Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ

2 Είναι ουσίες αναστολείς της μεταφοράς ιόντων οι οποίες μειώνουν την επαναρρόφηση Na+ σε διάφορες θέσεις του νεφρώνα. Έτσι, το Na+ και άλλα ιόντα , όπως το CL-, εισέρχονται στα ούρα σε μεγαλύτερές ποσότητες. Επομένως τα διουρητικά αυξάνουν τον όγκο των ούρων και συχνά μεταβάλλουν το pH και την ιοντική σύνθεση των ούρων και του αίματος. Οι κλινικές χρήσεις τους βρίσκονται στην αντιμετώπιση διαταραχών που έχουν σχέση με ανώμαλη κατακράτηση υγρών (οίδημα) ή στη θεραπεία της υπέρτασης, όπου η διουρητική δράση προκαλεί ελάττωση του όγκου του αίματος και οδηγεί σε πτώση της αρτηριακής πίεσης.

3

4 ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΥΓΡΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΛΥΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΝΕΦΡΟΥΣ
Περίπου το % του πλάσματος του αίματος που εισέρχεται από τους νεφρούς διηθείται από τα σπειραματικά τριχοειδή μέσα στην κάψα του Bowman. Το διήθημα δεν περιέχει πρωτεΐνες και κύτταρα του αίματος, περιέχει όμως γλυκόζη, διττανθρακικό νάτριο, αμινοξέα και άλλους ηλεκτρολύτες. Ο νεφρός ρυθμίζει την ιοντική σύνθεση και τον όγκο των ούρων με την επαναρρόφηση ή την έκκριση ιόντων ή και ύδατος σε 5 λειτουργικές ζώνες του νεφρώνα. Εγγύς εσπειραμένο σωληνάριο ( σύστημα απέκκρισης οξέων) τα περισσότερα διουρητικά αποβάλλονται στο σωληναριάκο υγρό μέσω αυτού του συστήματος. Το σύστημα απέκκρισης των οργανικών οξέων είναι δυνατό να κορεστεί και τα διουρητικά φάρμακα που βρίσκονται στην κυκλοφορία του αίματος συναγωνίζονται για τη μεταφορά τους με τα ενδογενή οργανικά οξέα όπως το ουρικό οξύ. (υπερουριχαιμία).

5 Κατιόν σκέλος της αγωγής του Henle  διήθημα ισότονο   ωσμωτικότητας κατά μήκος του κατιόντος τμήματος  υγρό με 3πλάσια συγκέντρωση αλάτων. Ανιόν σκέλος της αγκύλης και πόρος του Henle  κύτταρα αδιαπέραστα από ύδωρ, Αραιωτική περιοχή νευρώνα. Άπω εσπειραμένο σωληνάριο  κύτταρα αδιαπέραστα από ύδωρ. Αθροιστικό σωληνάριο και πόρος  Διέγερση υποδοχέων αλδοστερόνης επαναρρόφηση Na+ και απέκκριση K+. Οι υποδοχείς της αντιδιουρητικής ορμόνης (ΑDΗ) παράγουν την επαναρρόφηση ύδατος από τα αθροιστικά σωληνάρια και πόρους.

6 Η ΝΕΦΡΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ
Σε πολλές ασθένειες η ποσότητα NaCl που επαναρροφάται από τα νεφρικά σωληνάρια είναι παθολογικά υψηλή, με αποτέλεσμα την κατακράτηση του ύδατος, την αύξηση του όγκου του αίματος και τη διαστολή του εξωαγγειακού διαμερίσματος υγρών, με συνέπεια το οίδημα των ιστών. Συνηθέστερες αιτίες οιδήματος Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Ηπατικός ασκιτής (συσσώρευση υγρού στην περιτοναϊκή κοιλότητα). Είναι μια συνηθισμένη επιπλοκή της κίρρωσης του ήπατος ( πίεση του αίματος στην πυλαία κυκλοφορία και δευτεροπαθώς εμφανίζεται υπεραλδοστερονισμός). Νεφρωτικό σύνδρομο. Προεμμηνορρυσιακό οίδημα.

7 ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΡΒΟΝΙΚΗΣ ΑΝΥΔΡΑΣΗΣ
Ακεταζολαμίδη: Θεραπευτικές χρήσεις: Θεραπεία γλαυκώματος ανοικτής γωνίας. Επιληψία. Νόσος των όρεων (όταν χορηγείται επί 5 μέρες πριν την ανάβαση προφυλάσσει από την αδυναμία, την δύσπνοια, τον ίλιγγο, τη ναυτία και το εγκεφαλικό και πνευμονικό οίδημα). Ανεπιθύμητες ενέργειες: Μεταβολική οξέωση (ήπια), Ελάττωση Κ+, Δημιουργία νεφρικών λίθων, νωθρότητα και παραισθησία. Σχετικές μεταβολές της σύστασης των ούρων που προκαλεί η ακεταζολαμίδη. (Δρα στο εγγύς σωληνάριο). Η καρβονική ανυδράση καταλύει την αντίδραση του CO2 και του H2O προς το σχηματισμό H+ και HCO3-. Παρουσία ακεταζολαμίδης η ικανότητα ανταλλαγής Na+ και H+ είναι μειωμένη, με αποτέλεσμα την ελαφριά διούρηση.

8 ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΓΚΥΛΗΣ Ή ΙΣΧΥΡΑ ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ
Σε σύγκριση με όλες τις άλλες κατηγορίες διουρητικών, αυτά τα φάρμακα έχουν την υψηλότερη αποτελεσματικότητα στην κινητοποίηση Na+ και Cl+ από το σώμα. Βουμετανίδη, Φουροσεμίδη, τορσεμίδη, αιθακρυνικό οξύ. Μηχανισμός δράσης  Τα διουρητικά της αγκύλης αναστέλλουν την ταυτόχρονη μεταφορά Na+/ K+/Cl- από την ενδοαυλική μεμβράνη του ανιόντος σκέλους της αγκύλης του Henle. Συνεπώς , η επαναρρόφηση Na+, K+, και Cl- ελαττώνεται. ΔράσειςCa++  στα ούρα. Δρουν αμέσως, ακόμα και σε ασθενείς με κακή νεφρική λειτουργία. Ελαττώνουν την νεφρική αγγειακή αντίσταση και αυξάνουν τη νεφρική αιματική ροή. Θεραπευτικές χρήσεις Φάρμακα εκλογής για την αντιμετώπιση του οξέος πνευμονικού οιδήματος από συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Αγωγή υπερασβεστιαιμίας. Ανεπιθύμητες ενέργειες Ωτοτοξικότητα, υπερουριχαιμία, υπόταση, καρδιακές αρρυθμίες, υποκαλιαιμία.

9 ΘΕΙΑΖΙΔΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Οι θειαζίδες είναι τα ευρύτερα χρησιμοποιούμενα διουρητικά φάρμακα. Είναι σουλφοναμιδικά παράγωγα. Έχουν σημαντικά μεγαλύτερη διουρητική δραστηριότητα από την ακεταζολαμίδη και δρουν στο νεφρό. Επηρεάζουν το άπω σωληνάριο και όλες έχουν την ίδια μέγιστη διουρητική αποτελεσματικότητα.

10 Χλωροθειαζίδη Είναι το πρότυπο θειαζιδικό διουρητικό και το πρώτο δραστικά χορηγούμενο από το στόμα και ικανό να δράσει στο βαρύ οίδημα της κίρρωσης ή της συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας με λίγες ανεπιθύμητες ενέργειες. Δρουν στο άπω σωληνάριο για να ελαττώσουν την επαναρρόφηση Να. Αυξάνουν τη συγκέντρωση Να και Cl στο σωληναριακό υγρό. Η οξεοβασική ισορροπία συνήθως δεν επηρεάζεται. Σε μειωμένη νεφρική λειτουργία τα θειαζιδικά διουρητικά χάνουν την αποτελεσματικότητά τους. Χρησιμοποιούνται θεραπευτικά στην: Υπέρταση(μείωση της συστολικής και διαστολικής πίεσης του αίματος για ασθενείς με ήπια ως μέτρα ιδιοπαθή υπέρταση), Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια (ήπια ως μέτρια), Νεφρική δυσλειτουργία, Υπερασβεστιουρία(ιδιαίτερα σε ασθενείς με λίθους από οξαλικό ασβέστιο στην ουροφόρο οδό), Άπιος διαβήτης. Ανεπιθύμητες ενέργειες: απώλεια καλίου, υπερουριχαιμία(αύξηση του ουρικού οξέος του ορού), υποογκαιμία => ορθοστατική υπόταση ή ζάλη, υπερασβεσταιμία(αναστέλλουν την έκκριση Ca), υπεργλυκαιμία, υπερευαισθησία, καρδιακές αρρυθμίες.

11 Υδροχλωροθειαζίδη Είναι ένα θειαζιδικό παράγωγο που αποδείχτηκε δημοφιλέστερο από την χλωροθειαζίδη, επειδή εμφανίζει πολύ μικρότερη τάση να αναστέλλει την καρβονική ανυδράση. Είναι, επίσης, ισχυρότερη (μικρότερη δόση) από την χλωροθειαζίδη. Ωστόσο είναι ίδια η αποτελεσματικότητα με την χλωροθειαζίδη. Χλωροθαλιδόνη Είναι ένα θειαζιδικό παράγωγο που συμπεριφέρεται σαν την υδροχλωροθειαζίδη. Έχει πολύ μεγάλη διάρκεια δράσης (για την υπέρταση μία φορά την ημέρα).

12 Θειαζιδικά ανάλογα Μετολαζόνη: Είναι ισχυρότερη από τις θειαζίδες, και σε αντίθεση με αυτές, προκαλεί υπερέκκριση Να ακόμη και σε προχωρημένη νεφρική ανεπάρκεια. Ινδαπαμίδη: Είναι ένα λιποδιαλυτό μη θειαζιδικό διουρητικό που έχει μεγάλη διάρκεια δράσης. Σε χαμηλές δόσεις εμφανίζει αξιοσημείωτη αντιυπερτασική δράση με ελάχιστες διουρητικές ενέργειες. Η ινδαπαμίδη χρησιμοποιείται συχνά σε προχωρημένη νεφρική ανεπάρκεια.

13 ΚΑΛΙΟΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΑ ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ
Αυτοί οι παράγοντες δρουν στο αθροιστικό σωληνάριο αναστέλλοντας την επαναρρόφηση Να, την έκκριση Κ και την έκκριση Η. Τα καλιοσυντηρητικά διουρητικά χρησιμοποιούνται όταν υπάρχει περίσσεια αλδοστερόνης. Η κύρια χρήση των διουρητικών αυτών είναι στην αντιμετώπιση της υπέρτασης, συχνότερα σε συνδυασμό με μια θειαζίδη.

14 Σπιρονολακτόνη Είναι ένας συνθετικός ανταγωνιστής αλδοστερόνης όπου παρεμποδίζει την επαναρρόφηση Να, και την έκκριση Κ και Η. Θεραπευτικές χρήσεις: Διουρητικό Δευτεροπαθής υπεραλδοστερονισμός. Φαρμακοκινητική: Απορροφάται πλήρως με χορήγηση από το στόμα και συνδέεται ισχυρά με πρωτεΐνες. Μετατρέπεται ταχέως σε έναν ενεργό μεταβολίτη, την κανρενόνη. Η σπιρονολακτόνη επάγει το ηπατικό κυτόχρωμα Ρ-450. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Γυναικομαστία στους άντρες, Ανωμαλίες εμμηνορρυσίας στις γυναίκες, Υπερκαλιαιμία, Λήθαργος, Διανοητική σύγχυση.

15 Τριαμτερένη και Αμιλορίδη
Αναστέλλουν τη λειτουργία των διαύλων μεταφοράς Να, με αποτέλεσμα τη μείωση της ανταλλαγής Να-Κ. Εμφανίζουν δράση καλιοσυντηρητικών διουρητικών,ακόμα και σε άτομα με νόσο Addison. Δεν είναι πολύ δραστικά διουρητικά για αυτό χρησιμοποιούνται συχνά συνδυαστικά με άλλα διουρητικά λόγω της ιδιότητάς τους να εξοικονομούν κάλιο. Παρενέργειες τριαμτερένης: Κράμπες των κάτω άκρων Πιθανότητα αύξησης του αζώτου ουρίας στο αίμα και του ουρικού οξέος Κατακράτηση Κ

16 ΩΣΜΩΤΙΚΑ ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ Είναι απλές, υδρόφιλες, χημικές ουσίες που διηθούνται από το αγγειώδες νεφρικό σπείραμα και προκαλούν κάποιου βαθμού διούρηση. Δεν είναι χρήσιμα σε καταστάσεις όπου υπάρχει κατακράτηση Να (χρησιμοποιούνται για να προκαλέσουν μάλλον αυξημένη απέκκριση νερού παρά Να). Χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση της ροής των ούρων(μετά από οξεία τοξική πρόσληψη ουσιών). Είναι η βάση της θεραπείας ασθενών με αυξημένη ενδοκράνια πίεση ή οξεία νεφρική ανεπάρκεια οφειλόμενη σε καταπληξία, τοξικότητα φαρμάκων και τραύμα.


Κατέβασμα ppt "ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google