Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η πόνος στο σύμπτωμα μετατροπής ή στο ψυχοσωματικό φαινόμενο είναι πραγματικός ή κάλπικος; Ο πόνος ως σύμπτωμα μετατροπής Η διαταραχή της μετατροπής αντιστοιχεί.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Η πόνος στο σύμπτωμα μετατροπής ή στο ψυχοσωματικό φαινόμενο είναι πραγματικός ή κάλπικος; Ο πόνος ως σύμπτωμα μετατροπής Η διαταραχή της μετατροπής αντιστοιχεί."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Η πόνος στο σύμπτωμα μετατροπής ή στο ψυχοσωματικό φαινόμενο είναι πραγματικός ή κάλπικος; Ο πόνος ως σύμπτωμα μετατροπής Η διαταραχή της μετατροπής αντιστοιχεί σε μια ψυχική αποδιοργάνωση που εκδηλώνεται, στην περίπτωση των σωματικών συμπτωμάτων, σε μια σοβαρή συμπτωματολογία, αλλά χωρίς οργανικό υπόστρωμα, τέτοια όπως η παράλυση, η αναισθησία, τα άλγη. Επιταχύνει διάφορες λειτουργικές διαταραχές τέτοιες όπως ισχυρά κοιλιακά άλγη, πεπτικές διαταραχές, κεφαλαλγίες και ημικρανίες, ισχυρούς πόνους σε μέρη (κυρίως στην πλάτη) ή μέλη του σώματος (άκρα) συχνά συνοδευόμενα και από παραλύσεις, κλπ..

2 Η λίστα των επώδυνων συμπτωμάτων δεν εξαντλείται, ενώ τίποτα από την ιατρική άποψη δεν δικαιολογεί αυτά τα συμπτώματα, εντούτοις είναι παρόντα, φανερά και πάντοτε ακυρωτικά για το υποκείμενο. Αυτή η σωματική συμπτωματολογία επιταχύνει περισσότερο το χρόνο και συνοδεύεται από χαρακτηριστικά όπως το θέλγητρο, τον θεατρινισμό, την άγρα οίκτου, κλπ. Όλο αυτό είναι αναγνωρισμένο και αποκαλείται από τον Freud, ως υστερία μετατροπής. Πώς η ψυχανάλυση δίνει λογαριασμό σε τέτοια σωματικά συμπτώματα;

3 Η νεύρωση είναι μια αιτία οδυνηρή μέσα από συγκρούσεις μεταξύ ορισμένων εκφράσεων και σεξουαλικών ασυνείδητων επιθυμιών καθώς και των εκφράσεων μιας απαγόρευσης απέναντι σε αυτές τις ίδιες τις επιθυμίες του υποκειμένου. Συγκρούσεις ανάμεσα στο «αυτό» και το «υπερεγώ». Η νευρωτική σύγκρουση οργανώνεται γύρω από τον μηχανισμό της καταπίεσης, την αναπαράσταση, την επιθυμία, τα απαράδεκτα από την άποψη του «υπερεγώ» του υποκειμένου, και που βρίσκονται καταπιεσμένα μέσα στο ασυνείδητο. Κι όμως, αυτές-εδώ οι ασυνείδητες συγκρούσεις είναι ακριβώς αυτό που καταλήγει στην οργάνωση της υστερίας.

4 Ο μηχανισμός της καταπίεσης δεν κατορθώνει να συμπληρώσει ικανοποιητικά το καθήκον του στη λογική της συγκρουσιακής έντασης, δίνοντας τόπο σε αυτό που ονομάζουμε επιστροφή στην καταπίεση. Αυτό που κανονικά θα όφειλε να παραμείνει στην τάξη της καταπίεσης ή στο ασυνείδητο, βρίσκεται λοιπόν εκσυγχρονισμένο στον δρόμο ενός νευρωτικού συμπτώματος: για παράδειγμα ενός νευρωτικού πόνου. Μέσα στην υστερία (δηλαδή στο φαινόμενο μετατροπής) το υποκείμενο δεν βρίσκει λοιπόν ακριβώς τον δρόμο του σώματός του για να διαχειριστεί αυτές τις συγκρούσεις, την ενορμησιακή αμφιθυμία του.

5 Στη νοσηρή αυτή κατάσταση (με έμμονες ιδέες) η σύγκρουση παίζεται στην ψυχική σφαίρα πάνω σε ουσιαστικές αναπαραστάσεις, τις περίφημες ιδεοληψίες, και στις υστεριοφοβίες η σύγκρουση είναι μετατοπισμένη (εξωτερικευμένη) πάνω σε ένα αντικείμενο σαφώς της εξωτερικής πραγματικότητας, το φοβικό αντικείμενο και που παρασύρει σε συμπεριφορά αποφυγής του φοβικού αντικειμένου: συμπεριφορά κινδύνου, και ο πόνος δηλώνει τον κίνδυνο, ένα ηχηρό alarm που δυνατόν να κινητοποιήσει αλλά και να διαχειριστεί το περιβάλλον (εσωτερικό και εξωτερικό) και να επισύρει τον οίκτο και των δύο.

6 Πρέπει να καθορίσουμε ότι αυτές οι νευρωτικές διαταραχές παραπέμπουν στην ψυχική σεξουαλικότητα και την παιδική ηλικία του υποκειμένου, και αυτά τα ολέθρια και οι εξαντλήσεις του σώματος έρχονται ακριβώς για να εκφράσουν και να ερμηνεύσουν τις μοναδικές τροποποιήσεις της οιδιπόδειας σύγκρουσης, μέσα στα οποία έχει παραμείνει καθηλωμένο ψυχοσυναισθηματικά το υστερικό υποκείμενο. Από αυτό το γεγονός η διαταραχή μετατροπής επιστρέφει στο άτομο αυτό που αναγνωρισμένα αποκαλούμε συναισθηματική οικονομία ή λιβιδινική γεννητική και η οποία θέτει ασυνείδητα πρόβλημα στο άτομο που δεν κατορθώνει να συμφιλιώσει δύο έννοιες (ενορμησιακές και απαγορευτικές) κρινόμενες ως ανταγωνιστές..

7 Ανοίγεται λοιπόν ο δρόμος στη σωματική αντίληψη για να δοκιμάσει να ρυθμίσει αυτήν τη διαφωνία μέσω του συμπτώματος. Το σύμπτωμα μετατροπής με τη μορφή προσδιορισμένου ή απροσδιόριστου πόνου (εντοπισμένου ή μη) αντιστοιχεί, τελικά, στη μετατόπιση της ενδοψυχικής σύγκρουσης πάνω στο σώμα του υποκειμένου. Επιλέγεται λοιπόν το μέρος του σώματος, και συχνά μάλιστα επιλεκτικά μια ερωτογόνος (ή συμβολική) ζώνη, για να αναπαραστήσει εντυπωσιακά το επιθυμητό και ταυτόχρονα το απαγορευτικό. Ένας πόνος προσδιορίζει την ευχαρίστηση (πονάω άρα υπάρχω) και τη δυσαρέσκεια μαζί (υποφέρω και είμαι εδώ, στο ναρκισσιστικό εγώ μου, για και τους άλλους).

8 Η λίμπιντο συνδεδεμένη στην απωθημένη αναπαράσταση μεταμορφώνεται σε νευρωσική ενέργεια στα όργανα ή μέρη του σώματος. Το σώμα δανείζει τον εαυτό του στη σωματική διαταραχή μετατροπής ως ένας «τόπος», ως μια «θεατρική σκηνή» προκειμένου να εκφραστεί απροκάλυπτα χειριστική. Το όργανο που υποφέρει ή το μέρος του σώματος που πονάει πολιορκεί αυτήν τη μετατροπή, θα είναι έτσι λοιπόν στη λογική της προσβολής μιας σωματικής συγκατάβασης (Freud, 1905), έμφυτη ή επίκτητη, που προδιαθέτει γενικά το υποκείμενο, αλλά στην οποία μπολιάζονται συναισθηματικές κινήσεις ως συμβολικοί λόγοι).

9 Αυτό είναι καλό γιατί αυτό το όργανο η μέρος του σώματος που πονάει παρουσιάζεται ως ιδιαίτερα ικανό να «φωνασκεί» μέσα από το σύμπτωμα του πόνου και την έντασή του. Από την άποψη της ψυχικής οικονομίας και της μοναδικής φαντασίωσης το σύμπτωμα εκκολάπτεται σε αυτόν τον προσδιορισμένο τόπο (το μέρος του σώματος) αυτού του ατόμου που έχει πάρει θέση θεατρικής σκηνής για να αναπαραστήσει την απωθημένη σεξουαλική σύγκρουση. Η μετατροπή παίρνει θέση για να εκφραστεί έτσι εκτός κατάστασης, να βλάψει ένα μέρος του σώματος του ατόμου, να το παραλύσει από τον πόνο, το οποίο θα μπορούσε να είχε συμβάλει συμβολικά στην πραγματοποίηση της επιθυμίας του.

10 Η μετατροπή (η καθαρή διαταραχή) θα εμποδίσει επομένως όλη την αποτελεσματική πραγματοποίηση αυτής της επιθυμίας (μέσα από το απαγορευτικό του υπερεγώ) την ίδια στιγμή που το διαπραγματεύεται με πλάγιο, συμβολικό τρόπο (έκφραση μεταμφιεσμένη του Αυτό). Το σώμα χρησιμοποιείται από το υποκείμενο (και προπαντός το υποκείμενο του ασυνείδητου) μέσα σε εύγλωττους όρους: το υστερικό σύμπτωμα του πόνου, όπως και τα άλλα συμπτώματα μετατροπής, χρησιμοποιεί φίνες ψυχικές άμυνες, δένεται εκεί στο σύμπτωμα για να ερμηνεύσει μια ψυχική πραγματικότητα απερίγραπτη μέσα από τον δρόμο των μοναδικών λέξεων (διότι αυτό θα ισοδυναμούσε στην αναγνώριση των σκέψεων και επιθυμιών) και προπαντός για να δώσει έτσι ελεύθερη πορεία στις φανταστικές και φαντασιωτικές εμπνεύσεις.

11 Η μετατροπή (η καθαρή διαταραχή) θα εμποδίσει επομένως όλη την αποτελεσματική πραγματοποίηση αυτής της επιθυμίας (μέσα από το απαγορευτικό του υπερεγώ) την ίδια στιγμή που το διαπραγματεύεται με πλάγιο, συμβολικό τρόπο (έκφραση μεταμφιεσμένη του Αυτό). Μάλιστα, εάν αυτό τεκμηριώνεται πάνω σε μια βιολογική πραγματικότητα η διαταραχή μετατροπής ανασύρει επίσης, και προπαντός, μια ψυχική αιτιολογία. Βρίσκει την πηγή της μέσα στη σεξουαλική πραγματικότητα, δηλαδή, μέσα στην ψυχοσεξουαλική ιστορία της παιδικής ηλικίας και μέσα στη συναισθηματική ζωή του ατόμου.

12 Από αυτό το γεγονός, εάν το σώμα είναι προσωρινά ή διαρκώς προσποιητό, ιδιωτικό σε ορισμένες λειτουργίες του, αυτό δεν παραμένει λιγότερο απαλλαγμένο από όλη την παθογενή προσβολή, υπό την ιατρική έννοια του όρου. Επομένως το σύμπτωμα του πόνου ως φαινόμενο μετατροπής βρίσκεται στη μια όψη του νομίσματος: η αξία του νόμισμα είναι και στις δυο όψεις του. είναι το νόμισμα κάλπικο στη μια του όψη;

13 Πραγματικός ή μη πραγματικός (κάλπικος) πόνος για την ψυχική οικονομία έχει την ίδια αξία (και συμβολισμό). Φαίνεται, ότι δεν είναι τόσο το σώμα – ή το «πραγματικό σώμα»– του ατόμου το οποίο είναι εγκλωβισμένο μέσα στο σύμπτωμα μετατροπής του πόνου ως αίσθηση και συναίσθηση, αλλά πολύ περισσότερο αυτό που είναι αναγνωρισμένο με την ονομασία το «ερωτογενές σώμα» του ή το «φαντασιωτικό σώμα» που αναζητά την «ανακούφιση» μέσα στο «υποφέρειν» του συμπτώματος πόνου.

14 Έτσι όπου ο Freud και αργότερα και άλλοι όπως ο M. Sami-Ali (1987), έχουν τοποθετηθεί με έμφαση στην άποψη ότι το σώμα του υστερικού δεν υπακούει στους μοναδικούς νόμους της ανατομίας και της φυσιολογίας, το σώμα του υστερικού υπακούει μάλιστα πολύ περισσότερο στους νόμους μιας φαντασιωτικής ανατομίας και φυσιολογίας, παραπέμποντάς το ασυνείδητα στην επιθυμία, δείχνοντας έτσι πόσο η ψυχική και η συναισθηματική ζωή βρίσκονται εξίσου σε εκτροπή του οργανισμού από τους κανόνες των πρώτων ψυχολογικών λειτουργιών.

15 Ο πόνος ως ψυχοσωματικό σύμπτωμα Το πρώτο κριτήριο της διαφορετικότητας, μεταξύ ψυχοσωματικού πόνου και του πόνου ως φαινόμενο μετατροπής (υστερία) αφορά τη φύση της διαταραχής από την ιατρική άποψη. Εάν το σύμπτωμα μετατροπής μπερδεύεται -και πολύ συχνά είναι αρκετά μπερδεμένο- με την κατηγορία των διαταραχών λειτουργικότητας, σε ανταπόδοση αυτού είναι συνήθως η είσοδος στο σύμπτωμα το λεγόμενο ψυχοσωματικό. Ο ψυχοσωματικός πόνος είναι μια κατάσταση η οποία φέρει μια επώδυνη προσβολή στον οργανισμό, δηλαδή, μια προσβολή στο πραγματικό σώμα του ατόμου και όχι στο φαντασιωτικό σώμα του υστερικού. Πρόκειται εδώ για μια διαταραχή αλλοίωσης (και ίσως πιθανής βλάβης).

16 Ο οργανισμός του ατόμου είναι πραγματικά αλλοιωμένος, και μπορεί να αποδοθεί λογαριασμός στις βιολογικές και ιατρικές εξετάσεις (και τεχνικές). Η (ψυχο)σωματική διαταραχή θα επανατοποθετηθεί ενδεχομένως με το σύμπτωμα του πόνου πάνω σε μια υπαρκτή προσβολή, αντικειμενική και εξακριβωμένη σε ορισμένα όργανα ή μέρη του σώματος, κυρίως στους ιστούς. Αυτή η βλάβη έρχεται και ενοχλεί διαρκώς τον οργανισμό και την καλή λειτουργία του. Από αυτό το γεγονός, την αντικειμενικότητα της πραγματικής βλάβης (προσδιορισμένης της ψυχοσωματικής διαταραχής), συνδυάζεται εξίσου η ιδέα ενός χαρακτήρα πολύ πιο σοβαρού ή νοσηρού (από ότι είναι στην πραγματικότητα) σε αυτό το σύμπτωμα –σε αντίθεση με την προηγούμενη λειτουργία της διαταραχής μετατροπής, αντιστρέψιμης καθ’όλα, η οποία από αυτό το γεγονός δεν θα έβαζε σε κίνδυνο τη ζωή του ατόμου που είναι φορέας.

17 Αλλά, η φύση της ψυχοσωματικής διαταραχής δεν είναι σημείο μοναδικού κριτηρίου διαφορετικότητας μεταξύ των δύο τύπων της διαταραχής. Η αιτιολογία, για να μην πούμε ψυχική αιτιολογία, ο τύπος των ψυχικών μηχανισμών, στο ίδιο όπως η φύση της ενορμησιακής δυναμικής η οποία υποτάσσει καθέναν από αυτούς τους δύο τύπους των συμπτωμάτων αποτελούν κριτήρια άλλων διαφοροποιητών στους κόλπους της ψυχοπαθολογικής και ψυχαναλυτικής προσέγγισης.

18 Εν τέλει, στη διαφορά του συμπτώματος μετατροπής το ψυχοσωματικό σύμπτωμα δεν παραπέμπει στην παιδική ηλικία αλλά στην τρέχουσα, σε αρνητικά γεγονότα ζωής, σε δυσμενείς πραγματικότητες στην τρέχουσα ζωή του ατόμου. Είναι αυτό ακριβώς που καταλήγει να εγγράφεται (και είναι ήδη εγγεγραμμένο) μέσα στην υποκειμενική ιστορία του υποκειμένου.

19 Το ψυχοσωματικό σύμπτωμα δεν επιστρέφει στην ψυχική σεξουαλικότητα αλλά αντιθέτως ερμηνεύει τις θέσεις των αποτυχημένων μηχανισμών της ερωτογένεσης του σώματος. Σύμφωνα με την ανοικτή οπτική του P. Marty (1980) η σωματοποίηση αντιστοιχεί σε μια κίνηση σταδιακής αποδιοργάνωσης του ατόμου, μια αποδιοργάνωση ψυχική και αυτό γιατί το άτομο δεν μπορεί να βρει τον δρόμο του, το πλατύσκαλο σταθεροποίησης, τόσο διανοητικά όσο και σωματικά όπου εκεί θα μειώσει στιγμιαία την ένταση και που θα επιτρέψει την αναδιοργάνωσή του.

20 Το ψυχοσωματικό σύμπτωμα του πόνου είναι αποτέλεσμα μιας αδυναμίας ή ανικανότητας (περισσότερο συγκυριακής και λιγότερο δομικής) του υποκειμένου προκειμένου να επεξεργαστεί (ψυχο)διανοητικά τις συγκρούσεις του και σε μια τελευταία ενέργεια τις ενορμησιακές διεγέρσεις του.

21 Ο πόνος στον ψυχοσωματικό ασθενή είναι παράπονο, εκδήλωση έντασης και απορρόφησης της ψυχικής έντασης και των ενδοψυχικών κραδασμών. Διαφορετικά ειπωμένο, το ψυχοσωματικό σύμπτωμα επισυμβαίνει γιατί το άτομο αποτυχαίνει να δέσει ψυχικά τις διεγέρσεις ή να αναπαραστήσει τις τραυματικές καταστάσεις στους κόλπους της συσκευής σκέψης του: να λογικοποιήσει, μετουσιώσει, εξιδανικεύσει. Και αυτό γιατί ο άρρωστος αποτυχαίνει να θεωρήσει ως υποκειμενικά τα δεδομένα ή τα γεγονότα της ιστορίας του και κυρίως της παρούσας ιστορίας του (της ενεστώσας).

22 Εν τέλει, το (ψυχο)σωματικό σύμπτωμα δεν είναι φερόμενο ούτε υποτεινόμενο από τον μηχανισμό της απώθησης ή της μετάθεσης όπως στην υστερία. Αυτό είναι περισσότερο μειονέκτημα των μηχανισμών της αναστολής – και μάλιστα της παραγραφής προσποιήσεων και αναπαραστάσεων, και πιο ευρέως, της απουσίας διανοητικοποίησης αυτό που χαρακτηρίζει την ψυχική οικονομία του ατόμου που είναι φορέας ψυχοσωματικών εκδηλώσεων.

23 Σύμφωνα με την J.McDougall Οι ψυχοσωματικοί ασθενείς για τους το σύμπτωμα του πόνου δεν τους κάνει να υποφέρουν τόσο, από μια ανικανότητα να αισθανθούν ή να εκφράσουν μια συγκίνηση, αλλά κυρίως από μιαν ανικανότητα συγκρότησης υπέρβασης μιας συναισθηματικής εμπειρίας. Θα μπορέσει ο σωματοποιών ασθενής να εκφράσει/ εκδηλώσει «τη μεγάλη μέρα της σωματοποίησης» τη φύση αυτών των επώδυνων αναπαραστάσεων και των συγκινήσεών του καθώς και τον τύπο των συγκρούσεών του (ενδοψυχικών και ενδοϋποκειμενικών) τις οποίες μπορεί να κάνει ανεκτές μέσα από αυτή τη σωματική έκφραση.

24 Πώς φτάνει κανείς στην ίδια κλινική διάκριση; Προσποιητός πόνος, πραγματικός πόνος. Πόσο υποφέρει ο υστερικός και πόσο ο ψυχοσωματικός ασθενής; Αυτό, εν τέλει, μας ωθεί στο να ενδιαφερθούμε για την προέλευση αυτής της διάκρισης, επιβεβαιωμένη ανάμεσα στη διαταραχή μετατροπής και το ψυχοσωματικό σύμπτωμα. Το ψυχοσωματικό σύμπτωμα, επισημαίνεται μέσα στις εργασίες του Freud πάνω στην ενεστώσα νεύρωση.

25 Κι όμως αυτά τα καινούρια συμπλέγματα είναι χαρακτηρισμένα (μεταξύ άλλων πραγμάτων) από μια σπουδαία συμπτωματολογία σωματικής διάστασης, τέτοια όπως η κόπωση, οι χρόνιοι απροσδιόριστοι ή εντοπισμένοι πόνοι, οι κεφαλαλγίες και ημικρανίες, αλλά προπαντός οι κρίσεις άγχους και συνεταιρισμένες σε διαταραχές σωματικών λειτουργιών, όπως για παράδειγμα οι καρδιακές λειτουργίες και του πεπτικού και αναπνευστικού συστήματος, για να αναφέρουμε παρά μερικές από αυτές (σημειώνοντας αποσπασματικά ότι πρόκειται εδώ για λειτουργικές διαταραχές που θα επανέλθουν).

26 Αλλά, όπως εμφανώς το τοποθετεί o Freud, αυτή η σωματική συμπτωματολογία δεν υπακούει στους ίδιους μηχανισμούς σχηματισμού των σωματικών συμπτωμάτων μετατροπής. Βεβαίως, αναφέρει ότι η ενεστώσα νεύρωση και η υστερική μετατροπή, είναι και οι δύο χαρακτηριστικές της σεξουαλικής ζωής του ασθενούς, αλλά μέσα στην πρώτη περίπτωση οι σωματικές διαταραχές είναι άμεσα ορατές με τη σεξουαλική συμπεριφορά, υπαρκτή και επίκαιρη του ατόμου: αυτά προκύπτουν από την αταξία μέσα στη γεννητική ζωή του ατόμου.

27 Ενώ, μέσα στη δεύτερη περίπτωση (της μετατροπής), οι σωματικές διαταραχές επιστρέφουν σε αυτήν την ψυχική και παιδική σεξουαλικότητα και κυρίως στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Η αιτιολογία λοιπόν διαφοροποιεί καλύτερα αυτούς τους δύο τύπους των διαταραχών και συνεπώς τη συμπτωματολογία (π.χ., του πόνου) που προκύπτει: Είναι σωματικής τάξης μέσα στην ενεστώσα νεύρωση ο ψυχοσωματικός πόνος και ψυχικής τάξης ο υστερικός πόνος μέσα στο φαινόμενο μετατροπής.

28 Δεν υπάρχει τίποτα παρόμοιο ανάμεσα στο σύμπτωμα της μετατροπής και στις σωματικές διαταραχές που συνθέτουν την ενεστώσα νεύρωση -το ψυχοσωματικό σύμπτωμα. Ο ψυχοσωματικός πόνος δεν ανταποκρίνεται σε καμία ψυχική (νευρωτική) ασυνείδητη σύγκρουση. Κατά συνέπεια, αυτά δεν έχει καμία συμβολική σημασία ώστε να εκφράζει μιαν αποφόρτιση ατελή ή απροσάρμοστη της σεξουαλικής διέγερσης ανάλογα με τις περιπτώσεις. Όπως ο όρος ψυχοσωματικό υποδεικνύει, αυτό το σύμπτωμα είναι της τάξης της επικαιρότητας, και προέρχεται από την αταξία σύγχρονων καταστάσεων και εντάσεων.

29 Το ψυχοσωματικό σύμπτωμα φαίνεται, με την καλή άποψη, ως η κληρονομιά της σωματικής διαταραχής στην ενεστώσα νεύρωση. Διότι, ως προς αυτό το τελευταίο, το ψυχοσωματικό σύμπτωμα περιγράφεται ως ένα σύμπτωμα που ξεφεύγει των νόμων, των κανόνων και των μηχανισμών καταπίεσης της υστερικής μετατροπής. Πρόκειται για διαταραχές λειτουργιών, με άλλα λόγια διαταραχές προσωρινής προσποίησης, και για διαφορετικούς λόγους, η καλή λειτουργία του οργανισμού ενός ατόμου, αλλοιώνοντας λίγο ή πολύ την ευεξία του ψυχισμού ως συγκινησιακή.

30 Έτσι, ένα όμοιο σωματικό σύμπτωμα μπορεί να παραπέμψει σε αιτίες, κίνητρα, συγκρούσεις, συνθήκες, μηχανισμούς κ.τ.λ. πολύ διαφορετικά ανάλογα με τα άτομα. Φαίνεται καλά ότι μπορεί κανείς να χαθεί στην οπτική μέσα στην ψυχοσωματική θεωρητική διατύπωση αυτής της διάστασης και προπαντός στις επιπτώσεις της.

31 Αυτό εδώ οδηγεί άμεσα στο εύλογο ερώτημα της γνησιότητας της κλινικής διάκρισης του συμπτώματος μετατροπής και του ψυχοσωματικού συμπτώματος. Στο μεν πρώτο το σύμπτωμα του πόνου βρίσκει τόπο στο σώμα να υποδυθεί την οδύνη της ενορμησιακής σύγκρουσης ενός «πληγωμένου» ναρκισσισμού και στο δεύτερο δε, το ψυχοσωματικό σύμπτωμα του πόνου εκφράζεται πάνω στο σώμα -και όχι τυχαία επιλεγμένο μέρος του σώματος- η αδυναμία του ατόμου να διαχειριστεί τις διεργασίες του άγχους και της έντασης που προκαλούν ενεργείς και ενεστώσες επώδυνες καταστάσεις ζωής.

32 Στο μεν πρώτο το σώμα δανείζει στο νου (ψυχή) τα μέρη του δίκην θεατρικής σκηνής για την παράσταση μια επώδυνης προσποίησης στο δε δεύτερο το σώμα δανείζεται από τον νου (ψυχή) για να εκτονώσει τους ψυχικούς κραδασμούς Νους και σώμα λειτουργούν ως όλον και ως τέτοια σχέση ο πόνος ως αίσθηση και συναίσθηση λειτουργεί επίσης ως όλον, είτε είναι προσποίηση και παίζει στο φαντασιωτικό είτε είναι παράπονο και εκφράζεται στο φανταστική (μη πραγματικό) έχει την ίδια αξία ως δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: νους και σώμα συνεργάζονται για να δηλώσουν κάθε μορφή σύγκρουσης και αδυναμίας αλλά με τη χρήση διαφορετικών μηχανισμών ψυχικής άμυνας.


Κατέβασμα ppt "Η πόνος στο σύμπτωμα μετατροπής ή στο ψυχοσωματικό φαινόμενο είναι πραγματικός ή κάλπικος; Ο πόνος ως σύμπτωμα μετατροπής Η διαταραχή της μετατροπής αντιστοιχεί."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google