Σαρακηνοί Oι Σαρακηνοί ήταν ο λαός της Σαρακηνής Αυτοκρατορίας, To όνομα αυτό χρησιμοποιήθηκε για την Αραβική Αυτοκρατορία (μουσουλμανικό χαλιφάτο). Ο όρος Σαρακηνοί είναι ελληνικός και προέρχεται από την αραβική λέξη sharqiyyin («ανατολίτες»), ενώ από τον ελληνικό όρο προέρχονται οι αντίστοιχοι όροι στις πλείστες (τουλάχιστον) ευρωπαϊκές γλώσσες. Κατά τους πρώτους αιώνες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας οι Σαρακηνοί ήταν νομαδική αραβική φυλή από τη Χερσόνησο του Σινά, Αργότερα οι ελληνόφωνοι της αυτοκρατορίας χρησιμοποίησαν τον όρο αναφερόμενοι σε όλους τους Άραβες. Μετά την εξάπλωση του Ισλάμ, και ιδιαίτερα τον καιρό των Σταυροφοριών, ο όρος επεκτάθηκε για όλους τους μουσουλμάνους, κυρίως για εκείνους που ήταν στη Σικελία και τη νότια Ιταλία. Στα χριστιανικά κείμενα το όνομα σήμαινε «αυτοί που δεν έχουν Σάρα» ή «όχι από τη Σάρα», καθώς οι Άραβες, σύμφωνα με τη γενεαλογία της Βίβλου, κατάγονταν από την Άγαρ και για αυτό λέγονταν και Αγαρηνοί. Οι Σαρακηνοί συνέβαλαν στην ανάπτυξη των μαθηματικών, ιδίως στην άλγεβρα και τους αλγόριθμους.
Διονύσιος Σολωμός Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι ΑΠΟ ΤΟ Β' ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει· λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει. Τα μάτια η πείνα εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει· στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα καί κλαίει: «Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ’ έχω γω στο χέρι; οπού συ μού ΄γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει».
Ο Ιωάννης Δαμασκηνός, κάτοικος της πρωτεύουσας του χαλιφάτου, περιέγραψε τους Σαρακηνούς στις αρχές του 8ου αιώνα: «Έστι δε και η μέχρι του νυν κρατούσα λαοπλάνος θρησκεία των Ισμαηλιτών, πρόδρομος ούσα του Αντιχρίστου. Κατάγεται δε από Ισμαήλ, του εκ της Αγάρ τεχθέντος τω Αβραάμ, διόπερ Αγαρηνοί και Ισμαηλίται προσαγορεύονται. Σαρακηνούς δε αυτούς καλούσιν, ως εκ της Σαρρας κενούς...» Στην συνέχεια γράφει ότι αυτοί οι Αγαρηνοί – εννοεί προφανώς τους Άραβες – έγιναν ειδωλολάτρες και προσκύνησαν το φωτεινό αστέρι Αφροδίτη, οπότε «έως μεν, ουν των Ηρακλείου χρόνων προφανώς ειδωλολάτρουν», μετά όμως την εμφάνιση του «Μαμέδ», δηλαδή του Μωάμεθ, ο οποίος μελέτησε την Παλαιά και Καινή Διαθήκη «ομοίως δήθεν Αρειανώ προσομιλήσας μοναχώ, ιδίαν συνεστήσατο αίρεσιν».[2] (Γένεσις xxi. 10, 14)». Κατά τον 9ο αιώνα με αυτόν τον όρο χαρακτηρίστηκε μια συγκεκριμένη ομάδα μουσουλμάνων, ισπανο-αραβικής προελεύσεως, που εκδιώχθηκαν από την Ισπανία και υπό τον Αμπού Χαφέζ συγκρότησαν πειρατικό στόλο και εγκαταστάθηκαν αρχικά στην Αίγυπτο. Από εκεί ανέπτυξαν έντονη πειρατική δράση, καταφέρνoντας να εγκαθιδρύσουν μια σειρά από εμιράτα, τα γνωστότερα των οποίων είναι αυτά της Κρήτης και της Σικελίας.