζ. Πριν την έκδοση της απόφασης γνωμοδοτεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία αρνητικά. Η γνωμοδότηση αυτή είναι διοικητική πράξη; Το ΝΠΙΔ ΕΤΑ προκηρύσσει τη μακροχρόνια παραχώρηση σε ιδιώτη ακτής του ΕΟΤ. Είναι η προκήρυξη αυτή διοικητική πράξη;

17 Ερωτήσεις (ΙΙ) Ο Υπουργός Περιβάλλοντος δηλώνει σε εκπομπή της Τηλεόρασης ότι δεν δοθούν νέες άδειες για την κατασκευή μονάδων ηλεκτροπαραγωγής. Η δήλωση αυτή συνιστά διοικητική πράξη; Ο ΠτΔ αρνείται να χορηγήσει χάρη στον Α. Είναι διοικητική πράξη η άρνηση αυτή; Ο σύλλογος εργαζομένων του ΝΠΙΔ που καταργήθηκε με ΠΝΠ προσφεύγει στο ΣτΕ κατά της πράξης αυτής και ζητά την ακύρωσή της γιατί δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης του άρθρου 44 παρ. 1 Σ. Είναι παραδεκτός ο λόγος ακυρώσεως που προβάλλει; Ο Α είχε λάβει άδεια για τη λειτουργία εργοστασίου στην περιφέρεια του Δήμου Δ. Με απόφαση της Διοίκησης ανακλήθηκε η άδεια αυτή επειδή ο Α προέβη σε παράβαση των όρων της. Ο Α προσβάλλει δικαστικώς την απόφαση ανάκλησης της άδειας. Στη δίκη παρεμβαίνει ο Δήμος Δ και ισχυρίζεται ότι η οικοδομική άδειας του Α ήταν παράνομη. Είναι νόμιμος ο ισχυρισμός του Δήμου; Ο Α ζητά την ανάκληση της άδειας λειτουργίας του εργοστασίου Χ επειδή κατά την άποψή του είναι παράνομη. Η Διοίκηση δεν απαντά στο αίτημα του Α και αυτός προσφεύγει στο Δικαστήριο κατά της παράλειψης αυτής. Προσβάλλεται παραδεκτώς η μη απάντηση της Διοίκησης; Η εταιρεία Χ προσβάλλει απόφαση της Διοίκησης με την οποία καθορίζονται οι προϋποθέσεις αδειοδότησης κάποιας επιχειρηματικής δραστηριότητας επειδή δεν κλήθηκε σε προηγούμενη ακρόαση. Είναι νόμιμος ο ισχυρισμός; Η απόφαση με την οποία επιβάλλεται πρόστιμο στον Α δεν φέρει χρονολογία. Ο Α αμφισβητεί τη νομιμότητά της Ο Α διορίσθηκε σε θέση δημοσίου υπαλλήλου και η σχετική απόφαση δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ την 01.02.2014. Μέχρι πότε μπορεί να προσβάλλει την απόφαση αυτή ο Γ που δεν διορίσθηκε στην ίδια θέση και ήταν υποψήφιος για την κατάληψή της; Ο Α συμπλήρωσε 35ετή δημόσια υπηρεσία και εξακολουθεί να λαμβάνει μισθό και να εργάζεται επειδή δεν δημοσιεύθηκε σχετική πράξη στο ΦΕΚ. Είναι νόμιμη η συμπεριφορά του Α;


Κατέβασμα ppt "Μονομερής δράση δημόσιας διοίκησης (χρονολογία ατομικών διοικητικών πράξεων – Κυβερνητικές πράξεις – επανάληψη) 10.03.2016."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google