Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Γιώργης Παυλόπουλος «Τα Αντικλείδια»

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Γιώργης Παυλόπουλος «Τα Αντικλείδια»"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Γιώργης Παυλόπουλος «Τα Αντικλείδια»
Λογοτεχνία Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ΄ Λυκείου Αγάθη Γεωργιάδου

2 Ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος
Γεννήθηκε το 1924 στον Πύργο Ηλείας και πέθανε το Ανήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά ποιητών. Εργάστηκε ως βοηθός λογιστή και ως γραμματέας στο Κ.Τ.Ε.Λ. Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1943 δημοσιεύοντας ποιήματά του σε περιοδικά. Ήταν στενός φίλος με τον Τάκη Σινόπουλο, καθώς και με τον Γιώργο Σεφέρη. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Εκτός από την ποίηση, ασχολήθηκε ερασιτεχνικά και με τη ζωγραφική.

3 Το έργο του Ο Παυλόπουλος υπήρξε ολιγογράφος.
Η πρώτη του ολοκληρωμένη συλλογή ποιημάτων με τίτλο Το κατώγι κυκλοφόρησε το 1971. Ακολούθησαν οι συλλογές: Το σακί (1980), Τα αντικλείδια (1988), Τριάντα τρία χαϊκού (1990), Λίγος άμμος (1997), Ποιήματα 1943–1997 (2001), Πού είναι τα πουλιά (2004) και Να μην τους ξεχάσω (2008), η οποία κυκλοφόρησε λίγες ημέρες μετά τον θάνατο του ποιητή). Επίσης το 2008, κυκλοφόρησαν σε έναν μικρό τόμο με τίτλο Γράμματα από την Αμερική οι επιστολές που έστειλε από τις ΗΠΑ σε φίλο του ψυχίατρο το 1985.

4 Τα γνωρίσματα της ποίησής του
Ο Γιώργης Παυλόπουλος είναι σημαντικός εκπρόσωπος της Α΄ μεταπολεμικής γενιάς. Η ποίησή του είναι αφηγηματική και διακρίνεται για το απλό και κουβεντιαστό της ύφος, τη φυσικότητα του λεξιλογίου της και την υπαινικτική, αλληγορική γραφή της. Η γλώσσα του ακουμπά γερά στην παράδοση (δημοτικό τραγούδι, Σολωμό, Μακρυγιάννη, Σεφέρη). Είναι μια γλώσσα πυκνή, απροσποίητη, λιτή, αδιακόσμητη.

5 «Στη θεματογραφία του εξέχουσα θέση κατέχουν η μνήμη για όσα οδυνηρά βίωσε […] (Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος, ψυχροπολεμική μετεμφυλιακή περίοδος) όσο και σε σχέση με την προσωπική του ζωή, ένας διαβρωτικός –άλλοτε ορατός και άλλοτε αδιόρατος– φόβος, η διάψευση των οραμάτων και των ελπίδων, ο θάνατος […] τα όνειρα, ο έρωτας –ως αντιστάθμισμα […] – και, κυρίως, η αγάπη η αναλλοίωτη […] καθώς και μια έντονη αυτοαναφορικότητα, ένας αγωνιώδης προβληματισμός για την ποίηση και την ποιητική.

6 …Στο σύνολό της σχεδόν η ποίηση του Παυλόπουλου χαρακτηρίζεται από μια ήπια και κατασταλαγμένη δραματικότητα […]. Η γραφή του είναι αισθαντική και διάχυτα μελαγχολική, εκφραστική και λιτή, ευανάγνωστη και διαυγής στην επιφάνεια, ωστόσο πολυσήμαντη και ενίοτε σκοτεινή στο βάθος της, βιωματική, αφηγηματική και με διάθεση φιλοσοφική, με εικόνες εναργείς που κινούνται διαλεκτικά μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας». (Στάθης Κουτσούνης, π. Οροπέδιο, καλοκαίρι 2006)

7 «Τα Αντικλείδια»

8 Η ομώνυμη συλλογή Τα Αντικλείδια, 1988
Η ομώνυμη συλλογή Τα Αντικλείδια, 1988 Η συλλογή έχει ως θέμα τον ονειρικό αγώνα του ποιητή με το ποίημα. Τα περισσότερα ποιήματα της συλλογής είναι αφηγηματικά και υπακούουν στο εξής αφηγηματικό σχήμα: υπάρχει ένας αφηγητής που στήνει το σκηνικό του ποιήματος και διηγείται ένα όνειρό του.

9 Έτσι, ο ποιητικός μύθος κινείται σε δύο ομόκεντρους κύκλους, ένα εσωτερικό και ένα εξωτερικό. Με την πρόοδο της αφήγησης ο ποιητικός μύθος μετατρέπεται σε κυκλικό παραμύθι που θα μπορούσε να συνεχίζεται για πάντα, αφού το τέλος του αντανακλάται στην αρχή και η αρχή στο τέλος του ποιήματος.

10 Για τη συλλογή αυτή γράφει ο Μαρωνίτης:
«Αισθάνομαι πως τα ποιήματα της τρίτης συλλογής του Παυλόπουλου, πιασμένα όλα σχεδόν στο δίχτυ του ονείρου, μπορεί να μοιραστούν στα τρία: κάποια μιλούν πιο πολύ για το σώμα –του ανθρώπου και του κόσμου. άλλα περισσότερο για τη στάχτη και τη σκόνη του. μερικά για τη βιώσιμη αγάπη του. Τα πρώτα είναι σκοτεινά και παιδεμένα, τα δεύτερα μαύρα κι απελπισμένα, στα τρίτα μπαίνει κάποιο φως ελπίδας, καθώς εδώ το ποίημα κυνηγά ως το τέλος την ποίηση, κι η ποίηση το ποίημα». («Τα αντικλείδια της ποίησης», Διαλέξεις, 1992).

11 Το ποίημα «Τα Αντικλείδια»
Είναι μια αλληγορία με θέμα τον μαγικό κόσμο της αληθινής Ποίησης ο οποίος παραμένει απρόσιτος στους «μυημένους», ένα ασύλληπτο όνειρο.

12 Ο τίτλος Ο τίτλος του ποιήματος –που αποτελεί και τον τίτλο όλης της ποιητικής συλλογής- είναι μυστηριακός και δημιουργεί προσδοκίες. Πρέπει να διαβάσει κανείς μέχρι τέλους το ποίημα για να εντοπίσει τη διάκριση ανάμεσα στο «κλειδί» της Ποίησης και στα πολλά «αντικλείδια», τα οποία ορίζονται ως το σύνολο των ποιημάτων που έχουν γραφεί ως τώρα.

13 Ο αφηγητής Ένας αφηγητής με «καθολική εποπτεία του κόσμου» αφηγείται τον ποιητικό μύθο. Η αφηγηματική φωνή του ίσως συμπίπτει με τη φωνή του ποιητή ή αποτελεί μια persona (προσωπείο) του.

14 Οι πολλοί και οι λίγοι Γίνεται επίσης αναφορά :
στους πολλούς: που δεν σχετίζονται με την ποίηση και αδιαφορούν γι’ αυτήν στους λίγους: που γράφουν ποιήματα και αναπτύσσουν σχέσεις δραματικές με την τέχνη τους, επειδή προσπαθούν απεγνωσμένα να ανοίξουν την πόρτα της.

15 Η δομή Το ποίημα δομείται στο σχήμα του κύκλου και ακολουθεί το αφηγηματικό σχήμα του παραμυθιού: μύθος – επιμύθιο. Διακρίνουμε δύο ενότητες: α) Στίχοι 1-13: ο ορισμός της Ποίησης. β) Στίχοι 14-18: ο ορισμός των ποιημάτων.

16 Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή
Ένας απροσδόκητος ορισμός της ποίησης: που δείχνει ότι η Ποίηση είναι προσιτή σε όλους. Δημιουργεί όμως την απορία: η ποίηση είναι η πόρτα ή ό,τι φαίνεται μέσα από την ανοιχτή πόρτα;

17 Ίσως η πόρτα, γι’ αυτό η αναστροφή («πόρτα ανοιχτή» και όχι «ανοιχτή πόρτα») με την έμφαση στην πόρτα. Η Ποίηση κεφαλαίο γράμμα για να αναδειχθεί ως υπέρτατη αξία.

18 Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν τίποτα και προσπερνούνε.
Πρώτη αναίρεση: Πρώτη κατηγορία ανθρώπων: οι πολλοί (οι αμύητοι; Οι ανυποψίαστοι;) Παρ’ όλο που η πόρτα είναι «ανοιχτή», πολλοί κοιτάζουν μέσα, αλλά δε βλέπουν τίποτα και φεύγουν. «κοιτάζω»= στρέφω το βλέμμα, ενώ «βλέπω»= αντιλαμβάνομαι κάτι Μήπως όμως αυτό που αντιλαμβάνονται δεν μπορεί να περιγραφεί;

19 Όμως μερικοί κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Δεύτερη κατηγορία: μερικοί «κάτι βλέπουν» ή διαισθάνονται (οι ενορατικοί;) μέσα από την ανοιχτή πόρτα της Ποίησης και μαγεύονται. Κάτι απροσδιόριστο ίσως… Από τι μαγεύονται; Ίσως τους συναρπάζει η μαγεία των λέξεών της, η πρόκληση να αποδώσουν με τα υλικά τους την ουσία της, να κάνουν ποίηση τις εικόνες, τις ιδέες και τις αξίες που κρύβει μέσα της.

20 Προσπαθώντας να μπουν, η πόρτα κλείνει και τους αφήνει απέξω.
Η πόρτα τότε κλείνει. Δεύτερη αναίρεση: Προσπαθώντας να μπουν, η πόρτα κλείνει και τους αφήνει απέξω.

21 Χτυπάνε μα κανείς δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί
Χτυπάνε μα κανείς δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί. Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Αναζητούν το κλειδί της Ποίησης (το ένα και μοναδικό). Γιατί όμως κανείς δεν τους ανοίγει; Μήπως δεν υπάρχει κανείς μέσα, επειδή κανείς δεν κατάφερε να διαβεί την πόρτα; Γιατί όχι μόνο κανείς δεν έχει το κλειδί, αλλά «κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει»; Μήπως τελικά δεν υπάρχει το κλειδί;

22 Ακόμη και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν
Ο αγώνας των λίγων αποκτά τότε δραματική διάσταση: όλη τη ζωή τους την ξοδεύουν αναζητώντας το μυστικό να ανοίξουν την πόρτα της Ποίησης. Τόσο σημαντική είναι η Ποίηση. Ο αγώνας τους όμως καβαφικός, μάταιος: είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.

23 Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Αφού δε βρίσκουν το ένα και μοναδικό κλειδί της Ποίησης δημιουργούν αντικλείδια. [Με ποιο κλειδί όμως;] Η προσπάθεια να ανοίξουν την πόρτα της Ποίησης συνεχίζεται με αντικλείδια.

24 Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Τελικά κατανοούμε ότι η Ποίηση δεν είναι η πόρτα, αλλά αυτό που υπάρχει μέσα σ’ αυτήν. Όσοι επιθυμούν να εισχωρήσουν στο «άβατό» της προσπαθούν απεγνωσμένα να προσπελάσουν την ουσία της δημιουργώντας αντικλείδια, αλλά η πόρτα δυστυχώς παραμένει γι’ αυτούς κλειστή, αφού κλείνει για «όσους μπόρεσαν να δουν στο βάθος». Όσο εμβαθύνει κανείς στο μυστήριο της ποιητικής δημιουργίας, τόσο συνειδητοποιεί την αδυναμία του να το ερμηνεύσει.

25 Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια για ν' ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης. Δεύτερος ορισμός, όχι της Ποίησης, αλλά των ποιημάτων: Τα αντικλείδια, λοιπόν, συμβολίζουν τα ποιήματα που έχουν δημιουργηθεί μέσα στους αιώνες. Τα ποιήματα δεν ταυτίζονται με την ποίηση. Η Ποίηση εξακολουθεί με κεφαλαίο γράμμα, γιατί αποτελεί ιερό, ιδανικό στόχο, στον οποίο αποβλέπουν οι ποιητές γράφοντας «αντικλείδια». Τη μαγική ουσία της κανείς δεν την έχει συλλάβει ακόμα, γιατί η Ποίηση είναι απρόσιτη σαν την Αλήθεια. Η ουσία της παραμένει άπιαστη, χιμαιρική, όνειρο απραγματοποίητο.

26 Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Ο καταληκτικός στίχος του ποιήματος μας ξαναγυρίζει στην αρχή του ποιητικού μύθου (κύκλος) και έτσι το ποίημα αφήνει ανοιχτό το θέμα: Η απόπειρα να παραβιαστεί η ανοιχτή πόρτα της Ποίησης (σχήμα οξύμωρο και λογική αντίφαση) είναι μια περιπέτεια χωρίς τέλος: θα επαναλαμβάνεται όσο υπάρχει ο κόσμος και όσο υπάρχουν ποιητές.

27 Η αλληγορία Η αλληγορική αφήγηση σχετίζεται με τη βαθύτερη ουσία της Ποίησης, με την αληθινή Ποίηση που παρουσιάζεται εξιδανικευμένη και επομένως ονειρική και απρόσιτη. Οι προσπάθειες των λίγων και των εκλεκτών που «κάτι» αισθάνονται μέσα τους και επιθυμούν να το εκφράσουν ποιητικά είναι μόνο απόπειρες για να ανοιχτεί η πόρτα της Ποίησης, η οποία τελικά παραμένει απροσπέλαστη, αν και ανοιχτή για όλους όσους έχουν ευαισθησίες.

28 Τεχνικές της ποιητικής αφήγησης
Το ποίημα περιέχει ποιητική αφήγηση με παντογνώστη αφηγητή: γνωρίζει τη βαθύτερη ουσία της ποίησης και τις ποιητικές απόπειρες που έχουν γίνει από τη γένεση του κόσμου ως σήμερα για να ανοιχτεί η πόρτα της Ποίησης, η οποία τελικά παραμένει απροσπέλαστη, αν και ανοιχτή για όλους όσους έχουν ευαισθησίες. Ο αφηγητής αφηγείται ένα αλληγορικό ποιητικό μύθο σε τρίτο πρόσωπο (τριτοπρόσωπη ποιητική αφήγηση). Από την παντογνωσία του ξεφεύγει μόνο στο στίχο 17 («για ν’ ανοίξουμε»), όπου με το πρώτο ρηματικό πρόσωπο καταθέτει και τη δική του εμπειρία στην ατέρμονη και δραματική αναζήτηση του μυστικού της ποίησης.

29 Το παραμυθικό στοιχείο
Το ποίημα μοιάζει με παραμύθι, είναι ένας ποιητικός μύθος: έχει μαγικό και μυστηριώδες περιεχόμενο και μιλάει για το μυστικό κλειδί και τα ατέλειωτα αντικλείδια που ανοίγουν την ανοιχτή πόρτα της ποίησης. Περιέχει την αναζήτηση ενός άπιαστου «θησαυρού», που τελικά δε βρίσκεται πουθενά και καταλήγει σε ένα «επιμύθιο» που μας ξαναγυρίζει στην αρχή του ποιήματος. Έτσι, ο ποιητικός μύθος με την πρόοδο της αφήγησης μετατρέπεται σε κυκλικό παραμύθι που θα μπορούσε να το αφηγείται κανείς «επ’ άπειρον», αφού το τέλος του ποιήματος συμπίπτει με την αρχή του.

30 Γλώσσα - ύφος Η γλώσσα του ποιήματος είναι απλή και καθημερινή και σε μερικά σημεία λαϊκή («κάτι βλέπουν», «το μάτι τους αρπάζει κάτι», «και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε», «αρμαθιά»). Ο τόνος είναι πεζολογικός και δείχνει ότι ο ποιητής δέχτηκε έντονες επιδράσεις από την καβαφική ποίηση, τόσο ως προς το περιεχόμενο (λ.χ. οι δραματικές και ατελέσφορες προσπάθειες, η υψηλή ευθύνη απέναντι στην τέχνη της ποίησης, η ματαιοπονία, το «χάλασμα» της ζωής κ.ά.) όσο και ως προς τη μορφή του ποιήματος (ο διδακτικός τόνος, η πεζολογία, η υπαινικτική γραφή, η χρήση της «καβαφικής ειρωνείας», το καβαφικό λεκτικό: π.χ. «τη ζωή τους χαλάνε», «να ιδούν» κ.ά.). Το ύφος είναι κουβεντιαστό και χαμηλόφωνο.

31 Στοιχεία τεχνικής Το ποίημα βασίζεται στην τεχνική της αντίθεσης / αντίφασης: η πόρτα της ποίησης είναι ανοιχτή, αλλά κλείνει για τους λίγους και δεν ανοίγει. Οι πολλοί δε βλέπουν τίποτε, οι λίγοι όμως κάτι βλέπουν. Δεν υπάρχει κλειδί για την πόρτα, υπάρχει όμως μια αρμαθιά αντικλείδια. Ο αγώνας για να ανοιχτεί η πόρτα της ποίησης είναι μάταιος, αν και μαγευτικός. Όσοι προσπαθούν με αντικλείδια να ανοίξουν την πόρτα της Ποίησης (γράφοντας ποιήματα), δεν θα τα καταφέρουν ποτέ, αφού η πόρτα είναι ανοιχτή.

32 Σχήματα λόγου Κυριαρχεί το σχήμα του κύκλου (ο α΄ στίχος επαναλαμβάνεται στο τέλος), οι επαναλήψεις (π.χ. «ανοιχτή», «δεν ανοίγει», «δεν άνοιξε», «για ν’ ανοίξουμε» κ.ά.) και οι μεταφορές («Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή», «το μάτι τους αρπάζει κάτι», «μαγεμένοι», «τη ζωή τους χαλάνε», «να ιδούν στο βάθος» κ.ά.).

33 Ένα ποίημα για την ποίηση
«Τα Αντικλείδια» είναι ένα ποίημα «ποιητικής», με την έννοια ότι αναφέρεται στην αιώνια πρόκληση της Ποίησης προς τους ποιητές να διαβούν την πόρτα της. Κάθε «αντικλείδι» τους όμως, κάθε καινούριο ποίημα, συμβάλλει στο κλείσιμο της πόρτας και η προσπάθεια ανανεώνεται συνεχώς, επ’ άπειρον.

34 Και τελικά… Η Ποίηση είναι αυτό που ποτέ δεν ειπώθηκε και ούτε πρόκειται ποτέ να ειπωθεί… Γιώργης Παυλόπουλος

35 Από συνέντευξη του Γ.Π. […] η Ποίηση αναζητά την Αλήθεια. Αυτό κυρίως θέλει να εκφράσει. Φαίνεται καθαρά στο ποίημα σας "τα Αντικλείδια". Εκεί λοιπόν λέτε -απ' ό τι καταλαβαίνω- ότι δεν υπάρχουν αντικλείδια, οι πόρτες είναι ανοιχτές. Όμως υπαινίσσεσθε στο ποίημα, ότι ο ποιητής λειτουργεί σαν ένα αντικλείδι, διότι βλέπει την κρυμμένη αλήθεια στα πράγματα. —Είναι κι αυτό μια εκδοχή για την πρόσληψη του ποιήματος. Το ποίημα αυτό προσφέρεται για πολλές εκδοχές και όσες περισσότερες είναι αυτές, τόσο πιο καλό είναι το ποίημα. Εγώ ποτέ δεν αναλύω. Αφήνω την περαιτέρω έρευνα για τον αναγνώστη. […] Δεν μπορώ να διδάξω την ποίηση. Δεν ξέρω τι είναι η ποίηση, κι αυτό εκφράζω με "Τα αντικλείδια" κλπ. Δεν υπάρχει ορισμός της ποίησης.

36 Και τι είναι τελικά το Ποίημα; 'Ίσως είναι το νόμισμα που σφίγγει στα δόντια του ο Ποιητής για να μπει στη βάρκα του Θανάτου. Με αυτό θα πληρώσει για το μέγα θαύμα που αξιώθηκε και που δεν είναι άλλο από την ίδια τη ζωή.


Κατέβασμα ppt "Γιώργης Παυλόπουλος «Τα Αντικλείδια»"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google