Παλιά επαγγέλματα Εργασία στη Νεοελληνική Γλώσσα Τάξη Β΄ της μαθήτριας Παραγιού Σοφίας
Νερουλάς = Υδρονομέας = Νεροκόπος Στην παλιά Αθήνα που δεν υπήρχαν βρύσες μέσα στα σπίτια, ο νερουλάς αναλάμβανε την τροφοδότησή τους με νερό. Υπήρχε συνήθως ένας νερουλάς σε κάθε γειτονιά και είχε σταθερή πελατεία . Έκανε πολλά κοπιαστικά δρομολόγια και αμειβότανε περίπου 1 δεκάρα τον τενεκέ. Το επάγγελμα του νερουλά διατηρήθηκε μέχρι το 1930, οπότε ιδρύθηκε η ΟΥΛΕΝ.
ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ Το τσαγκαράδικο, ο χώρος όπου ήταν στημένος ο πάγκος του με όλα τα σύνεργα, ήταν ανοιχτό απ’ το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Στον πάγκο βρίσκονταν, βελόνες, σακοράφες, σουβλιά, σφυράκια, λίμες, τανάλιες καλαπόδια, που έβαζε μέσα στο παπούτσι. Δεν υπήρχαν τότε κόλες και μηχανές. Εκεί, σκυμμένος πάνω από τον πάγκο του, δούλευε ώρες ατελείωτες φορώντας πάντα τη χαρακτηριστική δερμάτινη ποδιά του. Εκεί δεχόταν και τις παραγγελίες των πελατών του.
ΠΑΠΛΩΜΑΤΑΣ Ο παπλωματάς αποτελεί άλλο ένα από τα παραδοσιακά επαγγέλματα και στις μέρες μας εγκαταλείφθηκαν εντελώς. Ο παπλωματάς του χωριού έραβε «βαμβακερά παπλώματα, στρώματα, ντιβάνια, καναπέδες, πολυθρόνες». Θεωρείται ως ο τεχνίτης αποκατάστασης της μαλακότητας στρωμάτων.
ΓΑΛΑΤΑΣ Ο γαλατάς ήταν επάγγελμα πλανόδιου μικροπωλητή παλαιότερων εποχών, που διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, που σήμερα έχει εκλείψει σχεδόν τελείως από αρκετές χώρες της Ευρώπης. Ο γαλατάς εργαζόταν στα μεγάλα αστικά κέντρα και όχι στα χωριά, καθώς εκεί υπήρχε η δυνατότητα, εξ ανάγκης, για άμεση πώληση φρέσκου γάλακτος. Ο γαλατάς αναλάμβανε τη διάθεση του γάλακτος και άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων (συνηθέστερα γιαουρτιού) στα σπίτια. Το μεταφορικό του μέσο ήταν ένα υποζύγιο (γάιδαρος ή μουλάρι, μερικές φορές ρυμουλκούσαν και ανοικτή ή κλειστή ελαφριά άμαξα) και αργότερα το ποδήλατο ή μηχανοκίνητο δίτροχο.
Αγωγιάτης Τα παλιά τα χρόνια που δεν υπήρχαν τα αυτοκίνητα, οι μετακινήσεις ήταν δύσκολες αφού και μια απόσταση μικρή για τα σημερινά δεδομένα, π.χ. για να πάμε από το χωριό στο Αιτωλικό που είναι 9 χιλιόμετρα, φαινόταν πολύ μεγάλη. Έπρεπε οι άνθρωποι να πάνε με τα πόδια ή με τα γαϊδούρια και τα μουλάρια. Έτσι έχαναν πολύ χρόνο αλλά και κουραζόταν. Σκεφτείτε τώρα τις δυσκολίες που είχαν για να μεταφέρουν τα προϊόντα τους. Γι αυτό υπήρχαν κάποιοι που έκαναν το επάγγελμα του αγωγιάτη. Χρησιμοποιώντας τα μουλάρια ή τα γαϊδούρια τους δεν έκαναν άλλη δουλειά παρά μόνο το καθημερινό δρομολόγιο από το χωριό μας σε άλλα χωριά κουβαλώντας ανθρώπους και εμπορεύματα.
Ντελάλης Τα παλιά τα χρόνια που δεν είχαν ανακαλυφτεί το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και το μεγάφωνο οι αρχές του χωριού είχαν πρόβλημα να επικοινωνήσουν με τους κατοίκους και να τους πουν για κάποια πράγματα ή αποφάσεις που τους αφορούσαν. Έτσι όταν ήθελαν να ανακοινώσουν κάτι στους κατοίκους είχαν το ντελάλη. Δουλειά του ήταν να γυρίζει σε όλο το χωριό και να φωνάζει αυτό που έπρεπε να μάθουν όλοι οι χωριανοί. Κυρίως στεκόταν στα ψηλότερα σημεία για να μπορεί να ακούγεται από όσο το δυνατόν περισσότερους. Αυτό το σημείο λοιπόν ήταν ιδανικό για το ντελάλη έτσι ώστε να ακουστεί από πολλούς συγχωριανούς. Ο ντελάλης έπρεπε να είναι βροντόφωνος για να μπορεί να φωνάζει δυνατά και να τον ακούνε και υπομονετικός γιατί έπρεπε να γυρίσει όλο το χωριό και να φωνάζει για να μεταφέρει το μήνυμα. Πληρωνόταν από την Κοινότητα. Σήμερα που υπάρχουν τα μεγάφωνα μπορεί πιο εύκολα να ανακοινώσει η Κοινότητα αυτό που θέλει στους κατοίκους, κι έτσι δε χρειάζεται ο ντελάλης.
Πεταλωτής Παλιά υπήρχαν πολλοί πεταλωτές μια και ήταν απαραίτητοι αφού κάθε σπίτι στο χωριό είχε και ένα ζώο για τις δουλειές του, γαϊδούρι ή μουλάρι. Ο πεταλωτής έβαζε στα ζώα τα πέταλα που ήταν ας πούμε τα παπούτσια τους. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούσε ο πεταλωτής ήταν τα πέταλα, το σφυρί, η τανάλια, το σατράτσι και τα καρφιά.
Γανωτής Ο γανωτής μέχρι και πριν από 30 χρόνια περίπου γύριζε στο χωριό μας και φώναζε για να τον ακούσουν οι χωριανοί και να πάνε τις κατσαρόλες τους και τα άλλα σκεύη της κουζίνας και να τα γανώσουν.
Ομπρελάς Ο ομπρελάς που κάπου - κάπου κάνει την εμφάνισή του ακόμα και στις μέρες μας επισκεύαζε κατεστραμμένες ομπρέλες. Σήμερα βέβαια σπάνια επισκευάζουμε την ομπρέλα μας. Αν χαλάσει αγοράζουμε καινούργια.
Καρεκλάς Ο καρεκλάς ήταν αυτός που έφτιαχνε καρέκλες, Έφτιαχνε πρώτα τον ξύλινο σκελετό της καρέκλας και στη συνέχεια έπλεκε με ψάθα τη βάση της καρέκλας όπου θα κάθονταν οι άνθρωποι. Αυτό γινόταν για να είναι πιο αναπαυτικές οι καρέκλες.
Ο σιδεράς Οι σιδεράδες έφτιαχναν με τα χέρια τους ότι υπήρχε από μέταλλο, κυρίως σίδερο. Είχαν ένα μεγάλο φούρνο όπου φυσούσαν με μια φυσούνα ώστε να κρατάνε τη φωτιά αναμμένη και σε ψηλή θερμοκρασία. Σε αυτή τη φωτιά ζέσταιναν τα σίδερα για να τα κάνουν πιο εύπλαστα και στη συνέχεια τα έπιαναν με μια μεγάλη τανάλια και τα έβαζαν πάνω στο αμόνι. Το αμόνι ήταν μια μεγάλη σιδερένια βάση πάνω στην οποία έβαζαν τα σίδερα που θα επεξεργάζονταν. Εκεί χτυπούσαν το κοκκινισμένο από τη φωτιά σίδερο με ένα μεγάλο σφυρί και του έδιναν τη μορφή που ήθελαν.
Οι ξυλοκόποι και οι πριονιτζήδες Οι ξυλοκόποι ή μπαλτατζήδες πήγαιναν στο δάσος με τα τσεκούρια τους (μπαλτάδες) και έκοβαν ξύλα και τα πελεκούσαν.
Ρετσινοσυλλέκτες Οι ρετσινοσυλλέκτες μάζευαν το ρετσίνι από τα πεύκα του δάσους και το πουλούσαν. Με αυτό γινόταν και γίνεται ακόμα και σήμερα η γνωστή ελληνική ρετσίνα.
Καμίνι Το καμίνι το είχε κάποιος συγκάτοικός μας για να φτιάχνει ασβέστη. Αυτό ήταν σαν φούρνος ανοιχτός από πάνω όπου έβαζαν κομμάτια από τα πλούσια ασβεστολιθικά πετρώματα της περιοχής μας και άναβαν από κάτω δυνατή φωτιά που έκαιγε δυο τρεις μέρες συνέχεια κι έτσι έκαναν τον ασβέστη
Λαγουμτζής Είναι εκπρόσωπος ενός ένδοξου επαγγέλματος ειδικά στην περίοδο του πολέμου. Τότε όταν γινόταν κάποια πολιορκία, οι λαγουμιτζήδες αναλάμβαναν να ανοίξουν σήραγγες (λαγούμια) κάτω από τα τείχη του φρουρίου, κι έβαζαν εκεί τα εκρηκτικά τους. Με την ανατίναξη των λαγουμιών τα τείχη ράγιζαν και πολλές φορές έπεφταν τελείως.
Κατρατζής Στα τούρκικα katran σημαίνει πίσσα, άσφαλτος κι επομένως κατρατζής ήταν αυτός που ασχολούνταν με την πίσσα. Κυρίως η δουλειά του ήταν να πισσάρει τα ιστιοφόρα και τις βάρκες που έπλεαν στη θάλασσα. Ακόμα με πίσσα άλειφε και τα βαρέλια.
Μαδεμλής Είχε σχέση με την εξόρυξη και κατεργασία του χυτοσιδήρου που ακόμα και σήμερα ακόμα το λέμε μαντέμι η λέξη όμως είναι τούρκικη. Maden στα τούρκικα θα πει ορυκτό, μετάλλευμα.
ΕΛΑΙΟΤΡΙΒΕΙΟ Το ελαιοτριβείο ήταν όπως είπαμε και πιο πάνω ένας λαδόμυλος. Τις ελιές που είχαν μαζέψει στον ελαιώνα τις μετέφεραν με τα ζώα τους στο ελαιοτριβείο και τις έριχναν στις μυλόπετρες.
ΝΕΡΟΜΥΛΟΣ Συνήθως οι νερόμυλοι χτιζότανε μέσα σε ρεματιές και σε τέτοιο σημείο που το νερό να πέφτει από ψηλά και με ορμή για να γυρίζει τη ροδάνα που βρισκότανε στο εξωτερικό μέρος του μύλου, η οποία ήτανε συνδεδεμένη με ένα άξονα που με τη σειρά του γυρνώντας έδινε κίνηση στο εσωτερικό μέρος του μύλου. Για να εξασφαλίζουν την ορμή του νερού δεν έκαναν φράγματα όπως κάνουν σήμερα στα διάφορα υδροηλεκτρικά εργοστάσια. Απλά εκμεταλλεύονταν τους νόμους της φυσικής κι ας μην ήξεραν φυσική. Γνώριζαν τη φύση και τις δυνάμεις της και κατάφερναν να τις προσαρμόσουν στις ανάγκες τους.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΣΑΠΟΥΝΙΟΥ Τίποτε δεν πετούσαν. Τα κατακάθια του λαδιού που έμεναν στα κιούπια - μούργα - τα έκαναν σαπούνι. Τη μούργα την έβραζαν σ' ένα καζάνι με καυστική σόδα. Το μείγμα το 'βαζαν σε σκάφες για να στεγνώσει και μετά το 'κοβαν κομμάτια. Το σαπούνι ήταν έτοιμο. Σήμερα δε φτιάχνουν σαπούνια πια μ' αυτό τον τρόπο.
ΛΟΥΣΤΡΟΣ Παλιότερα που ο κόσμος περπατούσε σε χωμάτινους δρόμους, τα παπούτσια σκονίζονταν ή λασπώνονταν εύκολα. Τότε γνώρισε άνθηση και το επάγγελμα του λουστραδόρου. Αυτός μ' ένα κασελάκι μπροστά του, αληθινό κομψοτέχνημα, και γύρω του να κρέμονται οι βούρτσες και τα βερνίκια με τα διάφορα χρώματα, κάθονταν σ' ένα χαμηλό σκαμνάκι, στην αρχή μιας πλατείας ή μπροστά από ένα καφενείο, και περίμενε υπομονετικά. Για να προσελκύσει τους πελάτες γίνονταν ταχυδακτυλουργός ή χτύπαγε ρυθμικά το κασελάκι. Ο πελάτης πλησίαζε κι άπλωνε, όπως ήταν όρθιος, πρώτα το δεξί πόδι πάνω στην ειδική μεταλλική θέση της κασέλας κι έπειτα το άλλο. Έτσι άρχιζε η "ιεροτελεστία" του βαψίματος...
ΣΑΛΕΠΙ Ποτό με φαρμακευτικές ικανότητες που πουλιόταν από πλανόδιους που γυρνούσανε με ένα τέτοιο καροτσάκι.
ΑΚΟΝΙΣΤΗΣ Ο πλανόδιος τεχνίτης, ο γυρολοόγος, που έχει ως επάγγελμα το ακόνισμα διάφορων οργάνων, αλλιώς λεγόταν τροχιστής. Διαλαλούσε «O ακονιστής, μαχαίρια, ψαλίδια ακονίζω, ο ακονιστής...
ΑΡΚΟΥΔΙΑΡΗΣ Κυρίως με το όνομα αρκουδιάρης ή και αρκουδόγυφτος φερόταν συνήθως ο τσιγγάνος εκείνος που παλαιότερα περιήγαγε αρκούδα σε υπαίθριες παρουσιάσεις - επιδείξεις και με αυτό τον τρόπο χρηματιζόταν. Αλλά και σήμερα σε διάφορα μέρη της Ελλάδος όπως π.χ. στη Σάμο στη περίοδο της Αποκριάς χορεύεται προς αστεϊσμό ο «αρκουδιάρικος» χορός σε μίμηση κατά μελωδία και χορό εκείνου της αρκούδας του αρκουδόγυφτου (από δύο άντρες που ο ένας υποδύεται την αρκούδα με περιλαίμιο αλυσίδα που βαστάει ο υποδυόμενος τον αρκουδιάρη).
ΠΑΓΟΠΩΛΗΣ O παγοπώλης ήταν από τους πιο αγαπημένους και ευπρόσδεκτους τακτικούς επισκέπτες των νοικοκυριών μέχρι το 1931. Η παραγωγή του πάγου ήταν πολλαπλάσια πριν πενήντα 50 χρόνια, όταν εφοδίαζε τα ψυγεία των σπιτιών. Χρόνο με το χρόνο, όμως, τα ψυγεία αντικαταστάθηκαν από τα ηλεκτρικά ΠΙΤΣΟΣ, ΙΖΟΛΑ και ΚΕΛΒΙΝΕΙΤΟΡ και ο παγοπώλης δεν περνά πλέον με το κάρο του ή με τη τρίκυκλη μοτοσυκλέτα του από τις γειτονιές για τη διανομή του πάγου. Δεν αφήνει τις παγοκολόνες να αργολιώνουν στο κεφαλόσκαλο. Και το βρυσάκι του ψυγείου με το στόμιο τυλιγμένο με λευκό τουλπάνι δεν στάζει πια δροσοσταλίδες....
ΛΑΤΕΡΝΑΤΖΗΣ Γύρω στα 1900 στους δρόμους της Αθήνας κάνει την εμφάνισή της η ρομβία, ενθουσιάζοντας με τα μουσικά μοτίβα από την "Tραβιάτα" και το "Pιγκολέττο" τους Αθηναίους που ρίχνουν πρόθυμα πενταροδεκάρες. Σύντομα οι ρομβίες έπαιζαν και ελληνικά τραγούδια, επιτυχίες της εποχής. Θα την παραμερίσει η εμφάνιση του φωνόγραφου, ως την τελική επικράτησή του και στις πιο φτωχές και απομονωμένες συνοικίες. Τη ρομβία ακολούθησε η λατέρνα στους δρόμους της Αθήνας και κυρίως στις ταβέρνες τα βράδια, ενώ δεν έλειπαν οι βραδινές καντάδες, συνήθης τρόπος εκδηλώσεως ερωτικών αισθημάτων. Προσφιλής δραστηριότητα του τέλους του περασμένου και της αρχής αυτού του αιώνα ήταν οι ομηρικές μάχες πετροπόλεμου με σφεντόνα που διεξάγονταν μεταξύ της νεολαίας των συνοικιών. Ο πλανόδιος οργανοπαίκτης, που γυρνούσε τις γειτονιές, και άπλωνε μελωδικούς σκοπούς κάτω από τα γερτά ξύλινα πατζούρια των σπιτιών της παλιάς Αθήνας λεγόταν λατερνατζής. Γνωστές οι ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου: ΛΑΤΕΡΝΑ, ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΦΙΛΟΤΙΜΟ και ΜΙΑ ΛΑΤΕΡΝΑ = ΜΙΑ ΖΩΗ.
ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΕΣ Έτσι ονομάζονταν οι άνθρωποι που επεξεργάζονταν τα καπνά.
ΜΠΑΡΜΠΕΡΗΣ Το επάγγελμα έχει τις ρίζες του στο επάγγελμα του μεσαιωνικού κουρέα, που διατηρούσε δημόσια λουτρά και περιποιούνταν πελάτες και ασθενείς. Προφανώς εξελίχτηκε από την βοηθητική εργασία, αφού ο μπαρμπέρης ήταν βοηθός του κουρέα και ασχολούνταν κυρίως με το κόψιμο των μαλλιών και το ξύρισμα των πελατών. Με την πάροδο του χρόνου, και ανάλογα με τις ικανότητες του καθενός ήταν σε θέση να κάνει εκτός αυτού και άλλες δουλειές, όπως το βγάλσιμο των δοντιών, την θεραπεία τραυμάτων (στρατιώτες μετά τον πόλεμο κλπ.), καταγμάτων, και άλλων πληγών και ασθενειών όπως τον καυτηριασμό των σπυριών. Ο κουρέας και ο μπαρμπέρης είχαν ως επί το πλείστον ανδρική πελατεία.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ Ο πλανόδιος φωτογράφος.
ΚΟΥΛΟΥΡΤΖΗΣ Κουλουρτζής ή κουλουράς ή σιμιτζής ονομάζεται ο υπαίθριος μικροπωλητής ο οποίος πουλάει κουλούρια (στα Τούρκικα «σιμίτ»). Στην Ελλάδα και στην Τουρκία, οι κουλουρτζήδες συχνάζουν σε μέρη όπου περνά πολύς κόσμος, συνήθως σε κεντρικά σημεία πόλεων, για να πουλήσουν τα κουλούρια τους. Μεταφέρουν τα κουλούρια είτε σε μεγάλα καλάθια, είτε σε τάβλες πάνω στις οποίες είναι τακτοποιημένα τα κουλούρια και τα πωλούν είτε κατευθείαν από αυτά είτε από γυάλινες, τροχήλατες προθήκες, όπως φαίνεται στην εικόνα. Το κύριο εμπόρευμά τους είναι το κουλούρι Θεσσαλονίκης, με δακτυλιοειδές σχήμα και πολύ σουσάμι. Χαρακτηριστική είναι η προτροπή των κουλουρτζήδων για να αγοράσει κανείς το προϊόν τους («Φρέσκα κουλούρια»).
Διαθεματική με θέμα τα παλιά επαγγέλματα. Σοφία Παραγιού! http://youtu.be/4BPgJ14f7S0 Κατασκευή σαπουνιού από ελαιόλαδο http://youtu.be/ZS3-cbcMlzw Γανωτής και σιδεράς http://youtu.be/U68-S2Yw1GM Παλιά επαγγέλματα 14-2-2012 Νεοελληνική γλώσσα Διαθεματική με θέμα τα παλιά επαγγέλματα. Σοφία Παραγιού!