Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η ανάλυση περιεχομένου (ποσοτική) Εφαρμόζεται όταν τα δεδομένα της έρευνας, το υλικό της, έχουν λεκτική (προφορική ή γραπτή) προέλευση. Το υλικό αυτό είναι.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Η ανάλυση περιεχομένου (ποσοτική) Εφαρμόζεται όταν τα δεδομένα της έρευνας, το υλικό της, έχουν λεκτική (προφορική ή γραπτή) προέλευση. Το υλικό αυτό είναι."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Η ανάλυση περιεχομένου (ποσοτική) Εφαρμόζεται όταν τα δεδομένα της έρευνας, το υλικό της, έχουν λεκτική (προφορική ή γραπτή) προέλευση. Το υλικό αυτό είναι δηλωτικό ορισμένων χαρακτηριστικών της προσωπικότητας των δημιουργών του και συγκεντρώνεται ακριβώς για να μπορέσει ο ερευνητής να κατανοήσει και να ερμηνεύσει από το δημιούργημα τις γνώμες, τις στάσεις, τις αξίες και γενικά τη συμπεριφορά του δημιουργού. 1

2 Για την επιτυχία αυτού του σκοπού ο ερευνητής πρέπει να αναλύσει επιστημονικά το υλικό της έρευνας, να μην αρκεστεί στην πρώτη απλή εντύπωση του περιεχομένου του υλικού, αλλά να το ταξινομήσει σε κατηγορίες, να το κωδικοποιήσει. Η διαδικασία της ταξινόμησης ή κωδικοποίησης είναι γνωστή ως ανάλυση περιεχομένου και αποβλέπει στην υποκατάσταση της υποκειμενικής εκτίμησης με την αντικειμενική ανάλυση και ποιοτικοποίηση. 2

3 Το 1948 ο Berelson όριζε την ανάλυση του περιεχομένου ως «τεχνική έρευνας που έχει αντικείμενο την αντικειμενική, συστηματική και ποσοτική περιγραφή του φανερού περιεχομένου της επικοινωνίας, γραπτού ή προφορικού λόγου, με τελική επιδίωξη την ερμηνεία». Η έννοια του φανερού περιεχομένου της επικοινωνίας σημαίνει ότι υπάρχουν και μηνύματα - υπαινιγμοί που δεν αναλύονται. Πρόκειται για το «λανθάνον», το άδηλο, το άρρητο περιεχόμενο της επικοινωνίας. 3

4 Η ανάλυση του περιεχομένου αναφέρεται κυρίως στα τεκμήρια γραπτής λεκτικής επικοινωνίας. Έτσι, αντικείμενο ανάλυσης περιεχομένου μπορεί να αποτελέσει κάθε είδος γραπτού τεκμηρίου (βιβλίο, εφημερίδα, περιοδικό, εγκύκλιος, λόγος κοινοβουλευτικός, πανηγυρικός, κήρυγμα, εκθέσεις, εικονογραφημένα παιδικά αναγνώσματα, μαθητικά έντυπα κτλ.). Αντικείμενο ανάλυσης περιεχομένου μπορεί να αποτελέσει κι ο προφορικός λόγος, μετά από εγγραφή-ηχογράφησή του, όπως συμβαίνει στις συνεντεύξεις. 4

5 Η ανάλυση του περιεχομένου μπορεί να εφαρμόζεται και σε μη γλωσσικό αλλά εικονικό υλικό (εικονικά τεκμήρια), όπως είναι οι εικονογραφήσεις, οι διαφημιστικές αφίσες, οι ζωγραφικοί πίνακες, οι κινηματογραφικές ταινίες κτλ. Γενικά, κατά την ανάλυση του περιεχομένου επιδιώκεται μια στατιστική απογραφή και απαρίθμηση των θεμάτων, των εικόνων και παραστάσεων μιας επικοινωνίας, προφορικής ή γραπτής ή εικονικής, της οποίας τα τεκμήρια μπορεί να είναι δημόσια ή και ιδιωτικά (επιστολές, ημερολόγια κτλ.). 5

6 Σκοποί και χρήση της ανάλυσης. Στην ψυχο- παιδαγωγική έρευνα η ανάλυση του περιεχομένου χρησιμοποιείται κυρίως για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών του περιεχομένου καθαυτού, τη συναγωγή έγκυρων συμπερασμάτων για τα χαρακτηριστικά του πομπού της επικοινωνίας και τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών του ακροατηρίου στο οποίο απευθύνεται η επικοινωνία ή των επιπτώσεών της στο ακροατήριο. 6

7 1. Προσδιορισμός των χαρακτηριστικών του περιεχομένου: Η ανάλυση της ροής της επικοινωνίας σε διαδοχικά χρονικά διαστήματα ταξινομείται στο ίδιο σύστημα κατηγοριών, πράγμα που επιτρέπει την αντικειμενική καταγραφή των χαρακτηριστικών του παιδαγωγικού λόγου σε διάφορες χρονικές περιόδους. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να μελετήσει κανείς την εξέλιξη της παιδαγωγικής σκέψης, τις αξίες στις οποίες αναφέρονται τα αναγνώσματα που χρησιμοποιούνται στο σχολείο και να αναλύσει τη λεκτική συμπεριφορά κατά την επικοινωνία δασκάλου και μαθητών. 7

8 2. Προσδιορισμός των χαρακτηριστικών του πομπού της επικοινωνίας: Ο ερευνητής συχνά δεν μπορεί να μελετήσει άμεσα τον παραγωγό της επικοινωνίας, τον μελετά όμως έμμεσα από τα προϊόντα του, το υλικό της επικοινωνίας. Τα χαρακτηριστικά της γλωσσικής συμπεριφοράς θεωρούνται και αποτελούν πολύ αποδεκτή ένδειξη για τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ατόμου. Οι στάσεις, οι αξίες, οι πεποιθήσεις, οι φόβοι, οι συγκινήσεις και γενικά η συναισθηματικότητα και η προσωπικότητα του ατόμου-πομπού της επικοινωνίας συνάγονται από την ανάλυση του περιεχομένου της λεκτικής του συμπεριφοράς. 8

9 3. Προσδιορισμός των χαρακτηριστικών του ακροατηρίου και των επιπτώσεων της επικοινωνίας σε αυτό. Το περιεχόμενο της επικοινωνίας δεν αντανακλά μόνο τα χαρακτηριστικά του παραγωγού της αλλά και του καταναλωτή της, του κοινού στο οποίο απευθύνεται. Οι έρευνες αυτού του είδους αποβλέπουν στο να προσδιορίσουν και να μετρήσουν την απήχηση που έχει το περιεχόμενο του μηνύματος στους αποδέκτες, δηλαδή αν και κατά πόσο το μήνυμα ευαισθητοποιεί, πανικοβάλλει, κινητοποιεί και γενικά τροποποιεί τη συμπεριφορά των αποδεκτών του. Επίσης για να διαγνώσουν την καταλληλότητα εκπαιδευτικού υλικού (αναπτυξιακά κατάλληλο). 9

10 Στη Γλωσσολογία χρησιμοποιείται για τη μελέτη του ύφους και των διαφόρων εκφραστικών μέσων του συγγραφέα. Με τον υπολογισμό των λέξεων ενός κειμένου, την κατανομή του στα διάφορα μέρη του λόγου και το μαθηματικό προσδιορισμό των σχέσεων μεταξύ των λέξεων προσδιορίζεται το ύφος του συγγραφέα. Η συχνότητα χρησιμοποίησης των λέξεων από ένα συγγραφέα διαφέρει από τη συχνότητα χρήσης των ίδιων λέξεων στο καθημερινό λεξιλόγιο. Γίνεται λεπτομερής και μεθοδική απογραφή του λεξιλογίου του συγγραφέα και συγκρίνεται με το τρέχον λεξιλόγιο της εποχής του (πρωτοτυπία του ύφους του συγγραφέα). 10

11 Η χρησιμοποίηση της ανάλυσης του περιεχομένου για τους σκοπούς αυτούς στηρίζεται στην υπόθεση ότι τα προσωπικά χαρακτηριστικά είναι λίγο-πολύ σταθερά. Η κατάσταση που βρίσκεται ο ομιλητής ή συγγραφέας ή η αντίδρασή του σε μια κατάσταση τροποποιούν το λόγο του τόσο στη μορφή-τύπο, όσο και στην ουσία-περιεχόμενο. Η υπόθεση βέβαια αποτελεί γενίκευση, όπου ανάγεται σε δεδομένα της ποσοτικής υφολογίας, η οποία θεμελιώνεται κυρίως στη μελέτη του λεξιλογίου. Και η πείρα όμως δείχνει ότι το σχετικό ποσοστό διαφόρων λέξεων στο λόγο ποικίλλει σημαντικά από το ένα άτομο στο άλλο και στο ίδιο άτομο από καιρό σε καιρό. 11

12 Η ανάλυση περιεχομένου είναι ένα εργαλείο για έρευνα σε ποιοτικό υλικό. Πρόκειται για εργασία μετασχηματισμού ποιοτικών δεδομένων σε ποσοτικά και συνεπώς μετρήσιμα. Ανάλογα με τη χρήση που γίνεται στην ανάλυση περιεχομένου, αυτή θεωρείται ως μέθοδος ή και ως τεχνική έρευνας. 12

13 Η διαδικασία ανάλυσης περιεχομένου Ι. Ορισμός και επιλογή της ενότητας ανάλυσης Από καθαρά περιγραφική άποψη ο Berelson διακρίνει πέντε κύριες ενότητες για την ανάλυση μιας επικοινωνίας: τη λέξη, το θέμα, τα πρόσωπα, το μέτρο του χρόνου ή του χώρου (διάρκεια παρέμβασης ή αριθμός σειρών που αφιερώνεται για την μνεία ή παρουσίαση του θέματος) και το σύνολο του διαθέσιμου υλικού (μια έκθεση, μια τηλεοπτική ή ραδιοφωνική εκπαιδευτική εκπομπή, ένα μάθημα κτλ.). 13

14 Από λειτουργική άποψη ο D.P. Cartwright (1953) διακρίνει τρία είδη ενοτήτων: α) Την ενότητα της καταγραφής. Είναι το τμήμα της επικοινωνίας το οποίο χαρακτηρίζεται με την τοποθέτησή του σε μια ορισμένη κατηγορία. Μπορεί να είναι λέξη, θέμα, πρόσωπο κτλ. β) Την ενότητα του περιγύρου / πλαισίου (context). Είναι πιο ευρύ σύνολο από την ενότητα της καταγραφής. Καλύπτει ό,τι χρησιμοποιείται για τη διατήρηση του νοήματος, ό,τι προηγείται ή και ακολουθεί μια λέξη-κλειδί. γ) Την ενότητα της μέτρησης. Κάθε άτομο ή υποκείμενο, του οποίου ο λόγος, προφορικός ή γραπτός, αναλύεται, αποτελεί ενότητα ή μονάδα μέτρησης. 14

15 Έτσι, σε μια έρευνα με ερωτηματολόγιο, μονάδα μέτρησης είναι κάθε υποκείμενο που έχει απαντήσει. Σε μια έρευνα ανάλυσης των θεμάτων που εμφανίζονται σε μια διήγηση σε δεδομένο θέμα, μονάδα μέτρησης μπορεί να είναι κάθε άτομο που έχει γράψει τη σχετική διήγηση. Ανάλογα με την ενότητα ανάλυσης που υιοθετείται για τη μελέτη του περιεχομένου, γίνεται λόγος για λεξιλογική, φραστική και θεματική ή σημασιολογική ανάλυση. 15

16 α) Η λεξιλογική ανάλυση. Οι λέξεις ή οι όροι ή τα σύμβολα, όπως ονομάζονται, ταξινομούνται σε προκαθορισμένες κατηγορίες. Οι λέξεις, ως ενότητα ανάλυσης, ορίζονται προηγουμένως ή εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της ανάλυσης. Είναι δυνατόν να απαριθμούνται και να ταξινομούνται όλες οι λέξεις ενός κειμένου ή να επιλέγονται μόνο ορισμένες από αυτές που θεωρούνται σύμβολα ή λέξεις-κλειδιά (λέξεις συναισθηματικά φορτισμένες, λέξεις ηθικής απόχρωσης ή συγκινησιακού τόνου). 16

17 Η απόφαση για την υιοθέτηση της μιας ή της άλλης τακτικής εξαρτάται από το σκοπό της έρευνας. Συνίσταται στη σύνταξη ενός καταλόγου από τις λέξεις-σύμβολα, που εκφράζουν τις τάσεις και στάσεις του συγγραφέα. Οι συγγενείς ή συνώνυμες με τη λέξη-σύμβολο ταξινομούνται μαζί. Έτσι βέβαια ως μονάδα ανάλυσης δε λαμβάνεται η λέξη καθαυτή, αλλά η σημασία της λέξης που εξετάζεται και χρησιμοποιείται. 17

18 Παράδειγμα αυτού του είδους αποτελεί η ανάλυση των αναγνωστικών βιβλίων ή των χαιρετιστήριων εγκυκλίων των Υπουργών Παιδείας μιας ορισμένης περιόδου για τη μελέτη των μηνυμάτων που εμπεριέχουν και των αξιών που μεταφέρουν (ελευθερία, δημοκρατία, σεβασμός, αυτοθυσία, πατρίδα, θρησκεία κτλ.). 18

19 β) Η φραστική ανάλυση. Η ανάλυση του περιεχομένου μπορεί να γίνει με ενότητα την κύρια πρόταση ή την απλή φράση αποχωρισμένη από τις δευτερεύουσες και τις συνεξαρτώμενες. Το κείμενο διαιρείται στα συστατικά του μέρη και η ανάλυση γίνεται σε τμήματα όχι απομονωμένα από τον περίγυρό τους, όπως στη λεξιλογική ανάλυση, αλλά ούτε και επαναδιατυπωμένα, όπως στη θεματική. Όμως είναι συχνά δύσκολο να οριστεί με σαφήνεια και ακρίβεια η φράση. Γι’ αυτό κατά την ανάλυση ως ενότητα λαμβάνεται το νόημα της φράσης, της παραγράφου, του θέματος, δηλ. η σημασία της ομάδας των λέξεων. 19

20 γ) Η θεματική ή σημασιολογική ανάλυση. Στην ανάλυση αυτή ως ενότητα λαμβάνεται η σημασία της ομάδας των λέξεων. Είναι η μορφή ανάλυσης που χρησιμοποιείται πιο συχνά στις ψυχοπαιδαγωγικές έρευνες. Η υιοθέτηση της σημασίας ως ενότητας ανάλυσης βασίζεται στην ιδέα ότι ο λόγος είναι μια συμπεριφορά δηλωτική και αποκαλυπτική των κέντρων ενδιαφέροντος, των γνωμών, των πεποιθήσεων, των φόβων και γενικά των συγκινησιακών καταστάσεων του ατόμου ή μιας ομάδας ατόμων. 20

21 Στη σημασιολογική ανάλυση του περιεχομένου μπορεί να χρησιμοποιείται ως ενότητα η φράση (τμήμα με αυτοτελές εννοιολογικό περιεχόμενο) ή το θέμα (τμήμα του λόγου που αντιστοιχεί σε μια ιδέα). Η ανάλυση της μορφής αυτής συνίσταται στην «επιλογή και ορθολογική οργάνωση κατηγοριών που συμπυκνώνουν το ουσιώδες περιεχόμενο ενός δεδομένου κειμένου, μιας επικοινωνίας». Πρόκειται δηλαδή για οργάνωση σε συνοπτική μορφή αυτού που έχει λεχθεί σχετικά με το αντικείμενο από τον πληθυσμό των ατόμων που έχουν σχετικά εκφραστεί. 21

22 Η επιλογή της ενότητας ανάλυσης είναι πολύ σημαντικός σταθμός στη διαδικασία για την ανάλυση του περιεχομένου, γιατί αυτή ρυθμίζει και προσδιορίζει τη λεπτότητα της ανάλυσης. Επιτρέπει επίσης τη λειτουργικοποίηση (operationalization) των ανεξάρτητων μεταβλητών. Η εκλογή της ενότητας ανάλυσης είναι συνάρτηση των υποθέσεων που θέλει να ελέγξει ο ερευνητής, αφού θα πρέπει μέσα στο «σώμα» του υλικού της επικοινωνίας να εντοπιστούν όσα στοιχεία είναι κατάλληλα και δηλωτικά του προβλήματος που έχει τεθεί για μελέτη. 22

23 ΙΙ. Ορισμός και επιλογή της μονάδας μέτρησης Η ενότητα ανάλυσης αναφέρεται στα σημασιολογικά στοιχεία του περιεχομένου, ενώ η μονάδα μέτρησης αφορά τον τρόπο μέτρησης των σημασιολογικών στοιχείων. Η ανάλυση του περιεχομένου αποσκοπεί στη μετατροπή του ποιοτικού υλικού σε ποσοτικό και μετρήσιμο. Η αρχή αυτή εξασφαλίζεται με τον ακριβή καθορισμό της μονάδας μέτρησης. Σε τέτοιου είδους έρευνες, έχει σημασία και καταγράφεται ό,τι εμφανίζεται συχνά. Κριτήριο δηλαδή καταγραφής και ταξινόμησης των στοιχείων είναι η συχνότητα εμφάνισής τους. 23

24 Ανάλογα με το σκοπό της έρευνας μπορεί να υιοθετηθεί και να χρησιμοποιηθεί ως μονάδα μέτρησης: α) Η συχνότητα εμφάνισης των σημαντικών ενδείξεων. Η ενότητα δηλαδή ανάλυσης μετράται τόσες φορές όσο χρησιμοποιείται από το άτομο ή τα άτομα της ομάδας των οποίων η γλωσσική παραγωγή αναλύεται. β) Ο αριθμός των ατόμων της ομάδας των οποίων η γλωσσική παραγωγή αναλύεται. Στην περίπτωση αυτή η ενότητα ανάλυσης – λέξη, φράση, θέμα – μετράται μόνο μια φορά στη γλωσσική παραγωγή κάθε ατόμου, ανεξάρτητα από τη συχνότητα εμφάνισής της στο πρωτόκολλο των απαντήσεών του ή στο αναλυόμενο γραπτό τεκμήριο. 24

25 ΙΙΙ. Η δημιουργία ενός συστήματος κατηγοριών. Κατηγορία είναι μια ομάδα πραγμάτων, αντικειμένων, καταστάσεων που έχουν έναν ορισμένο αριθμό κοινών χαρακτηριστικών ή ιδιοτήτων και διαφέρουν από την άποψη αυτή απ’ όλες τις άλλες ομάδες. Η έννοια της κατηγορίας πρέπει να αντιδιαστέλλεται από εκείνη της τάξης. Η κατηγορία είναι μια ομάδα που συγκροτείται με κριτήρια ποιοτικά, ενώ η τάξη με κριτήρια ποσοτικά. Το σύστημα των κατηγοριών χρησιμεύει ως πλαίσιο για τη διαλογή του αναλυτέου υλικού. 25

26 Η φύση των κατηγοριών ταξινόμησης του αναλυτέου υλικού εξαρτάται από τους στόχους της έρευνας και ιδιαίτερα από τις υποθέσεις που την κατευθύνουν. Η ταξινόμηση των ενοτήτων ανάλυσης γίνεται με δύο κυρίως τύπους κριτηρίων, τα τυπικά και τα σημασιολογικά. Σύμφωνα με τον πρώτο τύπο οι λέξεις ταξινομούνται ανάλογα με την γραμματική κατηγορία (τύπο) στην οποία ανήκουν. Σύμφωνα με το δεύτερο τύπο κριτηρίων, τα σημασιολογικά, οι ενότητες ανάλυσης ταξινομούνται σε κατηγορίες με βάση το σημασιολογικό τους περιεχόμενο. 26

27 Για να είναι έγκυρο και αποτελεσματικό, το σύστημα της κατηγοριοποίησης πρέπει να θεμελιώνεται στους κανόνες: α) της αντικειμενικότητας. Αυτό σημαίνει ότι η ταξινόμηση ενός σημασιολογικού στοιχείου στην άλφα ή βήτα κατηγορία δεν εξαρτάται από την προσωπικότητα εκείνου που το ταξινομεί. Διαφορές απόψεων μεταξύ δύο αναλυτών ως προς την ταξινόμηση του υλικού στις διάφορες κατηγορίες δεν πρέπει να υπάρχουν. Δύο αναλυτές που αναλύουν το ίδιο περιεχόμενο πρέπει να καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα. Διαφορετικοί αναλυτές θα πρέπει να κατατάσσουν στην ίδια κατηγορία μια ορισμένη ενότητα ανάλυσης. 27

28 Εξαντλητικότητα χαρακτηρίζει τις κατηγορίες, αν το σύνολο των σημασιολογικών στοιχείων του αναλυτέου υλικού, όλες οι ενότητες ανάλυσης, μπορούν να υπαχθούν στις κατηγορίες που καθορίστηκαν. Η ανάλυση πρέπει να εξαντλεί το περιεχόμενο. Κανένα στοιχείο του δεν πρέπει να μένει έξω από τις κατηγορίες που εκλέχθηκαν, αλλά να εξαντλείται με την κατάταξή του στις διάφορες κατηγορίες. 28

29 Καταλληλότητα χαρακτηρίζει τις κατηγορίες ανάλυσης, όταν ταιριάζουν στο στόχο της έρευνας και στο περιεχόμενο που αναλύεται. Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχουν προκαθορισμένες κατηγορίες εφαρμόσιμες σε κάθε είδους και τύπου περιεχόμενο και έρευνα. Για κάθε ανάλυση επινοούνται καινούργιες κατηγορίες. Βέβαια, υπάρχουν και γενικές κατηγορίες που εφαρμόζονται σε μεγάλο αριθμό ερευνών ή που μπορούν να εφαρμοσθούν μετά από σχετική προσαρμογή. Πρόκειται για τις κατηγορίες χαρακτήρων, στις οποίες κατηγοριοποιούνται τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας 29

30 Αμοιβαίος αποκλεισμός. Μια ενότητα ανάλυσης δε θα πρέπει να κωδικοποιείται συγχρόνως σε δύο κατηγορίες. Κάθε ενότητα ανάλυσης θα πρέπει να ταξινομείται ή στη μια ή στην άλλη και όχι και στη μια και στην άλλη κατηγορία. Η υπαγωγή μιας ενότητας ανάλυσης στη μια κατηγορία πρέπει να την αποκλείει από την υπαγωγή της στην άλλη. Κάθε ενότητα ανάλυσης δεν μπορεί να κωδικοποιείται παρά μόνο μία φορά σε μία κατηγορία και μία μόνο φορά στο σύνολο κατηγοριών της ίδιας μεταβλητής. 30

31 α) Προσδιορισμός των υποθέσεων της έρευνας β) Διατύπωση προσωρινού συστήματος κατηγοριών γ) Διατύπωση οριστικού συστήματος κατηγοριών. Κατά το στάδιο αυτό γίνεται ακριβής και λεπτομερής διατύπωση των κατηγοριών, έτσι που κάθε συνεργάτης της έρευνας ή αναγνώστης του κειμένου της κατανοεί με τον ίδιο τρόπο τις καθορισμένες κατηγορίες. 31

32 Δεν πρέπει να λησμονείται ότι κατηγοριοποίηση σημαίνει συστηματοποίηση, η οποία δυστυχώς δεν έχει επαρκώς αναπτυχθεί στο πεδίο των ανθρωπιστικών επιστημών. Γι’ αυτό η κατηγοριοποίηση γίνεται εμπειρικά. Με αφετηρία το προσωρινό σύστημα κατηγοριών γίνεται ανάλυση μερικών τεκμηρίων και, ανάλογα με τα αποτελέσματα που προκύπτουν, το πλαίσιο ανάλυσης τροποποιείται και ο προσδιορισμός των κατηγοριών αναθεωρείται, εμπλουτίζεται και βελτιώνεται. 32

33 Το αναλυτέο υλικό θα πρέπει τότε να διαβαστεί πολλές φορές, ώστε να απογραφούν οι γνώμες, τα επιχειρήματα και γενικά τα στοιχεία του κειμένου και να εντοπιστεί το ουσιώδες σε σχέση με το στόχο της έρευνας. Τα στοιχεία που επαναλαμβάνονται υποβάλλουν ιδέες για την κατηγορία την οποία μπορούν να συγκροτήσουν και να υπαχθούν. Έτσι το σύστημα των κατηγοριών συγκροτείται προοδευτικά με την επιλογή των δηλωτικών στοιχείων ή ενδείξεων και σύμφωνα με τους σκοπούς της έρευνας. 33

34 Οι ενδείξεις ή δείκτες (indicateurs) επιτρέπουν τη συγκρότηση του κώδικα ή κλείδας ανάλυσης, γιατί καθορίζουν σε ποια κατηγορία ανήκει μια δεδομένη ενότητα ανάλυσης. Οι δείκτες μπορεί να είναι λέξεις που η σημασία τους στην καθομιλουμένη επιτρέπει την κατάταξή τους σε μια δεδομένη κατηγορία. Συχνά οι δείκτες κατασκευάζονται, δηλαδή ορίζονται περιγραφικά, μετά από κανόνες που επεξεργάζεται ο ερευνητής. 34

35 Μετρολογικές ιδιότητες της ανάλυσης περιεχομένου. Η ανάλυση του περιεχομένου πρέπει να είναι αντικειμενική, δηλαδή η ερμηνεία των κατηγοριών να μη μεταβάλλεται ανάλογα με την προσωπικότητα του αναλυτή ή το χρόνο ανάλυσης Στην ανάλυση του περιεχομένου επιδιώκεται να εξασφαλίζεται συμφωνία μεταξύ δύο αναλυτών που εργάζονται πάνω στο ίδιο σώμα τεκμηρίων και χρησιμοποιούν το ίδιο σύστημα κατηγοριών, ώστε να κάνουν όμοιες αναλύσεις, δηλαδή να καταλήγουν στην ίδια κωδικοποίηση των ενοτήτων του λόγου. 35

36 Η ομοιότητα της κωδικοποίησης μεταξύ δύο αναλυτών εκτιμάται με συντελεστές, οι οποίοι συνάγονται μετά από την εφαρμογή διαφόρων τύπων που έχουν προταθεί. Είναι προφανές ότι ένας συντελεστής ίσος με τη μονάδα είναι εξαιρετικά σπάνιος. Συνήθως οι συντελεστές με τιμές από.70 ως.80 θεωρούνται ικανοποιητικοί. Αν ο συντελεστής συσχέτισης μεταξύ των αναλυτών είναι υψηλός, οι κατηγορίες και γενικά η ανάλυση θεωρούνται αντικειμενικές και έγκυρες. 36


Κατέβασμα ppt "Η ανάλυση περιεχομένου (ποσοτική) Εφαρμόζεται όταν τα δεδομένα της έρευνας, το υλικό της, έχουν λεκτική (προφορική ή γραπτή) προέλευση. Το υλικό αυτό είναι."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google