Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

ΣΤΕΡΟΕΙΔΕΙΣ ΟΡΜΟΝΕΣ.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "ΣΤΕΡΟΕΙΔΕΙΣ ΟΡΜΟΝΕΣ."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 ΣΤΕΡΟΕΙΔΕΙΣ ΟΡΜΟΝΕΣ

2 Στεροειδείς ορμόνες Φυλετικές Ανδρογόνα Προγεσταγόνα Οιστρογόνα Ορμόνες του φλοιού των επινεφριδίων Αδρενοκορτικοστεροειδή Επινεφριδικά ανδρογόνα Οι φυλετικές ορμόνες παράγονται από τις γονάδες και τα επινεφρίδια και είναι απαραίτητες για τη σύλληψη, την ωρίμανση του εμβρύου και την ανάπτυξη των πρωτογενών και δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλου κατά την εφηβεία.

3 Οιστρογόνα Φυσικά: οιστραδιόλη (το ισχυρότερο) οιστρόνη, οιστριόλη, παράγονται από τις γυναίκες. Όταν χορηγούνται από το στόμα έχουν μικρή βιοδιαθεσιμότητα διότι υπόκεινται σε μεγάλο μεταβολισμό πρώτης διόδου. Συνθετικά: υπόκεινται σε μικρότερο μεταβολισμό πρώτης διόδου και είναι πιο αποτελεσματικά όταν χορηγούνται από το στόμα. Μηχανισμός δράσης: συνδέονται με πρωτεϊνικούς υποδοχείς του κυτταροπλάσματος, το σύμπλεγμα εισέρχεται στον πυρήνα και πυροδοτεί σύνθεση ειδικού για την ορμόνη RNA, με αποτέλεσμα τη σύνθεση ειδικών πρωτεϊνών. Θεραπευτικές χρήσεις: αντισύλληψη, μετεμμηνοπαυσιακή ορμονική θεραπεία και οστεοπόρωση, πρωτοπαθής υπογοναδισμός. Φαρμακοκινητική: τα φυσικά οιστρογόνα απορροφώνται εύκολα από τον γαστρεντερικό σωλήνα, το δέρμα, τους βλεννογόνους και ενδομυϊκά. Όταν χορηγούνται από το στόμα μεταβολίζονται γρήγορα. Τα συνθετικά απορροφώνται καλά από το δέρμα, τους βλεννογόνους και όταν χορηγούνται από το στόμα. Μεταβολίζονται πιο αργά και επειδή είναι λιποδιαλυτά, αποθηκεύονται στο λιπώδη ιστό από τον οποίο απελευθερώνονται βραδέως.

4 Οιστρογόνα Ανεπιθύμητες ενέργειες: ναυτία, εμετός, οίδημα, πονοκέφαλος, υπέρταση, ευαισθησία μαστών. Αντιοιστρογόνα: δρουν ως συναγωνιστικοί ανταγωνιστές ή σε χαμηλή συγκέντρωση οιστρογόνων ως ασθενείς αγωνιστές. Κλομιφαίνη: διεγείρει την ωορρηξία. Ταμοξιφαίνη: παρηγορική θεραπεία του προχωρημένου καρκίνου του μαστού σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.

5 Προγεσταγόνα Η προγεστερόνη, το φυσικό προγεσταγόνο παράγεται και από τις γυναίκες και από τους άντρες. Στις γυναίκες συμβάλλει στη ρύθμιση της ωοθηλακιορρηξίας, στην εμφύτευση του εμβρύου στο ενδομήτριο και στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την κύηση. Θεραπευτικές χρήσεις: Αντισύλληψη μαζί με οιστρογόνα. Η προγεστερόνη δε χρησιμοποιείται ευρέως μόνη της επειδή μεταβολίζεται γρήγορα κι έχει μικρή βιοδιαθεσιμότητα. Τα συνθετικά προγεστάγονα που χρησιμοποιούνται στην αντισύλληψη είναι περισσότερο σταθερά στο μεταβολισμό της πρώτης διόδου. Άλλες χρήσεις είναι ο έλεγχος της δυσλειτουργικής αιμορραγίας της μήτρας, η θεραπεία της δυσμηνόρροιας, η καταστολή της γαλακτοφορίας μετά τον τοκετό, η αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης και η αντιμετώπιση του καρκίνου του ενδομητρίου. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Οίδημα, κατάθλιψη. Τα προγεσταγόνα που παρουσιάζουν ανδρογονική δράση μπορούν να αυξήσουν την αναλογία LDL/HDL, να προκαλέσουν θρομβοφλεβίτιδα, πνευμονική εμβολή, ακμή, τριχοφυΐα και αύξηση σωματικού βάρους.

6 Αντιπρογεσταγόνα: Η χορήγηση της μιφεπριστόνης, ανταγωνιστής, στα πρώτα στάδια της κυήσεως οδηγεί σε αποβολή του εμβρύου. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Αιμορραγία της μήτρας και ατελής έκτρωση. Χορήγηση σε συνδυασμό με προσταγλαδίνη Ε1 η κύηση διακόπτεται αποτελεσματικά. Χρησιμοποιείται και για αντισύλληψη.

7 Από του στόματος και εμφυτεύσιμα αντισυλληπτικά
Εμποδίζουν την ωοθυλακιορρηξία, ελαττώνουν την παραγωγή ή την ωρίμανση των γαμετών, παρεμβαίνουν στην κύηση ή αναστέλλουν την ωορρηξία. Κύριες κατηγορίες αντισυλληπτικών από το στόμα: Συνδυασμένο χάπι: οιστρογόνα+προγεσταγόνα (τριφασικό σχήμα), λαμβάνονται για 21 μέρες και ακολουθεί 7ήμερη διακοπή που επάγει την εμμηνορρυσία. Χάπια προγεσταγόνων: περιέχουν 1 προγεσταγόνο (μίνι χάπια) και λαμβάνονται καθημερινά. Είναι λιγότερο αποτελεσματικά από το συνδυασμένο χάπι. Εμφυτεύματα προγεσταγόνων: 6 κάψουλες που περιέχουν λεβονοργεστρέλη, στο μέγεθος σπίρτου η καθεμία, τοποθετούνται υποδόριως στο άνω τμήμα του βραχίονα. Το προγεσταγόνο απελευθερώνεται αργά από τις κάψουλες παρέχοντας αντισυλληπτική προστασία για 5 χρόνια περίπου. Αντισύλληψη μετά τη συνουσία: υψηλές δόσεις οιστρογόνων χορηγούνται εντός 72 ωρών από τη συνουσία και συνεχίζονται 2 φορές την ημέρα για 5 μέρες (χάπι του επόμενου πρωινού).

8 Ανεπιθύμητες ενέργειες: Κυριότερες: αίσθημα τάσεως των μαστών, κατάθλιψη, ζάλη, οίδημα, κεφαλαλγία, ναυτία, έμετοι. Άλλες: αυξημένη επίπτωση εμφράγματος του μυοκαρδίου, υπέρταση, θρόμβωση των αγγείων του εγκεφάλου και των στεφανιαίων, θρομβοφλεβίτιδα, θρομβοεμβολικά επεισόδια σε γυναίκες άνω των 35 που λαμβάνουν αντισυλληπτικά από το στόμα και καπνίζουν. Τα από του στόματος αντισυλληπτικά ελαττώνουν την επίπτωση του καρκίνου του ενδομητρίου και των ωοθηκών, ελαττώνουν την απορρόφηση των υδατανθράκων της τροφής στο λεπτό έντερο, προκαλούν αυξημένη επίπτωση παθολογικών δοκιμασιών ανοχής στη γλυκόζη. Τα οιστρογόνα στο συνδυασμένο χάπι προκαλούν αύξηση της αναλογίας HDL/LDL ενώ τα προγεσταγόνα έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Αντενδείξεις: τα αντισυλληπτικά από το στόμα αντενδείκνυνται σε ασθενείς με αγγειακή εγκεφαλική και θρομβοεμβολική νόσο, οιστρογονο-εξαρτώμενα νεοπλάσματα, ηπατική νόσο και ημικρανίες.

9 ΑΝΔΡΟΓΟΝΑ Είναι μία ομάδα στεροειδών που έχουν αναβολική ή και αρρενοποιητική δράση και στα δύο φύλα. Η σημαντικότερη ορμόνη σε αυτή την κατηγορία είναι η τεστοστερόνη η οποία συντίθεται από τα κύτταρα του Leydig στους όρχεις και σε μικρότερα ποσά από τα κύτταρα στις ωοθήκες των θηλέων και στα επινεφρίδια. Οι συνθετικές διαφοροποιήσεις της δομής των ανδρογόνων αποσκοπούν: στην τροποποίηση της διαλυτότητας και της ευαισθησίας σε ενζυμική διάσπαση και στο διαχωρισμό των αναβολικών και των ανδρογόνων δράσεων

10 Μηχανισμός δράσης: Είναι παρόμοιος με αυτόν στα οιστρογόνα και τα προγεσταγόνα όπου συνδέονται με έναν ειδικό κυτταροπλασματικό υποδοχέα στο κύτταρο στόχο. Στους μύες και στο ήπαρ ο υποκαταστάτης είναι η τεστοστερόνη, στους άλλους ιστούς αύτη πρέπει να μεταβολισθεί σε παράγωγα σαν την DHT (5-α-διυδροτεστοστερόνη). Θεραπευτικές χρήσεις: Ανδρογονικές δράσεις: Τα ανδρογονικά στεροειδή χρησιμοποιούνται σε άνδρες με ανεπαρκή έκκριση ανδρογόνων. Αναβολικές δράσεις : Θεραπεία γεροντικής οστεοπόρωσης και σοβαρών εγκαυμάτων, ανάρρωση από εγχειρήσεις ή από χρόνιες εξαντλητικές νόσους. Ανάπτυξη : Σκελετική ανάπτυξη σε αγόρια με υποφυσιακό νανισμό. Ενδομητρίωση (έκτοπη ανάπτυξη του ενδομητρίου). Μη εγκεκριμένη χρήση: Αύξηση μυϊκής μάζας, μυϊκής δύναμης και της επιθετικότητας σε αθλητές.

11 Φαρμακοκινητική: Η τεστοστερόνη απορροφάται γρήγορα από το ήπαρ και τους άλλους ιστούς και μεταβολίζεται σε μερικώς ή εντελώς ανενεργά προϊόντα, τα οποία αποβάλλονται κυρίως με τα ούρα αλλά και με τα κόπρανα. Χορηγείται ενδομυικώς. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Στις γυναίκες: Αρρενοποίηση, ακμή, ανάπτυξη τριχοφυΐας στο πρόσωπο, τραχύτητα φωνής, φαλάκρα ανδρικού τύπου και εκσεσημασμένη ανάπτυξη μυών, διαταραχές της εμμήνου ρύσεως. Αντενδείκνυνται κατά την κύηση. Σε άνδρες: Πριαπισμός, ανικανότητα, ελαττωμένη σπερματογένεση, γυναικομαστία. Σε παιδιά: Διαταραχές στην ανάπτυξη. Γενικές δράσεις: Αυξάνουν τα επίπεδα των LDL και ελαττώνουν τα επίπεδα των HDL του πλάσματος οπότε κίνδυνος πρώιμης στεφανιαίας νόσου. Κατακράτηση υγρών με αποτέλεσμα εμφάνιση οιδήματος. Σε αθλητές: Υψηλές δόσεις μπορεί να προκαλέσουν ηπατικές διαταραχές, αυξημένη επιθετικότητα και ψυχωσικά επεισόδια.

12 Αντιανδρογόνα Ανταγωνίζονται τη δράση των ανδρικών ορμονών παρεμβαίνοντας στη σύνθεση των ανδρογόνων ή καταλαμβάνοντας τους υποδοχείς τους. Δρουν ως συναγωνιστικοί ανταγωνιστές των ανδρογόνων. Αναστέλλουν τη δράση των ανδρογόνων στο κύτταρο στόχο. Η οξική κυπροτερόνη έχει χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία της υπερτρίχωσης στις γυναίκες, ενώ η φλουταμίδη έχει χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία του καρκίνου του προστάτη στους άνδρες.

13 ΚΟΡΤΙΚΟΣΤΕΡΟΕΙΔΗ ΤΩΝ ΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΩΝ
Ο φλοιός των επινεφριδίων διαιρείται σε τρεις ζώνες οι οποίες συνθέτουν με πρώτη ύλη τη χοληστερόλη διάφορα στεροειδή και τα εκκρίνουν. Η εξωτερική ζώνη (σπειροειδής) παράγει αλατοκορτικοειδή για τη ρύθμιση του μεταβολισμού των αλάτων και του ύδατος. Η μέση ζώνη (στηλιδωτή) συνθέτει γλυκοκορτικοειδή τα οποία έχουν σχέση με το φυσιολογικό μεταβολισμό και την αντοχή στο στρες. Η εσωτερική ζώνη (δικτυωτή) εκκρίνει τα επινεφριδικά ανδρογόνα όπως η διυδροεπιανδροστερόνη. Τα γλυκοκορτικοειδή λειτουργούν ως παλίνδρομοι αναστολείς της έκκρισης της κορτικοτροπίνης και του παράγονται που διεγείρει την απελευθέρωση κορτικοτροπίνης (CRF). Μηχανισμός δράσης: Συνδέονται με ενδοκυττάριους κυτταροπλασματικούς υποδοχείς, το σύμπλεγμα ορμόνης-υποδοχέα μεταφέρεται μέσα στον πυρήνα, και μέσω παραγόντων μεταγραφής ενεργοποιεί ή αδρανοποιεί γονίδια.

14 Δράσεις: Γλυκοκορτικοειδή Παράγουν το φυσιολογικό ενδιάμεσο μεταβολισμό: Ευνοούν τη γλυκονεογένεση αυξάνοντας τόσο την πρόσληψη αμινοξέων από το ήπαρ και το νεφρό όσο και την δράση των γλυκονεογενιτικών ενζύμων. Διεγείρουν τον καταβολισμό των πρωτεϊνών και τη λιπόλυση. Αυξάνουν την αντοχή στο stress:Παρέχουν στο σώμα την ενέργεια που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει το stress που προκαλείται π.χ. από τραυματισμό, φόβο, λοίμωξη, αιμορραγία ή εξαντλητική ασθένεια. Μπορεί να προκαλέσουν μέτρια αύξηση της πίεσης του αίματος. Μεταβάλλουν τα επίπεδα των έμμορφων στοιχείων του αίματος: Ελάττωση των ηωσινόφιλων, των βασεόφυλων, των μονοκυττάρων και των λεμφοκυττάρων ανακατανέμοντας αυτά από την κυκλοφορία στον λεμφικό ιστό. Αυξάνουν τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης, των ερυθροκυττάρων, των αιμοπεταλίων και των πολυμορφοπύρηνων λευκοκυττάρων στο αίμα. Αντιφλεγμονώδης δράση: Ικανότητα να μειώνουν δραματικά τη φλεγμονώδη αντίδραση και να καταστέλλουν την ανοσία. Επηρεάζουν άλλα στοιχεία του ενδοκρινικού συστήματος: Παλίνδρομη αναστολή της παραγωγής κορτικοτροπίνης από υψηλά επίπεδα γλυκοκορτικοειδών αναστέλλει την περαιτέρω σύνθεση γλυκοκορτικοειδών καθώς και την παραγωγή θυρεοειδότρο που ορμόνης, ενώ αυξάνεται η παραγωγή αυξητικής ορμόνης. Επιδράσεις σε άλλα συστήματα: Υψηλές δόσεις γλυκοκορτικοειδών διεγείρουν την παραγωγή γαστρικού οξέος και πεψίνης, έτσι προκαλείται αναζωπύρωση των ελκών. Επιδράσεις στο ΚΝΣ, ψυχικές διαταραχές, απώλεια οστικής μάζας.

15 Θεραπευτικές χρήσεις των επινεφριδικών κορτικοειδών
Θεραπεία υποκατάστασης στην πρωτοπαθή επινεφριδική ανεπάρκεια (νόσος Αddison): Νόσος που οφείλεται σε δυσλειτουργία του φλοιού των επινεφριδίων όπου εάν δεν χορηγηθεί υδροκορτιζόνη (ίδια με τη φυσική κορτιζόλη) ακολουθεί ο θάνατος. Δόση της υδροκορτιζόνης: τα 2/3 της ημερήσιας δόσης το πρωί και το 1/3 το απόγευμα. Μπορεί να απαιτηθεί η χορήγηση φθοριουδροκορτιζόνης (αλατοκορτικοστεροειδές) για να αυξηθεί η αλατοκορτικοειδική δράση και να φτάσει σε φυσιολογικά επίπεδα. Θεραπεία υποκατάστασης σε δευτεροπαθή ή τριτοπαθή επινεφριδική ανεπάρκεια: Ανεπάρκειες που οφείλονται σε διαταραχή είτε της παραγωγής CRF από τον υποθάλαμο είτε της παραγωγής κορτικοτροπίνης από την υπόφυση. Χορηγείται κορτικοτροπίνη ή υδροκορτιζόνη. Διάγνωση του συνδρόμου Cushing: Σύνδρομο που προκαλείται από υπερέκκριση γλυκοκορτικοειδών. Θεραπεία υποκατάστασης για την συγγενή επινεφριδική υπερπλασία (CAH): Ομάδα νοσημάτων που προκαλούνται από ενζυμική διαταραχή στη σύνθεση μιας ή περισσότερων στεροειδών ορμονών των επινεφριδίων. Χορηγούνται κορτικοστεροειδή ανάλογα με τη θέση της βλάβης. Ανακούφιση των συμπτωμάτων φλεγμονής: Τα γλυκοκορτικοειδή ανακουφίζουν την ερυθρότητα, το οίδημα, την αύξηση της θερμοκρασίας και την ευαισθησία που εμφανίζονται στην περιοχή της φλεγμονής. Θεραπεία αλλεργιών: Σημαντική δράση των γλυκοκορτικοειδών σε αλλεργικές αντιδράσεις που προκαλούνται από φάρμακα, ορό και μεταγγίσεις, βρογχικό άσθμα και αλλεργική ρινίτιδα. Ωστόσο, τα φάρμακα αυτά δεν είναι θεραπευτικά.

16 Φαρμακοκινητική Απορρόφηση και μεταβολισμός : Τα φυσικά επινεφριδικά κορτικοστεροειδή και τα παράγωγά τους απορροφώνται γρήγορα από το γαστρεντερικό σωλήνα. Ορισμένες ενώσεις χορηγούνται ενδοφλεβίως, ενδομυικώς, τοπικώς ή με τη μορφή αεροζόλ. Τα περισσότερα απορροφούμενα κορτικοειδή συνδέονται με πρωτεΐνες του πλάσματος :το μεγαλύτερο μέρος με τη σφαιρίνη που δεσμεύει κορτικοστεροειδή και το υπόλοιπο με λευκωματίνη. Τα κορτικοστεροειδή μεταβολίζονται από τα μικροσωμιακά οξειδωτικά ένζυμα του ήπατος. Οι μεταβολίτες συζευγνύονται με γλυκουρονικό οξύ ή θειικές ρίζες και τα προϊόντα απεκκρίνονται στους νεφρούς. Δοσολογία : Για να καθορίσουμε τη δοσολογία θα πρέπει να λάβουμε υπόψη παράγοντες όπως η σχέση γλυκοκορτικοειδικής και αλατοκορτικοειδικής δράσης, η διάρκεια της δράσης, ο τύπος του σκευάσματος και η ώρα της μέρας που χορηγείται το στεροειδές.

17 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Αρνητικό ισοζύγιο ασβεστίου που έχει σαν αποτέλεσμα την οστεοπόρωση, ελαττωμένη επούλωση τραυμάτων οπότε αυξημένος κίνδυνος λοιμώξεων, αύξηση της όρεξη(όχι απαραίτητα ανεπιθύμητη ενέργεια εφόσον η πρεδνιζόνη χρησιμοποιείται στη χημειοθεραπεία του καρκίνου), υπέρταση, οίδημα, πεπτικά έλκη, ευφορία, ψύχωση. Κλασική εμφάνιση συνδρόμου που προσομοιάζει με Cushing παρατηρείται όταν υπάρχει περίσσεια κορτικοστεροειδών με τα εξής συμπτώματα: ανακατανομή του λίπους του σώματος, διόγκωση του προσώπου, αύξηση τριχοφυΐας του σώματος, ακμή, αϋπνία, αύξηση της όρεξης. Αυξημένη συχνότητα καταρράκτη μετά από χρόνια χρήση. Απότομη διακοπή των κορτικοειδών(σε ασθενή που έχει υποστεί καταστολή του άξονα υποθάλαμος –υπόφυση – επινεφρίδια ) μπορεί να οδηγήσει σε σύνδρομο οξείας επινεφριδικής ανεπάρκειας που μπορεί να είναι θανατηφόρο. Ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά.

18 Αναστολείς της σύνθεσης αδρενοκορτικοειδών
Η μετυραπόνη. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του συνδρόμου Cushing και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο της επινεφριδικής λειτουργίας παρεμβαίνοντας στη σύνθεση των κοτρινοστεροειδών αναστέλλοντας το τελικό στάδιο της σύνθεσης των γλυκοκορτικοειδών. Οι παρενέργειες μπορεί να είναι κατακράτηση αλάτων και ύδατος, υπερτρίχωση, παροδική ζάλη και γαστρεντερικές διαταραχές. Η αμινογλουτεθιμίδη. Αναστέλλει τη μετατροπή της χοληστερόλης σε προγλενολόνη, οπότε μειώνεται η σύνθεση των ορμονικά δραστικών στεροειδών. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού (σε συνδυασμό με δεξαμεθαζόλη) μειώνοντας την παραγωγή ανδρογόνων και οιστρογόνων. Τέλος χρησιμοποιείται στην αντιμετώπιση των κακοήθων όγκων του φλοιού των επινεφριδίων. Η κετοκαναζόλη. Είναι αντιμυκητιακό φάρμακο. Αναστέλλει σύνθεση όλων των γοναδικών και επινεφριδικών στεροειδών ορμονών. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των ασθενών με σύνδρομο Cushing. Η μιφεπριστόνη. Ανταγωνιστής των γλυκοκορτικοειδών και αντιπρογεσταγόνο. Η σπιρονολακτόνη. Αναστέλλει την επαναρρόφηση νατρίου από το νεφρό. Αποτελεσματική για τον επεραλδοστερονισμό. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία υπερτρίχωσης σε γυναίκες.


Κατέβασμα ppt "ΣΤΕΡΟΕΙΔΕΙΣ ΟΡΜΟΝΕΣ."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google