Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Ιωακειμίδου Ηρώ ( ΑΕΜ 3132) 8/5/2014 ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Σ. Ηλιάδου – Τάχου, Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Φλώρινας.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Ιωακειμίδου Ηρώ ( ΑΕΜ 3132) 8/5/2014 ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Σ. Ηλιάδου – Τάχου, Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Φλώρινας."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Ιωακειμίδου Ηρώ ( ΑΕΜ 3132) 8/5/2014 ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Σ. Ηλιάδου – Τάχου, Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Φλώρινας

2 ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ 2 Ζαμπέτα, Ε. (1994) Η εκπαιδευτική πολιτική στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση (1974 – 1989), Αθήνα, Θεμέλιο

3 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η έρευνα αυτή στρέφεται προς θεωρητικές προσεγγίσεις που εξετάζουν την εκπαίδευση ως δραστηριότητα του σύγχρονου κράτους και επιχειρούν να ερμηνεύσουν τη σχέση κράτους – εκπαίδευσης – κοινωνίας. Σε αυτή την μελέτη παρουσιάζονται οι θεωρίες της εκπαιδευτικής πολιτικής σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύουν το ρόλο της εκπαίδευσης στη σύγχρονη κοινωνία και κατατάσσονται σε : Φιλελεύθερες προσεγγίσεις Μαρξιστικές προσεγγίσεις Προσεγγίσεις του κράτους πρόνοιας Πλουραλιστικές προσεγγίσεις Οι παραπάνω θεωρητικές προσεγγίσεις παρουσιάζονται σε σχέση με πέντε άξονες : Πώς ερμηνεύουν τη σχέση της εκπαίδευσης με το σύγχρονο κράτος και κοινωνία. Πώς τοποθετούνται σε σχέση με την προβληματική της ισότητας και δικαιοσύνης στην εκπαίδευση. Πως ερμηνεύουν και τοποθετούνται στα θέματα Εποπτείας – αξιολόγησης και απόδοσης λόγου στην εκπαίδευση. Ποια κριτική ασκούν στις σύγχρονες εκπαιδευτικές πολιτικές. Πως ερμηνεύουν την εκπαιδευτική αλλαγή και μεταρρύθμιση. Στόχος της παρουσίασης είναι η ανάδειξη ερμηνευτικών κατηγοριών σε σχέση με τις οποίες θα επιχειρηθεί να αναλυθεί η εκπαιδευτική πολιτική στην Ελλάδα. 3

4 ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Θέτουν ως κεντρικό σημείο την έννοια της ατομικής ελευθερίας ως μόνη και υπέρτατη αξία, η οποία οφείλει πάντοτε να εξυπηρετείται από την οποιαδήποτε εκπαιδευτική πολιτική. Κάθε ενέργεια που αντιτίθεται ή τείνει να περιορίσει την άσκηση της ατομικής ελευθερίας είναι ανεπιθύμητη. Διατυπώνεται για πρώτη φορά από τον Friedman το 1955, σε ένα κείμενο με τίτλο « Ο ρόλος της κυβέρνησης στην εκπαίδευση ». Συνοπτικά, οι θέσεις του Friedman σχετίζονται με Την ελάχιστη εκπαίδευση για όλους ως στοιχείο σταθεροποίησης της δημοκρατίας. Μη παρέμβαση της κυβέρνησης στη διαχείριση των εκπαιδευτικών θεσμών, παρά μόνο σε περιπτώσεις που δεν μπορεί να κινητοποιηθεί η αγορά. Σχήμα κουπονιών, αντί της άμεσης επιχορήγησης των σχολείων από την κυβέρνηση. Μη επιδότηση της τριτοβάθμιας και επαγγελματικής εκπαίδευσης. Η επίδραση των ιδεών του Friedman υπήρξε καθοριστική για την ανάπτυξη του σύγχρονου φιλελεύθερου επιχειρήματος για την εκπαιδευτική πολιτική. 4

5 ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Σχέση κράτους – εκπαίδευσης – κοινωνίας : « Τα αποτελέσματα εκ της γειτνιάσεως » Είναι το επιχείρημα βάση του οποίου νομιμοποιείται « κάποια στοιχειώδη κυβερνητική παρέμβαση » για την εκπαίδευση. Αναφέρεται πάντοτε σε « κυβερνητική » παρέμβαση και όχι σε « κρατικό » παρεμβατισμό. Έτσι, τα « αποτελέσματα εκ της γειτνιάσεως » θα είναι πιο σημαντικά, αφού θα υπάρχει η ελευθερία επιλογής, θα ενδυναμωθεί ο ανταγωνισμός και θα μειωθούν οι διοικητικές δαπάνες και η δημόσια φορολογία. Η φιλελεύθερη αντίληψη (Friedman) υποστηρίζει ότι η διαχείριση του εκπαιδευτικού συστήματος από το κράτος έχει ως αποτέλεσμα την κυριαρχία του πολιτικού στοιχείου και τη διαμεσολάβηση πιέσεων και συμφερόντων που οδηγούν σε γραφειοκρατικοποίηση και αναποτελεσματικότητα σε σχέση με την ικανοποίηση των « καταναλωτών » - γονιών. Η έννοια της ισότητας δεν είναι αποδεκτή γιατί « συνεπάγεται ομοιομορφία μεταξύ των ανθρώπων » ούτε εφαρμόσιμη αφού τα ενιαία σχολεία δεν την παρέχουν. Η πολιτική αυτή έχει υψηλό κόστος και « αναδιανεμητικό » χαρακτήρα, στοιχείο μη αποδεκτό από τη φιλελεύθερη πολιτική θεωρία. Αποτελέσματα και δικαιοσύνη 5

6 ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Η απόδοση λόγου της εκπαίδευσης Accountability-> απόδοση λόγου, « ελεγξιμότητα » και « κοινωνικός έλεγχος ». Η φιλελεύθερη κριτική θεωρεί ότι τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα συνιστούν κρατικές γραφειοκρατίες και στοιχείο εξυγίανσης αυτών την απόδοση λόγου στους γονείς επειδή η οικογένεια είναι δομικό κοινωνικό κύτταρο. Αφορά την ελευθερία της επιλογής από πλευράς των γονέων για το είδος της εκπαίδευσης που θα παραχθεί στα παιδιά τους. Αυτό θα έχει θετικά αποτελέσματα : ξεκάθαροι οι στόχοι των σχολείων για προσέλκυση των γονέων – « πελατών », μεγαλύτερος σεβασμός στους « πελάτες » από τους εκπαιδευτικούς, απόκτηση μεγαλύτερου ενδιαφέροντος από τους γονείς για την εκπαίδευση. Κριτική της σύγχρονης εκπαιδευτικής πολιτικής : Η ελευθερία της επιλογής 6

7 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Η έννοια της εκπαίδευσης στο μαρξιστικό έργο προκύπτει ως : αποτέλεσμα της εξέλιξης του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας στις βιομηχανικές κοινωνίες, ως « διαίρεση μεταξύ πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας ». Ο Adam Smith στον Πλούτο των Εθνών υποστηρίζει ότι η εκπαίδευση προκύπτει ταυτόχρονα ως προϊόν και ως προϋπόθεση της εξέλιξης του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας, ότι μία « πολυτεχνική εκπαίδευση » θα συνδέει την εκπαιδευτική με την παραγωγική διαδικασία και ότι αυτή θα έπρεπε να παρέχεται σε « εθνικά ιδρύματα και με έξοδα του κράτους ». Ο Μαρξ αναφερόμενος στην τακτική που έπρεπε να διατηρήσει το Γερμανικό εργατικό κόμμα, υποστηρίζει : δωρεάν φοίτηση μόνο στην εργατική τάξη αποκλεισμό του κράτους και της εκκλησίας από κάθε επιρροή στο σχολείο έγκαιρη σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή. 7

8 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Σχέση κράτους – εκπαίδευσης – κοινωνίας : εκπαίδευση και κοινωνική αναπαραγωγή Η ερμηνεία των λόγων που οδήγησαν στον κρατικό παρεμβατισμό στην εκπαίδευση συνδέεται άμεσα με την ερμηνεία της σχέσης κράτους – εκπαίδευσης – κοινωνίας, δηλαδή την ανάλυση του ρόλου των εκπαιδευτικών θεσμών στο σύγχρονο κράτος. Με το θέμα αυτό ασχολείται κατεξοχήν η μαρξιστική συζήτηση. Οι S. Bowles και H. Gintis είναι υπέρμαχοι της « θεωρίας της αντιστοιχίας », δηλαδή της « αντιστοιχίας μεταξύ της κοινωνικής οργάνωσης του σχολείου με αυτήν της εργασίας ». Αυτή κατηγορήθηκε ως απλουστευτική γιατί αντιμετωπίζει την εκπαίδευση ως πιστό αντίγραφο της παραγωγής και αγνοεί τα περιεχόμενα διδασκαλίας. Αντίπαλες είναι οι θεωρίες της αναπαραγωγής με υποστηρικτή τον Stuart Hall. « Εκεί όπου οι θεωρίες αντιστοιχίας τείνουν να προσαρμόζουν το ένα επίπεδο ( εκπαίδευση ) στο άλλο ( οικονομία ) ή να ψάχνουν για δομικές παραλληλίες, οι θεωρίες αναπαραγωγής τείνουν να υπογραμμίσουν το διαχωρισμό τους, την ιδιαίτερη φύση τους, τη διάκριση μεταξύ τους ». Επίδραση στις θεωρίες της κοινωνικής αναπαραγωγής έχει ασκήσει το έργο του L. Aithusser, ο οποίος υποστηρίζει ότι ο « κυρίαρχος » ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους είναι το σχολείο. Με τη « δωρεάν » παιδεία μεταφέρεται στο « τρωτό » ακόμη παιδί γνώση εμποτισμένη από την κυρίαρχη ιδεολογία, αναπαράγονται συγκεκριμένοι « τρόποι συμπεριφοράς », επομένως και οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. 8

9 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Σχέση κράτους – εκπαίδευσης – κοινωνίας : εκπαίδευση και κοινωνική αναπαραγωγή Η Liz Gordon διατυπώνει την άποψη ότι « η οργάνωση του κράτους δεν είναι ουδέτερη και ως εκ τούτου έχει συγκροτηθεί για να αντιμετωπίζει ορισμένου τύπου προβλήματα και όχι κάποια άλλα, αντανακλώντας έτσι τον πολιτικό ρόλο του κράτους ». Συγκεκριμένοι περιορισμοί προκύπτουν από τους διαθέσιμους πόρους, από τη σχέση μεταξύ των επιμέρους θεσμών και υπηρεσιών μέσα στο κράτος και την κατανομή των πόρων σε αυτές, τις εντάσσεις μεταξύ κεντρικών και τοπικών θεσμών και την ασυμφωνία πάνω στο ποια είναι τα προβλήματα. Τέλος, ο C. A. Torres, υποστηρίζει ότι προκειμένου να αναλυθεί ο τρόπος με τον οποίον διαμορφώνονται οι πολιτικές, θα πρέπει να εξεταστούν : Η ιστορική συγκρότηση των θεσμών, Οι στόχοι της κάθε πολιτικής του κράτους, Ο τρόπος που οι εκπαιδευτικές πολιτικές αντιμετωπίζουν πιέσεις και προβλήματα, Ο ρόλος της γραφειοκρατίας στον εκπαιδευτικό προγραμματισμό, Τα αποτελέσματα των εκπαιδευτικών πολιτικών και ο ρόλος τους στη γενικότερη κοινωνική πολιτική του κράτους ( π. χ. πρακτικές νομιμοποίησης ), Οι αντιδράσεις ομάδων και κοινωνικών τάξεων απέναντι στις ηγεμονικές πρακτικές του καπιταλιστικού κράτους. 9

10 Μαρξιστικές προσεγγίσεις Ανισότητες στα καπιταλιστικά εκπαιδευτικά συστήματα Η μαρξιστική κριτική στην έννοια της ισότητας δεν ταυτίζεται με τη φιλελεύθερη κριτική στις πολιτικές του κοινωνικού κράτους. Αντίθετα, υποστηρίζεται ότι η φιλελεύθερη κριτική στην πολιτική της σοσιαλδημοκρατίας όσον αφορά την ισότητα ευκαιριών είναι « εκ του πονηρού ». Η φιλοσοφία της αγοράς δεν μπορεί ασφαλώς να οδηγήσει στην ισότητα των παροχών και δεν το επιδιώκει. Στη μαρξιστική συζήτηση, η ισότητα είναι επιθυμητή πολιτική και οφείλει να επιδιώκεται. Οι μαρξιστές ερευνητές επιχειρούν να απαντήσουν στη φιλελεύθερη επίθεση σχετικά με την απόδοση λόγου της εκπαίδευσης, που έδινε έμφαση στη σημασία των ατομικών επιλογών των γονέων και είχε στόχο την « απορρύθμιση » των πολιτικών του κοινωνικού κράτους. Παραδέχονται κάποια προβλήματα όπως ο έλεγχος των αποτελεσμάτων της εκπαίδευσης αφού το επάγγελμα των εκπαιδευτικών είναι σχετικά αυτόνομο και την κρατική γραφειοκρατία στο εκπαιδευτικό σύστημα. Ακόμα, η κρατική πρόβλεψη έχει ορισμένες συνέπειες : Έλεγχος των εκπαιδευτικών από ανώτερους, Έλλειψη ελέγχου των σχολείων στις επιχορηγήσεις και τους πόρους, Διάθεση ελάχιστων μέσων των « πελατών » – γονέων. Έτσι δημιουργείται διαμάχη μεταξύ διαφορετικών συμφερόντων ( γονείς, εκπαιδευτικοί, Τοπική Αυτοδιοίκηση, βιομηχανία, κλπ.) για την απόκτηση ελέγχου. Οι μαρξιστές υποστηρίζουν την τοπική διαχείριση της εκπαίδευσης, τονίζοντας παράλληλα την αναγκαιότητα της εκπαίδευσης να χρηματοδοτείται από τη δημόσια φορολογία και να είναι καθολική σε εθνικό επίπεδο. Η απόδοση λόγου των εκπαιδευτικών θεσμών 10

11 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Κριτική στη σύγχρονη εκπαιδευτική πολιτική και η « ελευθερία » της επιλογής Η μαρξιστική παράδοση βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με θεωρίες και πολιτικές που έχουν ως συνέπεια τον έλεγχο της εκπαίδευσης από μηχανισμούς της αγοράς και κατανοεί την εκπαίδευση ως δημόσια – κρατική λειτουργία που οφείλει να εξυπηρετεί το συμφέρον της συνολικής κοινωνίας. Οι μαρξιστές θεωρούν ότι οι φιλελεύθερες πολιτικές στην εκπαίδευση διακατέχονται από έναν « αυταρχικό λαϊκισμό ». Οι αντιθέσεις τους συνοπτικά είναι : Φιλελεύθερες πολιτικέςΜαρξιστικές πολιτικές Ελευθερία επιλογής της εκπαίδευσης από τους γονείς Εκπαίδευση δημόσια – κρατική λειτουργία Μείωση κρατικού παρεμβατισμούΕνίσχυση κρατικού παρεμβατισμού Απροθυμία του ανταγωνισμού για εμπλοκή στην εκπαίδευση Επιθυμία της αγοράς για εμπλοκή στην εκπαίδευση Ζήτηση ιδιωτικής εκπαίδευσης από γονείςΖήτηση δημόσιας εκπαίδευσης από γονείς Δυνατότητα επιλογής σχολείουΈλλειψη δυνατότητας επιλογής σχολείου 11

12 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Η εκπαιδευτική αλλαγή Το θέμα της ερμηνείας της εκπαιδευτικής αλλαγής συνδέεται με την όλη μαρξιστική προβληματική για την ανάλυση της σχέσης κράτους – κοινωνίας – εκπαίδευσης. Ο Μαρξ θεωρεί ότι η σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή είναι ένα μέσον κοινωνικής αλλαγής. Επομένως, η υιοθέτηση απελευθερωτικών πρακτικών και η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση τοποθετούνται στο επίκεντρο της μαρξιστικής σκοποθεσίας. 12

13 ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Οι θεωρητικές προσεγγίσεις του κράτους πρόνοιας ξεκινούν μετά τον Β ’ Παγκόσμιο Πόλεμο και συνδέονται με την εμφάνιση και εδραίωση του λεγόμενου « κράτους πρόνοιας » στις δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες, κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960. Η ανάπτυξη των πολιτικών πρόνοιας συνοδεύτηκε από το επιχείρημα της εξασφάλισης μιας γενικής κοινωνικής « ευημερίας » και ενός ελάχιστου κοινού βιοτικού επιπέδου για όλους τους πολίτες μέσω της καθολικής ρύθμισης. Η ευθύνη δηλαδή της διασφάλισης κάποιων «minimum standars» ανήκει στο κράτος, το οποίο οφείλει να εγγυάται την κάλυψη των « βασικών αναγκών » των πολιτών, ανεξαρτήτως της θέσης που αυτοί κατέχουν στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας. 13

14 ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Σχέση κράτους – εκπαίδευσης – κοινωνίας : η εκπαίδευση ως κοινωνική πολιτική Ο προνομιακός χαρακτήρας του κράτους αντιμετωπίζεται ως ένα πλέγμα θεσμών που λειτουργούν συμπληρωματικά και σε αμοιβαία σύνδεση μεταξύ τους. Επομένως και η εκπαίδευση συνδέεται με όλο το πλέγμα των κοινωνικών υπηρεσιών και έχει ως στόχο τη διασφάλιση σε « εθνικό επίπεδο » ενιαίων εκπαιδευτικών κριτηρίων και standars, γεγονός που θεωρείται ότι συμβάλλει στη γενική κοινωνική ανάπτυξη και ευημερία. Το βασικό όμως στοιχείο είναι η έννοια του δημοσίου συμφέροντος, που θεωρούν ότι συγκροτείται γύρω από τους εκπαιδευτικούς θεσμούς. Η Janet Finch θεωρεί ότι η εκπαίδευση αποτελεί αφενός δικαίωμα για τα άτομα, και αφετέρου μηχανισμό ελέγχου και αναπαραγωγής των κοινωνικών δομών. Το δικαίωμα για εκπαίδευση συνδέθηκε με τα δικαιώματα του πολίτη. Η απόλαυση όμως αυτού του « αγαθού » από τον κάθε πολίτη συνδέεται με το πρόβλημα της κατανομής των πόρων στην κοινωνία. Τα λεγόμενα « κοινωνικά αγαθά » ενδέχεται να διευρύνουν τις κοινωνικές ανισότητες. Υπάρχουν και οι κοινωνικές « ανάγκες » οι οποίες μπορούν να προσδιορισθούν : Κανονιστικά ( από ειδικούς, επιστήμονες ή τη διοίκηση ) Στη βάση της εκφρασμένης ζήτησης Βολουνταριστικά ( δηλαδή στη βάση της επιθυμίας ) Συγκριτικά ( ως συσχέτιση των κοινωνικών υπηρεσιών που απολαμβάνουν διαφορετικά υποκέιμενα ). Ο M. Shipman υποστηρίζει πως χαρακτηριστικά στοιχεία της σύγχρονης κορπορατιστικής κοινωνίας είναι η έντονη διαπλοκή των διάφορων επιμέρους συμφερόντων με το πολιτικό σύστημα και τους μηχανισμούς διακυβέρνησης, η παροχή κοινωνικών υπηρεσιών από δημόσιους κυρίως φορείς και οργανισμούς μεγάλης κλίμακας και η γραφειοκρατική οργάνωση αυτών των υπηρεσιών προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική διανομή τους στους πολίτες. 14

15 ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Η ισότητα των εκπαιδευτικών ευκαιριών Βασικό αίτημα και διακηρυγμένος στόχος των προνοιακών πολιτικών υπήρξε η λεγόμενη ισότητα των εκπαιδευτικών ευκαιριών. Στόχος υπήρξε ο εκδημοκρατισμός του εκπαιδευτικού συστήματος, η κατάργηση των διαγωνισμών και των παράλληλων εκπαιδευτικών δικτύων. Σε ορισμένες χώρες προωθήθηκε η πολιτική της διαπερατότητας των σχολικών δικτύων ενώ σε άλλες υιοθετήθηκε η πολιτική του λεγόμενου ενιαίου σχολείου, που συνδυάζει τις δυνατότητες και των δύο δικτύων σε έναν τύπο σχολείου. Η λογική των προσεγγίσεων του κράτους πρόνοιας, εκφράζεται με τη λεγόμενη « αντισταθμιστική εκπαίδευση », η οποία παρέχεται στις μειονεκτικές κοινωνικές κατηγορίες και εξασφαλίζει γενικότερη κοινωνική πρόνοια για τα παιδιά. Οι μορφές απόδοσης λόγου και ελέγχου των εκπαιδευτικών θεσμών αναφέρονται περισσότερο σε πλαίσια εσωτερικών ελέγχων από πλευράς της διοικητικής ιεραρχίας και λιγότερο σε μορφές απόδοσης λόγου στους φορείς που αποδέχονται τις εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Πρόκειται, δηλαδή, για αυτό που ο Kogan χαρακτηρίζει ως « διοικητικά μοντέλα ελέγχου », που αντλούν τη νομιμοποίησή τους από το νομικοδικαιικό σύστημα στα πλαίσια της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η απόδοση λόγου των εκπαιδευτικών θεσμών 15

16 ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Κριτική στη φιλελεύθερη εκπαιδευτική πολιτική Η προνοιακή πολιτική ασκώντας κριτική στη φιλελεύθερη εκπαιδευτική πολιτική αμφισβητεί ότι η ιδιωτική εκπαίδευση θα διασφαλίσει τα « δημόσια αγαθά », θα έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, θα απαιτηθούν λιγότεροι πόροι, η άσκηση της « γονικής επιλογής » είναι σωστή και ότι τα ιδιωτικά σχολεία πληρούν τα minimum standars. Γενικότερα, διατυπώνεται αντίθεση στην αντίληψη ότι η εκπαίδευση αποτελεί ένα αγαθό ιδιωτικής κατανάλωσης. Στα πλαίσια των προσεγγίσεων διακρίνονται δύο διαφοροποιημένες τάσεις. Η πρώτη επιχειρεί μία αξιολόγηση των πράξεων της διοίκησης και του κράτους σε σχέση με το κατά πόσο εξασφαλίζουν τη σωστή ισορροπία μεταξύ « ατομικών δικαιωμάτων » και « συλλογικών στόχων » στην εκπαίδευση και η δεύτερη αξιολογεί τη μεταρρύθμιση σε σχέση με το κατά πόσο αυτή λειτουργεί αναδιανεμητικά και βελτιώνει τη θέση των κοινωνικών κατηγοριών και ομάδων που μειονεκτούν. Πρόκειται συνολικά για μια ριζοσπαστική κατεύθυνση στα πλαίσια των προσεγγίσεων του κράτους πρόνοιας που αντιμετωπίζει την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ως πολιτική στρατηγική των μη προνομιούχων, και με αυτήν την έννοια βρίσκεται κοντά στα μαρξιστικά επιχειρήματα, μόνο που εδώ η μεταρρύθμιση θεωρείται εφικτή κάτω από τις παρούσες συνθήκες. Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις 16

17 ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Οι προσεγγίσεις αυτές βασίζονται στην αντίληψη ότι η εξουσία είναι διαμοιρασμένη στην κοινωνία μεταξύ πολλών επιμερισμένων συμφερόντων και ότι οι πολιτικές διαμορφώνονται μέσω μιας διαπραγμάτευσης μεταξύ των επιμέρους ομάδων συμφερόντων και της εκάστοτε κυβέρνησης. Σύμφωνα με τις πλουραλιστικές προσεγγίσεις, στην κοινωνία παρά τις συγκρούσεις μεταξύ των επιμέρους αντιτιθέμενων συμφερόντων, τελικά επιτυγχάνεται μια ισορροπία μέσω της αδράνειας του συστήματος γιατί καμία ομάδα συμφερόντων δεν μπορεί να κυριαρχήσει σε όλους τους τομείς. 17

18 ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Σχέση κράτους – εκπαίδευσης – κοινωνίας Σημαντική θέση στο πλαίσιο των πλουραλιστικών προσεγγίσεων κατέχει το έργο της Margaret S. Archer. Η Archer συγκροτεί μία ιστορική – συγκριτική προσέγγιση η οποία, βασίζεται στην εκλεκτιστική υιοθέτηση κατηγοριών από νέο - μαρξιστικές και λειτουργικές προσεγγίσεις, από μία συστηματική θεωρία και μία θεωρία ανταλλαγής. Διακρίνει τρεις τύπους διαπραγμάτευσης μεταξύ των επιμέρους δυνάμεων και ομάδων συμφερόντων : αυτή που ξεκινάει από το εσωτερικό του εκπαιδευτικού συστήματος, δηλαδή κυρίως το εκπαιδευτικό προσωπικό, τους μαθητές, φοιτητές κλπ. Αυτή που αποτελεί εξωτερική συναλλαγή και αφορά την αυθορμησιακή αλληλεπίδραση μεταξύ εξωτερικών ομάδων συμφερόντων και Τον πολιτικό χειρισμό, ο οποίος σχετίζεται με τον κρατικό χαρακτήρα των εκπαιδευτικών συστημάτων και τη δημόσια χρηματοδότησή τους, γεγονός που προκαλεί την τάση για έλεγχο της εκπαιδευτικής πολιτικής από πλευράς διάφορων συμφερόντων. Οι τρεις αυτοί τύποι διαπραγμάτευσης συνθέτουν το δίκτυο της αλληλεπίδρασης, η οποία ερμηνεύει και τη μεταρρύθμιση των εκπαιδευτικών συστημάτων. Η έννοια της αλληλεπίδρασης είναι καθοριστική και στο έργο των B. Salter και T. Tapper. Σύμφωνα με αυτούς, οι « κοινωνικοί στόχοι » της εκπαίδευσης είναι : Να εξασφαλίσει άτομα κατάλληλα προικισμένα για την αγορά εργασίας, Να δρα ως παράγοντας κοινωνικού ελέγχου, και Να χρησιμεύει ως πόρος για ιδιωτική κατανάλωση. Ενδιαφέρονται κυρίως για την ανάλυση του τρόπου με τον οποίον ασκείται η εκπαιδευτική εξουσία, ποιος είναι ο ρόλος του κράτους στις σχέσεις εξουσίας, στη διαδικασία διαμόρφωσης των πολιτικών και την εκπαιδευτική αλλαγή. 18

19 ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Σχέση κράτους – εκπαίδευσης – κοινωνίας Ο A. Hargreaves θεωρεί ότι « υπάρχουν δύο αντιτιθέμενες προσεγγίσεις στη μελέτη της εκπαιδευτικής πολιτικής : ο πλουραλισμός και ο μαρξισμός ». Επιχειρεί να τις συνθέσει και διατυπώνει την άποψη ότι η εκπαιδευτική πολιτική καθορίζεται από : « πολλαπλές αιτιώδεις σχέσεις », « πλουραλιστική σύγκρουση », « διοικητική συνθετότητα », και ιστορική αδράνεια. Από την άλλη ο Kogan υποστηρίζει πως η εκπαιδευτική πολιτική εμπεριέχει αξίες σε σχέση με τους σκοπούς και το ρόλο της εκπαίδευσης σε κάθε ιστορική εποχή και οι αλλαγές πολιτικών σχετίζονται με τις διαφοροποιήσεις στο πλαίσιο των αξιών που κυριαρχούν. Ο St. J. Ball θεωρεί ότι η εκπαιδευτική πολιτική δεν ανταποκρίνεται στα συμφέροντα μιας συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης, αλλά σε σύνθετα και ετερογενή στοιχεία. Αν και διατυπώνει ότι το κράτος δεν είναι ουδέτερο, θεωρεί ότι δεν μπορεί να προσδιοριστεί παρά « μόνο σε αναφορά με την αποφασιστική μελέτη των ατόμων και της δράσης τους ». 19

20 ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Οι ανισότητες στα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα Οι πλουραλιστικές προσεγγίσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής αναγνωρίζουν ότι οι ταξικές και πολιτισμικές διαφοροποιήσεις στην κοινωνία εκφράζονται και αναπαράγονται στα εκπαιδευτικά αποτελέσματα. Θεωρούν ότι υπάρχουν και σημαντικές επιμέρους ανισοτήτες στις σύγχρονες κοινωνίες οι οποίες εκφράζονται στην εκπαίδευση, όπως οι ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων, οι φυλετικές διακρίσεις, χωρικές ανισότητες και διαφοροποιήσεις στις σύγχρονες πόλεις καθώς και ο ρόλος και η θέση της μεσαίας τάξης στην επιλεκτικότητα των εκπαιδευτικών θεσμών. Με βάση την ταξινόμηση που έχει πραγματοποιήσει ο M. Kogan, έχουν διατυπωθεί τρία βασικά μοντέλα απόδοσης λόγου της εκπαίδευσης : Ο δημόσιος ή διοικητικός έλεγχος ( από πλευρά του κράτους και της εκπαιδευτικής διοίκησης ), Ο επαγγελματικός έλεγχος ( ως « εσωτερικός » έλεγχος της εκπαίδευσης από την πλευρά των εκπαιδευτικών ), Ο καταναλωτικός έλεγχος ( είτε με τη μορφή συμμετοχικής διαχείρισης μεταξύ των εκπαιδευτικών φορέων και των γονέων, είτε με την μορφή ελέγχου από την πλευρά της αγοράς ). Οι πλουραλιστικές προσεγγίσεις τοποθετούνται θετικά κυρίως προς ένα μοντέλο συμμετοχικής διαχείρισης της εκπαίδευσης. Η συνδιαχείριση αυτή συνήθως περιλαμβάνει αφενός τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι νομιμοποιούνται ως εργαζόμενοι και ως γνώστες του αντικειμένου της εκπαίδευσης και αφετέρου τους γονείς, οι οποίοι νομιμοποιούνται ως άμεσα ενδιαφερόμενοι για τους εκπαιδευτικούς στόχους και τα αποτελέσματα. Η απόδοση λόγου των εκπαιδευτικών θεσμών 20

21 ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Κριτική στις σύγχρονες εκπαιδευτικές πολιτικές Οι πλουραλιστικές προσεγγίσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής, γενικά, είναι κριτικές προς την εκπαιδευτική πολιτική που εφαρμόζεται από τις φιλελεύθερες κυβερνήσεις. Η κριτική που ασκείται στη φιλελεύθερη εκπαιδευτική πολιτική βασίζεται στη θέση ότι αυτή « διαλύει » το consensus μεταξύ των « παραδοσιακών » φορέων που συμμετείχαν στη διαχείριση της εκπαίδευσης ( δηλαδή κεντρικής και τοπικής διοίκησης, εκπαιδευτικών και γονέων ), μεταθέτοντας την εξουσία στις δυνάμεις της αγοράς. Η εκπαιδευτική αλλαγή και μεταρρύθμιση προβάλλεται ως ένα θεωρητικό πρόβλημα που χρήζει βοήθειας. Κατά τους B. Salter και T. Tapper η εκπαιδευτική αλλαγή προκύπτει μέσα από διαπραγματεύσεις που ελέγχονται από γραφειοκρατικούς μηχανισμούς. Οι αλλαγές συμβαίνουν σε τρία κυρίως επίπεδα : Στον αναπροσδιορισμό των κοινωνικών στόχων της εκπαίδευσης, Στην κατανομή των πόρων με τρόπο που να εξυπηρετεί τους νέους εκπαιδευτικούς στόχους, και Στη διαμάχη μεταξύ των θεσμών για εκπαιδευτική εξουσία. Γενικότερα, οι πλουραλιστικές προσεγγίσεις αντιμετωπίζουν την εκπαιδευτική αλλαγή ως μια πολιτική που προκύπτει ως αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης μεταξύ πολλαπλών επιμέρους συμφερόντων, εφόσον κατά βάση καμία ομάδα συμφερόντων δεν αποκλείεται από το πεδίο της διαπραγμάτευσης. Ερμηνεία των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων 21

22 ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Η φιλελεύθερη προσέγγιση θεωρεί την εκπαίδευση ως ένα δημόσιο αγαθό το οποίο συμβάλλει στην ευημερία των ατόμων. Ο ρόλος του κράτους, που αντιμετωπίζεται ως ουδέτερος παράγοντας, θα πρέπει να περιορίζεται σε ένα minimum εκπαιδευτικών παροχών, χωρίς ταυτόχρονα να δεσμεύει την άσκηση της ατομικής επιλογής και ελευθερίας. Στον αντίποδα αυτών των θεωριών, οι μαρξιστικές προσεγγίσεις θεωρούν ότι η εκπαίδευση προκύπτει ως αποτέλεσμα του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας στα πλαίσια του σύγχρονου αστικού κράτους. Η εκπαίδευση συμβάλλει στην αναπαραγωγή των κυρίαρχων οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων παραγωγής, αλλά ταυτόχρονα, αποτελεί και έναν χειραφετικό παράγοντα για τα άτομα και την κοινωνία. Οι προσεγγίσεις του κράτους πρόνοιας αντιμετωπίζουν την εκπαίδευση ως δημόσιο αγαθό το οποίο παρέχεται από το κράτος στα άτομα όχι μόνο ως ατομικό δικαίωμα αλλά και διότι έτσι εξυπηρετείται το γενικότερο δημόσιο συμφέρον. Τονίζεται ο δημόσιος και αναδιανεμητικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης και η συμβολή της σε μια έννοια κοινωνικής δικαιοσύνης μέσω αντισταθμιστικών εκπαιδευτικών πολιτικών. Οι πλουραλιστικές προσεγγίσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής επιχειρούν να ερμηνεύσουν τη διαδικασία με την οποία προκύπτουν οι εκπαιδευτικές πολιτικές και οι μεταρρυθμίσεις στα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα. Η εκπαιδευτική πολιτική δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα κάποιας κυρίαρχης τάξης, αλλά προκύπτει μέσω της αλληλεπίδρασης επιμέρους συμφερόντων από ομάδες εντός και εκτός του εκπαιδευτικού συστήματος. 22

23 Κριτική σε ορισμένα επιχειρήματα των σύγχρονων προσεγγίσεων της εκπαιδευτικής πολιτικής Οι πλουραλιστικές προσεγγίσεις, γενικά, χαρακτηρίζονται από την απουσία αξιολογικού πλαισίου στην ανάλυση της εκπαιδευτικής πολιτικής, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε μία βεμπεριανή μεθοδολογία, η οποία χαρακτηρίζεται από : α ) κατασκευή τυπολογιών στην ανάλυση, β ) ανάλυση του κοινωνικού πράττειν στη βάση της σύγκρουσης και της αλληλεπίδρασης επιμέρους συμφερόντων, γ ) ατομιστική ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων, δ ) αφαίρεση από την εμπειρική ανάλυση κάθε αξιακής δέσμευσης του ερευνητή. Γενικά εκφράζουν έναν ριζοσπαστισμό και δίνουν έμφαση στην έννοια της ισότητας ευκαιριών και της συμμετοχικής διαχείρισης των εκπαιδευτικών θεσμών. Ορισμένα σημαντικά θετικά τους στοιχεία είναι : Έχουν πραγματοποιήσει εμπειρικές έρευνες για την εκπαίδευση και μας παρέχουν πολύ σημαντικά στοιχεία για την ανάπτυξη των εκπαιδευτικών συστημάτων. Έχουν εξετάσει το ρόλο των διαφόρων ομάδων συμφερόντων στη διαδικασία διαμόρφωσης των εκπαιδευτικών πολιτικών, στοιχείο το οποίο συχνά ορισμένες μαρξιστικές προσεγγίσεις παραβλέπουν. Μέσω της εμπεριστατωμένης έρευνας και μιας ριζοσπαστικής κατεύθυνσης που ακολούθησαν, συνέβαλαν στη διατύπωση μιας κριτικής προς αυταρχικές ή κοινωνικά άδικες εκπαιδευτικές πολιτικές. 23 ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

24 Στις φιλελεύθερης προσεγγίσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής κυριαρχεί η αντίληψη περί καταναλωτικού ελέγχου, γονικής επιλογής και απόσυρσης του κράτους από τις κρατικές λειτουργίες, αλλά αυτό δεν μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς μετριασμούς. Αυτοκατανοείται ως φυσική συνέχεια του κλασικού φιλελευθερισμού αλλά αυτός βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από τον νέο φιλελευθερισμό. Ο Adam Smith, εκπρόσωπος του κλασικού φιλελευθερισμού, όχι μόνο αναγνωρίζει την αναγκαιότητα παρέμβασης του δημοσίου στις εκπαιδευτικές λειτουργίες, αλλά θεωρεί ότι αυτές θα πρέπει να γενικευθούν και το δημόσιο να διασφαλίζει ένα minimum εκπαίδευσης για όλο το λαό, οι εκπαιδευτικές λειτουργίες έχουν αναδιανεμητικό χαρακτήρα, κάτι που είναι αντίθετο με το σύγχρονο φιλελευθερισμό. Το ενδιαφέρον για εκπαίδευση στο έργο Πλούτος των Εθνών του Smith, δεν αναφέρεται στα ατομικά δικαιώματα και την ευημερία των ατόμων ( όπως στον σύγχρονο φιλελευθερισμό ) αλλά εγείρει το συνολικό συμφέρον της κοινωνίας. 24

25 ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Οι μαρξιστικές προσεγγίσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής τονίζουν το δημόσιο χαρακτήρα της εκπαίδευσης και την αντιμετωπίζουν ως έναν θεσμό του σύγχρονου κράτους, ο οποίος προέκυψε μέσα από την εξέλιξη του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας. Όσο αφορά τις προσεγγίσεις του κράτους πρόνοιας το σημαντικό θετικό είναι ότι συνδέει την εκπαίδευση με τις άλλες πολιτικές πρόνοιας και διευρύνει την προβληματική της ισότητας των εκπαιδευτικών ευκαιριών και της δικαιοσύνης στην εκπαίδευση μέσα από την έννοια της γενικότερης κοινωνικής πολιτικής για την παιδική ηλικία. 25

26 26


Κατέβασμα ppt "Ιωακειμίδου Ηρώ ( ΑΕΜ 3132) 8/5/2014 ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Σ. Ηλιάδου – Τάχου, Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Φλώρινας."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google