Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Ποιοι είναι οι παράγοντες που καθορίζουν τη συμπεριφορά μας;

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Ποιοι είναι οι παράγοντες που καθορίζουν τη συμπεριφορά μας;"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Ποιοι είναι οι παράγοντες που καθορίζουν τη συμπεριφορά μας;
ΚΙΝΗΤΡΑ Ένα από τα κρίσιμα ερωτήματα στη μελέτη της συμπεριφοράς αφορά τα αίτιά της. Ποιοι είναι οι παράγοντες που καθορίζουν τη συμπεριφορά μας; Γιατί συμπεριφερόμαστε με ένα συγκεκριμένο τρόπο και όχι με κάποιον άλλο; Οι παράγοντες που μας ωθούν προς μία συμπεριφορά ονομάζονται κίνητρα (motives).

2 Ποικιλία συμπεριφοράς
Η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι ποικιλόμορφη. Εν μέρει αυτό ερμηνεύεται από την ποικιλομορφία του εξωτερικού περιβάλλοντός μας. Για παράδειγμα θα εκδηλώσουμε διαφορετική συμπεριφορά σε ένα εστιατόριο και σε μία εκκλησία. Ωστόσο η συμπεριφορά μας μπορεί να ποικίλλει ακόμη και αν το εξωτερικό περιβάλλον είναι σταθερό!

3 Έλεγχος συμπεριφοράς Σε πολλές περιπτώσεις είναι δυνατόν να αγνοήσουμε συνειδητά ένα κίνητρο. Για παράδειγμα μπορεί να επιλέξουμε να καθυστερήσουμε το φαγητό μας για να τελειώσουμε μία δουλειά. Ωστόσο είναι πολύ δυσκολότερο να ελέγξουμε την επιθυμία που δημιουργεί το κίνητρο. Για παράδειγμα είναι δύσκολο να επιλέξουμε συνειδητά να μην επιθυμούμε να πιούμε νερό όταν διψάμε.

4 Αίτια κινήτρων Τα κίνητρα μπορεί να οφείλονται σε εξωτερικά ερεθίσματα. Για παράδειγμα, περνάμε έξω από ένα ζαχαροπλαστείο, βλέπουμε τα παγωτά στη βιτρίνα του, και αποφασίζουμε να αγοράσουμε ένα παγωτό. Τα κίνητρα μπορεί να οφείλονται σε εσωτερικά ερεθίσματα. Για παράδειγμα, καθόμαστε στο μπαλκόνι μας μία ζεστή ημέρα και μας «έρχεται» η επιθυμία να φάμε ένα παγωτό. Τα εσωτερικά αίτια των κινήτρων μας, τα ονομάζουμε «ενορμήσεις».

5 Τα κίνητρα συνήθως διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
Είδη κινήτρων Τα κίνητρα συνήθως διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: Βασικά κίνητρα 2. Δευτερογενή κίνητρα Τα βασικά κίνητρα συνδέονται με την επιβίωση του είδους (πείνα, δίψα, σεξουαλικότητα, επιθετικότητα). Τα δευτερογενή κίνητρα συνδέονται κυρίως με το πολιτισμικό περιβάλλον (κίνητρο για επιτυχία, αυτοπραγμάτωση, κλπ.)

6 Θεωρίες κινήτρων Ανάλογα με τη βαρύτητα που δίνουν στα αίτια των κινήτρων, διακρίνουμε δύο βασικά είδη θεωριών: Θεωρίες των ενορμήσεων 2. Θεωρίες των εξωτερικών ερεθισμάτων Για μερικά κίνητρα φαίνεται ότι οι ενορμήσεις διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο (πείνα, δίψα). Για κάποια άλλα φαίνεται ότι τα εξωτερικά ερεθίσματα διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο (σεξουαλικότητα, αυτοπραγμάτωση)

7 Θεωρίες κινήτρων Είναι σημαντικό ότι οι δύο θεωρίες κινήτρων δεν είναι συγκρουόμενες, αλλά συμπληρωματικές. Αυτό συμβαίνει διότι για την ενεργοποίηση ενός κινήτρου συνήθως συμβάλλουν και εσωτερικοί και εξωτερικοί ερεθισμοί. Για παράδειγμα διψάμε επειδή ο οργανισμός μας αντιλαμβάνεται την ανάγκη του για πρόσληψη υγρών. Ωστόσο εάν είμαστε σε ένα ζεστό εξωτερικό περιβάλλον, η απώλεια υγρών από την εφίδρωση καθορίζει την ένταση και τη συχνότητα του αισθήματος της δίψας. Από την άλλη, το κίνητρο της επιτυχίας που καθορίζεται από το πολιτισμικό μας περιβάλλον, το βιώνουμε σαν μία εσωτερική υποκειμενική ανάγκη.

8 Θεωρίες κινήτρων Και στις δύο θεωρίες κινήτρων υπάρχει διάκριση ανάμεσα στον τύπο των ερεθισμών που προκαλούν ένα κίνητρο. Η θεωρία των ενορμήσεων κάνει λόγο για «κεντρικό» και «περιφερικό» έλεγχο των κινήτρων. Ο ρόλος του εγκεφάλου θεωρείται κεντρικός έλεγχος, ενώ ο ρόλος άλλων οργάνων (νεφρό, σεξουαλικά όργανα, κλπ.) θεωρείται περιφερικός. Η θεωρία των εξωτερικών κινήτρων κάνει λόγο για πρωτογενείς και δευτερογενείς ενισχυτές. Το νερό ή το φαγητό είναι πρωτογενείς ενισχυτές (συνδέονται άμεσα με την ικανοποίηση της δίψας και της πείνας). Οι οικονομικές απολαβές μιας εργασίας είναι δευτερογενής ενισχυτής (δε συνδέεται άμεσα με την ικανοποίηση κάποιας ανάγκης). Οι δευτερογενείς ενισχυτές είναι συνήθως αποτέλεσμα διεργασιών μάθησης.

9 Ψυχολογία κινήτρων Η ψυχολογία των κινήτρων ενδιαφέρεται να απαντήσει σε πέντε βασικά ερωτήματα: Πόσα και ποια κίνητρα υπάρχουν; Πώς αναγνωρίζουμε ένα κίνητρο και πώς μετράμε την έντασή του; Υπάρχουν ατομικές διαφορές; Πώς δημιουργούνται τα κίνητρα και πώς επηρεάζουν τη συμπεριφορά; Μπορούν τα κίνητρά μας να αλλάξουν ή να διδαχθούμε νέα κίνητρα;

10 Κίνητρα και Ανταμοιβή Τα κίνητρα θεωρείται ότι ωθούν σε συμπεριφορές που καταλήγουν σε ένα στόχο. Ο στόχος είναι ένα εξωτερικό ερέθισμα (φαγητό, νερό, χρήμα, κλπ.) Οι στόχοι των συμπεριφορών πρέπει να λειτουργούν ως «ανταμοιβή» για τον οργανισμό. Με τον όρο ανταμοιβή εννοούμε οτιδήποτε μπορεί: Α. να προκαλέσει ευχαρίστηση Β. να σταματήσει μία δυσάρεστη κατάσταση

11 Το σύστημα αυτό ονομάζεται «μεσομεταιχμιακό σύστημα της ντοπαμίνης».
Κίνητρα και Ανταμοιβή Ο κεντρικός έλεγχος της ανταμοιβής φαίνεται να πραγματοποιείται από ένα σύστημα που βρίσκεται κοντά στο κέντρο του εγκεφάλου. Το σύστημα αυτό ονομάζεται «μεσομεταιχμιακό σύστημα της ντοπαμίνης». Η ντοπαμίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής, που μεταφέρει τις πληροφορίες αυτού του συστήματος. Το σύστημα αυτό δεν «παράγει» ευχαρίστηση, αλλά μάλλον μας ωθεί να επαναλάβουμε συμπεριφορές που οδήγησαν στο παρελθόν σε ευχάριστα ή απάρεσκα ερεθίσματα. Η ενεργοποίηση του συστήματος μπορεί να επιτευχθεί τόσο από φυσικά εξωτερικά ερεθίσματα, όσο και με τεχνητούς τρόπους (χημικές ουσίες, ηλεκτροδιέγερση).

12 Τοξικοεξάρτηση Ο εθισμός είναι ένα πολύ ισχυρό κίνητρο.
Η επιθυμία για τη λήψη ναρκωτικών και τοξικών ουσιών στις οποίες έχουμε εθιστεί, είναι τόσο μεγάλη ώστε συχνά να λέμε ότι κάποιος θα κάνει τα πάντα προκειμένου να ικανοποιήσει τον εθισμό του. Υπάρχουν τρεις βασικοί παράγοντες στη δημιουργία εθισμών: Υπερδιέγερση συστημάτων ανταμοιβής/ανάμνηση κατάστασης. 2. Συμπτώματα στέρησης. 3. Μόνιμες αλλαγές στα συστήματα ανταμοιβής/ υπερευαισθητοποίηση.

13 Το ρόλο αυτό διαδραματίζουν οι ομοιοστατικοί μηχανισμοί.
Ομοιόσταση Κάθε οργανισμός χρειάζεται να διατηρείται σε μία σχετικά σταθερή κατάσταση ώστε να επιβιώσει. Το ρόλο αυτό διαδραματίζουν οι ομοιοστατικοί μηχανισμοί. Η ομοιόσταση έχει στόχο τη διατήρηση μιας παραμέτρου (θερμοκρασίας, υγρασίας, επίπεδα ορμονών, κλπ.) σε ένα «προκαθορισμένο σημείο». Οι ομοιοστατικοί μηχανισμοί έχουν ένα «κέντρο ελέγχου» το οποίο εξετάζει συνεχώς την απόκλιση μιας παραμέτρου από το προκαθορισμένο σημείο της, και ενεργοποιούν μηχανισμούς επαναφοράς της τιμής της παραμέτρου σε αυτήν.

14 Ομοιόσταση Το προκαθορισμένο σημείο της θερμοκρασίας μας π.χ. είναι 36.6 βαθμοί Κελσίου. Όταν η θερμοκρασία του σώματός μας αποκλίνει από αυτήν την τιμή, τότε αλλάζει ο μεταβολισμός του σώματος ώστε να επανέλθει η θερμοκρασία στο προκαθορισμένο της σημείο. Ο υποθάλαμος είναι η περιοχή που ελέγχει τη θερμοκρασία του σώματος. Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να έχουμε μία προσωρινή αλλαγή του προκαθορισμένου σημείου μιας παραμέτρου. Έτσι εξηγείται π.χ. γιατί νιώθουμε ότι κρυώνουμε όταν έχουμε πυρετό.

15 Δίψα Για την ερμηνεία του μηχανισμού της δίψας, έχουν προταθεί τόσο κεντρικές όσο και περιφερικες ερμηνείες. Οι περιφερικές ερμηνείες έδιναν κεντρικό ρόλο στην ξηροστομία. Ωστόσο φαίνεται ότι η δίψα δεν ελέγχεται περιφερικά. Για παράδειγμα η μάσηση τσίκλας, παρότι διατηρεί την υγρασία του στόματος σε υψηλά επίπεδα, δε φαίνεται να ικανοποιεί το αίσθημα της δίψας. Επίσης, εάν μείνουμε για αρκετή ώρα χωρίς νερό, η κατανάλωση νερού δε φαίνεται να ικανοποιεί τη δίψα μας, παρότι το στόμα μας υγραίνεται αμέσως.

16 Δίψα Ο μηχανισμός της δίψας φαίνεται να είναι ένας πολύπλοκος ομοιοστατικός μηχανισμός που περιλαμβάνει διάφορα όργανα. Ο οργανισμός μας έχει δύο είδη αποθηκών νερού: α.ενδοκυτταρική δεξαμενή και β.εξωκυτταρική δεξαμενή. Όταν τα επίπεδα του νερού στον οργανισμό είναι υψηλά, τότε αυτό αποβάλλεται μέσω της εφίδρωσης και της ούρησης. Όταν τα επίπεδα νερού είναι χαμηλά, τότε η πίεση του αίματος μειώνεται, και δημιουργείται το συναίσθημα της δίψας που οδηγεί στην πρόσληψη νερού. Κεντρικό ρόλο στον ομοιοστατικό μηχανισμό της δίψας διαδραματίζει η αντιδιουρητική ορμόνη (ADH). H ADH εμποδίζει την ούρηση και το νερό παρακρατείται στα νεφρά.

17 Πείνα Η πείνα, όπως και η δίψα, φαίνεται να ελέγχεται από έναν περίπλοκο ομοιοστατικό μηχανισμό. Ωστόσο η διαφορά τους έγκειται στις πολύ περισσότερες επιλογές που έχει ο οργανισμός ώστε να ικανοποιήσει την πείνα του. Η πείνα μας μπορεί να ικανοποιηθεί καταναλώνοντας σκέτο ψωμί, ωστόσο λίγοι άνθρωποι θα προτιμούσαν αυτή την τροφή από ένα καλομαγειρεμένο φαγητό. Φαίνεται ότι η γεύση είναι καθοριστική για τις τροφές που επιλέγουμε να καταναλώσουμε. Κάποιες γεύσεις φαίνεται να τις προτιμούμε επειδή είναι γενετικά καθορισμένες, ενώ κάποιες άλλες φαίνεται να είναι προϊόν μάθησης.

18 Πείνα Η πιο χαρακτηριστική (γενετικά προγραμματισμένη) προτίμηση για γεύση είναι το γλυκό. Η πιο χαρακτηριστική (γενετικά προγραμματισμένη) απαρέσκεια για γεύση είναι το πικρό. Φαίνεται ότι εξελικτικά η προτίμηση αυτή εξυπηρετούσε την επιβίωση του οργανισμού, διότι οι γλυκές τροφές είναι συνήθως πλούσιες σε θερμίδες (οι οποίες είναι απαραίτητες για την επιβίωσή μας). Αντίθετα οι πικρές τροφές σηματοδοτούν συνήθως την ύπαρξη κάποιου τοξικού παράγοντα που ίσως προκαλέσει δηλητηρίαση.

19 Πείνα Αν και κάποιες γευστικές προτιμήσεις είναι γενετικά καθορισμένες, οι περισσότερες είναι αποτέλεσμα μάθησης. Έτσι εξηγείται γιατί σε έναν καπνιστή αρέσει η γεύση από το τσιγάρο για παράδειγμα. Πολλές ουσίες, οι οποίες δεν έχουν ευχάριστη γεύση αρχικά, μαθαίνουμε να μας αρέσουν λόγω των θετικών επιπτώσεων που έχει η κατανάλωσή τους (αλκοόλ, καφεΐνη, κλπ.). Το ίδιο ισχύει πολλές φορές και για γεύσεις που είναι ευχάριστες αλλά εμείς τις απεχθανόμαστε, λόγω μιας δυσάρεστης συνέπειας που είχε η κατανάλωσή τους, π.χ. δηλητηρίαση.

20 Πείνα Η δημιουργία του αισθήματος της πείνας φαίνεται ότι σχετίζεται με τα επίπεδα των αποθεμάτων ενέργειας που έχει ο οργανισμός. Για να κάνουμε οποιαδήποτε δραστηριότητα, χρειαζόμαστε ενέργεια που παράγεται από την καύση ουσιών που βρίσκονται στο σώμα μας. Όταν το επίπεδο αυτών των καυσίμων μειώνεται κάτω από το καθορισμένο σημείο, τότε δημιουργείται το αίσθημα της πείνας. Αν και η πρόκληση πείνας φαίνεται να καθορίζεται περισσότερο από τον ομοιοστατικό μηχανισμό των επιπέδων καύσιμων υλών στο σώμα μας, ο κορεσμός της πείνας φαίνεται να συγκαθορίζεται και από εξωτερικούς παράγοντες.

21 Η πρώτη ομάδα προσλάμβανε κανονικά την τροφή.
Πείνα Στο πείραμα των Miller & Kessen (1952), δύο ομάδες ποντικών έμαθαν ένα λαβύρινθο που οδηγούσε σε τροφή. Η πρώτη ομάδα προσλάμβανε κανονικά την τροφή. Η δεύτερη ομάδα προσλάμβανε τεχνητά την τροφή, μέσω έγχυσης στο στομάχι. Αν και τα ποντίκια προσλάμβαναν την ίδια ποσότητα τροφής, εκείνα της πρώτης ομάδας, έμαθαν το λαβύρινθο πολύ γρηγορότερα από ότι τα ποντίκια της δεύτερης ομάδας. Το αποτέλεσμα αυτό σημαίνει ότι για την ικανοποίηση της πείνας, η γεύση της τροφής είναι καθοριστικός παράγοντας.

22 Πείνα Άλλα φαινόμενα που ενισχύουν το ρόλο της γεύσης στον κορεσμό της πείνας είναι ο εξαρτημένος κορεσμός και η αλλαισθησία. Εξαρτημένος κορεσμός είναι το φαινόμενο κατά το οποίο τροφές πλούσιες σε θερμίδες μας φαίνονται πιο χορταστικές από τροφές φτωχές σε θερμίδες, έστω και όταν η θερμιδική τους αξία εξισωθεί (Booth, 1990). Αλλαισθησία είναι το φαινόμενο όπου η ίδια τροφή μπορεί να μας φαίνεται γευστικότερη όταν πεινάμε, παρά όταν είμαστε χορτασμένοι (Cabanac, 1979).

23 Οργανικά Σήματα για Πείνα
Οι συσπάσεις των μυών του στομάχου δε φαίνεται να αποτελούν οργανικό σήμα για την πείνα. Άτομα με αφαίρεση στομάχου εξακολουθούν να αισθάνονται ότι πεινούν. Η ανίχνευση των επιπέδων γλυκόζης στον οργανισμό από νευρώνες του στελέχους φαίνεται να ενεργοποιούν το αίσθημα της πείνας. Αν μπλοκαριστεί χημικά η χρήση της γλυκόζης από τους νευρώνες του εγκεφάλου, τότε ο οργανισμός αισθάνεται πείνα παρότι τα επίπεδα γλυκόζης είναι υψηλά.

24 Οργανικά Σήματα για Κορεσμό
Νευρώνες στα τοιχώματα του στομάχου που ενεργοποιούνται από τα χημικά στοιχεία της τροφής. Άφιξη της τροφής στο δωδεκαδάκτυλο. Παραγωγή χολοκυστοκινησίνης. Τεχνητή έγχυση της ορμόνης δημιουργεί αίσθημα κορεσμού (Smith & Gibbs, 1994). Σήματα από νευρωνικούς υποδοχείς του ύπατος που ανιχνεύουν αλλαγές στα επίπεδα θρεπτικών ουσιών στο αίμα (όχι μόνο γλυκόζης).

25 Παχυσαρκία Παχυσαρκία είναι η πάθηση κατά την οποία το άτομο έχει σημαντικά μεγαλύτερο σωματικό βάρος από το κανονικό (Δείκτης Σωματικού Βάρους = >30). ΔΣΒ = Βάρος σε κιλά/Τετράγωνο ύψους σε μέτρα. Περίπου το 15% των αμερικανών πάσχουν από παχυσαρκία. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι Ελληνίδες πάσχουν από παχυσαρκία σε ποσοστό 36% ενώ οι Έλληνες σε ποσοστό 26%. Η παχυσαρκία σχετίζεται άμεσα με μείωση του προσδόκιμου της ζωής.

26 Γενετικοί παράγοντες Τα γονίδιά μας φαίνεται να διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στην ανάπτυξη παχυσαρκίας. Α. Περισσότερες πιθανότητες να είναι κάποιος παχύσαρκος εάν ένας από τους γονείς πάσχει από παχυσαρκία. Β. Μελέτες με δίδυμους έδειξαν ότι η απόκτηση βάρους μεταξύ τους μοιάζει τόσο σε ρυθμό, όσο και στην τοπική κατανομή του (Bouchard et al., 1990). Γ. Μελέτες με δίδυμους έδειξαν ότι και αν ακόμη μεγαλώσουν χωριστά, μοιάζουν στην απόκτηση και την κατανομή του βάρους τους (Stunkard et al., 1990).

27 Β. Προκαθορισμένο σημείο βάρους
Γενετικοί παράγοντες Υπάρχουν δύο βασικοί γενετικοί παράγοντες που έχουν συσχετισθεί με την παχυσαρκία. Α. Αριθμός λιπιδίων. Φαίνεται ότι όσο περισσότερα λιποκύτταρα διαθέτουμε, τόσο μεγαλύτερη είναι η τάση προς παχυσαρκία. Β. Προκαθορισμένο σημείο βάρους Φαίνεται ότι σε κάποια παχύσαρκα άτομα, το προκαθορισμένο σημείο βάρους είναι υψηλότερο από ότι στα φυσιολογικά άτομα. Το υψηλό προκαθορισμένο σημείο βάρους φαίνεται να ερμηνεύει και την τάση για την απόκτηση του αρχικού μας βάρους μετά από κάποια δίαιτα.

28 Ψυχογενής (νευρική) ανορεξία
Η διαταραχή παρατηρείται συνήθως σε νεαρά κορίτσια (1%). Το κύριο σύμπτωμα είναι εξαντλητική δίαιτα. Το προκαθορισμένο σημείο χαμηλώνει τόσο πολύ ώστε τα άτομα δεν νιώθουν την ανάγκη να φάνε ούτε τα απαραίτητα για επιβίωση. Το άτομο προσβάλλεται από σοβαρές ασθένειες και πολλές φορές η κατάληξη είναι ο θάνατος. Πιθανές αιτίες περιλαμβάνουν: Δυσλειτουργία θυρεοειδούς Διαταραγμένη αντίληψη της σωματικής εικόνας Αδυναμία εκπλήρωσης υψηλών στόχων που θέτει το περιβάλλον

29 Ψυχογενής (νευρική) βουλιμία
Η διαταραχή αυτή είναι δύο φορές πιο κοινή από τη νευρική ανορεξία. Άτομα που πάσχουν από νευρική βουλιμία καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες φαγητού σε μικρά διαστήματα και προκαλούν εμετό αμέσως μετά τη λήψη της τροφής. Η διαταραχή παρατηρείται συχνά σε γυναίκες που ασκούν κάποια επαγγελματική δραστηριότητα που τις υποχρεώνει να διατηρούν ένα αυστηρά αθλητικό σώμα (μοντέλα, αθλήτριες). Η διαταραχή προκαλεί αφυδάτωση και έλκος του οισοφάγου. Σχετίζεται με: Εμμονή στη διατήρηση ωραίου σώματος Αντίδραση σε διαιτητικούς περιορισμούς Κατάθλιψη


Κατέβασμα ppt "Ποιοι είναι οι παράγοντες που καθορίζουν τη συμπεριφορά μας;"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google